Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Πέμπτη 30 Απριλίου 2020









SATISFACTION







Jazz Rock Gem









Στις αρχές των 70ς για τους μουσικούς που ανατράφηκαν με τα blues, την jazz ή την R&B, η έλευση της progressive οδήγησε σε μία ανακατεύθυνση της πορείας τους. Αυτό το γεγονός είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση πολλών βραχύβιων γκρουπ, τα οποία ηχογράφησαν άλμπουμ για τις νεοιδρυθείσες underground εταιρείες όπως η  Dawn της Pye, η Vertigo της Philips και η Deram της Decca. Mία πληθώρα από τέτοιες μπάντες μπορεί να θεωρηθούν ως ΄progressive μπάντες επηρεασμένες από την jazz΄, αναμιγνύοντας χάλκινα με παραδοσιακή κιθάρα, μπάσο, ντραμς και keyboards δηλαδή ένα lineup οργάνων μίας rock μπάντας. Από εκείνα τα γκρουπ, σχήματα όπως οι Colosseum, οι Keef Hartley Band και οι Juicy Lucy έκαναν αξιόλογη επιτυχία. Μαζί με αυτές τις μπάντες υπήρχαν και εκείνες που κατάφεραν να ηχογραφήσουν ένα και μοναδικό άλμπουμ πριν διαλυθούν εξαιτίας εμπορικής αποτυχίας. Από εκείνες τις μπάντες, πιάνονται συχνά στα ραντάρ των συλλεκτών που επικεντρώνονται στην συγκεκριμένη περίοδο οι Heaven, οι Walrus και οι Galliard. Άλλο ένα τέτοιο σχήμα ήταν η μπάντα που έχουμε σήμερα την τιμή να βρίσκεται στον μικρό μας χώρο: οι Satisfaction. Το μεγαλύτερο μέρος του άρθρου προέρχεται από τις εσωτερικές σημειώσεις στο CD, τις οποίες έγραψε ο Mark Powell.

Just Lay Back and Enjoy It (1971)






Satisfaction (Decca SKL 5075) 2/71






Το εξαμελές σχήμα δίνει ένα τόσο γεμάτο ήχο τόσο επαγγελματικά, όσο κάθε καλό γκρουπ εκείνης της εποχής. Παρεμπιπτόντως το εξώφυλλο είναι πολύ ενδιαφέρον, μοναδικό αν και συνειρμικά σε σχέση με το όνομα του γκρουπ, ίσως πάει κάποιους αλλού (καμία σχέση, το λογότυπο στο Sticky Fingers της Αμερικής έγινε μήνες αργότερα, και το όνομα του γκρουπ καμία σχέση δεν είχε με τους Stones).
Με πολλούς τρόπους οι Satisfaction ήταν τυπικά όπως όλοι οι σύγχρονοι τους, έχοντας ένα lineup ριζωμένο για τα καλά στα Αγγλικά blues από τα μέσα των 60'ς. To γκρουπ σχηματίστηκε από τον τρομπετίστα Mike Cotton, ένα μουσικό που είχε διατελέσει ηγέτης σε μπάντες από τα τέλη των 50'ς. Ο Cotton ξεκίνησε την μουσική του ζωή ως ηγέτης των Mike Cotton Jazzmen, αλλά άλλαξε μουσική κατεύθυνση με την έλευση της R&B και την έκρηξη των blues το 1963.

You Upset the Grace of Living When You Lie (1971)






Οι Jazzmen γρήγορα έγιναν The Mike Cotton Band και μέσα σε μήνες έγιναν γνωστοί ως The Mike Cotton Sound. Η μπάντα έκανε δύο EP στην ΕΜΙ, μία σειρά από singles και ένα LP τα επόμενα δύο χρόνια. Ήταν μία μπάντα που δούλευε πολύ σκληρά και διέπρεψε στα live στα μέσα της δεκαετίας του 60. Είχαν επίσης κάνει την backing μπάντα σε Αμερικανούς μουσικούς που επισκέπτονταν την χώρα τους, όπως οι Solomon Burke, Gene Pitney, the Four Tops και Stevie Wonder. Το 1966 οι The Mike Cotton Sound είχαν γίνει ένα ολοκληρωμένο soul σχήμα, ηχογραφώντας διασκευές Αμερικανικής R&B όπως το "Harlem Shuffle" για την Polydor, πριν πάνε στην Pye για το τελευταίο τους single. Μετά το γκρουπ έσμιξε με τον Αμερικανό τραγουδιστή Bruce MacPherson Lucas για να ηχογραφήσουν ακόμα ένα single για την Pye και ακολούθησαν ακόμα δύο για την MGM Records.

Call You Liar Liar (1971)






Ή εμφάνιση της ψυχεδέλειας και της underground μουσικής γρήγορα προκάλεσε μία κατρακύλα σε αυτές τις μπάντες. Η soul έπαψε πια να είναι δημοφιλής στις live μουσικές σκηνές της Αγγλίας και όπως αμέτρητα άλλα σχήματα, αυτό οδήγησε στην διάλυση των The Mike Cotton Sound. Ο Cotton παρέμεινε ένας αξιόλογος session παίκτης, αλλά το 1970 έχοντας πάρει χαμπάρι την αλλαγή του μουσικού κλίματος, έφτιαξε ένα γκρουπ μουσικών που στράφηκαν προς μία νέα και progressive κατεύθυνση. Μαζί με τον πρώην κιθαρίστα των Artwoods, Derek Griffiths, ο Cotton δημιούργησε τους Satisfaction, που παρουσίαζαν τον John Beecham στο τρομπόνι, τον Lem Lubin και το Nick Newell στα σαξόφωνα και τον Bernie Higginson στα ντραμς. Αυτή η νέα μπάντα, αν και επηρεασμένη από την Jazz, είχε επίσης μία πολύ δυνατή προσέγγιση στην rock και γρήγορα εξασφάλισε ένα συμβόλαιο με την Decca το 1970.

Just Like Friends (1971)






Μία καλή, δεμένη μπάντα με κάποιες ανέλπιστα ευαίσθητες φωνητικές αρμονίες. Υπάρχουν άλλες στιγμές που πηγαίνουν προς τον κόσμο του μουσικώς απίθανου, αλλά δεν πειράζει καθόλου. Οι ήχοι εδώ μέσα είναι αποκλειστικά ήχοι ικανοποίησης όπως είναι και το όνομα του γκρουπ.

Go Through Changes (1971)






Η μουσική που ακούτε είναι ο καρπός μίας σειράς sessions, σε παραγωγή του David Hitchcock, που αργότερα έγινε παραγωγός των Caravan, Camel και Genesis. Το άλμπουμ αυτό είχε πολύ καλές κριτικές όταν κυκλοφόρησε. Εξαιρετική μουσικότητα και ευφάνταστες συνθέσεις. Highlights τα τρομερά "Sharing", "Call You Liar, Liar" και το υπέροχο κομμάτι που κλείνει "Go Through Changes". Ικανοποιημένοι από την ανταπόκριση που είχε η κυκλοφορία του άλμπουμ, η Decca κυκλοφόρησε δύο singles σε μία προσπάθεια να βάλει την μπάντα στα charts. Το πρώτο από αυτά "Love It Is" / "Cold Summer" είχαν θετική ανταπόκριση από τον Αγγλικό μουσικό τύπο, αλλά απέτυχαν να πάρουν θέση στα charts. Το "Don't Rag the Lady" / "Gregory Shan't" είχε την ίδια μοίρα, με ελάχιστες πωλήσεις. Μέσα σε μήνες από την εμφάνιση του άλμπουμ και των singles οι Satisfaction είχαν σταματήσει να υφίστανται, αφήνοντας πίσω τους μία κληρονομιά που απολαμβάνουμε ακούγοντας αυτή την στιγμή διαβάζοντας. Για πρώτη φορά το άλμπουμ και τα single μπήκαν ωραία και τακτοποιημένα σε ένα CD που μπορεί ο καθένας να προμηθευτεί.
Μία μπάντα που πρέπει να μαθευτεί επειγόντως. Ένας αξιοσημείωτος ήχος-ώριμος και πειστικός. Τα φωνητικά είναι εξαιρετικά και η γραφή πολύ υψηλών στάνταρ.

She Follows the Band (1971)






Ποιος θα σκεφτόταν ότι οι αναβιώσαντες Mike Cotton Sound το 1970 θα ηχογραφούσαν έναν από τους καλύτερους χαμένους prog-rock δίσκους; Κάθε τραγούδι έχει ευρηματικές συνθέσεις και απλά περιγράφεται ένας ήχος 24 καρατίων. Σπανίως τα χάλκινα έχουν εφαρμοστεί τόσο αποτελεσματικά σε αυτό το γένος. Το "Just Lay Back and Enjoy It" ακούγεται σαν τους Chicago στα καλύτερα τους, το "Cold Summer" ροκάρει

Cold Summer (1971)







και το "Sharing" είναι ένα αργό κομμάτι που βράζει από μέσα του, του οποίου ο funky ρυθμός συχνά ξαφνιάζεται από ζωηρά ορχηστρικά διαλείμματα.

Sharing (1971)







Η Β' πλευρά καυχιέται ότι κατέχει ένα heavy prog θέμα το "Call You Liar Liar" που αφοπλίζει σαν χιτ single. Επίσης διαθέτει μία ευαίσθητη διασκευή του "You Upset the Grace of Living When You Lie" του Tim Hardin, αλλά το καλύτερο κομμάτι είναι το "Just Like Friends", εμπνευσμένο από τον Sergio Mendes, με υπέροχα αρμονικά φωνητικά και ένα καυτό σόλο στην κιθάρα. Αυτό το υπέροχο άλμπουμ κλείνει με το μεγαλύτερο σε διάρκεια τραγούδι του το επικό "Go Through Changes", το οποίο επιδεικνύει όλα τα καλύτερα χαρακτηριστικά της μπάντας: τα riff της κιθάρας, χάλκινα, αρμονικά φωνητικά και ήρεμες αλλαγές στον χρόνο. Ένα πραγματικά εξαιρετικό LP-πάρτε το σχετικά φθηνά, όσο προλαβαίνετε ακόμα.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020







PERERIN







Fine Welsh Folk







Μία ανάμιξη ψυχεδέλειας και progressive folk, με διαχρονικές μελωδίες, που τις ξεπερνάει μόνο ο στοιχειωτικός τρόπος με τον οποίο έχει γίνει η σύνθεση τους. Άρπα, ακουστική και ηλεκτρική κιθάρα, φλάουτα και φλογέρες ακούγονται μέσα από μία ποικιλία θεμάτων τεντώνοντας τα όρια ουσιαστικά αυτού του Κέλτικου ιδιώματος. Μοιάζει και ακούγεται σαν μία προσπάθεια να επιβιώσει η γλώσσα αυτή και η κουλτούρα επίσης. Τα φωνητικά από τους Arfon Wyn και Charli Goodall και την αγγελική φωνή της Nest Llwelyn είναι πρώτης τάξεως.

Y Ddraenen Wen (1988)







Haul Ar Yr Eira (Gwerin SYWM 215, με εσώφυλλο) 1980






Τα άλμπουμ των Pererin πέφτουν καλά εκτός της δεκαετίας που ανέδειξε την acid folk, αλλά ακούγονται σαν κλασικά των 70'ς και είναι εύκολα τα καλύτερα άλμπουμ αυτού του είδους (σε Ουαλική γλώσσα).

Royal Charter (1980)





Στο εντυπωσιακό ντεμπούτο τους η μπάντα προσφέρει κυρίως ακουστικές συνθέσεις με μία γαλήνια, εξωκοσμική αίσθηση, αν και οι σύντομες επιδρομές τους στο ηλεκτρικό υλικό είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές επίσης. Μάρτυρας τα συναρπαστικά rock μέρη στο ψυχεδελικό "Royal Charter". Τα πολύ όμορφα φωνητικά από την Nest Llwelyn  (πρώην μέλος των progressive folk, Bran) προσθέτουν τις τελευταίες πινελιές στο εξαιρετικό αυτό LP.

Ni Welaf Yr Haf (1980)






Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε ένα στάβλο για αγελάδες! Όμως με την βοήθεια ενός τρομερού μηχανικού που έκανε και την παραγωγή, έγιναν θαυμάσια πράγματα. Το εξώφυλλο προέρχεται από ένα βιβλίο που μιλούσε για τους ταξιδιώτες/προσκυνητές και δημιουργήθηκε από τον αδελφό του Arfon Wyn (κιθάρα, φωνητικά).

Can Y Melinydd (1980)






Teithgan (Gwerin SYWM 230, με εσώφυλλο) 1981






Εδώ δεν έχουμε πια γυναικεία φωνητικά, παρά σαν backing vocals. Αλλά αν μη τι άλλο, το υλικό στο δεύτερο άλμπουμ τους είναι ακόμα καλύτερο από ότι στο ντεμπούτο. Το κομμάτι που ανοίγει "Y Drws" έχει μία οδυνηρά όμορφη μελωδία και η ποιότητα δεν μειώνεται, με πολύ περισσότερη ηλεκτρική ενορχήστρωση και μία αξιοσημείωτη prog-folk κλίση.

