Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2020







MIGHTY BABY






Hidden Gems






Ακολουθεί υπό τύπο αφήγησης, η ιστορία ενός πολύ χαρισματικού, αλλά αμφιλεγόμενου γκρουπ διανθισμένη με τραγούδια τους και αποσπασματικά μέρη από συνεντεύξεις μελών και όχι μόνο. Καλή διαδρομή!

Mighty Baby - Virgin Spring (1971)




Τον Αύγουστο του 1963, οι Λονδρέζοι Reg King (φωνητικά), Alan King (κιθάρα, φωνητικά), Mike Evans (μπάσο, φωνητικά) και Roger Powell (ντραμς) σχημάτισαν τους The Boys.
Έχοντας κυκλοφορήσει δύο 45άρια το 1964 (το ένα με την τραγουδίστρια της pop Sandra Barry), το 1965 πρόσθεσαν τον κιθαρίστα Pete Watson και άλλαξαν το όνομα τους σε The Action. Υπέγραψαν στην Parlophone και ο φοβερός George Martin τους έκανε παραγωγή-έμοιαζε να έχουν πάρει θέση για το στάτους των σταρ-αλλά παρά το γεγονός ότι γίνονταν μία από τις ηγετικές μπάντες της Αγγλίας και ήρωες της υποκουλτούρας, κανένα από τα 5 σινγκλ που κυκλοφόρησαν δεν έγινε χιτ. Οι παραστάσεις ποτέ δεν ελαττώθηκαν ωστόσο και σύντομα θεωρούντο ένα από τα πιο συνεκτικά και συναρπαστικά live σχήματα της Αγγλίας, εμπνέοντας μουσικούς όπως ο Pete Townshend και ο Phil Collins. Αλλά βασανίστηκαν από εμπόδια σχετικά με το μάνατζμεντ και οικονομικές ατυχίες, με επακόλουθο την αναχώρηση του Watson τον Δεκέμβριο του 1966. Οι συνάδελφοί του στη μπάντα αποφάσισαν να συνεχίσουν σαν κουαρτέτο και τον Φεβρουάριο του 1967 ένα δημοσίευμα στον τύπο έλεγε ότι στους μήνες που μεσολάβησαν είχαν ΄αποσυρθεί από τα φώτα της δημοσιότητας για να ανακαλύψουν τα ανεξερεύνητα βάθη τους΄ και ήταν τώρα ΄πολύ επηρεασμένοι από τους Αφρικανικούς ρυθμούς΄.

The Action




Τα δύο ωραία 45άρια που έκαναν σαν κουαρτέτο ήταν σίγουρα σε διαφορετικό στυλ από τα αρχικά τους, αλλά πάλι δεν πούλησαν. Τώρα η acid rock έκανε επιδρομή τριγύρω παντού και τα κλαμπ που πριν ήταν πιστά στην R&B και στην soul άνοιγαν πια σε πιο πειραματικά σχήματα, ενσωματώνοντας στο πρόγραμμά τους light shows, ταινίες παντομίμα και άλλα πολλά. Οι The Action ακόμα έδιναν ευρέως παραστάσεις-τον Απρίλιο του 1967, τον μήνα που ο νέος roadie John Curd ανακοινώθηκε στο φαν κλαμπ τους, έπαιξαν στα Bishop’s Stortford, West Bromwich, London, Rugby, Lewes, Wolverhampton, Southampton, Γαλλία, Ολλανδία και Βέλγιο. Παρά τον πυρετώδη φόρτο εργασίας, με τρόμο ανακάλυψαν ότι ο μάνατζερ τους Rikki Farr, δεν είχε οργανώσει τα οικονομικά τους θέματα καθόλου με αποτέλεσμα να είναι στα όρια της φτώχειας. Ξεκάθαρα χρειαζόταν ένα διάλειμμα από το παρελθόν, έτσι το κουαρτέτο αποφάσισε να προσθέσει ένα ακόμα μέλος-και αυτό να είναι ένας keyboard player αντί για δεύτερος κιθαρίστας. Έχοντας προσεγγίσει τον Keith Emerson, ο οποίος ήταν μέσα στο άγχος ενώ σχημάτιζε τους Τhe Nice τον Μάιο έβαλαν μία αγγελία στην Melody Maker και έλπιζαν προς το καλύτερο-πράγμα που έλαβαν. "Θέλαμε ένα βιρτουόζο παίκτη, κάποιον που θα μπορούσε να παίξει το Hammond σαν κύριο όργανο, έτσι βάλαμε αγγελία για έναν οργανίστα", εξηγεί ο Mike Evans. "Αντί για αυτό που θέλαμε, βρήκαμε τον Ian Whiteman, ο οποίος ήταν φανταστικός, καθώς μπορούσε να παίξει τα πάντα-όργανο, σαξόφωνο, φλάουτο μπορούσε να βγάλει ήχο και από μία καρέκλα!"

Mighty Baby - Egyptian Tomb (1969)




Γεννημένος το 1945 ο Whiteman ήταν ένας φοιτητής της αρχιτεκτονικής και είχε πειραματιστεί στην μουσική για αρκετά χρόνια. Είχε παίξει σε ένα σπάνιο 45άρι τον Ιούνιο του 1965 (μαζί με τον Jimmy Page και τον Nicky Hopkins) για τον τραγουδιστή Benny Carruthers, όπως επίσης είχε δώσει μία παράσταση μαζί με τον Boz Burrell (αργότερα στους Bad Company) στο Oxford May Ball, ανάμεσα στα σετ των Yardbirds και των Hollies. "Θα έκανα περιστασιακά παραστάσεις, αλλά το 1967 σχεδίαζα καταστήματα για το Ναυτικό και βαριόμουνα πολύ", εξηγεί. Παρά το ότι διέθετε δικό του Hammond-ζωτικό θέμα για μία μπάντα εκείνες τις μέρες-ενδιαφερόταν περισσότερο για την jazz παρά για την rock’n’roll: "Σνομπάριζα πολύ και δεν καταδεχόμουν την pop μουσική. Εκείνη την εποχή η λεγόμενη ψυχεδέλεια υπήρχε παντού. Είδα τους Pink Floyd, αλλά πίστευα ότι ήταν μουσική που παιζόταν σε κακόγουστα πάρτι. Ήταν η soul ή η jazz για μένα-θα έβλεπα τους Yardbirds, αλλά η κύρια ανάμνηση είναι πόσο απίστευτα δυνατά έπαιζαν και δεν μου άρεσε να πηγαίνω σε rock παραστάσεις. Ήμουν πολύ πιο θετικός να πάω να δω ανθρώπους όπως η Ella Fitzgerald ή ο Otis Redding". Πρόθυμος να παίξει περισσότερη μουσική, ωστόσο, ο Whiteman υποθετικά απάντησε στην αγγελία της Melody Maker και βρέθηκε να μιλάει με τον Roger Powell στο τηλέφωνο. "Με δυσκολία είχα ακούσει για τους the Action" συνεχίζει. "Εννοώ, νομίζω είχα δει κάπου σε ένα πόστερ το όνομά τους ή κάτι τέτοιο. Τέλος πάντων ο Roger με ρώτησε που έμενα, είπα ΄Grafton Road στην πόλη του Kent και είπε ΄Wow! Εκεί μένει ο κιθαρίστας μας Bam King΄. Έτσι πρότειναν να κάνουμε πρόβες και πήρα το Hammond μου στο 51 Club στην Great Newport Street, όπου συνήθιζαν να κάνουν πρόβες. Βρώμαγε αποπνικτικά καπνό και σάντουιτς με τομάτα, αλλά τα πήγαμε αλήθεια καλά και ακουγόμασταν πολύ ωραία μαζί. Μπορούσα να δω από την πρώτη συνάντηση ότι τα μυαλά τους ήταν ανοικτά και έψαχναν νέα μουσικά όρια όλων των ειδών. Μου πρόσφεραν παράλληλα μία ολοκληρωμένη μπάντα και μία ανοιχτόμυαλη άποψη. Ήταν εκπληκτικό να παίζεις με κάποιον τόσο επιδραστικό άνθρωπο πίσω σου όσο ήταν ο Roger. Ήμουν πολύ στην Motown εκείνο τον καιρό. Η Motown τα ισοπέδωνε όλα τότε, επειδή έκανε αίσθηση σε ανθρώπους που ήταν στην pop, στην jazz, στην rock και όπου αλλού. Το γκρουπ επεκτεινόταν μουσικά και φόραγαν ρούχα από νορμάλ μέχρι παράξενα. Ήταν ατόφιοι, καλά παιδιά, αν και ο Reg ήταν λίγο ζόρικος και απρόβλεπτος. Ήταν άφραγκοι μουσικοί από την εργατική τάξη και εγώ ένας άφραγκος μαθητής από την μεσαία τάξη-αλλά δούλευαν και από την στατικότητα βρέθηκα να κάνω μαζί τους 2 και 3 παραστάσεις την εβδομάδα". Με την προσθήκη αυτή λοιπόν οι the Action άρχισαν στα σοβαρά να διευρύνουν το ρεπερτόριο τους.

The Action-Something to Say (1967)




Ήταν ήδη υπό την επιρροή των Τhe Byrds, Love και άλλων ηγετικών underground γκρουπ της Αμερικής, όπως επίσης διάφορων Αμερικανών jazz καλλιτεχνών, αλλά ο Whiteman τους σύστησε στο "India", του John Coltrane, που είχε ένα βαθύ αντίκτυπο πάνω τους και σύντομα το πρόσθεσαν στο σετ τους. "Υπήρχε μία συνεχής αίσθηση του να επεκτείνουμε τους μουσικούς μας ορίζοντες", εξήγησε ο Evans. "Το ενδιαφέρον του Bam και μένα για την jazz πήγαινε πολύ πίσω στα σχολικά μας χρόνια, αλλά αρχικά δεν μπορούσαμε να παίξουμε, έτσι κάναμε rock’n’roll-αλλά στη διαδρομή μας σαν Τhe Action πάντα θα παίζαμε John Coltrane". Οι Τhe Action ποτέ δεν ξεκαθάρισαν την σκηνική τους παρουσία, αλλά το πνεύμα της ψυχεδέλειας αντανακλούσε αυξανόμενο στην μουσική τους, που τώρα συμπεριλάμβανε πολύπλοκες φωνητικές αρμονίες και διασκευές από διαμάντια της West Coast σαν το "Pandora’s Golden Heebie-Jeebies" των Τhe Association, όπως επίσης το νέο τους κομμάτι "India". Παρόλα αυτά έπρεπε να δουλέψουν σκληρά για να καθιερωθούν ως αξιόπιστο μέρος της ανερχόμενης underground, γνωστοί καθώς ήταν για τις πολύ ενεργητικές δουλειές στα κομμάτια της soul. Χωρίς ένα μάνατζερ ή μία σταθερή ροή παραστάσεων η ανανεωμένη μπάντα σύντομα ξένισε το πιστό της κοινό με μακρόσυρτες παραστάσεις που κυριαρχούνταν από αυτοσχεδιασμό γύρω από τα θέματα του Coltrane. Τον Ιούλιο παρουσίασαν το "India" ακόμα και σε μία εκπομπή του Saturday Club, όταν προμόταραν το τελικό τους 45άρι, Shadows & Reflections. Καθώς το θέτει ο Evans: "Τώρα είχαμε μία ευκαιρία απλά να πειραματιστούμε και να δούμε τι θα συνέβαινε. Ανακαλύψαμε ότι πρέπει να φας τα μούτρα σου για να προχωρήσεις πιο μπροστά". Καθώς οι the Action πάλευαν για να επανακαθορίσουν τον ήχο τους, την εικόνα και το κοινό τους, κάπου αλλού στο Λονδίνο ένας ταλαντούχος νέος κιθαρίστας που λεγόταν Martin Stone αναζητούσε επίσης να πάει κάπου όπου θα μπορούσε να αναδείξει τα ταλέντα του. Γεννημένος το 1946, είχε βυθιστεί στα βιβλία σαν παιδί. "Είχα αυτό το υπερβολικό-παθολογικό συλλεκτικό γονίδιο από τα μικρά μου χρόνια", λέει. "Στα 12 έκανα συλλογή από Αμερικανικά κόμικς τρόμου. Αυτό μεταλλάχτηκε σε ιστορίες με φαντάσματα, φανταστικές τρομακτικές ιστορίες και νουβέλες επιστημονικής φαντασίας. Κατά την διάρκεια των σχολικών μου χρόνων θα γυρνούσα με το ποδήλατο όλο το Νότιο Λονδίνο, αναζητώντας με πάθος βιβλία για το υπερφυσικό. Αυτό οδήγησε στην Kabbalah, στην Golden Dawn, στον Aleister Crowley κλπ. Τέτοια πράγματα μάζευα εκείνη την περίοδο". Μαζί με το ενδιαφέρον του για τα βιβλία, ο νεαρός Stone είχε επίσης εμμονή με την μουσική. Πήγε στην πρώτη του μπάντα-τους Swinging Pendulums-ενώ ήταν μαθητής στο Croydon, όπως επίσης σύχναζε σε folk και jazz κλαμπ και ανέπτυξε μία τάση για το χασίς. Όπως είπε στον Brian Hinton από το Ptolemaic Terrascope το 1995: "Άρχισα να τσεκάρω τις αγγελίες της Melody Maker στις αρχές του 1964 και εμφανίστηκα σε μία οντισιόν στο Kennington. Κάποιος ήθελε έναν κιθαρίστα R&B και είχαν δεχτεί γύρω στους 100. Στην διπλανή σειρά από μένα ήταν ένας αστείος φίλος που λεγόταν Philip Lithman, αργότερα Snakefinger και τώρα δυστυχώς μακαρίτης. Είπε, ΄εντάξει είσαι καλύτερος από μένα, αλλά βάζω στοίχημα ότι δεν μπορείς να τραγουδήσεις!΄Και είπα ΄Όχι'. Έτσι αφήσαμε τους κυνηγούς ταλέντων και σχηματίσαμε τους Juniors Blues". Πιάνοντας πάτο από την έλλειψη παραστάσεων ο Stone μετά πήγε σε ένα soul / bluebeat σεπτέτο και έγινε μαθητής του BB King, μαθαίνοντας τα σόλο του και σπουδάζοντας την δουλειά των Freddie King, Albert King, T-Bone Walker και άλλων ηγετικών φυσιογνωμιών των blues. Το 1966 του προσφέρθηκε να πάει στους καλοφτιαγμένους Rockhouse Band, πράγμα που τον έκανε να αφήσει την ημερήσια δουλειά του και να γίνει full-time μουσικός. Με τους Rockhouse Band έκαναν backing σε αστέρες που έρχονταν όπως οι Rufus Thomas and the Inkspots, όπως επίσης είχε και μία cameo εμφάνιση στην κωμωδία του Michael Winner, The Jokers παίζοντας σιτάρ. Εκείνο το φθινόπωρο αποφάσισε να  φύγει και να φτιάξει την δική του μπάντα, τους Stone’s Masonry, με τους συμπαίκτες του στους Rockhouse, Pete Shelley (keyboards), Keith Tillman (μπάσο) and Spud Riley (ντραμς), όπως επίσης τον τραγουδιστή Chris Youlden. Ο δημιουργικός μηχανικός της Decca και παραγωγός Mike Vernon-ο οποίος είχε συμπτωματικά επιβλέψει μία οντισιόν των Τhe Action που είχε απορριφθεί το 1964-συνάντησε τον Stone τότε και πρόσφερε στην μπάντα του την ευκαιρία να ηχογραφήσουν για την μικρή του ανεξάρτητη εταιρεία Purdah.

The Action - Shadows & Reflections (1967)




"Μιλήσαμε για να κάνουμε ένα ορχηστρικό σινγκλ που θα παρουσίαζε την κιθάρα του και το όργανο που έπαιζε ο Pete Shelley", θυμάται ο Vernon. "Δεν θυμάμαι ποιος σκέφτηκε το όνομα Stone’s Masonry, αλλά θα μπορούσε να είναι ο ίδιος ο Martin. Υπήρξε φήμη ότι οι Stone’s Masonry θα έκαναν τουρ με Αμερικανικά blues / R&B σχήματα. Βγάλαμε δύο κομμάτια "Hot Rock" / "Flapjacks" στην Decca. Φωτογραφίες πάρθηκαν (ακόμη υπάρχουν κάποιες), αν και όχι καλές. Το σινγκλ κυκλοφόρησε στην Purdah τον Νοέμβριο του 1966 και αυτό ήταν!" Με την καθυστέρηση των Stone’s Masonry, ο Stone τον Φεβρουάριο του 1967 αποδέχτηκε μία προσφορά από τον μάνατζερ Harry Simmons να πάει στους Savoy Brown Blues Band (που ήδη είχαν ένα 45άρι στην Purdah). Σχεδόν αμέσως βρέθηκε να πηγαίνει για το Charlottenlund, στην Δανία, όπου το LSD και η ψυχεδέλεια ήταν σε καθημερινή διάταξη. Πίσω στην Αγγλία, ο Stone συνεισέφερε στο ντεμπούτο LP των Savoy Brown, Shake Down, το οποίο εμφανίστηκε στην Decca τον Σεπτέμβριο και ήταν πρωταρχικά αξιοσημείωτο για το ορχηστρικό αριστούργημα "The Dormouse Rides The Rails". Δυστυχώς ο Stone και ένας roadie έγιναν τα πρόσωπα σε ότι περιγράφει ως "η πρώτη σύλληψη για ναρκωτικά στην ιστορία του Devonshire" στον ίδιο χρόνο και εκδιώχθηκε από την μπάντα που "ήδη είχαμε παίξει,από  όπως τον σκληρόκαρδο Simmons. Τον καιρό που πήγαμε στην δίκη, ο διοικητής της αστυνομίας όταν μας είχαν συλλάβει είχε βγει στην σύνταξη" είπε ο Stone στο Ptolemaic Terrascope. "Μετά την ιστορία (30 λίρες έκαστος και μία ποινή με αναστολή) είπε, ΄καλή καρδιά, έχω μία παμπ τώρα φίλοι, ελάτε να πιείτε ένα ποτό΄. Τον Οκτώβριο οι Τhe Action εξελίσσονταν γρήγορα-λίγο περισσότερο για τον Whiteman, που αποφάσισε να φύγει. "Ακόμα σπούδαζα, όπως επίσης έπαιζα στην μπάντα και ήμουν εξουθενωμένος. Ήμουν σαν το μπαλάκι του πιγκ-πογκ ανάμεσα στα δύο πράγματα για κάποιο καιρό και κατάλαβα μετά από μερικούς μήνες μία έντονη εξουθένωση που έπρεπε να διορθωθεί. Επίσης δεν ήμουν τόσο στα ναρκωτικά, όσο οι υπόλοιποι και ήμουν αγχωμένος ότι θα μας έπιαναν, πράγμα που γινόταν συχνά εκείνες τις μέρες". Σε εκείνο τον χρόνο που έφυγε ο Whiteman, οι συνάδελφοί του στη μπάντα αποφάσισαν ότι χρειάζονταν άλλον κιθαρίστα. Όπως τά'φερε η τύχη, ο Giorgio Gomelsky (ο οποίος ήταν μάνατζερ των Rolling Stones και των Yardbirds στις αρχές τους και τότε διηύθυνε τις Paragon Publicity και Marmalade Records), ήταν γνωστός του Stone και έβαλε το όνομά του μπροστά. Όπως θυμάται ο Evans, "Πρώτα είδαμε τον Martin να παίζει όταν ήταν με τους Savoy Brown. Παίξαμε σε μία εμφάνισή μας μαζί τους και θυμάμαι να παρακολουθώ τον Martin και να σκέφτομαι ότι ήταν τεράστιος. Είχαμε ένα διάλογο και τον γνώρισα. Λίγο αργότερα, ο Ian προσωρινά έφυγε. Πέσαμε πάνω στον Martin στον δρόμο και τον ρωτήσαμε αν ήθελε να έρθει μαζί μας και να γίνει lead guitarist. Ήταν πολύ μεγάλη πρόκληση για τον Martin, καθώς δεν θα έπαιζε απλά hard blues μαζί μας-αλλά θα επηρέαζε ότι κάναμε". Ο Stone ήταν ευτυχής. "Δεν υπήρξε δισταγμός από μέρους μου", είπε. "Απλά σκέφτηκα, ΄πόσο θαυμάσια, μπορώ να κάνω ότι στ'αλήθεια θέλω να κάνω΄. Θαύμαζα τους Τhe Action επειδή είχαν εκείνα τα τραγούδια με την δομή που δεν είχα συνηθίσει να παίζω και θα μπορούσα να αρχίσω να σκέφτομαι μελωδικά με ένα διαφορετικό τρόπο. Άλλαξε το παίξιμό μου πολύ επειδή όλα τα κόλπα των blues που είχα μέσα στο μυαλό μου και στα δάχτυλά μου ήταν ακόμα εκεί, αλλά έπρεπε να σκεφτώ με έναν άλλο τρόπο, πράγμα που φιλοδοξούσα. Φυσικά υπήρχαν ο Eric Clapton και οι Τhe Cream και ο Jimi Hendrix-το κάνανε κάτι τέτοιο και σκέφθηκα, γιατί όχι κι εγώ; Λάτρευα τον Jeff Beck και όλα τα μετά τον Eric singles των Yardbirds. Πηγαίνοντας στους Τhe Action μου έδωσε την δυνατότητα να κάνω ότι ήταν πρόθεσή μου όταν τέλειωσα από τους Savoy Brown. Για μένα ήταν μεγάλη ευκαιρία να πάω σε ένα ουσιαστικά pop γκρουπ που επεκτεινόταν στην ψυχεδέλεια. Και νόμιζα ότι θα γίνονταν τεράστιοι-οι επόμενοι Beatles".

Mighty Baby - House Without Windows (1969)




Ερωτώμενος για το ποιος ήταν ο αγαπημένος του κιθαρίστας εκείνες τις μέρες, ο Stone απαντάει "Την ψυχεδελική περίοδο πάντα έβλεπα τον Steve Howe ότι ήταν φοβερός στους Tomorrow, πριν γίνει τόσο κραυγαλέος. Ο Richard Thompson ήταν ο αγαπημένος μου γνωστός παίκτης, χωρίς ερωτήσεις-ένας τεράστιος, τεράστιος κιθαρίστας. Θαύμαζα τον Peter Green και τον Albert Lee, αλλά ο καλύτερος Άγγλος κιθαρίστας ήταν ο Jeff Beck. Όχι μόνο είναι μεγάλος τεχνίτης, αλλά κατέχει τρομερή επιδεξιότητα, χιούμορ και μελωδικότητα. Από λιγότερο γνωστούς, μου άρεσε πολύ ο Richard Treece των Help Yourself. Αλλά οι κιθαρίστες που πραγματικά με επηρέασαν ήταν οι παίκτες των blues και μετά μόλις ανακάλυψα την country άκουγα πολύ τους steel κιθαρίστες και προσπάθησα να παίξω τις γραμμές τους με μία συνηθισμένη κιθάρα. Λάτρεψα τον Amos Garrett την πρώτη φορά που τον άκουσα". Εκπληκτικά ο Stone, σαν τον φίλο του Jimmy Page, ποτέ δεν είδε τον Jimi Hendrix να παίζει, αν και συνδυάζει: "Τις μέρες στους Savoy Brown, θυμάμαι να καθόμαστε τριγύρω στο διαμέρισμα του Peter Green (παίζαμε συχνά μαζί και ακούγαμε δίσκους), όταν έβγαλε μία κασέτα από την τσέπη του και είπε: ΄Έχουμε πρόβλημα!΄ Ήταν στο The Cromwellian την προηγούμενη νύχτα και είχε ηχογραφήσει μία από τις πρώτες εμφανίσεις του Hendrix στην Αγγλία". Όσο για το δικό του όργανο, ο Stone σχολιάζει ότι "ποτέ δεν υπήρξα συλλέκτης κιθάρων, πάντα πούλαγα την μία για να αγοράσω την άλλη. Ήρθα στους Τhe Action με την Cherry Red 1958 Les Paul Junior από την περίοδο στους Savoy Brown. Διεστραμμένα τώρα που δεν παίζω πολύ συχνά, έχω πολλές κιθάρες. Υποθέτω ότι το να συλλέγεις βιβλία είναι πιο επικερδές από το να παίζεις κιθάρα!" Τώρα με τον Stone αλλά όχι τον Whiteman, το ανανεωμένο κουιντέτο έπαιξε την πρώτη του συναυλία στο κλαμπ Portsmouth’s Oasis την Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου, αν και ο Whiteman ξαναπήγε σύντομα. "Το άρωμα από τα φώτα και η λάμψη του κοινού απλά δεν μπορούσαν να με κρατήσουν μακριά", λέει. "Για κάποιους μήνες στα μέσα της νύχτας θα άκουγα το γνωστό ΄oi oi΄ του Roger καθώς πέρναγε με το βαν από κάποια παράσταση στα βόρεια". Θυμάται καλά τις αρχικές του εντυπώσεις για τον Stone: "ο Martin ήταν μικρόσωμος, με μουστάκι σαν μάγος με νεκροκεφαλή, που κουβαλούσε ένα βιβλίο στα χέρια του τόσο συχνά όσο κρατούσε και την θήκη της Gibson του. Όταν εμφανίστηκε αφήσαμε όλο αυτό με την Motown πίσω. Η αντίληψη του στην μουσική ήταν να αναμίξουμε όλα αυτά τα διαφορετικά πράγματα-blues, country, rock’n’roll, sitar...Μας άλλαξε σε ένα τελείως διαφορετικό γκρουπ. Με τον δικό του παράξενο, απόκρυφο τρόπο ήταν αλήθεια σαν μάγος. Είχε όλα αυτά τα βιβλία-Gurdjieff, Ouspensky, J.G. Bennett, Rumi, the Bhagavad Gita, Crowley, the I Ching, βιβλία για το Βουδισμό, Ταοϊσμό, νουμερολογία, γεωμαντεία, leylines και Κέλτικο Χριστιανισμό...το βαν μας είχε γίνει κινητή βιβλιοθήκη. Ένα σύμβολο του ΟΜ εμφανίστηκε στα ντραμς του Roger, κάνοντας δυσδιάκριτη την μάρκα και σηματοδοτώντας τον νέο του δρόμο. Άλλα γκρουπ έβγαιναν με κοιλιακούς και μαζικά αποθέματα ντόπας και εμείς όλοι διαβάζαμε!"

Mighty Baby - Same Way From the Sun (1969)




Ο Bam King έχει παρόμοιες αναλαμπές από το αποτέλεσμα που είχε ο Stone πάνω τους: "Ήταν πάντα πολύ αρεστός αλλά δύσκολος στο να τον μάθεις-βαθιά στοχαζόμενος και ένας αχόρταγος αναγνώστης, πάντα αναζητώντας την φιλοσοφική λίθο". Με τους άσσους παίκτες Whiteman και Stone στις επάλξεις δεν υπήρχε προοπτική να επιστρέψουν στο αρχικό τους στυλ. Όπως λέει αστειευόμενος ο Evans ήταν η υπόθεση "το rhythm section της εργατικής τάξης συναντάει το virtuoso section της μεσαίας τάξης!" Χωρίς έκπληξη σύντομα έβγαλαν νέο υλικό. Θα ηχογραφούσαν δυο νέα θέματα-το "Strange Roads" και το "Follow Me"-για το David Symonds Show στο BBC Radio την Δευτέρα 27 Νοεμβρίου και μεταξύ τέλη του '67 αρχές '68 άρχισαν επίσης να κάνουν demo τραγούδια για ένα πιθανό άλμπουμ που θα λεγόταν Rolled Gold. Αυτά ηχογραφήθηκαν σε διάφορα μικρά στούντιο συμπεριλαμβανομένου ενός της Polydor που ο Gomelsky είχε στη διάθεσή του για καλλιτέχνες που είχε στο ρόστερ του. Ο George Martin ήταν σταθερά στο κοντρόλ για συγκεκριμένα τραγούδια. Καθώς λέει ο Stone "σκέφτηκα ΄Ω Θεέ μου, αυτά είναι. Τα έχω χαμένα΄. Ήταν ένα μεγάλο μάθημα". Σύμφωνα με τον Evans, "Ένα μεγάλο μέρος από τραγούδια ήταν πολύ περισσότερο από απλές ιδέες, όπως το "Brain", το οποίο νομίζω φτιάχθηκε αμέσως, με την αυθόρμητη φωνή του Reg....Ήμασταν αλήθεια ενθουσιασμένοι για ότι κάναμε και αισθανόμασταν ότι δημιουργούσαμε κάτι φρέσκο και καινούριο. Αλήθεια το διασκεδάζαμε". Ο παραγωγός τελικά επέλεξε το έντονο "In My Dreams" σαν ένα πιθανό single και το ξανά-ηχογράφησε μαζί τους. Πριν κάνουν την δεύτερη πλευρά, τους παρήγγειλε να συναντηθούν στο γραφείο του Gomelsky και ευγενικά εξήγησε ότι ήταν τόσο πολυάσχολος για να συνεργαστεί μαζί τους. Ήταν ένα χτύπημα το λιγότερο, καθώς υπήρχαν πολλά καλά λόγια για την συνεργασία τους μαζί του-αλλά η μπάντα ήξερε ότι δεν ήταν ο ιδανικός παραγωγός γι'αυτούς. "Ήταν πολύ ευθύς και φανερά τους αγαπούσε και τους βοήθησε πολύ, αλλά δεν μπορούσε όσο κι αν προσπάθησε να πιάσει το άγριο και ασυμβίβαστο πνεύμα τους" λέει ο Whiteman. "Έκανε παραγωγή σε δίσκους και δεν ήμασταν αυτού του είδους η μπάντα. Ήταν περισσότερο σαν ένα φιλικός διευθυντής σε τράπεζα παρά σαν παραγωγός. Όμως ήταν ωραίος τύπος". Έχοντας επιστρέψει από περιοδεία στο Βέλγιο, η μπάντα τρύπωσε στο σπίτι της κοινότητας στο Lots Road στο Chelsea, όπου ζούσαν όλοι εκτός του Whiteman. "Ήταν ένα μεγάλο σπίτι που είχε ένα παραμελημένο μαγαζί στο ισόγειο, με ένα τυφλό παράθυρο", θυμάται ο Stone. "Η οικογένεια ζούσε μερικές πόρτες πιο κάτω και κατά κάποιο τρόπο είχαμε υιοθετήσει τον Nick Jones. Ήταν μουσικός δημοσιογράφος που ήθελε να γίνει παραγωγός δίσκων και γιος του Max Jones, εκδότη της Melody Maker. Ήταν ένα σπίτι με χίπις βασικά και θα επινοούσαμε τα τραγούδια μας εκεί". Η μπάντα επίσης άκουσε μουσική εκεί-καθώς συνεχίζει ο Stone, "Στο Lots Road ενδιαφερόμασταν πολύ να μαζέψουμε όλη την ψυχεδέλεια που ερχόταν από την Αμερική-είχα τους Mad River, τους Kaleidoscope, τους Spirit και τους Τhe Nazz. Ποτέ μου δεν κατάλαβα το δέλεαρ της Janis, νομίζω ότι οι Big Brother & the Holding Company ήταν τσαπατσούληδες και πολύ κακοί παίκτες. Οι Quicksilver ΝΑΙ!! Το Nashville Skyline ήταν αποκάλυψη, όπως ήταν και το American Beauty και φυσικά ακούγαμε τους Τhe Band. Από τους Άγγλους, τους φίλους μας Blossom Toes και τους Family, τους Τhe Small Faces και φυσικά τους Cream και τους Fairports. Προσθέστε σε αυτούς κι ένα τόνο άλλους, συν πάντα την R&B και τα blues".





Εξαθλιωμένοι, χωρίς παραγωγό ή συμβόλαιο και μειωμένοι, αναγκασμένοι να κλέβουν ρεύμα από το σπίτι της οικογένειας μερικές πόρτες παρακάτω, ήταν αποκλειστικά εξαρτώμενοι από τις περιστασιακές παραστάσεις που έδιναν ως support μπάντα. Όχι πολύ αργότερα είχαν πεινάσει. Ο Mike Evans ποτέ δεν ξέχασε μία καλή πράξη τότε: "Ο Ronnie Lane των Τhe Small Faces εμφανίστηκε στο Lots Road για να ακούσει τα demos του Rolled Gold με σκοπό να μας βοηθήσει να εξασφαλίσουμε ένα δισκογραφικό συμβόλαιο. Είδε με τα μάτια του την δεινή θέση στην οποία βρισκόμασταν-με δυσκολία τον κεράσαμε ένα φλιτζάνι τσάι, ήμασταν εντελώς άφραγκοι. Τέλος πάντων, λίγες ώρες αφού έφυγε, κατέφθασε ένα βαν με μεγάλες ποσότητες τροφίμων και ποτών. Δεν χρειάζεται να πω ότι μείναμε άφωνοι από αυτή την γενναιόδωρη πράξη". Ο Lane, ωστόσο ήταν αδύνατον να τους βοηθήσει για ένα συμβόλαιο. "Ήταν απογοητευτικό" λέει ο Stone. "Δεν υπήρχε κανείς που να μας ζητήσει ή να μας κάνει κάποιο συμβόλαιο, μόνο άνθρωποι που ήθελαν να βοηθήσουν. Χρειαζόμασταν ένα έμπειρο μάνατζερ που δεν υπήρχε στ'αλήθεια τότε, κάποιον που να ήταν επιθετικός. Θυμάμαι να είμαι έκπληκτος και απογοητευμένος, αλλά ήταν τότε, όταν όλος ο κόσμος ήταν μπροστά μου-΄Εντάξει, θα συμβεί αργά ή γρήγορα έλεγαν΄. Αλλά δεν συνέβη". Η μπάντα είχε κι ένα ακόμα πρόβλημα να αντιμετωπίσει-τον Reg King (γνωστό τότε ως Rodent). Συνηθισμένος να είναι το επίκεντρο τους στην σκηνή, την άνοιξη του 1968 είχε παραγκωνιστεί από την πιο instrumental κατεύθυνση των Τhe Action. "Νομίζω ίσως είχε μισό-ζηλέψει το γεγονός ότι υπήρχαν μεγάλοι περίοδοι που απλά θα στεκόταν στο πλάι της σκηνής χτυπώντας ένα ταμπουρίνο", υποθέτει ο Stone. Πάντα επιρρεπής στον ανεξέλεγκτο θυμό, γινόταν ολοένα και πιο απρόβλεπτος. Σε μία περίσταση συνελήφθη σε ένα καφέ να πιέζει ένα πλαστικό μαχαίρι στον λαιμό της υπαλλήλου επειδή δεν τον άφηνε να βγει έξω με το φαγητό του.

A Friend You Know But Never See (1969)




Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήρθε στο κλαμπ Newquay’s Blue Lagoon την 3 Ιουνίου, όταν άρχισε να σκαρφαλώνει σε ένα διακοσμητικό φοίνικα καθώς η μπάντα έκανε τζαμ στο "India" (στο οποίο η συνεισφορά του ήταν να φωνάζει κατά διαστήματα λέξεις όπως ΄ελέφαντες!΄ στο μικρόφωνο του). Το δέντρο τελικά κατέρρευσε πάνω στο κοινό και πορτιέρηδες τον καταδίωκαν καθώς η μπάντα συνέχιζε να παίζει. Ο μάνατζερ τους πέταξε έξω με ένα μικρό μέρος από την ανταμοιβή τους και ο King έφυγε από την μπάντα. Ήταν το τέλος μιας εποχής. Φεύγοντας πήρε τα demos του Rolled Gold μαζί του και ξεκίνησε για μία ανεκπλήρωτη σόλο καριέρα.





Ωστόσο το παραμένον κουιντέτο διατήρησε το προηγούμενο όνομα προσωρινά τότε και η αναχώρησή του σηματοδότησε την αληθινή γέννηση των Mighty Baby. "Ο Reggie έπρεπε να είναι το επίκεντρο και ήθελε να είναι σόλο σταρ" λέει ο Whiteman. "Αλλά κανείς από εμάς τους υπόλοιπους δεν ήθελε να είναι σόλο καλλιτέχνης". Το Σάββατο της 11ης Μαΐου 1968, οι Byrds έπαιξαν στο πιο μοδάτο underground κλαμπ, το Middle Earth. Σαν supporting ήταν οι Fairport Convention και οι The Action.  "Βλέποντας τους Byrds είχε τεράστιο αντίκτυπο σε όλους μας", επισημαίνει ο Whiteman. O Powell συμφωνεί: "Ήμασταν πολύ ενθουσιασμένοι από τους Τhe Byrds όταν τους κάναμε support στο Λονδίνο και αρχίσαμε να ενδιαφερόμαστε για την country-rock, όπως επίσης και την χαλαρή West Coast που ήδη είχαμε παίξει, όπως οι Τhe Grateful Dead. Ο Evans πρόσθεσε ότι 'Ειδικά μας άρεσε ο τρόπος που οι Τhe Byrds είχαν συστήσει την country στην ψυχεδελική rock’n’roll-βλέποντάς τους με τον Gram Parsons απλά μας εξίταρε, όπως μας εξίταρε το άκουσμα και των δύο πρώτων δίσκων των Band". Ο αντίκτυπος θα ήταν περισσότερο από καθαρά μουσικός: Σαν τους Τhe Action, οι Τhe Byrds είχαν διέλθει από μία περίοδο αρτιστικής μετάβασης και αλλαγής προσωπικού, ξεπροβάλλοντας με το κουράγιο να αλλάξουν τον ήχο τους, διώχνοντας πολύ από το αρχικό τους κοινό με αυτή την ενέργεια. Οι Τhe Action αμέσως άρχισαν να ενσωματώνουν στοιχεία από τον προκύπτοντα ήχο των The Byrds και των The Band στον δικό τους. Χωρίς κάποιον αυθεντικό τραγουδιστή, ανέπτυξαν μία νέα ανάμιξη ήχου με πρωτεργάτη τον Ian Whiteman και τον Bam King, αν και ο King έτεινε να κάνει πιο πολλά. "Ο Bam έχει μία γλυκιά φωνή, πολύ υψηλή, μία όμορφη φωνή", λέει ο Stone, ενώ ο Whiteman προσθέτει ότι "ο Bam και εγώ συνηθίζαμε να καυγαδίζουμε για το ποιός θα τραγουδήσει πάνω στην σκηνή-αστειευόταν ότι είχαμε μία φωνή ανάμεσα στις δικές μας!"

Mighty Baby - I've Been Down So Long (1969)




Όσο για τον συνδυασμό των κιθάρων του Stone και του King, ο Stone σχολιάζει ότι "Στο μυαλό μου είναι ένας από τους καλύτερους ρυθμικούς κιθαρίστες. Είναι το όνειρο του lead guitarist να έχει έναν ρυθμικό που να μην είναι εγωιστής", ενώ ο King είπε στο International Times τον Αύγουστο του 1969 ότι "ο αποφασιστικός παράγοντας ήρθε όταν ο Martin Stone ήρθε και ανακαλύψαμε τα ναρκωτικά! Όλες μας οι αντιλήψεις για την μουσική άλλαξαν σε εκείνο το επίπεδο, ήταν η περίοδος της επαναφύπνισης και αρχίσαμε να κάνουμε μακροσκελή, φρικαρισμένα κομμάτια που απλά δεν έκαναν αίσθηση στο κοινό που είχαμε πριν".
Η μουσική τους αυτοπεποίθηση αναπτυσσόταν όλο τον καιρό, αλλά ακόμα χρειάζονταν απεγνωσμένα την υποδομή του μάνατζμεντ, ένα πρακτορείο και μία δισκογραφική. Τα προβλήματα τους έμοιαζαν να βαίνουν στο τέλος, όταν η Immediate Records του Andrew Oldham τους πρόσφερε ένα πενταετές συμβόλαιο-μόνο και μόνο για να το ανακαλέσει μία εβδομάδα αργότερα, πριν υπογραφεί. Τελικά υπέγραψαν στην Blackhill Enterprises τον Μάιο. Με την διεύθυνση των Peter Jenner και Andrew Hill και αρχικά καθιερωμένη ως συνεργάτης με τους Pink Floyd, η Blackhill ήταν μία από τις νέες ράτσες των εταιρειών μάνατζμεντ στοχευμένη ξεκάθαρα στο underground κοινό. Όταν οι Τhe Action υπέγραψαν, ωστόσο, τα δυο μεγαλύτερα σχήματα της Blackhill (Pink Floyd και Tyrannosaurus Rex) είχαν αποχωρήσει μόλις και έτσι ήταν ξανά στον αγώνα για να βρουν σχετικές παραστάσεις να εμφανιστούν. "Μία παράσταση που κάναμε για την Blackhill δείχνει την δυσκολία με την οποία ήμασταν αντιμέτωποι", είπε ο Whiteman στο International Times τον Αύγουστο του 1969. "Παίξαμε σε κάποιο χώρο πάνω από μία παμπ στο Wolverhampton. Ο ήχος ήταν φρικτός, ο εξοπλισμός μας έγινε κομμάτια και δεν είχαμε για να τον αντικαταστήσουμε. Ο υπεύθυνος για την προώθηση μας ανέβηκε και μας είπε, ΄Οι Finders Keepers (τοπικό γκρουπ που είχαν έρθει να ακούσουν τους φημισμένους Action) λένε ότι ακούγεστε τελείως απαράδεκτα".





Εκτός του να είναι ένας χρήσιμος "αγωγός" για τις παραστάσεις-συμπεριλαμβανομένης μίας στο Hyde Park με τους Traffic, the Nice και τους The Pretty Things το Σάββατο 27 Ιουλίου-η Blackhill υπέγραψε μία συμφωνία με την Island εκ μέρους της μπάντας. Με τον Peter Jenner στην παραγωγή, πέντε κομμάτια ηχογραφήθηκαν στο υπόγειο των γραφείων που στεγαζόταν η Blackhill ("Only Dreaming", "Dustbin Full Of Rubbish", "An Understanding Love", "My Favourite Day" και "A Saying For Today", γραμμένα στο μεγαλύτερο μέρος από τον Whiteman). Αιχμαλωτιστικά και δεμένα, αντιπροσώπευαν υπέροχα την μπάντα, αλλά-σαν τα Rolled Gold demos πριν από αυτά-έμειναν ακυκλοφόρητα όταν οι σχέσεις μεταξύ Blackhill και Island χάλασαν. Ο Whiteman αναρωτιέται σήμερα αν η επιφυλακτικότητα τους κράτησε πίσω. "Θυμάμαι μία αστεία συνάντηση που είχα με τον Marc Bolan εκείνη την εποχή, πιθανώς κανονισμένη από την Blackhill", λέει. "Πήγα στο διαμέρισμα του και του έβαλα μία κασέτα με διάφορα τραγούδια που είχαμε ηχογραφήσει και η ανταπόκριση του ήταν του τύπου ΄Λοιπόν; Μπορώ να κάνω καλύτερα πράγματα από αυτά΄. Ήμασταν χαλαροί, αλλά αυτός ήταν ΄εξυπνάκιας΄.


