Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018



THE UNITED STATES OF AMERICA


One Shot Was All They Got (Part 5)



Τα rock γκρουπ υποτίθεται εκκολάπτονται στα γκαράζ και στις σοφίτες των σπιτιών, όχι στα επάνω διαμερίσματα της Πανεπιστημιακής κοινότητας. Αυτό όμως δεν επρόκειτο να σταματήσει τον Joseph Byrd, πειραματικό συνθέτη και εθνομουσικολόγο του New Music Workshop του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (UCLA), από το να καταστρώσει ένα σχέδιο το 1967, για να προσεγγίσει το rock 'n' roll από την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Byrd, ο οποίος σύχναζε σε avant-garde κύκλους, από τότε που γύρναγε με τον Terry Riley, τον LaMonte Young και τον Virgil Thompson στις αρχές του '60, χρησιμοποίησε τους the United States of America για να φέρει τελευταίας λέξης της τεχνολογίας ηλεκτρονικά, Ινδική μουσική και "σοβαρές" συνθέσεις στην ψυχεδελική rock 'n' roll. Το μοναδικό άλμπουμ του γκρουπ με τίτλο ομώνυμο το 1968, ήταν μία εξαίρεση στον κανόνα (αν και όχι χωρίς ψεγάδια), ευφυής και πρωτοπόρα πειραματική rock που αναμίγνυε εκπληκτικά μελωδικές ευαισθησίες με αγχωτικούς, τρομακτικούς ήχους από πρωτόγονα συνθεσάιζερ και στίχους που θα κυμαίνονταν από ομιχλώδη ρομαντισμό μέχρι αυστηρό σαρκασμό.

the Garden of Earthly Delights (1968)


Για τους σχετικά ελάχιστους που έχουν ακούσει, ο δίσκος ήταν μία πινακίδα που έδειχνε το μέλλον, με την σύγκρουση της rock με τα κλασικά στοιχεία, αν και το όλο υλικό κροτάλιζε σαν πολυβόλο με τέτοια ένταση, που αντανακλούσε τις ίδιες Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στα τέλη του '60. Στα μέσα του '68 το μεγάλο πείραμα είχε τελειώσει. Συγκρουόμενοι εγωισμοί, μιά σύλληψη για ναρκωτικά και εμπορικές πιέσεις μαζί συνέβαλαν σε μία γρήγορη διάλυση. Οι the United States of America μπορεί να είχαν τις ρίζες τους στα σαλόνια της υψηλής γνώσης, αλλά ξεκάθαρα έπεσαν θύματα κοινότοπων εντάσεων σαν αυτών που "έσπασαν" το πνεύμα τόσων γκρουπ που έζησαν και πέθαναν στους δρόμους. Από τον καιρό που ο Byrd ίδρυσε την μπάντα στο Λος Άντζελες με τον συνεργάτη του Michael Agnello λέει η τραγουδίστρια Dorothy Moskowitz "οι δυναμικές του γκρουπ ποτέ δεν ήταν δυνατό σημείο στους USA". H Moskowitz, πρώην κορίτσι του Byrd είχε ένα background στο γράψιμο και στο να παίζει στο μουσικό θέατρο. Μετακόμισε από την Νέα Υόρκη στην Καλιφόρνια για να μπει στο γκρουπ και όπως το θέτει να παρέξει: "Το αναγκαίο μελόδραμα". Ο μπασίστας Stu Brotman, κάποτε μέλος του ακαταμάχητα εκλεκτικού ψυχεδελικού γκρουπ του Λος Άντζελες Kaleidoscope, ήταν επίσης ένα μέλος του γκρουπ. Αλλά αυτός και ο Agnello έφυγαν στον χρόνο που το γκρουπ ηχογραφούσε για την Columbia. Ο Agnello ένας ακραίος τύπος φιλονικούσε με τον Byrd για την ηγεσία της μπάντας και δεν ήταν σίγουρος ότι το σχήμα θα υπέγραφε ποτέ με μία δισκογραφική.

the American Way of Love (1968)


"Όταν ρωτάς γιατί το γκρουπ διαλύθηκε, ωραία, γιατί το γκρουπ ηχογράφησε μετά την διάλυσή του;" σημειώνει η Moskowitz. Ωστόσο το lineup που παρουσιαζόταν στο άλμπουμ έφερε εντυπωσιακά credits στο τραπέζι. Ο βιολονίστας (ηλεκτρικό βιολί) Gordon Marron, επέκτεινε τις παραμέτρους του βιολιού με ένα χώρισμα, που μπορούσε να το αυξήσει ή να το μειώσει κατά μία οκτάβα. Ο Rand Forbes έπαιζε ένα ηλεκτρικό μπάσο χωρίς τάστα και ο ντράμερ Craig Woodson έπαιζε με ασυνήθιστο τρόπο, συνδέοντας contact microphones στα ντραμς του και κρέμαγε slinkies από τα κύμβαλα, για να πιάσει το εφέ της musique-concrete. O Ed Bogas πρόσθεσε όργανο, πιάνο και calliope. Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού γράφτηκε από τον Byrd και την Moskowitz, που με το άλτο της απέδιδε τους στίχους, οι οποίοι ήταν εναλλακτικά ενθυμητικοί και έφερναν το δέος στον ακροατή, με μία ακρίβεια που θύμιζε μιά πιο ψυχρή Grace Slick. Ο Byrd ήταν πρωταρχικά υπεύθυνος για την ηλεκτρονική υφή που θα παρείχε το άλμπουμ με τα πιό διακριτά χαρακτηριστικά του. Ήταν το 1968, μην ξεχνάμε, όταν τα συνθεσάιζερ σπανίως εμπλέκονταν σε rock δίσκους. Ότι έφτιαξε ο Byrd δεν ήταν εξομοιωτές έγχορδων ή πνευστών, αλλά συναρπαστικοί, τρομακτικοί ηλεκτρονικοί ήχοι που προσέδιδαν άγριο ήχο στα πιο γρήγορα κομμάτια και μαγευτική γαλήνη στις μπαλάντες. Ο Byrd είχε κρίσιμη βοήθεια στo εγχείρημά του από τον Richard Durrett, ο οποίος σχεδίαζε τα συνθεσάιζερ που χρησιμοποιούσε το γκρουπ και από τον Tom Oberheim, πρωτοπόρο στην χρήση των ring modulator.

Cloud Song (1968)


