DECAMERON
British Prog Folk
Αυτή η βρετανική folk-rock μπάντα δημιουργήθηκε το 1968 από τους Dave Bell (κιθάρα / κρουστά / φωνητικά) και Johnny Coppin (κιθάρα / πιάνο / φωνητικά) στο Cheltenham. Οι δυο τους γνωρίστηκαν μέσω ενός κοινού φίλου. Μέχρι τότε κι οι δυο συμμετείχαν σε σχήματα που έπαιζαν κυρίως διασκευές folk και rock των ΄60s, από μεγάλες μπάντες όπως οι The Band, Fairport Convention και CSNY. Όμως, από τη στιγμή που συνδέθηκαν, Coppen και Bell έγιναν ένα φοβερό ντουέτο παραγωγής τραγουδιών κι από τότε σπανιότατα ασχολήθηκαν με διασκευές. Το όνομά τους το πήραν από το βιβλίο του 14ου αιώνα, "The Decameron" ("To Δεκαήμερο") του Giovanni Boccaccio.
Jan (1974)
Το 1971, αποφασίζουν ότι ήρθε η ώρα να σχηματίσουν μεγαλύτερη μπάντα. Μέχρι τότε, οι τέσσερις τους, κατοικούσαν σε ένα μεγάλο διαμέρισμα στο μάλλον κομψό Parabola Road του Cheltenham, μια ενέργεια που παγίωσε τις φιλοδοξίες της μπάντας να αφήσουν τον ερασιτεχνισμό. Ήδη είχαν κάνει αίτηση για να παίξουν στα καλοκαιρινά φεστιβάλ στα Cambridge, Trowbridge και Norwich. Έτσι εντάσσουν στο σχήμα και τους Al Fenn (κιθάρα / μαντολίνο) και Geoff March (βιολί / βιολοντσέλο). Για να μπούνε στη show-biz συνεργάζονται αρχικά με το πρακτορείο ‘Fingimigig’ που διευθύνονταν από τους Jasper Carrott (κωμικός της εποχής) και John Starkey. Αρχικά, το 1973, υπέγραψαν στη ’Vertigο’ και με παραγωγό τον Sandy Robertson ηχογραφούν το ντεμπούτο άλμπουμ τους με τίτλο Say Hello to the Band. Αυτό ήταν μία διασταύρωση του folk rock των Lindisfarne – και γενικότερα της Δυτικής βρετανικής Ακτής – με πινελιές από Fairport Convention. Ωστόσο, παρουσίαζε αβίαστα τόσο τις σοβαρές όσο και τις πιο “παιχνιδιάρικες” πλευρές του γκρουπ με κύριο χαρακτηριστικό τις εξαιρετικές φωνητικές αρμονίες τους. Κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβρη του ’73, παράλληλα με αντίστοιχα άλμπουμ των Magna Carta και Tudor Lodge.
Say Hello to the Band (1973)
Στο πρώτο κομμάτι του δίσκου ακούμε το ομότιτλο "Say Hello to the Band", όπου ήχοι μελωδικής φυσαρμόνικας συναντούν ρυθμικές ακουστικές κιθάρες και φωνητικά τύπου The Hollies. To επόμενο, το "Byard's Leap", ένα τραγούδι που θυμίζει, αν μη τι άλλο, κάτι από το ‘Liege & Lief’ των Fairport Convention. Δομικά πάντως έχει εντυπωσιακή ομοιότητα με το "Matty Groves". Μια φολκλορική βουτιά επτάμισι λεπτών σε αγγλική ιστορία σχετικά με μάγισσες, κακές σοδειές, χωρικούς που ψάχνουν εκδίκηση κλπ. Εδώ μπαίνουν πρώτες οι ακουστικές κιθάρες, μετά ακολουθεί το μαντολίνο και ολοκληρώνουν οι ηλεκτρικές κιθάρες το τραγούδι.
Byard's Leap (1973)
To "Judith" είναι επίσης αρκετά χαριτωμένο ενώ το "Stoat's Grope" είναι η πιο σύντομη μελωδία στο άλμπουμ (2:30”) κι είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί επιλέχθηκε ως single. Τελειώνοντας η Α’ πλευρά ακούμε το καλύτερο κομμάτι. Μια γνήσια μελωδική μεγαλοφυΐα – το αριστούργημα "Innocent Sylvester Prime". Άριστη παραγωγή, ακούγεται σαν καθαρό κελαρυστό νερό. Είναι μία από αυτές τις πρωτότυπες μελωδίες που σε κάνουν να νιώθεις παράξενα, λυπημένα, μελαγχολικά και πληγωμένος – κι όλα αυτά ταυτόχρονα. Υπέροχο, πανέμορφο τραγούδι – η προσωπική επιλογή από το άλμπουμ αυτό. Ένα ακόμη κομμάτι, αυτό που κλείνει το άλμπουμ είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον κι ίσως αυτό που που ενσαρκώνει καλύτερα τη φιλοσοφία των Bell / Coppin με τη μελωδική αίσθηση που αφήνει.
Shine Away (1973)
Προσθέτοντας στο σχήμα ως μόνιμο μπασίστα τον Dik Cadbury και με τον Geoff March να ενσωματώνει τα keyboards ρεπερτόριό του, η μπάντα ήταν πλέον έτοιμη για το επόμενο άλμπουμ της. Αυτό θα ήταν το Mammoth Special, το 1974, από την Mooncrest Records. Μια δουλειά σαφώς πάνω από τον μέσο όρο, κυρίως να κινείται σε prog – rock περιοχές, χωρίς όμως να χάνεται το αρμονικό / μελωδικό τους υπόβαθρο. Εδώ το κομμάτι "Late On Lady Day" - που φέρνει αρκετά σε Barclay James Harvest - φαντάζει υποψήφιο για single, άσχετα που δεν έγινε. Από την άλλη τα επίσης ενδιαφέροντα “Rock And Roll Woman" (του Stephen Stills) και "Breakdown Of The Song" φλερτάρουν πιο πολύ στο pop-rock παρά στο folk.
Breakdown Of The Song (1974)
Γενικότερα με αυτό το άλμπουμ οι Decameron δείχνουν μια στροφή προς ένα πιο ‘ενδοσκοπικό’ και προοδευτικό υλικό που θα καθόριζε τον ήχο της για τα υπόλοιπα χρόνια της ύπαρξής τους. Τα τραγούδια κυμαίνονται σε μεγάλη ποικιλία ήχων, αρμονιών, μουσικών ειδών. Ένας δίσκος που δεν περνά απαρατήρητος.
Mammoth Special (1974)
Την επόμενη χρονιά κυκλοφορούν την επόμενη δουλειά τους με τίτλο Third Light. Αυτή τη φορά, πάλι από άλλη εταιρεία, από την Transatlantic Records, με παραγωγό τον Tom Allom. Με τις μπαλάντες και τα νοσταλγικά τραγούδια να κυριαρχούν, προσωπικά τη θεωρώ την πιο ευαίσθητη και ρομαντική της μπάντας. Χαρακτηριστικό κομμάτι το “Journey's End”.
Journey's End (1975)
Στα τελευταία αυλάκια του δίσκου ακούμε και τη μοναδική διασκευή του άλμπουμ: το επίσης ‘εύθραυστο’ “ Morning Glory” του Tim Buckley. Ίσως ό,τι καλύτερο για το τελείωμα ενός τέτοιου δίσκου.
Morning Glory (1975)
Mε νέο ντράμερ, αυτή τη φορά, τον Bob Critchley, το συγκρότημα ηχογραφεί αυτή τη φορά το – μοιραία τελευταίο του – άλμπουμ, με τίτλο Tomorrow's Pantomime. Αυτή τη φορά πάλι (!) από την την Transatlanic’, το 1976. Εκτός από τους Coppin και Bell, βρίσκονται εδώ και οι Cadbury, March, Fenn και Critchley. Λογική εξέλιξη του προηγούμενου, αν και αρκετά πιασάρικο και σύγχρονο από πολλές απόψεις άλμπουμ. Το "The Deal" είναι ένα τέτοιο παράδειγμα.
The Deal (1976)
Το εξώφυλλο του άλμπουμ είναι χαρακτηριστικό και συμβατό με τον τίτλο του άλμπουμ, δείχνοντας έναν μίμο που φοράει διαστημικό κράνος. Περιέχει δέκα τραγούδια, χωρίς καμία διασκευή, όλα γραμμένα από τους Coppin και Bell. Περιέχει και χαμηλά σημεία, όπως το funky κομμάτι "Dancing" ενώ καλύτερες στιγμές έρχονται με το "Crazy Seed", το "The Shadow On The Stairs" και το ομότιτλο κομμάτι.
Tomorrow's Pantomime (1976)
Με τις εισπράξεις του άλμπουμ να είναι απογοητευτικές, χωρίς γενναία στήριξη της εταιρείας και μη μπορώντας να οργανώσουν εύκολα περιοδείες για σχήμα έξι ατόμων, η μπάντα διαλύθηκε πριν το τέλος του 1976. Δύο άλλα singles - και τα δύο στην Transatlantic - κυκλοφόρησαν από το συγκρότημα, κάτω από το όνομα Magnificent Mercury Brothers, που τραγουδούσαν σε στυλ doo-wop από ‘60ς. Τα singles ήταν το "New Girl In School", το 1975 και μια διασκευή του κλασικού "Why Do Fools Fall In Love", το 1976. Ούτε και τώρα, κανένα από τα δύο δεν πέτυχε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Ο Coppin άνοιξε τον δρόμο της σόλο καριέρας. Ο Cadbury έφυγε για να συνοδέψει τον Steve Hackett. Περιστασιακά επίσης ο Cadbury κυκλοφορεί ένα σόλο άλμπουμ και γράφει μαζί με τον Dave Bell. Όλοι όμως μεταξύ τους έμειναν φίλοι.
The Shadows On The Stairs (1976)
Θα χρειαστούν όμως περίπου είκοσι χρόνια για να πεισθεί ο Coppin να επανεννωθεί με τους πρώην συναδέλφους του. Ενώνονται τότε ως Decameron ξανά για μια σειρά ζωντανών εκπομπών στα τέλη της δεκαετίας του '90 και στις αρχές των '00s. Το 2002 μάλιστα δημιούργησαν ένα live CD, το Afterwords, συμπεριλαμβανομένων έξι νέων κομματιών. Με ή χωρίς, στις μέρες μας, παραστάσεις ή νέες δουλειές, πάντα θα μείνουν στο μυαλό μας ως μια σπουδαία μπάντα που κατάφερε να γεφυρώσει σε μεγάλο βαθμό τα κενά μεταξύ της folk, της prog και της rock.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου