Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018




THE FREE SPIRITS


One Shot Was All They Got (Part 1)



"Μπορείς να φανταστείς ένα γκρουπ με τραγούδια που είναι τόσο κλασσικά ποπ όπως αυτά των Beatles ή των Stones, με κιθάρα σαν να παίζει ο Hendrix και τον Coltrane να παίζει σαξόφωνο, φλάουτο ή κάτι τέτοιο;" ρωτάει ο ντράμερ Bob Moses υπονοώντας τους the Free Spirits ένα Νεουορκέζικο γκρουπ που έγκυρα καυχιέται να είναι το πρώτο που έπαιξε jazz-rock ποτέ. "Ω έλα τώρα! Θα ήταν κάτι το απίστευτο, που δεν έχει ακουστεί ποτέ πριν και θα είχε γίνει απίστευτα επιτυχημένο". Όπως τόσο συχνά συμβαίνει με τους τολμηρούς πειραματισμούς, αυτή η μέχρι τότε άγνωστη μίξη ακούστηκε μόνο από μερικούς τυχερούς ανθρώπους, πριν ο χάρτινος πύργος καταρρεύσει. Οι Free Spirits κατάφεραν μόνο να κυκλοφορήσουν ένα σπάνιο άλμπουμ κάπου γύρω στα τέλη του 1966, καθώς και δυό ακόμα πιο σπάνια single.

Storm (1966)


Και η μουσική σε αυτό το LP σύμφωνα με τον Moses "δεν έχει να κάνει καθόλου με το πως ήταν το γκρουπ...Όλοι στην μπάντα το μισούσαμε". Αν οι Free Spirits αναφέρονται ακόμα στις μέρες μας είναι λόγω του κιθαρίστα τους, ενός πολύ νέου Larry Coryell, ο οποίος σύντομα θα γινόταν ένας από τους πιο επιδραστικούς κιθαρίστες της jazz και της fusion. Η jazz-rock και η fusion δεν ήταν ακριβώς ότι είχαν στο μυαλό τους οι Free Spirits, όταν σχηματίστηκαν στο κάτω ανατολικό άκρο της Νέας Υόρκης. Ο Moses, o Coryell και ο σαξοφωνίστας Jim Pepper ζούσαν σε ένα κτίσμα που κατοικούσαν πολλοί μουσικοί στην οδό Eldridge. "Το πιο εκρηκτικό, funky και επικίνδυνο κτίριο στην κάτω Ανατολική πλευρά της Νέας Υόρκης που μπορείς να φανταστείς" ισχυρίζεται ο Moses. Ήταν νέοι, ο Moses ακόμα στην εφηβεία του, αλλά ήταν πολύ στον κόσμο της jazz, όχι της rock (o Moses παραδέχεται ήταν "ψώνιο" της be-bop). O Coryell ωστόσο δεν πίστευε ότι αυτές οι δύο λέξεις έπρεπε να παραμείνουν χωριστά. "Ήταν πράγματι ο Coryell που μου έδιωξε τις όποιες προκαταλήψεις είχα για την rock, ακόμα περισσότερο πιο μετά ο Jim Pepper που με έκανε κοινωνό του avant-garde παιξίματος. Οι περισσότεροι από τους λευκούς που έπαιζαν rock ακούγονταν σαν να μην μπορούν να παίξουν. Πολλοί ακόμα και σήμερα το ίδιο μου ακούγονται. Αλλά τουλάχιστον δεν δικάζω εξαιτίας του είδους (της rock). O Larry, την πρώτη φορά που τον άκουσα έπαιζε jazz και ακούγονταν όπως ο Wes Montgomery ή κάτι τέτοιο. Είπα: Ουάου, αυτός ο τύπος είναι μεγάλος κιθαρίστας. Και την επόμενη μέρα τον άκουσα να παίζει κάτι από Bob Dylan και πράγματι ξεκίνησα να ακούω την μουσική του Dylan-ή για παράδειγμα το παίξιμο των Stones που ξεχώριζε την γλώσσα της κιθάρας από την γλώσσα της jazz κιθάρας. Και αλήθεια ξεκίνησα να το ψάχνω. Όταν κάτι είναι καλό, είναι καλό όπως συμβαίνει σε κάθε είδος μουσικής". Το lineup των Free Spirits συμπληρώθηκε από τον Chris Hills, ένα παίκτη σαν τον Charles Mingus, ο οποίος έκανε και την μετάβαση από το ακουστικό στο ηλεκτρικό μπάσο. Ο Columbus "Chip" Baker, ο μοναδικός από τους Free Spirits χωρίς jazz υπόβαθρο μπήκε στην ρυθμική κιθάρα και θα έγραφε επίσης κάποιο από το υλικό της μπάντας μαζί με τον Coryell.
Cosmic Daddy Dancer (1966)


