WALTER ROSSI--CHARLEE
Canadian Guitar Ace
Είναι άξιο απορίας αλλά η ιστορία της μουσικής κατακλύζεται συνεχώς
από τέτοιες περιπτώσεις: Τυχαία γεγονότα - άσχετα κι αμελητέα μερικές φορές -
καθορίζουν την πορεία καλλιτεχνών ή συγκροτημάτων, αναδεικνύοντάς τους από το
πουθενά ή αντίθετα καταδικάζοντάς τους στην αφάνεια. Ο ήρωας του άρθρου,
δυστυχώς, ανήκει στη δεύτερη περίπτωση. Ενώ βρισκόταν στο peak του, βγάζοντας μάλιστα
κι ένα άλμπουμ - διαμάντι με την μπάντα του, το γεγονός ότι ο πατέρας του είχε
προβλήματα υγείας, του στέρησε τη δυνατότητα να αναδειχθεί ως ο
αδιαφιλονίκητος, νέος Hendrix. Μιλάμε φυσικά για τον φοβερά υποτιμημένο Walter
Rossi και την cult μπάντα του, Charlee.
Let’s
Keep Silent (1972)
Aς πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Rossi γεννήθηκε
στη Νάπολη της Ιταλίας το 1948. Μετακόμισε όμως οικογενειακώς στο Μόντρεαλ του
Καναδά όταν ήταν ακόμη μικρό παιδί. Τα πρώτα του μουσικά ακούσματα ήταν τα
μελωδικά τραγούδια της μητέρας και ο ήχος της κιθάρας του - ξυλουργού - πατέρα
του. Κιθάρα θα άρχιζε να μαθαίνει μόνο όταν θα τελείωνε το γυμνάσιο, στα 15
του. Όμως μέσα σε δύο – τρία χρόνια, παίζοντας ατελείωτες ώρες, θα εξελισσόταν
σε έναν βιρτουόζο του οργάνου.
Eκείνη την εποχή ήταν που συμμετείχε και στην πρώτη του
μπάντα, The Soul Mates. Όπως έλεγε αργότερα ο ίδιος: « Οι Soul Mates ήταν ένα
από τα πρώτα μου γκρουπ… για να παίξουμε R&B. Κάναμε διασκευές σε καλλιτέχνες
όπως οι James Brown, Wilson Pickett, Sam & Dave, Otis Redding, Joe Tex,
King Curtis και πολλοί άλλοι(…). Πήγαινα ακόμα στο σχολείο και τις νύχτες
παίζουμε στο Esquire Show Bar και το Grand National, δύο πολύ γνωστά νυχτερινά
κέντρα εδώ στο Μόντρεαλ που χρησιμοποιούν για να παρουσιάσουν πολλούς διάσημους
Αμερικανούς καλλιτέχνες R&B και Blues (…). Δεν ηχογραφήσαμε ποτέ τίποτα με
αυτούς. Δεν γινόταν, εξάλλου, αρκετές ηχογραφήσεις στην πόλη τότε! Πολύ
κακό υποθέτω. Ήμασταν ίσως το καλύτερο και πιο δημοφιλές συγκρότημα
R&B στο Μόντρεαλ, μαζί με μια άλλη μπάντα που ονομαζόταν Pursuaders».
Αυτό που θα άλλαζε εντελώς την τύχη του συνέβη όταν πήγε να
παρακολουθήσει μια συναυλία. Εκεί γνώρισε λοιπόν τυχαία τον θρύλο της soul funk,
τον ντράμερ Buddy Miles. «Όταν έφτασα εκεί στο διάδρομο, ένας τεράστιος μαύρος
με ένα γιγαντιαίο άφρο με πλησίασε … μου είπε ότι το όνομά του ήταν Buddy Miles
και ότι ήταν ο ντράμερ με το συγκρότημα. Με ρώτησε αν ήμουν κι εγώ μουσικός…
(τα μαλλιά μου ήταν πολύ μακριά εκείνο το διάστημα, φορώντας φίδισιες δερμάτινες μπότες, σφιχτά
τζιν και μαύρο βελούδινο μπουφάν - πρέπει να έμοιαζα με μουσικό).Τέλος πάντων,
του είπα ότι ήμουν κιθαρίστας… τότε ρώτησε αν θα πάω να τον δω μετά το
τελευταίο του σετ εκείνο το βράδυ και αν ήθελα να πάω να φάω μαζί του μετά την
παράστασή του…. δεν είχε ξανάρθει στο Μόντρεαλ και δεν ήξερε πού να βρει
ένα καλό εστιατόριο… συμφώνησα να πάω να φάω μαζί του. Μιλήσαμε για ώρες,
εντελώς φιλικά. Ο Buddy με κάλεσε να τζαμάρω μαζί του στο Esquire την
επόμενη μέρα το απόγευμα ... του είπα ότι θα ήταν χαρά μου ! Την επόμενη
μέρα έφτασα στο Esquire Show Bar στις 3 μ.μ. με την παλιά μου Stratocaster… Αρχίσαμε
να παίζουμε κι ήταν φοβερά… Έπειτα μου λέει ότι είχε απομείνει δύο ακόμη εβδομάδες για να παίξει σ΄αυτό το
project και ότι θα επέστρεφε στη Νέα Υόρκη για μια 6μηνη περιοδεία με τον
Wilson Pickett… στην αρχή δεν τον πίστεψα .. μέχρι μια μέρα ο Buddy καλεί τον
Pickett μπροστά μου. Μετά το τηλεφώνημα του, μου λέει ότι ο Pickett έψαχνε
για έναν νέο κιθαρίστα και αν θα με ενδιέφερε η ακρόαση… απάντησα φυσικά ναι. Μην
τα πολυλέω, έξι εβδομάδες αργότερα έκανα ακρόαση για την ομάδα του Wilson στο
Massey Hall του Τορόντο όπου έκανε μια συναυλία με τον Buddy στα
τύμπανα. Ήμουν αρκετά νευρικός αλλά σίγουρος για τον εαυτό μου .. Έκανα
αμέσως τη συναυλία… Ο Pickett ήταν ένας θρύλος…. και για μένα στα 19 μου,
έχοντας μόλις τελειώσει το γυμνάσιο, ήμουν ο νέος κιθαρίστας του Wilson
Pickett. Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα !»
Wheel of Fortune Turning (1972)
Το να φύγει για τις ΗΠΑ δεν του ήταν κάτι εύκολο. Ο πατέρας
του δεν το ενέκρινε και θα ήταν δύσκολο να πάρει πράσινη κάρτα. Τελικά το πήρε
απόφαση, βούτηξε την κιθάρα του και μπήκε σε ένα λεωφορείο με τουρίστες με
προορισμό τη Νέα Υόρκη. Λίγο αργότερα βρίσκεται στις πρόβες με τον Pickett. «Περιηγηθήκαμε
σε πολλά μέρη των ΗΠΑ και τις μεγάλες καναδικές πόλεις γεμίζοντας αίθουσες,
κέντρα, γήπεδα κλπ… αλλά το καλύτερο μου ήταν όταν παίξαμε το θέατρο RKO στη
Νέα Υόρκη για πέντε συνεχόμενες ημέρες…
είχε χωρητικότητα 7000 θέσεων… ήταν, για εκείνη την εποχή, ένα από τα οι
πιο σημαντικότερα projects που είχαν παραχθεί ποτέ, … Στη λίστα υπήρχαν οι
Sοnny & Cher, οι Mandela (γκρουπ από το Τορόντο), οι Blues Magoos, οι Rascals, οι Who και ήταν η πρώτη παράσταση της κρέμας στις ΗΠΑ… Ο Pickett ήταν
το πρώτο όνομα της παράστασης. Βρέθηκα να κάνω παρέα με όλους αυτούς τους
ανθρώπους… Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν πραγματικά καλοί και φιλικοί…»
Και κάπου εδώ άρχισαν κι οι απορρίψεις: «Ένα μήνα αργότερα,
κάναμε μια συναυλία στο Χόλιγουντ, στο Whisky a Go Go. Μετά την παράσταση
πήγαμε πίσω στο ξενοδοχείο μας και στο διάδρομο ήρθα πρόσωπο με πρόσωπο με τον
Little Richard. Μου είπε ότι με είχε δει να παίζω με τον Pickett και μου
πρότεινε να συμμετάσχω στην ομάδα του. Ήταν μεγάλη τιμή αλλά τον απέρριψα. Θα
έπρεπε να μετακομίσω στο Λος Άντζελες… Θα ήμουν 3.000 μίλια μακριά από τον
πατέρα μου».
Πέρασε αρκετός καιρός με τις συναυλίες του Wilson Pickett.
Όμως παράλληλα άρχισαν και τα προβλήματα υγείας του πατέρα του Rossi. Αυτά που
θα αποδεικνύονταν μοιραία για την μετέπειτα καριέρα του. Άφησε λοιπόν, σε πρώτη
φάση, τις ΗΠΑ και ξαναγύρισε στον Καναδά – απορρρίπτοντας ακόμη μία συνεργασία,
με την Janis Joplin αυτή τη φορά. Εκεί, στα μέσα του 1967, θα σχηματίσει - κυρίως παλιά του φιλαράκια από τους Soul
Mates – με τους Jack Geisinger στο μπάσο, τον πιανίστα Bob Parkins (γνωστό κι
ως Bobo Island) και τον ντράμερ Dave Wynne. Υπέγραψαν στην ‘ABC Records’ κι
εγκαταστάθηκαν στο Τορόντο κι έκαναν κι ένα άλμπουμ μαζί. «Το άλμπουμ έλαβε υπέροχες
κριτικές όταν βγήκε κι αποτέλεσε το κίνητρο να γίνουν κοινές μας συναυλίες με
τους Steppenwolf, Doors, Canned Heat, Procul Harum… για να αναφέρουμε μερικά
ονόματα».
Just You And Me (1972)
«Μετά από μερικούς μήνες ο Buddy με καλεί ξανά για μια σειρά
από αρκετές περιοδείες… επιστρέφω στις ΗΠΑ». Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι ο
Rossi πήρε μέρος στις ηχογραφήσεις του ιστορικού ντεμπούτο άλμπουμ Them
Changes του Miles (1970). Αναφέρεται λανθασμένα μάλιστα ως “Wally Rossunolo”. Το ομώνυμο κομμάτι γίνεται
η ‘υπογραφή’ του Miles (λίγο καιρό αργότερα το τραγουδά κι ο ίδιος ο Hendrix).
Oι περιοδείες με το σχήμα The Buddy Miles Express συνεχίζονται. Όπως λέει ο
Rossi, τότε ήταν που «Ο Buddy καλείται να παίξει με τον Hendrix στο Fillmore
East… συμμετέχοντας στο project του δεύτερου με τίτλο Band of
Gypsies». Ο άλλος της παρέας θα ήταν ο μπασίστας Billy Cox. «Ο Hendrix
ήταν στο Τορόντο,εμπλεκόμενος σε κατηγορίες κατοχής ναρκωτικών… Ο Buddy και ο Billy
συχνά πρόβαραν χωρίς τον Jimi μέχρι εκείνος να επιστρέψει από το Τορόντο… Τότε
μια μέρα συναντήθηκα επιτέλους με τον Hendrix στην πόλη της Νέας Υόρκης… ήταν
κι ο Buddy εκεί… Πολλά μαξιλάρια από μετάξι και βελούδο στο πάτωμα… μερικές
κιθάρες Stratocaster εδώ και εκεί, μερικοί ενισχυτές και πολύ “χόρτο” ! Ένιωσα
τόσο φυσικά αλλά και όμορφα που ήμουν εκεί... Ο Jimi ήταν λίγο ντροπαλός αλλά
πολύ φιλικός ... μετά από λίγο πήρε μία Strat, αρχίζει να παίζει και μου ζητά
να παίξω μαζί του ... παίξαμε μαζί και ‘χαθήκαμε’ στο τζαμάρισμα για αρκετή ώρα
... Το καλύτερό μου !!!»
Η αλήθεια είναι ότι όλον αυτό τον καιρό ο Rossi - αν και
αρνήθηκε για ακόμη μια φορά συνεργασία ακόμη με τον ‘Θεό της κιθάρας’ για να
γυρίσει στον άρρωστο πατέρα του - έμαθε πολλά, τόσο για την τεχνική του Hendrix
όσο και για τις στούντιο ηχογραφήσεις. Επιστρέφοντας στον Καναδά βρίσκει τον
μπασίστα και παραγωγό Μark Smith. Η φήμη του ως κιθαρίστα έπεισαν τους
υπεύθυνους της δισκογραφικής ‘RCA’ του Καναδά να τον βάλουν να υπογράψει μαζί
τους συμβόλαιο. Χρειαζόταν ένα όνομα για την νέα του μπάντα. Τελικά ο ίδιος
αποφάσισε το Charlee, από το όνομα του γερμανικού ποιμενικού σκύλου του (Πολλοί,
ακόμη και σήμερα, μπερδεύουν αυτή την μπάντα με τους Βρετανούς Charlie – καμιά σχέση, αφού εξάλλου γράφεται και προφέρεται αλλιώς). Έρχεται σε επαφή με διάφορους μουσικούς,
βάζοντας ως στόχο το πρώτο του άλμπουμ μαζί τους. Εκτός από τον Mark Smith (που
θα ήταν κι ο μηχανικός ηχογράφησης και παραγωγός) βρίσκει και τον παλιό του
φίλο Jack Geisinger. Στα ντραμς συμμετέχει ο - σαφώς πιο γνωστός - Mike
Driscoll. Μερικά τραγούδια εδώ παρουσιάζουν τον Barry Keane, ντράμερ του Gordon
Lightfoot, ενώ οι Prakash John (γνωστός για τη δουλειά του με Alice Cooper, Lou Reed) και Harry
Marks παίζουν μπάσο σε δυο κομμάτια. Επίσης στο εξώφυλλο credit δίνεται και στον μπασίστα George
Gardos, που είχε δουλέψει με τον Felix Pappalardi (προφανώς ο Gardos μπήκε
στην μπάντα μετά την ηχογράφηση του άλμπουμ).Tελικά, με πολλή δουλειά κι ατελείωτες ηχογραφήσεις και
πειραματισμούς, τέσσερις εβδομάδες αργότερα, το ομώνυμο άλμπουμ ήταν έτοιμο.
Άρχιζε κάπως έτσι, δίνοντας τον τόνο και μια πρώτη αίσθηση…
Wizzard (1972)
Το άλμπουμ Charlee χρειάστηκε έναν ολόκληρο έτος για να κυκλοφορήσει (1972). Ο Rossi το
αποδίδει στο ότι «ο Jack Feeney, ο τότε
πρόεδρος της RCA Canada, δεν κατάλαβε το είδος της μουσικής που έκανα. Η
RCA ήταν περισσότερο από μια απλή δισκογραφική την εποχή εκείνη, με καλλιτέχνες
όπως η Anne Murray ή ο Gordon Lightfoot… Υποθέτω ότι όταν ο Jack Feeney άκουσε
το άλμπουμ Charlee για πρώτη φορά, πρέπει έπαθε κρίση διάρροιας ! Τόσο
κακό για καναδικές δισκογραφικές εταιρείες ...!» Σχετικά με το πώς το προσέλαβε
ο ίδιος, λέει: «Ήταν πραγματικά πολύ ωραίο…
το μόνο πράγμα που δεν μου άρεσε ήταν το τραγούδι μου… δεν είχα
τραγουδήσει ποτέ πριν… όταν άκουγα τη φωνή μου σχεδόν ζαλιζόμουν». Και πράγματι
εδώ ο Walter Rossi έδωσε τον καλύτερό του εαυτό. Ήταν το βασικό μέλος σε όλα τα
τραγούδια, συμμετείχε στη σύνθεση, στους στίχους, ήταν ο μοναδικός κιθαρίστας –
σε αντίθεση πχ. με τους μπασίστες. Η επιρροή του από τον από τον Hendrix είναι
εμφανής. Το ίδιο όμως και το πηγαίο ταλέντο του όπως και οι εκπληκτικές
ικανότητές του. Παραδίδει μαθήματα fuzz κιθάρας μοναδικής επιδεξιότητας. Πραγματικό μνημείο heavy μουσικής. Το
άλμπουμ χαρακτηρίζεται από την κιθαριστική δουλειά του και είναι είναι
ιδιαίτερα εντυπωσιακή στο "Lord Knows I've Won". Μία εξαιρετική hard
rock δουλειά όπως πολλά από τα τραγούδια εδώ. Ήταν και το μοναδικό κομμάτι που
κυκλοφόρησε και σε single, φτάνοντας στο Νο 1 στην Αυστραλία (!) για 3-4 εβδομάδες.
