Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Σάββατο 23 Ιουνίου 2018



FREIWILLIGE SELBSTKONTROLLE (F.S.K.)


ΥΒΡΙΔΙΑ ΤΟΥ POST-PUNK (PART 3)



Είναι αδύνατον να κατηγοριοποιήσει κανείς ένα γκρουπ όπως οι Freiwillige Selbstkontrolle.
Ας ξεκινήσουμε όμως με μια υποτιθέμενη ερώτηση. Πως οι καταναλωτές θα έβρισκαν τα CD τους όταν η Tower (δισκογραφική) δεν ήξερε σε ποιόν χώρο να τα κατατάξει; Πολλοί καλλιτέχνες θα θεωρούσαν μια τέτοια ερώτηση προσβλητική. Ο Thomas Meinecke μάλλον φαίνεται θετικά κολακευμένος σε κάτι τέτοιο, έχοντας ήδη απαντήσει ότι "Οι υπερατλαντικές παρεξηγήσεις είναι ένα από τα βασικά μας πιστεύω".

My Funny Valentine (1987)


Από το 1980 που σχηματίστηκαν οι F.S.K. μοιάζει να έχουν καμάρι το να είναι διεστραμμένοι. Οι πρώτοι δίσκοι τους ήταν τυπικά σκοτεινοί, Τευτονικοί post-punk.

Was Kostet Die Welt (1982)


Ακριβώς όμως την περίοδο που τους έβαλαν την "ταμπέλα" "Η διανοούμενη Γερμανική μπάντα", φόρεσαν τα τζιν και τις φανελένιες μπλούζες και άρχισαν να παίζουν ανασυνδυασμένες μίξεις από polka, country, cajun, bluegrass, yodels (λαρυγγισμοί) και funk.

I Wish I Could "Sprechen Sie Deutsch" (1989)


 Όταν η "ταμπέλα" "roots band" άρχισε να τους ταιριάζει λίγο πιο άνετα, πέταξαν τα ακορντεόν τους, για χάρη των φθηνών beatbox και Ιαπωνικών ηλεκτρονικών keybords. Υπό περαιτέρω εξέταση οι αντιφάσεις απλά πολλαπλασιάζονται. Μερικοί από τους αριστερούς  τους στίχους επιτίθενται στην Γερμανική αριστερά. Όπου άλλες Γερμανικές rock μπάντες τραγουδούν στα Αγγλικά, ώστε να κάνουν πιο προσιτό το μήνυμά τους στο διεθνές κοινό, οι F.S.K. γράφουν το πρωτότυπο υλικό τους στα Γερμανικά. Επίσης γράφουν τραγούδια για την Jane Fonda, τους Roxy Music και τους Amon Duul. Και σχεδιάζουν να τραγουδούν στα Αγγλικά μόνο μερικές διασκευές, οι οποίες είναι άγνωστες συχνά. Αμερικανικά τραγούδια country γραμμένα -ειρωνικά- για την Γερμανία. Oi F.S.K. δεν ήταν τίποτα λιγότερο από underground σούπερσταρς. Υπάρχουν αρκετές κυκλοφορίες από το 1980 και αρκετά εγκώμια στον Αγγλικό και Αμερικανικό τύπο, από το New Musical Express, τη Melody Maker και το Rolling Stone. Ο John Peel πιο λατρεμένος rock DJ, τους είχε live στο σόου του "Peel sessions" περισσότερο από κάθε άλλο μη Αγγλικό γκρουπ. Αλλά οι F.S.K. παραμένουν ουσιαστικά άγνωστοι έξω από μια ομάδα κριτικών, μουσικών και φανατικών φαν της indie-rock. Την δεκαετία του '90 βοήθησε το ότι ο David Lowery, ο βασικός μοχλός πίσω από τους Camper Van Beethoven και Cracker, έδειξε εκτεταμμένο ενδιαφέρον για την μπάντα. Έκανε την παραγωγή των δίσκων τους στο στούντιο που είχε στο σπίτι του στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια και επίσης έγινε part-time μέλος τους. Αλλά οι διάσημες συνεργασίες με τον Lowery, Peel και όποιον άλλο έγινε αφοσιωμένος τους φαν δεν επρόκειτο να αλλάξουν την σκληρή πραγματικότητα. Μια μπάντα που συνθέτει ένα ολόκληρο τραγούδι γύρω από τους τίτλους των άλμπουμ των Amon Duul (Άλμπουμ International 1996) ή εμπλέκει ανέκφραστα γυναικεία φωνητικά σε διασκευές ερωτικών τραγουδιών (από άντρα σε γυναίκα), δεν θα έχει ποτέ ευρύ κοινό.

Erykah Sagt (2012)




 Οι F.S.K. είναι αφοσιωμένοι, εικονοκλαστικοί, ετερόκλητοι, επειδή είναι από καρδιάς φαν της μουσικής, που τυχαίνει να παίζουν όργανα. Στην πραγματικότητα πριν ξεκινήσουν την μπάντα, βοήθαγαν την παραγωγή ενός Γερμανικού περιοδικού του Mode & Verzweflung (Μόδα & Απόγνωση). Όλοι τους θαυμαστές των εκκεντρικών πρώιμων punk/new wave γκρουπ, όπως Raincoats, Swell Maps, Contortions, Gang of Four και Pere Ubu, όπως επίσης των proto-punk γκρουπ Velvet Underground, Roxy Music και Monks, είχαν λίγη μουσική εμπειρία, όταν άρχισαν να παίζουν μαζί. "Ακόμα αισθάνομαι σαν ένας μη μουσικός που παίζει όργανα" παραδέχεται ο Meinecke, που παίζει lap steel guitar, κιθάρα, τρομπέτα, ντραμς και άλλα. "Όσοι παίζανε σε μπάντες από όταν ήμασταν 12 χρονών ή κάτι τέτοιο, όπως ο Justin Hoffman, έπρεπε να μειώσουν τις ικανότητές τους ως παίκτες σε ένα "μηχανικό" new wave/punk είδος". Το όνομά τους είναι ακρωνύμιο των λέξεων Freiwillige Selbstkontrolle, που μεταφράζεται Εθελοντικός Αυτοέλεγχος, όνομα που έχει και ο οργανισμός λογοκρισίας της Γερμανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας. Από την αρχή οι F.S.K. ήταν αποφασισμένοι να θέσουν τους εαυτούς τους μακριά από τον σωρό των Γερμανικών γκρουπ, τα οποία μιμήθηκαν Αμερικανικές και Αγγλικές μπάντες. Φόρεσαν πλεονάζοντα στρατιωτικά Γερμανικά ρούχα, αρνήθηκαν να μιλάνε πάνω στην σκηνή και γενικά έκαναν την μικρότερη προσπάθεια να διασκεδάσουν το κοινό. Έκαναν το πρώτο live τους το 1980 στο Αμβούργο. Ο Meinecke ανακαλεί: "μπροστά σε 600 hardcore punks, που μόλις μια εβδομάδα πριν είχαν πετάξει από την σκηνή τους Clash επειδή είχαν υπογράψει στην Columbia ή κάτι τέτοιο. Ήταν κάτι θετικό που γίναμε καλά αποδεκτοί από αυτό το κοινό, μιας και η επόμενη μπάντα κατέβηκε βιαίως από την σκηνή σχεδόν αμέσως". "Πάντα μας περιέγραφαν ως η διανοούμενη Γερμανική μπάντα" συνεχίζει ο Meinecke. "Κάθε συναυλία που παίζαμε ήταν σαν μια διάλεξη στην τάση του μετα-Μαρξισμού. Οι άνθρωποι απλά στέκονταν εκεί παρακολουθώντας μας και χειροκροτώντας. Στην αρχή-αρχή υπήρχαν τσακωμοί όλη την ώρα στο κοινό. Αλλά μόλις γράφτηκε (η διανοούμενη Γερμανική μπάντα), ησύχασαν όλοι και δεν ήταν πια τόσο συναρπαστικά. Ήταν συναυλία όμως, όχι διάλεξη. Έτσι προσπαθήσαμε να εμπλέξουμε μουσικά στοιχεία μέσα που υποτίθεται ήταν roots music". Αυτό δεν ήταν με την έννοια του roots music του Bruce Springsteen να προσπαθεί να υποδυθεί τον Woody  Guthrie ή του Elvis Costello να μιμείται τον George Jones. Ήταν μιά εποχή που οι Γερμανικές μπάντες, είτε προσπαθούσαν να ανταποκριθούν στα στερεότυπα της αδιάφορης Γερμανικής new wave μουσικής, είτε προσπαθούσαν να ακουστούν σαν τους Sonic Youth ή τους Dinosaur Jr. "Αισθανθήκαμε να έχουμε το ίδιο δίλημμα κατά κάποιο τρόπο. Ξεκινήσαμε επίσης να ψάχνουμε για μουσική που ακούγαμε στον New World. Αυτό που βρήκαμε ήταν η country. Στην country βρήκαμε πολλές "ρίζες", όπως και άλλα στυλ που μας άρεσαν τόσο πολύ, όπως Tex-Mex , Cajun , bluegrass μπάντες που παίζανε πόλκα από το Σικάγο-Πολωνικές" διευκρινίζει. "Ή τις Τσέχικες πόλκα μπάντες από το Τέξας ή όπου αλλού. Είχαμε βρει πολλά στοιχεία που είχαν αποτελέσει Ευρωπαική μουσική τον τελευταίο αιώνα, αλλά λιγότερο συναρπαστικά εκεί. Μάθαμε πως οι Αμερικανοί μεταχειρίζονται την κληρονομιά τους με όχι και τόσο πολύ σεβασμό. Μας άρεσε και προσπαθήσαμε να μάθουμε από αυτά. Πήραμε κάποια από τα παλαιά κομμάτια από το Τέξας, που ήταν παραδοσιακά όπως και να έχει, ακόμα και εδώ στην Ευρώπη και βάλαμε άλλους στίχους, οι οποίοι ήταν πολιτικής χροιάς. Δεν προσπαθήσαμε ποτέ να δώσουμε την εντύπωση ότι ήταν ακόμα "roots music". Οι κριτικοί ωστόσο δεν αντιστάθηκαν από το να τους συγκρίνουν με τους Pogues, τους Camper Van Beethoven και ιδιαιτέρως με τους Mekons μια Αγγλική underground μπάντα γνωστή για την αποδόμηση της folk μέσα σε ένα rock γενικό πλαίσιο. Η σύγκριση με τους Mekons είναι λογική σε ένα βαθμό. Αλλά οι F.S.K. ήταν πιό παράξενοι από οποιαδήποτε από αυτές τις μπάντες. Το πλέγμα των στυλ-το Bαυαρικό yodel  συναντά το funky στυλ του George Clinton (Parliament-Funkadelic), οι στοιχειωτικές αλά Nico ερμηνείες της μπασίστριας Michaela Melian (συζύγου του Meinecke), τα drinking songs δίπλα σε διανθισμένα με ακορντεόν polka-rock και οι στίχοι για τον free jazz κιθαρίστα Sonny Sharrock-αψήφησε τον εύκολο εντοπισμό κοινού.

Blue Yodel Für Herbert Wehner (1985)


Ακόμα και μέσα στο ίδιο άλμπουμ μοιάζει λες και ακούς διαφορετικούς καλλιτέχνες. Υπάρχει μια αίσθηση κεφάτης αποσπασματικής προέλευσης από παντού, που κάνει τα κομμάτια να ακούγονται ίδια όχι μόνο σαν τους Mekons αλλά επίσης σαν pop-πειραματιστές/παράδοξους όπως ο Frank Zappa. "Ποτέ δεν θέλαμε να εκφράζουμε τους εαυτούς μας ατομικά μέσα στη μπάντα ή να δημιουργήσουμε ένα στυλ αναγνωρίσιμο αμέσως, όπως οι REM ή κάτι τέτοιο", ισχυρίζεται ο Meinecke. "Ίσως γι'αυτό μας αποκαλούσαν μπάντα των κριτικών. Επειδή οι κριτικοί δουλεύουν μάλλον με παρόμοιο τρόπο. Είναι σαν την συλλογή δίσκων τους ή ο τρόπος που βάζουν δίσκους κατά την διάρκεια ενός απογεύματος ή κάτι τέτοιο. Η έκβαση έχει F.S.K. να αντιγράφουν πράγματα, αλλά ποτέ σαν σύνολο. Κομμάτια από πράγματα, τα οποία τοποθετούμε σε ένα τελείως διαφορετικό συγκείμενο, το οποίο τα κάνει σαν θεατρικό έργο των Weill-Brecht κατά κάποιο τρόπο. Θέλουμε να κολλάμε πράγματα μαζί που δεν μπορούν στην πραγματικότητα να είναι μαζί. Έτσι για την χορωδία παίρνουμε μια μελωδία bluegrass και το ρεφρέν ή την ομοιοκαταληξία από μουσική house από το Ντιτρόιτ ή κάτι τέτοιο". Είναι όλα ένα είδος διανοούμενου αστείου ίσως; "Είναι είδος κριτικής, παιγμένο με όργανα. Πολλές φορές είναι επίσης μουσική γύρω από τη μουσική. Δεν είναι καμπαρέ, ούτε σάτυρα ή κάτι τέτοιο". Αν και οι Γιάνκηδες δεν θα το ήξεραν, οι Γερμανικοί στίχοι συχνά παραμένουν πολιτικοί στην φύση τους, κριτικάροντας τον εθνικισμό των Γερμανών και τους πολιτικούς συμβιβασμούς. Το τελευταίο άλμπουμ τους International επίσης εμβαθύνει σε σπουδές φύλλου. Σαν να έκαναν το underground λογοτεχνικό περιοδικό τους, δίσκους. Γιατί όμως τραγούδησαν στα Γερμανικά, όταν τόσες πολλές μπάντες από μη αγγλόφωνες χώρες τραγουδούν στα Αγγλικά ώστε να κερδίσουν ευρύτερο κοινό; "Στην Γερμανία οι περισσότερες μπάντες τραγουδούν στα Αγγλικά. Είναι πιο ενοχλητικό και περίεργο αν ξαφνικά τραγουδήσουν Γερμανικά", λέει ο Meinecke. "Είναι αφύσικο να τραγουδάει κάποιος στα Γερμανικά". Για όσους δεν κατανοούν την λεπτότητα των Γερμανικών στίχων, δηλαδή πάνω από το 90% του Αγγλικού και Αμερικανικού κοινού, οι F.S.K. προσφέρουν μια ποικιλία "σπασμένων" διασκευών σε μελωδίες όπως το "I Wish I Could Sprechen Sie Deutsch".

Swing to Bop (2004)


Η ειρωνία του να ρίχνουν νοθευμένα Αμερικανικά κομμάτια σε Αγγλικές folk φόρμες στον ωκεανό είχε σύμφωνα με τον Meinecke ένα σκοπό. 'Η πρόθεση πίσω από τις Αγγλικές διασκευές' εξηγεί "ήταν για να δείξουμε στο αγγλόφωνο κοινό πως αφήνουμε το σημάδι στο μουσικό υλικό που παίζουμε μέσα από κομμάτια που ξέρουν με διαφορετικό τρόπο. Αρχίσαμε να βγάζουμε αυτές τις διασκευές από GI τραγούδια, σε country τραγούδια για την Γερμανία". "Αυτά τα τραγούδια" σημειώνει χωρίς ορατή μεταμέλεια "δημιουργούν μια εικόνα της Γερμανίας που είναι τόσο λάθος όσο μια ταινία του Wim Wenders, όπου βλέπεις ένα δεμάτι από ξεραμένα χόρτα κάθε είκοσι δευτερόλεπτα". Ήταν μια προσέγγιση που τους χάρισε μια πρόσκληση για να εμφανιστούν στο σόου του John Peel, όποτε ήθελαν (μια προσφορά που σύμφωνα με τον Meinecke μοιράζονταν μόνο με τους Fall). Όμως δεν ήταν στρατηγική που θα τους χάριζε και μόνιμους φαν που έπρεπε συνεχώς να συνηθίζουν σε νέα στυλ όταν υπέθεταν ότι κατάλαβαν που "βρίσκονται" αυτοί οι "διανοούμενοι" τύποι. Στην πραγματικότητα λέει ο Meinecke πολύ ελάχιστοι από τους όψιμους φαν του γκρουπ είναι πάνω από 30 χρονών, έχοντας, το original κοινό τους, χάσει το ενδιαφέρον του για την εναλλακτική μουσική αρκετό καιρό πριν. Οι δίσκοι των F.S.K. ήταν τρομερά δύσκολο να φτάσουν στην Αμερική, μια κατάσταση που άλλαξε σε κάποιο βαθμό όταν τους λάτρεψε και τους 'μάζεψε" ο πιο σημαντικός φαν από όλους. Ως το πιο κρίσιμο μέλος των Camper Van Beethoven που επίσης συνδύασε την roots μουσική με το post-punk σε μια φαιδρή μίξη, ο David Lowery θα ήταν αναμενόμενο να εκτιμήσει τον Meinecke, ο οποίος επίσης δούλευε και ως DJ στο ραδιόφωνο όταν συνάντησε τον Lowery κατά την διάρκεια μιάς συνέντευξης που του έκανε. "Αυτό που συμφωνήσαμε ήταν ότι χρησιμοποιώντας παραδοσιακές μουσικές φόρμες, όπως οι Camper με τις μπαλαλάικες, τα μαντολίνα και όλα αυτά δεν σημαίνει ότι τώρα αυτό θα ήταν folk. Αυτός (Lowery) πάντα αντιμετώπιζε το θέμα ως pop με τους Camper Van Beethoven. Και εγώ πάντοτε σκεφτόμουν τους F.S.K. κατά τον ίδιο τρόπο". Όταν ο Meinecke έστειλε στον Lowery την κασσέτα με την συνέντευξη που του πήρε, έστειλε επίσης και ένα CD των F.S.K.. Του Lowery άρεσε τόσο πολύ, που προσφέρθηκε να κάνει την παραγωγή του επόμενου άλμπουμ τους. Εκείνη την εποχή ήταν σε διαθεσιμότητα κατά κάποιο τρόπο, έχοντας διαλύσει τους Camper Van Beethoven και μη έχοντας ακόμα σχηματίσει τους Cracker. Προσκάλεσε την μπάντα να ηχογραφήσουν μαζί του στην πόλη που έμενε στο Richmond και κατέληξε να γίνει παραλίγο μέλος των F.S.K. ο ίδιος, παίζοντας λίγο κιθάρα και γράφοντας και τραγουδώντας περιστασιακά. Επίσης είχε τους F.S.K. μαζί με το συγκρότημά του, τους Cracker σε περιοδεία στην Αμερική, όπου το ειρωνικό στον τίτλο άλμπουμ The Sound of Music (1993) έγινε στην Flying Fish, μια δισκογραφική συχνά εμπλεκόμενη με παραδοσιακά folk και όχι με εναλλακτική rock.

Eurotrash Girl (1996)


"Είναι ο πρώτος μας αληθινά παραγωγός που είχαμε ποτέ" λέει ο Meinecke. "Πριν αυτόν κάναμε μόνοι μας την παραγωγή και πάντα προσπαθούσαμε δημοκρατικά να παίξουμε τα πάντα με την ίδια ένταση και στην μίξη.". Κουρασμένοι να κατηγοριοποιούνται σαν αντισυμβατική roots μπάντα οι F.S.K. μεταπήδησαν σε ένα πιο σκληρό "art-school" rock ήχο. Ακόμα και ο Lowery παραγωγός τους και επίτιμο μέλος μπερδεύτηκε. Στο άλμπουμ τους International ο Meinecke αποκαλύπτει "Έβαλε αυτό το Ιαπωνικό-Ελβετικό yodel στην μίξη του τραγουδιού του "Eurotrash Girl", το οποίο είναι δικό του τέλος πάντων. Δεν κατάλαβε γιατί ξαφνικά δεν μας άρεσε να έχουμε yodels στους δίσκους μας, αφού μας είχε τόσο πολύ αρέσει στην αρχή". Ο Meinecke γνωρίζει ότι είναι παράδοξο να συγχίζεται για ένα Ιαπωνικό-Ελβετικό yodel, όμως ακόμα είναι προφανές ότι τον ενδιέφερε που μπορεί να πλήγωσε τα συναισθήματα του φίλου του. "Ήταν τόσο περήφανος που είχε βρει αυτό το Ιαπωνικό yodel δείγμα στη δημόσια βιβλιοθήκη!".

