Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018



 JIMMIE RODGERS  


The Blue Yodeler



Πριν περίπου 90 χρόνια, η χρονιά του 1927, δεν ήταν καθόλου ένα τυχαίο έτος στα μουσικά πεπραγμένα. Ήταν τότε που ο George Gershwin έγραψε το μιούσικαλ “Funny Face”, συνέθεσε το “S Wonderful” και (ξανα)ηχογράφησε την ιστορική και βραβευμένη version του “Rhapsody In Blue”. O Louis Armstrong σχηματίζει την μπάντα του His Seven Hot. O Duke Ellington ηχογραφεί την jazz σύνθεση “Black and Tan Fantasy”. Ο πρωτομάστορας της blues, Big Bill Broonzy αρχίζει την δισκογραφική του καριέρα κι ο Henry Thomas συνθέτει το “Bull Dose Blues”. Τότε ήταν που κι ο έτερος πατέρας των blues, Robert Johnson, τελειώνοντας το σχολείο του, έκανε, όπως λέει ο αστικός μύθος, την περίφημη συμφωνία με τον διάβολο για να μπορεί να παίζει κιθάρα καλύτερα απ’ όλους. Ακόμη και στη κλασική μουσική – ναι, τότε ακόμη γραφόταν - ο Igor Stravinsky συνθέτει το μνημειώδες έργο του “Oedipous Rex”. Τότε, εμφανίζεται στη δισκογραφία κι ο κύριος Jimmie Rodgers, ηχογραφεί το “T For Texas (Blue Yodel)” και δημιουργεί ένα νέο είδος μουσικής. Την κάντρι.
   Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή : Γεννήθηκε ως James Charles Rodgers έξω από το Meridian του Μισισιπή στις 8 Σεπτεμβρίου 1897. (Σημείωση: Ο συγκεκριμένος ήταν ο Jimmie C. Rodgers. Δεν πρέπει να τον συγχέουμε με τον Jimmie F. Rodgers,  μετέπειτα  pop & country τραγουδιστή). Ο πατέρας του εργαζόταν σε εταιρεία σιδηροδρόμων κι ο μικρός Jimmie ακολούθησε τα βήματά του. Από τα δεκατέσσερά του ταξίδευε συνεχώς και δούλευε στα τρένα, συχνά ως επιβιβαστής ή σηματοδότης (εξ’ ου και το παρατσούκλι του “Brakeman” ή  “The Singing Brakeman”). Είχε ήδη αρχίσει να παίζει banjo και κιθάρα και πήρε blues επιρροές από τους μαύρους εργάτες στο πλήρωμά του, πάνω στα τρένα ή στην κατασκευή των γραμμών. Έτσι τα βράδια έπαιρνε την κιθάρα του και έμπαινε στα άδυτα της μαύρης blues μουσικής, αφομοιώνοντας βασικά στοιχεία της. Μετά από μερικά χρόνια διαγνώστηκε με φυματίωση (ασθένεια κοινή εκείνη την εποχή - είχε πεθάνει κι η μητέρα του απ΄αυτήν). Άρχισε τότε να αναζητεί τρόπους να βγάλει το ψωμί του με άλλους τρόπους, αφού δεν μπορούσε πλέον να εργάζεται στις σκληρές συνθήκες του σιδηρόδρομου. Τα επόμενα τρία χρόνια παίζει με ερασιτεχνικές μπάντες, κερδίζοντας μάλιστα αρκετά χρήματα. Στη συνέχεια, το 1926, σχημάτισε τους Jimmie Rodgers Entertainers. Το 1927, συνεργάστηκε με ένα συγκρότημα με το όνομα Tenneva Ramblers. Τότε ήταν που εμφανίστηκε για πρώτη φορά και στο ραδιόφωνο (στο Asheville της Βόρειας Καρολίνας).
  
T.B. Blues (1931)


Την ίδια χρονιά, το 1927, γίνεται και το πιο σημαντικό γεγονός στην καριέρα του. Μαθαίνει ότι ο Ralph Peer, ένας ερευνητής ταλέντων για την δισκογραφική Victor Talking Machine Company, οργάνωνε ακροάσεις στο Bristol του Τενεσί. Από αυτές τις Bristol Sessions ξεκίνησε επίσης η καριέρα της θρυλικής Carter Family. Πολλοί τη θεωρούν ως τη θεμελιώδη στιγμή στην ιστορία της σύγχρονης country μουσικής. O Peer αμέσως κατάλαβε ότι έπιασε λαβράκι, ήρθαν σε συμφωνία κι έπιασαν αμέσως δουλειά. Στις ηχογραφήσεις του, ο Rodgers και ο παραγωγός του, πέτυχαν έναν “συνδυασμό μπλουζ, τζαζ και παραδοσιακού folk” για να παράγουν ένα ύφος της μουσικής που αρχικά ονομάστηκε “hillbilly”. Η πρώτη ηχογράφηση έγινε παράγοντας τα τραγούδια "Sleep, Baby, Sleep" και "The Soldier's Sweetheart". Το πρώτο έγινε μάλιστα ένα εκπληκτικό hit, συστήνοντας τον Rodgers για πρώτη φορά στο αμερικάνικο κοινό. Στη συνέχεια, τον Νοέμβριο του ‘27, οι Rodgers και Peer ηχογράφησαν τέσσερα ακόμα τραγούδια για τη Victor, συμπεριλαμβανομένου του "Blue Yodel", επίσης γνωστού ως "T for Texas". Το γεγονός συντελέστηκε μέσα σε εκκλησία! Συγκεκριμένα στο στούντιο της Baptist Trinity Church, στο Camden του New Jersey. Όταν κυκλοφόρησε, τον Φεβρουάριο του 1928, "... δημιούργησε έναν ενθουσιασμό και φρενίτιδα αγοράς δίσκων που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει”, όπως γράφει ο μουσικός ιστορικός John Lilly το 1992. Πούλησε ένα εκατομμύριο αντίτυπα, αριθμό ρεκόρ για την εποχή και έκανε τον Rodgers, ουσιαστικά, τον πρώτο super star στην αμερικάνικη μουσική σκηνή.

T For Texas (1928)


    Το “T for Texas” είναι γραμμένο σε 12μετρο ρυθμό, με βάση τα blues του νότου. Οι δύο πρώτοι στίχοι κάθε στροφής επαναλαμβάνονται:
T for Texas
T for Tennessee [rpt]
T for Thelma
That gal that made a wreck out of me

If you don't want me mama
You sure don't have to stall [rpt]
Cause I can get more women
Than a passenger train can haul

I'm gonna buy me a pistol
Just as long as I'm tall [rpt]
I'm gonna shoot poor Thelma
Just to see her jump and fall

I'm goin' where the water
Drinks like cherry wine. [rpt]
Cause this Georgia water
Tastes like turpentine

I'm gonna buy me a shotgun
With a great long shiny barrel [rpt]

I'm gonna shoot that rounder
That stole away my gal

'Druther drink muddy water
Sleep in a holler log [rpt]
Than to be in Atlanta
Treated like a dirty dog


   Περιττό να αναφερθεί ότι σύνθεση, στίχοι και κιθάρα ήταν του ιδίου. Όπως και τα υπόλοιπα τραγούδια του είχε διάρκεια  γύρω στα τρία, τρισήμισι λεπτά. Σε μερικά τραγούδια του υπήρχαν συγκροτήματα που τον συνοδεύαν. Όμως  σ’ αυτό ήταν εξ’όλοκλήρου μόνος του.
  Γενικά οι στίχοι  στα τραγούδια του είχαν να κάνουν κυρίως με τρία θέματα: Το ένα ήταν η κίνηση. Συχνά τρένα ή ακόμη και άλογα. Αυτή η …”κίνηση” έφερνε συχνά τους ανθρώπους στο σπίτι - άλλες πάλι όχι. Το δεύτερο θέμα ήταν το συναίσθημα στην καθημερινή του διάσταση. Τα τραγούδια για την αγάπη και τη λαχτάρα προς τους γονείς, ήταν συνηθισμένο θέμα του Jimmie, πχ. στο “Daddy and Home” ή στο “Down the Old Road to Home”. Τρίτο θέμα: η αποτυχημένη αγάπη. Ιστορίες με απατημένους συζύγους, παραμελημένες ή άπιστες γυναίκες κι ακόμη εγκλήματα πάθους που οδήγησαν στη φυλακή.
   Δύο χαρακτηριστικά της ζωής του Μισισιπή ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για τον Rodgers, που τραγουδούσε τραγούδια όπως το "Mississippi Moon" και το "Mississippi Delta Blues". Πρώτον, η δουλειά σε τρένα του έδωσε πολλές ιστορίες και ιδέες για ταξιδιώτες. Στα τραγούδια του, ενθουσιάστηκε με τους ανθρώπους σε κίνηση, σε μεγάλο βαθμό, επειδή, είτε ως εργαζόμενος στο σιδηρόδρομο είτε ως μουσικός ταξιδιώτης, ήταν ένας από αυτούς. Αυτή η ενσυναίσθηση ήταν ιδιαίτερα σημαντική τη δεκαετία του 1930 κατά τη Μεγάλη Ύφεση, όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι έπρεπε να ταξιδεύουν για αναζήτηση εργασίας. Δεύτερον, ο ίδιος ο Μισισιπής! Ο Rodgers μεγάλωσε ακούγοντας περισσότερη αφρο-αμερικάνικη μουσική από ό, τι οι περισσότεροι μουσικοί της χώρας ήταν πιθανό να έχουν ακούσει.

Waiting For A Train (1928)


    Το σημαντικό όμως στον Jimmie Rodgers και η αξιοσημείωτη μουσική του καινοτομία είναι το στυλ του: Το λεγόμενο “yodeling” και η σειρά τραγουδιών με την ονομασία “Blue Yodels”.  Στη σύντομη καριέρα του κυκλοφόρησε δεκατρία Blue Yodels. Όλα είναι σε μορφή blues AAB (λέει έναν στίχο δύο φορές και στη συνέχεια ακολουθεί με έναν στίχο “σύναψης”). Το πιο δημοφιλές του τραγούδι, "T for Texas", ονομάστηκε "Blue Yodel No. 1" και αποτέλεσε το πρώτο της σειράς. Τι ακριβώς όμως είναι το “yodeling”; Είναι μια μουσική φόρμα τραγουδιών με χαρακτηριστικό τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα και φράσεις, περιλαμβανομένου και του falsetto, καθώς και το γνωστό μας - από τη Heidi ίσως; -  "Yodel - Ay - EEE - Oooo". Η αγγλική λέξη yodel προέρχεται από τη γερμανική λέξη ‘jodeln’, που σημαίνει "να προφέρετε τη συλλαβή jo" (προφέρεται "yo" στα αγγλικά). Αυτή η φωνητική τεχνική χρησιμοποιείται σε πολλούς πολιτισμούς παγκοσμίως. Το Alpine Yodeling ήταν μια μακροχρόνια αγροτική παράδοση στην Ευρώπη, κυρίως στις Αυστριακές και Βαυαρικές Άλπεις, που ξεκίνησε πιθανώς από τον τρόπο που καλούσαν οι βοσκοί τα ζώα τους ή ακόμη και στη μεταξύ τους επικοινωνία στις ορεινές αυτές περιοχές. Στην Ευρώπη, το yodeling εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό της λαϊκής μουσικής ( Volkmusic) από την Ελβετία, την Αυστρία και τη νότια Γερμανία και μπορεί να ακουστεί σε πολλά σύγχρονα λαϊκά τραγούδια. Η πολύπλευρη αυτή "φωνή" αργότερα έγινε μέρος της παραδοσιακής λαϊκής και μουσικής έκφρασης της περιοχής. Ο όρος “blue yodel” του Rodgers  χρησιμοποιείται για να διαφοροποιήσει το αυστριακό yodeling από την αμερικανική μορφή του που εισήγαγε ο Rodgers. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι είδε έναν θίασο ελβετών yodeler να δίνει μια παράσταση σε κάποια εκκλησία κάπου στον αμερικάνικο Νότο. Απλώς του άρεσε και το ενσωμάτωσε στα τραγούδια του. Με τον τρόπο που το χρησιμοποιούσε πολλοί άκουγαν κάτι σαν σφύριγμα τρένων - καθόλου παράξενο με την προηγούμενη ζωή του Jimmie. Πριν από τον Rodgers, αρκετοί Αφροαμερικανοί, κυρίως ο Charles Anderson, εξειδικεύτηκαν στο είδος και το 1923 οι μπλουζ τραγουδιστές Bessie Smith και Sara Martin ηχογράφησαντο τραγούδι του Clarence Williams "Yodeling Blues”. Ο Rodgers δεν ήταν ο πρώτος μουσικός που τραγούδησε "Yo de lay hee-ho" μεταξύ των στίχων των τραγουδιών του, αλλά το έκανε με τέτοιον προσωπικό τρόπο, ώστε πολλοί να υποθέτουν ότι η country  περιελάμβανε πάντα το yodeling. Η καινοτομία του Rodgers έγκειται στο ότι το δικό του yodeling μπόρεσε να αναμείξει την ευρωπαϊκή του διάσταση με τη στιχουργική της εποχής και με τα στοιχεία της μαύρης-blues μουσικής. Δεν είναι τυχαίο, μετά τη φρενίτιδα των blue yodels, ότι του βγήκε το όνομα-τίτλος “The Father of Country Music”. Όπως επίσης ότι το 1961, 28 χρόνια μετά τον θάνατό του, μπήκε, μεταξύ άλλων δύο, θριαμβευτικά στο πρώτο Country Music Hall of Fame (και μετέπειτα σε πάρα πολλά Hall of Fame).
Ας πάμε πάλι στο “T For Texas” ή “Blue Yodel #1”. Όπως είναι φυσικό αρκετοί το διασκεύασαν κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών. Το πιο γνωστό cover φυσικά είναι αυτό των Lynyrd Skynyrd, στο live άλμπουμ τους “One More From the Road”. Το πρωτόπαιξαν εκεί, στο Fox Theatre της Atlanta, τον Ιούλη του 1976, σε στυλ rocknroll και με το επιθετικό κρεσέντο τριών κιθάρων. Προφανώς προσπάθησαν να το κάνουν να μοιάζει αφενώς μεν με το “Call Me The Breeze”(cover κι αυτό) , αφετέρου δε με την δημοφιλή version του “One Way Out” των  Allman Brothers. Άρεσε τόσο, που έγινε από εκεί και πέρα αναπόσπαστο κομμάτι των συναυλιών τους. Και, προς τιμήν τους, πάντα το προλόγιζαν και μνημόμευαν τον δημιουργό του και την διαχρονική του αξία.


 Lynyrd Skynyrd -  T For Texas (1976)


   Ο J.Rodgers έγραψε κοντά στα 110 τραγούδια (όλα στην Victor). Εντούτοις, τα πιο δημοφιλή του ήταν τα δώδεκα διαφορετικά sequels στο "Blue Yodel". Bασιζόταν σε 12μετρα blues, την χαρακτηριστική κιθάρα και τα ιδιαίτερα φωνητικά μορφώματα του Jimmie. Τα πιο διάσημα από αυτά ίσως είναι το "Blue Yodel No. 8 (Mule Skinner Blues)" και το "Blue Yodel No. 9 (Standin 'On the Corner) - και οι δύο παραφωγές του 1930. Στο τελευταίο μάλιστα παίζει τρομπέτα ο Louis Armstrong ενώ η σύζυγός του Lil Hargin είναι στο πιάνο! Πρόκειται για ένα τραγούδι που περιγράφει τη ζωή των “rounders” στο Memphis κι ένας αστυνομικός τους λέει χαρακτηριστικά: ” I said, you'll find my name on the tail of my shirt / I'm a Tennessee hustler and I don't have to work “. Το παρακάτω ενδιαφέρον κλιπάκι είναι από τη τηλεοπτική σειρά The Johnny Cash Show, το 1970, όπου Armstrong και Cash μιλάνε για τον Rodgers και παίζουν μαζί το Νο. 9:

Louis Armstrong-Johnny Cash - Blue Yodel No. 9 (1970)


Ο Rodgers πέρασε τα επόμενα χρόνια μακριά από τον Μισισιπή. Τα τελευταία χρόνια μένει στο Τέξας, απολαμβάνοντας τη δόξα του ως star, με την εικόνα του κάου-μπόϋ. Ο κόσμος ταυτιζόταν μαζί του, τόσο μέσα από τα τραγούδια του, όσο και μέσα απ΄το στυλ του στις φωτογραφήσεις. Το 1929 μάλιστα συμμετέχει και σε μια κινηματογραφική ταινία με τίτλο “The Singing Brakeman” (το παρατσούκλι του), όπου φυσικά τραγουδά μεταξύ άλλων, ως σιδηροδρομικός υπάλληλος, το “T For Texas”:
T For Texas (1929)


    Όμως η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε κι ο Jimmie ήξερε ότι ο θάνατός του έρχεται - μάλιστα τραγούδησε γι 'αυτό. Πάνω στην περίοδο της μεγάλης του δόξας φτάνει - με τι άλλο; - με τρένο στη Νέα Υόρκη για μια ηχογράφηση του για την RCA Victor. Πριν φτάσει τα 40 του χρόνια ήταν τόσο αδύναμος, που δεν μπορούσε καν να σταθεί όρθιος. Πέθανε τελικά στο ξενοδοχείο Taft στη Νέα Υόρκη στις 26 Μαΐου 1933. Επίσημα ο θάνατός του οφειλόταν σε πνευμονική αιμορραγία (λόγω φυσικά της επιθετικής φυματίωσης). ‘Ηταν μόνο 35 ετών.
   Για την “κληρονομιά” που άφησε εμείς δεν έχουμε πολλά να πούμε – ό,τι και να αναφέρουμε φαντάζουν τόσο λίγα. Έθεσε, όσο  ελάχιστοι, ένα πρηγούμενο που διαμόρφωσε την ανάπτυξη τόσο της country όσο και της rock and roll κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών. Πολλοί είπαν ότι το DNA της σύγχρονης μουσικής “αποτελείται κατά βάση από Jimmie Rodgers”. Η λίστα των ανθρώπων που επηρρέασε, ατελείωτη. Η επιρροή του στα blues του Μισισιπή είναι εμφανής πχ. στις ηχογραφήσεις των Mississippi Sheiks, του Tommy Johnson, του Furry Lewis, του Scott Dunbar και του Mississippi John Hurt. Αυτός ήταν που ανακάλυψε και την blues τραγουδίστρια Eva Thomas. Αναφέρεται από μερικούς ότι το όνομά του ο Muddy Waters το πήρε από την φράση “muddy water”(T For Texas) του ειδώλου του, Jimmie. Είδωλο αποτελούσε και για τον άλλο μεγάλο μπλουζίστα  Howlin’ Wolf, ο οποίος τον είχε σε αφίσα στο τοίχο του δωματίου του. Η αλήθεια είναι ότι ήταν το πρότυπό του και προσπαθούσε από μικρός να του μοιάσει. “Δεν μπορούσα να κάνω το yodeling”, εξηγεί ο Wolf. “Οπότε το γύρισα στο howling κι όλα ήταν εντάξει”!
   Όλες οι μετά θάνατον διακρίσεις φαντάζουν επίσης μηδαμινές μπροστά στην πραγματική του συνεισφορά. Αξίζει μόνο να μνημονευτεί αυτό που ειπώθηκε για αυτόν όταν μπήκε πρώτος στο πρώτο Hall Of Fame της κάντρι: “the man who started it all”. Το 1997, ο Bob Dylan (μεγάλος θαυμαστής του) οργάνωσε ένα tribute album προς τιμήν του Rodgers. Εκεί ερμήνευσαν διασκευές κομματιών του και πολλοί άλλοι θαυμαστές του,  όπως οι: Bono, Willie Nelson, Iris Dement, Aaron Neville, Jerry Garcia, Van Morrison, Mary-Chapin Carpenter, Alisson Krauss, Dickey Betts, John Mellencamp κ.α. Ο  Dylan δήλωσε μεταξύ άλλων για τον τεράστιο αυτόν καλλιτέχνη: “Ο Jimmie Rodgers αποτελούσε ανέκαθεν ένα φως στη μουσική, που μας οδηγεί κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Ο τρόπος που δίνει τα τραγούδια του ήταν πάντα μία έμπνευση για όλους εμάς που ακολούθησαν. Υπήρξε μια πηγή δύναμης κι ο ήχος του ήταν τόσο μοναχικός και μυστικιστικός όσο και δυναμικός, που μπορεί και δίνει την ελπίδα στους κατατρεγμένους αλλά και την ταπεινότητα στους ισχυρούς



ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018




RED KRAYOLA


Rock Enigmas (Part 4)



Την πρώτη φορά που ο Lelan Rogers, ιδιοκτήτης της δισκογραφικής International Artists με βάση το Τέξας, είδε τους the Red Krayola το 1966, έπαιζαν σε ένα εμπορικό κέντρο. Όχι και η πιό κατάλληλη σκηνή που θα σκεφτόταν κανείς για μία μπάντα που δούλευε τραγούδια όπως το "Hurricane Fighter Plane", το "Vile Vile Grass", το "Transparent Radiation" και το "Pink Stainless Tail". "Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το κάναμε στα σοβαρά", θυμάται ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Mayo Thompson, που πάνω από 50 χρόνια έχει γίνει σταθερή βάση για την μπάντα (και αλήθεια το μόνο μόνιμο μέλος). "Νόμιζε ότι ήταν κωμωδία".

Hurricane Fighter Plane (1967)


Ο μεγαλύτερος αδελφός του country-pop σουπερστάρ Kenny Rogers, θυμάται στις εσωτερικές σημειώσεις στο Epitaph for a Legend compilation άλμπουμ, "Ήταν αυτό το γκρουπ των παιδιών, τρεις, πάνω στην σκηνή που είχε τέσσερα ή πέντε διαφορετικά είδη οργάνων και δεν θα έπαιζαν ούτε νότα. Έκαναν μόνο φασαρία και στ'αλήθεια έβαζαν τους ανθρώπους που άκουγαν μέσα σε όλο αυτό. Σκέφτηκα ότι όποιος ήταν ικανός να παρασύρει ένα τέτοιο πλήθος-θα έπρεπε να είναι στην αγορά. Πλησίασα και φώναξα ΄Έ, παιδιά κάντε μου ένα τηλέφωνο΄. Χωρίς αμφιβολία μερικοί ακροατές νομίζουν ότι οι Red Krayola ακόμα ΄κάνουν φασαρία΄ 50 χρόνια μετά. Οι στίχοι του  Mayo Thompson είναι όχι τόσο περιγραφικοί, ύμνοι ή ρομαντικοί. Η μουσική είναι μία ανάμιξη από πιασάρικους pop τόνους και ασυνεπή έγχορδα, που αποδίδονται με συνθέσεις που συνεχώς μεταβάλλονται και μερικές φορές δείχνουν σαν να πηγαίνουν στην τύχη παρά βάσει κάποιου σχεδίου. Και το τραγούδι του Thompson με το εξευγενισμένο κλαψούρισμα, σαν ασσύμετρο, ελαφρώς παράτονο ξαδερφάκι του Ray Davies (βλέπε the Kinks).

Former Reflections Enduring Doubt (1967)


Για να πούμε την αλήθεια ο Thompson δεν θα μπορούσε να ενδιαφερόταν λιγότερο για το τι οι mainstream ή οι underground κριτικοί θα σκέφτονταν για την δισκογραφία του. Είναι απασχολημένος όπως πάντα με ακόμα μία έκδοση των the Red Krayola, συνεργαζόμενος με τα αναγνωρισμένα εναλλακτικά rock γκρουπ Tortoise και Gastr Del Sol και γευόμενος ένα ανώτερο επίπεδο επιτυχίας στην Αμερική από ότι είχε γευτεί από το 1967. Ο Τhompson πήγε από την ψυχεδέλεια στο punk και στο post-punk χωρίς να χάσει πολύ σε beat. Είτε με την noise-psychedelia των the Red Krayola των '60'ς, τις πιό ανατριχιαστικές από νύχια σε μαυροπίνακα κιθάρες της '70'ς έκδοσης της μπάντας ή το σύγχρονο lineup που βρίσκεται κάπου ανάμεσα σε αυτές τις ακραίες εκδοχές, παρέμεινε αποφασιστικά έξω από την pop και τις αντικομφορμιστικές τάσεις. Μιλώντας, όπως λέει ο ερευνητής που κάνει την συνέντευξη, σε ξενοδοχείο του Σαν Φρανσίσκο πριν τον έλεγχο του ήχου, ο Thompson δύσκολα θυμίζει τον ατημέλητο παράξενο τύπο που θα περίμενες να δεις ακούγοντας τα παλιά άλμπουμ των Krayola. Με ένα σπορ μπλουζάκι και κολλητό παντελόνι δίνει την φιλική στον χρήστη θεωρία του γύρω από την pop μουσική και την θέση του σε αυτήν (ή την απουσία του). "Ξεκινήσαμε από την αρχή να δείχνουμε την διαφορά μας από τον καθένα", ανακοινώνει. "Θέλαμε να τους βγάλουμε από την μέση όλους, να τεντώσουμε την λογική. Θέλαμε να πούμε υπάρχει λογική στην pop μουσική; Και αν υπάρχει, αν υπάρχει μία αξίωση για προοδευτική λογική ή συγκεκριμένο είδος αναπτυξιακής λογικής, ωραία, ας δούμε που οδηγεί. Η στρατηγική μας ήταν τελείως διαμορφωμένη, μέχρι κάποια έκταση, από την τέχνη και την avant-garde παράδοση. Αλλά ο σκοπός μας ήταν να "ταπώσουμε" όλους τους άλλους. Επειδή μισούσαμε ότι έκαναν όλοι, με τις παρακάτω εξαιρέσεις: τον John Fahey, τους the Legendary Stardust Cowboy (που είναι υπεύθυνοι για το σεληνιασμένο "Paralyzed"), τους Country Joe & the Fish και τον μπαρόκ pop συνθέτη Van Dyke Parks".

Pink Stainless Tail (1967)


Το πρώτο lineup, το οποίο περιείχε τον μελλοντικό τραγουδιστή της country Guy Clark, μέχρι ένα σημείο, στέριωσε στον πυρήνα του τρίο Thompson, Steve Cunningham και του ντράμερ Rick Bartheline (αδελφό αναγνωρισμένου νοβελίστα). "Κι εμείς επίσης δεν βλέπαμε τους εαυτούς μας ως μέρος αυτού που έκανε κάθε άλλος. Δεν ήμασταν χίπις. Δεν αναμιχθήκαμε στην κοσμοθεωρία του αντικομφορμισμού". Αλλά οι original Red Krayola ήταν σίγουρα ασυνήθιστοι αρκετά για να βρουν ένα μικρό, αλλά ενδιαφέρον κοινό στην αντικουλτούρα με τα δύο άλμπουμ τους από την International Artists, ιδιαίτερα το πρώτο, The Parable of Arable Land. Οι τόνοι του Thompson-παράξενοι, λίγο folky αναμασήματα που είχαν μία ασαφή συγγένεια με το σουρεαλιστικό είδος από τα τραγουδάκια που έγραφε ο Syd Barrett κάπου την ίδια περίοδο-ήταν αυξημένοι ή και πνιγμένοι από τις δυνατές δυσαρμονίες που παρέχονταν από τους διάφορους φίλους της μπάντας στο στούντιο συμπεριλαμβανομένου του Τεξανού Roky Erickson. Από pop σκοπιά το αρχικό υλικό του Thompson υπηρετείται καλύτερα από τα αραιά demos που σώθηκαν στο compilation Epitaph for a Legend. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ωστόσο στο ότι το Parable of Arable Land προσδοκούσε μερικά από τα στοιχεία που θα εμφανίζονταν στην industrial rock πάνω από μία δεκαετία αργότερα. "Θεωρούμαστε ως outsiders κάπως, ως φρικιά" σημειώνει ο Thompson. "Ακόμα πιό φρικιά από ανθρώπους που ήταν δηλωμένοι επαγγελματικά ως φρικιά. Όχι σαν τον Frank Zappa, ούτε σαν τον Beefheart. O Zappa είναι αντίστοιχος με εμάς κατά κάποια έννοια. Επίσης, νομίζω σκεφτόταν ότι οι χίπις ήταν βλάκες και ανόητοι και κορόιδευαν τον εαυτό τους και συγχαίρονταν μεταξύ τους για το πόσο πρώτοι ήταν, αλλά μόνο κρατώντας τα μάτια τους κλειστά, μη προσέχοντας τι έκανε κάθε άλλος. Τον ίδιο χρόνο αναγνωρίζει (ο Zappa), ότι το χιούμορ ήταν ένα από τα ισχυρότερά του χαρτιά. Αλλά τον "έφαγε¨, που σημαίνει ότι πράγματι ήθελε να τον παίρνουν στα σοβαρά. Έτσι αυτό έγινε περισσότερο σημαντικό γι'αυτόν από οτιδήποτε". Η φήμη του Thompson σαν φρικιό θα ενισχυόταν από μία παράσταση στα 1967 στο Berkeley folk festival, στο οποίο η μπάντα έπαιξε με μία ενίσχυση ήχου που μπορεί να περιγραφεί σαν παγωμένο τούβλο που λιώνει και χύνεται πάνω σε αλουμινόχαρτο. Ο εναλλακτικός τύπος Berkeley Barb ονόμασε το γκρουπ "απογοήτευση του φεστιβάλ". "Η μουσική μας", λέει ο ιδιαίτερα αξιομνημόνευτος Thompson με μία αίσθηση υπερηφάνειας, "μπορεί να λεχθεί ότι οδήγησε μία πορεία μέσα από κάποια πράγματα που είδαμε σαν ορόσημα και διάφορα άλλα που είδαμε σαν περιττώματα σκύλου στον δρόμο". To ταξίδι στο Berkeley έφερε μεγαλύτερη ακόμα ζημιά, όταν η μπάντα έκανε κάποιο υλικό με τον John Fahey, επισύροντας την οργή της International Artists. Η δισκογραφική απείλησε να μην φέρει το γκρουπ πίσω από την Καλιφόρνια στο Τέξας αν και σύμφωνα με τον Thompson είχαν παράνομα χρησιμοποιήσει τα δικαιώματα των the Red Krayola για να μεταφέρει το γκρουπ στην Καλιφόρνια στην πρώτη θέση. Αυτό οδήγησε στο τέλος των original Red Krayola. Ο Thompson περιφέρθηκε στην Καλιφόρνια για μερικούς μήνες κάνοντας λίγη δουλειά με το avant-electronic-rock γκρουπ the United States of America και μία πολύ σύντομη υποτιθέμενη συνεργασία με τη Nico.