Lord
Knows I've Won (1972)
Όλα τα τραγούδια του άλμπουμ κατατάσσονται στα
αριστουργήματα. Κλασικό δείγμα το πιο αργό κομμάτι του δίσκου, το “A Way To Die”. Η κιθάρα του Rossi απλά ‘δολοφονική’ !
A
Way To Die (1972)
Το άλμπουμ πήρε λίγο airplay αλλά όχι όσο θα έπρεπε. Λέει ο Rossi: «Δεν υπήρχαν καναδικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί FM εκείνη την εποχή. Επιπλέον
η διοίκησή μας ήταν θλιβερή, δεν υπήρχε σοβαροί promotion. Κάναμε παραστάσεις με τους
New York Dolls, τον Joe Walsh και άλλους αλλά δεν ήταν αρκετό για να μας κάνει
να συνεχίσουμε…». Ευτυχώς ένας d.j. από το Ohio άκουσε κι “ερωτεύτηκε”
το άλμπουμ, παίζοντας το συνεχώς στο ραδιοφωνικό σταθμό του. Έτσι από ένα και
μόνο τοπικό κατάστημα δίσκων, εκεί κοντά, πουλήθηκαν γύρω στις 6.000 κόπιες
δίσκων, μέσα σε μία μόνο εβδομάδα !
Τελικά ο Rossi αναγκάστηκε
να διαλύσει τους Charlee. O ένας λόγος ήταν ότι έπρεπε να βρίσκεται κοντά στον
πατέρα του. Ο άλλος, όπως λέει ο ίδιος, «τους διέλυσα απλώς και μόνο επειδή
ήμουν κουρασμένος προσπαθώντας να πείσω τα καναδικά στελέχη της μουσικής να
επενδύσουν στην ομάδα μου…». Το σχέδιό του τελικά απέτυχε. Όμως λίγο μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ, το 1972, μια
ακόμη ευκαιρία του παρουσιάστηκε: Ο Tony Defries, ο μάνατζερ του David Bowie, έχοντας ακούσει προσεκτικά το παίξιμο του Rossi, σε στούντιο και live και του κάνει μια πρόταση
για την επερχόμενη περιοδεία "Ziggy Stardust Tour". Κι ενώ είχαν μπει τα
πράγματα σε μια σειρά, ο Rossi – και πάλι – υπαναχώρησε καθώς έπρεπε να μείνει
στο Μόντρεαλ, κοντά στον άρρωστο πατέρα του.
It Isn't The First Time (1972)
H ζωή, έστω κι έτσι, συνεχίστηκε για τον Walter Rossi. Σύντομα
λαμβάνει μήνυμα του Jack Geisinger για μία νέα συνεργασία. Πάει λοιπόν στο
Τορόντο, όπου βρίσκει τον Luke Gibson κι αμέσως εντάσσεται σε μια παλιά του
γνώριμη μπάντα, τους Luke
& The Apostles.
Αυτή όμως είναι μια άλλη ιστορία…
Τελειώνοντας όμως, ας ρίξουμε λίγο φως σε μια μεγάλη
παρεξήγηση, σχετικά με το άλμπουμ του άρθρου: Οι περισσότεροι νομίζουν ότι το original
εξώφυλλο του άλμπουμ ‘Charlee’, του 1972, είναι αυτό το ασπρόμαυρο, με τα
περίεργα cartoon ανθρωπάκια. Μεγάλο λάθος. Το πρωτότυπο καναδικό άλμπουμ της RCA
είναι αυτό που το εξώφυλλό του παραπέμπει μάλλον σε… Whitesnake. Έχει απλώς μια
στάμπα – σφραγίδα με το όνομα της μπάντας. Αυτό που γνωρίζουν οι περισσότεροι
κι αναφέρθηκε παραπάνω είναι η αμερικάνικη επανέκδοση του δίσκου,που κυκλοφόρησε
στις ΗΠΑ από την Mind Dust, τέσσερα
χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία στον Καναδά, το 1976. Ήταν αυτή που έγινε γνωστή σε παγκόσμια –
σχετικά – επίπεδο, βρίσκοντας πολλούς φίλους κυρίως σε Γερμανία και κάτω Χώρες.
Άλλο ένα θαμμένο διαμάντι της hard μουσικής που περιμένει να το
ανακαλύψετε. Το
ίδιο και ο υποτιμημένος δημιουργός του.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου