Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2018




BONZO DOG (DOO DAH) BAND


URBAN SPACEMEN

ΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ ΤΗΣ ROCK


Το πεδίο της κωμικής rock ήταν αραιά διαδεδομένο στα '60΄ς, όπως και καθ'όλη την rock μουσική ιστορία. Οι περισσότεροι παρουσιαστές που είναι πολύ-πολύ αστείοι, επικεντρώνονται στο θέατρο, στα stand-up, στην ηθοποιία, παρά στη μουσική. Δεν αποτελεί έκπληξη επομένως που οι λίγες εξαιρετικές rock μπάντες της περιόδου έκαναν χρήση θεατρικών στοιχείων στις παραστάσεις τους. Τώρα βέβαια χωρίς το βίντεο, ένα μέσο που το '60 δεν ήταν κάτι πολύ συχνό, η πλήρης εκτίμηση σε αυτό το είδος εξέλειπε. Είναι μιά παρακαταθήκη της ευφυίας των γκρουπ που οι δίσκοι τους μπορούν να μας κάνουν να γελάσουμε 50 χρόνια αργότερα. Οι the Bonzo Dog Band δεν είναι τόσο γνωστοί σίγουρα στο mainstream κοινό, απλά πήγαν πιο μακριά από τον περιορισμένο χώρο που η αγορά έδινε στους σάτυρους της rock. Οι Bonzos σχηματίστηκαν για πλάκα από μαθητές του κολλεγίου, έκαναν ένα νο 5 χιτ στην Αγγλία το 1968, το οποίο ήταν σε παραγωγή Paul McCartney και εμφανίστηκαν στην τηλεόραση με τους Beatles και με τα μετέπειτα μέλη των Monty Python. Οι Bonzo Dog Band ήταν περισσότερο επιθεωρησιακοί, όμως πολύ μακρύτερα καταρτισμένοι μουσικά απ'ότι οι περισσότεροι κριτικοί έχουν παραδεχτεί και "δεν χάριζαν κάστανα" ή όπως λένε για αυτούς στην γηραιά Αλβιώνα "no cow is too sacred to roast over an open flame".


I'm the Urban Spaceman (1968)


Είναι πολύ δύσκολο να είσαι αστείος. Επίσης είναι πολύ δύσκολο να δημιουργήσεις καλή rock μουσική. Και είναι εκθετικά πολύ δυσκολότερο να κάνεις rock μουσική που να είναι πολύ αστεία και συνάμα πολύ καλή. Προσθέτεις ευφυή σάτιρα, ένα σόου που μαγνητίζει στη σκηνή και την ικανότητα να μεταφράζεις το χιούμορ και το θέατρο σε ηχογραφήσεις που αντέχουν στο χρόνο και έχεις ένα πολύ σπάνιο είδος αλήθεια. Την δεκαετία του '60 πολλά γκρουπ υπήρξαν αστεία μερικές φορές. Μόνο λίγα ωστόσο έκαναν χιούμορ όσο διαρκούσε η μουσική που έπαιζαν. Στην Αμερική μόνο δυο μπάντες έκαναν αυτό το πράγμα με επιμονή και ταλέντο. Οι the Mothers of Invention (Frank Zappa) από το Λος Άντζελες και οι Fugs από την Νέα Υόρκη. Το διεθνές, ευγενέστερο και πιο εκλεπτυσμένο γκρουπ της τριάδας των κωμικών της rock αντιπροσωπεύεται από τους Εγγλέζους Bonzo Dog Band.
Humanoid Boogie (1968)


Οι Bonzo Dog Band είχαν ένα μεγάλο χιτ στην Αγγλία το "I'm the Urban Spaceman", και μερικά επίσης από cameo εμφάνισή τους (δηλαδή χωρίς εικόνα) στην ταινία Magical Mystery Tour των Beatles. Ωστόσο στην Αμερική παρέμειναν μια cult μπάντα ακόμα και σε σύγκριση με την πιο cult μπάντα των Fugs. Σε σύγκριση με τους Mothers of Invention, ιδιαιτέρως στην τρελή εμφάνιση πάνω στην σκηνή και στο να παρωδούν διάφορα pop γένη, οι Bonzos υπολείπονταν στον άγριο κυνισμό που δίεπε το πνεύμα της μπάντας του Frank Zappa. Ως αντιστάθμισμα όμως, πρόσφεραν περισσότερο σουρεαλισμό στην αναμέτρηση με το παράλογο, πράγμα που κατά κάποιο τρόπο ήταν ηχητικώς πιο ευέλικτο, συμπεριλαμβάνοντας όχι μόνο rock, αλλά και προπολεμικό music hall και jazz. Η καλοήθης τρέλλα των live των Bonzos, με τα εξωφρενικά κοστούμια, τα εκρηκτικά ρομπότ και ότι σήμαινε έλλειψη προγνωσιμότητας, ίσως ήταν απίθανο να καλυφθούν πλήρως στο στούντιο. Διαμέσου της ανακόλουθης σειράς των 5 άλμπουμ τους, ωστόσο διακωμώδησαν βαριετέ, trad (παραδοσιακή) jazz, Γάλλους ρομαντικούς τραγουδιστές, ψυχεδέλεια ακόμα και την Αγγλική blues σκηνή, στοργικά αλλά και με ασέβεια. Όσο αποκτούσαν εμπειρία βελτίωναν την pop και rock ευαισθησία τους που χρωμάτισε τις πιο εμπνευσμένες δουλειές τους και οδήγησε σε μερικά από τα "βαριά" τους κομμάτια, όταν τα στοιχεία του heavy rock άρχισαν να υπερέχουν των κωμικών. Το διασκεδαστικό τους πνεύμα είχε επίσης επηρεαστεί σημαντικά και σίγουρα, αν και στην Αμερική είχε αγνοηθεί, από το Αγγλικό χιούμορ γενικά και συγκεκριμένα από το χιούμορ των Monty Python.
Οι Bonzos δεν έπαιξαν rock για τα πρώτα 4 χρόνια της ύπαρξής τους, κατά την διάρκεια των οποίων δεν είχαν και ιδιαίτερες φιλοδοξίες να γίνουν επαγγελματίες μουσικοί. Ο πυρήνας τους σχηματίστηκε ως Bonzo Dog Dada Band αρχές του 1960, και προορισμό είχε την αναβίωση και αναδόμηση της επιθεώρησης του 1920-1930. Αν επιχειρούσε κανείς να ορίσει ένα οικογενειακό δέντρο για τους Bonzos μάλλον θα χρειαζόταν ένα δάσος. Ειδικά στα πρώτα τους χρόνια, αριθμούσαν 9 έως 10 μέλη, επικουρούμενοι συχνά από φίλους. Ο σαξοφωνίστας Rodney Slater και ο τραγουδιστής Vivian Stanshall ήταν μόνιμοι από τα πρώτα βήματα. Με την στρατολόγηση του Neil Innes (κιθάρα/πιάνο), του "Legs" Larry Smith (ντραμς) και του Roger Spear (σαξόφωνο) θα σχημάτιζαν τον πυρήνα/κουιντέτο, από το οποίο θα πέρναγαν πολλοί μουσικοί κατά την διάρκεια της ζωής του γκρουπ. Όπως λέει το Rolling Stone, ο Stanshall είχε πει ότι όταν ξεκίνησαν να γυρίζουν σαν σχήμα είχαν ανακατευθεί στο σχήμα γύρω στους 30 ανθρώπους. "Συνηθίζαμε να βρίσκουμε αστεία τραγούδια και να τα παίζουμε στις pub", θυμάται ο Neil Innes." Ψάχναμε δίσκους 78 στροφών με αστείους τίτλους. Αν π.χ. βρίσκαμε ένα τραγούδι με τίτλο "I'm Going to Bring a Watermelon to My Girl Tonight" θα το αγοράζαμε γιατί θα έβγαζε πολύ γέλιο". Στην πραγματικότητα το πρώτο τους single το 1966 είχε αυτό τον τίτλο. Οι Bonzos αυτό τον χρόνο έγιναν από μαθητικό γκρουπ, επαγγελματίες μεταφέροντας την δουλειά τους από τις pub στα καμπαρέ της Βόρειας Αγγλίας. Αυτή την περίοδο είχαν γίνει the Bonzo Dog Doo Dah Band, ντυμένοι σαν γκάνγκστερς με δίχρωμα παπούτσια για να πετύχουν την εμφάνιση του 1920. Στις εμφανίσεις τους εμφανίζονταν κρατώντας ταμπλώ με ζωγραφισμένα πάνω συννεφάκια όπως στα καρτούν που έγραφαν κάποιες ατάκες από κόμικς όπως "Wow, I'm really expressing myself". Το 1966 άρχισαν να ηχογραφούν στην Parlophone γνωστή ως εταιρεία των Beatles, αλλά επίσης γνωστή για την παραγωγή μουσικής σε κωμωδίες όπως π.χ. του Peter Sellers. Τα πρώτα 2 single τους ήταν βασισμένα σε διασκευές, εκτός από ένα κομμάτι. Κατά κάποιο τρόπο έψαχναν ξεχασμένα πράγματα πολλών δεκαετιών πριν, με σκοπό να τους δώσουν πιο σύγχρονο προσανατολισμό. Αυτό έκανε την Parlophone να τους διώξει θεωρώντας τους ως αποκλίνουσα περίπτωση. Ωστόσο η υπερατλαντική επιτυχία μιας επιθεωρησιακής μπάντας στα τέλη του '66 (New Vaudeville Band) ξεκίνησε αλυσιδωτά μια σειρά γεγονότων που θα ωθούσαν τους Bonzo Dog Doo Dah Band από το 1920 στο 1960. Οι New Vaudeville Band δεν ήταν ακριβώς συγκρότημα, αλλά ένα Ad Hoc στούντιο σύνολο, που έκανε μια προσφορά στον Bob Kerr που έπαιζε τότε στους Bonzos τρομπέτα. Σύμφωνα με τον Innes "αυτοί οι τύποι τηλεφώνησαν στον Bob και του είπαν: Δουλεύεις με ένα χαζό γκρουπ. Ρώτησέ τους αν θέλουν να γίνουν New Vaudeville Band. Ο Bob μπήκε μέσα και μας είπε: πάμε θα γίνουμε νούμερο ένα γκρουπ. Όλοι μας είπαμε μαζί "Όχι Bob". Καλά μας λέει φεύγω. Φύγε! του απαντήσαμε και μην μας ξανάρθεις". "Όταν αυτοί οι τύποι βγήκαν στην τηλεόραση είχαν πάρει όλο το στυλ μας. Μόλις είχαμε κλείσει 6 εβδομάδες σε καμπαρέ. Έβλεπες τα κοστούμια τους, τα δίχρωμα παπούτσια, τα διάφορα κωμικά μπαλόνια και ένα τραγουδιστή με στρατιωτική στολή. Άνθρωποι που μας έβλεπαν, μας έλεγαν: Ε, εσείς μοιάζετε στους New Vaudeville Band. Αυτό έκανε τον Viv και τον Legs να τσαντιστούν και νομίζω ο Legs είπε "Γιατί δεν παίζουμε τίποτα? Και οι άλλοι απαντήσαμε "Ναιιι γιατί όχι?" Έτσι στραφήκαμε ολοκληρωτικά στην μουσική. Ήμασταν πολύ χαρούμενοι που είχαμε παίξει όλο αυτό το υλικό τότε. Γιατί μετά βελτιώσαμε το γράψιμό μας, πήραμε ηλεκτρικές κιθάρες. Το line up μας άλλαξε τότε, γιατί αυτοί που έπαιζαν μπάντζο, σαξόφωνο και κρουστά δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν στην νέα ιδέα". Στην μετάβασή τους από trad jazz σε rock οι Bonzos από 9 μέλη έγιναν 6 όπως ήταν το πιο συνηθισμένο line up στις rock μπάντες. Το μπάσο τους μόνο είχε ορισμένες διακυμάνσεις πριν την έλευση του Dennis Cowan γύρω στο 1968. Και το σπουδαιότερο, το ρεπερτόριό τους έγινε αποκλειστικά δικό τους αποτέλεσμα της συνεργασίας των Stanshall και Innes.