Y Drws (1981) (Hearts Door)







Στον ίδιο χώρο με την παρότρυνση της εταιρείας που είδε πόσο καλά είχε πάει το ντεμπούτο τους μαζεύτηκαν για να κάνουν το δεύτερο άλμπουμ τους. Όμως εκεί είχαν μαζευτεί επίσης πολλοί χίπις φαν της μπάντας, οι οποίοι ήθελαν να έχουν γνώμη πάνω στο πρότζεκτ, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποτυπωθεί καλά η όλη δουλειά, όμως χάρη στην επιμονή του πολύ καλού μηχανικού και παραγωγού όλα διορθώθηκαν και έτσι έχουμε ακόμα ένα άλμπουμ κόσμημα της progressive folk.

Ble'r wyt ti'n myned (1981) (Where are you going my Fair Maid)







Tirion Dir (Gwerin SYW 242, με βιβλιαράκι) 1983






Αυτό το άλμπουμ είναι πιο ειλικρινές και ακουστικό από ότι το προηγούμενο και ίσως λίγο πιο κάτω από τα δύο προηγούμενα σε όρους ποιότητας, αλλά ακόμα κι έτσι στέκεται καλά ανάμεσα στα 10 καλύτερα Αγγλικά folk-rock LP της δεκαετίας του '80.

Niwl A Than (1983)







Στις εσωτερικές σημειώσεις στο CD αναφέρονται τα εξής:
"Pererin is a contemporary electric folk group presenting traditional songs in their unique musical style. Wherever they sing they aim to present musical pictures of their part of Cymru (Wales.) That is also the link between all of these songs on this record they all relate, in different ways, to Anglesey-The Tender Land (Tirion Dir.)"






Υπάρχει κάποια διαφωνία ως προς το τι συνέβη στους Pererin μετά από αυτό το άλμπουμ. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι έκαναν ακόμα δύο άλμπουμ, αλλά προσωπικά γνωρίζω μόνο το Yng Ngolau Dydd, το οποίο κυκλοφόρησε σε κασέτα (που προσφέρει παραδόξως αγνή ακουστική folk).







Ο πόθος να τραγουδήσουν στα Ουαλικά ή αλλιώς η αναβίωση της Κέλτικης παράδοσης, ήταν το κίνημα που ανάμεσα στον 19ο και 20ο αιώνα είδε πολλούς καλλιτέχνες να προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή την παράδοση τους. Από τις αρχές του 20ου αιώνα τα Ουαλικά άρχισαν σταδιακά να δίνουν την θέση τους στα Αγγλικά, όμως με αυτό το κίνημα αναβίωσε η γλώσσα και η κουλτούρα μέσω της μουσικής, αλλά και της ποίησης, μέχρι που η Αγγλική κυβέρνηση το 1993 με την Welsh Language Act, αναγνώρισε την Ουαλική γλώσσα ισότιμη της Αγγλικής και την εισήγαγε επίσης στα σχολεία. Στην Ουαλία σήμερα όλοι οι δημόσιοι χώροι έχουν ονομασία και στις δύο γλώσσες.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τρίτη 28 Απριλίου 2020









AGINCOURT aka ITHACA








Pop / Psych Folk Unknowns








Εδώ έχουμε δύο από τις σπανιότερες και πιο ακριβές Αγγλικές ιδιωτικές ηχογραφήσεις, που ποτέ δεν είχαν την παραμικρή ελπίδα ότι κάποτε θα έπρεπε να δικαιολογήσουν την εξαιρετικά ακριβή τους τιμή. Ο ένας δίσκος με το πρώτο όνομα του γκρουπ (Agincourt: περιοχή στη Βόρεια Γαλλία) και ιδιαιτέρως ο άλλος με την μετονομασία του γκρουπ (Ithaca) αποτελούν το όνειρο των απανταχού συλλεκτών, αλλά και των φαν του μουσικού αυτού γένους.

Agincourt - Dawn (1970)





Agincourt
Fly Away (Merlin HF 3, με εσώφυλλο) 1970





Ο πρώτος δίσκος ατυχώς περιγραφόμενος ως folk, είναι στην πραγματικότητα ένας ήρεμος και αέρινος pop δίσκος. Αξιαγάπητες αρμονίες στο στυλ boy-girl αφθονούν. Για παράδειγμα το "Through the Eyes of a Lifetime" είναι ένα μικρό έπος που χωρίζεται σε τρία μέρη, ενώ ιδιαίτερα αφοπλιστικό είναι το "When I Awoke". Όλα τα κομμάτια του δίσκου έχουν αυτόν τον απόλυτο Αγγλικό χίπικο pop ήχο, με μία χαλαρή, καλοκαιρινή αίσθηση.

When I Awoke (1970)





Ithaca
A Game for All Who Know (Merlin HF 6) 1973






Ο δεύτερος δίσκος είναι αμφιλεγόμενος για δύο λόγους. Πρώτον, μερικοί συλλέκτες μισούν την μίξη που κάνουν σε sunshine pop, ονειρική progressive rock και προσπάθειες στην avant-gard μέσω ασυνήθιστων ηχητικών εφέ. Προσωπικά το άλμπουμ αυτό το βρίσκω αριστούργημα, με κάποια ευφυή αφοπλιστικά τραγούδια, έξυπνη παραγωγή και συνθέσεις και μία μοναδική, σχεδόν ακαθόριστη ατμόσφαιρα. 

Journey (Destruction - Rebirth - Patterns Of Life) (1973)






Η δεύτερη ένσταση κάποιων είναι πιο εύκολο να διαψευστεί. Οι Ithaca δεν ήταν ένα είδος αστείου των δισκογραφικών, που ηχογράφησαν και τύπωσαν στα τέλη της δεκαετίας του '80 αυτό το άλμπουμ για να το πουλήσουν σε ένα ανυποψίαστο κοινό ως μία εξαιρετική σπανιότητα. Κι αυτό γιατί ένα από τα κύρια μέλη τους ο Peter Howell σίγουρα υπάρχει και ήταν για χρόνια μέλος του BBC Radiophonic Workshop. 

Questions (Did You Know - Will We Be Alive) (1973)






Ότι τους εμποδίζει να φτάσουν στο επίπεδο του Nick Drake είναι η συχνή χρήση βασικών εικόνων, όπως τα όνειρα, ο ουρανός και οι εποχές. 
Το βασικό θέμα του άλμπουμ αυτού είναι το ταξίδι σε ένα μακρινό μέρος με σκοπό να δραπετεύσουν από την απελπισία της καθημερινότητας, ένα ταξίδι κατά προτίμηση δύο εραστών. Αντίθετα με πολλά αυτοκτονικά και αυτοκαταστροφικά άλμπουμ της περιόδου, το μήνυμα των Ithaca μοιάζει να είναι θετικό...μία πρόκληση για να μετέχει ο καθένας. 

Times (Seven Seasons - The Path - Given Time) (1973)






Η μουσική που έπαιξαν δεν είναι ότι ίσως έχετε διαβάσει, δηλαδή ότι ο ήχος τους ακούγεται όπως αυτός των Moody Blues. Πέρα από ελάχιστες επιφανειακές ομοιότητες (ένα ονειρικό mood, παρατεταμένη χρήση του Mellotron και συνθέσεις με κλασικές πινελιές), το A Game for All Who Know με κεραυνοβόλησε σαν κάτι πιο προσωπικό, που έχει βάθος και τιμιότητα. Τα έξι τραγούδια αποτελούμενα από μέρη που ρέουν το ένα σχεδόν μέσα στο άλλο, ουσιαστικά γίνονται παραπάνω από 12. Όλα τους έχουν δυνατή γραφή, με μελωδίες που θα θυμηθείς αργότερα, χρησιμοποιώντας απλά το κατάλληλο παίξιμο που εξασφαλίζει μία μελαγχολία. 

Feelings (Look Around - I Want To Feel You) (1973)







Το κομμάτι που κλείνει "Journey II", είναι ένα μεγάλο ορχηστρικό με επιρροές από μουσική δωματίου, με χρήση autoharp, μαντολίνου, φλογέρας και τύμπανων. Μία εντυπωσιακή πολυπλοκότητα, με μία μουσική ροή, ένα οπιούχο κομμάτι. 

Dreams (Story Of Our Time - Beneath This Sky) (1973)





Ας περάσουμε για λίγο σε κάποιες πληροφορίες που δίνονται για αυτό το γκρουπ:
Οι μουσικές ρίζες των Ithaca βρίσκονται πίσω στο 1965/66 στο Sussex όταν ο Peter Howell (lead guitar) με τους αδελφούς Ferdinando (John (μπάσο) και Robert (ρυθμική κιθάρα) ένωσαν τις δυνάμεις τους για να σχηματίσουν μία μπάντα. Για πάνω από 3 χρόνια έπαιξαν σε στυλ Shadows ορχηστρικά κομμάτια, δίνοντας στην μπάντα τους διάφορα ονόματα.
Το φόρτε τους ήρθε στα τέλη του 1968 όταν ο Howell αγόρασε ένα reel to reel για να μπορούν να ηχογραφούν τα live τους και να έχουν να δείχνουν στα νέα μέλη την δουλειά τους. Ο Howell ασχολήθηκε πολύ με αυτό το νέο τους απόκτημα και σιγά-σιγά αυτός ο τρόπος έγινε πιο δημοφιλής στα μέλη από το να παίζουν live. O John Ferdinando έγινε τακτικός στο αυτοσχέδιο στούντιο του Howell στο πατρικό του και οι live παραστάσεις της μπάντας πέρασαν στο παρελθόν.






Έχοντας γίνει ειδικός στο να φτιάχνει τον ήχο ο Howell, παρουσίασε τα αποτελέσματα της δουλειάς τους στο τοπικό θέατρο, όπου όλοι εντυπωσιάστηκαν τόσο, ώστε να δώσουν στους δύο νέους την αποστολή να φτιάξουν το soundtrack σε μία τοπική ερασιτεχνική παραγωγή "Alice Through the Looking Glass". Οι δύο φίλοι χωρίς να περιορίζονται από την εμπορικότητα ηχογράφησαν κυρίως ακουστικά τραγούδια, τα οποία μεταδόθηκαν κατά την διάρκεια της παράστασης. Καθώς το ντουέτο είχε αρκετά άλλα τραγούδια που δεν είχαν ακουστεί, αποφάσισαν να τυπώσουν σε 50 κόπιες ένα άλμπουμ μόνο και μόνο για τους θεατές της παράστασης. Το άλμπουμ αυτό ηχογραφήθηκε το 1969 και έγινε γνωστό ως Alice Through the Looking Glass. Και δεν χρησιμοποιήθηκε κανένα όνομα γκρουπ. Άλλες 25-30 κόπιες έγιναν για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του κοινού. Αυτό το άλμπουμ έφτασε σήμερα να κοστίζει χιλιάδες λίρες και να είναι περιζήτητο από συλλέκτες παγκοσμίως. Ένα άλμπουμ ΄πρωτόγονο΄ από την γόνιμη σκηνή της underground folk.

Journey II (A Game for All Who Know) (1973)





Ο Howell έγινε τεχνικός φωτισμού στο Glynebourne Theatre στο Sussex. Με τις γνώσεις που είχε αποκτήσει πάνω στην ηχογράφηση, σύντομα ανακατεύτηκε με τους τραγουδιστές της όπερας που ήθελαν να κάνουν demos για να παρουσιάζουν την δουλειά τους και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να γνωρίσει τον Ian Hamilton (μετέπειτα σκηνοθέτη) που έκανε ταινίες. Αυτός αμέσως τον προσέλαβε για να του παρέξει την μουσική στην ταινία του Tomorrow Comes Sunday. Ακόμα μία φορά τυπώθηκε ένα άλμπουμ το 1969 για τους φίλους και όσους αναμίχθηκαν στην παραγωγή σε ποσότητα 70-80 κόπιες.






O Ferdinando και ο Howell χρησιμοποίησαν διάφορους τραγουδιστές σε κάθε τραγούδι. Αντίθετα με το Alice Through the Looking Glass o John και ο Peter συμφώνησαν εκ των υστέρων ότι το άλμπουμ κάνει αίσθηση μόνο σε όσους μπορούν να δουν την ταινία, πράγμα που ήταν δύσκολο. Μέχρι το 1970 ο Howell χρησιμοποιούσε το διαμορφωμένο στούντιο στο πατρικό του σπίτι, αλλά όταν οι γονείς του μετακόμισαν μπόρεσε να αναβαθμίσει τον χώρο και να κάνει ένα καλύτερο στούντιο που είναι γνωστό ως The H&F Recordings Company. Η βασική ιδέα ήταν να διαθέτουν το στούντιο σε μπάντες για να κάνουν demo, ώστε να μπορούν σιγά-σιγά να αποκτούν περισσότερο εξοπλισμό.