Fragen Der Philosophie (Völkerball) (1984)




ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η επιλογή των τριών γκρουπ υβριδίων της avant-garde / post-punk, έγινε με κριτήριο την μόνιμη αναζήτηση για το άγνωστο, αλλά και αυτό που συνδέει αυτά τα γκρουπ στο ένστικτό τους να κάνουν τέχνη, που βοηθάει στο να ορίσουμε την ανθρώπινη κοινωνιοπάθεια, πέρα από το εμπόριο, τους τύπους και τους ορισμούς, με τα οποία σχεδιάζουμε τις μουσικές μας προσωπικότητες. Ίσως κατάφεραν να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη μας με το ιδιόμορφο ως τρόπο ζωής, με την καριέρα ως παραβολή, με τις εμφανίσεις ως ψυχόδραμα, στο μονοπάτι που λίγοι γνωρίζουν, προς εκείνη την πόρτα που το χτύπημα σπανίως έρχεται. Σε αυτό που περίπου πρεσβεύει η avant-garde και το post-punk.






ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018


SAVAGE REPUBLIC


ΥΒΡΙΔΙΑ ΤΟΥ POST-PUNK (PART 2)



Για μία κίνηση που θεωρητικά παρείχε πολλές εναλλακτικές στο mainstream, το "alternative rock" της δεκαετίας του '80, σίγουρα παρήγαγε πολλές μπάντες που ακούγονταν αρκετά παρόμοιες μεταξύ τους. Αυτό οδήγησε σε μία βέβαιη απελπισία, του να πρέπει να διαφέρει η μία από την άλλη, καθώς η underground μουσική έψαχνε νέα πεδία εξερεύνησης. Επομένως ίσως, κατανοητά, ταλαντευτείτε να αμφισβητήσετε την περιγραφή του Ethan Port για την μπάντα του, τους Savage Republic, (σε ένα άρθρο του 1986 της Option), ως ένας συνδυασμός από Θιβετιανούς Βουδιστικούς ψαλμούς, ένας δίσκος των Beatles, ένας δίσκος των Pink Floyd, των Throbbing Crystals και των Einstürzende Neubauten και το σήμα στην τηλεόραση. Δεν είναι η πιο ακριβής ή λαχταριστή θα έλεγα συνταγή.

Film Noir


 Αλλά το γεγονός ήταν ότι οι Savage Republic δεν ακούγονταν στ'αλήθεια όπως κανένας άλλος πριν ή από τότε και μετά. Για αυτούς που ήθελαν βιομηχανικό (industrial) rock χωρίς το ασταμάτητο τρύπημα του κομπρεσέρ από μπάντες όπως οι Einstürzende Neubauten και οι Throbbing Crystals, οι Savage Republic σου έδιναν μεγαλύτερη ποικιλία και περισσότερες κιθάρες. Για αυτούς που "προσκύνησαν" στην Church of the Sonic Guitar και ήθελαν ένα μεταμοντέρνο είδος ψυχεδελικής μουσικής του '80, οι Savage Republic σου έδιναν αυτό και βιομηχανικό (industrial) ήχο. Ο ήχος (φασαρία) όμως και οι μελωδικές κιθάρες δεν έδεναν πάντα, πράγμα που σημαίνει ότι θα ήταν δύσκολο να βρεις ακροατές, ακόμα και αφοσιωμένους φαν τους, που θα ήταν εύκολο να "περάσουν" μέσα από τα άλμπουμ τους χωρίς να πατήσουν το pause ή το skip. Αν όχι τίποτα άλλο, είναι ένας φόρος τιμής στον σκοπό της μπάντας, όπως το θέτει ο κιθαρίστας Bruce Licher "κάνουμε κάθε τραγούδι να είναι τόσο διαφορετικό όσο γίνεται από τα υπόλοιπα. Έτσι θα είχαμε ένα τραγούδι όπου παίζαμε δύο μπάσα, ντραμς και κρουστά, χωρίς κιθάρες βάζοντας το ένα μπασο σε παραμόρφωση. Και μετά προχωρούσαμε και γράφαμε άλλο κομμάτι που είχε δύο κιθάρες, ντραμς και keyboards χωρίς καθόλου μπάσο. Και μετά είχαμε άλλα τραγούδια που είχαν μόνο κρουστά και ψαλμωδίες. Η σκέψη ήταν να κρατήσουμε ζωντανό το ενδιαφέρον. Να συνεχίσουμε να εξερευνούμε και να βρίσκουμε νέους τρόπους να βάζουμε μαζί πράγματα".
Στην πραγματικότητα εκείνη την περίοδο οι Savage Republic θα μπορούσαν να είναι πολύ περισσότερο παράξενοι από ότι ήταν, με κιθάρες που μερικές φορές χρειαζόταν να είναι και οι έξι χορδές κουρδισμένες στον ίδιο τόνο ή εμφανίσεις που έδειχναν τον κιθαρίστα/μπασίστα/percussionist Port να καταστρέφει βιβλιοθήκες πάνω στην σκηνή. Ο υπνωτικός βόμβος της κιθάρας των ορχηστρικών τους κομματιών στα μέσα και τέλη της δεκαετίας του '80 ωστόσο ήταν πολύ μακριά, από την μουσική που οι πρώην μαθητές του UCLA  Licher και Mark Erskine ξεκίνησαν το 1980. Χτυπώντας μεταλλικά κρουστά στους αγωγούς κάτω από το πανεπιστήμιο (για τον ιδαίτερο ήχο) το ντουέτο τελικά αναμίχθηκε φτιάχνοντας τους Africa Corps, που έγιναν Savage Republic, μόλις πριν την αρχική τους ηχογράφηση το 1982. H noise-rock ήταν πολύ μεγαλύτερο στοιχείο στις πρώιμες κυκλοφορίες του γκρουπ, καθώς οι μουσικοί χρησιμοποιούσαν δοχεία λαδιού, μεταλλικούς αγωγούς, βαρέλια 55 γαλονιών και παράξενα κουρδισμένες κιθάρες σε αναζήτηση χώρων που καμία "rock" μπάντα δεν είχε ποτέ πατήσει. Σε ένα μεγάλο βαθμό πέτυχαν το σκοπό τους με το πρώτο LP τους Tragic Figures.

Tragic Figures


"Ακόμα επιστρέφω για να ακούσω το Tragic Figures μερικές φορές και σκέφτομαι ότι τίποτα δεν ακούγεται έτσι πριν ή και μετά από αυτό" ισχυρίζεται ο Licher. "Κάθε τραγούδι σε αυτό τον δίσκο είναι τελείως διαφορετικό από κάθε άλλο στον ίδιο δίσκο. Νομίζω ότι αυτός είναι ένας από τους λόγους που τον κάνουν μοναδικό". Οι Savage Republic ήταν επίσης αποφασισμένοι να αποφύγουν να επαναλαμβάνονται πάνω στην σκηνή. Πράγματι, επί σκηνής είναι δύσκολα ένας κατάλληλος όρος για να περιγράψεις παραστάσεις στο Κάνσας (όπου ο Port κατέστρεψε εκείνη την βιβλιοθήκη που χρησιμοποιούσε σαν percussion), αλλά και σε ένα οικόπεδο που χρησιμοποιείτο για πάρκινγκ στο Skid Row του Λος Άντζελες, κέντρο των αστέγων, όπου η μπάντα έπαιξε για ένα κοινό αποτελούμενο από πόρνες, χρήστες και άστεγους. O εξωστρεφής Port επίσης έβαλε τα δυνατά του να σπάσει τα σύνορα ανάμεσα σε μια επί σκηνής rock παράστασης και μιας έκφρασης τέχνης καίγοντας κάδους σκουπιδιών γεμάτους με φύλλα πάμπας. Σύμφωνα με τον Licher, "Όταν πρωτο-ξεκινήσαμε, κάθε φορά κάναμε διαφορετικό σόου για περίπου τον πρώτο χρόνο ή κάτι τέτοιο, θα παίζαμε κάτι που ποτέ πριν δεν είχαμε παίξει live ή θα ξαναδουλεύαμε ένα τραγούδι, έτσι ώστε να είναι διαφορετικό από ότι το είχαμε παίξει την προηγούμενη φορά. Πάντα θέλαμε να έχουμε κάτι καινούριο κάθε φορά που παίζαμε". Και θα μπορούσε να πρόσθετε, να κάνουμε δίσκους που φυσικά θα έδειχναν διαφορετικοί από οτιδήποτε άλλο. Οι περισσότερες κυκλοφορίες των Savage Republic έγιναν στην δισκογραφική (ακόμα ενεργή) του Licher, Independent Project Records. Πράγματι η καλλιτεχνική επιμέλεια της IPR θα κέρδιζε μια πρόταση για Grammy για το πρώτο άλμπουμ των Camper Van Beethoven, (Telephone Free Landslide Victory), όπως και για το πρώτο άλμπουμ των For Against, (Echelons), αλλά επίσης είχαν πελάτες όπως οι REM που είχαν την IPR να κάνει μία από τις Χριστουγεννιάτικες κυκλοφορίες για το fan club τους. Στα μέσα της δεκαετίας του '80, η μπάντα άρχισε να τραβάει σε διαφορετικές κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα την αποχώρηση κάποιων original μελών και την ανάπτυξη σε ένα πιο προσβάσιμο, ορχηστρικό, κιθαριστικά προσανατολισμένο ήχο. Αυτό δυνάμωσε την δουλειά τους, καθώς οι κιθάρες που χρησιμοποιούνται με βόμβο, δημιουργούν μια υπνωτική και σαγηνευτική μοντέρνα ψυχεδελική μουσική, με δυνατά στοιχεία από surf ήχους αλλά και ήχους της Μέσης Ανατολής. Το Ceremonial (1985) είναι πιθανόν το δυνατότερό τους trance-rock .
Ceremonial 


Η εμπορική επιτυχία (ακόμα και με τα στάνταρ της εναλλακτικής rock) δεν υπήρξε ποτέ κάτι που θα απασχολούσε την μπάντα. Θα βασίζονταν πάντοτε σε ένα αρκετά πολυάσχολο live πρόγραμμα στο underground κύκλωμα και απροσδόκητα μεγάλο κοινό σε χώρες όπως η Ελλάδα μας, όπου θα μπορούσαν να ξεπουλήσουν σε μερικά από τα μεγαλύτερα κλαμπ. Ο Thom Fuhrmann είχε πει “Η σχέση του γκρουπ με την Ελλάδα προέκυψε τυχαία, όταν ο Bruce αποφάσισε οι Savage Republic να διασκευάσουν τον «Αντώνη» του Θεοδωράκη. Πρώτη φορά παίξαμε στην Ελλάδα το 1987, ενώ επιστρέψαμε έναν χρόνο αργότερα για να ηχογραφήσουμε το Customs. Ερωτεύτηκα τους ανθρώπους της Ελλάδας και τον πολιτισμό τους. Τότε υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα επιστρέψω για να ηχογραφήσω ακόμα έναν δίσκο. Δεν θυμάμαι πόσες φορές έχουμε εμφανιστεί ζωντανά στην Ελλάδα, όμως σίγουρα αποτελεί το αγαπημένο μας συναυλιακό μέρος στον κόσμο, το σπίτι μας όταν βρισκόμαστε μακριά από το δικό μας…”.

Song for Adonis


Αλλά στα τέλη του '80 η μπάντα άρχισε να διαλύεται, καθώς διάφορα μέλη ήθελαν να ακολουθήσουν διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο Bruce Licher είναι ο μόνος μόνιμος στα πολλά line-up του γκρουπ και η απόφασή του να μετακινηθεί αποτελεσματικά κατέστρεψε την συνέχεια του σχήματος. Ο Licher που έπαιξε ορχηστρικό πειραματικό rock με τους Scenic, εξηγεί, "Προσωπικά τα ενδιαφέροντά μου ακουμπάνε πιο πολύ στο ορχηστρικό υλικό, όπως πολύ καλά φαίνεται από ότι έχω κάνει. Στο πρώτο άλμπουμ ήμουν πολύ στο industrial, στους βιομηχανικούς θορύβους εκείνης της εποχής, όπως οι Throbbing Gristle περίπου. Νομίζω ότι ήταν αλήθεια σημαντικό να βγάλουμε προς τα έξω κάτι επιθετικό που θα μπορούσες να κάνεις χτυπώντας ένα κομμάτι μέταλλο. Τελικά έφτασα στο σημείο να αισθανθώ ότι "όχι αυτό το έχω κάνει δεν χρειάζομαι πια να το κάνω ξανά". "Αισθάνθηκα ότι τα μακρύτερα σε διάρκεια και πιο ορχηστρικά κομμάτια ήταν ο χώρος που έπρεπε να μπω πιο βαθιά και βίωσα κάποια πιο ώριμα συναισθήματα. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που η μπάντα πέρασε μέσα από τόσες μεταλλάξεις. Και γιατί τελικά διαλυθήκαμε ήταν επειδή υπήρχαν άλλα μέλη της μπάντας που επιθυμούσαν να συνεχίσουν αυτό το επιθετικό στυλ". "Ο Port και άλλα μέλη, ο Greg Grunke, και ο Thom Fuhrmann", σημειώνει ο Licher "συνέχισαν να δουλεύουν μαζί, και ήθελαν να χρησιμοποιούν το όνομα του γκρουπ. Εγώ αποφασιστικά τους συμβούλεψα να μην το κάνουν. Τους είπα ότι θα έπρεπε να προσπαθήσουν να τα βγάλουν πέρα με κάτι δικό τους. Αυτοί με "έγραψαν" για λίγο αλλά όλοι είμαστε φίλοι τώρα πια".

Varvakios


 Οι τωρινές μπάντες της IPR όπως οι Scenic και οι Tone Sustain σηκώνουν κάποια προσομοίωση με τους Savage Republic στην χρήση των κρεσέντο της post-punk κιθάρας στα ορχηστρικά κομμάτια. Αλλά όπως μας λέει ο Licher υπερήφανα δεν είναι ο ήχος που εύκολα μπορεί κανείς να μιμηθεί. "Δεν είναι όπως οι Nirvana ή οι My Bloody Valentine, κάποια από αυτές τις μπάντες όπου υπάρχουν πλήθος ανθρώπων που λένε ¨Ναι, είναι cool ήχος, θα το κάνουμε". Είναι λίγο πιο διακριτικό με απλά λόγια στους Savage Republic. Oι Savage Republic δεν επηρέασαν τόσο πολύ σε θέμα ήχου, αλλά μόνο στο γεγονός ότι κάναμε κάτι αλήθεια διαφορετικό, ενδιαφέρον και μοναδικό".

Tabula Rasa


ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

Tragic Figures (1982)

Ceremonial (1985)


Jamahiriya Democratique et Populaire de Sauvage (1988)


Customs (1989)


1938 (2007)


Varvakios (2012)


Aegean (2014)




ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ




Κυριακή 17 Ιουνίου 2018


AISHA KANDISHA'S JARRING EFFECTS


ΥΒΡΙΔΙΑ ΤΟΥ POST-PUNK (PART 1)


ΕΙΣΑΓΩΓΗ 

To post-punk πρέπει να είναι ο πιο κακοποιημένος, αν όχι χωρίς έννοια όρος σε όλη την rock. Αν συμφωνήσουμε ότι το πρώτο κύμα της punk-rock καταλάγιασε γύρω στο 1980, αυτό σημαίνει ότι το περισσότερο underground rock στα επόμενα 30+ χρόνια βρίσκεται κάτω από την ομπρέλα του post-punk; Ένας χονδρικός ορισμός θα το περιέγραφε απλώς σαν underground rock που ξεπήδησε μετά τον απόηχο της αρχικής πυροδότησης του punk/new wave, συνδυάζοντας αυτό που έλεγαν punk/new wave με τελείως διαφορετικές επιρροές από την pop του '60 και την exotica , στην avant-garde jazz, την ηλεκτρονική, την dub και την hip-hop. Όλα τα σχήματα που περιγράφονται ως post-punk κυριολεκτικά μετριούνται σε χιλιάδες. Το να λυχνίσουμε τρία από αυτά, πιθανώς θα θεωρηθεί ανοσιούργημα από όσους πιστά πηγαίνουν τακτικά στα δισκάδικα κάθε εβδομάδα ψάχνοντας στα εξειδικευμένα ράφια της indie. Οι καλλιτέχνες που θα παρουσιάσουμε στα τρία μέρη που θα ακολουθήσουν είναι πραγματικά παράξενοι, ευέλικτοι και μη κατηγοριοποιήσιμοι όπως ο συνδυασμός των επιρροών τους θα σας οδηγούσε να πιστέψετε. Και ακόμα μέσα στον κόσμο της εναλλακτικής rock οι συνεισφορές τους δεν έχουν σχετικά γραφτεί και οι δίσκοι τους σπανίως ακούγονται, ακόμα και από μη εμπορικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς σε όλο τον κόσμο. Στόχευαν και στοχεύουν στο μέλλον της rock; Ελπίζω όχι. Όχι επειδή δεν αξίζει η μουσική τους. Αλλά επειδή προκαλεί εύκολες απομιμήσεις.

Sankara


Περπάτησε μέσα σε μια μεγάλη Μαροκινή πόλη και πολύ σύντομα θα ακούσεις τον παραδοσιακό ήχο της shabee χορευτικής μουσικής. Μια μεθυστική μίξη από Αραβικές και Αφρικανικές επιρροές και σαν τρανς Μαροκινοί ρυθμοί και τελετουργίες είναι αυτό που παίζεται με όργανα όπως βιολί, μαντολίνο και λάουτο, απέναντι στα εξωτικά κρουστά bendir και darbukka. Στον ίδιο χρόνο ραδιόφωνα και κασσετόφωνα θα "σπάνε" με τα τελευταία Αμερικανικά και Ευρωπαικά hip-hop, house και techno. Θα σκεφτόσουν ότι ο συνδυασμός των παραδοσιακών Μαροκινών ήχων και της νέας Δυτικής τεχνολογίας θα ήταν το αναμενόμενο επόμενο βήμα. Ωστόσο οι Aisha Kandisha's Jarring Effects δεν προχώρησαν τόσο διστακτικά στην μοντέρνα εποχή, αλλά όπως ρίχνεις ένα τούβλο έξω από το παράθυρο.

Laroussa


 Η πρόθεση ήταν ξεκάθαρη από τις πρώτες νότες του πρώτου τραγουδιού του ντεμπούτο άλμπουμ τους, καθώς βιομηχανικoί ήχοι επιταχύνουν και επιβραδύνουν μέχρι ένα σταμάτημα, καθώς μια ρομποτική φωνή μουρμουρίζει ακατανόητα, όπλα πυροβολούν, μέταλλα χτυπάνε μεταξύ τους και γυαλιά σπάνε. Μόνο όταν τα στοιχειωτικά έγχορδα αρχίζουν να παίζουν και τα παραδοσιακά κρουστά ξεκινούν, συνειδητοποιείς ότι πρόκειται περί ενός Μαροκινού άλμπουμ. Για τα επόμενα σαράντα λεπτά του El Buya, οι AKJE (όπως εν συντομία αυτοαποκαλούνται) απογειώνονται για μια μοναδική κούρσα που περιέχει παραδοσιακή Μαροκινή μουσική μέσα από την τελευταία λέξη της ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Οι πλατφόρμες στα πικάπ κουνιώνται εμπρός πίσω και τα κρουστά ακούγονται σαν μεταλλικό τενεκεδάκι παγιδευμένο στο απώτερο διάστημα. Τα φωνητικά και οι ψαλμοί που σε στοιχειώνουν μερικές φορές θρυμματίζονται σε τραυλίσματα και επαναλήψεις. Τριξίματα και μυστηριώδεις εξάρσεις βιομηχανικών εφέ, θόρυβος από πλήθος και αντήχηση παρεμβαίνοντας απρόβλεπτα, μερικές φορές ταξιδεύουν από ηχείο σε ηχείο. Όμως ποτέ δεν "πνίγουν" τα παραδοσιακά Μαροκινά βιολιά, τις κιθάρες, καθώς και τα όμορφα φωνητικά που φέρνουν θλίψη και που αποτελούν τα θεμέλια των κομματιών.

Majiti Mataliti


 Κυκλοφορώντας το 1991 (αν και ηχογραφήθηκε το 1988 και 1989), το El Buya ειλικρινά ακούγεται όπως κανένα άλλο άλμπουμ έχει ποτέ ακουστεί. Πολλά Αφρικανικά, Μεσανατολικά και Ασιατικά γκρουπ είχαν προσπαθήσει να προσαρμόσουν παραδοσιακές μουσικές του κόσμου με την υπερσύγχρονη τεχνολογία, συνήθως καταλήγοντας να ακούγονται σαν κοινότοπα ντίσκο με ελαφρές παραλλαγές παρά σαν την πύλη προς τον εικοστό πρώτο αιώνα. Οι Aisha Kandisha ξέφυγαν από το σωρό, χρησιμοποιώντας ραπ, dub και τεχνικές DJ στην δική τους εγχώρια μουσική, παρά προσεγγίζοντας το θέμα από τον άλλο δρόμο "πνίγοντας" τα μη Δυτικά στοιχεία με ηλεκτρονικά κρουστά και φάνκυ μπάσα. Και έρχεται σαν έκπληξη το να μαθαίνουμε ότι οι πρόδρομοι της Μαροκινής avant-pop είναι άγνωστοι στην ίδια τη χώρα τους, όπου ποτέ δεν έπαιξαν live ή κυκλοφόρησαν δίσκο. Ακόμα και το όνομά τους εγείρει ζήτημα αντιπαράθεσης στην Μαροκινή κουλτούρα, όπου η Aisha Kandisha είναι κάτι σαν μάγισσα, σαν θηλυκό πνεύμα που μπορεί όπως λένε οι θρύλοι να καταστρέψει άντρες, οδηγώντας τους στην παράνοια, κάνοντάς τους ακόμα και να αυτοκτονήσουν. Ιδιαίτερα ανάμεσα στις μεγαλύτερες γενιές, και το να εκστομίσεις το όνομα αυτό εμπνέει φόβο.
Aisha Kandisha


Είναι δύσκολο να συγκρίνει κανείς την κατάσταση στην Αμερική, όπου παρά τις πανταχού παρούσες γονικές προειδοποιήσεις, μπάντες αποκαλούμενες Elvis Hitler ή Dead Kennedys δεν αντιμετωπίζουν περιθωριοποίηση. Έτσι οι AKJE κυκλοφόρησαν τους δίσκους τους στην Ευρώπη και έχουν βρεί τους ακροατές τους-αν και παραμένουν λίγοι-στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Αμερική. Δοθείσης της μετωπικής σύγκρουσης της Δύσης και της Βόρειας Αφρικής μέσα στην μουσική τους, κάνει αίσθηση ότι ένας από τους βασικούς αρχιτέκτονες του ήχου είναι ο Pat Jabbar, ένας Ελβετός μουσικός που συχνά πειραματίζεται με προγραμματισμό. Η Barbarity (δισκογραφική) που ανήκει στον Jabbar έγινε ένα εργαστήρι για αρκετούς Μαροκινούς που εξερευνούν την πολιτισμικές συγχωνεύσεις, περιλαμβάνοντας επίσης την Ahlam, τους Amira Saqati και τους Argan (όλοι παρουσιάζουν συνεργασίες με μέλη των AKJE). Ο αγγλόφωνος Jabbar που εδρεύει στη Βασιλεία της Ελβετίας είναι κάτι σαν σύνδεσμος μεταξύ των Δυτικών media και των Μαροκινών μουσικών, κυκλοφορώντας τους δίσκους τους για τις διεθνείς αγορές, συχνά επεξεργαζόμενος τα ηλεκτρονικά της παραγωγής και προωθώντας τους δίσκους ο ίδιος. Ο Jabbar έπαιζε σαξόφωνο με ska και punk μπάντες όταν για πρώτη φορά επισκέφτηκε το Μαρόκο το 1985, όταν "τζάμαρε", όπως ο ίδιος το θέτει με hip-hop Μαροκινούς μουσικούς, πράγμα που οδήγησε στο El Buya.

El Farrah


Οι Μαροκινοί μουσικοί είχαν ήδη εκτεθεί στην ραπ, στο hip-hop, στη ρέγγε και στην νέγρικη χορευτική μουσική σε ραδιοφωνικά προγράμματα που μεταδίδονταν στην Ταγγέρη και στην Καζαμπλάνκα. "Μάλλον δεν ενδιαφέρονταν και πολύ στο να προσπαθήσουν να κάνουν μια "διασταύρωση" εκείνο τον καιρό" εξηγεί ο Jabbar. "Αυτό ήταν μάλλον δική μου επιρροή, ασυναίσθητα". Ο M.Y. Ahmed, εκείνο τον καιρό τραγουδιστής με μία παραδοσιακή shabee μπάντα, έγινε ο lead singer των AKJE, μετά την ασυνήθιστη μίξη τους. "Ήμασταν ήδη σε ένα θορυβώδη βιομηχανικό δρόμο" εξομολογείται ο Jabbar. Επτά μουσικοί συνεισέφεραν στο El Buya στο βιολί, στο μαντολίνο, στη darbukka, στο bendir, στο percussion, στην ηλεκτρική και ακουστική κιθάρα και σε ότι απλά επισημαινόταν από τον μουσικό τύπο ως "θόρυβοι". Το τελευταίο κομμάτι με τον αινιγματικό τίτλο "Roof Fish Suck 2", ένα πιο πολύ ορχηστρικό κομμάτι με lo-fi (Low Fidelity), δίνει μια ιδέα του πως τα βασικά κομμάτια θα ακούγονταν πριν διανθιστούν με τους "θορύβους". Και αποτελεί επίσης ένα από μερικά από τα πιο "εξ'εμπειρίας" φτιαγμένα και μιξαρισμένα κομμάτια ανάμεσα στις ηχογραφήσεις της περιόδου του '90. Η μίξη έγινε από τον Jabbar και τον Fido K. πίσω στη Βασιλεία, κάνοντας το άλμπουμ μια διαπολιτισμική συνεργασία στην κυριολεξία αλλά και στο πνεύμα.
Roof Fish Suck 2


O Jabbar παρατηρεί πως η σχετικά πρωτόγονη κατάσταση της τεχνολογίας για ηχογραφήσεις στα Μαροκινά στούντιο θα έκαναν δύσκολο να ηχογραφήσει και να μιξάρει κάποιος ταυτόχρονα. "Οι περισσότεροι Μαροκινοί δεν αντέχουν οικονομικά να αγοράσουν ένα μίκτη ή κομπιούτερ ή συνθεσάιζερ. Επομένως είναι πολύ δύσκολο να αποκτήσεις καλό εξοπλισμό. Τα καλύτερα πράγματα βρίσκονται σε μεγαλύτερα στούντιο. Πρέπει να τα νοικιάσεις και αυτό είναι πολύ ακριβό. Αν για παράδειγμα έχεις δέκα ημέρες παραγωγή στην Καζαμπλάνκα είναι πιο ακριβά από το στούντιο του Fido εδώ στην Ελβετία. Οι περισσότερες μπάντες κάνουν ηχογράφηση δυό κομματιών, τα πάντα σε δύο κομμάτια. Κάνουν την μίξη κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων-εντελώς τρελό. Τώρα με αυτά τα νέα στούντιο στην Καζαμπλάνκα κάνουν μια κανονική ηχογράφηση σε μία μέρα και την επόμενη κάνουν την μίξη. Δεν κάνουν πολλές συνθέσεις και προσπαθούν να παίξουν με τα εφέ. Είναι περισσότερο ή λιγότερο μια πολύ φυσιολογική μίξη". Το ταμπού που περικυκλώνει το όνομα Aisha Kandisha λέει ο Jabbar, δεν αποτελεί ένα σοβαρό εμπόδιο στην αποδοχή των AKJE στην Μαροκινή αγορά, όσο ο ψυχρός παράγοντας ότι η μουσική τους είναι απλά τόσο εκκεντρική. "Στο Μαρόκο είναι πολύ δύσκολο να πουλήσεις αυτό το είδος της μουσικής, επειδή είναι πολύ avant-garde. Το Marrakech είναι σταθερά πολύ δημοφιλές, πολύ παραδοσιακά προσανατολισμένο. Οι περισσότεροι άνθρωποι είτε ακούν hip-hop και techno και καθαρά Ευρωπαική μουσική, ή προτιμούν την καθαρά Μαροκινή ή Αλγερινή ή την Moroccan rai . Αυτό το είδος του πειραματισμού ίσως είναι τόσο βαρύ για τους περισσότερους ανθρώπους". Και προφανώς για την Μαροκινή μουσική βιομηχανία."Οι νέοι άνθρωποι νομίζω θα το αποδέχονταν εάν γνώριζαν ότι υπάρχει. Αλλά μια δισκογραφική δεν θα έπαιρνε το ρίσκο να το βάλει στους καταλόγους της επειδή νομίζουν ότι είναι τόσο απόμακρο. Προτιμούν κάποια εμπορικά rai ή κάποια shabee ή οποιαδήποτε δημοφιλή μουσική ακόμα και εντελώς μοντέρνα". Έτσι το El Buya διανεμήθηκε αρχικά στο Ευρωπαικό και Αμερικανικό εναλλακτικό/underground κοινό, πράγμα που τελικά οδήγησε σε μια καίρια επαφή με την μπάντα. Συνάντησαν τον Randy Barnwell της Sub Rosa Records στην Ταγγέρη, στο σπίτι του φημισμένου συγγραφέα Paul Bowles (The Sheltering Sky). Ο Barnwell ήταν καλός φίλος με τον Bill Laswell τον διάσημο μπασίστα από την Νέα Υόρκη και παραγωγό του οποίου οι παραγωγές κατά τα φαινόμενα τιμούν κάθε άλλο πειραματικό rock δίσκο (όπως επίσης και mainstream πρότζεκτς με τους Mick Jagger, Yoko Ono, Laurie Anderson και τους Ramones). Ο Barnwell, θυμάται ο Jabbar, έστειλε μια κόπια του El Buya στον Laswell. Αφού ανακάλυψε ότι το γκρουπ σχεδίαζε να κάνει ακόμα ένα άλμπουμ ο Laswell έγινα αλτρουιστικά εθελοντής στο να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην παραγωγή. Επίσης έπαιξε μπάσο σχεδόν στο μισό Shabeesation που βγήκε το 1993 και κυκλοφόρησε το 1995 από την Rykoside. Ο Bernie Worrel των Parliament-Funkadelic και ο Umar Bin Hassan έκαναν επίσης guest εμφανίσεις στον δίσκο που είχε πολύ περισσότερο χορευτική διάθεση από το ντεμπούτο τους.
Lahbab


 "Είναι πραγματικά σπουδαίος" ενθουσιάζεται ο Jabbar για τον Laswell. "Είναι απίστευτο που ποτέ δεν θέλει να ακούσει μια κασέτα πριν την παραγωγή. Απλά λέει εντάξει, έρχεσαι, φέρνεις τα μηχανήματά σου και ακούει μια φορά τα τραγούδια στο στούντιο. Την επόμενη φορά παίζει λίγο μπάσο. Την τρίτη φορά ηχογραφεί και την τέταρτη είναι ήδη μιξαρισμένη η παραγωγή". To Shabeesation πρέπει να είναι περισσότερο αποδεκτό σε κοινό προσανατολισμένο στον χορό, αλλά χάνει σε αυθορμητισμό και σε εξέχοντα παραδοσιακά στοιχεία, που ήταν τόσο καίρια στο πρώτο άλμπουμ τους, αντικαθιστώντας τα με μάλλον τυπικά ρυθμικά τμήματα και επεξεργασμένα στο κομπιούτερ βασικά. Ο Jabbar μοιάζει να έχει συνηθίσει να εξηγεί την μετάβαση "Ίσως έπρεπε να πάμε περισσότερο προς τον χορό κάπως" παραδέχεται "επειδή είναι πιο ελκυστικό, πιο εύκολο να εκτεθεί στους Ευρωπαίους ακροατές και να παίξει περισσότερο στο ράδιο". "Στην αρχή" λέει "δεν υπήρχαν εμπορικές προθέσεις. Ήταν μουσική που κάναμε για το κέφι μας και ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό μας να έχουμε δισκογραφική ή να φτιάξουμε άλλες μπάντες. Η ανταπόκριση ήταν τόσο καλή και υπήρχε τόσο μεγάλη ζήτηση για τέτοια μουσική που σκεφτήκαμε ωραία γιατί δεν κάνουμε άλλο ένα άλμπουμ; Δεν σκεφτήκαμε τόσο πολύ ότι αυτό το τραγούδι πρέπει να είναι techno, αυτό ρέγγε ή κάπως έτσι. Απλά έρχεται κάπως αυτοματοποιημένα".

Zin


Ο Jabbar στην πραγματικότητα διέκοψε τις σπουδές του για να προσπαθήσει να κερδίσει το ψωμί του από τη μουσική με την δισκογραφική Barbarity. Στην χούφτα των κυκλοφοριών της Barbarity είναι στην πραγματικότητα το ντεμπούτο της Ahlam (Revolt Against Reason), παρά το Shabeesation που έρχεται πιο κοντά στον αυθορμητισμό και στην καύση της παραδοσιακής με την ηλεκτρονική μουσική του El Buya. Ολόκληρη η σύνθεση της Barbarity, σαν τους AKJE, εστιάζουν περισσότερο σε διεθνή επιτυχία, από το να πουλάνε δίσκους στη χώρα τους. Όχι μόνο γιατί η μουσική θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως πολύ avant-garde ή ακόμα λόγω της περιστασιακά αμφιλεγόμενης κλίσης μερικών στίχων της Barbarity. (Το "El Quods" της Ahlam για παράδειγμα είναι ένα κάλεσμα για ειρήνη μεταξύ Αράβων και Εβραίων, που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως εξαιρετικά εμπρηστικό στην κοινωνία του Μαρόκο). Είναι επίσης επειδή ακόμα και οι μεγαλύτεροι Μαροκινοί σταρ, λέει ο Jabbar, δεν κατέχουν δικαιώματα για τις ηχογραφήσεις. "Ακόμα και μια εντελώς δημοφιλής μπάντα θα ηχογραφούσε για 10.000 δολλάρια και αυτό είναι όλο. Υπάρχουν μερικές μπάντες που πουλάνε σχεδόν μισό εκατομμύριο κασέτες. Οι περισσότερες από τις μπάντες αυτές δεν βλέπουν ούτε σεντ γι'αυτό. Οι περισσότεροι από τους καλλιτέχνες κατακλέβονται πράγμα πολύ λυπηρό νομίζω". Αυτό μειώνει το κίνητρο ακόμα και στην υποστήριξη ενός δίσκου, πράγμα που σε κάποιο βαθμό εξηγεί γιατί όπως παρατηρεί ο Jabbar αν οι καινοτόμες Μαροκινές μπάντες μπορέσουν να κερδίσουν την αποδοχή στο έδαφός τους έχει καλώς. Αν όχι δεν τους νοιάζει. Για αυτούς είναι σημαντικότερο, δυστυχώς κάποιες φορές, να ακουστούν έξω από το Μαρόκο.

Fin Roh


Ειρωνικά όταν οι AKJE προσκλήθηκαν να ταξιδέψουν στην Αμερική, όπου θα "άνοιγαν" για τον rai τραγουδιστή Cheb Tati, τους ειπώθηκε από τον Αμερικανό πρέσβυ στην Καζαμπλάνκα ότι ήταν σχεδόν αδύνατον να πάρουν visa (αν και το γκρουπ είχε περιοδεύσει στην Ευρώπη). Μη θέλοντας να παίξουν στο Marrakech, μη μπορώντας να παίξουν στην Αμερική, οι AKJE είναι σχεδόν underground όχι από επιλογή τους- μια "world music" μπάντα που έχει προσπαθήσει να φέρει κοντά δυό ηπείρους χωρίς ουσιαστικά να μπορεί να παρουσιάσει την δουλειά της σε καμία από αυτές.

Muey A Muey


ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

Ώρα να πούμε αντίο ή μάλλον "salam" στους Aisha Kandisha. Όχι την μάγισσα που θα σε έκανε να χάσεις το μυαλό σου, αλλά στην μπάντα που είναι ακόμα έτοιμη να σου κάνει μάγια με τους ρυθμούς και τους συνδυασμούς των ήχων τους.



ΒΑΣΙΛΗΣ

Τρίτη 12 Ιουνίου 2018



LEE HAZLEWOOD


"Poet, Fool or Bum?"



Αυτό ήταν το ερώτημα που ο Lee Hazlewood πόζαρε στο άλμπουμ του το 1973. Η New Musical Express απάντησε στην ερώτηση με κριτική μιας λέξης, παρμένης από τον τίτλο και με πολλά υπονοούμενα: "Bum"(Αλήτης). Για ένα αυξανόμενο κοινό ακροατών, η απάντηση δεν είναι έτσι εύκολη. Πως μπορείς να δικάσεις έναν άντρα που ακούγεται σαν τον Johnny Cash μάλλον έχοντας κάνει γαργάρες με ξυριστικές λεπίδες; Ποιός δεν μπορεί να αποφασίσει αν είναι ένας ακόμα γλυκανάλατος τραγουδιστής του Nashville  ή ένας μελαγχολικός απομονωμένος Leonard Cohen? Ποιός βίωσε τεράστια εμπορική επιτυχία με την παραγωγή σε ποπ σταρς όπως η Nancy Sinatra και o Duane Eddy, αλλά τακτικά έβγαζε εκκεντρικά σόλο άλμπουμ που θα μπορούσαν να προσελκύσουν μόνο τον πιο στενό κύκλο ακροατών; Ποιός επένδυσε ένα σημαντικό μέρος χρόνου και προσπάθειας στα sessions για την παραγωγή σε άλλους, αλλά έμοιαζε να κάνει πολλούς δικούς του δίσκους σαν να έκανε αγώνα ταχύτητας με το ρολόι του στούντιο; Ποιανού το όνομα μπήκε στα chart δημιουργώντας παράταιρο ζευγάρι με την κόρη του πιο φημισμένου Αμερικανού ποπ τραγουδιστή του εικοστού αιώνα;

Nancy Sinatra & Lee Hazlewood - Summer Wine




Κανείς δεν είναι σίγουρος, εάν ο Hazlewood προσπαθούσε να κάνει βαρυσήμαντες δηλώσεις ή κατασκεύαζε κάτι μεγάλο μέσα στο συμπαντικό αστείο. Ίσως ο Lee να μην ήταν κι αυτός ο ίδιος σίγουρος. Ο Hazlewood αρνείται να ξεκαθαρίσει το μυστήριο, αποφεύγοντας τα μέσα όπως ένας ασθενής το επόμενο ραντεβού του στον οδοντίατρο. Θα πρέπει να κατέχει τον τίτλο του πιο "γλυστερού" χελιού, μιας και ο τόπος που μπορεί να βρισκόταν δεν μπορούσε να διασταυρωθεί. Ήταν στην Σουηδία. Ήταν στην Ισπανία. Ήταν στο Λας Βέγκας? Ή μάλλον όχι. Αλλά ναι ήταν στην Αμερική. Που όμως; Κανείς δεν γνωρίζει. Ακόμα και οι συνεργάτες του φαίνονται ανίκανοι να δώσουν παγιωμένη εικόνα στο συγγραφικό του έργο και γενικότερα στην κοσμοθεωρία του. Τι είχε στο μυαλό του όταν έγραφε τραγούδια για βελούδινα πρωινά και μυστηριώδεις γυναικείες υπάρξεις με το όνομα Φαίδρα; Κανείς δεν θα μπορούσε να μας πει. Ήταν τόσο παράξενος σαν τύπος για να δουλέψεις μαζί του όπως οι φήμες λένε; Ε ναι (δεν ακολουθεί επεξήγηση). "Δεν με εκπλήσσει καθόλου" λέει ο Billy Strange, ό οποίος συνεργάστηκε εκτενώς μαζί του τη δεκαετία του '60. "Ξεγλύστραγε ακόμα και όταν δουλεύαμε μαζί στο Χόλιγουντ τότε. Υπάρχουν πράγματα στο μυαλό του, που κανένας άλλος δεν γνωρίζει". Ο Hazlewood είναι περισσότερο αναγνωρίσιμος/περιβόητος για τις ηχογραφήσεις του από το '60, αλλά και στις αρχές του '70, όπως επίσης για τα χιτ που έγραψε και έκανε παραγωγή στην Nancy Sinatra, μεταξύ 1966 και 1968. (Η δισκογραφική του LHI επίσης κυκλοφόρησε τα σόλο άλμπουμ των International Submarine Band, το πρώτο country-rock γκρουπ του Gram Parsons και πιθανώς το πρώτο ολοκληρωμένο country-rock άλμπουμ). Ωστόσο, υπήρξε ενεργός στην μουσική βιομηχανία μέχρι τα μέσα του '50, όταν υπήρξε country DJ στο Φοίνιξ της Αριζόνα, μετακινούμενος στην παραγωγή με ένα country/style ροκαμπίλι  του Sanford Clark το "Fool, Fool, Fool" τo 1956. Άφησε το πρώτο πραγματικό σημάδι του με μια σειρά ορχηστρικά με τον κιθαρίστα Duane Eddy, ο οποίος εισήγαγε την επαναστατική προσέγγιση στο παίξιμο της κιθάρας με δυνατή αντήχηση σε κομμάτια όπως το "Rebel Rouser". "Υπήρχε ένας πιανίστας ο Eddie Duchin από την Νέα Υόρκη" θυμάται ο Al Casey, που έπαιξε σε πολλές παραγωγές του Hazlewood το '50 και το '60. "Θα έπαιζε την μελωδία στο πιάνο, πάντα πραγματικά σιγά, πράγμα ασυνήθιστο. Ο Lee ζήτησε στον Duane εάν μπορούσε να το κάνει αυτό με την κιθάρα του. Μετά δούλεψαν το τρέμολο στην κιθάρα και στο στούντιο και όλα αυτά και αυτό ήταν". Ήταν ένας συμπαγής "χαμηλός", γρυλίζων ήχος κιθάρας, που ουσιαστικά θα παρουσίαζε όλα τα χιτ του Eddy, μέχρι που η "κούρσα" τελικά σταμάτησε στις αρχές του '60, αν και ο Lee θα συνέχιζε να προσθέτει τέτοιους "χαμηλούς" ήχους κιθάρας σε πολλές επόμενες παραγωγές του. Μέχρι το 1960 ο Hazlewood είχε πάει στο Χόλιγουντ, όπου απασχολήθηκε κάνοντας παραγωγές, γράφοντας τραγούδια, βοηθώντας μικρές δισκογραφικές, ηχογραφώντας ως μέλος ενός folk γκρουπ που λέγονταν Shacklefords και έκανε τους δικούς του country-folk-pop-rock δίσκους. Έκανε μερικά ποπ χιτ κάνοντας παραγωγή και γράφοντας μερικό υλικό για τους Dino, Desi & Billy, που παρουσίαζε τους νεαρούς υιούς των Dean Martin και Desi Arnaz. Δεν ήταν μόνο για ένα τραγούδι που θα έμενε η ανάμνηση του Hazlewood σήμερα, αλλά και για τέτοιες μικρές επιτυχίες. Στα μέσα του '60, ο Lee άρχισε να δουλεύει με την κόρη του Frank Sinatra, Nancy, που ήταν έτοιμη να "πέσει" από την δισκογραφική του ίδιου του πατέρα της μετά από μια σειρά αποτυχιών. Η Nancy συνάντησε ένα demo από ένα τραγούδι του Lee το "These Boots Are Made for Walking", που ήθελε να το κάνει το επόμενό της single. Ο Lee διαφώνησε λέγοντας ότι θα έπρεπε να τραγουδηθεί από άντρα και όχι γυναίκα. H Sinatra τράβηξε το δρόμο της ερμηνεύοντάς το σε πολύ χαμηλότερο τόνο από ότι συνήθως έκανε. Το φημισμένο quarter-tone (διαστήματα μικρότερα του ημιτονίου) στο μπάσο, η ποικιλία στον ήχο που είχε εκπονήσει για τον Duane Eddy, ήταν ένα μεγάλο μέρος της γοητείας του δίσκου. Ζωηρές go-go τρομπέτες επίσης βοήθησαν το single στην πορεία του για νο1 και αυτό ήταν η καθιέρωση της συνεργασίας, από την οποία ο Lee θα έγραφε και θα έκανε παραγωγή τα περισσότερα single της Nancy.

Lee Hazlewood & Nancy Sinatra - These Boots Are Made For Walking



"Στην Νancy ηχογράφηση έκαναν άνθρωποι σαν τον Jimmy Bowen" επισημαίνει ο Billy Strange που συνεισέφερε ως συνθέτης στους δίσκους της. "Αλλά όλοι ήταν στο ίδιο μοτίβο με έγχορδα και κόρνες. Αυτό που πιστεύω έκανε τους συγκεκριμένους δίσκους, που κάναμε μαζί με τον Lee, μοναδικούς για την Nancy, ήταν η μάλλον country προσέγγιση πράγμα που κανείς δεν επεδίωξε ποτέ. Και για να το σώσουμε από το να είναι τελείως "κιτς" προσθέσαμε μερικές κόρνες. Εκεί ήταν η κόρη του διάσημου ποπ τραγουδιστή και στην πραγματικότητα δεν ήταν ούτε ποπ, ούτε country η ίδια. Επίσης πιστεύω ότι το "Boots" εκκεντρικό κομμάτι ον, ήταν μόλις το κερασάκι στην τούρτα". Ο Hazlewood και η Sinatra ήταν δύο πολύ διαφορετικά ταλέντα που ωστόσο χρειάζονταν ο ένας τον άλλο για να προκαλέσουν ενθουσιασμό στο κοινό. O Hazlewood είχε τα τραγούδια, το δαιμόνιο της παραγωγής, καθώς και το προνόμιο να έχει την αφρόκρεμα των session μουσικών, όπως ο κιθαρίστας James Burton, ο Glen Campbell και ο ντράμερ Hal Blaine. Η ιδιαίτερη με χροιά γυαλόχαρτου φωνή του Lee δεν θα μπορούσε ποτέ να προσελκύσει ευρύ κοινό. Η Sinatra με την γατίσια ματιά όμως, θα το έκανε με ευκολία και με τρόπο, ώστε να αγνοηθεί η περιστασιακή παράξενη λυρική εναλλαγή. Και μερικά από τα τραγούδια ήταν παράξενα, αν και οι ανατρεπτικές τους δομές υποτιμήθηκαν από τους εμπειρογνόμωνες της rock, σε μια περίοδο που το Sgt. Pepper, οι Doors, και ο Jimmy Hendrix άφηναν με το στόμα ανοιχτό τον κόσμο δεξιά-αριστερά. Το "These Boots Are Made for Walking" είχε μερικά σαδιστικά υπονοούμενα. Το "Friday's Child" και το "Love Eyes" ήταν στενάχωρα, με μπλουζ διάθεση, με καταθλιπτική μυστηριώδη ατμόσφαιρα, εντελώς παράξενο σε σχέση με το image της Nancy. Ο Hazlewood θα έκανε την αντίθεση στον επιδέξιο επαγγελματισμό-αλά Tijuana Brass-της τρομπέτας και των εγχόρδων, με τις fuzz κιθάρες και τις πινελιές που έμοιαζαν τόσο ανεπαίσθητα ψυχεδελικές. Πουθενά δεν φαίνεται αυτό καλύτερα από το "Lightning's Girl", ένα χιτ του 1967, που συνδύασε το riff fuzz κιθάρας με βιαίως ανερχόμενα βιολιά, που ήταν τόσο παράφωνα όσο το ορχηστρικό κρεσέντο στο "A Day in the Life" των Beatles και υπογραμμισμένο από την πιο "κακιασμένη" φωνή της Nancy Sinatra.

Nancy Sinatra - Lightning's Girl




Nancy & Lee ‎– Nancy & Lee (Reprise Records ‎– RS 6273) 1968
Ακόμα πιο κάτω από όλα αυτά, ήταν η μπαλάντα ενός καουμπόυ με χορωδία με προσποιητά συναισθηματικά φωνητικά για έμφαση. Λίγοι παραγωγοί και συγγραφείς τραγουδιών κατάφεραν να συνδυάσουν τόσα διαφορετικά στοιχεία και να μπουν στο top 40. Όμως επειδή ο Hazlewood ήταν πολύ πιο pop προσανατολισμένος από τους αναδυόμενους ψυχεδελικούς rock σταρς, δεν θεωρήθηκε μέσα σε αυτό τον χώρο, τον καιρό της αίγλης του. O Hazlewood κράτησε τις πιο παράξενες παραγωγές του με την Nancy ωστόσο, για μια σειρά που έκαναν σαν ντουέτο που αντιστάθμισε την υψηλή κοριτσίστικη φωνή της Sinatra με τα ιδιαίτερα χαμηλά εκτός τόνου μουγκρητά του ίδιου. Ήταν ένα ντουέτο της pop, όμως είχαν μια σειρά από χιτ με μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες, μυστηριώδεις συνθέσεις του Hazlewood, συνήθως να καυχιώνται αξέχαστες μελωδίες σε χαμηλή κλίμακα. Το "Sand" επισημάνθηκε ως η εφαπτομένη του Hazlewood στην ψυχεδέλεια, με μια εκκεντρική ηλεκτρική κιθάρα που ήταν απίστευτη ακόμα για τα στάνταρ του 1968.




Lee Hazlewood & Nancy Sinatra - Sand




"Το "Sand" ήταν το "Norwegian Wood" (Beatles) του Lee", είχε πει η Sinatra στον Al Quaglieri (παραγωγός και μηχανικός) σε μια συνέντευξη που επανεκτυπώθηκε στις σημειώσεις του CD της Sundazed (reissue) του LP της How Does That Grab You?. "Ένα τρέχων θέμα στα τραγούδια του ήταν το νέο κορίτσι με τον μεγαλύτερο άντρα. Αυτό ήταν η φαντασία του και το αιχμαλώτιζε όμορφα στο τραγούδι. Αλλά πρέπει να θυμάσαι ότι ήδη είχε κάνει αυτά τα τραγούδια. Εγώ ήμουν η δεύτερη γυναίκα που τα τραγούδησα. Η Suzi Jane Hokom ήταν η πρώτη. Οι ερμηνείες της Suzi ήταν καλές αλλά διαφορετικές. Με εμένα πήρε το μικρό κορίτσι το έβαλε με τις ενήλικες ιδέες και κάτι πολύ ενδιαφέρον συνέβη".
Το απόγειο της συνεργασίας τους ωστόσο, και πιθανώς το απόγειο της καριέρας του Hazlewood ήταν το "Some Velvet Morning", ένας δυνατός υποψήφιος για το πιο παράξενο κομμάτι που μπήκε ποτέ στο top 40. 
Όμορφα λυπητερά βιολιά, συστήνουν απανωτά riff πάνω στα οποία ο Hazlewood τραγουδάει για κάποιο βελούδινο πρωινό, όταν θα είναι "καθαρός" και ανοίξει τις πύλες κάποιου, προς ένα είδος παράδεισου. 
Παραισθήσεις από ναρκωτικά; Καθώς ζυγίζουμε αυτή την πιθανότητα, η Nancy παρεμβαίνει με την δική της πιο μελωδική και χαρούμενη φωνή, τραγουδώντας αγγελικά για λουλούδια και νάρκισσους και μετά ξαφνικά είμαστε πίσω στον Lee που αναμασά για μια αποκρυφιστική δύναμη που δίνει ζωή και την λένε Φαίδρα. 
H Nancy και ο Lee θα τραγουδάνε στο τέλος δύο εντελώς διαφορετικά τραγούδια, που συγχωνεύονται σε μία απλή ανεξιχνίαστη μελωδία τόσο υπνωτική όσο κάθε "ταξίδι".






Nancy Sinatra & Lee Hazlewood - Some Velvet Morning




Η συνεργασία Hazlewood-Sinatra στα τέλη του '60, είναι η πιο προσιτή δουλειά του Lee και δικαίως η πιο φημισμένη. Ακόμα οι λάτρεις του Hazlewood δεν σταματούν εδώ. Είτε λόγω τύχης, είτε λόγω επιμονής ή λόγω της ελευθερίας που έρχεται όταν κάνεις παραγωγή μαζικά σε επιτυχημένα χιτ single, o Hazlewood ηχογράφησε μια σειρά από παράξενα άλμπουμ για αρκετές διαφορετικές εταιρείες, που δεν θα μπορούσαν να πουλήσουν επιτυχώς το '60. Υπήρχε βεβαίως το θέμα της φωνής του Lee, που αγνοούσε τις πιο συμβατικές αντιλήψεις στο να κρατήσει ένα τόνο. Αυτό βέβαια έκανε και ο Bob Dylan, αλλά αυτός στόχευε ένα συγκεκριμένο αποξενωμένο νεανικό κοινό, με τα σουρεαλιστικά του ποιήματα. Τα τραγούδια του Hazlewood στις περισσότερες εμφανίσεις του ήταν τόσο τρελά όσο και η φωνή του. Υπάρχει το The N.S.V.I.P.'s (Not So Very Important People) που διασπείρει τους μακροσκελείς μονολόγους του Lee με folk μελωδίες, οι οποίες καταφέρνουν να κάνουν τα τραγούδια πολιτικά, χωρίς να συμπεραίνεται καμία πολιτική άποψη, όπως το "Have You Made Any Bombs Today".

Lee Hazlewood - I'm Gonna Fly




Το There's Trouble Is a Lonesome Town ένα concept άλμπουμ με τραγούδια για μια παραλίγο πόλη του Ουέστ ονόματι "Trouble", που ενώνονται μεταξύ τους με μακροσκελείς μονολόγους. Κάτι σαν να ακούς Johnny Cash (που ηχογραφούσε concept άλμπουμ για τρένα και φυλακές) χωρίς ανάλογο ταλέντο.
Lee Hazlewood - Trouble Is a Lonesome Town



Στο Love and Other Crimes o Hazlewood ακούγεται σαν τον Cash επίσης.

Lee Hazlewood - My Autumn's Done Come



To καλύτερό του άλμπουμ θα πρέπει να είναι το Lee Hazlewoodism: Its Cause and Cure που περιέχει δέκα συμπαγείς μελοδραματικές folk-pop μελωδίες. Κάθε επιτυχία στο να παρουσιάσει ένα ισορροπημένο άτομο καταστρέφεται στις σημειώσεις του ιδίου "Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες διέθεταν ένα μικρό μέρος χρημάτων που δίνει από τον πόλεμο του Βιετνάμ μέχρι την έρευνα για το ήπαρ, στα ...στυλό, τι ευτυχισμένος κόσμος θα είμασταν". Ενώ στο κάτω μέρος του εσωτερικού του δίσκου του ανακοινώνει με κεφαλαία γράμματα: "THE CURE: BUY THE DAMN ALBUM".

Lee Hazlewood - Jose



Στα περισσότερα άλμπουμ του στην πραγματικότητα  οι ασυνάρτητες σημειώσεις έδιναν την εντύπωση ότι οι δίσκοι ήταν αυθόρμητα ανέκδοτα για λίγους, παρά σοβαρές προτάσεις. "Δεν νομίζω να τον ένοιαζε ποτέ αν τα άλμπουμ αυτά ήταν χιτ για να σας πω την αλήθεια" σχολιάζει ο Al Casey. "Νομίζω ότι ήταν ένας τρόπος μόνο για να κάνει αυτό που ήθελε να κάνει. Μερικά από αυτά τα τραγούδια είναι πράγματι πολύ ωραία αλλά όχι και εμπορικά. Νομίζω ότι απλά ήθελε να τα βάλει εκεί ώστε να δείξει στον κόσμο τις δυνατότητές του". Ήταν αυτός ο σαρδόνιος τρόπος που τραγούδαγε σκόπιμος; "Ο Lee πάντα με αυτόν τον τρόπο τραγούδαγε" απαντά ο Casey, που θα γνώριζε αφού είχε δουλέψει μαζί του από το '50 και παρουσίασε τον Hazlewood σαν guest τραγουδιστή στο σόλο άλμπουμ του. "Τα πρώτα τραγούδια που άκουσα από αυτόν ήταν τόσο απλά, βασικά country τραγούδια. Μετά φαίνεται μπήκε στην προσέγγιση του να γράφει τραγούδια και άρχισε να γράφει χρησιμοποιώντας βαθύτερες έννοιες". "Νομίζω ότι δεν ήθελε τίποτα άλλο παρά να δείχνει διαφορετικός". λέει ο Billy Strange που συνέθεσε κάποιο από το υλικό των σόλο άλμπουμ του Hazlewood. "Ήταν ένα παιδί της country και αυτός ήταν ο τρόπος που έγραφε". Ήταν μιμητής του Johnny Cash ή/και τον σατύριζε; "Δεν γνωρίζω να προσπαθούσε να αντιγράψει οποιονδήποτε στο βαθμό του γραψίματος ή/και των εμφανίσεών του. Απλώς έκανε τα δικά του πράγματα". Το στυλ του Johnny Cash εξαφανίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα άλμπουμ στην αρχή του 1970. Το Forty και το Poet, Fool or Bum ήταν κάπως πιο σοβαρές προσπάθειες να εδραιωθεί ως τραγουδιστής/τραγουδοποιός, αν και η μίξη Middle of the road (MOR) pop και εκκεντρικών στίχων απέκλειε τον Lee από τους mainstream καλλιτέχνες. Το Forty ένας κύκλος τραγουδιών για την μέση ηλικία ήταν το πιο αποτελεσματικό αν και δεν περιείχε original του Hazlewood.

Lee Hazlewood - Paris Bells



 Το Poet ήταν ευκολοάκουστο όσο και ο Leonard Cohen, στην πραγματικότητα ο Lee διασκεύασε ένα τραγούδι του Leonard Cohen, όπως επίσης κι ένα του άγνωστου τότε Tom Waits.

Lee Hazlewood - Friday's Child



Ακόμα αρχές του '70 έμοιαζε αποφασισμένος να παίξει τον πιο αστείο ρόλο του σαν εικόνα στο άλμπουμ που έβγαλε κάνοντας ντουέτο με την Ann-Margret, το Cowboy & the Lady. Το εσωτερικό του άλμπουμ έδειχνε την Ann-Margret καθισμένη γυμνή, με καπέλο και μπότες και με μια ομπρέλα να καλύπτει τα επίμαχα σημεία της, ενώ ο Lee στέκεται δίπλα της όρθιος φορώντας μόνο μπότες, μια μπαντάνα και μια ζώνη με θήκη όπλου που κρέμεται ακριβώς εκεί που φανταστήκατε.

Lee Hazlewood & Ann Margret - Sleep in the Grass




Ο Hazlewood πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της προ του '70 καριέρας του ζώντας στην Ευρώπη, κάνοντας σποραδικά ηχογραφήσεις, που από λίγους έχουν ακουστεί. Συμμετείχε στα μέσα του '90 στην περιοδεία της Nancy Sinatra αλλά αρνήθηκε αποφασιστικά να δώσει συνέντευξη. Είναι δύσκολο να εξακριβώσει κανείς εάν είχε συναίσθηση του αναπτυσσόμενου κοινού από underground τύπους, που προσέλκυε με την ασυμβίβαστη φύση του, αλλά και με την γενικότερη παραξενιά του, που τον έκανε να ταιριάζει στη αναπτυσσόμενη "Incredibly Strange Music" τόσο καλά. Τόσο νωρίς όσο τα μέσα της δεκαετίας του '80 προσέλκυσε τόσο απίθανο κοινό, όπως η ντίβα του punk Lydia Lunch, που διασκεύασε το "Some Velvet Morning" κάνοντας ντουέτο με τον Αυστραλό post-punk Roland Howard (Birthday Party) και όπως οι Sonic Youth. Ναι, το 1986 η Kim Gordon περιέγραψε τον Hazlewood στο  Option σαν "ιδιοφυία. Ένας από τους πιο επιδραστικούς τραγουδοποιούς που έβγαλε η Αμερική". Επεκτεινόμενος ο σύζυγος της και συνάδελφος στους Sonic Youth, Thurston Moore, λέει "Ο Lee φορούσε όλο μαύρα, σαν καουμπόυ, τραγουδούσε τραγούδια όπως το "Jackson" που χρησιμοποιούσε κλισέ, αλλά ήταν αλήθεια διεστραμμένα. Νομίζω ότι ο Nick Cave δανείστηκε πολλά από τον Lee Hazlewood. Δεν μπορώ να πω αν ήταν ένας λάθος καουμπόυ ή ένα είδος τραγουδοποιού του Hollywood".

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

"Trouble is little and it’s lonesome, you won’t find it on any map, but you can take three steps in any direction and you’re there.” έλεγε ο Lee στο τραγούδι του. O Lee Hazlewood επέμενε ότι το να είσαι μουσικός είναι επάγγελμα και όχι τέχνη. Όμως η αληθινή του ιστορία ήταν πιο πλούσια, πιο σκοτεινή και πολύ πιο περίπλοκη.  Τρελός, μυστικιστής, πλακατζής, αλήτης ή μεγάλη προσωπικότητα; Τίποτα από όλα αυτά και όλα αυτά μαζί.




ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Διαβάστε/Ακούστε επίσης