Mighty Baby - Trials of the City (1969)




Τον Αύγουστο αποφάσισαν να αλλάξουν το όνομα τους και έμειναν στο μοδάτο Azoth. Προτεινόμενο από τον Stone και αντανακλώντας το ενδιαφέρον του για τον αποκρυφισμό, το Azoth ήταν το όνομα που δόθηκε από τους αρχαίους αλχημιστές στον υδράργυρο, το στοιχείο που μετασχηματιζόταν στην αλχημεία. Το ΑΖΩΘ βγαίνει από το  πρώτο και τελευταίο γράμμα τριών αλφαβήτων: της ελληνικής, λατινικής και εβραϊκής γλώσσας, δηλαδή από το πρώτο κοινό γράμμα Α, και από τα τελευταία Ζ (της λατινικής), Ω (της ελληνικής) και Θ ή Τ (της εβραϊκής γλώσσας). Οι αποκρυφολόγοι χρησιμοποιούσαν την λέξη αυτή με την έννοια και το συμβολισμό της αρχικής μονάδας η οποία και είναι η "πρωταρχική φύση" από την οποία απορρέουν τα πάντα. Κατ΄ ακολουθία το Αζώθ αποδίδει την εικόνα του Σύμπαντος κόσμου. Με τα τέσσερα γράμματα της λέξης αυτής στολίζονταν οι τέσσερις άκρες ιερών εικονογραφημάτων, μανδηλίων, τραπεζών κ.ά. Είναι γνωστοί μόνο να έχουν δώσει μία παράσταση με αυτό το όνομα, ένα προνόμιο μαζί με τους Family, τους The Deviants και άλλους στο Roundhouse στις 9 Αυγούστου, στοχεύοντας να βρεθούν κεφάλαια για μία πρωτοβουλία των χίπις που αποκαλούσαν The Free Bank. Μετά επέστρεψαν στο όνομα Τhe Action έγκαιρα για μία περιοδεία στην Ολλανδία με τους Idle Race (την μπάντα του Jeff Lynne πριν σχηματίσει τους Electric Light Orchestra), αργότερα εκείνο τον μήνα.
Ακόμα αβέβαιος για το μέλλον τους, τον Οκτώβριο του 1968, ο Stone έκανε ένα άλμπουμ με τον Αμερικανό θρύλο των blues Walter ‘Shakey’ Horton, που επισκεπτόταν την Αγγλία για φεστιβάλ blues, μαζί με τον μπασίστα των Butterfield Blues Band, Jerome Arnold και τον ντράμερ του Otis Rush, Jessie C Lewis. Υποτίθεται είχε ηχογραφηθεί από τους Peter Shertser και Ian Sippen, που είχαν πρόσφατα δουλέψει στο Ptooff των Τhe Deviants. "Ήμουν μεγάλος φαν του Shakey", λέει ο Stone. "Ήταν ένας ήρωας για όλους εμάς επειδή είχε συνεργαστεί με τον Muddy Waters, τον Jimmy Rodgers και άλλους". Δυστυχώς, το session δεν πήγε σύμφωνα με το πλάνο. "Ήταν ένας εφιάλτης" λέει γελώντας ο Shertser. "Περάσαμε την μέρα κάνοντας πρόβες στα γραφεία του International Times, όπου ο Shakey ήταν εξαιρετικός-αλλά δεν θα μας άφηνε να γράψουμε τίποτα, επειδή δεν ήμασταν στο στούντιο. Δυστυχώς, έπινε επίσης μεγάλες ποσότητες ουίσκι". Ο Stone ανακαλεί ότι "Έμοιαζε πολύ γέρος, αλλά ήταν γλύκας και πολύ αστείος. Έκανε πολύ γρήγορα κεφάλι και άρχιζε να λέει ξεκαρδιστικές ιστορίες. Θυμάμαι να τον ρωτάω πώς ήταν η πτήση του και αυτόν να επιμένει ότι είχε κάνει σε αποστολές στον πόλεμο και ότι η Ευρώπη ήταν στην πραγματικότητα μόνο 50 μίλια από την Αμερική αν πετούσες πάνω από τον Αρκτικό κύκλο, αλλά υπήρχε μία συνωμοσία των Ναζί να κρύψουν αυτό το γεγονός".





Όταν μπήκαν στο στούντιο η πρόσχαρη ατμόσφαιρα κάπως χάλασε. "Ήταν εντελώς μάπα", λέει ριγώντας ο Shertser. "Βροχή έμπαινε από την σκεπή, ο εξοπλισμός ήταν αρχαίος και ο Shakey ήταν εντελώς λιώμα". Έκαναν ένα αριθμό τραγουδιών, αλλά ήταν μία κούρσα ενάντια στο μπουκάλι και στο ρολόι και τα νεύρα έρχονταν στα όρια τους. "Θα έπινε 3 ή 4 μπουκάλια ουίσκι και γινόταν απίστευτα δικτατορικός-αλλά δεν έκανε καμία αίσθηση και μετά από λίγο δεν μπορούσε ούτε φυσαρμόνικα να παίξει", συνεχίζει ο Stone. "Όταν τελικά τον έπαιρνε ο ύπνος ήταν μια ανακούφιση". Με μόνο 2/3 του άλμπουμ ηχογραφημένα, τον star λιπόθυμο στο πάτωμα και εναλλακτικό τραγουδιστή διαθέσιμο, η κατάσταση δεν έμοιαζε καλή. Υπήρχε μόνο ένα πράγμα για αυτό-μία αυτοσχεδιαστική raga. "'Όλοι μας ήμασταν βαθιά επηρεασμένοι από το East-West των Butterfield Blues Band", συνεχίζει ο Shertser, "έτσι ο Martin άρχισε να εμφανίζεται με επηρεασμένα από την Ινδική raga riffs".

Southern Comfort - Netti-Netti (1969)




O Stone θυμάται ότι όλα ήταν επίσης καλά. "To "Netti-Netti" έγινε αμέσως. Ο Peter ήταν πολύ Hendrix-ιακός, έτσι μόλις το ηχογραφήσαμε, πρότεινε να παίξουμε γυρίζοντας προς τα πίσω τις κασέτες. Κανείς μας δεν κατάλαβε στ'αλήθεια τι έκανε, αλλά είχε μεγάλη πλάκα". Πρέπει να ήταν εμπνευσμένοι ερασιτέχνες, αλλά με κάποιο τρόπο, επινόησαν ένα υπνωτικό επικό θέμα, συμπληρωμένο με βουητό, επαναλήψεις, ΄ψεύτικα΄ τελειώματα, και πληθώρα εφέ με την κιθάρα. Ο τίτλος είναι στα Σανσκριτικά και σημαίνει "Ούτε το ένα, ούτε το άλλο" και λέει περιληπτικά μία αρχαία πνευματική φιλοσοφία του είδους που ενδιέφερε τον Stone. "Μετά από αυτό το session, ποτέ δεν είδα ξανά τον Shakey", λέει. "Δεν νομίζω ότι λάμπει ιδιαίτερα στο Southern Comfort, αλλά αλήθεια ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες φυσαρμόνικας και είναι τεράστια η ευγνωμοσύνη μου για το άλμπουμ που έκανα μαζί του. Ο Jerome ήθελε να μείνει στην Αγγλία και θυμάμαι αμυδρά να σχεδιάζουμε να σχηματίσουμε μία μπάντα, αλλά η δουλειά το απέτρεψε".





Το ολοκληρωμένο άλμπουμ ονομάστηκε Southern Comfort και ήταν να κυκλοφορήσει στην Αγγλία τον Ιανουάριο του 1969, αλλά ήταν για τα καλά πάνω από ένα χρόνο πριν τελικά βγει. Η νωρίτερη κυκλοφορία στην Αμερική (Sire Records) ήταν καταστροφή. "Πούλησε λιγότερο από χίλιες κόπιες εδώ" χαχανίζει ο Shertser. "Ακόμα έχω την δική μας συμφωνία για 126 δολάρια-ένα άθροισμα που δεν ήταν κοντά στο να ξεπληρώσουμε όσα χρωστούσαμε στον Seymour!" Ο Stein κατανοητά ήταν αγχωμένος για να κάνει απόσβεση των εξόδων του και έδωσε την άδεια στην Decca να κυκλοφορήσει το άλμπουμ στην Αγγλία. Όπως είχε συμφωνηθεί εμφανίστηκε στην London Records τον Μάρτιο του 1970-και πούλησε ακριβώς 404 κόπιες.
Την 2 Νοεμβρίου του 1968 το Disc & Music Echo μίλησε στον Roger Powell, ως μέρος ενός ευρύτερου κομματιού για την underground σκηνή. "Βρίσκουμε ότι το underground κοινό είναι οι μόνοι άνθρωποι που προσπαθούν να καταλάβουν τι κάνουμε, έτσι φυσικά δεν πήγαμε πολύ καλά έξω από την πόλη" φανερώνει ο Powell. "Τους τελευταίους τρεις μήνες, ωστόσο όλη η μουσική σκηνή έχει αλήθεια ανοίξει, με underground κλαμπ να ανοίγουν σε όλη την χώρα...Ήμασταν πολύ μπερδεμένοι μουσικά για λίγο και μετά φρικάραμε και τώρα επιστρέφουμε στ'αλήθεια στην μουσική μας. Ο νέος μας κιθαρίστας, Martin Stone είναι πολύ καλός και έχει γίνει μεγάλη επιρροή στο γκρουπ τόσο μουσικά όσο και πνευματικά".
Καθώς ο χρόνος τέλειωνε, ένα φως εμφανίστηκε στην άκρη του τούνελ στο σχήμα του πρώην roadie και φίλου John Curd. Ο Stone τον ήξερε από τότε που είχε τρομάξει από αυτόν, στο Croydon στα μέσα του '60, πριν δεθούν από ένα LP του Huey ‘Piano’ Smith, που ο κιθαρίστας έτυχε να μεταφέρει μία μέρα. "Ήταν εθισμένος με το χασίς, αλλά ποτέ δεν πήρε LSD (παρά το γεγονός ότι μανατζάριζε μία acid rock μπάντα)", λέει γελώντας ο Stone. "Το Flower-power ήταν ένα μυστήριο για αυτόν και εντελώς αντίθετο με την προσωπικότητα του-αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει ταλέντο στο προμόσιον και αργότερα έγινε ο τύπος για το προμόσιον της rock στην Αγγλία".
Από όταν σταμάτησε να δουλεύει για τους Τhe Action, ο Curd είχε φτιάξει μία υπηρεσία ενοικίασης βαν για να νοικιάζει σε μπάντες που δεν είχαν οικονομική δυνατότητα. Έχοντας αρχίσει την Head Records, με χαρά υπέγραψε με τα απομεινάρια των Τhe Action (μιας και ακόμα του χρωστούσαν χρήματα από ενοικιάσεις βαν). Δεν θα μπορούσε να προσφέρει πολλά προκαταβολικά, αλλά μπορούσαν να τον εμπιστευθούν και ήξεραν ότι σεβόταν την μουσική τους. "Ο John είναι σαν κι εμάς, καταλαβαίνετε", λέει ο Powell στο International Times τον Αύγουστο του 1969. "Είναι λίγο τρελάρας, αλλά έχει και την σοβαρή του πλευρά επίσης. Δούλεψε τόσο σκληρά για να ανεβάσει την εταιρεία του και πάντα ήταν πολύ δίκαιος με μας".

Mighty Baby - I'm From the Country (1969)




Ακόμα χρειάζονταν ένα νέο όνομα,ωστόσο. Ανίκανοι να συμφωνήσουν σε ένα, ζήτησαν από τον φίλο τους και πρώην ομόσταυλο τους στην Blackhill, Pete Brown να κάνει μερικές προτάσεις. "Τον μπάσαμε στο τρυπάκι και μας έφερε μία τεράστια λίστα με 200 προτάσεις", λέει ο Stone γελώντας. "Ήταν αλήθεια μάλλον πολύ ωραία, αλλά ακόμα δεν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε σε κανένα. Ένα που θυμάμαι ότι το ζαχαρώναμε για περίπου δύο δευτερόλεπτα ήταν το "Sons Of Belial", που ήταν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που ήμασταν!" Ο Curd τότε έδωσε τη λύση στο πρόβλημα, μετονομάζοντας τους μονόπλευρα σε Mighty Baby. "Πίστευε ότι θα μπορούσε να βγάλει χρήματα από εμάς και ήθελε να μας πλάσει σύμφωνα με την εικόνα που είχε στο μυαλό του", λέει ο Whiteman. "Το Mighty Baby ήταν δυο λέξεις με αντίθετη σχέση, όπως οι Τhe Grateful Dead ή οι Soft Machine και του άρεσε αυτή η αντίθεση. Δεν ήταν ένα τρομερό όνομα, αλλά δεν είχαμε καμιά καλύτερη πρόταση και ήταν πια πολύ αργά!" Το νέο όνομα λέγεται ότι δόθηκε την Πρωτοχρονιά του 1969 και η πρώτη παράσταση που είναι γνωστό ότι έδωσαν με αυτό το όνομα ήταν στο Middle Earth στο Roundhouse την 4 Ιανουαρίου, μαζί με τους Fairport Convention, τους Τhe Liverpool Scene και τον Gary Farr.
Η μπάντα πέρασε το επόμενο δίμηνο βελτιώνοντας ένα νέο κατάλογο από τραγούδια, πριν φύγουν για τα Morgan Studios στο Willesden τον Μάρτιο, όπου ηχογράφησαν τον όγκο του ντεμπούτο άλμπουμ τους με τον αντικομφορμιστή παραγωγό Guy Stevens (ειρωνικά ένα στενό συνεργάτη της Island). "Ο Guy ήταν παράξενος αρκετά, ένας χρήστης αμφεταμίνης και μεγάλος δικτάτωρ", λέει γελώντας ο Stone. "Την πρώτη μέρα ο Ian εμφανίστηκε κρατώντας ένα φλάουτο. Ο Guy ούρλιαξε ΄δεν ηχογραφώ γαμημένα φλάουτα!΄ και το εκσφενδόνισε έξω από το στούντιο".





Παρόλα αυτά μία αποφασιστική προσέγγιση ήταν ότι χρειάζονταν, ιδιαίτερα καθώς η Head μπορούσε να αντέξει οικονομικά μόνο μερικές ημέρες στουντιακό χρόνο. "Το πρώτο άλμπουμ ήταν ο μετά-Action ήχος", συνεχίζει ο Stone. "Θα καθόμασταν και θα διαμορφώναμε εκ νέου το σετ μας και τον ήχο μας. Ξέραμε τα τραγούδια απ'έξω και απλά κάναμε τζαμ μέχρι να μας ευχαριστεί όπως ακούγονταν".
Ξεκινώντας με ένα από τα πιο groovie ψυχεδελικά rock θέματα που έχει ηχογραφηθεί ποτέ, το αθάνατο "Egyptian Tomb", το άλμπουμ εναλλάσσεται ανάμεσα στα γλυκά και στα εμπρηστικά κομμάτια και δίνει έμφαση στην αυτοσχεδιαστική τους προσέγγιση. Το υλικό αρέσει στον Whiteman, αλλά έχει επιφυλάξεις για την παραγωγή: "Δεν ήταν πολύ επιδέξια-πηγαίνοντας από τον George Martin στον Guy Stevens ήταν από το ένα στο άλλο άκρο. Ακουγόταν υπέροχο στο στούντιο, αλλά ήμασταν αλήθεια απογοητευμένοι όταν έγινε. Ο Andy Johns, που ήταν ο μηχανικός δεν έκανε καλή δουλειά. Το "Trials Of A City" είναι ίσως το καλύτερο μέσα σε αυτό, αλλά επίσης δεν έχει καλή παραγωγή. Ακόμα όμως ταξιδεύω στο διάστημα όταν το ακούω". Σύμφωνα με τον Stone, "Υπήρχε σχετικά λίγο ΄μαγείρεμα΄ ή overdubbing-πιθανώς είχε να κάνει με το μπάτζετ. Όπως πολλοί στίχοι της pop, οι περισσότεροι από τους δικούς μας ακούγονται αφηρημένοι, αλλά είναι στην πραγματικότητα για τελείως συνηθισμένα πράγματα. Για παράδειγμα, ο John Curd είναι μισός Αιγύπτιος και το "Egyptian Tomb" είναι εν μέρει γι'αυτόν".

A Jug of Love (1971)




Με ένα άλμπουμ, η μπάντα έδωσε μία πολύ αγχωτική παράσταση για κοινό του ενός ατόμου την άνοιξη. "Ο Marshall Chess ήρθε να μας δει στο πίσω δωμάτιο μίας παμπ", συνεχίζει ο Stone. "Δεν ήταν παράσταση-παίζαμε μόνο γι'αυτόν. Φορούσε ένα δερμάτινο σακάκι και έμοιαζε σαν μαφιόζος, ακριβώς όπως έπρεπε να μοιάζει ένας Αμερικανός μπίζνεσμαν της μουσικής βιομηχανίας! Ήταν κάπως τρομακτικό, αλλά έμοιαζε να του αρέσει και μας πήρε". Για μουσικούς εμποτισμένους στην κλασική Αμερικανική R&B, ήταν μεγάλος ενθουσιασμός και το Billboard δεόντως ανέφερε στις 12 Απριλίου ότι "Η νέα ανεξάρτητη δισκογραφική Head ξεκίνησε τις πρώτες της κυκλοφορίες αργά στα τέλη του μήνα...Η Head είναι στοχευμένη στην progressive underground αγορά".
Αυτό το χρονοδιάγραμμα ήταν δυστυχώς οπτιμιστικό, ωστόσο, καθώς θέματα του συμβολαίου έβραζαν. Την 28 Μαρτίου, ο Simon Stable είχε γράψει στην στήλη του στο International Times ότι υπήρχε "ένα άλμπουμ για να κυκλοφορήσει σύντομα από την Head Records από ένα γκρουπ που λέγεται Mighty Baby, που πριν λέγονταν The Action. Αυτό ίσως καθυστερήσει λιγάκι ωστόσο, καθώς η EMI τους ηχογράφησε με το όνομα The Action. Τέλος πάντων ακούγονται πολύ καλοί. Γιατί η Head και η EMI δεν συγχωνεύονται;" Περιπλέκοντας κι άλλο την κατάσταση, ήταν ακόμα δεμένοι συμβολαιογραφικά με την Blackhill, που τότε διαπραγματευόταν για να κυκλοφορήσει την μουσική των καλλιτεχνών της (το Battered Ornaments του Pete Brown, τους The Edgar Broughton Band και τους Forest) στην νέα εταιρεία της EMI την Harvest. Ως μέρος της συμφωνίας με την Blackhill, η EMI ανέλαβε να καλύψει τα έξοδα της Island της ηχογράφησης των The Action τον προηγούμενο χρόνο, με αντάλλαγμα τις κασέτες.

Mighty Baby - Favourite Days (1969)




Τότε φυσικά οι The Action είχαν γίνει Mighty Baby και ήθελαν να ηχογραφήσουν και να κυκλοφορήσουν την μουσική τους διαμέσου της Head. Όταν η Blackhill και η EMI έμαθαν αυτό το πράγμα, απείλησαν να κάνουν ασφαλιστικά μέτρα στην μπάντα.
Με αυτήν την μονότονη κατάσταση να στέκεται εμπόδιο στην πρόοδο τους, οι παραστάσεις αραίωσαν και οι καιροί έγιναν χαλεποί. Χωρίς έκπληξη επομένως, ο Stone ενέδωσε όταν μία καλή ευκαιρία βρέθηκε στο δρόμο του. "Είχα συναντήσει τον Brian Jones όταν ήμουν στους Savoy Brown", εξηγεί. "Κάναμε το backing στον John Lee Hooker στην πρώτη του περιοδεία στην Αγγλία και ο Brian ήρθε στο Bag O’Nails για να τον δει. Μιλήσαμε για ώρες μετά στο κλαμπ, όντες θύματα των blues και οι δύο και γίναμε φιλαράκια. Αφού άφησε τους Stones με κάλεσε και ρώτησε αν ενδιαφερόμουν να παίξω μαζί του. Εκείνες τις μέρες ήμουν αναποφάσιστος και είπα ναι σε όλα. Εννοώ, φυσικά ότι πώς να πεις όχι στον Brian Jones! Αλλά μετά τι να παίξεις; Όπως είναι ξεκάθαρο από τους δίσκους των Stones, η συνεισφορά του είχε ευδοκιμήσει όταν θα μπορούσε να προσθέσει λίγο harpsichord κάπου ή λιγάκι σιτάρ κάπου αλλού, αλλά δεν είχε νοοτροπία να συνθέτει.-και ήταν τελείως εκτός από κάτι τέτοιο. Πήγα να μείνω στην πανέμορφη φάρμα του δυο φορές. Ήταν χαοτικό, όχι σοβαρό, απλά χωρίς σκέψη τζαμ αυτό που κάναμε σε δυο τραγούδια. Ο Boz Burrell ήταν εκεί, όπως επίσης και άλλος ένας κιθαρίστας που αντιπάθησα αμέσως και ένας ντράμερ τα ονόματα των οποίων δεν θυμάμαι. Δεν δούλεψε όλο αυτό και έγινε γρήγορα φανερό ότι δεν ήταν σε καλή φόρμα. Πέθανε ακριβώς στην μέση εκείνης της περιόδου, αλλά δεν νομίζω ότι θα έβγαινε και τίποτα. Για χρόνια κράτησα μία reel-to-reel κασέτα με το τζαμ που κάναμε, αλλά κάπως κατάφερα τελικά να την χάσω".