Gorilla (1967)


Το ντεμπούτο άλμπουμ τους Gorilla στα τέλη του '67, τους βρήκε να διαπραγματεύονται το πέρασμά τους στην νέα εποχή. Υπήρχαν ακόμα μερικές διασκευές όπως τα "Cool Britannia", "I Left My Heart in San Fransisco" και "The Sound of Music". Αυτές ήταν πιο παράλογες από εκείνες που υπήρχαν στα single τους το 1966. Κάποια από το original ρεπερτόριο είχαν τον ήχο της trad jazz και επιθεωρησιακή ρίζα, ιδιαίτερα το "Jazz, Delicious Hot, Disgusting Cold". Το χιούμορ ήταν περισσότερο κρυμμένο παρά ξεκαρδιστικό και θορυβώδες. Ακόμα τα μέλη μάθαιναν πως να χρησιμοποιούν το στούντιο προς όφελός τους. Απρόβλεπτα και στο σωστό χρόνο ηχητικά εφέ, γέλια, βοή πλήθους, χειροκροτήματα από κοκτέιλ πάρτυ, βαλμένα μέσα στα τραγούδια, παρέθεταν την μουσική μαζί με το περίεργο, με τέτοιο τρόπο που μόνο κορυφαίοι μουσικοί κωμικοί όπως ο Spike Jones έκανε. Ο Viv Stanshall ανέκφραστος στην κατασκοπευτική σάτυρα που θυμίζει έντονα αφήγηση Peter Sellers (επιθεωρητής Κλουζώ),

Big Shot (1967)


όπως επίσης το ατονικό "I'm Bored" αποκάλυψε ένα τρυκ για φλύαρη, όμως γελοία αφήγηση, που θα τον εξυπηρετούσε στην δουλειά του για 25 χρόνια αργότερα. Πουθενά βέβαια δεν στάθηκε πιο χρήσιμη όσο στο highlight του άλμπουμ "The Intro and the Outro" με το οποίο σύστησε τους Bonzos ενισχυμένους από φανταστικούς αστέρες σε εντελώς απίστευτα όργανα όπως ο Eric Clapton στο ukulele, ο Αδόλφος Χίτλερ στα vibes, ο Brainiac στο μπάντζο. Ο Neil Innes αντίθετα πρόσφερε σχετικά περισσότερο νορμάλ γράψιμο. Τα "Piggy Bank Love" και "The Equestrian Statue" συγχρονίζονται με την pop-rock μελωδία της εποχής. O Neil ανατρέχει: "Όντας ένας μαθητής στην τέχνη είχα διαβάσει την Ναυτία του Jean-Paul Sartre που ήταν μια υπαρξιστική ανοησία και σκεφτόμουν, ποίος είναι αυτός ο τύπος που ανησυχεί αν ένας φανοστάτης υπάρχει περισσότερο από αυτόν? Γιατί δεν διάλεγε κάτι λίγο πιο ενδιαφέρον όπως ένα άγαλμα ιππέα (equestrian statue)? Βλέπω τον ρόλο μου στους Bonzos σαν τον νορμάλ τύπο. Γιατί γινόταν τόσο τρελό, που κάποιος θα έπρεπε να πει: Ωχ όχι, πρέπει να παίζουμε έτσι τόσο πολύ καιρό. Δεν μπορούμε όλοι να αυτοσχεδιάζουμε. Δεν ήμασταν οι Grateful Dead ή οι υπόλοιποι που συνέχιζαν να κάνουν το ίδιο για μεγάλο χρονικό διάστημα". Εκείνη την περίοδο του 1ου άλμπουμ τους οι Bonzos έκαναν ένα μεγάλο διάλειμμα εμφανιζόμενοι στο φιλμ των Beatles, Magical Mystery Tour. Είχαν πρωτοσυναντήσει τους σούπερ σταρς στο Abbey Road πίσω στο 1966 και η φιλία μεταξύ του Paul McCartney ιδιαιτέρως, με τους Bonzos οδήγησε στην cameo εμφάνισή τους στη σκηνή στο καμπαρέ, κατά το στριπτιζ της Jon Carson. Σύντομη όπως ήταν συζητήθηκε ότι ο Viv Stanshall ιδιαιτέρως "έκλεψε" το σόου από τους χρηματοδότες της παραγωγής τραγουδώντας το "Death Cab for Cutie" με γλοιώδη τρόπο.

Magical Mystery Tour - Striptease Scene


Η σκηνή δεν έφερε στους Bonzos την τεράστια επιτυχία, ωστόσο η σκληρή κριτική που ασκήθηκε στην Αγγλία για το φιλμ, οδήγησε στην ακύρωση του να παρουσιαστεί στην Αμερική. Η σύνδεση με τους Beatles θα δούλευε προς όφελός τους σχεδόν ένα χρόνο μετά. Πριν από τότε οι Bonzo Dog Band (το "Doo Dah" προστέθηκε μετά από την κυκλοφορία του Gorilla) μοιράζονταν την σκηνή (συνήθως στην δεύτερη αν όχι πιο κάτω γραμμή της μαρκίζας), με hot ονόματα, άλλων με εμφανή την αίσθηση του χιούμορ όπως the Who, the Kinks, άλλων όχι όπως Spirit, the Byrds, Joe Cocker, Cream. Οι Bonzos τα πήγαν καλά, όχι μόνο λόγω της καλής μουσικής που έπαιζαν, αλλά και λόγω παρουσίας που ήταν πολύ περισσότερο εκκεντρική από αυτή των συναδέλφων τους του ίδιου είδους. Τα τρελο-ρομπότ του Roger Spear, οι κινούμενες φουσκωτές κούκλες, ήταν πιθανόν τα πιο αγαπημένα τους αξεσουάρ, στα οποία οι Bonzos στήριζαν το πρόγραμμά τους. Ο Legs Larry Smith χόρευε και όπως αναφέρεται στην ροκ εγκυκλοπαίδεια της Lillian Roxon φόραγε ένα σύνολο της Shirley Temple και μεγάλα ασταθή στήθη και έστελνε φιλιά στον Tiny Tim (https://en.wikipedia.org/wiki/Tiny_Tim_(musician)). Ο Viv Stanshall κουνιόταν μέσα σε λαμέ κοστούμια και ήταν στον δρόμο του να γίνει ένας από τους Άγγλους rock τρελούς frontman με την αυξανόμενα αλλοπρόσαλη συμπεριφορά του. Στο βιβλίο της I'm With the Band: Confessions of a Groupie, η Pamela Des Barres με κομμένη την ανάσα περιγράφει την είσοδο του Stanshall στην σκηνή με ένα παρατεταμένο "μουουουου" φορώντας στο κεφάλι του ένα γιγάντιο κεφάλι λιονταριού και χτυπώντας ένα τύμπανο. Μόλις έβγαλε το κεφάλι λιονταριού από κάτω είχε ένα κεφάλι πρόβατου και συνέχισε να βγάζει μάσκες μέχρι που έμεινε χωρίς μάσκα αλλά με κολημμένα στα μάτια του μπαλάκια του πινγκ-πονγκ. Ακόμα και ο  Dave Clague (μπάσο) παρασυρμένος από τις αλλόκοτες εμφανίσεις του γκρουπ, φόρεσε ένα τζάκετ φτιαγμένο από εφημερίδα. "O Dave ήταν ένας επαρκής μπασίστας, αλλά όχι στο δικό μας είδος" (στις εμφανίσεις) ανακαλεί ο Innes. "Χρειαζόμασταν ο καθένας μας να είναι το ίδιο τρελός. Στην πραγματικότητα ο Larry (Legs) , μια φορά που παίζαμε στο Isle of Wight, μαλακιζόταν με τον Keith Moon (Who) και άργησε και μείναμε χωρίς ντράμερ. Ο Jim (Capaldi, ντράμερ των Traffic) μας είπε έρχομαι να παίξω εγώ. Και ήταν τέλεια, είδαμε με τον Dennis πως βάραγε ο Jim και μας άρεσε, μπορούσαμε να παίξουμε έξω από το τέμπο, γύρω από το τέμπο, να κάνουμε ότι θέλουμε. Και κάποια στιγμή εμφανίζεται ο Larry, και πριν περάσουμε στο "Canyons of Your Mind", πήγε πάνω από τον Jim και του είπε, καλύτερα να παίξω εγώ σε αυτό το κομμάτι Jim. Είναι λίγο περίπλοκο. (γέλια) Jim μείνε εκεί που είσαι είπαμε γελώντας με τον Dennis". Στο Fillmore East το γκρουπ "ζέστανε" το πλήθος με ασκήσεις γυμναστικής, καθώς ένα τραγούδι (όχι δικό τους) έπαιζε στα ηχεία, βγαίνοντας εκτός σκηνής και τελειώνοντας επέστρεψαν και έπαιξαν κανονικά χωρίς άλλη εξήγηση. Με αυτό κέρδισαν μια πρόσκληση στο Fillmore West όπου έκοψαν την εκτέλεση του τραγουδιού τους "Blue Suede Shoes" και μιμήθηκαν την sans μουσική. Ο Stanshall κλώτσαγε την σκηνή και η μουσική ξεκίναγε από την αρχή, λες και οι Bonzos ήταν χαλασμένο γραμμόφωνο. Παίζοντας σε ένα στάδιο με τους Sly and the Family Stone, μη έχοντας τον απαραίτητο ηχητικό εξοπλισμό, ο Stanshall τραγούδαγε μέσα από μεγάφωνο. Δεν αποτελεί έκπληξη που ο Keith Moon κάθησε σε αρκετές περιπτώσεις στην θέση του ντράμερ στους Bonzos. Ένας ακόμα λιγότερο γνωστός fan των Bonzos ήταν ο Jimmy Hendrix. Ήταν σε ένα κλαμπ στο Λος Άντζελες και ο Hendrix συνάντησε τον Innes στις τουαλέτες. "Ξέρεις μου είπε ο Hendrix εμείς κάνουμε το ίδιο πράγμα". "Δηλαδή κατουράμε? τον ρώτησα. Όχι (μου απάντησε γελώντας), πάνω στη σκηνή", αισθανόμενος δηλαδή ότι όταν έβγαινε στη σκηνή έκανε τις ίδιες τρέλες που κάνανε οι Bonzos. "Ήταν οπωσδήποτε ένα σόου που έπρεπε να παρακολουθήσεις ζωντανά. Και είναι κρίμα στ'αλήθεια να μην υπάρχει καταγεγραμμένο σε φιλμ. Τα μικρής διάρκειας αποσπάσματα από την τηλεόραση δεν είναι δυνατόν να αποδώσουν την πραγματική εικόνα. Στην τηλεόραση ήμασταν σαν φυλακισμένα θηρία. Αλλά στην σκηνή ήμασταν ελεύθεροι να κάνουμε ότι θέλαμε. Ήρθε και έγινε μια καλογραμμένη κωμωδία. Υπήρχαν απλοί χαρακτήρες. Ο Larry ήταν ο επιδειξιομανής, που χόρευε με ψεύτικα στήθη και τέτοια. Ο Viv είχε μια σκηνική παρουσία που δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Έβγαινε στη σκηνή και φαινόταν επικίνδυνος. Απλά δεν ήξερες τι θα κάνει. Τις περισσότερες φορές ούτε κι εμείς. Ο Roger ήταν τρελός με τα ρομπότ του. O Rodney συνήθιζε να εκσφενδονίζει τον εαυτό του, φυσώντας οτιδήποτε είχε τρύπα στη μια πλευρά και από την άλλη έκανε θόρυβο". Το 1968, η πρόκληση ήταν να βάλουν μερικές από τις πειραματικές rock ιδέες τους στην δισκογραφία. "Το βασικό πρόβλημα με την ηχογράφηση του Gorilla δεν ήταν η έλλειψη ιδεών, καθώς είχαμε πολλές" παρατηρεί ο Innes. "Στην πραγματικότητα ήμασταν μάλλον λίγο πιο μπροστά από τους τεχνικούς στο τι μπορούσαμε να κάνουμε. Το πρόβλημα ήταν ο Gerry Bron (τότε μάνατζερ τους) που ήταν και παραγωγός μας. Μετά τρεις ώρες είπε: αυτό ήταν! Πρέπει να πάμε στο επόμενο κομμάτι". "Ήταν επειδή ο Gerry ήταν σαν... στην πραγματικότητα έτσι και ο Paul McCartney σταμάτησε την παραγωγή στο "Urban Spaceman". "Επειδή η δισκογραφική έλεγε: "άντε τι θα γίνει; θα βγάλουμε κανένα σινγκλ; και εμείς αδιαφορούσαμε. Δεν ήμασταν παρά μια τρελοπαρέα, χωρίς fan κλαμπ από εφήβους ή κάτι τέτοιο, με μοναδικό σκοπό την πλάκα μας. Δεν είχαμε αντιληφθεί ότι "έπαιζε" για εμάς, ότι και για κάθε άλλον καλλιτέχνη στο χώρο. Ο Viv ήταν με το Paul στο Speakeasy Club νομίζω και μίλαγαν γενικά. O Viv παραπονιόταν για το γεγονός ότι ο Gerry Bron βιαζόταν να προχωρεί. "Τώρα" είπε ο Viv "θα πρέπει να βγάλουμε αυτό το καταραμένο σινγκλ". Έτσι ο Paul McCartney του είπε "καλά, τότε θα έρθω εγώ για παραγωγός σας". Και αυτό ήταν υπέροχο μιας και θα έβγαζε από την καρέκλα του παραγωγού τον Bron. Έτσι ήρθε και ξεκινήσαμε την παραγωγή. Και μας πήρε οκτώ ώρες". Το "I'm the Urban Spaceman" μακράν το πιο εμπορικό τους κομμάτι και νο 5 στην Αγγλία, με τους ντροπαλούς στίχους και τις μελωδίες, που μπορεί να καταταχθεί στην ψυχεδέλεια. Ο Innes θυμάται: "μας πήρε οκτώ ώρες γιατί ο Paul ήταν ο τύπος που χρονοτριβούσε. Καθόταν στο πιάνο και έπαιζε το "Hey Jude" όλη την ώρα. Κανείς δεν το είχε ακούσει πιο πριν. Είμασταν οι πρώτοι, μόλις το είχε γράψει. Κάναμε πράγματα λοιπόν, όπως ο Viv που ήθελε να φυσάει την τρομπέτα του μέσα από ένα λάστιχο ποτίσματος κήπου με ένα χωνί πλαστικό πάνω στο κεφάλι του. Ο μηχανικός ήχου είπε: "Δεν μπορώ να το γράψω αυτό". "Και βέβαια μπορείς" του είπε ο Paul. "Άπλά βάλε ένα μικρόφωνο σε κάθε γωνία. Έτσι πήρε μόνο 20 λεπτά. Ήταν μια πολύ καλή στιγμή. Έπαιζε το ukulele του Viv και η Lilian η γυναίκα του Gerry μπαίνοντας μέσα του είπε: "What's that you've got there? A poor man's violin? και ο Paul απάντησε: "No, it's a rich man ukulele". Ο θαυμασμός του McCartney για τους Bonzos ήταν αδιαμφισβήτητα σοβαρός,και όπως έλεγε: "Ήταν μεταξύ χιούμορ και μουσικής. Κατά ένα τρόπο δεν πιστεύω ότι πήγαν προς το ένα ή το άλλο μέρος. Αλλά αυτό ήταν και η γοητεία τους".
Σε ερώτηση ερευνητή της μουσικής αν ο Paul McCartney θα μπορούσε να είχε γίνει παραγωγός τους σε ολόκληρο άλμπουμ ό Innes απάντησε: "Πιθανώς θα το λάτρευε κάτι τέτοιο. Αλλά τότε δεν πέρναγε από το μυαλό μας. Το μόνο που σκεφτόμασταν ήταν πως θα ενοχλούσαμε περισσότερο τον Gerry Bron αρνούμενοι να βάλουμε το όνομα του Paul στον δίσκο. Έτσι μπήκε στο σινγκλ το fake όνομα Apollo C. Vermouth. Και έκατσε για 4-5 εβδομάδες. Στην πραγματικότητα έφτασε μόνο του στο νουμερο 17 χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα για τον Paul. Μετά όμως η παραγωγή έδωσε την ιστορία στη δημοσιότητα και αμέσως σκαρφάλωσε στο νο 5. Αλλά μέχρι τότε ήδη είχε πουλήσει πάνω από 250.000 δίσκους, μόνο στην Αγγλία".
Στα τελειώματα του "Urban Spaceman" ήρθε το άλμπουμ The Doughnut in Granny's Greenhouse, που το πρώτο κομμάτι του "We Are Normal" έφερε τους Bonzos στην ψυχεδελική τους περίοδο. Ανακόλουθα μουρμουρητά και σκοτεινοί έρποντες ήχοι ξαφνικά εκρήγνυνται σε heavy rock κομμάτι. To organ, τα ντραμς που βαράγανε, οι γκλισάντο ηλεκτρονικές παρεμβολές και οι κραυγές τους "We are normal and we want freedom!" οδηγούσαν στο κλείσιμο του τραγουδιού. "Ήταν η πρώτη φορά που κατασκευάσαμε κάτι. Ο Roger φόραγε στο κεφάλι του μια καμινάδα 1,5 μέτρο ψηλή. Είχε ένα πολύ μακρύ χέρι και μια επίσης τεράστια κιθάρα. Στο μέσο του jam ala Zappa, αυτό το πράγμα στο κεφάλι του θα εκρήγνυτο. Και θα ήταν το σήμα για να μπει ο Viv και να πάμε στο "Blue Suede Shoes".
The Doughnut in Granny's Greenhouse (1968)


Ο δεύτερος αυτός δίσκος τους ήταν αδιαμφισβήτητα ο πιο τολμηρός και πετυχημένος τους δίσκος. Ανόητη sci-fi σάτυρα στο "Beautiful Zelda" μια εξεζητημένη αφιέρωση σε μια εξωγήινη ερωτική σύντροφο. Ένα βίαιο ξεφούσκωμα των Αγγλικών μπλουζ στο "Can Blue Men Sing the Whites", περισσότερα γελοία "παντρέματα" του rock του '50 με ανόητες λέξεις στο "Kama Sutra" και το "Trouser Press" του Roger Spear (που ο τίτλος του πρέπει να πάρθηκε από το πρώτο Αμερικάνικο εναλλακτικό rock περιοδικό του 1970). Και το "My Pink Half of the Drainpipe" με τα φωνητικά Γάλλων ερωτικών τραγουδιστών να θρηνούν. H ικανότητα του Stanshall να περιγράφει περιστατικά και να μπλέκει το αδιάφορο ύφος με το παραλληρηματικό κορυφώνεται στο "Rhinocratic Oaths". O Innes μοιράζεται μερικές σκέψεις σε δυο από τα πιο δημοφιλη κομμάτια του άλμπουμ. Το "Can Blue Men Sing the Whites?" στο οποίο ο Stanshall "κόβει" τον Druckman που παίζει φυσαρμόνικα λέγοντας: "Not yet, man". "Σε αυτό το τραγούδι διακωμωδούμε εμάς λέγοντας: "Ε από που βγήκε όλο αυτό? Και πως αυτοί οι Άγγλοι έγιναν τόσο καλοί στα μπλουζ?" Στο "My Pink Half of the Drainpipe" λέει: "Πάντα λάτρευα την Γαλλική μουσική. Προσπαθούσα να κάνω μερικές Γαλλικές μελωδίες που θα ταίριαζαν στον Viv". Και μιμούμενος τον Viv (You who speak to me across the fence) είναι σαν να ακούς Edith Piaf έτσι δεν είναι? Αυτά τα μικρά αποσπάσματα ήταν πράγματα που μας άρεσε να κάνουμε".
Το The Doughnut in Granny's Greenhouse μέσα από καλειδοσκοπικώς επιλεγμένα στυλ και σκόπιμο "χαμό", είναι το πιο εύστοχο άλμπουμ για να εγείρει συγκρίσεις με τα άλμπουμ των the Mothers of Invention. "Σίγουρα είχα το νου μου στους Mothers of Invention (της επινοητικότητας, της εφευρετικότητας)", ανακαλεί ο Innes. "Ίσως εμείς να ήμασταν οι Mothers of Convention (του κανόνα, της παράδοσης). Ένα από τα αγαπημένα μου άλμπουμ είναι το We're Only In It For the Money. Αλλά ο Zappa ήταν μακράν πιο μουσικός από ότι οι Bonzos ήταν ποτέ. Μερικοί από τους Mothers που συναντήσαμε στο Λος Άντζελες και τους μάθαμε αρκετά καλά, ήταν πολύ κοντά στο είδος της παλαβομάρας που βγάζαμε στη σκηνή. Είχαμε το δικό μας αλλόκοτο στυλ και αυτό ήταν δεν μας πολυένοιαζε. Αν κάποιος έπαιζε κάποια νότα λάθος δεν πείραζε. Σε αντίθεση με τους Mothers όπου αν γινόταν κάτι τέτοιο ο Zappa έφευγε από την ... οροφή".
Περαιτέρω το άλμπουμ σηματοδοτούσε τα στυλ των βασικών συνθετών του γκρουπ. Γενικά ο Innes ήταν πιο μελωδικός και pop. Ο Stanshall πιο παράξενος και πιο ομιλητικός. "Η δύναμή μου ήταν η μουσική πλευρά" λέει ο Innes, "ενώ ο Viv είχε για δύνατό σημείο τις λέξεις".

Postcard (1968)


Ο Innes και ο Stanshall συνεργάστηκαν σε μερικά από τα καλύτερα τραγούδια των Bonzos όπως το "We Are Normal" και το "Μy Pink Half of the Drainpipe", στα οποία ο Neil βοήθαγε τον Viv στις χορδές και στις μελωδίες. "O Viv έβαζε τα λόγια στα τραγούδια μου" λέει ο Innes.
Ήταν δύσκολο για τον φοβερό Stanshall να βάλει λόγια σε μια τελειωμένη σύνθεση; "Όχι ήταν πειθαρχημένος. Εάν έκανε λάθος ήταν σαν τον χιμπαντζή που ζωγραφίζει. Θα το έκανε σωστά τοσο καλά που θα σε έκανε να πεις. Ω αυτό είναι τόσο καλό Viv. Στην πραγματικότητα κανείς δεν μπορούσε να του πάρει αυτό το αξίωμα. Θα συνέχιζε το ίδιο βιολί να αλλάζει και να ξανα-αλλάζει λέξεις συχνά να τα μουτζουρώνει όλα και να αρχίζει από την αρχή". Ενώ το Greenhouse ήταν ένα ήπια επιτυχημένο άλμπουμ στην Αγγλία (φτάνοντας το νο4) το προφίλ του γκρουπ ήταν πολύ ψηλότερα. Αυτό οφειλόταν κατά ένα μεγάλο μέρος στην συμμετοχή τους στην τηλεοπτική σειρά Do Not Adjust Your Set. Αν και υποθετικά παιδικό σόου, τα κωμικά σκετς ήταν συχνά ψαγμένα και τολμηρά. Το γράψιμο και η εμφάνιση μονοπωλήθηκαν από τους Eric Idle, Michael Palin και Terry Jones. Αυτό το τρίο θα αποτελούσε τους Monty Python's Flying Circus το οποίο φτιάχθηκε αμέσως μετά από το παιδικό αυτό σόου. Οι Bonzos παρείχαν τα μουσικά διαλείμματα μιμούμενοι πολλά από τα πρώιμα τραγούδια τους, αλλά συχνά έχοντας και μικρούς ρόλους σε σκετς του σόου. 26 επεισόδια έπαιξαν μεταξύ τέλη 1967 έως αρχές 1969. Δυστυχώς λίγα έχουν από τότε παίξει ιδιαιτέρως στην Αμερική, όπου μια χούφτα συλλέκτες έχουν μόνο πρόσβαση στις κακής ακρίβειας κόπιες.
Ομοιότητες μεταξύ του χιούμορ των Bonzos και των Monty Python μπορούν να ακουστούν στα πρώιμα άλμπουμ των Bonzos. "Υπάρχει ένας σύνδεσμος" πιστεύει ο Innes. "Όταν πρωτογνώρισαν οι Bonzos τους Eric, Mike και Terry, υπήρχε μια αμοιβαία καχυποψία. έρχονταν από την Οξφόρδη και το Κέμπριτζ, ήταν νέοι, συγγραφείς, έγραφαν για τον David Frost (τηλεοπτικό παρουσιαστή, κωμικό και δημοσιογράφο). Ήμασταν μια γόνιμη διασταύρωση που έλαβε χώρα για δυο χρόνια. Γίναμε πολύ καλοί φίλοι. O Eric παραδέχτηκε ότι οι Python δεν θα γίνονταν αυτό που έγιναν αν δεν υπήρχαν οι Bonzos. Δεν τους διδάξαμε εμείς βεβαίως τα πάντα. Αλλά σίγουρα είχαμε έντονο το στοιχείο της αναρχίας το οποίο και βρήκαν πολύ ελκυστικό και χρήσιμο και γι'αυτούς. Αλλά ήταν σαφώς πιο πειθαρχημένοι από τους Bonzos".
Το τρίτο LP τους Tadpoles ήταν το λιγότερο ένα κατάλληλο άλμπουμ αποτελούμενο από συλλογή των τραγουδιών που είχαν παρουσιαστεί στο σόου Do Not Adjust Your Set.

Tadpoles (1969)


Στο σύνολό του ήταν μια οπισθοχώρηση, αν και πολύ καλή, στην προπολεμική jazz και pop του αρχικού τους ρεπερτορίου με παράξενα τραγουδάκια όπως "Laughing Blues", "Ali Baba's Camel", "By a Waterfall", και "Hunting Tigers Out in Indiah". Σε πιο σύγχρονο στυλ υπήρχε το "Urban Spaceman" και το Elvis στυλ "Canyons of Your Mind", με ένα από τα πιο (επίτηδες) απαίσια σόλο στον κόσμο.

Canyons of Your Mind (1969)



Το Tadpoles ήταν ακόμα ένα μέτριο κεφάλαιο στην Αγγλία, φτάνοντας το νο 36. Αλλά όχι και στην Αμερική. Αν και στα live τους δέχτηκαν πολύ καλά εκεί, ήταν και παραμένουν μια γραφική μπάντα στην Αμερική. Ο Innes λέει "Νομίζω ότι το '68 ήταν μια πολύ κακή χρονιά για να πάμε στην Αμερική. Αν πηγαίναμε το '67 θα ήταν πολύ καλύτερα. Όμως ο μάνατζερ μας νόμιζε ότι ήταν αδύνατον τότε. Γενικά πάντα ήμασταν μια μπάντα που μας άρεσε το live. Δεν θέλαμε να έχουμε ένα χιτ, να παίξουμε το παιχνίδι της σόουμπιζ, να γίνουμε δουλοπρεπείς. Έτσι όταν σε μια περιοδεία μάθαμε ότι η γυναίκα του Roger είχε μια αποβολή και δεν του είχαν πει κάτι ο Roger είπε: "ωραία λοιπόν πάω σπίτι" Και του είπα "είμαστε όλοι μαζί σου. Λίγο θέλαμε για να την κάνουμε από δω". "Γυρίσαμε τις πλάτες σε ένα TV σόουτότε που φύγαμε". Και μας είπαν: "Είναι εθνική τηλεόραση. "Ε Και?"
Ο Innes πίστευε ότι το χιούμορ των Bonzos δεν ήταν τόσο πολύ Αγγλικό για τα Αμερικανικά γούστα. Για το τέταρτο LP τους Keynsham το γκρουπ αφιερώθηκε περισσότερο στη μουσική και λιγότερο στην κωμωδία. Αν και μερικές φορές περιγράφεται σαν concept άλμπουμ, το concept είναι τόσο ασαφές για να προσδιορισθείεκτός του ότι όλα τα τραγούδια λαμβάνουν χώρα στην πόλη Keynsham.

Keynsham (1969)


Ενώ γίνονταν καλύτεροι rock μουσικοί, οι σοβαρές συνθέσεις τους δεν ήταν στο επίπεδο των κωμικών. Μερικά κομμάτια γραμμένα από τον Innes όπως το "Keynsham" και "You Done My Brain In", τον βρήκαν να έλκεται σε μια μελωδική κατεύθυνση που έμοιαζε με Kinks, Beatles και το "Look at Me I'm Wonderful" του Stanshall ήταν κάτι το επιπόλαιο σε σχέση με του Innes και η απόσταση μεταξύ τους στο γράψιμο έμοιαζε να διευρύνεται.

Keynsham (1969)


To Keynsham δεν ήταν το μόνο εγχείρημα στο οποίο οι Bonzos πάλεψαν με ένα ασαφές concept. O Stanshall και ο Arthur Brown (the god of hellfire) δούλευαν την "Brain Opera" που φημολογείτο ότι αφορούσε σε ένα concept που παρουσίαζε Γερμανούς επιστήμονες που τους προσφέρονταν τεράστια ποσά για να δουλέψουν στην Αμερική. Τριάντα χρόνια μετά ο Arthur Brown επιβεβαιώνει ότι ποτέ δεν τελείωσε. Πρόκειτο για μια παραγωγή των Brown/Stanshall; του Stanshall; ή των Bonzos? Προοριζόταν για την σκηνή, για άλμπουμ ή και τα δύο; Ακόμα δεν έχει ξεκαθαρίσει. Πάντως αν είχε δει το φως θα μιλούσαμε για ακόμα μια rock όπερα, μαζί με αυτές των the Pretty Things και των the Who.
Οι Bonzos διαλύθηκαν αρχές του '70. "Καήκαμε" λέει ο Innes. "Πέντε χρόνια χωρίς διάλειμμα. Τόσο σκληρή δουλειά. Τρεις μάνατζερ, χωρίς διακοπές θα τελείωναν κάθε γκρουπ. O Viv ήδη είχε κάποια πνευματικά προβλήματα που τον είχαν οδηγήσει στο νοσοκομείο. Αισθανθήκαμε ότι φτάσαμε όσο πιο μακρυά γινόταν. Δεν ήμασταν προορισμένοι να συνεχίζουμε χρόνο με το χρόνο σαν τους Stones, όχι, με κανένα τρόπο. Γινόμασταν περισσότερο φίλοι μεταξύ μας, πάψαμε να τσακωνόμαστε για τις ιδέες μας στο τραγούδι. Ο μόνος τρόπος να δημιουργήσουμε κάτι πια, ήταν να δούμε την αντίδραση του κοινού. Αν άρεσε στο κοινό έμενε, τόσο απλά". 
Αν και οι Bonzos στην παρούσα φάση ξεκίνησαν να δουλεύουν σόλο, ωστόσο δεν είχαν τελειώσει ο ένας με τον άλλον. Καθώς χρώσταγαν μερικά κομμάτια στην δισκογραφική πριν να έχουν το ελεύθερο να κάνουν ότι θέλει ο καθένας, ανασχηματίστηκαν για ένα άλμπουμ το Let's Make Up and Be Friendly.

Let's Make Up and Be Friendly (1972)


Στην πραγματικότητα ήταν παλιότερες δουλειές του Innes και του Stanshall με την συμβολή των υπολοίπων της μπάντας, αλλά και την βοήθεια αρκετών άλλων, όπως ο σαξοφωνίστας Dick Parry (έπαιξε στους Pink Floyd στο Dark Side of the Moon), ο ντράμερ Hughie Flint (πριν στον John Mayall), ο Stevie Winwood (Traffic) και ο keybord player Tony Kaye (Yes). Χωρίς να αποτελεί έκπληξη αυτό το άλμπουμ θεωρείται αυτό με τον πιο heavy rock ήχο από όλα τα προηγούμενα.
Πολλοί θα συμφωνούσαν ότι το 9λεπτο "Rawlinson End" είναι το highlight του άλμπουμ με τον Stanshall στον πιο χαρακτηριστικό του μονόλογο. Το "Fresh Wound" του Innes έμοιαζε σε κομμάτι των Beatles, το "Slush" ορχηστρικό με συνεχόμενα αποσπάσματα μανιακού γέλιου, έμοιαζε να ολοκληρώνει την καριέρα του γκρουπ. 

Don't Get Me Wrong (1972)


Αργότερα το 1980 έβγαλαν το "No Matter Who You Vote For the Government Always Gets In" ένα νέο single, που προέκυψε από το reunion, αλλά δεν κυκλοφόρησε πριν το 1992.
Ο Neil Innes συνεργάστηκε με τους Monty Python, υποστηρίζοντάς τους μουσικά στα θρυλικά τους έργα Life of Brian και Monty Python and the Holy Grail, αλλά πέρνωντας και ρόλους σαν ηθοποιός άλλες φορές. Με τον Eric Idle από τους Monty Python έβγαλαν την παρωδία για τους Beatles, All You Need Is Cash, όπου ο Innes έπαιζε τον "Ron Nasty" (δηλαδή τον John Lennon).
O Roger Spear με τα γιγάντια ρομπότ του περιόδευε το '70 κάνοντας διάφορα σόου. Άνοιγε για τους the Who το 1971. Έκανε σόλο άλμπουμ και έγινε δάσκαλος στο Chelsea College of Art στον τομέα της διακόσμησης. Ο Legs Larry Smith όπως και ο Stanshall περιόδευαν με τους Keith Moon και George Harrison, όπως και με τους Elton John και Eric Clapton. Ο  Rodney Slater μπλέχτηκε στον τομέα της κοινωνικής ψυχιατρικής. Ο Dennis Cowan πέθανε στα 70'ς. O Stanshall πολύ γνωστός στην Αγγλία όχι μόνο για τις εμφανίσεις του με τον Keith Moon ντυμένος ως Ναζί, έκανε δισκογραφία, κόμικς και ραδιοφωνικές παραγωγές. Στην Αμερική ωστόσο είναι γνωστός για τις cameo εμφανίσεις του, όπως π.χ. σαν αφηγητής στο hard progressive έργο του Mike Oldfield Tubular Bells. Έχοντας περάσει πολλές φάσεις διανοητικής διαταραχής, πέθανε από φωτιά στο διαμέρισμά του το 1995. Ο Innes ανακαλεί: "Πριν ξεκινήσουμε δεύτερη περιοδεία στην Αμερική, κάτι πρέπει να είχε συμβεί στον Viv. Πήγαμε να τον πάρουμε και εμφανίστηκε με ξυρισμένο κεφάλι. Διανοείσαι ξυρισμένο κεφάλι το 1968? Ο γιατρός του είχε τότε διαγνώσει κρίσεις ανησυχίας. Και του άρεσε να πίνει, να πίνει πολύ, πράγμα που δεν ταίριαζε με τα Valium. Έρχονταν μέρες που ήταν αδύνατον να τον προσεγγίσεις. Δεν δεχόταν την βοήθεια κανενός. Ήταν από αυτές τις τραγωδίες που μόνο στην πραγματική ζωή μπορείς να βρεις. Ο θάνατός του σοκαριστικός, αν και δεν ήταν προς έκπληξή μου.
Οι Bonzo Dog Band θα μπορούσαν να είχαν μια πιο πειθαρχημένη προσέγγιση στην δουλειά τους. Αλλά τότε δεν θα ήταν οι εαυτοί τους. Όλο το προφίλ τους ήταν το γέλιο. Μέχρι που κουράζονταν και τότε τέλειωναν όλα. Με γέλιο. Δεν ήταν οι Bonzos να γίνουν μπάντα καριέρας. Ήταν anti-art. Ήταν λάθος λοιπόν ξαφνικά να πει κάποιος "Αλήθεια είμαστε σοβαροί". 




Βασίλης

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018




MARTHA VELEZ

Fiends & Angels


Ας ξεκινήσουμε την ιστορία μας με ένα φανταστικό line up.
(Στις παρενθέσεις βρίσκονται τα γκρουπ που κάθε ένας από τους παρακάτω μουσικούς έπαιζε).
*Johnny Almond - saxophone (John Mayall, Mark-Almond)
*Brian Auger - organ (Brian Auger & Trinity, Oblivion Express)
*Dave Bidwell - drums (Chicken Shack, Savoy Brown)
*Duster Bennett - harmonica (Champion Jack Dupree, B.B.King)
*Jack Bruce - bass (Cream)
*Jim Capaldi - drums (Traffic)
*Eric Clapton - guitar (Cream, Blind Faith)
*Jeff Condon - horns (Mark-Almond)
*Rick Hayward - guitar (Mike Vernon, Christine Perfect)
*Spit James - guitar (Keef Hartley Band)
*Paul Kossoff - guitar (Free)
*Christine McVie - keyboards (Chicken Shack, Fleetwood Mac)
*Chris Mercer - saxophone (Keef Hartley Band, Juicy Lucy, John Mayall)
*Mitch Mitchell - drums (Jimi Hendrix, Roger Chapman, Eire Apparent)
*Terry Noonan - horns (Keef Hartley Band, Chicken Shack, Champion Jack Dupree)
*Bud Parkes - horns (Julie Driscoll, Alex Harvey, Wishbone Ash)
*Andy Silvester - bass (Chicken Shack, Savoy Brown, Chris Youlden)
*Derek Wadsworth - horns (Ginger Baker, Colosseum, Manfred Mann, Julie Driscoll)
*Blue Weaver - keyboards (Strawbs, Bee Gees, Keef Hartley Band, Roger Chapman, Grease Band,)
*Stan Webb - guitar (Chicken Shack, Savoy Brown, Champion Jack Dupree)
*Chris Wood - saxophone (Traffic, Jimi Hendrix, Shawn Phillips)
Όλοι όσοι ασχολούνται με την rock και blues μουσική, λογικά θα έχουν έστω ένα ή και περισσότερα άλμπουμ από κάποιους από τους παραπάνω. Πόσοι έχουν όμως άλμπουμ που να περιέχει όλους τους παραπάνω μαζί?
Το παραπάνω φανταστικό line up, μόνο φανταστικό δεν ήταν. Ήταν ένα super-session που συνέβη στην πραγματικότητα το 1969 για την δημιουργία ενός δίσκου. Ακόμα δεν έχουμε πιάσει βέβαια τον κεντρικό ήρωα της ιστορίας. Αυτού που το όνομα φαίνεται στο εξώφυλλο του άλμπουμ. Και δεν είναι κανείς από τους παραπάνω. Το άλμπουμ αφορά στην κοπέλα που τραγουδάει. Την κυρία Martha Velez (Μάρθα Βέλεζ).

Martha Velez - Come Here Sweet Man (1969)


Η Martha Velez είναι μια Αμερικανίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια με καταγωγή από το Πουέρτο Ρίκο και την Ισπανία. Η εκπαίδευσή της άρχισε 5 χρονών με όπερα και μουσικό θέατρο. Σε ηλικία 12 ετών είχε πάρει υποτροφία σαν mezzo-soprano. Κατέχει master στην κλινική ψυχολογία και διδακτορικό στην πολιτιστική μυθολογία και στην ψυχολογία του βάθους.
Όπως λέει η Velez: "Όταν πήγα στο Πανεπιστήμιο του Λονγκ Άιλαντ (1963) γνώρισα ένα γκρουπ αγοριών, τον Earl Mann, Al Alcabes και Jeff Hyman και σχηματίσαμε ένα folk γκρουπ με το όνομα the Gaslight Singers. Με αυτό το γκρουπ ξεκινήσαμε περιοδείες αμέσως μόλις τέλειωσα το κολλέγιο. Αυτό έγινε για 2-3 χρόνια και βγάλαμε 2 άλμπουμ με τον Milt Okun, που είχε κάνει τον παραγωγό και για τους Peter, Paul and Mary και για τους The Chad Mitchell Trio. Αμέσως μετά τις περιοδείες μπήκα στο μουσικό θέατρο. Συμμετείχα σε δύο σόου και αντικατέστησα την Diane Keaton στο μιούζικαλ (rock όπερα) Hair. Το να μπω στο Hair με οδήγησε να σκεφτώ ότι από την κλασσική μουσική και την folk θα μπορούσα να στραφώ στα blues και στη rock. Έτσι όταν ήμουν στην rock όπερα Hair πηγαίνοντας να ηχογραφήσω μερικά demos για τον συγγραφέα, δύο επικεφαλής που έτυχε να βρίσκονται στο control room, μου πρότειναν να υπογράψω σαν ηθοποιός. Αυτοί ήταν οι Seymour Stein και Richard Gotterher ιδιοκτήτες και ιδρυτές της Sire (δισκογραφικής), υπέυθυνης για Madonna, the Pretenders, Talking Heads, the Ramones, κλπ. Η επόμενη κίνηση ήταν να με στείλουν στον Mike Vernon, που ήταν ο παραγωγός των Cream, the Yardbirds, John Mayall, David Bowie, Savoy Brown, Chicken Shack, Fleetwood Mac, Peter Green, όλων αυτών των γιγάντων και πολλών ακόμα. Ιδρυτής και ιδιοκτήτης της δισκογραφικής blues εταιρείας, Blue Horizon. Ήξερα πολλά πράγματα γύρω από την μουσική, επειδή ουσιαστικά το blues είναι folk μουσική, κάτι πολύ σχετικό με ότι τραγούδαγα πριν και ένιωσα γι'αυτό κάτι πολύ βαθύ, αρχέγονο. Το ίδιο αισθάνθηκα και για την reggae αργότερα. 


Martha Velez - I'm Gonna Leave You (1969)


Το να δουλεύεις (στο πρώτο άλμπουμ) με τους μουσικούς αυτούς ήταν κάτι το τρομακτικό. Όμως είμαι ψηλή, φόραγα και τις ψηλές μου μπότες και αυτό με έκανε να αισθάνομαι λιγότερο τρομαγμένη. Μπήκα μέσα και αντίκρυσα την Christine McVie. Στεκόταν δίπλα στον Eric Clapton. Πιο κει ο Jack Bruce με τον Mitch Mitchell. Ο Stan Webb, ο Paul Cossoff. Ω Θεέ μου! Τα πόδια μου έτρεμαν και τα μάτια μου είχαν μείνει γουρλωμένα. Όλοι τους στο απόγειο της καριέρας τους τότε. Κι εγώ απλά με μια φλόγα μέσα μου να κάνω κάτι που δεν είχα δουλέψει πιο πριν. Η εμπειρία του τραγουδιού στο Hair με βοήθησε. Υπήρχε πολύ rock στο Hair και απαιτούσε πολύ συναίσθημα για να βγει η δουλειά. Αυτό μάλλον με βοήθησε και στο Fiends and Angels".


Martha Velez - Swamp Man / a Fool For You (1969)


Βέβαια, προφανώς όλοι οι τεράστιοι αυτοί μουσικοί ανταπέδωσαν στον Mike Vernon την συμβολή του στο να φτάσουν όπου έφτασαν. Η φωνή της Velez είναι καταρχήν super sexy, δυνατή και επιθετική, θυμίζει την αείμνηστη Janis, αλλά πιο κοντρολαρισμένη. Τα blues πολλά και διαφορετικού τύπου. Στην μέση περίπου του άλμπουμ (14.52') βρίσκεται το τραγούδι "Very Good Fandango" που ξεκινάει με την Velez να ερμηνεύει όπερα. Σε ορισμένες περιπτώσεις καταφέρνει να επισκιάσει την μουσική που παίζουν τα ιερά τέρατα που την συνοδεύουν. Απίστευτη πραγματικά!!



To 2o άλμπουμ της βγήκε το 1972 με τον τίτλο Hypnotized. Πολύ καλή παραγωγή με αξιόλογα τραγούδια.
Martha Velez - Magic in His Hands (1972)

Το 1974 έβγαλε το Matinee Weepers και η δισκογραφική της (Sire), της είπε ότι θα έστελνε δυο τραγούδια της στον Bob Marley για να ακούσει και να αποφασίσει αν θα ήθελε να συνεργαστεί μαζί της.

Martha Velez - Elephant Jive (1973)

Τον Μάιο του 1975 ταξίδεψε στην Τζαμάικα για 3 εβδομάδες για να ηχογραφήσει με τον Bob Marley. Είναι η μόνη Αμερικανίδα που ο Marley έγινε παραγωγός. Η συνεργασία τους προέκυψε δια μέσου του παραγωγού Craig Leon, που ρώτησε τον Marley πως θα έβλεπε να κάνουν ένα δίσκο μαζί. Ο Marley έχοντας ακούσει την σύνθεσή της "Living Outside the Law" από το άλμπουμ της του 1972 Hypnotized, βρήκε να έχει μια φιλοσοφική σχέση μαζί της, πέρα από την απίθανη φωνή της που τον μάγεψε. Η θετική του ανταπόκριση έφερε στο στούντιο την Martha όπου και παρήγαγαν το άλμπουμ της Escape From Babylon το 1976. Σε αυτό περιλαμβάνονταν οι διασκευές “Bend Down Low” και “Get Up, Stand Up“, καθώς και μια κοινή τους σύνθεση το "Disco Night". Τα credits των στίχων λόγω φιλονικίας του Bob Marley με τους εκδότες δόθηκαν στην σύζυγό του Rita Marley.

Martha Velez - There You Are (1976)


Μετά από αυτό το LP η Martha Velez έβγαλε ένα μόνο άλμπουμ το American Heartbeat (1977).



Από εκεί και πέρα αφοσιώθηκε στην καριέρα της ως ηθοποιός. Ήταν παντρεμένη με τον Keith Johnson που έπαιζε τρομπέτα. Αδελφός της είναι ο Gerardo Velez (ντραμς/percussion), που έπαιξε με τον Jimmy Hendrix το 1969 στο Woodstock, όπως επίσης με τον David Bowie, τους jazz Spyro Gyra και άλλους. Ο Jimmy Hendrix της είχε ζητήσει να συμμετέχει μαζί με τον αδερφό της μαζί του στο Woodstock, πρόταση που η Velez απέρριψε. Η Martha Velez έμεινε σχεδόν άγνωστη στο ευρύ κοινό συνέπεια της εποχής που έκανε το ντεμπούτο άλμπουμ της (που είναι ένα διαμάντι) με τα μεγαθήρια του blues/rock, όταν κάθε ένας από αυτούς έβγαζε τα δικά του άλμπουμ. Η Martha Velez είναι σήμερα 73 ετών. Δεν έκανε μεγάλη καριέρα στην μουσική. Όμως είχε κάτι που θα ζήλευε ο καθένας. Αυθεντικότητα. Αυθεντικότητα και τεράστιες φωνητικές δυνατότητες.


Βασίλης



Κυριακή 18 Μαρτίου 2018



RICHARD & MIMI FARINA

Folk Rock Innovators


Τα μεγάλα ντουέτα είναι πιο επιτυχημένα από ότι είναι συνήθως καθένα από τα μέλη. Ο ένας δίνει τέτοια ώθηση στον άλλο σε δυσθεώρητα ύψη που ποτέ δεν θα έφτανε μόνος. Η μουσική του Richard και της Mimi Farina ήταν μιά εικονογράφηση της τελειότητας. Η υψηλή, καθαρή φωνή της Mimi αντισταθμιζόμενη από τoν γήινo τόνο του Richard. Η κιθάρα της και το dulcimer (σαντούρι) του, ένας ορχηστρικός συνδυασμός, που σπανιότατα συναντάται στην folk/rock μουσική. Συνυφασμένα και μπλεγμένα με επιδεξιότητα.

Reno Nevada (1965)

Στην τόσο σύντομη καριέρα τους, τα ιδιόμορφα άλμπουμ τους υπήρξαν τόσο "πλατιά" όσο κάθε άλλου folk/rock γκρουπ. Ο πολιτικός σχολιασμός ισορροπημένος με την λογοτεχνική αλληγορία, τα κυνικά μπλουζ με τα τρυφερά ερωτικά τραγούδια, και οι λυπητερές μπαλάντες με τα χαρούμενα θέματα. Υπήρχε διστακτικά ηλεκτρικό ροκ, αλλά και ολόκληρα ορχηστρικά θέματα παιγμένα μόνο με το dulcimer, επηρεασμένα από την Κέλτικη folk, αλλά και την Appalachian μουσική (μουσική που πηγάζει από Ευρωπαικές και Αφρικανικές επιρροές), συχνά προσδίδοντας στα παραδοσιακά αυτά είδη νέες κατευθύνσεις. Το τραγικό στην ιστορία του Richard και της Mimi είναι ότι τελείωσε σχεδόν τόσο σύντομα όσο ξεκίνησε, με τον Richard να πεθαίνει σε δυστύχημα με την μηχανή, πολύ γρήγορα μετά το δεύτερο άλμπουμ τους. Η ειρωνία της ιστορίας τους είναι ότι όσο ωραία μουσική έκαναν, άλλο τόσο κανείς από τους δύο δεν έγινε πρωταρχικά γνωστός για την μουσική αυτή. Ο Richard, γνωστός κυρίως ως λογοτεχνική φυσιογνωμία στο κοινό, πιο πολύ για την νουβέλα που εκδόθηκε λίγο πριν τον θάνατό του, Been Down So Long It Looks Like Up To Me. Επίσης ήταν γνωστός σαν φίλος και πηγή έμπνευσης του Thomas Pynchon, ενός από τους γνωστότερους Αμερικανούς συγγραφείς του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Για το τελευταίο τέταρτο του αιώνα η Mimi είχε γίνει γνωστή ως η ιδρυτής και οδηγός πίσω από τον οργανισμό Bread and Roses, ένα οργανισμό υπεύθυνο για διοργανώσεις μουσικών παραστάσεων σε φυλακές, γηροκομεία, άσυλα αστέγων και παιδικά νοσοκομεία. Αν και οι ηχογραφήσεις τους παραμένουν, συχνά ξεχνιέται ότι οι Farina ήταν ανάμεσα στους πρωτοπόρους της folk/rock και περισσότερο, ότι μόλις είχαν αποκτήσει δυναμική κατά τον θάνατο του Richard τον Απρίλιο του 1966.



Όταν γνωρίστηκαν στις αρχές του 1960, ήταν γνωστοί στην folk/rock κοινότητα, όχι για το ποιοί ήταν, αλλά περισσότερο για το με ποιούς folk stars συνδέονταν. Η Mimi γνωστή ως Mimi Baez, η νεώτερη αδελφή της Joan Baez, τότε μιας από τους πιο πετυχημένους καλλιτέχνες της αναβίωσης της folk του 1960. Ο Richard, μέλλων διαζευγμένος σύζυγος της Carolyn Hester, λιγότερο γνωστής από την Baez, εξίσου σημαντικής ωστόσο τραγουδίστριας της folk. Και τότε γνωστός όπως και τώρα για τη συγγραφική του δεινότητα περισσότερο από την μουσική του, αν και τότε το πρώτο του συγγραφικό έργο που τον έκανε γνωστό σε ευρύ κοινό ήταν ακόμα ατελές. Το παρελθόν του είναι ακόμα μυστήριο, ακόμα και για τις συζύγους του και για τους φίλους του. Γεννημένος το 1937 από Κουβανό πατέρα και Ιρλανδή μητέρα, που βρέθηκαν κι οι δύο στην Αμερική το 1930, μεγαλώνοντας πέρασε χρόνο στο Μπρούκλυν, την Κούβα και την Βόρεια Ιρλανδία. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Cornell (όπου γνώρισε τον Pynchon) τέλη του '50. Προφανώς πήγε στην Ιρλανδία σαν έφηβος για να δουλέψει με τον IRA και επισκέφτηκε την Κούβα εν μέσω των αναταραχών της επανάστασης του Fidel Castro. Αρχές του '60 γνώρισε την Carolyn Hester με την οποία παντρεύτηκαν μετά δυο εβδομάδες σχέση. Η Carolyn Hester θυμάται: "Όταν παντρευτήκαμε αποφάσισε να σταματήσει να γράφει και να γίνει καλλιτέχνης. Και από τότε να μην ασχοληθεί με κάτι άλλο". Κάτω από την επιρροή της ο Richard ενδιαφέρθηκε να παίξει μουσική. Η Carolyn Hester τον συνέστησε στο dulcimer και τον δίδαξε ότι γνώριζε για το όργανο. Ενώ η Hester εμφανιζόταν στο Club 47 στο Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης, το καλοκαίρι του 1961, μαζί με τον Richard γνωρίστηκαν με τον Bob Dylan που τότε δεν είχε υπογράψει ακόμα με δισκογραφική. Τότε ο Dylan τέλειωνε την εμφάνισή του σε δίσκο της Hester (σαν παίκτης φυσαρμόνικας). Αυτή η δουλειά ήταν που τον έφερε στην προσοχή της Columbia (εταιρείας που είχε αναλάβει την Hester). Και μέσα στα επόμενα 5 χρόνια ο Dylan, σαν φίλος και τραγουδοποιός, υπήρξε η βασική επιρροή του Farina. Η Hester έλεγε πως δεν περίμενε ο Richard να ασχοληθεί με το τραγούδι.
Αποφάσισαν αφού ο Richard ήθελε, να πάνε στην Αγγλία, όπου θα τραγουδούσαν μαζί. Δεν έγιναν όμως πολλά πράγματα, μιας και η σχέση τους δεν προχωρούσε και ξεκίνησαν διαδικασίες για διαζύγιο. Ο Richard ωστόσο πήρε αφορμή από την παρουσία του στην Ευρώπη να εξελίξει την μουσική του καριέρα. Ήταν ένας από τους 2 Αμερικανούς που προσκλήθηκαν επισήμως στο Edinburgh International Festival το 1962, που παρουσιάστηκε από το BBC και επίσης του άρεσε να τραγουδάει στους δρόμους στην Γαλλία. Μάλιστα σύμφωνα με τις σημειώσεις που βρίσκονται στο δίσκο που έκανε με τον Eric Von Schmidt είχε παραστήσει τον τυφλό ενώ έπαιζε μουσική στους δρόμους για να μαζέψει περισσότερα χρήματα. To 1963 έκανε την ηχογράφηση στο ντεμπούτο άλμπουμ του σε συνεργασία με τον Eric Von Schmidt. Δεν κυκλοφόρησε πριν το 1967 και είχε τον τίτλο Dick Farina & Eric Von Schmidt. Ήταν ένα τυπικό folk διαμάντι στο οποίο αποδίδουν μπλουζ, Appalachian, και παραδοσιακούς τόνους. Με το "Old Joe's Dulcimer" ο Farina κάνει νύξη του τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια στα άλμπουμ του Richard & Mimi Farina. Το άλμπουμ υπήρξε περιζήτητο στους συλλέκτες όχι τόσο για την μουσική του, όσο για την παρουσία στα credits του Blind Boy Grunt (Bob Dylan), ο οποίος είχε επίσης πάει στην Ευρώπη τότε παίζοντας φυσαρμόνικα και κάνοντας back vocals.

Dick Farina & Eric Von Schmidt (1963)

Όμως το σπουδαιότερο γεγονός κατά την παραμονή του στην Ευρώπη ήταν η συνάντησή του με την Mimi Baez, που τότε ζούσε στο Παρίσι με τους γονείς της. Φεύγοντας για την Αμερική το 1963 πήρε μαζί του και την Mimi με την οποία είχαν κρυφά παντρευτεί. Η Mimi μόλις είχε τελειώσει το Γυμνάσιο και η οικογένειά της δεν έβλεπε με το καλύτερο μάτι τον επίδοξο γαμπρό. Σε ένα μικρό δωμάτιο στο Carmel της Καλιφόρνια οι Farina ξεκίνησαν να χτίζουν το στυλ τους, που θα χρωμάτιζε το μουσικό ντουέτο βασισμένο στο δέσιμο των φωνών τους, αλλά και στο πάντρεμα των μουσικών οργάνων τους. "Το γράψιμο ξεκίνησε όταν ξεκινήσαμε να τραγουδάμε" έλεγε η Mimi. "Πιστεύω πως ο Richard εμπνεόταν από τα δύο μουσικά όργανα. Μας άρεσε πολύ ο ήχος της Απαλάχιαν μουσικής. Και πολλές φορές, θύμιζε τον Ιρλανδικό ήχο, και αυτό λόγω των διαστημάτων πέμπτης. Τα μουσικά όργανα, ήταν κουρδισμένα σε πέμπτες, κι έτσι ήταν εύκολο για μας να γράφουμε και να τραγουδάμε με πέμπτες.Θα καθόμασταν μπροστά από το τζάκι και θα τραγουδούσαμε. Περιστασιακά τραγουδούσαμε για τους γείτονες". Το "Pack Up Your Sorrows" το τραγούδι για το οποίο οι περισσότεροι θυμούνται τους Farina, ήρθε σχετικά νωρίς.
Pack Up Your Sorrows (1965)


H Mimi θυμάται για το Baby, Let Me Follow You Down: The Illustrated Story of the Cambridge Folk Years, τις καλές και τις κακές στιγμές των πρώιμων ημερών τους στο Carmel: "Έγραφε σε καθημερινή βάση. Ξύπναγε κάθε μέρα στις 6 το πρωί. Και έγραφε όλη τη μέρα, συνέχεια και συνέχεια. Στη διάρκεια του χρόνου αυτού δεν είχαμε καθόλου χρήματα. Οι γονείς μου δεν ανακατεύονταν. Κανείς δεν συμπαθούσε κανέναν και εγώ ήμουν στη μέση μη ξέροντας τι να κάνω". Το ζευγάρι μετακόμισε στο Κέμπριτζ για λίγο όπου συνέχισε να χτίζει την δημιουργική συνεργασία του. Φίλη τους υπήρξε η Debbie Green μια folk φιγούρα της εποχής, τόσο στο Κέμπριτζ όσο και στο Μπέρκλευ, ως κιθαρίστας και συνιδρυτής του folk κλαμπ Cabale. "Υπήρχε μια folk μουσική σκηνή στο Club 47" εξηγεί η Green. H Joan Baez, ο Dylan, ο Bob Neuwirth, o Albert Grossman. Ήταν αλήθεια μια "κλίκα" και ο Dick (Richard Farina) αποδοκιμάστηκε από αυτούς. Ήταν αλήθεια ένα θαυμάσιο παιδί, λαμπερό, τον αγαπούσα. Όμως δεν έπαιζε με τους κανόνες τους και η Joan (Baez) τον απομάκρυνε από αυτό το κύκλωμα. Έτσι λοιπόν περιθωριοποιήθηκε και το ίδιο συνέβη και στη Mimi. Έτσι ήταν και με τον Eric Andersen (folk τραγουδιστής και τραγουδοποιός και μετέπειτα σύζυγος της Debbie Green), τον οποίο η Debbie συνόδευε με την κιθάρα και τα φωνητικά της. Και επομένως το ίδιο είχα υποστεί κι εγώ. Δεν αντέχω ένα γκρουπ ανθρώπων να απωθεί άλλους ανθρώπους. Αυτά τα ωραία συνέβαιναν τότε και ζήσαμε υπέροχες στιγμές". Καταλήγει η Debbie Green γελώντας. "Θα πήγαινα στο διαμερισματάκι τους και ο Dick θα έπαιζε και εμείς θα πιάναμε τις κιθάρες. Τα παιδιά είχαν μια πολύ όμορφη και δημιουργική σχέση. Σε σύγκριση με άλλους τραγουδοποιούς της folk που έγραφαν το δικό τους υλικό υπό την σκιά του Dylan, ο Richard υπήρξε πιο σοφιστικέ, πιο ψαγμένος. Ήταν αναγνώστης και συγγραφέας. Είχε διαβάσει περισσότερο από κάθε άλλο που έγραφε στο είδος αυτό (folk) εκείνα τα χρόνια. Έτσι οι στίχοι του ήταν ελαφρώς διαφορετικοί".
O Farina έφερε στην μουσική κάτι που μπήκε στο προσκήνιο από τους ομοίους του πολύ αργότερα. Αυτό ήταν ότι προσπαθούσε να ισορροπεί έχοντας το ένα πόδι του στην λογοτεχνία και το άλλο στον κόσμο της μουσικής. Συνέχισε να δουλεύει ασταμάτητα την νουβέλα του και ήταν γνωστός στους πολλούς πρωταρχικά ως συγγραφέας. Οι μικρές ιστορίες, τα ποιήματα και τα άρθρα του εμφανίζονταν σε εκδόσεις όπως, The Atlantic, Mademoiselle, the Village Voice και άλλες. Όμως παράλληλα συσσώρευε τραγούδια με ταχείς ρυθμούς, έτσι το ντεμπούτο άλμπουμ τους Celebrations for a Grey Day, αποτελείτο αποκλειστικά από δικές του συνθέσεις (με την Pauline Marden να παίρνει ένα credit για την συμβολή της στο Pack Up Your Sorrows".Το άλμπουμ βγήκε αρχές του 1965 στην Vanguard, δισκογραφική της αδελφής της Mimi, Joan Baez και βρήκε το ντουέτο να παίζει contemporary folk καθώς και αυτοί παρασύρονταν από την μουσική θάλασσα που έμεινε γνωστή ως folk/rock. Αυτό που τόσο πολύ διαφοροποίησε όλο το άλμπουμ από τα περισσότερα folk ή folk/rock εκείνης της περιόδου ήταν η ποικιλία. Μισά περίπου από τα 13 τραγούδια ήταν ορχηστρικά, στοχευμένα στην μίξη της κιθάρας με το dulcimer, μερικές φορές σε στενή σχέση με την παραδοσιακή folk, φέρνοντας στο μυαλό γάργαρα ποταμάκια μια ανοιξιάτικη μέρα, όταν άλλα γίνονταν πιο τολμηρά αναμιγνύοντας Appalachian μουσική με Κέλτικη και ακόμα πιο πολύ με Latin και Indian. Ένα τέτοιο με χροιά Indian, ήταν το ορχηστρικό "V." που ονομάστηκε έτσι από την νουβέλα του φίλου του Richard, Thomas Pynchon.

V. (1965)


Αναμφίβολα τα ορχηστρικά τους έχουν μεγάλη έμφαση στο συγκεκριμένο LP, αλλά αποκάλυψαν το "κόλπο" του ζευγαριού να δημιουργεί ασυνήθιστα πράγματα προερχόμενα από όργανα της παραδοσιακής folk. Για παράδειγμα το "V." που αναφέραμε επιτάχυνε σχεδόν παραληρηματικά με ελαφριές δυσαρμονίες και κροταλίσματα που έφερναν στο μυαλό Ινδικό στυλ και raga rock. Η Mimi πρόσφερε ποικιλία περιστασιακά παίζοντας autoharp αντί κιθάρας. Είναι δε πολύ παράξενο που αν και το άλμπουμ ονομάστηκε Celebrations for a Gray Day που ο Richard είχε γράψει πολύ πριν γίνει τραγούδι και που η Carolyn Hester τον θυμάται να μετατρέπει ποιήματα σε τραγούδια, παρουσιάζεται στο άλμπουμ ως ορχηστρικό. O Richard ήταν άνθρωπος με πολλές διαθέσεις, τουλάχιστον στο τραγούδι, περνώντας από το στυλάτο "Pack Up Your Sorrows" και το θορυβώδες "One Way Ticket" σε λυπητερές αλλά χαριτωμένες μπαλάντες που ακούγονταν περισσότερο σαν sea shanties αν και δεν θα μπορούσαν ποτέ να τραγουδηθούν από ναυτικούς. Όπως για παράδειγμα το "Michael, Andrew & James" ένα λυπητερό μοιρολόι για τους Michael Schwerner, Andrew Goodman και James Chaney ακτιβιστές για τα εργατικά δικαιώματα που δολοφονήθηκαν από την Ku Klux Klan στο Μισσισιπή το 1964.

Michael, Andrew & James (1965)


Το ταλέντο του ως ποιητής προσέδωσε βάθος και πολλές διαστάσεις στους στίχους του, πράγμα που έλειπε από τους στίχους πολλών τραγουδοποιών που ξεπήδησαν από τα απόνερα του Dylan. Το "Falcon" για παράδειγμα ακούγεται την πρώτη φορά σαν μια λυπημένη folk μπαλάντα. Αποκτά ωστόσο ακόμα μεγαλύτερη θλίψη, όπως εξηγεί ο Richard στις σημειώσεις στο εσωτερικό του δίσκου, ενδεικτικές της πρόζας που πάντα δούλευε), όταν μας λέει ότι όπως τα πουλιά στο Point Lobos της Καλιφόρνια έχασαν την γαλήνη τους όταν η κοινότητα John Birch Society (JSB) αποφάσισε να κάνει πρακτική με τα πολεμικά όπλα στα μέρη τους, αλληγορικά δείχνει φυλετικά τους φιλήσυχους ανθρώπους που ταλαιπωρούνται από ανόητη βία.

Falcon (1965)


Στον Farina πάντα άρεσε να αναμιγνύει τα προσωπικά με τα δημόσια σε ένα τραγούδι. Το "One Way Ticket" παράδειγμα ακούγεται επιφανειακά σαν ένα τραγούδι με ωραίο σκοπό, όμως οι τραγουδιστές χαρούμενα δραπετεύουν από την ηλιόλουστη Καλιφόρνια για το χιόνι και τις βροχές της Ανατολής. Το σατυρικό και χλευαστικό νόημα αφορά στις παραλίες της Καλιφόρνια που το να κολυμπήσει κανείς ήταν απαγορευτικό από την μόλυνση. Υπήρχε μια σκοτεινή πλευρά κρυμμένη στην συχνά χιουμοριστική διάθεση του συγγραφέα, που ακούγεται περισσότερο στο πειστικό "Reno Nevada" που οι στίχοι του χρησιμοποιούν την πόλη του τζόγου σαν αφετηρία για να ζήσει κανείς, αφού εκεί δεν θα έχει ποτέ να χάσει πολλά. To riff της κιθάρας της Mimi μαζί με τα χωρίς στίχο φωνητικά της προσθέτουν στο τραγούδι, που πρέπει να είναι το καλύτερο που έγραψε ο Farina. Η Mimi αποκαλύπτει ότι έλπιζαν από τον jazz Mose Allison να το ηχογραφήσει μιας και οι δύο ήταν fan του αλλά ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο προς μεγάλη τους απογοήτευση. Η λατρεία του ζευγαριού για τον Mose Allison δείχνει τα μουσικά τους ενδιαφέροντα και τις επιρροές τους που δεν ήταν περιορισμένα στην ακουστική folk. Έτσι υπήρχαν επίσης αρκετά τραγούδια στο άλμπουμ στα πρόθυρα του rock 'n' roll. Αν και δεν χρησιμοποιούνται ντραμς ο Bruce Langhome που έπαιξε και στο πρώτο άλμπουμ του Bob Dylan το 1965, πρόσθεσε ηλεκτρική κιθάρα σε αυτά. Ο Langhome, o Charles Small (πιάνο) και ο μπασίστας Russ Savakus παίζουν πίσω από τους Farina στα "Reno Nevada" και "One-Way Ticket", ενώ μόνο η απουσία των ντραμς τα κρατάει μακριά από την folk/rock. Ο Langhome συνάντησε τον Richard στα στούντιο, τότε με την Hester και έγιναν φίλοι. Αργότερα γνώρισε και τη Mimi πριν αρχίσουν να ηχογραφούν μαζί. Σαν κιθαρίστας των Farina, Hester, Dylan, Gordon Lightfoot, Fred Neil, Richie Havens, Odetta, Joan Baez, Buffy St. Marie, Tom Rush και άλλων, υπήρξε μια κρίσιμη φιγούρα της folk και folk/rock σκηνής. "Πολλοί άνθρωποι νόμιζαν" λέει ο Langhome "ότι εκείνη την περίοδο με όποιον συνεργαζόμουν στον μουσικό κόσμο γινόταν αυτόματα τεράστιος. Αυτό δεν ίσχυε με τίποτα στην περίπτωση του Farina. Ο Dick ήταν πραγματικά ο εγκέφαλος. Συγκεκριμένοι μουσικοί ήταν ικανοί να δημιουργήσουν μια αφετηρία, απ'όπου άλλοι θα μπορούσαν να συνεχίσουν να δημιουργούν. O Bob Dylan ήταν ένας. O Dick ήταν ακόμα ένας. Το πρωταρχικό συστατικό όλων των συνθέσεων ήταν το dulcimer. Ήταν ένα τόσο ασυνήθιστο όργανο αλλά ήταν και ο τρόπος που ο Dick έπαιζε. Τότε στο Gerdes, Club 47 (ένα folk club της Νέας Υόρκης) η πρώτη που έπαιξε dulcimer ήταν η Jean Ritchie. Έπαιζε παραδοσιακό dulcimer και μόλις άκουσε τον Farina να παίζει, αλήθεια έπαθε πλάκα. Ο Dick δεν έπαιζε παραδοσιακό υλικό, αλλά ήταν καθαρά νεωτεριστής στο παραδοσιακό αυτό όργανο. Αυτό ήταν και η καρδιά σε όλες τις συνθέσεις μας. Εγώ με την κιθάρα μου απλά περίμενα που θα μπορούσα να βοηθήσω". Επιπλέον της κιθάρας ο Langhome έπαιζε και το γιγάντιο Τούρκικο tambourine που εμφανίζεται ως percussion σε μερικά άλμπουμ. "Με αυτό το μοναδικό όργανο μπορούσα να συνοδεύω το μοναδικό ήχο του dulcimer του Farina" λέει ο Langhome.
Όταν το άλμπουμ βγήκε το 1965, το "Bringing It All Back Home" του Bob Dylan ήταν σχεδόν στα ράφια και το "Mr. Tambourine Man" των Byrds είχε ακόμα δρόμο για να σκαρφαλώσει στα chart όπου θα έκανε την folk/rock καθημερινότητα. Πολλοί folk μουσικοί πειραματίζονταν με νέα όργανα στις αρχές του '65. Αλλά στα περιεχόμενα της περιόδου εκείνης το Celebrations for a Grey Day κατείχε εξέχουσα θέση σαν μια καθαρά αρτιστική κίνηση, σε χρόνο που οι πιο πολλοί χρησιμοποιούσαν ηλεκτρικά όργανα με έντονο ανταγωνισμό μεταξύ τους. Η Mimi ανακαλεί " Όταν η Vanguard (δισκογραφική) μας έστειλε τον Russ Savakus αυτός ήρθε μέσα πήρε το μπάσο του κάθισε μαζί μας και μας συνόδευσε. Δεν είχα ιδέα τότε για επαγγελματισμό. Τελειώνοντας σηκώθηκε πήρε το μπάσο του και λέγοντας καληνύχτα έφυγε. Και αναρωτιόμουν τότε, που πάει τώρα; κάπου που θα μαζευτούμε να το γιορτάσουμε; πως φεύγει έτσι; Όμως έτσι συμπεριφέρονταν οι επαγγελματίες μουσικοί". Παρά την χρήση των ηλεκτρικών οργάνων που ενοχλούσε τους καθαρά folk καλλιτέχνες, ο Langhome λέει "Η folk είναι μουσική του λαού. Αν κοιτάξεις στη folk κάθε χώρας από κάθε εποχή, τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν είναι διαθέσιμα στον ντόπιο πληθυσμό. Για εμάς στην Αμερική εκείνο τον καιρό ήταν η ηλεκτρική κιθάρα. Ήταν σαν ο καθένας να είχε μια ηλεκτρική κιθάρα. Όλοι οι δίσκοι που έβγαιναν παρουσίαζαν την ηλεκτρική κιθάρα. Ήταν μια απολύτως φυσιολογική κίνηση και άνθρωποι νέοι σκεπτόμενοι πιο μπροστά από την εποχή τους όπως ο Dylan και οι Farina δεν είχαν παρά να προχωρήσουν μπροστά. Ήταν αναπόφευκτο. Δεν ήταν παραδοσιακοί καλλιτέχνες αλλά νεωτεριστές και ασφαλώς αναπόφευκτη ήταν και η αντίσταση του κόσμου που δεν ήθελαν τα είδωλά τους να αλλάζουν". Ο Paul Williams, ιδρυτής του Crawdaddy! (το πρώτο Αμερικανικό περιοδικό για τη rock με σοβαρή κριτική) είδε και άκουσε τους Farina και θυμάται την αίσθηση της rock που απέπνεαν αν και δεν υπήρχε full ηλεκτρικός εξοπλισμός να τους συνοδεύει. "Και οι δυό μαζί έπαιζαν σαν να ήταν μια rock μπάντα. Έπρεπε να ήσουν προκατειλημμένος, ότι έπρεπε να δεις οπωσδήποτε ηλεκτρικά όργανα για να μην τους απολαύσεις. Ο υπέροχος τρόπος που έπαιζαν σε συνδυασμό με τις συνεργαζόμενες φωνές τους δημιουργούσαν μια ευφορία και μια ένταση παράλληλα". Οι άλλοι τραγουδοποιοί δεν απείχαν από τον Woody Guthrie (παλαιός folk Αμερικανός μουσικός). Όμως ο Dick και η Mimi εξερευνούσαν μουσικά με τρόπο όχι τόσο άσχετο με τις αναζητήσεις των the Beatles, the Grateful Dead, Buffallo Springfield και άλλα γκρουπ. Ήταν πολύ κοντά στο πνεύμα αυτό, αν και ποτέ δεν ήταν rock 'n' roll μπάντα, ούτε προσπάθησαν να γίνουν. Ο Pete Seeger ήταν ο παρουσιαστής ενός τηλεοπτικού σόου τότε που λεγόταν Rainbow Quest. Μερικούς μήνες μετά το Newport Folk Festival οι Farina ήταν καλεσμένοι του σε ένα επεισόδιο. Ο Seeger είχε μείνει στην μνήμη του κόσμου για την αρνητική και κατά αυτόπτες μάρτυρες, βίαιη συμπεριφορά του στην πρώτη live εμφάνιση του Bob Dylan με "ηλεκτρική" μπάντα, να προσπαθήσει να κόψει με τσεκούρι το καλώδιο του ενισχυτή, θυμωμένος από τον δυνατό ηλεκτρικό ήχο. Ο Seeger περιγράφει το σκηνικό στο Newport Folk Festival με τον Richard να έχει το dulcimer στα γόνατα, την Mimi να παίζει την κιθάρα και να έχουν μερικά άλλα όργανα να τους συνοδεύουν. "Ήταν απόγευμα και 7000 άνθρωποι είχαν καθίσει εκεί έξω στον ζεστό ήλιο με τον ιδρώτα να στάζει. Και εντελώς ξαφνικά ο ουρανός σκοτείνιασε και μια καλοκαιρινή καταιγίδα με αστραπόβροντα ξεκίνησε. Και ο Dick και η Mimi έχοντας μόλις ανέβει στη σκηνή, αποφάσισαν να παίξουν. Και ο κόσμος περίμενε να τους ακούσει, δεν έλεγε να φύγει. Λοιπόν βρισκόμουν στα παρασκήνια και έβλεπα μέσα από τις κουρτίνες. Και είδα μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω όσο ζω. 7000 κόσμος έγινε μούσκεμα και ακουγόταν συνεχώς "τι στο καλό? Ας μουσκέψουμε". Άρχισαν να γδύνονται και να χορεύουν στο ρυθμό της μουσικής. Και ανέμιζαν τις μπλούζες και τα πουκάμισα, οι γυναίκες είχαν μείνει με τα σουτιέν. Γινόταν πανδαιμόνιο. Τόσοι άνθρωποι να χορεύουν κάτω από τα αστραπόβροντα". (Δύο από τα τραγούδια από αυτήν την παράσταση βρίσκονται στο δίσκο με τον τίτλο Memories που είναι compilation άλμπουμ. Και ένα σπάνιο ντοκουμέντο από το σόου Rainbow Quest σώζεται σε ένα σκηνικό που θυμίζει κουζίνα με τον δαιμόνιο Pete Seeger να παίρνει τις μαράκες και να βρίσκεται μαζί με τους Farina στη σκηνή, ζητώντας στο τέλος συγγνώμη για την αιφνίδια είσοδό του, αφού μόνο ένας νεκρός θα μπορούσε να μείνει έξω από όλο αυτό όπως ακούγεται να λέει. Σε αυτό το σπάνιο βίντεο ακούμε τον Richard να μιλάει εκτενώς για ένα ινστιτούτο που η Joan Baez είχε φτιάξει για την μελέτη της μη βίας στο οποίο αυτός και η Mimi δούλευαν και σπούδαζαν. Όταν ο διάλογος τελειώνει και πάνε στο τραγούδι ο Seeger αναφέρεται στο παραδοσιακό dulcimer λέγοντας ότι ο Richard το παίζει με ένα νέο τρόπο και όχι όπως συνηθιζόταν να παίζεται παραδοσιακά. Και καταλήγει ότι αυτό που τους ακούει να παίζουν θα καταλήξει σύντομα να συμβαίνει σε όλο τον κόσμο για καλό ή για κακό.

Rainbow Quest  #16 (1966)


Η αίσθηση της rock που υπήρχε έμμεσα στις πρώτες δουλειές τους έγινε πιο σαφής στο 2ο άλμπουμ τους Reflections in a Crystal Wind που ηχογραφήθηκε αργότερα το 1965. Οι Farina συνοδεύονταν κι από περισσότερους μουσικούς σε κάθε κομμάτι. Langhome, Savakus και Small ήταν σταθεροί στο σχήμα και συνοδεύονταν μερικές φορές από τους John Hammond στη φυσαρμόνικα και τον Felix Pappalardi (μέλλων παραγωγό των Cream) στο μπάσο. Σε 4 κομμάτια μόνο ο Alvin Rogers έπαιζε ντραμς, πράγμα που έκανε την ηχογράφηση να συγκαταλεχθεί στην rock 'n' roll και όχι στην folk. Ο αμφιταλαντευόμενος, τρεμοπαίζον τόνος του Langhome (τρέμολο), βελτίωνε ζωτικά το αποτέλεσμα προσθέτοντας ηλεκτρισμό, αλλά διατηρώντας την αρμόζουσα εκλεπτυσμένη χροιά, ιδιαίτερα στο "Raven Girl" και στο "Reflections in a Crystal Wind".

Raven Girl (1965)


Ο Langhome το πέτυχε με την βοήθεια ενός άλλου μουσικού πρωτοπόρου στην μίξη οργάνων από όλο τον κόσμο με την folk, του Sandy Bull. Περαιτέρω λέει ο Langhome επηρεάστηκα από τον Roebuck Staples που χρησιμοποιούσε τρέμολο κιθάρα στις δικές του δουλειές, αρχές με μέσα '60. To γράψιμο του Richard ήταν μεγάλης εμβέλειας εκείνο τον καιρό. Η νουβέλα του ήθελε μερικούς μήνες για την έκδοσή της, όταν το άλμπουμ βγήκε, όμως σίγουρα οι blues τόνοι στον δίσκο ήταν σαν να ήθελε να βάλει την πρόζα της νουβέλας μέσα στην μουσική. Μια σταθερή ροή από ανυπόμονες εικόνες που δίδονταν με ένα κυνικό χιούμορ που αγκάλιαζαν τον παραλογισμό της μοντέρνας κοινωνίας και ταυτόχρονα διαμαρτύρονταν για αυτόν. Το "Sell-Out Agitation Waltz" ήταν σίγουρα το πιο επιτυχημένο από αυτά, με την άψογη κιθάρα του Langhome, ένα επιταχυνόμενο jazz ρυθμό και ωραιότατα ταυτόχρονα φωνητικά από τους Farina.

Sell-Out Agitation Waltz (1965)


Το "House Un-American Blues Activity Dream" αντάξιο των στίχων του Bob Dylan, με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Μη-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων και την επανάσταση στην Κούβα όντας νωπά ακόμα στην μνήμη του κόσμου, σατύριζε τον Αμερικανικό πατριωτισμό και τους θερμοκέφαλους που επιτίθεντο σε όποιον σκεφτόταν τα πράγματα διαφορετικά. Το "Hard-Loving Loser" κάτι σαν μια προσωπογράφηση του Richard ήταν το πιο φημισμένο τραγούδι του δίσκου, εν μέρει λόγω της διασκευής από την Judy Collins για το δικό της "In My Life", περίπου ένα χρόνο μετά. Στην πραγματικότητα η Collins έκανε πολύ καλύτερη δουλειά στον τόνο του τραγουδιού, από ότι είχαν κάνει οι Farina, προσθέτοντας ένα riff από harpsichord, παύση-έναρξη φωνητικών και δυνατό πιάνο, φιλοδοξώντας να δημιουργήσει ένα πολύ φλογερό χιτ. Ωστόσο δεν έγινε, αν και το έβαλε σε single. Η Collins έπρεπε να περιμένει μέχρι την διασκευή της Joni Mitchell "Both Sides Now" για να μπει στην αγορά.

Hard-Loving Loser (1965)


Στην πραγματικότητα το blues/rock ποτέ δεν ήταν το δυνατό χαρτί των Farina. Σίγουρα το "Mainline Prosperity Blues" έπεφτε πολύ κοντά στα εδάφη του Bob Dylan, όπως και τα υπόλοιπα blues τραγούδια του άλμπουμ. Στην πραγματικότητα ο Richard είχε μια περίπλοκη σχέση με τον Dylan, ζηλεύοντας με την καλή έννοια την επιτυχία και το ταλέντο του. Ο θαυμασμός του για αυτόν φαίνεται από ένα άρθρο με έκδηλο θαυμασμό που έγραψε στο περιοδικό Mademoiselle. "Ο Dylan το διάβασε όταν καθόμασταν όλοι έξω στην πισίνα" ανακαλεί η Mimi στις σημειώσεις της to Long Time Coming and a Long Time Gone, μια ανθολογία από μικρές σε έκταση εργασίες του Richard. "Και είπε εμπιστευτικά στην Joanie (Baez): "Ο Dick είναι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που γνωρίζουν ποιός είμαι" ή κάπως έτσι. Η Joanie εμπιστευτικά το ανέφερε σε μένα και εγώ επίσης εμπιστευτικά το είπα στον Dick. Ο Dick ζήλευε λιγάκι. Ο Dylan ήταν πιο νέος και τύχαινε μεγαλύτερης προσοχής. Πολύ μακρύτερα από τον Dick σε επιτυχία". Στο σόου του Pete Seeger έγινε ένα αστείο επεισόδιο σχετικά με αυτή την ιδιόμορφη σχέση, όταν ο παρουσιαστής είπε: "Νομίζω ότι πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Dick είναι ποιητής βασικά. Και πρέπει κάποιος να ακούσει αρκετές φορές τα τραγούδια του, ώστε να αρχίσει να ακούει όλα τα νοήματα στις λέξεις. Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τον Bob Dylan έτσι δεν είναι?" "Απολύτως" μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο συνήθως λαλίστατος Richard μη αφήνοντας άλλα περιθώρια προσέγγισης.
Στο On Reflections in a Crystal Wind ο Richard τόλμησε στα δικά του αυθεντικά μέρη, εδάφη που δεν είχαν να κάνουν με αυτά του Dylan στο μεγαλύτερο μέρος τους τουλάχιστον. Σε τραγούδια που λίγο είχαν να κάνουν με τα blues. Η πιο γλυκιά, πιο αισιόδοξη πλευρά του Richard ήρθε στην επιφάνεια με το "Children of Darkness" με την τσελέστα του Charles Small να προσθέτει ένα νέο χρώμα στις συνθέσεις του ντουέτου.

Children of Darkness (1965)


To "Reflections in a Crystal Wind" είναι στο μοτίβο του "Pack Up Your Sorrows", ενώ το "A Swallow Song" όπως και το παρόμοιο "The Falcon" λυπητερή μπαλάντα. Το "Bold Marauder" και το "Raven Girl" έμοιαζαν σαν folk ναυτικά τραγούδια που μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά αλλά με φρέσκους στίχους και rock κιθαριστικά μέρη. Και ενώ το "Bold Marauder" φάνηκε σαν μια ανθολογία στους πειρατές αρκετών αιώνων πριν, στην πραγματικότητα ήταν μια αλληγορία για την κυβέρνηση που τον εικοστό αιώνα λεηλατούσε ξένα εδάφη. Ο Richard έλεγε για αυτό το τραγούδι ότι αφιερώνεται στον Ronald Reagan και σε όσους θεωρούν τυχερό τον εαυτό τους να έχουν προέδρους που στέλνουν το στρατό τους να κάνει επιδρομές σε όλη την υφήλιο. Κι αν και σε αυτό το άλμπουμ υπήρχαν ορχηστρικά κομμάτια παιγμένα με το dulcimer και την κιθάρα, ήταν τέσσερα μόνο και λειτουργούσαν διαλειμματικά. Και εμβάθυναν σε πιο περιπετειώδη εδάφη σε σχέση με αυτά του πρώτου άλμπουμ, με τα "Dopico" και "Allen's Interlude" να εισέρχονται σε ατμόσφαιρα παγκόσμιας μουσικής.