Dairymaid's Lament (1968)


Ένα σόλο άλμπουμ το 1970, το Corky's Debt to His Father, για την σύντομη σε διάρκεια Texas Revolution (δισκογραφική) ήταν μέχρι μία πιό πρόσφατη επανέκδοση στην Drag City ένα από τα συλλεκτικότερα άλμπουμ της εποχής. Ήταν επίσης ο Thompson στα πολύ προσιτά του, περιλαμβάνοντας πολύ root folk και rock ήχους από ότι συνήθιζε, αν και ο πυρήνας του υλικού παρέμενε αμείωτα παράξενος. "Είχα ένα φίλο που ζούσε σε μία κοινότητα στο Νέο Μεξικό", θυμάται ο Thompson. "Θα σηκωνόταν και θα έβαζε αυτόν το δίσκο και ο κόσμος θα του πέταγε πράγματα-΄μην βάλεις αυτόν τον καταραμένο δίσκο πάλι!΄ Τον μισούσαν".

Mayo Thompson - Horses (1970)


Αλλά κρατάει στοργικές αναμνήσεις από τους ανέφικτους στόχους της Texas Revolution. "Επρόκειτο να κάνουμε δίσκους τα νέα. Επρόκειτο να βάλουμε την εφημερίδα στην μουσική και να πουλάμε τους δίσκους στις γωνίες των δρόμων. Θα το κάναμε σε μια μέρα, θα το τυπώναμε και θα το πουλάγαμε την επόμενη εβδομάδα. Τοπικά τραγούδια, επιγραφή ΄ξεπουλήθηκε΄ στο πίσω μέρος ενός φορτηγού. Όλα αυτά που θα βλέπαμε αργότερα-indie, DIY scene, όλα αυτά". Αρχές του '70 ο Thompson ενώ δεν έκοψε τα δεσμά του με την μουσική ολοκληρωτικά, καταπιάστηκε με την τέχνη και με τις πολιτικές συζητήσεις, πηγαίνοντας στην Νέα Υόρκη για να δουλέψει με την Art & Language. "Ίσως ένα χρόνο πριν φύγω για την Νέα Υόρκη, είχα μία συζήτηση με ένα τύπο που δουλεύαμε μαζί. Είπε: "Αυτό το υλικό των Red Krayola είναι για τα σκουπίδια. Κανένας δεν νοιάζεται γι'αυτό. Κανένας δεν ξέρει γι'αυτό. Κανένας δεν θέλει να μάθει γι'αυτό. Είστε αστείοι". Ήταν οργισμένος μαζί μου για κάτι άλλο, αλλά μου είπε κι όλα αυτά. Τα λόγια του ηχούσαν στα αυτιά μου για λίγο, καθώς σκεφτόμουν αυτές τις κουβέντες. Αλλά μετά όταν πήγα στην Αγγλία βρήκα ότι ήταν εντελώς το αντίθετο. Υπήρχε ολόκληρη μερίδα ανθρώπων που δέκα χρόνια μετά ήξεραν αυτές τις ηχογραφήσεις και είχαν τους δίσκους για πολύ groovy και γενικά τους άρεσαν. Άρχισα να ανακαλύπτω ότι είχαν μία απήχηση στην Αγγλία. Μου έδωσαν ένα είδος ΄πάσου΄".

Good Brisk Blues (1970)


Μετακομίζοντας στην Αγγλία στον απόηχο της έκρηξης του punk ο Thompson έγινε ένας απόδημος πυλώνας της Αγγλικής post-punk σκηνής κάνοντας A&R για την πρωτοπόρα Αγγλική indie δισκογραφική Rough Trade. Επίσης έκανε παραγωγή για τους Stiff Little Fingers, the Raincoats, the Fall, Scritti Politti και άλλες αναγνωρισμένες Αγγλικές underground μπάντες. Και σχημάτισε μία νέα έκδοση των the Red Krayola, που ήταν heavy στις φάλτσες, γρατζουνιστές κιθάρες και στους εκτενείς μη γραμμικούς στίχους. Δεν ήταν ένα απλό σχήμα που θα έπαιζε στο pop ράδιο, που ήταν ουσιαστικά ο λόγος που ο Thompson στάθηκε ικανός να μετακινηθεί στον κόσμο του post-punk χωρίς κατηγορίες.

Hurricane Fighter Plane Vol.2 (1978)


"Άνθρωποι σαν τους Gang of Four θα μας έπαιρναν στα σοβαρά και θα μας προσκαλούσαν να ανοίξουμε γι'αυτούς σε περιοδεία, επειδή τους έκαναν αίσθηση τα όσα ανακάλυπταν για εμάς. Τα ίδια πράγματα που λέγονταν για την μουσική τότε είναι τα ίδια που λένε και σήμερα "jazzy, broken, dada, blah blah". Δεν διαιρέσαμε τον κόσμο, απλά έτυχε να παρατηρήσω ότι είναι διαιρεμένος". Οι αιχμηρές, ασσύμετρες ευαισθησίες του Thompson μοιάζουν να ιντριγκάρισαν τους new wave Αμερικανούς Pere Ubu, με αποτέλεσμα μία πρόσκληση να πάει στην μπάντα για λίγο στις αρχές του '80. Για τον Mayo ήταν μία αυθόρμητη ανταμοιβή, αλλά και απογοητευτική εμπειρία, καθώς δεν μπορούσε να παίξει κάποια από τα αγαπημένα του των Pere Ubu με την μπάντα λόγω των πιστεύω του ηγέτη τους David Thomas που είχε σαν Μάρτυρας του Ιεχωβά, που οδήγησε τον Thompson να αποκηρύξει άλλοτε αγαπημένα τραγούδια του όπως το "Final Solution". "Απέκτησα μία φήμη ότι είμαι δύσκολος" λέει ο Thompson, "επειδή πήγα εκεί και δεν είχα συμμαχία με κανένα. Ο David με είδε σαν σύμμαχο και σαν μία δύναμη για να οδηγήσει την μπάντα προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Θέλει να διατάζει πράγματα, να ελέγχει πράγματα, να κάνει πράγματα να συμβούν με συγκεκριμένο τρόπο".

Pere Ubu - Go (1980)


Όταν οι Pere Ubu διαλύθηκαν για εκτεταμένη περίοδο το 1982, ο Thompson έκανε μερικούς δίσκους με τους Krayola και μετά περιπλανήθηκε περισσότερο στον κόσμο της παραγωγής, δουλεύοντας με γκρουπ όπως οι Chills και οι Primal Scream και κάνοντας παραγωγή το σάουντρακ για τον αναγνωρισμένο σκηνοθέτη Derek Jarman στο Last of England. Οι μουσικές του δραστηριότητες έγιναν πιό σποραδικές μετά από ένα διάστημα στην Γερμανία στα τέλη του '80-αρχές '90. Μερικά demos με τον David Grubbs των Gastr Del Sol, ωστόσο οδήγησαν σε ένα συμβόλαιο με την δισκογραφική Drag City με έδρα το Σικάγο. Όταν η μητέρα του αρρώστησε, ο Thompson άρχισε να περνάει για πρώτη φορά σε διάστημα μίας εικοσαετίας, πολύ χρόνο στην Αμερική. Για πρώτη φορά από το 1970, η πρωταρχική του συγκέντρωση όσον αφορά σε δίσκους και σε live εμφανίσεις είναι στην Αμερικανική αγορά.

The Ballad of Younis and Sofia (1995)


Ακούγοντας την δουλειά των the Red Krayola στην Drag City (που περιελάμβανε τρία άλμπουμ που κυκλοφόρησαν στα μέσα του '90), πρέπει κανείς να παραδεχτεί ότι ταιριάζει άνετα σε όποια μορφή εντροπίας βρίσκει η εναλλακτική rock τον εαυτό της καθώς τελειώνει ο εικοστός αιώνας. Αυτός ήταν ένας μακροσκελής τρόπος του να πεις ότι ο Thompson συνέχιζε να ακούγεται τόσο αξιοσημείωτα σύγχρονος, όσο αξιοσημείωτα ακουγόταν αντιεμπορικός. Αυτός πρέπει να ήταν και ο λόγος που ο Grubbs και άλλοι μουσικοί με εντυπωσιακό απολογισμό εναλλακτικής rock όπως ο Jim O'Rourke, o John McEntire των Tortoise και ο Tom Watson των Overpass ήθελαν να ηχογραφήσουν με έναν μουσικό που τότε μόλις είχε κλείσει τα 50 του. "Η πολυτέλεια που έχω είναι ότι δεν έχω τεράστια "αποσκευή" με συγκεκριμένο είδος επιτυχίας για να μεταφέρω τριγύρω" λέει ο Thompson. "Οι άνθρωποι περιμένουν συγκεκριμένα πράγματα από σένα αν έχεις συγκεκριμένο είδος επιτυχίας. Εγώ είμαι μία αποτυχία από την αρχή, δεν έχω πρόβλημα, με συμβατικούς όρους μιλώντας".