Για να ενισχύσουν το μέτριο εισόδημα τους από τις παραστάσεις εκείνο το καλοκαίρι, ο Curd κανόνισε για τους Mighty Baby να κάνουν το backing σε ένα άλλο σχήμα της Head, τον Robin Scott σε 4 κομμάτια στο άλμπουμ του, Woman From The Warm Grass σε παραγωγή Sandy Roberton, εκείνο το καλοκαίρι. "Αυτό ήταν πιθανώς το πιο διαρκές πράγμα για μένα γύρω από αυτό το άλμπουμ", λέει ο Roberton, "καθώς συνέχισα να τους χρησιμοποιώ σε πολλά άλλα sessions. Ο Ian Whiteman ιδιαιτέρως ήταν τόσο εφευρετικός παίκτης". Σύμφωνα με τον Scott, "Το να δουλεύεις με τους Mighty Baby ήταν εύκολο και γρήγορο, καθώς όλοι είχαν διαίσθηση. Ήταν και πανύψηλοι. Θυμάμαι ιδιαιτέρως τον Martin Stone με το Μεξικάνικο μουστάκι και το μάλλινο καπέλο. Ήταν ένας καινοτόμος κιθαρίστας των blues με έναν εύθραυστο, ευγενικό τρόπο. Ο ντράμερ, Roger Powell έφτιαχνε στιβαρά, αργά grooves όντας τόσο μακριά καθισμένος στο σκαμπό που σκεφτόμουν ότι θα πέσει κάτω, ενώ ο Mike Evans στο μπάσο και ο Ian Whiteman στα keyboards ενίσχυαν τις βασικές μου δομές αντισταθμίζοντας με μελωδία και ρυθμό". Τέτοια session δουλειά θα γινόταν αυξητικά σημαντική για την επιβίωση της μπάντας τους επόμενους μήνες. "Όλοι κάναμε αρκετά sessions", λέει ο Stone. "Ιδιαιτέρως το ρυθμικό μας μέρος ήταν τόσο φανταστικό που ο καθένας ήθελε να παίξουμε για αυτόν". Είχαν σχεδόν υπερφυσική διαίσθηση. Ο Stone ήταν ανάμεσα σε άλλα στο single του Gary Farr, "The Vicar & The Pope", στο Stimulus του Keith Christmas και στο σόλο LP του Reg King".
"Συνάντησα τους Mighty Baby τον Ιούνιο του 1969, όταν πήγαινα για να ηχογραφήσω το πρώτο άλμπουμ μου", ανακαλεί ο Keith Christmas. "Ο Sandy Roberton είχε κλείσει τρεις μέρες στα Sound Techniques στο Chelsea, έτσι ο χρόνος ήταν σφιχτός και δεν υπήρχαν sessions πριν το στούντιο για να κάνουμε τις διορθώσεις μας. Μπήκα μέσα και άρχισα να τους παίζω τα τραγούδια μου και πιάσαμε δουλειά προσπαθώντας να ηχογραφήσουμε. Ήταν αλήθεια καλά παιδιά, με ενδιαφέρον να κάνουν ότι καλύτερο μπορούσαν και είχαν πολύ χιούμορ. Ήταν σαν μία μπάντα αποτελούμενη από αδέλφια και καθώς ήταν η πρώτη μου φορά σε στούντιο, ήταν πολύ υποστηριγκτικοί. Δεν πήρε περισσότερες από 3 ή 4 φορές για να το κάνουμε. Μπήκαμε, βγήκαμε και μετά πήγαμε για ένα ποτήρι στην τοπική παμπ".

The Happiest Man in the Carnival (1971)




Η καριέρα των Mighty Baby τελικά επέστρεψε στον δρόμο της, όταν ο Curd συμφώνησε να αγοράσει τις ηχογραφήσεις της Island από την EMI. Όπως είπε στην Αγγλική έκδοση του Rolling Stone την 9 Αυγούστου: "Πιθανώς δεν θα κυκλοφορήσουμε κανένα από τα τραγούδια που ηχογραφήσαμε ενώ το γκρουπ ήταν στην Blackhill, αλλά αυτή η νέα συμφωνία σημαίνει ότι το λιγότερο το γκρουπ θα έχει την ευκαιρία να κυκλοφορήσει ένα δίσκο με την μουσική που τώρα έχει παίξει για πάνω από ένα χρόνο". Ό,τι δεν τόνισε ήταν, ότι ένας τέτοιος δίσκος είχε ήδη σε μεγάλο μέρος ηχογραφηθεί και ετοιμαζόταν για να κυκλοφορήσει. Για να τον ολοκληρώσουν αρχές του Αυγούστου η μπάντα κλείστηκε στα στούντιο της Pye για να ηχογραφήσουν δύο νέα κομμάτια, το με κλίση στην country "I’m From the Country" και το απίστευτο "At A Point Between Fate & Destiny". Σε δική τους παραγωγή αυτά αντικατέστησαν δύο άλλα κομμάτια, το "Messages" και το ονειρικό "Ancient Traveller", που βγήκαν στην επιφάνεια το 2006. "Είναι παράξενο που απορρίφθηκαν εκείνα τα κομμάτια", λέει ο Stone. "Μπορεί να μην ήταν απόφαση δική μας-είχε πιθανώς να κάνει με τον χρόνο που έτρεχε ή κάτι τέτοιο". Μία άλλη πιθανότητα είναι ότι εκείνα τα αιχμαλωτιστικά τραγούδια ήταν για να κυκλοφορήσουν σαν single. Θα είχαν αποτελέσει μία παρακαταθήκη της μπάντας και θα στέκονταν ως δύο από τα καλύτερα θέματα που ηχογράφησαν.
Με τις νομικές διενέξεις να έχουν τελειώσει και με το άλμπουμ ολοκληρωμένο, η αισιοδοξία τελικά ήταν δικαιολογημένη. Όπως είπε ο Curd στο International Times τον Αύγουστο: "Είναι μεγάλο χάσιμο χρόνου να βάζεις τους ανθρώπους της δουλειάς αυτής-οι μισοί από αυτούς στο παρελθόν είχαν εξαπατήσει το γκρουπ με τον ένα ή τον άλλο τρόπο-έστω να ακούσουν μία φορά να παίζουμε. Ωστόσο φαίνεται ότι πάει προς το καλύτερο".
Για τις παραστάσεις τους αρχικά υπέγραψαν στο υψηλού κύρους πρακτορείο του Bryan Morrison, που υπαγόταν στο NEMS (που ιδρύθηκε από τον Brian Epstein) τον Μάιο. Για τις μετέπειτα σκηνές του 1969 γύρισαν στην Head και άρχισαν να δίνουν παραστάσεις όλο και περισσότερες, αν και δεν ήταν πάντα εύκολο να κλείνουν αυτά που άξιζαν. "Χρειαζόμασταν ένα δίσκο για να μπορούμε να κλείνουμε παραστάσεις", λέει ο Stone. Δεν υπάρχει κάποια απόδειξη για τα live τους το 1969, αλλά ένα δελτίο τύπου της Head που στάλθηκε τον Αύγουστο δίνει μία ιδέα του τι θα περίμενε το κοινό: "Μουσικά ο ήχος του γκρουπ είναι ορίτζιναλ υλικό, με επιρροές από jazz rock fusion, επίσης West Coast blues, με δυνατή blues κιθάρα και δυναμικά ντραμς".





Χέρι-χέρι με την μουσική τους ανάπτυξη πήγαινε και η πνευματική τους αφύπνιση, στην οποία η μπάντα οδηγούνταν από τον χαρισματικό Stone. Ειδικά, το ενδιαφέρον του κιθαρίστα για τον Βουδισμό τον οδήγησε στον Ρώσο θεολόγο/φιλόσοφο George Gurdjieff (1866-1949), του οποίου τα αξιώματα (πρωταρχικά εκείνα που έλεγε να επιτρέψεις στα θέματα που απασχολούν όλο τον κόσμο να κυριαρχήσουν στη ζωή σου, στερώντας πολύτιμες εμπειρίες από τον ίδιο σου τον εαυτό) ήρθαν να ορίσουν την σκέψη του γκρουπ. Όπως είπε ο Powell στο International Times: "Αντιληφθήκαμε ότι αν ενδίδαμε στα συναισθήματα μας για όλες τις αναποδιές που είχαμε, θα είχαμε διαλυθεί προ πολλού επειδή όλη αυτή η ψυχική πίεση θα είχε βγει. Αυτή η κοινή φιλοσοφία έδεσε την μπάντα πνευματικά και μουσικά. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες φιλοσοφικές επιρροές στην μουσική μας, σώζεται πιθανώς από το γεγονός ότι οι σκέψεις του Gurdjieff βασίστηκαν πολύ στις Ανατολίτικες θρησκείες και υπάρχουν συγκεκριμένα Ανατολίτικα στοιχεία στο υλικό που παίζουμε, νομίζω επειδή όλοι μας ενδιαφερθήκαμε και μελετήσαμε τον Βούδα και τον Gurdjieff, ώστε να μπορούμε να ανταλλάσσουμε μουσικές ιδέες πάνω στη σκηνή σχεδόν τηλεπαθητικά".
Ακολουθούμενο από μία εκπληκτικά διεξοδική καμπάνια, στον τύπο, περιοδικά, πόστερ και διαφημίσεις σε επιδραστικά περιοδικά και εφημερίδες, το άλμπουμ τους τελικά εμφανίστηκε τον Νοέμβριο. To απαστράπτον ψυχεδελικό του εξώφυλλο ήταν σχεδιασμένο από τον Martin Sharp (προσαρμοσμένο από ένα παλαιότερο σκίτσο από κόμικ του Ταρζάν και ζωγραφισμένο σε γυαλί). Το ένθετο παρουσίαζε φωτογραφίες από τον Keith Morris με κάθε μέλος της μπάντας να ΄ενσαρκώνεται΄ έναν από τους τίτλους των τραγουδιών, ενώ το οπισθόφυλλο έδειχνε ένα ψυχεδελικό θέμα ζωγραφισμένο από τον Keith Davis, που ανακοίνωνε ότι ΄tomorrow is the beginning of the end of yesterday΄.





Οι κριτικές ήταν ομοιόμορφα εκστατικές. Το International Times αποκάλεσε τους Stone και Evans "αδιαμφισβήτητα ο καλύτερος κιθαρίστας και ο καλύτερος μπασίστας απ'όλους" και πρόσθεσε ότι ΄η μουσική έχει εκατό χαρακτήρες: Ανατολίτικη, οριεντάλ, folk, rock, blues, pop, κλπ, κλπ..΄ τελειώνοντας με την φράση 'απλά ΤΟ καλύτερο στην κλάση του΄. Το Friends έγραψε ότι ΄από το απίστευτο εξώφυλλο του Martin Sharp μέχρι την τελευταία νότα του τελευταίου τραγουδιού, είναι ένα ιδιαίτερα καλό άλμπουμ. Οι Mighty Baby έχουν καταφέρει να αποφύγουν τις συνηθισμένες παγίδες και έχουν εμφανιστεί λαμπροί΄. Το Record Mirror το αποκάλεσε ΄σίγουρα ένας από τους καλύτερους underground / progressive δίσκους που βγήκαν αυτό το μήνα-φανταστικό εξώφυλλο, καινοτόμοι και συναρπαστικοί ήχοι με πληθώρα ταλέντων΄, το Disc & Music Echo ένιωσε ότι ΄το νέο τους άλμπουμ δείχνει ότι έχουν μία πολύ ωραία αίσθηση στα φωνητικά και μία ωραία ζεστασιά που τους κάνει να ξεχωρίζουν΄ και το NME έγραψε ότι ΄ο ήχος που κάνουν είναι με ενδιαφέροντα τρόπο πολύπλοκος και υπάρχουν πολλά για να διατηρήσουν την προσοχή των ακροατών΄, προσθέτοντας ότι ΄ο Guy Stevens έχει κάνει μία καλή δουλειά στην παραγωγή σε κάτι που δεν είναι εύκολος ήχος για να τα καταφέρει κανείς΄.
Παρά όλα αυτά ο ραδιοφωνικός αέρας ήταν περιορισμένος και οι πωλήσεις χαμηλές. "Μόνο αν ήσουν πολύ εκκεντρικός, θα μπορούσε ένα τόσο παράξενο πράγμα να σταθεί στην συλλογή κάποιου" συμπεραίνει ο Whiteman, ενώ ο Stone αισθάνεται ότι "με τα μοντέρνα στάνταρντ είναι τσαπατσούλικος, με όχι καλά τραγούδια-αλλά αυτό είναι μέρος της γοητείας του, υποθέτω. Δεν μου άρεσε το άλμπουμ τόσο πολύ, αλλά αυτό είναι πιο αληθινό από οτιδήποτε έχω ηχογραφήσει". Παρόλα αυτά η μπάντα ξεκίνησε μία εξουθενωτική σειρά από εμφανίσεις της μίας νύχτας κυρίως μέσα και γύρω από το Λονδίνο. "Κάθε τι στο άλμπουμ ήταν στο σετ μας εκείνη την περίοδο, εκτός του "At A Point Between Fate & Destiny", που δεν νομίζω να έχουμε παίξει ποτέ live-δεν τολμούσαμε, ήταν τόσο πολύ αργό!", λέει ο Stone.
Για μεγάλο μέρος της καριέρας τους ως Τhe Action και κατά την περίοδο ως Mighty Baby, ο βασικός τους roadie ήταν ο Mike Laslett O’Brien, γνωστός σε όλους ως ΄Mouse΄. Θυμάται να πηγαίνει στα underground κλαμπ όλου του έθνους. "Η ψυχεδέλεια πήρε κάποιο χρόνο για να βγει από το Λονδίνο και άλλα μητροπολιτικά κέντρα", λέει. "Υπήρχαν συγκεκριμένες σκηνές όπου αισθανόμασταν σαν στο σπίτι μας και η μπάντα πάντα έπαιζε καλά σε αυτά. Είχαμε μία προκατάληψη: αν πηγαίναμε δυό φορές γύρω από ένα κυκλικό κόμβο στον δρόμο μας για μία παράσταση, θα ήταν μία καλή παράσταση! Το Klooks Kleek και το Roundhouse ήταν τέλεια, όπως και τα Hampstead Country Club, το Friars στο Aylesbury, το Candlelight Club στο Scarborough, το Mothers στο Birmingham και το Paradiso στο Amsterdam. Άλλες από τις αγαπημένες μας εμφανίσεις ήταν στο Nag’s Head Blues Loft στο High Wycombe. Πραγματικά, μία από τις καλύτερες μας εμφανίσεις σε όρους πόσο καλά περάσαμε, ήταν σε ένα γάμο στο Βουδιστικό κέντρο στα σύνορα με την Σκωτία. Παίξαμε και μείναμε σε ένα μεγάλο επαρχιακό ξενοδοχείο. Φαγητό καλό, τέλεια ατμόσφαιρα, κάποιες ουσίες".

Mighty Baby - Ancient Traveller (1969)




Τον Δεκέμβριο η μπάντα έκανε την μόνη της εμφάνιση στο σόου του BBC, Top Gear. Μαγνητοσκοπημένη η εκπομπή επέζησε σε μία κακής ποιότητας κασέτα, αλλά μεγάλης αξίας καθώς είναι το μοναδικό ντοκουμέντο από αυτούς εκείνη την εποχή. Τους βρίσκει να δείχνουν τα τρία πρόσωπα του ήχου τους-ψυχεδελική hard rock ("House Without Windows"), από την country επηρεασμένες μπαλάντες ("I’m From The Country") και jazzy αυτοσχεδιασμός ("India"). Η αλληλεπίδραση τους λάμπει διαμέσου της φτωχής πιστότητας της παραγωγής, όπως επίσης και κάποια αξιοσημείωτα wah-wah από τον Stone και ελπίζω κάποια μέρα μία καλύτερη βερσιόν να έρθει στην επιφάνεια.
Η μπάντα εκπλήρωσε άλλη μία υψηλού κύρους υποχρέωση τον Δεκέμβριο στις 21. "Ο John Curd με τις διασυνδέσεις του ήταν καλός στο να μας δίνει ασυνήθιστες παραστάσεις", εξηγεί ο Whiteman. "Κοιμόμουν στο διαμέρισμα μου κατά τις 1, όταν με ξύπνησαν και μου είπαν να μπω στο βαν. Οδηγήσαμε μέχρι το Lyceum για μια μεσονύκτια εμφάνιση με τους The Rolling Stones και τους Procol Harum. Προς το τέλος της παράστασης των Stones μπορούσες να καταλάβεις ότι το σόου τους έκανε κοιλιά, έτσι βγήκε διαταγή να σηκωθεί και να κατεβεί ξανά η αυλαία για να κεντρίσουν τους θεατές. Ήταν η περίοδος του Sympathy For The Devil και έμοιαζε πολύ ψεύτικο και θεατρικό να βλέπεις τον Mick Jagger να σέρνεται στην σκηνή πάνω σε μία πεντάλφα. Καθαρή παντομίμα".
Καθώς η χρονιά έφτανε στο τέλος της, ο Powell έδωσε μία συνέντευξη στον Chris Welch από την Melody Maker, μέσα στην οποία αντανακλούσε το ταραγμένο πέρασμα της μπάντας μέσα από τα 60ς. "Όταν σταματήσαμε από την Tamla, χαθήκαμε μέσα στην ψυχεδέλεια" είπε. "Αλλά όλο αυτό ήταν μια εμπειρία. Είμαστε σοφότεροι τώρα...Κερδίζω 15 λίρες την εβδομάδα και αν είμαστε τυχεροί μπορεί να γίνουν 20 και θα ήμουν στ'αλήθεια ευτυχής. Όταν ήμασταν οι Τhe Action κάναμε πολλά λεφτά, αλλά τα ξοδεύαμε όλα σε δαντελωτά πουκάμισα και bourbon και όλοι πνευματικά κοιμόμασταν τον ύπνο του δικαίου".
Με το άλμπουμ στην αγορά και παίρνοντας live, το μέλλον των Mighty Baby έμοιαζε ρόδινο-αλλά ύστερα χτύπησε η καταστροφή. ΄Ο επικεφαλής της Head Records, John Curd συνελήφθη δυο εβδομάδες πριν όταν βρέθηκαν ναρκωτικά στα γραφεία του΄, ανέφεραν οι International
Times την 13 Μαρτίου. "Όταν δεν χρησιμοποιούσαμε το βαν μας, πάντα θα πηγαινοερχόταν μεταφέροντας κιλά χασίς", λέει ο Stone γελώντας, ενώ ο Mouse θυμάται ότι "η σύλληψη έγινε την Παρασκευή. Τότε όλοι πληρωνόμασταν. Καθόμασταν σε ένα καφέ απέναντι από τα γραφεία, όταν 4-5 περιπολικά έφτασαν και το επόμενο πράγμα που ξέραμε ήταν ότι ο John και η βοηθός του Sylvie μπήκαν δεμένοι σε ένα από αυτά. Πλησίασα και ρώτησα αν υπήρχε η δυνατότητα να πληρωθούμε πριν τους πάρουν, αλλά ίσως δεν ήταν το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσα να έλεγα σε τέτοια περίπτωση".