H Nico, ανακαλεί η Moskowitz προσπάθησε ανεπιτυχώς να μπει στο γκρουπ, αφού έφυγε από τους Velvets. Προσθέστε σε όλο αυτό το μίγμα την σαγήνη του modal playing και της Ινδικής μουσικής. Ο Byrd και η Moskowitz ήταν σοβαροί μαθητές της Βόρειας και Νότιας Ινδικής μουσικής και είχαν ήδη συνεισφέρει σε ένα LP της Folkways με Ινδική μουσική από τους Gayathri Rajapur και Harihar Rao ηχογραφημένο το 1965. Οι Country Joe & the Fish, οι Doors και άλλοι ήταν διάπλατα ανοιχτοί για modal playing στο rock 'n' roll και οι USA ήταν από τους πρώτους που έκαναν χρήση. Ο Frank Zappa είχε επίσης ενσωματώσει ιδέες από την σύγχρονη σύνθεση στην rock μορφή. Και έπειτα ήταν η χρήση του Byrd σε concepts του Charles Ives που εξομοίωνε marching bands να μετακινούνται μαζί από αντίθετες πλευρές του στερεοφωνικού φάσματος. Ήταν όλο τόσο πολύ για να ταιριάξει σε ένα άλμπουμ; "Σαν σύνολο το άλμπουμ δεν έχει ένα συνεκτικό, ενοποιημένο όραμα", λέει η Moskowitz που ζει στην Καλιφόρνια όπου συνθέτει μουσική για θεατρικές παραστάσεις ενηλίκων και παιδιών στον κόλπο του San Fransisko. "Ο Joe είχε όραμα αλλά προσλαμβάνοντας όλους αυτούς τους πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους έτεινε να εξασθενίσει. Όλοι είχαν κάτι να πουν. Εννοώ, άκου... κάποιος πήρε το άλμπουμ και το πήγε στην Apple Records. Οι Beatles το άκουσαν και ρώτησαν, "Ποιά είναι η μπάντα;"(εννοώντας ότι μέσα σε όλο αυτό που γινόταν μέσα δεν ξεχώριζε η μπάντα). Αν ακούσεις κάθε τραγούδι είναι σχεδόν σαν βαριετέ. Σήμερα θα έλεγες είναι κουλτούρα να μπλέκεις avant-garde μουσική, Ινδική μουσική. Αν με ρωτήσεις για τόσο πίσω δεν είμαι σίγουρη τι κάναμε. Αυτό πρέπει να ήταν και η βασική γοητεία του γκρουπ. Ήμασταν σε ένα χώρο chart, όπου δεν υπήρχαν άλλα ονόματα". Ηχογραφώντας τα ηλεκτρονικά ιδιαιτέρως αποδείχτηκε πρόκληση για την μπάντα και τον παραγωγό τους David Robinson, που θυμάται "Το ring modulator, oi ελεγκτές τάσεις και τα φίλτρα τους δεν έρχονταν σαν σετ όπως στα moog. Έπρεπε να πάρεις ήχο-ήχο όλα αυτά τα συνθεσάιζερ ένα ένα την φορά. Τώρα παίρνεις και τρέχεις έξι, οκτώ, δώδεκα μαζί στη σειρά και κάνεις όλα αυτά τα είδη των θαυμάσιων κυμάτων, σχημάτων και μπορεί να είναι και πολύ δύσκολο. Όμως εκείνα τα χρόνια, ήταν αδύνατο. Είχε ένα ταλαντωτή, ένα ring modulator, ένα Voltage-controlled filter. Αυτό ήταν. Και έμοιαζε αστείο. Ήταν σαν κουτιά αλουμινίου με μικρά πόμολα που εξήχαν και καλώδια δικτύου. Και ήταν συναρπαστικό για μένα επειδή ήταν ένα πάντρεμα πολλών από αυτά που οι άνθρωποι τότε αποκαλούσαν κλασική μουσική. Όταν οι άνθρωποι σκέφτονται για τον Steve Reich τι έκανε τότε, και τον Terry Riley τι έκανε τότε, και τι έκανε ο Joe Byrd τότε, είναι πολύ πολύ παρόμοια σε διαφορετικές περιοχές". Πέρα από το ακόμα πιο σκοτεινό γκρουπ από το Σαν Φρανσίσκο Fifty Foot Hose και το ντουέτο Silver Apples από την Νέα Υόρκη, οι USA ήταν τελικά μόνοι στις προσπάθειές τους να συνδυάσουν την ψυχεδελική rock με τα τελευταίας λέξης ηλεκτρονικά. Το ακριβές γεγονός ότι ο εξοπλισμός ήταν τόσο πρωτόγονος, ωστόσο, δάνεισε μία αυθόρμητη απήχηση και ζέστη που σπανίως επιτυγχάνεται από την μελλοντική τεχνολογία των συνθεσάιζερ. Ακούστε το "Hard Coming Love" για παράδειγμα, όπου μοιάζει να ξεκινάει από το απώτερο διάστημα από μία Ολυμπιακών διαστάσεων πισίνα. Η φωνή της Moskowitz επίσης "τρέχει" μέσα από ηλεκτρονικό φιλτράρισμα κάποιες φορές για να δώσει στο κομμάτι μία ιδιαιτέρως απόκοσμη ποιότητα.

Hard Coming Love (1968)
'


Κατά την γνώμη της Moskowitz "Τα συνθεσάιζερ εκείνες τις μέρες ήταν τόσο απρόβλεπτα. Δεν ήξερες τι θα συνέβαινε! Έτσι δυνάμωνες την ένταση- έπαιρνες ένα "στρίγγλισμα" ή μπορούσες να πάρεις ένα "μπιπ". Δεν είχε στ'αλήθεια σημασία, καθώς έπαιζες στο ρυθμό. Και αυτό ήταν πολύ συναρπαστικό. Σήμερα μπορείς να προγραμματίσεις το επιθυμητό ήχο. Τότε η περιορισμένη τεχνολογία δεν επέτρεπε τις επιλογές που έχουμε τώρα. Στα μέσα του '60 ένα συνθεσάιζερ θεωρείτο όργανο με τους δικούς του όρους, όχι ένας τρόπος να αντιγράψεις τον ήχο ή κάτι τέτοιο. Επέκτεινε το εύρος και έδινε στην μουσική μία επικίνδυνη κόψη. Σίγουρα την έκανε πιό πλούσια". Η Columbia δίστασε σε ένα σχέδιο να χρησιμοποιήσουν για εξώφυλλο για το άλμπουμ, σύμφωνα με λόγια του Robinson, μία σημαία που να στάζει αίμα. Το LP τελικά έγινε με περισσότερο στάνταρ φωτογραφίες του γκρουπ, με μία σφραγίδα που ανακοίνωνε "United States of America-Top Secret". Στην σκηνή σύμφωνα με τον Robinson η μπάντα "αναπαρήγαγε το άλμπουμ ακριβώς". Έτσι όταν ήρθε ο καιρός να βγει στο δρόμο, στην αληθινή USA, το παίξιμό τους δεν ήταν το κυρίως πρόβλημα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρεθεί κοινό για ένα τέτοιο ασυνήθιστο άκουσμα. Σε τέτοιους χώρους όπως στην Washington, D.C.'s Corcoran Gallery, η μπάντα βρήκε το στοιχείο της. Δεν ήταν εύκολο να παίζεις για κοινό που περιμένει αμιγές rock 'n' roll, όπως εκείνο που έδωσε στο γκρουπ thumbs-down σε ένα αρρωστημένα μοιραίο μοίρασμα της σκηνής με τους the Troggs. Οι USA επίσης έπαιξαν μία φορά με τους Velvet Underground, που έμοιαζε εξόχως πιο ταιριαστό, αν και η Moskowitz θυμάται πως οι Velvets έριχναν κάτω τους ενισχυτές των USA καθώς κατέβαιναν από την σκηνή.