Though I May Be Dreaming (1970)





Το πρότζεκτ ενός νέου άλμπουμ το 1970, ήταν για την αξιοποίηση του νέου στούντιο. Η μπάντα έβαλε αγγελία για μία τραγουδίστρια και μετά από μία οντισιόν σε μία παμπ, βρήκαν την φωνή της Lee Menelaus πολύ ταιριαστή. Το ντουέτο χρησιμοποίησε πολλούς ντράμερ όλα αυτά τα χρόνια, αλλά ποτέ δεν είχε κατασταλλάξει σε έναν πριν αυτά τα sessions. Την θέση του ντράμερ πήρε ο Brian Hussey. Αυτό το νέο σχήμα πήρε το όνομα Agincourt και ηχογράφησε ένα και μοναδικό άλμπουμ σε μία περίοδο λίγων μηνών. Στην πραγματικότητα το άλμπουμ έγινε μόνο από τους  Ferdinando και Howe. Η Menelaus πήγαινε μόνο όποτε χρειαζόταν να πάει, όπως και ο Hussey. Η μπάντα χρησιμοποίησε όσα όργανα βρήκε, όπως επίσης και κλασικά ιντερλούδια και ηχητικά εφέ. Το Fly Away των Agincourt κυκλοφόρησε από την The H&F Recordings Company στην Merlin (δισκογραφική) το 1970, ακόμα μια φορά σε ελάχιστες κόπιες. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι είναι ακόμα κάτι πολύ σπάνιο, το να βρεθεί μία κόπια.

All My Life (1970) {Bonus Track}





Σε αυτό το άλμπουμ αποτυπώνεται μία ΄σπιτική΄ ποιότητα, παραγωγή και μουσικότητα που δεν μπορούν να βρεθούν στα περισσότερα άλμπουμ της περιόδου. Εν μέρει χάρη στο ενδιαφέρον τους για μπάντες όπως οι Pink Floyd και οι Fairport Convention, το άλμπουμ αυτό δεν έχει τόσο διαφορετική αίσθηση απ'ότι τα σόλο άλμπουμ του Syd Barrett, που έκανε παρόμοια πράγματα σε ένα περιβάλλον πιο καταπιεστικό οπωσδήποτε (Vertigo). 

Through The Eyes Of A Lifetime: The Poem | Peace Of Mind | Closing In (1970)





Αλλά την περίοδο που κυκλοφόρησε το άλμπουμ η μπάντα ήταν στουντιακή και ενώ ήθελαν να κάνουν κάτι με τις ηχογραφήσεις τους, χωρίς την γνώση πώς να διαφημίσουν το άλμπουμ τους και χωρίς βοήθεια από κάπου αλλού, το άλμπουμ έμεινε στο σκοτάδι. Εκείνη την περίοδο η μπάντα μας άλλαξε το όνομα της σε Ithaca και συνέχισε να ηχογραφεί. Το επόμενο άλμπουμ πήρε περισσότερο χρόνο να ηχογραφηθεί, αλλά ήταν το απόγειο της επιτυχίας των ηχογραφήσεων τους εκείνη την εποχή. Οι Ithaca ήταν ένα πρότζεκτ του John Ferdinando, αλλά την παραγωγή έκανε ο Howell και έπαιξε κιόλας μέσα, όπως και ο αδελφός του John, Robert και ο Martin Garrett. Εκείνη την περίοδο με τον progressive ήχο τους σαν αυτόν των Moody Blues / Pink Floyd, ο ήχος ήταν τελείως αδύνατον και ανεφάρμοστο να παιχτεί live, ακόμα κι αν η μπάντα είχε προετοιμαστεί να το κάνει (που δεν είχε). Όπως οι ίδιοι παραδέχτηκαν, η μπάντα είχε εγκλωβιστεί στον ήχο που παρήγαγε. Το άλμπουμ των Ithaca, A Game for All Who Know τυπώθηκε σε όχι περισσότερες από 99 κόπιες και αποτελεί άλλο ένα δίσκο που για να αγοραστεί απαιτείται τετραψήφιο νούμερο. 

Take Me There (1970)





Με την νέα δουλειά του Howell να του ΄τρώει΄ τον περισσότερο χρόνο του, ο δίσκος των Ithaca έμελλε να είναι ο τελευταίος δίσκος που έκαναν στην Merlin. Ωστόσο ένα ακόμα άλμπουμ το θρυλικό Friends, ένα πρότζεκτ κυρίως του Peter Howell, που παρουσίαζε και τον John Ferdinando ηχογραφήθηκε το 1974. Μόνο μία δοκιμαστική κόπια έγινε πριν όλο το πρότζεκτ μπει στο ράφι. Κατά την περίοδο 1974/1975 το ντουέτο Ferdinando - Howell ακόμα ασχολείτο με διάφορα θεατρικά σκετς.  Στα τέλη των 70ς ο Peter Howell έγραψε την δεύτερη βερσιόν του Dr Who για την τηλεόραση του BBC και είναι ακόμα ενεργός μουσικά. Ο John Ferdinando παίζει κατά καιρούς με την blues μπάντα του. Η Lee Menelaus αργότερα παντρεύτηκε και τώρα ζει στην Ελβετία. 






Σύμφωνα με τον Ferdinando και τον Howell τα άλμπουμ που ιδιωτικά έβγαλαν-ήταν ακριβώς αυτό, ιδιωτικά-όχι για το κοινό και μέχρι τώρα κανένα δεν έχει κυκλοφορήσει σε CD. Αυτό είναι μία σημαντική διαφορά, καθώς και οι Ithaca και οι Agincourt έχουν γίνει bootleg ηχογραφήσεις και έχουν πουληθεί πολλές φορές, από γραντζουνισμένες κόπιες των αυθεντικών LP. Η μπάντα λοιπόν αποφάσισε να αφήσει να γίνει η επανεγγραφή από τα master tapes για χρήση από το κοινό. Και ιδού τα δύο διαμαντάκια.

The Poem / Peace of Mind (Stereo) (1973) {Bonus Track}

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δευτέρα 27 Απριλίου 2020







FRONT PAGE REVIEW









Acid Psych Rock









Οι Front Page Review ήταν μία από εκείνες τις περιπτώσεις συγκροτημάτων που το μοναδικό τους άλμπουμ κυκλοφόρησε μετά τη διάλυσή τους. Θα μου πείτε ότι τόσο και τόσα είδαν τα ματάκια μας, ειδικά σε αυτό το blog, τόσες παρόμοιες περιπτώσεις. Εδώ όμως υπάρχει μια μεγάλη διαφορά, ένα ανεπανάληπτο ρεκόρ: Το άλμπουμ τους κυκλοφόρησε σχεδόν τριάντα ολόκληρα χρόνια από την ηχογράφηση του ! Διαβάστε παρακάτω για την ιστορία της μπάντας, του μονάκριβου άλμπουμ καθώς και την τύχη του ηγέτη της.