Ο Curd σύντομα ήταν ελεύθερος, αλλά τα επακόλουθα νομικά προβλήματα έγιναν πολλά τους επόμενους μερικούς μήνες. Πιο θετικά, τον Φεβρουάριο το άλμπουμ τους εμφανίστηκε στην Αμερικανική (στην Chess μοιρασμένη) Head. (Μία Αμερικανική κυκλοφορία του "Egyptian Tomb" επισημάνθηκε στο Billboard, αλλά ποτέ δεν υλοποιήθηκε). Η μοναδική Αμερικανική κριτική του LP που ήρθε στην επιφάνεια ήταν στην underground φυλλάδα Fusion την 20 Μαρτίου του 1970, γραμμένη από τον Loyd Grossman. Κάνοντας ένα update στην ιστορία του Stone μέχρι τότε, έγραψε ότι ΄ένας μεγάλος βαθμός μουσικότητας παρουσιάζεται από όλους τους και η μπάντα έχει πετύχει ένα εξαιρετικό έλεγχο ως προς την δυναμική και την τονικότητα...Το παίξιμο του Stone είναι ιδιαιτέρως ΑΡΙΣΤΟ (πάντα ήταν...) Γενικά, οι Mighty Baby θα μπορούσαν να είναι ένα από τα καλύτερα γκρουπ του 1969-1970. Έχουν ένα αέρα φρεσκάδας, είναι καινοτόμοι και παράγουν τεράστια δύναμη. Το πρώτο τους άλμπουμ είναι ένα τρομερό ντεμπούτο και αληθινό knockout΄.
Το δελτίο τύπου που συνόδευε την Αμερικανική έκδοση υπογράμμιζε ότι ΄Πήρε πέντε χρόνια για να παρουσιάσουμε αυτό το Τρομερό Μωρό...Οι Mighty Baby έχουν παίξει σε αυξανόμενα μεγάλο κοινό στην Αγγλία και σύντομα θα κάνουν την πρώτη τους Αμερικανική περιοδεία΄. Αυτό ήταν ευσεβείς πόθοι, δυστυχώς, πολύ περισσότερο από ότι θα ήθελαν να παίξουν στην Αμερική. Ο Stone αισθάνεται ότι το στυλ της μουσικής τους ταίριαζε καλύτερα στο Αμερικανικό κοινό, ενώ ο Whiteman θυμάται ότι "Το να επισκεπτόμαστε Αμερικανικές μπάντες πάντα ήταν κάτι που βρίσκαμε τεράστια ανταπόκριση. Θυμάμαι τον ντράμερ των Love να έχει ανέβει στη σκηνή και να κάνει τζαμ μαζί μας".
Παρόλα αυτά, η φήμη της μπάντας στην πατρίδα τους μεγάλωνε όλο τον καιρό. Ένας παρατηρητής, ο M. Winser, από το Newbury, έγραψε την ακόλουθη επιστολή στη Melody Maker την 14 Μαρτίου: ΄Έχοντας πρόσφατα παρακολουθήσει ένα κονσέρτο που έδωσαν οι Love στο Reading University, νιώθω ότι πρέπει να πάρω μολύβι και χαρτί και να διαμαρτυρηθώ για αυτό το κλασικό παράδειγμα διαφήμισης. Ό,τι με σιγουριά περίμενα να είναι ένα απόγευμα με ενδιαφέρουσα και συναρπαστική μουσική, κατέληξε να είναι τίποτα περισσότερο από μία συλλογή από βαρετά και δήθεν τραγούδια από μία rock μπάντα. Μόνο οι εξαιρετικοί και ευφυείς Mighty Baby έσωσαν την κατάσταση από την τεράστια μετριότητα΄.

Mighty Baby - A Saying For Today (1969)




Τους πρώτους μήνες του 1970 έπαιξαν σε τοποθεσίες τόσο απομακρυσμένες όπως, Λονδίνο, Reading, Coventry, Burslem, Luton και Κορνουάλη. Το πρόγραμμα ήταν εξουθενωτικό, αλλά τους επέτρεψε να εμβαθύνουν στο δέσιμο τους ατομικά αλλά και ως παίκτες, όπως επίσης να εξασκήσουν το ενδιαφέρον τους στην εσωτερικότητα. Ο Whiteman λέει: "Στο Λονδίνο την βγάζαμε στο Watkins Books που ήταν το βασικό αποκρυφιστικό βιβλιοπωλείο της πόλης και ενδιαφερθήκαμε πολύ για τον Αγγλικό μυστικισμό-θα οδηγούσαμε τριγύρω καπνίζοντας όπιο και ψάχνοντας ley lines και κάστρα και ούτω καθεξής". Η προσωπική τους εγγύτητα και η μουσική τους δεκτικότητα σήμαινε ότι το σετ τους συνεχώς θα εξελισσόταν. "Ήταν πολύ έντονο, αλλάζοντας τόσο γρήγορα", συνεχίζει. "Οι Mighty Baby στα live πάντα ήταν ή τεράστιοι ή χαμένοι κι αυτό είχε να κάνει με τις συνθήκες που επικρατούσαν και τον τρόπο που προσεγγίζαμε παίζοντας. Θυμάμαι να παίζουμε με τους Status Quo και μ'αυτούς να παίζουν ό,τι έπαιζαν μέχρι τότε! Αλλά τέτοιου είδους προσέγγιση ήταν αδιανόητη για εμάς-κάθε παράσταση μας ήταν διαφορετική από τις προηγούμενες".
"Όλες αυτές τις ώρες στοιβαγμένοι σε ένα Transit βαμμένο σε χρώμα άμμου, παραφορτωμένο, σπανίως να έχει κάνει σέρβις και απίστευτα αργό, κρύο και άβολο θα μπορούσαν να είναι βασανιστήριο, έτσι λίγη ανακουφιστική ελαφρότητα βοήθαγε", λέει ο Mouse. "Ο καθένας είχε ένα παρατσούκλι: ο Martin ήταν ο Stoney, ο Alan ήταν ο Bam (γνωστός κι ως ‘Security’), ο Ian ήταν ο ‘Whitey’, ο Mick ήταν ο ‘Ace’ και ο Roger ήταν ο ‘Quelch’. Περιστασιακά ο Stoney πιανόταν να διαβάζει τα News Of The World και ο Quelch αθόρυβα θα έβαζε φωτιά στην φυλλάδα".
"Θυμάμαι να οδηγούμε μέσω της Ελβετίας στο παλαιό σαραβαλιασμένο βαν μας κάποτε το 1970, καθ'οδόν για κάποια σόου στη Γερμανία", προσθέτει ο Whiteman. "Περνούσαμε ακριβώς έξω από το εργαστήριο Sandoz, όπου έγινε πρώτη φορά το LSD, έτσι σταματήσαμε να ρίξουμε μια ματιά. Κάποιος πρόσεξε ότι υπήρχε ένα μεγάλο λιβάδι με παράξενα, μακριά χορτάρια που φύτρωναν δίπλα στο εργαστήριο. Φυσικά, έπρεπε να μαζέψουμε μερικά και προσπαθήσαμε να καπνίσουμε, αλλά δεν είδαμε κανένα αποτέλεσμα".

Messages (1969)




Εξαιρουμένου του περιστασιακού χαβαλέ, ωστόσο, η μπάντα βρήκε ζωή στον εξαντλητικό δρόμο. "Μετά από ένα ζόρι σε κάποιο αυτοκινητόδρομο από το Λονδίνο ένα απόγευμα, ήταν δύσκολο να εμπνευστούμε", συνεχίζει ο Whiteman. "Οι Mighty Baby δεν ήταν μία μπάντα που έκανε παράσταση απλώς. Πάντοτε αναζητούσαμε την έμπνευση και ποτέ δεν γνωρίζαμε τι θα συνέβαινε. Λατρεύαμε να δημιουργούμε νέα μουσικά οράματα και εάν δεν ήμασταν συνδεδεμένοι με το κοινό λόγω κακού ήχου (πολύ συχνά), ήταν ένας μεγάλος αγώνας".
Στις 25 Μαίου του 1970 η μπάντα έπαιξε σε δύο σόου στο London’s Royal Festival Hall, κάνοντας support στους Deep Purple. Την επόμενη μέρα, ο Miles Kington των Times έγραψε ότι ΄Οι Mighty Baby ήταν πολύ λιγότερο έντονοι, λιγότερο εγωκεντρικοί και γενικά πολύ πιο εντυπωσιακοί από τους Deep Purple. Αν η pop μουσική κάποτε γίνει πιο progressive με την καλή έννοια της λέξης, θα είναι γκρουπ σαν τους Mighty Baby που θα αναλάβουν αυτό το ρόλο΄, ενώ ο Ray Coleman της Melody Maker αισθάνθηκε ότι ήταν ΄ένα ζωντανό γκρουπ με πολλά υποσχόμενους μουσικούς΄ προσθέτοντας ότι ΄το ταλέντο τους υπέβοσκε κάτω από ένα μουσικό τοίχο. Η κιθάρα του Martin Stone ήταν η πιο εντυπωσιακή, αλλά η μπάντα πρέπει να συγκεντρωθεί στο να παράγει φως και σκιά, ιδιαιτέρως σε ένα τόσο ουσιαστικά ενθυμητικό κομμάτι, όπως είναι το "India"΄.
Μαζί με μία πληθώρα από one-night-stands η μπάντα έπαιξε επίσης σε αρκετά αξιοσημείωτα φεστιβάλ το καλοκαίρι του 1970, όπως στο Europop 70 (Μόναχο, 10 Ιουλίου), στο Phun City (25 Ιουλίου), στο Cambridge Free Festival (14-15 Αυγούστου) και στο Isle Of Wight (26 Αυγούστου). Για τον Whiteman, το τελευταίο ήταν άλλο ένα σημείο καμπής. "Δεν είχαμε ιδέα τι επρόκειτο να παίξουμε-απλά μπήκαμε σε ένα είδος αβαρούς συλλογικής κατάστασης και μείναμε σε αυτήν. Βλέποντας τους Bob Dylan & The Band εκεί να ανοίγουν την πόρτα σε ένα πιο ήσυχο περισσότερο δυναμικό ήχο, χαρακτηριστικό παράδειγμα κατά κάποιο τρόπο του γεγονότος ότι ο ντράμερ και τραγουδιστής των Τhe Band, Levon Helm, καθόταν έξω μπροστά από την μπάντα περιτριγυρισμένος από άλλους μουσικούς. Μου φαίνεται ότι ήταν απλά ένας πιο ευφυής, μουσικά και αρτιστικά τρόπος". Η μνήμη του Stone από το φεστιβάλ επίσης περιέρχεται σε μία αμήχανη στιγμή: "Για κάποιο λόγο, φορτώσαμε όλο τον εξοπλισμό μας στο βαν και τσακιστήκαμε για το σπίτι, πριν παίξει ο Hendrix. Γιατί; Αλήθεια δεν έχω κάποια δικαιολογία. Πρέπει να υπήρχε κάποιος λόγος και ελπίζω να ήταν καλός! Είναι σοκαριστικό να το παραδέχεσαι!"
Κάτω από τις οδηγίες του Stone, οι Mighty Baby είχαν προ πολλού γίνει αναζητητές του πνευματισμού-αλλά όμως σοκαρίστηκαν όταν χωρίς προειδοποίηση έγινε Ισλαμιστής στα μέσα του '70. "Είχαμε δώσει μία συνέντευξη στο IT στην οποία είχαμε επισημάνει για τον Gurdjieff και όλους τους άλλους παρόμοιους-το στάνταρ θέμα που αλήθεια που μας ενδιέφερε τότε", λέει. "Όταν εμφανίστηκε, ένας χαρισματικός συγγραφέας με το όνομα Ian Dallas ήρθε σε επαφή, λέγοντας ότι θα ήθελε να μας πάρει συνέντευξη επίσης. Πήγα στο σπίτι του στο Chelsea, αλλά αντί για συνέντευξη άρχισε να προσπαθεί να με στριμώξει για τις πεποιθήσεις μου, πιέζοντας με να γίνω πιο σαφής για το τι ακριβώς πίστευα. Σύντομα θα μου μιλούσε για το πώς τα κείμενα του Gurdjieff αντλούσαν από τον Ισλαμικό μυστικισμό (Σούφι). Μετά με προσκάλεσε στο εξοχικό του στο Devon για ένα σαββατοκύριακο και το επόμενο πράγμα που έμαθα ήταν ότι μία εβδομάδα μετά ήμουν στο Μαρόκο σε συνάντηση με τον Σεΐχη του Habibiyya, που μου έδωσε το μουσουλμανικό μου όνομα. Μετά επέστρεψα και το είπα στα παιδιά".
Η αλλαγή της πίστης του Stone ήταν αναπόφευκτα ένα σημείο καμπής για την μπάντα. Μέχρι τώρα είχαν αδυναμία στους πειρασμούς που παραδοσιακά ταλάνιζαν τους μουσικούς του σιναφιού τους, αν και με την αναζήτηση, την πνευματική που έφερε ο Stone. ("Τα ναρκωτικά δεν είναι αρκετά, χρειάζεσαι ένα σύστημα που να μπορείς να διδαχθείς", είχε πει στο ZigZag τον Νοέμβριο του 1969. "Τα ναρκωτικά μπορεί να δίνουν μία αχτίδα των πιθανών επιπέδων του μυαλού-είναι καλά όσο είναι στην αρχή, αλλά δεν είναι μόνιμα. Σου δίνουν πίστη, αν θέλεις και βλέπεις τις πιθανότητες, αλλά πρέπει να πραγματοποιήσεις αυτές τις πιθανότητες μέσα από δουλειά σε διαφορετικά επίπεδα, απλά κάνοντας πράγματα που ωφελούν όλη την πλάση"). Όσο για την αλλαγή των πιστεύω του στο Ισλάμ, βυθίστηκε ολόκληρος στις διδασκαλίες, που έχει μιλήσει για αυτές μέχρι τώρα: "Ήταν μία δραματικά μετασχηματιστική περίοδος της ζωής μου. Απαρνήθηκα τα πάντα-σίγουρα τα ναρκωτικά και το αλκοόλ".






Όχι πολύ αργότερα ο Powell είχε επίσης γίνει και αυτός. Με τον Stone ταξίδεψαν στο Μαρόκο για ένα δεκαπενθήμερο και αυτός έγινε επίσης αποδεκτός στους Δερβίσηδες. "Ο Martin και ο Roger εξαφανίστηκαν στο Μαρόκο και όταν επέστρεψαν οι υπόλοιποι βρήκαμε την επιμονή τους σχεδόν τρομακτική", θυμάται ο Whiteman. "Σε μία τόσο δεμένη μπάντα, αυτός ο επαναπροσδιορισμός δύο μελών προφανώς επρόκειτο να έχει τεράστιες επιπτώσεις. Για μία περίοδο ο Martin θα έπαιζε την Les Paul του φορώντας ένα χρυσό τουρμπάνι και κελεμπία, με βαμμένα με makeup μάτια. Θυμάμαι να βρισκόμαστε σε ένα ξενοδοχείο στο Μόναχο και να πηγαίνουμε στο δωμάτιο του. Ήταν γονατιστός στο πάτωμα με το πρόσωπο να ακουμπάει κάτω. Στα σοβαρά, τον ρώτησα: ΄Martin, έχασες κάτι;΄ Δεν αποκρίθηκε και κατάλαβα ότι προσευχόταν. Στις πρόβες η μουσική που αρχίσαμε να παίζουμε δεν είχε πολύ ενέργεια, αλλά ξαφνικά είχαν ένα νέο σκοπό και δρόμο. Δεν κατάλαβα τι συνέβαινε τότε και τι ήθελαν να πουν. Το μόνο πράγμα που κατάλαβα ήταν ότι ξαφνικά έπαιζαν καλύτερα μουσική από ότι πριν. Τα πράγματα στα οποία δουλεύαμε πριν ακούγονταν καλύτερα, πράγμα που μου κίνησε το ενδιαφέρον. Ακόμα και οι χρονοβόρες παραμονές μας πάνω στην σκηνή έμοιαζαν να έχουν περιοριστεί".
O Whiteman και οι άλλοι στην μπάντα επίσης πέρασαν χρόνο με τον Ian Dallas (γνωστό κι ως Abdal Qadir) και όχι πολύ αργότερα όλοι εκτός του King έγιναν οπαδοί του Ισλάμ. "Ήμουν ο πρώτος, μετά ο Roger, ο Ace και ο Ian, πράγμα που μάλλον απομόνωσε τον Bam και τον άφησε όχι ενήμερο για αυτό το παράξενο πράγμα που συνέβαινε στο γκρουπ", λέει ο Stone. "Η ενότητα με το να ζούμε μαζί είχε πάρει άλλη διάσταση. Νοίκιασα ένα σπιτάκι στο Bassingbourne, όπου ζούσε ένας από τους roadies μας ο Tom Bushnell, αλλά θα ταξίδευα στο Λονδίνο για πρόβες και παραστάσεις. Νόμιζα ότι η ζωή στην επαρχία θα ήταν τέλεια, αλλά σύντομα βαρέθηκα!" Για τον Whiteman και τον Evans, το μονοπάτι για το Ισλάμ ήταν ελαφρά μακρύτερο. "Τα φόρτωσα όλα στον Martin!" αστειεύεται ο Whiteman. "Ήταν πολύ επηρεασμένος από τα πράγματα που διάβαζε και μελετούσε και αυτό μας επηρέασε. Ο Roger ήταν ο επόμενος και μετά-αρχίζοντας με την μουσική-ο Mike και εγώ τραβηχτήκαμε επίσης μέσα. Υπήρχε ένα είδος πνευματικότητας στο γκρουπ, όπου σε σαρώνει ακόμα κι αν κάνεις οτιδήποτε για να αντισταθείς. Θυμάμαι το βαν να φρενάρει ξαφνικά σε μία περίσταση και ένα σκληρόδετο κοράνι να με χτυπάει στο κεφάλι, πράγμα που θα μπορούσε να εκληφθεί σαν μήνυμα".
"Ήταν πολύ δύσκολο για μένα", λέει ο King. "Ήξερα τον Mike και τον Roger απ'όταν ήμουν παιδί, μετά ξαφνικά μέσα σε ένα διάστημα εβδομάδων άλλαξαν τα ενδιαφέροντα τους, τις απόψεις τους για την ζωή και την μουσική, ακόμα και τα ονόματα τους. Καθώς ο χρόνος περνούσε έγινα εγώ ο παράξενος κατά πολλούς τρόπους, επειδή δεν ήμουν ιδιαίτερα σχετικός με την θρησκεία". Για τον roadie τους τον Mouse, "δεν ήταν ακριβώς αναπάντεχο. Ο Stoney πάντα διάβαζε βιβλία γύρω από εσωτερικές θρησκείες, έτσι οι Σούφι ήταν μία προέκταση αυτού. Όσο για τις παραστάσεις που γίνονταν, η βασική αλλαγή ήταν ότι στρώθηκε ένα Περσικό χαλί-ή μαγικό χαλί, όπως το αποκαλούσα-σε κάθε σκηνή. Επίσης, μέχρι τότε η μπάντα είχε μπει πολύ μέσα στα ναρκωτικά και το κοινό πάντα έδινε τσιγαριλίκια στην μπάντα. Ξαφνικά μόνο εγώ και ο Bam συμμετείχαμε σε αυτό".
Χέρι-χέρι με την θρησκευτική τους αφύπνιση ήρθε μία αποφασιστική στροφή και στις μουσικές τους προτεραιότητες. Καθώς ο Stone λέει περιληπτικά με ελαφριά καρδιά, "Μετά το πρώτο άλμπουμ οδηγηθήκαμε βαθιά στο underground και δεν μπορούσαμε να βρούμε τον δρόμο για να βγούμε πάλι".

Mighty Baby - Now You See It (India) (1970)




 Η λύση που βρήκαν ήταν σε μεγάλο μέρος να αφήσουν την βαριά ψυχεδελική προσέγγιση και να αγκαλιάσουν ένα πιο ευγενικό στυλ που θα μπορούσε να τους κάνει να βρεθούν το λιγότερο τόσο μακριά, όσο στην εμφάνιση των Byrds τον Μάιο του 1968, από την οποία όλοι είχαν τόσο πολύ επηρεαστεί. "Αγοράσαμε μικρότερους ενισχυτές και αρχίσαμε να παίζουμε πιο ήσυχα, έτσι όλοι μπορούσαν να ακουστούν", λέει ο Powell. "Επίσης κάναμε sessions για μουσικούς της folk όπως την Sandy Denny και τους Albion Band, έτσι πιο ακουστικοί ήχοι άρχισαν να έρχονται".
Για τον Whiteman, "Έχοντας τα 4/5 του γκρουπ να προσεύχονται και να αποκλίνουν με τόσους τρόπους φυσικά επηρέασε τις δυναμικές της μπάντας, αλλά παρά τις διαφορές η μουσική κρατήθηκε δεμένη πολύ καλά. Ήταν αυτή η επίμονη πνευματική δραστηριότητα που δημιουργούσε ένα νέο ύψος; Δεν είμαι σίγουρος, αλλά αναζωογόνησε την μουσική με ένα νέο τρόπο. Η Μαροκινή μουσική μας επηρέασε και μας έδωσε μία νέα κατεύθυνση". Και όπως λέει εμφατικά ο King, οι σύνδεσμοι με το παρελθόν τους δεν είχαν κοπεί εντελώς: "Αν και ήμασταν φανερά λιγότερο ψυχεδελικοί από πριν, υπήρχε ακόμη μία μεγάλη επιρροή από τους χίπις στην μουσική μας και στον τρόπο ζωής μας. Σίγουρα θυμάμαι να κοιτάζω στο κοινό και οι πρώτες σειρές ήταν γεμάτες ανθρώπους που έδιναν και έπαιρναν τσιγαριλίκια!"
Τον Ιούνιο του 1970 το Disc & Music Echo ανέφερε ότι ΄οι Mighty Baby είναι στα μισά της ηχογράφησης του δεύτερου άλμπουμ τους στα Olympic Studios. Θα κυκλοφορήσει από την Head Records σε δυο μήνες και ίσως θα έχει τον τίτλο Day Of The Soup. Ένα single θα επιλεγεί από το υλικό και ελπίζουν να φτάσουν στα Top Of The Pops΄. Στην πραγματικότητα οι ηχογραφήσεις-που οριστικά έγιναν ως Live In The Attic το 2009-δεν έγιναν με κάποια συγκεκριμένη κυκλοφορία στο μυαλό. "Ηχογραφήθηκε τα μεσάνυχτα στα Olympic στο Λονδίνο", λέει ο Evans το 2008. Θεωρητικά σε παραγωγή του Marshall Chess, ο οποίος ήταν στο Λονδίνο τριγυρίζοντας με τους Stones, ο όγκος της εγγραφής δόθηκε σε δύο αυτοσχέδια τραγούδια που τελικά ονομάστηκαν "Now You See It" και "Now You Don’t".