Free Piece (1968)


Ποιά η ομοιότητα ανάμεσα στα πολυάριθμα lineup των Red Krayola λοιπόν; "Θα έλεγα ότι η συνέχεια ανάμεσά τους είναι αυτό που βρίσκω ότι αντιμετωπίσαμε πολύ με τα ίδια είδη προβλημάτων. Η άποψή μας παραμένει σε μεγάλο βαθμό η ίδια. Είναι ορισμένη από πειραματισμό, μία επιθυμία να πειραματιστούμε και μία επιθυμία να μην επαναλαμβανόμαστε και να μην αναπαράγουμε". Αλλά γιατί τόσο ελάχιστοι μουσικοί από την γενιά του Thompson στάθηκαν ικανοί να γεφυρώσουν εποχές underground rock; "Συνάντησα πολλούς ανθρώπους αυτά τα χρόνια, σαν τον Country Joe, που ήταν οι ήρωες μιάς συγκεκριμένης περιόδου. Παγιδεύτηκαν σε μία περίοδο που λειτούργησε για αυτούς όπου γνωρίζουν που ήταν. Εννοώ, δεν με νοιάζει καθόλου η αβεβαιότητα. Δεν με νοιάζει λίγη αστάθεια. Μου αρέσει. Περισσότερη φωτιά, περισσότερος κίνδυνος. Αλλιώς βαριέμαι μέχρι θανάτου. Για κάποιο λόγο δεν μπορώ να σταματήσω να κάνω μουσική. Και πίστεψέ με, δεν με νοιάζει. Με κάποιο τρόπο παραμένει ένα ενδιαφέρον πρόβλημα. Είναι επίσης πρόκληση να ανακαλύψεις: Είμαι άσχετος; Με έχει η Ιστορία προσπεράσει; Δεν νομίζω. Νομίζω ότι είμαι ακόμα πολύ μπροστά από την εποχή μας", λέει γελώντας.




ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

Από τους the Red Krayola

Parable of Arable Land (1967, Collectables)

Μία freakout-noise άσκηση που βρίσκει την πρώτη έκδοση των Krayola στα πιό extreme τους. Πιό εκλεπτυσμένο αλλά λιγότερο καινοτόμο υλικό βρίσκεται στο δεύτερο άλμπουμ τους, God Bless the Red Krayola and All Who Sail with It (1968).

Armor and Language (1995, Drag City)


Πιό ευγενικό, εκλεπτυσμένο post-punk θα έμοιαζε σαν αντίφαση. Αλλά αν ψάχνετε για μουσική όπου μπιτ και κομμάτια όλων των στυλ, ρυθμοί και λέξεις μπλέκονται μεταξύ τους, χωρίς να σας τη δίνει υπερβολικά στα νεύρα, αυτό είναι ότι ψάχνετε. Περισσότερα παρόμοια με πιό ήπια ποικιλία υπάρχουν και στα άλλα δύο άλμπουμ στην Drag City, the Red Krayola και Hazel.

Από τον Mayo Thompson

Corky's Debt to His Father (1970, Texas Revolution)


To ΄Acid-Folk΄ είναι πιθανώς ανακριβής χαρακτηρισμός, λαμβάνοντας υπόψη την ανοιχτή δήλωση του Thompson για απόσταση από τον χίπικο αντικομφορμισμό. Αλλά αλήθεια ταιριάζει σε αυτά τα ιδιόμορφα πνευματώδη μίνι κομμάτια σε μεγάλο βαθμό. Επίσης είναι μάλλον ότι πιό προσιτό έχει κάνει ο Thompson με ή χωρίς τους Krayola.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018




DORIS TROY


Rock Enigmas (Part 3)



Τραγουδούσε σε sessions για μία πελατεία που θα μπορούσε να γεμίσει μία ολόκληρη πτέρυγα του Rock 'n' Roll Hall of Fame. Έχει γράψει τραγούδια με δύο πρώην Beatles, τον Stephen Stills, τον Billy Preston και τα διάσημα δίδυμα τραγουδοποιών της soul, Nicholas Simpson/Valerie Ashford και Kenny Gamble/Leon Huff. Έκανε ένα άλμπουμ για την Apple Records. Έπαιξε σε αίθουσες από το Apollo Theater στο ξακουστό 100 Club του Λονδίνου. Τον ίδιο χρόνο, επίσης θήτευσε με την πιό καλοπληρωμένη τραγουδίστρια στο Λας Βέγκας και περιόδευσε με ένα μιούζικαλ βασισμένο στη ζωή της για πάνω από μία δεκαετία. Ακόμα όμως η Doris Troy παραμένει γνωστή στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου ως one-hit wonder για το single της του 1963 "Just One Look".

Just One Look (1963)


Εάν υπήρχε ποτέ ένας διαγωνισμός των one-hit wonders με το μεγαλύτερο βιογραφικό, αυτή η τραγουδίστρια της soul και δημιουργική τραγουδοποιός θα τον κέρδιζε χωρίς να χρειαστεί να υψώσει κανείς το χέρι του για να ψηφίσει. Και έχουν υπάρξει ελάχιστοι άλλοι Αφροαμερικανοί performer που έχουν αποδείξει την δεξιοτεχνία τους σε τόσα πολλά στυλ, girl group pop , stone cold soul, gospel, hard rock και ακόμα πιό πολλά. Αν ο εκλεκτισμός της (εννοώντας τα πολλά στυλ που ασχολήθηκε) της απέφερε ελάχιστη ανταμοιβή, όσον αφορά στα χιτ, σίγουρα την βοήθησε στο να της φέρει μακροβιότητα που ελάχιστοι του βεληνεκούς της καταφέρνουν να ανταγωνιστούν.

Get Back (1970)


Όταν η Troy μπήκε στον κόσμο της μουσικής αρχές του '60, ήταν ως μία back-up τραγουδίστρια στην Νεουορκέζικη pop-soul σκηνή. Με τις συν-ανερχόμενες Dionne Warwick, Dee Dee Warwick (αδελφή της Dionne) και Cissy Houston (μητέρα της Whitney), έκανε sessions για τον Solomon Burke, Chuck Jackson και τους the Drifters. Αντίθετα με πολλές τραγουδίστριες της R&B του καιρού εκείνου, ήταν επίσης και τραγουδοποιός, που έκανε ομάδα με τον Gregory Carroll, με το όνομα Doris Payne. Ένα demo του "Just One Look" τον Μάρτιο του '63 έγινε στην Atlantic. Με το πιανάκι που "τραύλιζε" και την μελωδία του εξοικειωμένου Brill Building, έφτασε στο #10-το πρώτο και τελευταίο της chart hit. Τέλος της ιστορίας; Ε, όχι ακριβώς. Το χιτ όχι μόνο έδωσε στην Troy την ευκαιρία να υποστηρίζει για χρόνια την δουλειά της, αλλά επίσης ηχογράφησε ένα θησαυρό (στο μεγαλύτερο μέρος του αυθεντικό) για την Atlantic και άλλες δισκογραφικές στα μέσα του '60, που πληρούν τις προυποθέσεις ως μερικά από τα πιό εγκληματικώς υποτιμημένα θέματα στην πρώιμη soul. Λίγο bossa nova, girl group pop, blues ("Draw Me Closer") και βασανιστικές μπαλάντες (το "Heartaches" ιδαιτέρως στέκεται ως ένα από τα μεγάλα χαμένα κλασσικά κομμάτια της ενορχηστρωμένης soul, όλα βουτηγμένα στην εκφραστική, gospel φωνή της Doris.

Heartaches (1968)


Και υπήρχε ένα διεγερτικό χορευτικό soul το "I'll Do Anything" γραμμένο και ηχογραφημένο με τον Kenny Gamble και τον Leon Huff, χρόνια πριν αυτό το ντουέτο εγκαθιδρύσει την αυτοκρατορία της Philly soul με καλλιτέχνες όπως οι O'Jays και ο Jerry Butler. Ότι έκανε την δουλειά της Troy τόσο ασυνήθιστη, στα γενικά πλαίσια της εποχής, ήταν η ενσωμάτωση περισσότερο ή λιγότερο ίσων μερών R&B και pop με λίγο blues, gospel και λίγη jazz μέσα. Η ίδια πίστευε ότι το "Just One Look" "ξεχώριζε από το πλήθος, επειδή ήταν πολύ βασικό και απέριττο. Ήταν διαφορετικό. Επειδή κάθε άλλο τραγούδι είχε ένα σωρό έγχορδα, μακρές συνθέσεις. Εμείς είχαμε μόνο τέσσερα όργανα".