Stranded in Time (1968)


Εντάσεις εσωτερικά στο γκρουπ κλιμακώθηκαν σε μπουνιές ανάμεσα στον Byrd και τον Marron, σε μιά από τις πιό σημαντικές συναυλίες τους (στο New York's Fillmore East). "O Joe Byrd ήταν ένας από τα πιό παρανοικά παραδείγματα ανθρώπων όταν φρίκαρε και μέχρι σήμερα δεν έχω δει ξανά κάτι τέτοιο", παρατηρεί ο Robinson. "Εκείνο τον καιρό ήμουν στα είκοσί μου και δεν ήμουν το πιό εύκολο πρόσωπο στον κόσμο για να τα πας καλά μαζί του, υποθέτω. Αλλά αυτός ήταν πολύ παράξενος, πολύ-πολύ δύσκολο άτομο για να τα βγάλεις πέρα. Έτσι υπήρχαν σταθερά διαμάχες μέσα στην μπάντα. Άνθρωποι παραιτούνταν, άνθρωποι αντικαθίσταντο, φιλονικίες, φωνές και πάει λέγοντας. Ήταν πολύ ταλαντούχοι άνθρωποι και δεν νομίζω να ήθελαν κάποιον να τους διατάζει. Αλλά αυτός είχε ένα όραμα του τι ήθελε". Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι όσο αφορούσε το lineup από το άλμπουμ, ήταν μία συναυλία στην Καλιφόρνια, στην Orange County, στην οποία τρία από τα μέλη συνελλήφθησαν για μαριχουάνα αφήνοντας τον Joe και την Dorothy να τελειώσουν το σόου με την βοήθεια της μπάντας που υποστήριζε. Και στον Robinson δεν άρεσε ο δρόμος που έπαιρνε η μπάντα. "Η μπάντα ξεκίνησε εντελώς εθελοντικά, αντι-εξουσιαστικά, μηδενιστικά. Ότι φορούσαν, ότι ήθελαν να κάνουν ήταν το αντίθετο του πατριωτικού. Υποτίθεται ήταν ένα είδος αναρχικού γκρουπ για να κάνει ό,τι ήταν πιθανό να σχετίζεται με τον λάθος δρόμο. Να μην παίρνει κανένα κανόνα στα σοβαρά. Το προφίλ τους αυτό εξασθένισε, άρχισαν να γίνονται διαφορετικοί, να δέχονται να κάνουν πράγματα συνηθισμένα". Σε ένα γράμμα στον Richard Kostelanetz, που τυπώθηκε στο βιβλίο του Kostelanetz, The Fillmore East, ο Byrd υπογραμμίζει ότι ξεκίνησε την μπάντα "ως ένα avant-garde πολιτικο/μουσικό rock γκρουπ", με σκοπό να συνδυάσουν ηλεκτρονικό ήχο, μουσικο/πολιτικό ριζοσπαστισμό και να κάνουν τέχνη. "Η ιδέα ήταν να δημιουργήσουμε μία ριζοσπαστική εμπειρία. Δεν πέτυχε. Για ένα λόγο είχα συγκεντρώσει τόσες προσωπικότητες, κάθε πρόβα έμελε να γίνεται group therapy. Μία μπάντα που θέλει να επιτύχει χρειάζεται μία απλή κοινώς αποδεκτή ταυτότητα. Προσπάθησα να το κάνω δημοκρατικά και δεν πέτυχε". Η Moskowitz δίνει μία διαφορετική εκδοχή στην σύγκρουση μεταξύ Byrd-Robinson. "Του David δεν άρεσε το γεγονός ότι ο Joe πήρε παίκτες πνευστών και θα χάναμε ξαφνικά τον αγνό ήχο μας. Νόμιζε ότι προσπαθούσαμε μία ανειλικρίνια που δεν του άρεσε. Δεν μ'ένοιαζε έτσι κι αλλιώς επειδή το original άλμπουμ είχε γλυκανάλατη μουσική ταινίας αν προσέξεις. Για μένα ο σκοπός των USA ήταν να πάρουν από διάφορα γένη. Εκεί ήταν το συναρπαστικό. Εάν ο Byrd ήθελε να χρησιμοποιήσει πνευστά κάνοντας πράγματα σαν να ήμασταν στη Motown-κανένα πρόβλημα! Αλλά ο Joe τον άκουσε να γκρινιάζει. Και η απάντησή του ήταν: "Ας απαλλαγούμε από τον Robinson". Αν και δεν συμφωνούσα με την αισθητική του David αισθάνθηκα συμπάθεια γι'αυτόν. Ήταν, εξάλλου αυτός που μας έβαλε στο χάρτη. Ο Joe θα μπορούσε να κάνει ένα βήμα πίσω και να αναρωτηθεί "τι κάνω τώρα;". Αλλά όχι ήταν αυτή η αλαζονεία που επικράτησε".

the American Metaphysical Circus (1968)


Οι USA διαλύθηκαν σε δύο φατρίες, η μία ήταν ο Joe Byrd & the Field Hippies. Το γκρουπ της Moskowitz ήταν σύμφωνα με τα λόγια της "ένα πολύ ήρεμο, όχι ηλεκτρονική μπάντα. Πολύ ήρεμη". Όταν οι Field Hippies ηχογράφησαν το μοναδικό τους LP για την Columbia-που ήταν μία μάλλον μη εμπνευσμένη προσπάθεια με παράξενο τόνο που φανερά στόχευε σε μία αίσθηση αλα USA, υπήρξε μία τελευταία ευκαιρία να επανενωθούν Byrd και Moskowitz. "Έλαβα ένα τηλεφώνημα τρία χρόνια αργότερα, μετά την διάλυση, από τον παραγωγό του Joe", λέει η Moskowitz. Θυμάται ότι της είπε " Η ενορχήστρωση είναι καταπληκτική, τα τραγούδια υπέροχα, οι τραγουδιστές όχι και τόσο καλοί. Και ακούσαμε το demo σου και είσαι αλήθεια καλή, αλλά οι υπόλοιποι που είστε μαζί είναι κάτω από τα στάνταρ μας. Γιατί δεν επιστρέφεις να συνεργαστείτε ξανά; Θύμωσα τόσο πολύ. Ήμουν τόσο καχύποπτη. Υπήρξα με τον Joe ρομαντικά στις αρχές του '60, υπήρξα μαζί του επαγγελματικά στα μέσα του '60 και κουράστηκα να έχω αυτή την ένταση και να κάνω τον συντονιστή. Από πλευράς δόξας και τύχης ίσως πήρα την λάθος απόφαση. Αλλά το γεγονός ότι κάθομαι εδώ σε ένα αξιαγάπητο σπίτι, με μία αξιαγάπητη οικογένεια..." Παύει και χαμογελάει. "Μάλλον είμαι ευτυχής που έφυγα μακριά από αυτό, περισσότερο ή λιγότερο ανέπαφη".

Love Song For the Dead Che (1968)

"At the dawn of an ordinary Sunday I remember the taste of you, sweet in my mouth
Late in the year
And in the stillness of the Oriente rainfall I remember the warmth of you, still in my arms
Late, late in the year"


ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ


The United States of America (1968, Columbia/Legacy)


Τώρα σε CD με δύο έξτρα κομμάτια, ("Unlike Anything" όπως επισημαίνει στις εσωτερικές σημειώσεις ο Joe Byrd), παραμένει μία από τις σπουδαιότερες στιγμές της avant-garde με καλά τραγούδια, είτε rock προσανατολισμένα ("Hard Coming Love", "Garden of Earthly Delights") ή αιθέριες μπαλάντες ("Clouds", "Where Is Yesterday" και την μπαλάντα με τον υπέροχο τίτλο "Love Song For the Dead Che").

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διαβάστε/Ακούστε επίσης