Mighty Baby - Now You Don't (Part I) (1970)





Σύμφωνα με τον Evans, οι ηχογραφήσεις ήταν "τυπικά τι συνέβαινε στις εμφανίσεις μας-πολύ ελευθερία, αλλά πάντοτε με σημεία αναφοράς για να μπαινοβγαίνουμε όπου θέλουμε, όταν το θέλαμε. Υπάρχουν στιγμές όπου συγκεκριμένα περάσματα ακούγονται ενορχηστρωμένα, αλλά αυτά απλώς συνέβησαν και δεν μπορούν να εξηγηθούν. Ήταν πολύ σημαντικό για την ακουστική του δωματίου να είναι καλή, γιατί χρειαζόμασταν να ακούμε ο ένας τον άλλο καθαρά για να το κάνουμε να δουλέψει όσο το δυνατόν καλύτερα. Ο καθένας θα μπορούσε να πυροδοτήσει την επόμενη κίνηση, αν και η τελευταία λέξη πάντα ήταν του Roger, του οποίου τα ντραμς έδιναν το σινιάλο για να τελειώσει-ή όχι".
Η ροή του jazzy ήχου των αυτοσχεδιασμών στα Olympic στούντιο αφαιρέθηκε από τα τρακ στο πρώτο τους άλμπουμ (το μεγαλύτερο μέρος από το οποίο είχε ηχογραφηθεί πάνω από ένα χρόνο πριν)-αλλά με κανένα τρόπο δεν είχαν εγκαταλείψει το rock’n’roll. Επίσης ηχογραφημένα στα Olympic ήταν το ξεσηκωτικό ορχηστρικό "Stone Unhenged" και τα χαρούμενα "Sweet Μandarin" και "Going Down To Mongoli".

Mighty Baby - Stone Unhenged (1970)




Η παραξενιά στην ηχογράφηση είναι το μικρό και γλυκό "Winter Passes", ένας θέμα του Whiteman με στίχους του Stone, εμπνευσμένο από το I Ching. "Αυτό ήταν η διαφορά από την υπόλοιπη ηχογράφηση, καθώς είναι κανονικά με σύνθεση", συνέχισε ο Evans. "Είχε ερμηνευθεί από τις Kathy Bushnell και Janet Dourif, ένα Αμερικανικό ντουέτο που παρουσίαζε ως Emily Muff". Αυτό το ντουέτο, με το οποίο ο Stone είχε μοιραστεί το διαμέρισμα του εκείνη την περίοδο, έπαιζε ως support σχήμα στους Family.
Αν και η μπάντα δεν έχει αναμνήσεις από τις ηχογραφήσεις που ήταν για να κυκλοφορήσουν, στο Music Now στις 12 Ιουνίου λέει ότι "Αυτή την στιγμή δουλεύουμε το δεύτερο άλμπουμ μας. Μάλλον θα πάρει τον τίτλο Day Of The Soup. Έχουμε τελειώσει με το backing, αλλά πρέπει να προσθέσουμε τα φωνητικά. Έτσι συμβαίνει πάντα-η μουσική έρχεται πρώτη. Στην πραγματικότητα υπάρχει ένα 15λεπτο ορχηστρικό στο άλμπουμ. Πιάνει το μεγαλύτερο μέρος της μίας πλευράς και νομίζω ότι είναι το καλύτερο κομμάτι στο άλμπουμ. Διασκεδάζω πολύ με αυτό το άλμπουμ, περισσότερο από το πρώτο. Είχαμε ένα παραγωγό με τον οποίο δεν μπορούσαμε στ'αλήθεια να δουλέψουμε καλά. Το έβλεπε αλλιώς. Αισθάνθηκα ότι θα ήταν καλύτερα να δουλεύαμε μόνοι μας, επειδή ξέραμε τον ήχο που θέλουμε. Νομίζω ότι έχουμε καλύτερο ήχο στο νέο δίσκο. Μουσικά το άλμπουμ είναι πολύ διαφορετικό από το πρώτο. Βασίζεται στην ελευθερία. Έχει μια βασική δομή, αλλά είναι πολύ ευέλικτο. Νέα πράγματα βγαίνουν από την μουσική. Για παράδειγμα δουλεύαμε αυτό το μεγάλο instrumental τρία χρόνια και ακόμα αλλάζει".
Αξιοσημείωτα ο Whiteman είχε καταφέρει να συνδυάσει το φορτωμένο πρόγραμμα της μπάντας με τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική, που τελείωσαν το καλοκαίρι του 1970. Ως διπλωματική εργασία, εξηγεί ότι παρουσίασε στην επιτροπή "ένα εξιδανικευμένο μουσικό περιβάλλον, για να παίζουν μικρά ηλεκτρικά γκρουπ σε δύσκολες ακουστικές καταστάσεις. Έγινε ένα είδος προσγειωμένου γαιωδαισιακού θόλου στον οποίο κρεμάστηκαν πολλά μικρόφωνα. Η παρουσίαση μου αποτελείτο από μερικά σχέδια και μία ορχηστρική ηχογράφηση των Mighty Baby, που πήρα από τα Olympic Studios". Με ευκολία πήρε το δίπλωμα του, αν και "τότε κολυμπούσα σε άλλο ωκεανό και στ'αλήθεια δεν σήμαινε τίποτα για μένα".

Winter Passes (1970)




Με τα sessions του προβλεπόμενου άλμπουμ να έχουν τελειώσει για την ώρα, η μπάντα συνέχισε τις παραστάσεις-αλλά άλλη μία δελεαστική προσφορά συνάντησε τον δρόμο του Stone. "Ήμουν φίλος με όλους τους Τhe Pretty Things και έμενα για λίγο μαζί με τον Phil May. Λίγο αφού είχαν κυκλοφορήσει το Parachute τον Ιούνιο του 1970, μου ζήτησαν να πάω σε αυτούς. Σκέφθηκα, ΄ίσως να μπορέσω να δίνω το νοίκι μου΄ και έκανα πρόβες μαζί τους πολύ έντονα. Αλλά μετά ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσα πιθανώς να αφήσω τους Mighty Baby, έτσι και τελείωσε αυτό". Ήταν σαν η μπάντα να είχε σιωπηλά συμφωνήσει ότι το δέσιμο τους ήταν πιο πολύτιμο από οποιαδήποτε αμοιβή θα έβρισκαν από οπουδήποτε αλλού. Σύμφωνα με τον Whiteman, "Ταυτιζόμασταν πολύ συναισθηματικά ως γκρουπ. Παίξαμε σε sessions με κορυφαίους μουσικούς (πράγμα που μας κράτησε ζωντανούς υποθέτω), αλλά πάντοτε προσβλέπαμε να παίζουμε μεταξύ μας περισσότερο, από ότι με άλλους. Είχαμε δυνατή χημεία που δεν είχα βρει πουθενά αλλού". Όπως είχε πει ο King στο Music Now τον Ιούνιο, "Βρίσκω την προσέγγιση μας στην μουσική πολύ ικανοποιητική. Διασκεδάζω να παίζω πολύ περισσότερο, από ότι όταν ήμασταν οι The Action. Εμπορικά και οικονομικά δεν είναι τόσο προσοδοφόρο. Θα είχα παρατήσει την ιδέα να κάνω πολλά λεφτά...Η έμφαση λίγα χρόνια πίσω ήταν να το κάνεις όπως οι σταρ. Αυτό που φαινόταν συνήθιζε να είναι σημαντικό. Τώρα η μουσική είναι το σημαντικό πράγμα και όχι οι μαλακίες που πάνε μαζί της".
Όπως ανακαλεί ο Whiteman, "Ήμασταν λίγο cult με τους εαυτούς μας, με διάφορες ανείπωτες αλήθειες, όπως ότι "ποτέ δεν έχουμε χρήματα". Πάντοτε αναζητούσαμε το Eldorado, κάποτε, όταν όλα μας τα προβλήματα θα είχαν επιλυθεί για πάντα. Δεν μπορούσαμε να αντέξουμε οικονομικά για να μείνουμε σε ξενοδοχεία, έτσι πάντα έπρεπε να γυρίζουμε οδηγώντας πίσω στο Λονδίνο. Συχνά έπρεπε να αντιμετωπίζουμε τους roadies που έπεφταν για ύπνο στους τροχούς από κάτω. Οι άγγελοι του Κυρίου φαίνεται μας πρόσεχαν όλα αυτά τα δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα που πρέπει να έχουμε ταξιδέψει. Αλλά αυτό ήταν γραφτό μας και το αποδεχτήκαμε χωρίς παράπονο. Πολύ από την μουσική μας βγήκε από τις δυσκολίες. Νομίζω ότι ο καθένας που έπαιζε σε γκρουπ εκείνη την εποχή το είδε σαν μονοπάτι προς την δόξα και την τύχη, αλλά υπήρχε επίσης και ένα είδος αντικουλτούρας που παρουσιάστηκε μετά το 1966, το οποίο δεν υποστήριζε τόσο πολύ την πολυδιαφημισμένη δόξα. Καλύτερα να μετράς σαν μουσικός ανάμεσα στους μουσικούς, παρά να έχεις ένα είδος πλαστικής εργοστασιακής επιτυχίας".






Μέσω της session δουλειάς ο Whiteman αναπόφευκτα ήρθε σε επαφή με μουσικούς πολύ πλουσιότερους από τον ίδιο, αλλά στην μνήμη του ανακλά το γεγονός ότι οι καταστάσεις αυτές δεν τους ήταν απαραίτητα ωφέλιμες σε όρους μουσικής. "Έπαιξα σε ένα session στα Olympic για ένα υποτιθέμενο άλμπουμ του Ric Grech", λέει. "Τα Olympic ήταν τα καλύτερα στούντιο απ'όλα, επομένως οι Stones ήταν εκεί μέσα όλη την ώρα. Πήρα το λεωφορείο από το Westbourne Grove με τα μουσικά μου όργανα και μόλις έφτασα όλα όσα έβλεπα ήταν εκείνες οι Φεράρι, οι Πόρσε και οι Άστον Μάρτιν μπροστά από το στούντιο. Ο George Harrison και ο τότε προστατευόμενος του Eric Clapton ήταν εκεί, μαζί με τον Stevie Winwood και διάφορους άλλους. Και ήταν απλά απίστευτα βαρετά-όχι πολύ μετά είχαμε φτάσει στις 50 φορές και ακόμα δεν τα είχαν καταφέρει. Το να παίζω ανεπίσημα ανάμεσα σε αυτές τις φορές με τον Eric ήταν διασκεδαστικό, αλλά έμοιαζε αμήχανος με την παρουσία του George, σαν αηδόνι σε χρυσό κλουβί. Είχαν τεράστια χρηματικά ποσά να ξοδέψουν και το αποτέλεσμα ήταν να μην παίρνουν ότι χρειάζονταν στην ηχογράφηση. Ακριβώς το αντίθετο με τους Mighty Baby".
Η Head ήταν ακόμα ένα θέμα καθώς το καλοκαίρι του 1970 προχωρούσε. Τότε ο John Curd προμόταρε παραστάσεις στο Lyceum με τους (ανάμεσα σε άλλους) Mighty Baby και την τελευταία υπογραφή στην εταιρεία, τους Quiver και μία διαφήμιση της Head στο πρόγραμμα για το Bath Festival (27 και 28 Ιουνίου) ανακοίνωνε ΄το νέο άλμπουμ των Mighty Baby, Day Of The Soup κυκλοφορεί τον Σεπτέμβριο΄. Την 11 Ιουλίου το Billboard ανέφερε ότι η Head είχε ΄ολοκληρώσει μία συμφωνία με την Philips για τρία χρόνια, που κάλυπτε όλο το προϊόν στην Head Records στην Αγγλία΄, αλλά οι μόνες κυκλοφορίες που εμφανίστηκαν στην Philips εκείνη τη χρονιά ήταν Γαλλικά και Ολλανδικά 45άρια με τα "Egyptian Tomb" / "I’m From The Country" (με διαφορετικά εξώφυλλα και μονοφωνικά). Το Σάββατο 25 Ιουλίου του 1970 η μπάντα έκανε την μοναδική τηλεοπτική της εμφάνιση (όπως είναι γνωστό) στο Disco 2 του BBC2 (πρόδρομος του The Old Grey Whistle Test), αν και δεν είχαν νέα κυκλοφορία να προμοτάρουν. Δεν είναι γνωστό τι έπαιξαν, αν και το τηλεοπτικό τους κομμάτι είχε προ-ηχογραφηθεί. Η εμφάνιση τους εκεί δεν έχει έρθει ποτέ στο φως της δημοσιότητας και είναι πιθανόν να έχει διαγραφεί.
Εκείνη την εποχή είχαν αρχίσει να μισούν το συμβόλαιο τους με την Head, το οποίο τους ΄έδενε΄ στην εταιρεία για αρκετά άλμπουμ και ουσιαστικά τους έριχνε με όλο το σχετικό κόστος. Το φθινόπωρο του 1970, ωστόσο, ο Curd μπήκε φυλακή για τρία χρόνια για κατηγορίες σχετικές με ναρκωτικά. Όπως εξηγεί ο Whiteman, "Μας είπε ότι ακόμα του οφείλαμε για την ηχογράφηση του πρώτου άλμπουμ, αλλά όταν μπήκε στη φυλακή το συμβόλαιο μας ακυρώθηκε. Λυπηθήκαμε που μπήκε μέσα, αλλά ήμασταν πολύ ανακουφισμένοι που ήμασταν ελεύθεροι από το βαρύ συμβόλαιο. Οι εμπορικές σχέσεις σπανίως κρατούσαν πάρα πολύ αν όλα τα μέρη δεν ήταν ικανοποιημένα και αν δεν κέρδιζαν από αυτές. Εμείς δεν ήμασταν η εξαίρεση". Νομικές πράξεις έγιναν εναντίον τους, αλλά δεν οδήγησαν πουθενά. Ο εξοπλισμός τους και το βαν κατασχέθηκαν, η υποχρέωση που τους έδενε έφτασε στο τέλος και ήταν πάλι ελεύθεροι από τα δεσμά τους. "Μας δημιούργησε πολλά προβλήματα-γραφείο, μάνατζμεντ, εταιρεία όλα τέλειωσαν", λέει ο Stone, "αλλά έπρεπε να είμαστε ευγνώμονες σ'αυτόν-΄έδεσε΄ το πρώτο άλμπουμ, έβαλε τον Guy Stevens να αναμιχθεί και μας έβαλε στο κύκλωμα".
Χωρίς εταιρεία, μάνατζμεντ, πρακτορείο, μεταφορά και εξοπλισμό, η μπάντα είχε άπλετο χρόνο στα χέρια της να κάνει νέο υλικό μαζί. "Ακόμα δίναμε παραστάσεις, αλλά όχι όπως όταν κάναμε 40ήμερες περιοδείες", θυμάται ο Stone. "Ως αποτέλεσμα είχαμε χρόνο να κάτσουμε να παίξουμε και να κάνουμε τραγούδια μαζί. Αρκετά από αυτά προέκυψαν από στίχους και ακούγαμε πολύ bluegrass και country-Dillard & Clark, Τhe Byrds και The Flying Burrito Brothers επίσης σαν πιο παραδοσιακό υλικό-έτσι ότι αυτό είχε το αποτέλεσμα του". Η συνεργασία στην γραφή βρίσκεται μέσα στην καρδιά της προσέγγισης της μπάντας. "Τα τραγούδια έγιναν στον δρόμο, στα καμαρίνια και στα ξενοδοχεία", λέει ο Powell. "Όλοι είχαμε ιδέες και τις αξιοποιούσαμε μαζί".

Mighty Baby - Sweet Mandarin (1970)




Ο Whiteman λέει με έμφαση ότι "Τα τραγούδια μας πάντα γύριζαν, άλλαζαν και προσαρμόζονταν από όλους μας. Κανένας ποτέ δεν έγραψε τραγούδι και το εμφάνισε ως τελειωμένο-όλοι ήμασταν μαζί σε όλα". Ο Evans, στο μεταξύ λέει ότι "Όταν δουλεύαμε στο δεύτερο άλμπουμ, λιγότερο ή περισσότερο σταματήσαμε να παρουσιάζουμε υλικό από το πρώτο. Οι μουσικοί κινούνταν γρήγορα εκείνες τις εποχές". Η μπάντα έπαιξε ευρέως δικό της υλικό, αν και έριξαν και δύο διασκευές, όπως το "Bluebird" των Buffalo Springfield και το "Lazy Days" των Flying Burrito Brothers. "Δεν νομίζω ότι διασκευάσαμε κανένα άλλο τραγούδι, εκτός κι αν μετράτε και το "India", που δεν έμοιαζε πολύ στου Coltrane-μερικές φορές ούτε καν αναφέραμε το θέμα στην εισαγωγή!"
Την 10 Οκτωβρίου του 1970, το Music Now ανέφερε ότι ΄οι Mighty Baby θα καθυστερήσουν την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους μέχρι τον Νοέμβριο. Το πρώτο single θα κυκλοφορήσει ταυτόχρονα στην Head Records, αλλά δεν έχουν ακόμα δώσει τίτλο΄. Στην πραγματικότητα, κανένα 45άρι των Mighty Baby δεν εμφανίστηκε στην Αγγλία και όταν ο Marshall Chess ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την δισκογραφική των Rolling Stones, τα παράπλευρα πρότζεκτ όπως ήταν οι Mighty Baby εγκαταλείφθηκαν απότομα. Την 7 Νοεμβρίου το Music Now πήρε συνέντευξη στον Whiteman, ο οποίος τους μετέφερε το σκεπτικό της μπάντας. "Όταν ήμασταν οι Τhe Action, ήμασταν επαπειλούμενοι από την δόξα και όταν οι παραισθήσεις μας θρυμματίστηκαν αντιληφθήκαμε την πρωταρχική ανάγκη να κάνουμε μουσική-ήταν απλά κάτι που όλοι είχαμε την ανάγκη να κάνουμε. Αλλά από τότε έχουν βρεθεί εμπόδια...Γράφουμε βασικά κομμάτια και προσπαθούμε να τα κάνουμε εξερευνητικά, χρησιμοποιώντας τα φωνητικά σαν υποστήριξη. Μας αρέσει να φτάνουμε σε ένα κομμάτι με τον τρόπο που το κάνουν οι Τhe Grateful Dead-μοιάζει λιγάκι ψεύτικο να έχεις μία έτοιμη λίστα από τραγούδια. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να απομακρυνθούμε πολύ από το κοινό. Προσέχουμε πολύ να είμαστε μία ξεχωριστή οντότητα. Είναι η μουσική που το απαιτεί. Μπροστά σε συγκεκριμένο κοινό είναι πολύ δύσκολο να αισθανθείς ελεύθερος για να πειραματιστείς. Εξαρτόμαστε από το κοινό τόσο πολύ. Το να ηχογραφήσεις είναι λίγο χάσιμο χρόνου εξαιτίας του αυθορμητισμού μας. Η ιδεώδης κατάσταση θα ήταν αν η μπάντα μπορούσε να έχει το δικό της στούντιο ηχογράφησης που θα μπορούσε να το παίρνει μαζί όταν δίνει παράσταση".
Το Σάββατο, 20 Φεβρουαρίου του 1971, τους βρήκε να παίζουν με τους Quintessence στο Malvern Winter Gardens. "Ενώ μαζεύαμε μετά την παράσταση κάποιος εντελώς άγνωστος μου παρουσίασε μία ταινία 10ιντση", λέει με θαυμασμό ο Whiteman. "Έχω καταφέρει να την βάζω μέχρι σήμερα (πράγμα αξιοθαύμαστο, αν σκεφτείς ότι έχω χάσει τα περισσότερα πράγματα από εκείνη την εποχή). Όταν την πρώτο-άκουσα χρόνια αργότερα, ΄έμεινα΄ από την φρικτή ποιότητα του ήχου, με κάποια παράξενη παραμόρφωση να γίνεται. Αλλά όσο απομακρυνόμουν από αυτό το γεγονός, τόσο καλύτερη γινόταν η μουσική και τώρα είμαι πεπεισμένος ότι είναι η πιο αντιπροσωπευτική και ίσως η καλύτερη από τις υπάρχουσες live ηχογραφήσεις των Mighty Baby-και δεν υπάρχουν και πολλές. Μου αρέσει ένα τέλεια ηχογραφημένο άλμπουμ, αλλά εκείνες τις εποχές της τέλεια ηχογραφημένης ρηχής μουσικής, είναι αναζωογονητικό να ακούς μουσικό πνεύμα έστω κι αν κατοικεί σε ένα λιγότερο τέλειο σώμα".
Η ταινία δείχνει την μπάντα με αυτοπεποίθηση ανάμεσα στα δύο στυλ τους, εκτεινόμενοι στα αγαπημένα του πρώτου άλμπουμ τους σαν το "Egyptian Tomb" και το "Trials Of A City", όπως επίσης νεώτερες συνθέσεις σαν το "Woe Is Me" (που αργότερα μετονομάστηκε σε "Tasting the Life" με διαφορετικούς στίχους) και το μη ηχογραφημένο τότε "Going Down to Mongoli". Υπάρχουν επίσης η ωραία απόδοση του "India" και το δικό τους τζαμ "Keep On Juggin’". Αξιοσημείωτα απούσα είναι η ακουστική ενορχήστρωση, που σύμφωνα με τον Stone, "Το 1971 είχαμε χάσει την ψυχεδέλεια και στραφήκαμε περισσότερο στις ρίζες-αλλά πάντοτε παίζαμε ηλεκτρικά και ποτέ δεν είχαμε ακουστικές κιθάρες στην σκηνή, αν και εγώ περιστασιακά έπαιζα το μαντολίνο του Mike (που στην πραγματικότητα είχε αγοράσει από τον Cyril Davies)".

Woe Is Me (Live) (1971)




"Πάντα μου άρεσε να πηγαίνω στο Malvern", είπε το 2009 ο Evans. "Εκεί σφύζει από υγεία-ίσως κάτι που έχει να κάνει με το νερό και τους λόφους. Την πρώτη φορά που άκουσα την ηχογράφηση λάτρεψα την ποιότητα του ήχου, παρά τα τεχνικά προβλήματα. Το "Trials Of A City" ξεχωρίζει για μένα ως η απόλυτη βερσιόν του τραγουδιού, με τον Roger να συνδέει όλα τα περάσματα και να το διευθύνει σαν να ήταν ο Buddy Rich, ενώ ο Ian και ο Martin χορεύουν πάνω στο αδιάκοπο ρυθμικό μέρος. Το "Woe Is Me" είναι μία πρώιμη βερσιόν του "Tasting The Life", με διαφορετικούς στίχους-ένα σπάνιο πράγμα. Το "India" είναι η μοναδική ηχογράφηση του κομματιού με ντραμς σόλο. Το "Keep On Juggin'" είναι ένα τραγούδι γραμμένο για έναν roadie". "Υποτίθεται δεν θα τέλειωνε με αυτό τον τρόπο", απολογείται ο Bam στο κοινό, στο τέλος. "Ούτε υποτίθεται θα άρχιζε έτσι, επειδή όταν το ανακοινώνει ήδη έχουν αρχίσει να παίζουν το "Trials Of A City"!
Ο Whiteman συμπληρώνει, "Στο Malvern υπήρχε ένα εκπληκτικό παίξιμο από τον Roger, του οποίου τα ντραμς οδηγούν, δείχνοντας πως ήταν η ατμομηχανή των Mighty Baby. Αλλά είναι ο τρόπος που το μπάσο του Mike δουλεύει με τα ντραμς και απελευθερώνει τους υπόλοιπους να παίξουμε όπως παίζουμε. Κάποιες φορές η μουσική σχεδόν καταρρέει, μόνο για να απελευθερωθεί και να πετάξει-και απόλυτα είναι ένα Mighty Baby που παίζει, όχι πέντε μουσικοί".

Trials of the City (Live) (1971)




Με ένα νέο σετ τραγουδιών να παίρνουν γρήγορα σχήμα, οι Mighty Baby βρήκαν εκπροσώπηση μέσω της Down Home (μαζί με τους Brinsley Schwarz και τους Help Yourself) και είχαν κάποια βοήθεια στο μάνατζμεντ από τον παλιό φίλο τους Tony ‘Wiggy’ Wiggens (πρώην roadie των Soft Machine), αλλά είχαν έντονη την ανάγκη για ένα δισκογραφικό συμβόλαιο. Επομένως όταν το παλιό φιλαράκι του Stone, Mike Vernon προσφέρθηκε να υπογράψει με την μπάντα τον Απρίλιο του 1971, ήταν καλοδεχούμενο το λιγότερο, επειδή τους επιτράπηκε να αγοράσουν νέους ενισχυτές Fender. Έχοντας εμπορική και αρτιστική επιτυχία με την εταιρεία του Blue Horizon, ο Vernon ήταν ένας από τους πιο αξιοσέβαστους παραγωγούς στην Αγγλία και ενδιαφέρθηκε στο να αναπτύξει την ομάδα των καλλιτεχνών του πέραν από τα blues. "Δεν είμαι αλήθεια βέβαιος πως έγινε και υπέγραψαν στην Blue Horizon" λέει. "Ο αδελφός μου Richard και εγώ ψαχνόμασταν για να επεκταθούμε, ακολουθώντας την κίνηση μας από την CBS στην Polydor, έτσι η υπογραφή των Focus και των Mighty Baby έκαναν αίσθηση-σε εμάς τουλάχιστον. Οι Focus είχαν τεράστια επιτυχία, αλλά οι Mighty Baby εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνη".
Ίσως ακούσια είχε υπογράψει μία μπάντα χωρίς καθόλου ενδιαφέρον στην εμπορική ευαισθησία. "'Ήμασταν μέσα στην δική μας σφαίρα και είχαμε σχεδόν σταματήσει να προσπαθούμε για εμπορική επιτυχία", λέει ο Whiteman. "Στις αρχικές μέρες μας ήταν τα ναρκωτικά, φυσικά, αλλά τον καιρό του A Jug Of Love είχαμε γίνει mini-cult, με τον Martin σαν ιδεολογικό μας ηγέτη. Ήμασταν φιλομαθείς και εντελώς μπλαζέ ως προς τους κανόνες του να βρίσκεσαι σε μία μπάντα". Ο Stone σημειώνει ότι "Ήξερα ότι ο Mike θα κατανοούσε την μουσική μας, αν και ίσως περίμενε να γίνει λίγο πιο σκληρή, όπως στο ντεμπούτο μας. Το στυλ μας ήταν μία μεγάλη αλλαγή γι'αυτόν νομίζω". Ο Powell συμφωνεί, "Την εποχή του A Jug Of Love ήμασταν πιο ήρεμοι και βγάζαμε την προσωπικότητα μας στην μουσική, αντίθετα με το πρώτο LP που κοπανάγαμε με μεγάλη ένταση".
"Για το A Jug Of Love κάναμε πρόβες στο υπόγειο ενός φίλου. Εκεί μαζεύτηκαν τα κομμάτια, αλήθεια", συνεχίζει ο Whiteman. "Πολύ από το υλικό ήταν δύσκολο να παρουσιαστεί, καθώς μία κασέτα που έχω κάπου το επιβεβαιώνει. Το πρώτο άλμπουμ ήταν ζωντανό και αυθόρμητο, αλλά το 1971 ο Martin μας είχε τραβήξει σε ένα country δρόμο και εκείνη η αίσθηση είχε περιοριστεί. Τον καιρό εκείνο προσπαθούσαμε να κάνουμε αίσθηση των εμπειριών μας με τα ναρκωτικά σε ένα δρόμο χωρίς ναρκωτικά, αν αυτό σας κάνει εσάς αίσθηση. Το "The Happiest Man In The Carnival" είναι καθαρός Gurdjieff. Το "Slipstreams" ήταν εμπειρίες του Martin στο Μαρόκο-είχε ένα χάρισμα να γράφει αινιγματικούς στίχους που στην πραγματικότητα σχετίζονταν με αληθινές εμπειρίες. Ο Bam εμφανίστηκε με το "Virgin Spring" (εμπνευσμένο από την ταινία του Bergman, στην οποία βρήκε τεράστιο νόημα μέσα) και το "Tasting The Life", το οποίο ήταν όλο σχετικό με το ότι βρισκόμασταν στον δρόμο. Το "Keep On Juggin’" ήταν ένα τζαμ, με στίχους γύρω από διάφορους roadies μας".
Σύμφωνα με τον roadie Mouse, "Ο Juggy ήταν ένας χοντρός roadie που έπινε μπύρες με μαύρα γυαλιά, που είχε επιβληθεί πάνω μας από τον John Curd για να μας κρατάει σε τάξη (ειδικά εμένα-ίσως ήμουν λίγο απρόβλεπτος για την οπτική ενός μάνατζερ). 'Ηταν εντελώς διαφορετικός σε σχέση με εμάς-ένας καθώς πρέπει χαρακτήρας που αποκαλούσε τα όμορφα κορίτσια ΄μικρές φλόγες΄. Σε μία περίσταση με κάποιο τρόπο έβαλε φωτιά στον καβάλο του ενώ οδηγούσε, πήδηξε έξω και έτρεχε για να την σβήσει. Όλα είναι μέσα στους στίχους".





Τα τραγούδια δοκιμάστηκαν αρχές καλοκαιριού, στο Glastonbury Festival την 25 Ιουνίου (αν και στην πραγματικότητα δεν έφτασαν στην σκηνή μέχρι πρωινές ώρες της 26 Ιουνίου). Είχε αρχικά σχεδιαστεί να παίξουν στο Pyramid, αλλά έχοντας κάνει ΄επιδρομή΄ άλλες μπάντες σήμαινε ότι πριν συνδέσουν τους ενισχυτές τους ο διακόπτης είχε πάει στο off, έτσι τους πήγαν σε μία μικρότερη σκηνή σε ένα κοντινό χώρο. Η γεμάτη τρίωρη παράσταση που έκαναν δεν έχει ακόμα δει το φως του ήλιου, αν και δυο τραγούδια επέπλευσαν-οι αποδόσεις τους των "India" και "Lazy Days". "Φτάσαμε στην μικρή σκηνή γύρω στο χάραμα", θυμάται ο Evans το 2009. "Το σετ μας ηχογραφήθηκε σε κασετόφωνο από τον Barry Everitt, με ένα μικρόφωνο που τοποθετήθηκε από τον John Lundsten του Radio Geronimo. Στο τέλος του "India" στην κασέτα μπορείς να ακούσεις τον Hugh Nolan (που έτρωγε το πρωινό του) να φωνάζει ΄Υπάρχει μία κουβέρτα στο μούσλι μου΄ ("There's a Blanket in My Muesli"). Αυτό έμοιαζε τέλειος τίτλος για κομμάτι".
Το "A Blanket In My Muesli" εμφανίστηκε στο τριπλό άλμπουμ Glastonbury Fayre τον Ιούνιο του 1972. "Παίξαμε στο μέσο της νύχτας, από τις 2 το πρωί για περίπου τρεις ώρες, ακριβώς στο χάραμα, με τα μέλη της μπάντας να πετάγονται ένας-ένας για να κάνουν την πρωινή τους προσευχή στην άλλη άκρη ενός γειτονικού πέτρινου τοίχου", θυμάται ο Whiteman. "Θυμάμαι λίγα από αυτό, καθώς έγινα σχεδόν αόρατος, διάφανος με ένα είδος εκτός χρόνου φωτεινότητας ύπαρξης που ποτέ πριν δεν μου είχε τύχει. Η εμπειρία στο Glastonbury ήταν έντονη και έφτασε σε ένα είδος έκστασης που νομίζω η μουσική μας πάλευε αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε να εγγυηθεί".

Blanket in My Muesli (1971)




Πίσω στο Λονδίνο, με το νέο τους υλικό ολοκληρωμένο και προβαρισμένο, η μπάντα πήγε στο Sound Techniques τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. "Το Sound Techniques ήταν ένα ωραίο μέρος για να παίξεις", λέει ο Whiteman. "Το πρώτο άλμπουμ πήρε νομίζω δυο μέρες. Τον καιρό που κάναμε το δεύτερο άλμπουμ, είχαμε μάθει. Συγκεκριμένα είχαμε πρόσβαση σε ένα μεγάλο μηχανικό τον Jerry Boys, που είχε δουλέψει με τους Beatles. Ο Mike Vernon δεν ήταν αλήθεια στο δικό μας μήκος κύματος-αλλά τότε ξανά, ήμασταν σε άλλο πλανήτη για τους περισσότερους ανθρώπους. Ήθελε στ'αλήθεια ένα pop γκρουπ, υποψιάζομαι". Για τον Evans, "ο Mike ήταν ένας καλός παραγωγός και νομίζω αυτός και ο Jerry έβγαλαν από μας ένα ωραίο ήχο. Χρειαζόμασταν ένα παραγωγό που να εμπιστευόμαστε να μας πει ότι είναι ώρα να προχωρήσουμε ή να μας ζητάει να το ξανακάνουμε ασταμάτητα μέχρι να πιάσουμε το τέλειο. Θυμάμαι τα sessions να είναι πολύ ίδια με ότι ακούγεται στο άλμπουμ". Ο King στο μεταξύ, λέει ότι ο Vernon "ήταν ένα καλό παιδί για να ρίχνει ιδέες, καθώς λάτρευε τα blues και καταλάβαινε τους μουσικούς. Επίσης ήταν ένας καλός μεσάζων ανάμεσα στις πιο εκκεντρικές ιδέες μας και στους πιο mainstream ήχους".
"Τα sessions ήταν χαλαρά σε σύγκριση με το πρώτο άλμπουμ", λέει ο Powell, "αλλά σαν άγνωστοι σχετικά είχαμε περιορισμένο χρόνο στο στούντιο, στον οποίο έπρεπε να κάνουμε τα πάντα σωστά. Στην πραγματικότητα ήταν ακριβώς ο ίδιος με αυτόν στα Abbey Road τις μέρες των Τhe Action". Ο Evans θυμήθηκε τον Martin Carthy να είναι παρών σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και ο Whiteman λέει ότι "Πολλοί ελάχιστοι άνθρωποι έρχονταν στα sessions. Όλοι οι Σούφι είχαν έρθει σε ένα παρακείμενο κατάστημα για να σιγουρέψουν ότι δεν ξεχάσαμε ότι ήταν εκεί και ότι οι προσευχές θα γίνονταν στην ώρα τους. Το να εξηγήσεις αυτό το πράγμα στον Mike Vernon και στον Jerry Boys ήταν κάτι που με έκανε λιγάκι αμήχανο, αλλά ο Ian Dallas ενορχήστρωνε αδιάκοπα πίσω από την σκηνή και ήταν δύσκολο να σταματήσει".
Η διαρκής ανάμνηση του Vernon για τα sessions είναι ότι "Υπήρχαν πολλά διαλείμματα κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων για αυτούς με την Ισλαμική πίστη που απαιτούσαν χρόνο για προσευχή και χαλάκια για να προσευχηθούν. Ο Jerry Boys, ο Bam και εγώ συνηθίζαμε να πηγαίνουμε στην παμπ ενώ συνέβαινε αυτό." Ο King προσθέτει , "Έπρεπε να σταματήσουμε ότι κάναμε στην καθορισμένη ώρα έτσι ώστε οι άλλοι να μπορούν να προσευχηθούν για δέκα λεπτά και μετά να το πιάσουμε ξανά. Νομίζω ότι αυτό έκανε τον Mike έξαλλο." Ο Stone συμφωνεί ότι "Το A Jug Of Love είναι πάρα πολύ ένα Σούφι άλμπουμ και οι στίχοι του πηγάζουν από την πνευματική αφύπνιση. Ήταν μία πολύ Μουσουλμανική ηχογράφηση. Ο Ian Dallas έφερε διάφορους ανθρώπους στο στούντιο και εμείς θα διακόπταμε για να προσευχηθούμε κ.ο.κ. Θυμάμαι ζωηρά να παίζω ένα συγκεκριμένο τραγούδι για ένα overdub και τον Dallas να μου λέει με συριγμό "Allah!" με μία έκφραση μίσους στο πρόσωπο του, επειδή ότι έπαιζα ήταν τόσο γήινο ή κάτι τέτοιο".






Παρόλα αυτά η μπάντα εστίασε και απέδωσε αρκετές από τις καλύτερες τους παραστάσεις. "Τα τραγούδια μοιράζονται ένα συγκεκριμένο vibe", λέει ο King. "Μερικά είναι ίσως λίγο προσωπικά, πράγμα που συχνά δεν αποτυπώνεται στο δίσκο-αλλά νομίζω το βγάλαμε. Δεν είχαμε lead singer, αλλά ο Ian και εγώ κάναμε πολλές αρμονίες για να καλύψουμε τις ατέλειες. Ήμασταν περιορισμένοι από το πόσο σύντομα ήταν τα sessions, αλλά ήταν κατά άλλο τρόπο λυτρωτικά. Έπρεπε να τιμωρηθούμε, αλλά πολλές από τις απροσδόκητες στροφές και αλλαγές της μουσικής ήταν αυτοσχεδιασμός. Προσωπικά ποτέ δεν είχα καμία αμφιβολία ότι μπορούσαμε να το υποστηρίξουμε". Ο Powell σχολιάζει, "Τα τραγούδια τα είχαμε περιπλέξει και κάθε ένα είχε την δική του κατεύθυνση. Όλοι είχαμε καλά μερίδια σε κάθε ένα από αυτά, έτσι δεν έκανε αίσθηση αν οποιοσδήποτε ΄πέρναγε΄ ενδιάμεσα. Λατρεύω όλα τα τραγούδια, είναι όλα υπέροχα".
Μιλώντας το 2009 ο Evans αισθάνεται ότι "Ακούγοντας τον δίσκο τώρα εντυπωσιάζομαι με το πόσο πολύπλοκες είναι όλες οι συνθέσεις-προκαλώ οποιονδήποτε να κάνει διασκευή σε ένα από τα τραγούδια!" Ο Stone λέει ότι "Διαπιστώνω εκ των υστέρων, ότι θα ήθελα να έχω ξοδέψει περισσότερο χρόνο καλλωπίζοντας το άλμπουμ, αλλά αυτό θα απαιτούσε χρόνο και χρήμα που δεν υπήρχε", ενώ ο Whiteman λέει, "Όπως πολλοί δίσκοι, το A Jug Of Love ήταν μία στιγμή στο χρόνο, που μετά έφυγε. Ήταν η ιστορία του τι κάναμε για μία μακρά περίοδο και είχε μερικές αλήθεια καλές ιδέες μέσα του. Αλλά η περίοδος όταν ηχογραφούσαμε ήταν πολύ έντονη και απρόβλεπτη-ακόμα και τρομακτική κατά κάποιο τρόπο. Η μουσική δεν ήταν λαμπερή και μπορώ να ακούσω πολύ πόνο μέσα της." Για τον Powell έχει πιο χαρούμενο συσχετισμό. "Ήμουν πολύ χαρούμενος με αυτόν το δίσκο και ακόμα και σήμερα διασκεδάζω πολύ να τον ακούω", λέει, ενώ ο King απλά ολοκληρώνει: "Μπορώ ακόμα να ακούω το άλμπουμ με ευχαρίστηση τώρα και μπριζώνομαι από αυτόν".
Την 27 Αυγούστου η Blue Horizon συνόδευσε το άλμπουμ με ένα 45άρι, ζευγαρώνοντας το ζωηρό country-rock "Devil’s Whisper" με μία 7λεπτη ηλεκτρική απόδοση του "Virgin Spring", εντελώς διαφορετική από αυτήν στο LP. "Το "Devil’s Whisper" παρουσίαζε τον φίλο μας John ‘Willy’ Weider (των Family) στο βιολί, αν και παίζει τόσο χαμηλά, που στην μίξη δυσκολεύεται να τον ακούσει κανείς", εξηγεί ο Stone . "Είναι ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια, αλλά δύσκολα έκανε πωλήσεις. Το δεύτερο άλμπουμ δεν απέδιδε ακριβώς τον live ήχο μας, αλλά η βερσιόν του Virgin Spring στο 45άρι ήταν πιο κοντά σε αυτό που κάναμε στην σκηνή".

Devil’s Whisper




Το Record Mirror έκανε κριτική στο single τον Σεπτέμβριο, γράφοντας ότι "υπάρχει ενδιαφέρουσα ενορχήστρωση από νωρίς, ακολουθούμενη από μία κάπως απόκοσμη φωνητική πινελιά. Καλό γκρουπ, ευφάνταστο και με ένστικτο". Ο καθένας που γνώριζε την μπάντα από το πρώτο άλμπουμ τους θα μπερδευόταν από την διαφορετική προσέγγιση στον δίσκο, που είχε πολύ λίγες πωλήσεις, όπως και η Γερμανική βερσιόν στην Philips (με την φωτογραφία στο εξώφυλλο), στο οποίο ο τίτλος Virgin Spring ήταν γραμμένος με τέτοιο χρώμα που σε μια εβδομάδα ξεθώριαζε.
Το A Jug Of Love κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1971, με τίτλο μία Σούφι μεταφορά για την θεϊκή αγάπη. Η σοβαρή φωτογραφία στο εξώφυλλο-που πάρθηκε από τον πολύ καλό φίλο της μπάντας Peter Sanders σε ένα κατάστημα χαλιών στο Chelsea-αντανακλούσε τον λιτό τρόπο ζωής τους και το φύλλο με τους στίχους που συνόδευε το LP ξεκαθάριζε πόσο βαθιά είχε εισχωρήσει μέσα τους η πνευματική αναζήτηση. Σε μία αξιοσημείωτα μακρά και οξυδερκή κριτική για την εποχή, τον Οκτώβριο στις 23 το NME σχολίασε ότι ήταν "ένα ωραίο μικρό άλμπουμ, στα μισά του δρόμου του για να γίνει τεράστιο. Δεν είναι ότι οι Babe έχουν πολλά παραπάνω νέα πράγματα να δώσουν, αλλά περισσότερο ο γενικός τρόπος που προσεγγίζουν το δικό τους ενδιαφέρον υλικό. Οι στίχοι είναι παραπάνω από μέτριοι, τα τραγούδια περιέχουν επαρκή μελωδία για να τους πάει μακριά. Αλλά είναι κυρίως το παίξιμο τους που έχει αυτό το αποτέλεσμα". Η κριτική συμπέραινε ότι "με περισσότερα από 6 τρακς θα μπορούσαν να έχουν ωφεληθεί από την ποικιλία, αλλά είναι ένα υποσχόμενο σετ εξίσου".





Άλλες κριτικές ήταν απαξιωτικές. Το Melody Maker το απεκάλεσε "μουσική για αυτούς που κάνουν ωτοστόπ και σχεδιαστές εξώφυλλου με στοχαστικό βλέμμα και μικρά γενάκια", προσθέτοντας ότι "πολύ χρόνο είναι τόσο ήρεμοι και αιθέριοι που μοιάζουν να αιωρούνται τρία μέτρα πάνω από το πάτωμα του στούντιο", πριν ολοκληρώσει ότι ήταν "η αντίθεση των Uriah Heep και τίποτα πολύ καλύτερο". Το Record Mirror είπε ότι υπήρχε ΄κάποια ολοκληρωμένη μουσικότητα εδώ κι εκεί, αλλά αλλιώς αυτή η προσωπική ερμηνεία της rock είναι αδύναμη εντελώς. Οι αρμονίες είναι αβέβαιες, τα τραγούδια νερουλιασμένα. Σαν άσκηση περνάνε, αλλά σαν οτιδήποτε άλλο απλά μπαίνουν στην ουρά΄. Πιο επιβαρυντικά το Beat Instrumental απλά έγραψε ΄Κάποιος μια φορά τόνισε ότι οι Mighty Baby ήταν ο τύπος του γκρουπ που θα συνέχιζαν να προσπαθούν αλλά ποτέ δεν θα τα καταφέρουν. Αφού ακούσαμε το άλμπουμ, τείνω να συμφωνήσω. Είναι τρομερά επιδέξιοι μουσικοί, αλλά τρομερά βαρετοί΄.
Ο Stone θυμάται τον Jimmy Page να σχολιάζει για το άλμπουμ σε μία συνέντευξη της εποχής και να ξεχωρίζει το παίξιμο της pedal steel με επαινετικά σχόλια."Ο Jimmy νόμιζε ότι ήταν pedal steel, αλλά ήταν απλά μία νορμάλ κιθάρα, με κάποιες παρεμβάσεις που ακόμα και σήμερα μπορώ να κάνω. Την επόμενη φορά που τον είδα, αντιστάθηκα στον πειρασμό να του πω ΄Χα! Εδώ σ'έχω!΄ Πιο παράξενα, τον Οκτώβριο στις 16 ο Dean Ford των Marmalade αποδέχτηκε το ΄Blind Date΄ της Melody Maker, στο οποίο μέρος ήταν να ακούσει τα δύο πρώτα τραγούδια του δίσκου των Mighty Baby. ΄Η κιθάρα κάνει πάρα πολλά εδώ μέσα΄ τόλμησε να πει. 'Πολύ ωραία αλλαγή...Παράξενο-αλλά μελωδικότατο! Είναι οι Magna Carta; Είναι πολύ πιεσμένοι. Όλοι μοιάζουν λίγο νοσηροί (κοιτάζει στο εξώφυλλο). Δεν χρειάζεται να είναι τόσο λυπημένοι΄.
Σαν τον Ford, οι περισσότεροι από αυτούς τους κριτικούς, κατά πάσα πιθανότητα άκουσαν μια φορά το δίσκο, καθώς το άλμπουμ περιέχει αλήθεια μπόλικες ανταμοιβές για τον υπομονετικό ακροατή. Ανοίγοντας με το νοσταλγικό ομότιτλο κομμάτι, πλησιάζει με ατάραχο βηματισμό που επιτρέπει στην μπάντα να επιδείξει την ευχερή εκφραστική μουσικότητα τους και απαστράπτουσες αρμονίες. Το "The Happiest Man In The Carnival", μία χαρούμενη παράκληση να "μαζέψεις όλους τους καλούς φίλους σου όσο έχεις ακόμα τον χρόνο", αντιπροσωπεύει τις παραπλανητικά σύνθετες συνθέσεις που καθορίζουν το LP. Το "Virgin Spring" και το "Slipstreams" συνεχίζουν την γλυκιά διάθεση, ενώ το "Tasting the Life" είναι μία ζωηρή περιγραφή των ταλαιπωριών τους στο δρόμο (‘At times you just wonder has it all been in vain / Then one smiling face says you’ll do it again’). Το μόνο ανακόλουθο τρακ είναι το μεγάλο σε διάρκεια ηλεκτρικό τζαμ "Keep On Juggin’", αν και εύκολα είναι το πιο κοντινό στον live ήχο τους.





Γενικά το A Jug Of Love είναι ατμοσφαιρικό και παράξενα συγκινητικό και έχει κερδίσει ένα μεγάλο cult κοινό τα τελευταία χρόνια.
Ο Patrick Lundborg, συγγραφέας της ψυχεδελικής κουλτούρας, μίλησε εκ μέρους όλων εμάς των φαν, όταν έγραψε γι'αυτό ότι:

 "Επέπλευσε για δεκαετίες, απαρνήθηκε από πολλούς και ακούστηκε από ελάχιστους. Εκ των υστέρων, αυτό μοιάζει πολύ αλλόκοτο. Είναι ένα θεσπέσιο άλμπουμ, ζεστό, ευέλικτο και αιχμαλωτιστικό, σχεδιασμένο με τα καλύτερα στοιχεία της παλαιάς West Coast μουσικής και έχει μία δυνατή προσωπικότητα. Υπάρχει ένα πνευματικό, συμπονετικό υπόγειο ρεύμα που ίσως πηγάζει από τον θρησκευτικό προσανατολισμό της μπάντας (Σούφι) και υπηρετεί την μουσική και τους άνω του μετρίου στίχους πολύ καλά".

Ίσως με έκπληξη ωστόσο, ο Mike Vernon δεν είναι πολύ θαυμαστής του. "Ο Martin έδειξε το πολύ υψηλό επίπεδο που έπαιζε την κιθάρα του, αλλά για μένα το A Jug Of Love δεν έχει ΄κότσια΄. Έχω μόνο μια φορά παίξει το CD. Και είναι αρκετό. Δεν σήμαινε τόσα πολλά για μένα, για να πω την αλήθεια. Δεν είμαι σίγουρος ότι έχει αντέξει στο χρόνο. Ήταν μία μεγάλη αναχώρηση από το παραδοσιακό μονοπάτι που η Blue Horizon είχε ακολουθήσει τα πρώτα χρόνια και ίσως αυτό είχε να κάνει με την σχετική αποτυχία του. Πήρε μερικές καλές κριτικές, αλλά δεν πούλησε καλά. Αμφιβάλλω αν πουλήθηκαν 1500 κόπιες, αλλά αυτό είναι μόνο εικασία. Αλλά δεν πειράζει-έμοιαζε καλή ιδέα τότε, η μπάντα υποσχόταν πολλά και δεν έχω παράπονα που το κάναμε".
"Το A Jug Of Love ποτέ δεν επρόκειτο να γίνει μεγάλο χιτ, αν και ίσως κρυφά θα θέλαμε να έχει γίνει", λέει ο Whiteman. "Ήταν το κύκνειο άσμα ενός κλειστού γκρουπ μουσικών που πήγαν ένα μυστηριώδες ταξίδι μαζί και έχει τα δικά του μυστικά". Για τον Stone, "Είναι ένα χαμένο άλμπουμ. Έχω διαβάσει κριτική που λέει ότι είναι το χειρότερο όλων των εποχών και έχω συναντήσει ανθρώπους που λένε ότι είναι το αγαπημένο τους. Ένας φαν μου είπε ότι το "The Happiest Man In The Carnival" τον είχε από μόνο του εμποδίσει να αυτοκτονήσει, πράγμα που αποτελεί την πιο μεγάλη ανταμοιβή που έχω πάρει ποτέ. Το προηγούμενο άλμπουμ ήταν πιο αιχμαλωτιστικό και το προτιμούσα λίγο περισσότερο και δεν μου αρέσει το Keep On Juggin’–αλλά πάντα πήγαινε καλά στα live. Η συνεισφορά μου με κάνει να μαζευτώ, αλλά παραδέχομαι ότι ποτέ δεν μου άρεσα στην ηχογράφηση. Ποτέ δεν επρόκειτο να γίνουμε οι Yes, αλλά ίσως αν είχαμε κάνει ένα διαφορετικό είδος δίσκου-ήμασταν εντελώς ανοργάνωτοι και είχαμε ένα τρομερό live ήχο σε μια εποχή που οι μπάντες άντεχαν ή όχι σύμφωνα με τις διαθέσεις και τα αποτελέσματα της παραγωγής".
"Το άλμπουμ ΄σύρθηκε΄ έξω, μετά ΄σύρθηκε΄ πάλι μέσα-σίγουρα δεν θυμάμαι να ακούω οτιδήποτε από αυτό στο ραδιόφωνο", λέει ο King, ενώ ο Stone προσθέτει "Είδα για λίγο το άλμπουμ σε μαγαζιά και περιστασιακά κάποιοι μα ζητούσαν να τους το υπογράψουμε σε εμφανίσεις μας, αλλά δύσκολα είχε δημοσιότητα και δεν είχε καθόλου προφίλ". Ο Powell συμφωνεί: "Εκείνες τις μέρες, απλά δεν κέρδιζες καθόλου ραδιοφωνικό αέρα, εκτός κι αν είχες κάποιο είδος χιτ, έτσι εκτός του John Peel, δεν νομίζω ότι υπήρχε κάποια άλλη δημοσιότητα. Τέλος πάντων δεν ενδιαφερόμασταν πολύ για τις κριτικές. Αισθανθήκαμε ότι αφού έγινε, έγινε και ήταν καιρός να πάμε στο επόμενο πρότζεκτ".
Καθώς το φθινόπωρο του 1971 έδινε την θέση του στο χειμώνα, οι Mighty Baby έφταναν στο τέλος τους.

Χρόνια φτώχειας και αβεβαιότητας είχαν το αντίτιμο τους, οι εμφανίσεις στέρεψαν και το δεύτερο άλμπουμ τους δεν πήγε πουθενά. Πιο σημαντικά όπως λέει ο Stone, "Υπήρξε μία διαμάχη ανάμεσα στις Μουσουλμανικές θρησκευτικές πεποιθήσεις και το να παίζεις στη μέση μιας θάλασσας από καπνούς και μπύρες". Εκείνο τον Οκτώβριο οι Stone, Whiteman, Evans και Powell ταξίδεψαν στο Μαρόκο για την έναρξη του Ραμαζάνι. "Ήταν κάτι που μας άνοιξε τα μάτια και ήταν πολύ φανταστικό", λέει ο Whiteman, "αλλά επίσης ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο. Ήταν σαν να σε μαγείρευαν ζωντανό στην κατσαρόλα. Ήταν εκστατικό και βασανιστικό τον ίδιο χρόνο, τόσο φυσικά όσο και πνευματικά. Δεν ήμουν θρησκόληπτος καθόλου, αλλά αυτό ήταν πολύ βαθιά πνευματικό. Οι γονείς μου ήταν Κουάκεροι και εγώ ένας άκακος, φιλότεχνος ηδονιστής! Αλλά όλο αυτό μου έκανε αίσθηση. Το να τραγουδάω και να ακούω την μουσική με πήγαινε μακριά. Είχε τέτοιο βαθύ αποτέλεσμα πάνω μου, αν και πολλά από όσα λέγονταν δεν μπορούσα να τα καταλάβω".
Το κουαρτέτο έπρεπε να ταξιδέψει για να κάνει live στην Ολλανδία, όπου έτειναν να προσελκύουν περισσότερο κοινό από ότι στην πατρίδα τους. "Για τις δυο τελευταίες εβδομάδες στο Ραμαζάνι έπρεπε να κάνουμε περιοδεία στην Ολλανδία, έτσι όπως μπορείτε να φανταστείτε με αυτή την ενέργεια από το Μαρόκο ήταν ιδιαίτερα έντονο". λέει ο Whiteman. "Κάναμε καλή μουσική, αλλά μπορούσαμε να δούμε ότι δεν μπορούσε να διαρκέσει. Αναζητούσαμε κάποια απερίγραπτη μουσική που θα συνέπαιρνε το κοινό και εμάς μαζί, αλλά δεν συνέβη. Στο Ρότερνταμ καταλύσαμε σε ξεχωριστά μέρη, εγώ με το Roger μαζί και οι υπόλοιπη μπάντα σε άλλο".
Ο King ανακαλεί το ταξίδι ζωηρά: "Συνέπεσε με το Ραμαζάνι, έτσι οι άλλοι έπρεπε να παραμένουν όλη την νύχτα ξάγρυπνοι και να προσεύχονται. Στην διαδρομή συχνά θα καθόμουν με τον Mouse, μπροστά από το βαν στρίβοντας τσιγαριλίκια. Υπήρχε μία κούτα με τρόφιμα στο πίσω μέρος και στις 6 το πρωί οι άλλοι βούταγαν κυριολεκτικά μέσα. Μία συγκεκριμένη μέρα, είχαμε μία παράσταση την ώρα του μεσημεριανού και άλλη μία το βραδάκι, αλλά οι άλλοι ήταν πολύ εξουθενωμένοι από την νηστεία για να παίξουν. Τότε κατάλαβα ότι κάτι είχε αλλάξει σε σημείο που δεν πήγαινε άλλο να συνεχιστεί".
Δεν υπήρξε δραματικός χωρισμός-καθώς το θέτει ο Stone, "Στα τέλη του 1971 μέναμε ξεχωριστά ο ένας από τον άλλο". Η τελική τους παράσταση εμφανίζεται να έχει γίνει με τους Τhe Pink Fairies στο Hammersmith Town Hall την Πέμπτη, 18 Νοεμβρίου. Στα μέσα του Δεκεμβρίου ο Whiteman και ο Powell αποφάσισαν να συνεργαστούν για να συνεχίσουν, ενώ οι υπόλοιποι τρεις είχαν ένα σύντομο σχέδιο να συνεχίσουν, προσθέτοντας τον Phil Lithman, όμως γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι ποτέ δεν θα ήταν πια το ίδιο. Μια αναγγελία θανάτου κωμικής φύσης εμφανίστηκε στην εφημερίδα Frendz την 23 Δεκεμβρίου:





Ένα παρόμοιο αποχαιρετιστήριο κομμάτι εμφανίστηκε στους International Times μια εβδομάδα αργότερα, γραμμένο από τον Barry Everitt, υπογραμμίζοντας ότι ΄ήταν μία από τις πιο δυνατές μπάντες που είχαν γίνει ποτέ΄.
"Ήταν αδύνατον να συμφιλιώσεις το Ισλαμικό στοιχείο με το rock’n’roll", λέει ο Stone. "Το να είσαι σε μία μπάντα και το να είσαι Δερβίσης ήταν αντικρουόμενος τρόπος για να πορεύεσαι και δεν μπορούσε να συνδυαστεί. Ήταν δύσκολο να εμφανίζεσαι στα μπαρ που γίνονταν μαθητικά πάρτυ, να βρίσκεσαι σε ένα χώρο πλημμυρισμένο στα τσιγαριλίκια και στις Newcastle Brown (μπύρα) και να πρέπει να προσεύχεσαι πριν παίξεις". Ο Whiteman συμφωνεί σε όλα "Η ενέργεια από τον συνδυασμό Ισλάμ και rock’n’roll ήταν τόσο δυνατή που έπρεπε να διαλυθούμε. Ο Martin ήθελε να μας πάρει σε μία ψυχεδελική country κατεύθυνση την οποία φυσικά συνέχισε με τους Chilli Willi, ενώ ο Roger και εγώ κάναμε το άλμπουμ Habibiyya, που ήταν μία συνέχεια των ιδεών του A Jug Of Love κατά κάποιο τρόπο. Μπορώ να ακούω τώρα στους Mighty Baby ένα είδος απερισκεψίας που το έκανε ότι ήταν-και αυτός ήταν και ο λόγος που ποτέ δεν είχε διάρκεια. Νομίζω ότι μόνο οι Grateful Dead ήταν ικανοί να κάνουν τέτοια πειραματική μουσική και να έχουν εμπορική επιτυχία. Θα μπορούσαμε να είχαμε τέτοια επιτυχία, αλλά δεν ήταν τόσο σημαντικό για εμάς. Περισσότερο σημαντικό ήταν να έχουμε αξιοπιστία και να είμαστε αληθινοί. Αν και κατά καιρούς έμοιαζε να είναι σαν εθελοντική εργασία για φιλανθρωπικό σκοπό, παρά οτιδήποτε άλλο, οι Mighty Baby ήταν μία υπέροχη εμπειρία που οδήγησε σε πολλά αξιόλογα και ενδιαφέροντα πράγματα για όλους μας. Δεν μετανιώνω ούτε ένα λεπτό για αυτά".
Μετά την διάλυση της μπάντας ο Stone μετακόμισε σε ένα Ισλαμικό μοναστήρι (zawiyya) δίπλα στην Wandsworth Bridge. "Στην άλλη πλευρά του ποταμού ήταν ένα εργοστάσιο κεριών, έτσι υπήρχε μία μόνιμη δυσοσμία που προερχόταν από τα μέρη των ζώων που έλιωναν-τελείως απαίσια", λέει. "Ο αδελφός μου Nigel και ο Philip Lithman μετακόμισαν σε ένα υπόγειο στην γωνία...και η πλάκα άρχισε. Όχι πολύ αργότερα έπαιζα πάλι την μουσική του διαβόλου και είχα την παράξενη μυρωδιά από το τσιγαριλίκι. Έμοιαζε υποκριτικό, έτσι το σκέφθηκα πολύ καλά και αποφάσισα να φύγω. Αλλά το μέρος της ζωής μου με τους Σούφι ήταν τόσο βαθιά μέσα μου, ακόμα κι αν ήμουν ο πρώτος που έφυγα από αυτό". Έχοντας αφήσει το Ισλάμ, σχημάτισε τους Chilli Willi & The Red Hot Peppers με τον Lithman και έπαιξαν με πολλά άλλα σχήματα πριν γίνει μία από τις σημαντικότερες μορφές στα σπάνια βιβλία.

Chilli Willi & The Red Hot Peppers - Desert Island Woman (1974)




Ο Whiteman και ο Powell συνεργάστηκαν σε ένα άλμπουμ για την Island, με το όνομα Habibiyya (Σεπτέμβριος 1972, If Man But Knew) μαζί με τον Evans, ενώ ο King έφτασε στους Ace, επιτυγχάνοντας την εμπορική επιτυχία που είχε αποδειχτεί τόσο άπιαστο όνειρο την προηγούμενη δεκαετία.

Habibiyya - If Man But Knew (1972)




Έχοντας περιπλανηθεί μέσα-έξω στις σφαίρες τους τις δεκαετίες που παρεμβλήθηκαν, τον Οκτώβριο του 2005 ο Stone, ο Evans και ο Powell εμφανίστηκαν σε παράσταση κατ'ιδίαν χάρη στο φίλο τους και φωτογράφο τους Keith Morris. Αυτό οδήγησε σε μία και μοναδική παράσταση ως Mighty Baby στο Rocket Club του Λονδίνου την 13 Απριλίου, με την βοήθεια του κιθαρίστα Matt Deighton. Αυτό έγινε αποδεκτό με ενθουσιασμό, αλλά κάθε άλλη ευκαιρία για περαιτέρω reunions δυστυχώς χάθηκε, με τον ξαφνικό θάνατο του Evans τον Ιανουάριο του 2010. Όπως έγραψε ο Whiteman αφιερωμένο σε αυτόν τότε: "Από τότε που πέθανε, ακούω πολύ μουσική μέσα στην οποία συμμετείχε και αυτό που σε αφήνει εμβρόντητο είναι ότι το παίξιμο του δεν είναι εγωκεντρικό, αλλά όμορφα και με έμφαση αναμειγμένο με το άλλα όργανα. Ήταν απερίγραπτα αυθεντικό!"
Λίγο πριν το θάνατο του ο ίδιος ο Evans σχολίασε: "Είμαι πεπεισμένος ότι αν είχαμε μείνει μαζί θα είχαμε συνεχίσει να αναπτύσσουμε την μουσική μας και να πηγαίνουμε μακρύτερα. Πάντοτε μας άρεσε να παίζουμε μαζί-σε διάφορους χρόνους, ο ένας ή ο άλλος θα είχαμε κάποιο μειονέκτημα σε άλλο θέμα, αλλά ποτέ όλοι μαζί. Πάντοτε αισθανόμουν ότι ήταν τιμή μου να παίξω με τέτοιους μουσικούς". Αυτό είναι ένα συναίσθημα που οι σύντροφοί του ανταποδίδουν θερμά.

At a Point Between Fate and Destiny (1969)




"Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε αίσθηση θρύλου, ούτε κάποιο σχέδιο, ούτε ρευστότητα", συμπληρώνει ο Mouse, ο πιστός roadie που ήταν μάρτυρας όλης της ζωής των Mighty Baby. "Οι παραστάσεις ήταν συχνά αραιές, όσο και το κοινό. Ήταν πολύ του στυλ μεροδούλι-μεροφάι, αλλά πάντα υπήρχε περιπέτεια και προσδοκίες και συχνά επιτυχία".

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διαβάστε/Ακούστε επίσης