"Ξεκινήσαμε βασικά παίζοντας jazz", λέει ο Moses. "Αλλά ο Larry πρέπει να πω ήταν ο υποκινητής που μας γύρισε στη rock. Υπήρχαν εκείνες οι δύο ξεχωριστές σκηνές- ο Larry με τον Chip και τα jazz κομμάτια. Τελικά αποφασίσαμε να τα βάλουμε μαζί και να φτιάξουμε μιά μπάντα και να δούμε αν θα μπορούσαμε να γίνουμε πιο δημοφιλείς και να έχουμε επιρροή στο κοινό από το να παίζουμε απλά jazz, πράγμα που ήταν πολύ underground, και ακόμα είναι, εκτός αν συμβαίνει να είσαι κάποιος μεγάλος του είδους και καταφέρνεις να έχεις κοινό". Σε ένα μεγάλο βαθμό η φήμη των Free Spirits οφείλεται στην μακρά παραμονή τους στην σκηνή ενός από τα πιο μοδάτα κλαμπ της Νέας Υόρκης το the Scene. Βέβαια δεν ήταν ότι θα γίνονταν πλούσιοι από αυτό. Μάλλον ούτε για να επιβιώσουν δεν έφταναν τα χρήματα καθώς έπαιρναν σαν μπάντα δέκα δολλάρια κάθε νύχτα. Αυτό που τους προσέφερε όμως ήταν η ευκαιρία να ακουστούν από "ψαγμένους" ακροατές και μουσικούς. H jazz-rock fusion όπως παίχτηκε από τους Free Spirits δεν ήταν καθόλου σαν την background γλυκανάλατη ορχηστρική μουσική στην οποία μετέπεσε αρκετές δεκαετίες αργότερα. Οι Free Spirits μπορεί να είχαν σοβαρά jazz κομμάτια, αλλά διέθεταν ένα αξιοθαύμαστο υλικό δικό τους. Μερικές φορές "τζάμαραν", αλλά το ρεπερτόριό τους ήταν χτισμένο γύρω από πραγματικά τραγούδια με στίχους και φωνητικά προερχόμενα από την rock, τα blues, την ψυχεδέλεια, την folk και την Ινδική μουσική επιπροσθέτως της jazz.

Sunday Telephone (1966)


 "Δεν γνώριζαν πολλοί για όλο αυτό, αλλά οι μουσικοί το ήξεραν" σημειώνει ο Moses. "Πολλοί άνθρωποι ήρθαν να "μείνουν" μαζί μας, είτε προέρχονταν από το χώρο της rock είτε από τον χώρο της jazz". Βλέπει την επιρροή των Free Spirits στα πρώιμα fusion σχήματα που ξεκίνησαν αρκετά χρόνια μετά όπως "ο John McLaughlin, οι Tony Williams' Lifetime, οι Weather Report, καθώς και η Bitches Brew περίοδος του Miles Davis, οι The Brecker Brothers, o Gary Burton και ο Dave Liebman, είναι μερικοί από τους φημισμένους jazz καλλιτέχνες που συντάχθηκαν με το γκρουπ μας". Κανένας από αυτούς δεν επιχείρησε την jazz-rock όπως οι Free Spirits έκαναν, αλλά όλοι τους πήραν κάποια στοιχεία της rock στο παίξιμό τους. Οι Spirits θα "τζάμαραν" επίσης και περιστασιακά με straight μουσικούς της rock όπως οι Rascals και οι Mitch Ryder's Detroit Wheels. Αλλά πολλοί μουσικοί της rock δεν θα ήθελαν να έρθουν τόσο κοντά στους Free Spirits, σύμφωνα με τον Moses.  "Ήμασταν όλοι μας καλά καταρτισμένοι-βιρτουόζοι μουσικοί πράγμα αλήθεια ασυνήθιστο στην rock εκείνες τις μέρες. Θυμάμαι να παίζουμε σε κάποια φεστιβάλ απέναντι στους Jefferson Airplane και κάποιες από αυτές τις μπάντες και σε κάποια κομμάτια τους ακούγονταν σαν να μην μπορούσαν να κουρδίσουν τις κιθάρες τους! Ήταν ένας ολόκληρος διαφορετικός κόσμος. Πολλές φορές "ανοίγαμε" για άλλα γκρουπ και αφού μας άκουγαν ήταν σαν να είχαν τρομοκρατηθεί. Δεν ήθελαν να βγουν στην σκηνή επειδή τους "παραμερίζαμε". Δεν το λέω εγωιστικά αλλά είναι γεγονός. Ειδικά κιθαρίστες, δεν ήθελαν καν να αγγίξουν την κιθάρα τους μετά τον Larry. Και κάναμε ακραία πράγματα, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήταν ροκ συναυλίες. Συχνά θα αρχίζαμε με ένα 10λεπτο σόλο σαξόφωνο χωρίς συνοδεία, τελείως ελεύθερο. Ο κόσμος θα μαγευόταν. Πιθανώς στο σημείο που θα σκέφτονταν, ¨έλεος, τι είναι αυτό, δεν ήρθα εδώ για κάτι τέτοιο" θα το γυρίζαμε σε γκρουβ σαν του Chuck Berry και ο κόσμος θα χάζευε, Θεέ μου θα ούρλιαζαν. Πολύ υλικό για το οποίο ο Jimi (Hendrix) πήρε τα εύσημα, εκείνη η απόκοσμη παραμόρφωση της κιθάρας σαν να προερχόταν από το διάστημα- ο Coryell το έκανε πολύ πριν ακούσω τον Hendrix. Δεν εννοώ ότι δεν υπήρχε ο Jimi τότε, απλά λέω ότι δεν ήταν διάσημος ακόμα".

Tattoo Man (1966)


H ενέργεια που παρήγαγαν οι Free Spirits στην σκηνή ωστόσο, έμελλε να αποδειχθεί δύσκολο στο να βρεθεί  μια μεγάλη δισκογραφική. Όταν ο Larry Coryell έκανε την ντεμπούτο ηχογράφησή του δεν ήταν κάτι σαν τον Hendrix αλλά ένας jazz κιθαρίστας που έπαιζε στο πλευρό του Chicco Hamilton τον Σεπτέμβριο του '66 (είχε αντικαταστήσει τον Gabor Szabo). Όχι ότι ο Coryell είχε αντίρρηση να σεργιανίζει ανάμεσα στα στρατόπεδα της jazz και της rock. "Όταν παίζω με το γκρουπ" είπε στο περιοδικό Jazz εκείνη την περίοδο, "ενδιαφέρομαι περισσότερο για την τραγουδιστική πλευρά και η κιθάρα παίζει δευτερεύοντα ρόλο. Σκέφτομαι την κιθάρα μου όταν παίζω jazz και τότε δεν σκέφτομαι καθόλου το τραγούδι. Μόνο έτσι μπορώ να το εξηγήσω. Είναι τελείως διαφορετικά, αλλά μπορώ να τα δώσω όλα και στα δύο στυλ". Ο Moses πιστεύει ότι οι Free Spirits θα μπορούσαν να έχουν την δική τους συμφωνία με την ABC ως αποτέλεσμα των ηχογραφήσεων του Coryell με τον Hamilton. "Υπήρχε ένα βουητό με το όνομα Coryell" θυμάται ο Moses. "Στην πραγματικότητα οι άνθρωποι του χώρου πάντοτε προσπαθούσαν να τον ξεχωρίσουν από μας. Νόμιζαν ότι ήταν ο σταρ και πάντα προσπαθούσαν να πουν "ωραία, εσύ είσαι αυτό που θέλουμε, δεν μας νοιάζει το υπόλοιπο γκρουπ". Νομίζω ότι ο Bob (Thiele) ήθελε να κάνει ένα δίσκο μαζί του". Ο Coryell ήταν αφοσιωμένος ωστόσο στο να ηχογραφήσει ως μέλος των Free Spirits παρά σαν σόλο καλλιτέχνης. Γύρω στα τέλη του '66 η μπάντα μπήκε στο στούντιο υπό την διεύθυνση του θρυλικού jazz παραγωγού Bob Thiele με τον εξίσου θρυλικό Rudy Van Gelder, που είχε δουλέψει ως μηχανικός σε πολυάριθμα jazz κλασσικά για την δισκογραφική Blue Note. Ακουγόταν σαν εμπνευσμένος συνδυασμός, αλλά ο Moses μόνο τρυφερές αναμνήσεις δεν έχει από τα sessions. "Ποτέ δεν άκουσα το άλμπουμ. Το μισώ με πάθος. Δεν ξέρω καν αν έχω κόπια του. Όλοι ήθελαν να σκοτώσουν τον Bob Thiele. Μας μεταχειριζόταν σαν παιδάκια". Έχει εξίσου δυσάρεστες αναμνήσεις από τον Van Gelder, που εγκαθίδρυσε ένα απολυταρχικό κλίμα που περιόριζε το γκρουπ στο στούντιο. "Αντίθετα με τους Blood, Sweat & Tears ας πούμε ή κάτι τέτοιο, ήμασταν ολοκληρωμένοι μουσικοί, όμως δεν ήμασταν παιδιά του στούντιο. Δεν ήμασταν τελειομανείς. Ήμασταν πολύ ευαίσθητοι. Και όλη μας η διάθεση μπορούσε να διασπαστεί". O ντράμερ πάει τόσο μακριά όσο χρειάζεται για να υποθέσει ότι τα τόσα πολλά jazz κλασικά άλμπουμ με τον ήχο του Van Gelder έφτασαν όπου έφτασαν όχι εξαιτίας των μηχανικών δεξιοτήτων αλλά επειδή το στούντιο είχε ένα τόσο ζεστό, όμορφο και στιβαρό ήχο. "Υπήρχε μια μελωδία που ηχογραφούσαμε και στην πραγματικότητα "χάθηκα" όταν μου έπεσε μιά μπαγκέτα. Σταμάτησα να παίζω, αλλά η μπάντα συνέχισε και μάζεψα την μπαγκέτα και είπα "ωραία, προφανώς δεν θα χρησιμοποιήσουμε αυτή την ηχογράφηση". Ο Bob Thiele είπε: "Αυτό ήταν" και του απάντησα "είσαι τρελός; Ήταν εντελώς χάλια. Σταμάτησα στην μέση". "Όλα καλά, είναι αρκετά καλό" είπε ο Bob Thiele. "Δεν με νοιάζει προσωπικά, κανένα δεν νοιάζει, είναι rock". Τελικά αυτό το μέρος πράγματι χρησιμοποιήθηκε στο τελικό LP. Στο μεταξύ ενώ ο Moses θα ήθελε να χρησιμοποιεί το δίσκο σαν στόχο για να παίζει βελάκια, ίσως να είναι αρκετά σκληρός μαζί του. Ενώ δεν ηχογραφήθηκε υπό άριστες συνθήκες, καυχιέται ως το πρώτο jazz-rock άλμπουμ που έγινε ποτέ. Jazz-rock αν και αυτό το 10λεπτο σόλο σαξόφωνο θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί μόνο στην σκηνή προς το παρόν. Μπλέκοντας ενσυναίσθητα θα έλεγα μοντέρνους pop-rock τόνους "ντυμένους" με ασυνήθιστες ενορχηστρώσεις που σπανίως, ίσως ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκαν σε ένα γενικό rock πλαίσιο. Ένα σιτάρ χρησιμοποιήθηκε στο "I'm Gonna Be Free".

I'm Gonna Be Free (1966)


Το "Blue Water Mother" περιέχει την σπάνια τεχνική δύο ταυτόχρονων φωνών που τραγουδούν τελείως διαφορετικά σετ στίχων.

Blue Water Mother (1966)


Ο αδύνατος κρίκος ήταν τα φωνητικά. Το επιδέξιο παίξιμο των οργάνων θα αφορούσε περισσότερο ίσως τους Free Spirits από τα περισσότερα rock γκρουπ, αλλά ακόμα κι έτσι δεν θα μπορούσαν να συγκριθούν σε αυτό το κομμάτι με σχήματα όπως οι Jimi Hendrix Experience ή οι Cream. Όποιο κι αν είναι το ψεγάδι του, αυτό το LP σοβαρά υποστηρίζει τον εκλεκτισμό του γκρουπ. Το γκρουπ ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να τελειοποιήσει το γράψιμο των τραγουδιών του ή να εξομαλύνει τα διάφορα προβλήματα παραγωγής και γενικότερα. Το 1967 ο Coryell άφησε τους Free Spirits αποδεχόμενος την θέση του κιθαρίστα στο γκρουπ του jazz βιμπροφωνίστα Gary Burton. Ο Moses επίσης θα πήγαινε στο ίδιο γκρουπ μερικούς μήνες αργότερα. Oι Free Spirits συνέχισαν για λίγο με άλλα μέλη, τελικά αλλάζοντας το όνομα σε Everything Is Everything και βγάζοντας ένα δίσκο. Αλλά τίποτα δεν θα επανέφερε το αυθεντικό Spirit. "Ο λόγος που έφυγα από τους Free Spirits ήταν επειδή για μένα τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τον Coryell" λέει ο Moses. "Ήταν ο κύριος τραγουδιστής, ήταν ο κιθαρίστας. O Jim Pepper ίσως ήταν ο πιο ολοκληρωμένος μουσικά από όλους μας κατά κάποιο τρόπο. Όμως την ουσία την έδινε στο γκρουπ ο Coryell. Τώρα το ερώτημα είναι γιατί έφυγε ο Coryell. Έχω την δική μου θεωρία πάνω σε αυτό. Είχε μεγάλη αβεβαιότητα στο να γίνει ένας rock σταρ. Από τη μία πλευρά αλήθεια το ήθελε. Και ποιός άραγε δεν θα το ήθελε, ειδικά αν είσαι νέος; Λεφτά, επιτυχία, γυναίκες. Αλλά από την άλλη πλευρά είχε σχεδόν τύψεις γι'αυτό. Μουσικά επίσης είχε μικρή απήχηση παίζοντας jazz με τον Chicco Hamilton και τον Gary Burton. Ο Βurton είχε τα credits του στην jazz και θεωρείτο ο επερχόμενος master στο βιμπρόφωνο. Νομίζω ο Larry ήθελε να αποδείξει ότι ήταν σοβαρός μουσικός και αν πήγαινε στον Gary Burton θα ανέπτυσσε περισσότερο την jazz του πλευρά παίρνοντας τα credits του σαν σοβαρός παίχτης. Ενώ αν έμενε στους Free Spirits και γινόταν rock σταρ, δεν θα μπορούσε να έχει τα ίδια credits ή κάπως έτσι". Ο Moses σημειώνει ότι αυτό το δίλημμα σε διάφορους βαθμούς επηρέασε άλλα μέλη