I'll Do Anything (1965)


Μία σανίδα σωτηρίας ήρθε για την καριέρα της Troy από απροσδόκητη μεριά. Στην Αγγλία το "Just One Look" έγινε μεγάλο χιτ για τους the Hollies το 1964. Οι the Hollies διασκεύασαν ακόμα ένα το "What'cha Gonna Do About It", η Lulu το "Just One Look" και άλλα σχήματα διασκεύασαν υλικό της Troy. To "I'll Do Anything" έγινε τεράστιο χιτ στο Βόρειο Αγγλικό soul κύκλωμα, από ένα μέρος φανατικών οπαδών της soul, που θα εγγυόταν συνεχείς πωλήσεις και δημοφιλία για πολλούς μη γνωστούς Αμερικανούς R&B καλλιτέχνες. Μία από τους οποίους ήταν η Doris Troy, η οποία έκανε την πρώτη της επίσκεψη στην Αγγλία το 1965, ηχογραφώντας ένα καταιγιστικό rock τραγούδι το "You'd Better Stop" στο Λονδίνο, με μία κιθάρα που ακούγεται απελπιστικά σαν ενός νεαρού Jimmy Page, τότε κορυφαίου session μουσικού στην Αγγλία.

You'd Better Stop (1965)


Το δεύτερο μισό του '60, η Troy επικεντρώθηκε περισσότερο στο να τραγουδάει παρά στο να γράφει τραγούδια, "επειδή όταν κατάλαβα ότι δεν έπαιρνα τα χρήματα που θα έπρεπε να είχα πάρει, με σταμάτησε από το γράψιμο για λίγο. Αποφάσισα ότι εάν πάω για δουλειά, τότε πρέπει να πληρωθώ. Έτσι όταν βρήκα ότι ο τύπος κράταγε το 90% και μου έδινε το 10% και έπρεπε να παλέψω και γι'αυτό το 10%, αντί να πάρω το συμφωνηθέν 50%, με έβγαλε έξω από το χορό για λίγο. Ήξερα ότι μπορούσα να δουλέψω οπουδήποτε, ήξερα ότι μπορούσα να τραγουδήσω οποιοδήποτε στυλ μουσικής και αυτό ήταν που έκανα". Και στα τέλη του '60 έκανε το περισσότερο από αυτό στην Αγγλία, όπου ένα session με τον "φρέσκο" στην Apple Billy Preston οδήγησε σε ένα συμβόλαιο με την εταιρεία που διευθυνόταν από το μεγαλύτερο γκρουπ στον κόσμο.

Exactly Like You (1970)


"Όταν πήγα εκεί συνάντησα τον Billy Preston για πρώτη φορά και τον George (ο Harrison έκανε την παραγωγή στο session). Ο George είπε ότι είχε όλα ότι ήξερα μέχρι τότε. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Και μετά πήρε την κιθάρα του και άρχισε να παίζει το "Just One Look" και τέτοια και νόμιζα ότι ήταν τόσο όμορφο όλο αυτό ξέρεις". Στο τέλος του session o Harrison την ρώτησε εάν ήθελε να ηχογραφήσει για την Apple σαν σόλο. Μερικές ημέρες αργότερα, έκανε μία ηχογράφηση, έγραφε και είχε μία συμφωνία για παραγωγή με την Apple. Έτσι γρήγορα θα μπορούσαν να συμβούν τα πράγματα εκείνες τις μέρες. Αργότερα μόνο για το marketing ένας χρόνος θα ήταν απαραίτητος πριν η Troy να ελάμβανε ακόμα και ένα τηλεφώνημα. Η Troy ξεκίνησε να ηχογραφεί στην Apple αρχές του '70, ακριβώς τον καιρό που οι Beatles ήταν στο χείλος της διάλυσής τους. Η Apple βρισκόταν σε οικονομικό χάος που κυριολεκτικά πήρε δεκαετίες για να εξισορροπηθεί.

So Far (1970)


Αλλά η Troy έχει τρυφερές αναμνήσεις από τις μέρες στην Apple. "Προσέχαμε πολύ την δουλειά μας και το να γράφουμε καλά. Κάποιο από το υλικό που κάναμε στο στούντιο θα το έπαιζα στο πιάνο και κάποιος που πέρναγε από εκεί θα ρώταγε, τι είναι αυτό; Θα έλεγα εδώ έχω φτάσει ως τώρα. Και αυτός θα έλεγε εντάξει δοκίμασέ το, δοκίμασέ το, δοκίμασέ το και έτσι έγιναν αυτά τα credits που βλέπετε τον Ringo σε μερικά, τον Stephen Stills σε άλλα και τον George. Κανείς δεν σταμάταγε να πει, ε, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό ή είσαι σε αυτή την εταιρεία ή στην άλλη εταιρεία. Όλοι μαζί κάναμε ότι σας είπα πριν". Αρκετά από τα credits στην συγγραφή των τραγουδιών από το ομότιτλο άλμπουμ της στην Apple, έχουν την υπογραφή Harrison/Troy, αλλά η Troy είναι προσεκτική να επισημάνει ότι πρωτεύων ρόλος του George ήταν περισσότερο επικαλυπτικός/στιλβωτικός και όχι στη σύνθεση. "Ήταν τελειομανής. Ήθελε κάθε νότα να είναι ακριβώς σωστή. Για μένα δεν θα έπρεπε να το παρατραβάει έτσι. Θα μπορούσαμε να ξεπετάξουμε ένα τραγούδι και μετά να πάμε για να το κάνουμε να αφήνει την αίσθηση που ήθελε, κατάλαβες; Αλλά αυτός θα έπιανε ένα σόλο και θα έκανε ώρες να το παίξει σωστά. Δεν τον κατηγορώ ωστόσο, έτσι ήταν ο George". Η μητέρα του Harrison πέθανε κατά την διάρκεια του session "έτσι αυτό δυσκόλεψε τα πράγματα. Με άφησε να το τελειώσω επειδή δεν μπορούσε να το χειριστεί".

Give Me Back My Dynamite (1970)


Το άλμπουμ είχε μία υπερβολή από guests, παρουσιάζοντας ορχηστρικά συνεισφορά όχι μόνο από τον Harrison και τον Stills, αλλά και από τους Peter Frampton, Eric Clapton, Leon Russell, Delaney & Bonnie και Billy Preston. Η Troy επίσης είχε συνεισφορά στην συγγραφή των τραγουδιών, συμπεριλαμβανομένων των Harrison, Ringo Star, Stills, Jackie Lomax (επίσης στην Apple) και τον μπασίστα Klaus Voormann (πολύ οικείο των Beatles και μέλος του John Lennon's Plastic Ono Band). Ίσως ως αποτέλεσμα η fusion των soul/rock/gospel στο LP έγινε πολύ βαριά σε ορισμένες στιγμές. Τα καλύτερα κομμάτια τείνουν να είναι αυτά με πιό αραιές συνθέσεις. Η Apple ακολουθήθηκε από λιγότερο ορατές προσπάθειες από την Polydor και την Island. Άλλά η Troy κέρδιζε περισσότερο την διασημότητα από την δουλειά της με πολλά από τα κορυφαία γκρουπ της εποχής, έχοντας επιλεγεί στα φωνητικά για το Dark Side of the Moon των Pink Floyd, μία δημιουργία τόσο μακριά από τις ρίζες της, στις αρχές του '60 στη Νέα Υόρκη, όσο δεν μπορούσε να φανταστεί.

You Tore Me Up Inside (1970)


"Θα με καλούσαν τρεις το πρωί και θα πήγαινα στα session. Έτσι έκανα το "You're So Vain" με την Carly Simon. Δεν έπαιρναν τις αρμονίες μαζί. Κάποιος με κάλεσε και είπε ότι ο Paul McCartney με ήθελε εκεί και ο Mick Jagger ήταν εκεί. Τους έβαλα όλους μαζί και κάναμε το "You're So Vein" ένα ωραίο μικρό άκουσμα". Η Troy έκανε ελάχιστες ηχογραφήσεις σαν σόλο καλλιτέχνις από τότε που επέστρεψε στην Αμερική στα μέσα του '70, αλλά δεν ήταν κάτι που θα την κρατούσε συνεχώς απασχολημένη. Υπήρξε δουλειά με την Lola Falana (σύμφωνα με την Dorris 'η πιό καλοπληρωμένη τραγουδίστρια σε όλο το Λας Βέγκας') και ένας πρωταγωνιστικός ρόλος στο μιούζικαλ Momma I Want to Sing, το οποίο έπαιξε μέχρι το 1984 (και το οποίο γράφτηκε από την αδελφή της Vi Higgensen, μία κορυφαία Νεουορκέζα soul DJ). Αν είχε παράπονα που δεν πρόσθεσε άλλο χιτ single στο "Just One Look" δεν αποδεικνύεται. Για κάποιο λόγο ήταν πιό απασχολημένη από πριν. Όταν της είχε γίνει η συνέντευξη στα τέλη του 1996, μόλις επέστρεφε στο Λας Βέγκας από μία μακριά παραμονή στο Λονδίνο, όπου τραγούδησε στο 100 Club, στο Soho Jazz Festival και στο Mezzo (ένα από τα μεγαλύτερα εστιατόρια της Ευρώπης) και ήταν έτοιμη να πάει στο Λος Άντζελες να παρευρεθεί στο σόου Legends of Rock and Roll. Ποιό το κλειδί για την σταθερή κλήση να παρέχει τις υπηρεσίες της; "Επειδή κάνω gospel, jazz, soul και pop". Ευχαριστούμε κυρία (+) Doris Troy!

ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

Just One Look: The Best of Doris Troy (1994, Soul Classics)


Απόλυτο compilation από τις διάφορες όψεις της Doris Troy από το 1963-1965. Συμπεριλαμβάνει το σόλο LP της και διάφορα single. Κάποια από τα πιό υποτιμημένα soul της περιόδου.

Doris Troy (1970, Apple)


Ενώ η σόλο προσπάθεια της Troy ουρλιάζει '1970" με τη heavy rock γεύση και το rotation στο cast των διασήμων guest, τα φωνητικά της περισσότερο gospel από την '60'ς όψη της, είναι πάντοτε ολοκληρωμένα και με συναίσθημα. Η επανέκδοση του CD προσθέτει πέντε μπόνους tracks από Β' πλευρές από single.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018




ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΝΥΜΦΗ



GREEK FOLK




Mελωδίες που γυρνούν 2.500 χρόνια πίσω. Λόγια βγαλμένα από βακχικές τελετές και επικλήσεις υπό τους ήχους της λύρας, της αρχαίας κιθάρας και της πηκτίδος και της βαρβίτου. Και όλα τούτα σε μια σύγχρονη μουσική σκηνή, με την υπογραφή του συγκροτήματος ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΝΥΜΦΗ, που περιπλανάται ανάμεσα σε μύθους και ήχους του αρχαίου ελληνικού κόσμου.