What Were You Looking For?





Σχηματίστηκαν το 1965 μέσα στα βοστωνέζικα clubs. Αρχικά έπαιζαν διασκευές και γνωστές επιτυχίες της εποχής. Αποτελούνταν από τους David Christiansen και  Richard Bartlett στις κιθάρες, τον Joseph Santangelo στα πλήκτρα, τον Thomas Belliveau στο μπάσο και τον David Weber στα ντραμς. Το 1967 όμως, ο ερχομός ενός νέου μέλους στο γκρουπ, αλλάζει τα πάντα. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον αξιόλογο κιθαρίστα, στιχουργό και συνθέτη Steve Cataldo. Προικισμένος με εξαιρετική φωνή και σπουδαίος στιχουργός, ο Cataldo δεν άργησε να οδηγήσει την μπάντα στους δικούς του δρόμους. Οι πειραματισμοί με την ψυχεδέλεια τους  άνοιξαν νέους ορίζοντες κι έτσι άρχισαν να γράφουν δικά τους τραγούδια. Οι κοινωνικές του εξερευνήσεις και το μεγάλο μουσικό όραμά του Cataldo οδήγησαν την ομάδα, σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα ωριμότητας και ποιότητας. Παρόλο που ο μέσος όρος ηλικίας τους, τότε, ήταν γύρω στα 19 χρόνια, έπαιρναν πολύ στα σοβαρά αυτό που έκαναν και οι στόχοι τους ήταν πλέον για περισσότερα πράγματα από "ακόμη ένα άγνωστο γκρουπάκι της σειράς".

Without You






Tότε συνέβη και το άλλο συνταρακτικό γεγονός στην ιστορία της μπάντας: Κάπου στα τέλη του ΄67 τους ανακαλύπτει ο Alan Lorber, ο θρυλικός «εφευρέτης» του λεγόμενου “Bosstown Sound”. Αυτός λοιπόν διέκρινε τις ικανότητές τους, την αξία τους κι ανέλαβε manager. Όντας παραγωγός και σε μια σειρά άλλων συγκροτημάτων της Βοστώνης, όπως Ultimate Spinach, Puff, Orpheus κλπ. Ανέλαβε και την παραγωγή του πρώτου τους δίσκου – που έμελλε να είναι και το μοναδικό. Έτσι λοιπόν τους βάζει να υπογράψουν στην ‘MGM Records’ και τον Απρίλη του 1968 η ομάδα μπαίνει για ηχογραφήσεις στα Mayfair Studios της Νέας Υόρκης. Τίτλος του άλμπουμ: Mystic Soldiers. Με τη βοήθεια ενός αρχικού υλικού της μπάντας, ο Lorber εφάρμοσε κάθε σύγχρονη τεχνική παραγωγής και πρόσθεσε ειδικά ηχητικά εφέ, πετυχαίνοντας ένα άρτιο αποτέλεσμα. Αυτά τα εφέ αύξησαν τη δραματική ένταση και τον ρεαλισμό, επιτυγχάνοντας ένα έντονο, κινηματογραφικό - θα λέγαμε - αποτέλεσμα, μεταφέροντας τον ακροατή σε μια σχεδόν πραγματική σκηνή, κάνοντάς τον να απεικονίσει στο μυαλό του σκηνές, λες και βλέπει  ταινία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού έχουμε στο θέμα που ανοίγει το δίσκο, το "Prophecies / Morning Blue", όπου, από τον ήχο των παιδιών που παίζουν, οδηγούμαστε σε έναν κόσμο ξαφνικής πυρηνικής καταστροφής, νιώθοντας ακουστικά αυτή τη φρενήρη αλλαγή του ρυθμού, καθώς το πυρηνικό σύννεφο ολοένα και πλησιάζει. Η fuzz κιθάρα είναι έντονη, το ίδιο κι ο ρυθμός που αλλάζει στα μισά του κομματιού, αλλά και το όργανο που ΄φέρνει’ σε Doors . Φυσικά νιώθουμε - όπως και σε όλον τον δίσκο - και το πηγαίο, στιχουργικό ταλέντο του Cataldo, που ακροβατεί στον λυρισμό, στο ‘dark’ και στα κοινωνικά/πολιτικά ζητήματα.

Prophecies / Morning Blue






Το ίδιο στιχουργικό θέμα έχουμε και στα “Prism Farm” και “Valley of Eyes”, όπου αναφέρεται σε κάποιους περίεργους στρατιώτες που αφήνουν τα παιδιά να πεθαίνουν στους δρόμους (σαφής αναφορά στις σφαγές άμαχων Βιετναμέζων, που λάμβαναν χώρα εκείνη την εποχή). Έχοντας αυτό στο νου, ίσως υποψιαστούμε ότι τα ρυθμικά χτυπήματα των κρουστών ακούγονται σαν βόμβες. Με σαφώς  έντονο ρυθμό, το κομμάτι μπορεί να χαρακτηριστεί ως μυστικιστικό, ‘αποκαλυπτικό’ μέχρι μια πολιτική διαμαρτυρία. Προσωπική λατρεία του άλμπουμ…

Valley of Eyes






Το "Silver Children" αποδίδει μια άλλη αξιοσημείωτη αλλαγή στον τόνο. Θυμίζει έντονα Doors και το “The End” αλλά με περισσότερη ακόμη μυστικιστική βαρύτητα.

Silver Children







To κομμάτι “For the Best Offer", αν και αρχίζει αρκετά 'παιχνιδιάρικα', ακούγεται σαν ένα εκτεταμένο ψυχεδελικό όνειρο, με μια σειρά διαφόρων fade-in και fade-outs κι είναι αυτό που κλείνει τον δίσκο.