Dopico (1965)


Το "Miles" είναι τραγούδι που γράφτηκε από την Mimi. Κι αν τα "Hard-Loving Loser" και "House Un-American Blues Activity Dream" ήταν τα τραγούδια που έφεραν την αναγνωρισιμότητα στο ντουέτο, δεν ήταν μέσα στην καρδιά της Mimi. "Πάντα μου άρεσαν τα τραγούδια αγάπης του Richard. Τα πολιτικά μου φαίνονταν τόσο θυμωμένα. Είναι πιο εύκολο να κάνεις τον κόσμο να κλαίει από το να τον κάνεις να γελάει και πρέπει να πατήσεις ορισμένα κουμπιά για να τραβήξεις την προσοχή του. Κάποιες φορές αισθανόμουν ότι αυτό ήθελε (ο Richard) να κάνει με τα πολιτικού περιεχομένου τραγούδια. Αγαπούσα το "Michael, Andrew, and James" και το άλλο με τα κορίτσια που σκοτώθηκαν (αναφέρεται στο "Birmingham Sunday" μια ελεγεία με Ιρλανδικό τόνο, για 4 έγχρωμα κορίτσια που σκοτώθηκαν από βόμβα σε σχολείο στην Αλαμπάμα, ηχογραφημένο από την Joan Baez και γραμμένο από τον Richard Farina). Όμως όλα ήταν πολύ όμορφα τραγούδια. Ο Dick μπορούσε να μπλέξει σε ένα τραγούδι τραγούδι αγάπης με τραγούδι πολιτικού περιεχομένου. Και ήταν πολυγραφότατος, ικανός να γράφει οπουδήποτε ακόμα και μέσα στο αυτοκίνητο. Ήταν ασταμάτητος, αν ενώ οδηγούσε σκεφτόταν κάποιους στίχους εγώ θα τους έγραφα οπωσδήποτε". Η συγγραφή των τραγουδιών από τον Richard επισκίαζε την συμβολή της Mimi στην μουσική τους. Εκτός της συμβολής της με τις αγγελικές αρμονίες της φωνής της, ήταν μια πολύ καλή κιθαρίστας. Η Debbie Green έχοντας παίξει κιθάρα και με τις δύο αδερφές Baez, όταν ξεκίνησαν λέει "Η Joan πήρε κατά κάποιο τρόπο τον εύκολο δρόμο. Στην αρχή μάθαινε ότι έκανα. Θα μάθαινε κάθε νότα που έπαιζα και αυτό ήταν. Η κιθάρα της υποστήριζε την φωνή της. Αλλά η Mimi ήταν πιο δημιουργική. Θα έβρισκε νέα πράγματα. Ήταν απίστευτη η συμβολή της στα τραγούδια του Richard. Φανταστείτε να ακούτε ένα τραγούδι των Everly Brothers χωρίς τον ένα από τους δύο".
Τον καιρό που βγήκαν τα δύο άλμπουμ των Farina δεν είχαν την μεγάλη απήχηση στον κόσμο της pop είτε της rock. Ακόμα βέβαια τα πράγματα δεν μπορούσαν να είναι πιο αισιόδοξα για τον Richard στις αρχές του 1966. Η νουβέλα του ήταν έτοιμη για να εκδοθεί. Το Celebrations for a Grey Day μπορεί να μην πουλήθηκε σε τόνους, αλλά σαφώς είχε τους θαυμαστές του όπως το New York Times, το οποίο το ονόμασε ένα από τα 10 καλύτερα folk άλμπουμ του 1965. Τα τραγούδια του Richard άρχισαν να διασκευάζονται από καλλιτέχνες με υψηλότερο εμπορικό προφίλ. Η Judy Collins "Pack Up Your Sorrows", η Joan Baez "Birmingham Sunday".

Joan Baez - Birmingham Sunday 


 Η Mimi θυμάται την αδερφή της να τους τηλεφωνεί όταν ήταν στην Καλιφόρνια και να ζητάει την βοήθεια του Richard, που ήξερε ότι γράφει. Αυτό ήταν και η αφετηρία στην συνεργασία τους. "Υπήρχε μια κουβέντα για ένα άλμπουμ τους που όμως ποτέ δεν έγινε. Δύο από τα τραγούδια του Richard εμφανίστηκαν στο άλμπουμ της Joan, Memories. Ένα από αυτά το αξιαγάπητο "All the World Has Gone By" με μουσική της Joan και στίχους Kim Chappell/Richard Farina και μια μπαρόκ σύνθεση που σε στοιχειώνει, ήταν ένα από τα καλύτερα τραγούδια της Joan".

Joan Baez - All the World Has Gone By


O Richard και η Joan δεν θα συνεργάζονταν ποτέ για ένα ολόκληρο άλμπουμ, δυστυχώς όμως δεν θα έβγαζαν ούτε με την Mimi. Στις 30 Απριλίου του 1966 στο Carmel της Καλιφόρνια, o Richard σκοτώθηκε σε δυστύχημα με μηχανή. Σε πάρτυ στο σπίτι τους βλέποντας μια όμορφη μηχανή ζήτησε από τον ιδιοκτήτη της να κάνουν μια βόλτα. Σε μια στροφή βγήκαν από τον δρόμο και πέρασαν μέσα από δυό φράχτες. Ο οδηγός επέζησε από την πτώση όμως ο Richard σκοτώθηκε ακαριαία. Το πάρτυ ήταν για τα γενέθλια της Mimi που γινόταν 21 χρονών. Ενώ ο θάνατος του Richard συνέθλιψε τους φίλους και τους fan του, δεν ήταν εντελώς μη αναμενόμενος. "Του άρεσε να ζει επικίνδυνα" λέει η Debbie Green. "Φλέρταρε με τον κίνδυνο". Και όντως κάπως έτσι ήταν αν φέρει κανείς στο μυαλό του τις μέρες στον IRA σαν έφηβος, πράγμα για το οποίο απελάθη από την Ιρλανδία όταν ήταν 18 χρονών. Πόσες φορές ο Richard πήρε τις ευκαιρίες του, δεν ήταν σε θέση ούτε οι γυναίκες του να ξέρουν καθώς ήταν αβέβαιες για το παρελθόν του πριν γίνει τραγουδιστής της folk. "Δεν ήξερα αλήθεια ακριβώς τι ακριβώς συνέβη εκεί στην Κούβα στον πόλεμο στους λόφους ή τι ήταν αυτό που υποτίθεται επιδίωκε να κάνει. Κάποιες φορές δεν μπορούσα να ξεχωρίσω την φαντασία του από την πραγματικότητά του" λέει η Mimi.
"Το κάθε τι γινόταν πιθανό με τον Richard" λέει η Carolyn Hester γελώντας. "Ήταν ένα ηθικό, αγνό παιδί. Αυτό είναι κάτι που δεν νομίζω να έχει γίνει γνωστό για τον Richard. Όταν πήγαμε στην Ιρλανδία μέναμε με την μητέρα του και στο ίδιο σπίτι ζούσαν και τα αδέλφια της. Όλοι υπερηφανεύονταν για τα κατορθώματά τους στον IRA. Αυτό με έκανε να πιστέψω αυτό που μου έλεγε ο Richard, όπως πιστεύω είχε πει και στη Mimi για μια βομβιστική ενέργεια, όπου κολύμπησαν για να βάλουν εκρηκτικά σε μια βάρκα. Το θέμα βέβαια ήταν ότι ο Richard δεν γνώριζε ότι στην βάρκα βρίσκονταν άνθρωποι. Είχε πιστέψει αυτούς που του είπαν ότι η βάρκα ήταν χωρίς κανέναν μέσα. Αυτό ήταν κάτι που νομίζω του σημάδεψε την υπόλοιπη ζωή του". 
"Ο θάνατός του ήταν ένα τεράστιο γεγονός στα folk δρώμενα και συντάραξε όλη την μουσική κοινότητα". Λέει ο Paul Williams. "Ήταν η πρώτη απώλεια κάποιου τόσο αγαπημένου και πολλά υποσχόμενου μουσικού". To τεράστιο συγγραφικό του ταλέντο επιβεβαιώνεται ακόμα περισσότερο με την εμφάνισή του στο άλμπουμ Memories το 1968. Αν και η Mimi λέει ότι το άλμπουμ βγήκε απλά σαν συμβατική υποχρέωση, στην πραγματικότητα ήταν το ίδιο καλό με τα δύο προηγούμενα. To "Joy 'Round My Brain" με τα hummingbirds να πετάνε πάνω-κάτω και τα μέλη του Κογκρέσσου να σκίζουν τα ρούχα τους, ήταν τόσο διασκεδαστικό όσο ένα folk/rock τραγούδι θα μπορούσε. Το "Almond Joy" ένα funky blues, το "Blood Red Roses" ένα a cappella τραγούδι σε στυλ Αγγλικής folk και το "The Quiet Joys of Brotherhood" τραγουδισμένο μόνο από την Mimi, ένα τραγούδι με Κέλτικη χροιά. Τέλος το "Morgan the Pirate", που πάλι τραγούδησε μόνο η Mimi, ήταν σύμφωνα με τις σημειώσεις στο δίσκο ένας αποχαιρετισμός στον Bob Dylan.

Morgan the Pirate (1965)


Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί τι θα γινόταν αν οι Farina συνέχιζαν να γράφουν και να ηχογραφούν κάνοντας χρήση της folk, rock, ποίησης και παγκόσμιας μουσικής; Θα μετακινούνταν όπως έκαναν πολλοί σύγχρονοί τους καθαρά στην rock ή στην ψυχεδέλεια; Θα παρασύρονταν από την Ινδική raga όπως οι Country Joe & the Fish, οι οποίοι φτιάχθηκαν επίσης από καθαρά folk μουσικούς; Θα μπορούσε η απουσία του Dylan από τα μουσικά δρώμενα (ειρωνικά) λόγω σοβαρού δυστυχήματος με μηχανή, από τα μέσα του '66 έως τα τέλη του '67 να δώσει εμπορικό χώρο στους Farina; Θα μπορούσε ο Richard να εστιάσει αποκλειστικά στην μουσική, δεδομένης της επιτυχημένης έκδοσης της νουβέλας του που δεν έζησε για να δει? Όπως με όλους τους πρόωρους θανάτους από τον Buddy Holly και μετά, είναι αδύνατον να πούμε. "Ξέρω πως ο Richard κατευθυνόταν προς την rock σκηνή" λέει η Mimi. "Οι Farina δεν έπαιξαν ποτέ με ολόκληρη rock μπάντα αν και μερικές φορές, τους συνόδευε ο Langhome. Θα καταπιανόμασταν με την μουσική, το γράψιμο ή και τα δύο; Δεν ξέρω. Όμως ξέρω ότι ο Richard μου είχε πει κάποτε. Θέλουν να με κατατάξουν κάπου; Θα προτιμούσα να με κατατάξουν στους καλλιτέχνες. Μάλλον επειδή αυτό τα περιλάμβανε όλα".
Σίγουρα οι Farina ήταν ανάμεσα στα πρώτα ντουέτα που έμπλεξαν ανδρική και γυναικεία φωνή τόσο αποτελεσματικά. Πριν το 1965 μόνο οι Ian & Sylvia είχαν ταιριάξει τόσο καλά (κι αυτοί συνεργάστηκαν επίσης με του Russ Savakus και Felix Pappalardi). Τα τραγούδια τους ωστόσο σπανίως διασκευάστηκαν από άλλα γκρουπ, αν εξαιρέσουμε τους Fairport Convention και την άριστη διασκευή του "Reno Nevada" με τον Richard Thompson στην κιθάρα. Η ίδια η Mimi δεν είχε ακούσει αυτή την διασκευή μέχρι το 2000. Είχε ακούσει την διασκευή των Fairport Convention "The Quiet Joys of Brothrhood" και πράγματι πρέπει τα μέλη των Fairport Convention να ήταν fan του Richard και της Mimi καθώς και η Sandy Denny περιέλαβε το "The Quiet Joys of Brothrhood" στο πρώτο solo άλμπουμ της, αλλά και ο Ian Matthews διασκεύασε μερικά τραγούδια τους στις δουλειές του πριν τους Fairport Convention.
Στην αυτοβιογραφία της η Judy Collins γράφει: Λάτρευα τον Dick. Ήταν ο φίλος που πάντα μου έλειπε. Χρειαζόμουν τη φιλία του. Η φιλία της με τη Mimi και μετά το θάνατο του Richard παρέμεινε δυνατή και η Collins ηχογράφησε το "Bread and Roses" μια μελωδία της Mimi σε ένα ποίημα του James Oppenheim στα μέσα του '70. Όπως είπαμε στην αρχή το Bread and Roses ήταν το όνομα του οργανισμού που η Mimi ίδρυσε και που πήγαινε την μουσική σε αυτούς που δεν ήταν σε θέση να πάνε σε live.
Η Mimi νόσησε από καρκίνο το 1999. Και κατέληξε το 2001 σε ηλικία 56 χρόνων.
Στην τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία με ερευνητή της μουσικής και σε ερώτησή του αν εκπλήσσεται που τα άλμπουμ τους μέχρι τότε συνεχίζουν να πουλάνε και να περιμένουν νέους ακροατές, απάντησε: "Εκπλήσσομαι. Αλλά το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι αυτό συμβαίνει γιατί έχουν ένα βάθος μέσα τους μια μακρά ζωή στους στίχους τους. Και επίσης νομίζω ο ήχος είναι ενδιαφέρων. Είναι ενδιαφέρων και μοναδικός. Και χαριτωμένος".
Ο Richard και η Mimi Farina δεν είχαν εύκολο δρόμο να βαδίσουν, γι'αυτό η μουσική τους αποπνέει μια ατμόσφαιρα γιορτής όσο και πόνου.


Βασίλης


Διαβάστε/Ακούστε επίσης