της μπάντας επίσης. Αρκετούς πλησίασαν διάφοροι προτείνοντάς τους να παίξουν σε jazz σχήματα που πρόσφεραν περισσότερη ασφάλεια και θέαση από ότι οι Free Spirits, των οποίων το μόνο άλμπουμ είχε πατώσει και η υποστήριξη από την ABC ήταν χλιαρή (ο δίσκος πολύ καιρό χωρίς να επανεκδοθεί παραμένει σχετικά δύσκολος στο να βρεθεί σήμερα). Οι Free Spirits μπορεί να αναπαριστούν έναν ατελείωτο δρόμο, αλλά οι μουσικοί συνέχισαν να είναι ενεργοί στην jazz. Μέσα στα χρόνια ο Coryell θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους jazz κιθαρίστες. Ο Jim Pepper προσέλκυσε ένα μικρό cult κοινό, ο Bob Moses ακόμα συνεχίζει κάνοντας jazz δίσκους για την Gramavision (δισκογραφική). Έχει παίξει με καταξιωμένους παίχτες της jazz όπως ο Jack Dejohnette, o Pat Metheny, o Jaco Pastorius, o Steve Swallow και ο Coryell. Αλλά ο Moses συνεχίζει να νοιώθει περηφάνια για όσα έκαναν οι Free Spirits και απογοήτευση για ότι δεν έκαναν. "Είναι κρίμα που δεν καταφέραμε να κάνουμε ακόμα ένα δίσκο. Αλήθεια πιστεύω ότι αν ο Larry είχε κάτσει μαζί μας στο γκρουπ θα είχε συμβεί. Oι μελωδίες ήταν πιασάρικες. Ο κόσμος θα θυμόταν την ποιότητα της μουσικής μας φεύγοντας από τις συναυλίες μας. Και ακόμα...θα ξεκινούσαμε με ένα δεκάλεπτο ασυνόδευτο σόλο στο σαξόφωνο. Ποιό pop γκρουπ νομίζεις θα το έκανε αυτό ακόμα και σήμερα;"

LBOD (1966)


ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ


The Free Spirits (1966, ABC)


Το μοναδικό κειμήλιο της μπάντας και σύμφωνα με τον Moses μια ωχρή αντανάκλαση του τι θα μπορούσε να κάνει το γκρουπ στη σκηνή. Αλλά αντίθετα με κάθε άλλο άλμπουμ της περιόδου αντανακλά την προσπάθεια να αναμιχθούν οι δομές της pop-rock με την jazz (jazz fusion ή fusion). Για αυτό δεν μοιάζει με κανένα άλλο ορχηστρικά προσδιορισμένο άλμπουμ της jazz-rock που θα ακολουθούσε, όταν το είδος αυτό ξεκίνησε να προσελκύει την ευρεία προσοχή στα τέλη της δεκαετίας του '60.




ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

Όσοι έχουν την εντύπωση ότι η fusion ξεκίνησε με το Bitches Brew του Miles (όπως διάφορες έγκυρες πηγές ανάμεσά τους και η Wikipedia αναφέρουν), καλό είναι να δώσουν μια ευκαιρία σε αυτό το στολίδι του παρελθόντος, που δεν μπόρεσε να διαδοθεί.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διαβάστε/Ακούστε επίσης