For the Best Offer







Όλο το Mystic Soldiers αποτελεί μια ισχυρή παρακαταθήκη στον Bosstown ήχο. Για την ακρίβεια όμως πάει τον ήχο αυτόν ένα βήμα παραπέρα. Τον επεκτείνει, παίρνοντας και βάζοντας στοιχεία κι από άλλους ήχους της Αμερικής. Για παράδειγμα, με μια δεύτερη - γιατί όχι και πρώτη - ακρόαση μπορούμε να βρούμε μια ιδιαίτερη κι πολύ εύστοχη αλληλεπίδραση μεταξύ του Voxx οργάνου και των wah και fuzz κιθάρων. Αυτή συνδυάζεται μάλιστα με ένα σκοτεινό, λυρικό περιεχόμενο για να δημιουργήσει ένα αρκετά ‘βαρύ ταξίδι’ που ποτέ όμως δεν εγκαταλείπει τη μελωδία. Και τότε είναι που διαπιστώνουμε πόσο επιδέξια μπερδεύεται με μια ελαφριά πινελιά του ήχου της Δυτικής Ακτής.

Prism Fawn







Επίσης, σε αντίθεση με τους περισσότερους ‘συναδέλφους’ τους, οι αδελφές μπάντες της πόλης (Beacon Street Union, Ultimate Spinach, κλπ), οι Front Page Review - και το άλμπουμ τους -  υπήρξαν πιο κοντά στις 'παραδόσεις' του progressive rock (ή μάλλον του proto-prog) παρά στην ψυχεδέλεια. Στην πραγματικότητα, ήταν ένας από τους ιδρυτές του είδους. Αλλά φυσικά τότε κανείς δεν το ήξερε αυτό.
Κι όμως… Αυτό το άλμπουμ, δυστυχώς, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ ! Έμεινε στις ηχογραφήσεις ! Αν και η MGM ενδιαφέρθηκε αρχικά να το κυκλοφορήσει, εν τούτοις έριξε το βάρος των τελικών ηχογραφήσεων και κυκλοφοριών σε άλλες μπάντες την Βοστώνης, ίσως με μεγαλύτερες προσδοκίες. Στη συνέχεια, το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας άλλαξε και ο Lorber πήρε διαταγές να περιορίσει δραστικά τις παραγωγές του, λόγω των αντιδράσεων, από κριτικούς κι έντυπα της εποχής, για τον Bosstown Sound. Έτσι η κυκλοφορία του δίσκου Mystic Soldiers αναβλήθηκε επ' αόριστον. Η μπάντα, απογοητευμένη, έχοντας χάσει τελικά κάθε πίστη για επιτυχία, διαλύθηκε οριστικά. Άλλος ένας λόγος για την MGM να ακυρώσει έστω και οποιαδήποτε σκέψη για κυκλοφορία του άλμπουμ. Τα περισσότερα μέλη της μπάντας εξαφανίστηκαν από τον χάρτη της μουσικής και δεν ξανάκουσε ποτέ πια κανείς κάτι για αυτούς. Άδοξο τέλος !

Feels Like Love







Ευτυχώς, μερικές δεκαετίες μετά, το 1997, εντελώς ξαφνικά, οι υπεύθυνοι της ‘Big Beat’ κυκλοφόρησαν - αν και ανολοκλήρωτο - αυτό το ξεχασμένο διαμάντι και μάλιστα απευθείας σε CD. 'Φορτωμένο' μάλιστα με καναδυό bonus κομμάτια (όπως πχ. το “I'm Satisfied”). Σχετικά πρόσφατα επίσης κυκλοφόρησε και σε βινύλιο. Μια ευγενική προσφορά της ισπανικής ‘Guerssen’, με μπόνους κομμάτια και ένα αρκετά πιο΄60ς εξώφυλλο. Χαρά μεγάλη φυσικά για τους απανταχού μουσικόφιλους και συλλέκτες δίσκων. Έτσι, αυτό το οποίο παρέμεινε για περισσότερα από 30 χρόνια σε πλήρη λήθη, σε μερικά ράφια γεμάτα σκόνη, τελικά ανακαλύφθηκε, επεξεργάστηκε, κυκλοφορεί τώρα και σε CD και σε βινύλιο και περιμένει να το ακούσουμε . Αυτό το μικρό, ξεχασμένο στολίδι που πραγματικά αξίζει ιδιαίτερης προσοχής.

Κάπου εδώ ίσως θα τελείωνε το αφιέρωμά μας. Όμως θα πρέπει ίσως να γίνει κάποια ειδική μνεία στον Steve Cataldo, το μοναδικό μέλος της μπάντας - ίσως και με εξαίρεση τον Richard Bartlett, ο οποίος έπαιξε για λίγο με τους Brother Fox & The Tar Baby - που έχουμε νέα του και μετά τους F.P. Review. Έτσι, αμέσως μετά τη διάλυση των τελευταίων, ο Cataldo ενώνεται με τους Ultimate Spinach. Δεν προλαβαίνει να κάνει τίποτε μαζί τους γιατί τους εγκαταλείπει μόλις μερικές εβδομάδες μετά ! Μετά από αυτό ακολουθεί μια ενδιαφέρουσα όσο και μπερδεμένη πορεία: Εκείνη την εποχή λοιπόν ο Cataldo, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Saint Steven, μαζί με μερικούς καλούς μουσικούς της Μασαχουσέτης - αυτή τη φορά - ηχογραφεί ένα θαυμάσιο άλμπουμ. Κανονικά ο τίτλος του ήταν Saint Steven αλλά είναι επίσης γνωστό ως The Bastich και κυρίως ως Over the Hills (επειδή η κάθε πλευρά φέρει αυτούς τους τίτλους). Πουθενά δε γίνεται αναφορά για τους μουσικούς που παίζουν κι όλες οι συνθέσεις υπογράφονται από τον St. Steven (έτσι αναγράφεται και το όνομά του στην πίσω πλευρά του εξώφυλλου).

Over the Hills – St. Steven (1969)







Πληροφοριακά, το άλμπουμ είναι πολύ μικρής διάρκειας (δεν ξεπερνά τα 30 λεπτά), όμως όλα τα κομμάτια του είναι μικρά διαμάντια, σε ένα ύφος αλά Doors, στο πιο βαρύ όμως και με τα keyboards και τις κιθάρες σε πρωταγωνιστικό ύφος. Αυτός ο δίσκος κυκλοφόρησε από την θυγατρική της ABC, την Probe, τον Φλεβάρη του 1969, με δύο κομμάτια του, τα "Ay-Aye-Poe-Day" και "Grey Skies" να κυκλοφορούν στις 45 στροφές, με το όνομα "St. Steven".

Ay-Aye-Poe-Day – St. Steven (1969) 







Αργότερα, προς τα μέσα των '70ς, πήρε ένα συμβόλαιο με την Elektra Records στο Λος Άντζελες. Ήταν τότε που ο Cataldo είχε υπό την προστασία του, συμμετέχοντας με φωνή και κιθάρα, τους Nervous Eaters, ένα βοστωνέζικο punk σχήμα, κυκλοφορώντας μερικά άλμπουμ μαζί τους.
 Έκανε κι άλλες δουλειές. Ωστόσο, η επιτυχία τον απέφευγε συστηματικά. 

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ

Κυριακή 26 Απριλίου 2020








CRESSIDA









Art Rock Masters







Το γκρουπ που δύσκολα μπορεί κάποιος να εντάξει σε κατηγορία, πήρε το όνομα του από την Χρυσηίδα, την κόρη του Χρύση, ιερέα του Απόλλωνα στα χρόνια του Αχιλλέα. Ήταν ένα από τα πρώτα γκρουπ της Αγγλίας που έπαιξε progressive rock σε αδρές γραμμές, καθώς ο απόηχος της ψυχεδέλειας και νύξεις από blues-rock διακρίνονται ξεκάθαρα στην δουλειά τους, ιδιαιτέρως στο πρώτο άλμπουμ τους.

Munich (1971)






Cressida (Vertigo VO 7) 2/70





Ένα πενταμελές γκρουπ που ανακάλυψε αυτός που ανακάλυψε και τους Bee Gees. Το πρώτο τους άλμπουμ είναι όλο δικό τους υλικό και είναι πολύ καλό υλικό που δεν γίνεται βαρετό ούτε είναι ΄κουμπωμένο'. Θα έκανε αίσθηση σε όσους αρέσει η pop, αλλά και σε όσους αρέσει η progressive rock. 

To Play Your Little Game (1970)





Μία επαρκής μπάντα που πέφτει κάπου ανάμεσα στην progressive και στο μέχρι τότε ισχύον καθεστώς, πράγμα που σημαίνει ότι παίζουν προσεγμένα και τραγουδούν υπερβολικά μελωδικά τραγούδια που γράφουν μόνοι τους. Ένα γκρουπ με τρομερή μουσικότητα.

Down Down (1970)





Ένα fusion από progressive θέματα και pop αρμονίες. Ένα είδος ημίαιμου σε μουσικούς όρους και μία ιδέα που θα μπορούσε να καρποφορήσει μόνο με την επιμονή του γκρουπ.
Ένα θαυμάσιο τραγούδι είναι το "Winter Is Coming Again".

Winter Is Coming Again (1970)





Οι Cressida έχουν μπει στην κατηγορία της progressive rock, αλλά διαφέρουν πολύ από μία τυπική prog μπάντα σε πολλά θέματα:
Τα τραγούδια τους είναι μικρά - αλήθεια μπορεί κάποιος να μου πει (ένα μόνο, όχι περισσότερα) progressive άλμπουμ με 12 τραγούδια; - όπως και τα σόλο τους. Το ντεμπούτο τους χαρακτηρίζεται από πολύ μελωδικά τραγούδια που συμβαίνει να έχουν κάποιες jazzy chord progressions και heavy συνθέσεις στα keyboards. Αρχίζει πολύ δυνατά, με το "To Play Your Little Game" και το "Winter Is Coming Again" που και τα δύο θα ακούγονταν τόσο φυσιολογικό να παίζονται στο ραδιόφωνο, όσο ας πούμε ένα τραγούδι των Moody Blues.

Tomorrow Is a Whole New Day (1970)





Καθ όλη την διάρκεια του άλμπουμ πειραματίζονται με διάφορους ρυθμούς, τους οποίους και δουλεύουν πολύ καλά. Οι φαν των Spring θα το λατρέψουν καθώς κι εδώ έχουμε Mellotron και περιστασιακά στρατιωτικό ντράμινγκ. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν διατηρούν την δυναμική των πρώτων κομματιών τους και τα υπόλοιπα είναι έτσι κι έτσι. Βάλτε τους μαζί με τους Barclay James Harvest, με τους οποίους δεν μοιράζονται μόνο έναν παρόμοιο ήχο, αλλά και ένα παρομοίως ασυνεπές ντεμπούτο άλμπουμ.


Asylum (Vertigo 6360 025) 2/71





Ένα λαμπρό δεύτερο άλμπουμ, πολύ καλύτερο από το πρώτο τους, που δείχνει ότι είναι μία μπάντα που βελτιώνεται. Περιέχει μερικές πολύ ελκυστικές μελωδίες, ιδιαίτερα το κύριο θέμα "Munich", που απλά είναι υπέροχο. Ο Peter Jennings παίζει ωραιότατα keyboards, ο Angus Cullen κάνει ωραία, χαλαρωτικά φωνητικά και ο Harold McNair εμφανίζεται στο φλάουτο.

Summer Weekend of a Lifetime (1971)





Ένα πολύ σημαντικό άλμπουμ. Δεν τα καταφέρνει πάντοτε, αλλά οι προσπάθειες να τραβήξουν μία γραμμή ανάμεσα στο Μόναχο του 1938 και στο Μόναχο του 1970 δημιουργούν σημεία που αξίζει να ακούσετε. Υπάρχει ευαισθησία και στυλ, αν και κάποιες φορές το παρακάνουν.

Let Them Come When They Will (1971)







Πολύ κιθάρα και όργανο και έντονες αντιθέσεις και ακόμα περισσότερη κιθάρα και όργανο και φωνητικά. Πολύ πιο περιπετειώδες άλμπουμ από το ντεμπούτο τους. Ουσιαστικά στο ίδιο στυλ, αλλά ένα τραγούδι είναι πάνω από 9 λεπτά και άλλα έχουν διαφορετικό τέμπο και σύνθεση, όσο κανένα τραγούδι από αυτά που υπάρχουν στο πρώτο τους άλμπουμ. Η ποικιλία βοηθάει να γίνει πιο ικανοποιητικό από το πρώτο και ενώ δεν υπάρχει κανένα "To Play Your Little Game" εδώ, ωστόσο υπάρχει πληθώρα μελωδιών (ακούστε για παράδειγμα το "Goodbye Post Office Tower Goodbye").

Asylum (1971)





Οι Cressida ήταν μία πολύ αξιαγάπητη μπάντα και ενώ κανένα από τα δύο άλμπουμ δεν είναι αριστουργηματικό, έχουν και τα δύο τις στιγμές τους για τους φαν της μελωδικής progressive rock και ειδικά το δεύτερο συστήνεται ανεπιφύλακτα.

Reprieved (1971)





Οι Cressida ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να παίξουν στην Αμερική καθώς κανένα τους άλμπουμ δεν κυκλοφόρησε ποτέ εκεί. Η μπάντα διαλύθηκε λίγο πριν κυκλοφορήσει το δεύτερο άλμπουμ τους στα τέλη του 1970.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Διαβάστε/Ακούστε επίσης