Thracian Gaia




Οι Daemonia Nymphae δημιουργήθηκαν το 1994 από το Σπύρο Γιασαφάκη και την Εύη Στεργίου. Τους λόγους τους εξηγεί ο ίδιος ο Σπύρος: “Ο αρχικός στόχος στην δημιουργία του σχήματος ήταν η πρωτογενής ανάγκη μιας ελληνικής μουσικής, η οποία θα μπορούσε σε ένα βαθμό να συνδέεται με κάποια στοιχεία από αυτό που θεωρούμε ότι είναι η αρχαία ελληνική μουσική, έχοντας υπόψη μας τα λείψανα της μουσικής αυτής που έχουν βρεθεί και μεταγραφεί στην σύγχρονη σημειογραφία από την μία και από την άλλη με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Θέλαμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε μουσικά όργανα που έχουν χαθεί από την ελληνική μουσική σήμερα, παρόλο που χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε άλλες χώρες όπως για παράδειγμα η σύριγγα (αυλός του Πανός) που παίζεται ευρέως στην Ρουμανία, την Λατινική Αμερική και αλλού. Έτσι ήρθαμε και σε επαφή με τον εξαιρετικό οργανοποιό Νικόλαο Μπρά. Έναν καθοριστικό ρόλο στην θεματική και την αισθητική του σχήματος έπαιξαν και οι εικαστικές τέχνες της αρχαίας Ελλάδας και κυρίως η τέχνη της αρχαϊκής και κλασσικής εποχής. Στην πορεία βέβαια ενσωματώσαμε και άλλα στοιχεία στην μουσική μας, εμπνεόμενοι από μουσικές παράδοσης της Ανατολής και την Δύσης καθώς και από την ροκ και ποπ μουσική σκηνή. Σε μία από τις συναυλίες μας στην Γερμανία όπου παίξαμε με τον Alan Stivell, θρύλο της κέλτικης μουσικής και ειδικότερα της μουσικής παράδοσης της Βρετάνης, αντιληφθήκαμε πως σε ένα βαθμό η προσπάθεια μας θα μπορούσε να παραλληλιστεί με την δική του”.
Η ανακατασκευή των αρχαίων οργάνων έγινε από τον Νικόλαο Μπρα, έναν ευφυέστατο και πολυτάλαντο οργανοποιό που ζει στην Αθήνα και που έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στη μελέτη των αρχαίων ελληνικών οργάνων. Έχει κατασκευάσει κι έχει στην κατοχή του μια τεράστια συλλογή όχι μόνο εγχόρδων, αλλά και πνευστών και κρουστών οργάνων της ελληνικής αρχαιότητας, έχει πρώτος κατασκευάσει το σύντονο και το χαλκεόφωνο.
Ο Σπύρος μιλάει και για τα τρία κύρια ‘αρχαία’ ελληνικά όργανα που χρησιμοποιούν: “Η λύρα είναι σχετικά χαμηλόφωνο όργανο και για το λόγο αυτό συνήθως δεν παίζει στα πολύ δυνατά κομμάτια, αλλά όπου υπάρχει, ο γλυκός αρχαϊκός ήχος της είναι πρωταγωνιστικός. Η λύρα δημιουργεί μια ατμόσφαιρα μυστηριακή και κατανυκτική. Η πανδούρα έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του προσωπικού μας ήχου και έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για πάρα πολλά κομμάτια. Είναι ένα όργανο που μπορεί να λειτουργήσει πάρα πολύ καλά στο περιβάλλον μιας σύγχρονης ορχήστρας και ο ήχος του μπορεί να μεταβάλλεται από οξύς και διονυσιακός σε λυρικό και ατμοσφαιρικό. Η βάρβιτος που χρησιμοποιούμε λειτουργεί σαν μπάσο και έχει ήχο βαθύ και πρωτόγονο. Είναι ένα όργανο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αισθητικά και αφήνει άπειρο χώρο για πειραματισμούς. Πολλές φορές για παράδειγμα έχουμε παίξει τη βάρβιτο με δοξάρι. Εκτός όμως από τα αρχαία όργανα χρησιμοποιούμε και ορισμένα άλλα που διαμορφώνουν τον ήχο της μπάντας, όπως το σαντούρι, η γκάιντα και τα παραδοσιακά κρουστά. Φυσικά χρησιμοποιούμε και σύγχρονα όργανα όπως η κιθάρα, τα ντραμς, το κοντραμπάσο, η βιόλα και γενικότερα οποιοδήποτε όργανο είναι απαραίτητο για την κατασκευή του ηχοχρώματος που αναζητάει κάθε κομμάτι. Και αυτό γιατί αντιμετωπίζουμε κάθε σύνθεση ως αυτόνομη και ως μέρος του συνόλου ενός έργου”.

‘Οσον αφορά το όνομα της μπάντας, “Δαιμονία Nymphe” σημαίνει “Θεία Νύμφη” και η έννοια μιας τέτοιας οντότητας μπορεί να έχει πολλές ερμηνείες.” Μια νύμφη στην ελληνική μυθολογία είναι μια μικρή γυναικεία θεότητα που σχετίζεται με μια συγκεκριμένη τοποθεσία ή μορφή. Λαμβάνουν ακόμη και τα ονόματά τους από τα φυσικά στοιχεία με τα οποία συνδέονται. Οι νύμφες είναι πραγματικά θεϊκά πνεύματα που ζωντανεύουν τη φύση και είναι κάπως κινούμενα από τη φύση. Συνήθως απεικονίζονται ως πολύ όμορφα πλάσματα που αγαπούν να χορεύουν και να τραγουδούν”, μας λένε τα μέλη της μπάντας.
Το 1998, μετά από τέσσερα χρόνια δημιουργικής διαδικασίας, κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο Ο Βακχικός Χορός των Νυμφών (απο την γερμανική Solistitium Records). Οι αρχαιοπρεπείς μουσικές ακροβασίες, ο παγανιστικός ρυθμός, η απαγγελία με θεατροπομπώδη και αρχαιολατρική εκφορά καθώς και η πρωτότυπη ηχοληψία συνιστούν ένα σοκ στην δισκογραφία της εποχής.
Μετά από λίγο κυκλοφορούν το mini-CD demo Τυρβασία, το οποίο κάνει την εμφάνισή του σε περιοδικά metal, παρότι απέχει μουσικά από την υπόλοιπη ύλη των περιοδικών. Ειδικότερα το Metal Invader περιλαμβάνει και δύο τραγούδια των ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΝΥΜΦΗ σε συλλογές που δίνονται δώρο μαζί με το περιοδικό και γράφει διθυραμβικές κριτικές για αυτούς.
Με ευρηματικές live εμφανίσεις αλλά και τη βοήθεια του συγκροτήματος του αδελφού του Σπύρου Γιασαφάκη (Παντελή), τους Fiendish Nymphe (στους οποίους ο Γιασαφάκης συμμετέχει), με παρόμοια θεματολογία (όμως με Black Metal μουσική), κάνουν τους ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΝΥΜΦΗ σχετικά γνωστούς σε αυτούς τους μουσικούς κύκλους.
Κι όμως, το πρωτοποριακό αυτό συγκρότημα που παντού στο εξωτερικό συγκέντρωνε διθυραμβικές κριτικές, δεν έβρισκε ελληνική εταιρεία για να κυκλοφορήσει το δίσκο του. Όπως αποκαλύπτει η Εύη: “Την περίοδο που αναζητούσαμε μια δισκογραφική εταιρεία να κυκλοφορήσει το πρώτο μας άλμπουμ υπήρξαν ορισμένες που ενδιαφέρθηκαν, αλλά καμία δεν μπορούσε να κατατάξει τη μουσική μας σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Έτσι, καμία δεν πήρε το ρίσκο κι εμείς τελικά σταθήκαμε τυχεροί και ενδιαφέρθηκε η γαλλική εταιρεία Prikosnovénie, με την οποία και συνεργαζόμαστε από τότε”. Πράγματι, με τη νέα εταιρεία τους κάνουν το επόμενο - και πιο τολμηρό – βήμα τους. Το καταλυτικό άλμπουμ τους, μέχρι εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον, με τίτλο το όνομά τους. Ηχογραφήθηκε αποκλειστικά με αντίγραφα αρχαιοελληνικά όργανα, καθώς και με τη συμμετοχή - μεταξύ άλλων - του Αλκίνοου Ιωαννίδη, στο κομμάτι “Ida’s Dactyls”.



Ida’s Dactyls


Το άλμπουμ “μυρίζει” αρχαία μυσταγωγική τελετή, με μουσική που ξεδιπλώνεται περήφανα μπροστά μας, γυρνώντας για τα καλά την πλάτη της στο ανθρώπινο μέτρημα του χρόνου κι απαιτεί τη συμμετοχή όλων των αισθήσεών μας για να αποκαλυφθεί στο συνειδητό και στο υποσυνείδητό μας. Πίσω όμως από τον ελιτισμό και τη μοναδικότητά τους, οι D.N. προσφέρουν, εκτός από εξαιρετική μουσική, κι ένα μνημειώδη έργο-ύμνο στη φύση, στον ορατό και αόρατο κόσμο που μας περιβάλλει.

Οι Δαιμονία Νύμφη ξεκίνησαν από την Αθήνα, αλλά εδώ και μερικά χρόνια ζουν και εργάζονται στο Λονδίνο. “Στο Λονδίνο μετακομίσαμε το 2008 χωρίς να το πολυσκεφτούμε, γιατί κάποιες συγκυρίες μας άνοιξαν αυτή την πόρτα” εξηγεί ο Σπύρος. “Δεν γνωρίζαμε για πόσο θα μέναμε εκεί, αλλά ούτε και τί θα συνέβαινε στην χώρα που αφήσαμε πίσω μας. Η ζωή στο Λονδίνο είναι μια συνεχής περιπέτεια. Απο πρακτική άποψη έχει τις ‘ομορφιές’ και τις ‘ασχήμιες’ μιας μεγαλούπολης. Άλλοτε υπερισχύει το ένα, άλλοτε το άλλο. Από καλλιτεχνική άποψη είναι ένα ηφαίστειο που μέσα του πυρώνονται και αναμιγνύονται όλοι οι πολιτισμοί του κόσμου”.
Με την Prikosnovénie κυκλοφορούν, το 2013, το σημαντικότερο και τελειότερο άλμπουμ της καριέρας τους. Το αριστουργηματικό Psychostasia. Σύμφωνα με τους δημιουργούς του το άλμπουμ “πραγματεύεται το ταξίδι των ψυχών στον αισθητό και μη αισθητό κόσμο, εμπνευσμένο από μία αρχαία δοξασία. Η δοξασία αυτή ονομάζεται “Ψυχοστασία” και είναι στην ουσία η ζύγιση των ψυχών των ανθρώπων σε πλάστιγγα. Στην Ελλάδα κρίνεται η βιωσιμότητα του ανθρώπου εν ζωή ενώ στην Αίγυπτο από το αποτέλεσμα της Ψυχοστασίας εξαρτάται η μέλλουσα ευδαιμονία της ψυχής μετά τον θάνατο”. Η στιχουργική του έγγυται κυρίως σε ορφικούς ύμνους στο πρωτότυπο .



Nature’s Metamorphosis


Από μουσικής πλευράς εδώ έχουμε σαφείς ελληνικές δημοτικές αναφορές (κυρίως το πολυφωνικό τραγούδι). Υπάρχει διάχυτο ένα είδος … pagan-folk, όπως εκείνο που ταυτοποίησε ο Γιάννης Μαρκόπουλος στα χρόνια του ’60, στις “Μικρές Αφροδίτες”. Με συνθέσεις μικρής και μέσης διάρκειας, που διακρίνονται για τα ευρηματικά αρμονικά φωνητικά τους, την ιδιαίτερη κρουστή συνοδεία, τις πολύ ωραίες μελωδίες, και βεβαίως την οργανοπαικτική και τραγουδιστική τελειότητα (οι περισσότεροι από τους 20 μουσικούς που συμμετέχουν στην «Ψυχοστασία» συμβάλλουν, οπωσδήποτε, στο “άριστον”), η Δαιμονία Νύμφη δίνει ένα ακόμη άλμπουμ επιπέδου, προορισμένο να διαπρέψει στο εξωτερικό.Τέλος, στις «συμμετοχές», να σημειωθεί και η παρουσία της Δήμητρας Γαλάνη, η οποία, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά τους “Δροσουλίτες” (1975) του Χριστόδουλου Χάλαρη, βρίσκεται ξανά εντός ενός παγανιστικού μουσικού πλαισίου. Εδώ ας υπενθυμίσουμε και την σημαντική - όσο και ιστορική - συμμετοχή κι ενός ακόμη μουσικού κεφαλαίου της Ελλάδας, του γνωστού …Ψαραντώνη (στο L.P. του 2007, Κραταιά Αστερόπη).



Dios Astrapaiou


Από τις πρώτες μας συνεργασίες με τον Αλκίνοο, τον Ψαραντώνη και αργότερα με την Γαλάνη μέχρι και πιο πρόσφατα με σκηνοθέτες, φωτογράφους, χορευτές, ηθοποιούς, lighting designers, μουσικούς και ηχολήπτες, επιδιώκουμε να εντάσσουμε δημιουργικούς ανθρώπους σχεδόν σε όλες μας τις δουλειές. Παράλληλα, όμως, συμμετέχουμε και σε δουλειές άλλων μουσικών, όπως πρόσφατα σε αυτή του Peter Ulrich -πρώην των Dead Can Dance - και στον τελευταίο δίσκο των Βέλγων Rastaban. Πριν από λίγο καιρό δώσαμε μία συναυλία μαζί με την Jo Quail συνδυάζοντας ήχους των ‘αρχαίων’ ελληνικών οργάνων με τον ήχο του ηλεκτρικού τσέλου και δημιουργήσαμε έτσι ένα νέο σχήμα ονόματι Anonymo Ensemble, αναφέρει σε συνέντευξή του ο Σπύρος Γιασαφάκης.





Με το Ψυχοστασία η μπάντα άλλαξε επίπεδο. Τα φώτα των κριτικών, των εταιρειών και της showbiz πέφτουν ξαφνικά επάνω τους. Ο οίκος Gucci τους προσκαλεί σε κάποιο project. Στην εβδομάδα μόδας στο Μιλάνο, το 2016, ένα κομμάτι τους ακούγεται στην επίδειξη: “Ω ύπνε, συ ο βασιλεύς όλων των μακαρίων θεών και των θνητών ανθρώπων και όλων των ζώων όσα τρέφει η ευρεία γη διότι μόνος σου είσαι κυρίαρχος όλων…” (πρόκειται για τον αρχαιοελληνικό ορφικό ύμνο του Ύπνου). Υπόκρουση πρωτοφανή για επίδειξη μόδας, που ακουγόταν συνεχώς επί 16 ολόκληρα λεπτά, καθηλώνοντας κριτικούς μόδας, δημοσιογράφους, fashion bloggers και όλους όσοι βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στο κτίριο στην επίδειξη του Gucci.
Η εμφάνιση τους επί σκηνής κάθε άλλο παρά επίδειξη μόδας θυμίζει βέβαια και μπορεί να τρομάξει κάποιον που δεν είναι προετοιμασμένος να δει ένα ασυνήθιστο παγανιστικό σόου: Τόσο τα δύο βασικά μέλη του συγκροτήματος όσο και οι μουσικοί που τους πλαισιώνουν φορούν μάσκες και αρχαία κοστούμια, θυμίζοντας δαίμονες και ξωτικά. Αλλά ακόμη και αυτή η εμφάνιση ωχριά μπροστά σε αυτή των θεατών των φεστιβάλ που γίνονται στο εξωτερικό: “Έρχονται ντυμένοι νεράιδες, κένταυροι, καλικάντζαροι ή πλάσματα από ταινίες όπως το Star Wars ή ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών”, περιγράφει η Εύη.



Summoning Divine Selene


Η πιο συγκινητική στιγμή… για μένα ήταν κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας μας σε ένα υπέροχο κάστρο στην πόλη Leiria της Πορτογαλίας. Ένιωσα το κοινό να έχει παρασυρθεί σύσσωμο σε ένα μελωδικό ταξίδι, δεν ακουγόταν ούτε ανάσα, δεν έχω ξαναζήσει κάτι παρόμοιο”, μας λέει ο Σπύρος. Σχετικά με τους στόχους και τα νέα πλάνα τους: “ο στόχος μας είναι να γράψουμε σύγχρονη μουσική, εμπνευσμένοι από τα δικά μας ακούσματα και μέσα σε αυτήν να εντάξουμε τα αρχαία ελληνικά όργανα και την αρχαία ελληνική ποίηση. Και δεν διστάζουμε καθόλου να παντρέψουμε τα αρχαία ελληνικά κομμάτια με τα σύγχρονα”. Επίσης “… να εκφράσουμε τον εαυτό μας και να παράγουμε μουσική που θέλουμε να ακούσουμε και μουσική που μπορεί να μας συνοδεύσει στην καθημερινότητά μας”.
Το ντουέτο από την Αθήνα έχει ήδη κυκλοφορήσει 10 άλμπουμ κι έχει γράψει μουσική για αρκετές θεατρικές παραστάσεις. “ Η σύνθεση μουσικής για θέατρο προέκυψε όταν συναντήσαμε στο Λονδίνο την ελληνίδα σκηνοθέτη Αναστασία Ρεβή, καλλιτεχνική διευθύντρια του Theatre Lab Company. Η συνεργασία μας ξεκίνησε με την ‘Αντιγόνη’ του Σοφοκλή, που υπήρξε για μας το βάπτισμα του πυρός. Την επόμενη χρονιά ανεβάσαμε την Ορέστεια του Αισχύλου κι έπειτα τη Μήδεια του Ευριπίδη. Ενδιάμεσα βέβαια υπήρξε και μια νότα πιο αισιόδοξη με τη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη”, θυμάται ο Γιασαφάκης.
Τελευταία τους θεατρική συνεργασία, η μουσική στην παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, “Μακβέθ”. Ελπίζουμε σε νέες τους δουλειές, συνεργασίες και διακρίσεις !







ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
«Ο Βακχικός Χορός Των Νυμφών» LP (1998) «Τυρβασία» mCD (demo) (2000) «Daemonia Nymphe Δαιμονία Νύμφη» CD (2002) «The Bacchic Dance Of The Nymphs - Tyrvasia» CD (new edition) (2004) «Daemonia Nymphe remixed» CD (2005) «Κραταιά Αστεροπή» CD (2007)
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ «Love Sessions» CD (2002) Spyros Giasafakis «Improvisation In Ancient Greek Instruments» mCD (2004) «Ghost Fish» CD (2005) ΣΥΛΛΟΓΕΣ (2006 – 2007)
«Συνάντηση» Αλκίνοος Ιωαννίδης (Universal Music) «Effleurement» (Prikosnovenie) «Influence» (Shadowplay) «Little People - Big Noise» (Run Devil Run)


ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ

Διαβάστε/Ακούστε επίσης