Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020



ORIENTAL SUNSHINE




Fine Norwegian Folk 






Η Νορβηγία στα τέλη της δεκαετίας του '60, δύσκολα αποτελούσε τον ιδανικό τόπο και χρόνο για να παίξει κάποιος ψυχεδελική folk, αλλά το ντουέτο των εφήβων Nina Johansen και Rune Walle (βοηθούμενοι από τον φίλο τους Satnam Singh) πάλεψαν ενάντια στις δυσκολίες για να κάνουν ένα από τα πιο μαγευτικά άλμπουμ του γένους...

Across Your Life (1969)





"Γεννήθηκα στο Bergen τον Νοέμβριο του 1951 και έπιασα κιθάρα πρώτη μου φορά στα 9 μου χρόνια", λέει ο Rune Walle. "Ο ήχος που έκανε πήγε κατευθείαν στην καρδιά μου και με αιχμαλώτισε. Οι γονείς μου ήταν πάντα πολύ υποστηρικτικοί στα μουσικά μου ενδιαφέροντα και συνήθιζα να ακούω πολύ το Radio Luxembourg και είχα μία μεγάλη συλλογή δίσκων. Όταν ήμουν στα 15, θα στρεφόμουν σε μεγάλο βαθμό στους Ανατολίτικους ήχους, από τους δίσκους των Beatles και κλασικούς μουσικούς όπως ο Ravi Shankar και το 1967 αγόρασα ένα σιτάρ που είχα δει στη βιτρίνα ενός μαγαζιού και έμαθα μόνος μου πώς να παίζω. Άρχισα να απορροφώ κάθε τι που μπορούσα μουσικά, όπως επίσης να βγάζω μελωδίες και σχημάτισα μία μπάντα που λεγόταν Τhe Waves (επηρεασμένοι πολύ από τους Pentangle) με έναν τοπικό δάσκαλο και ποιητή, τον Hans Jørgen Høines, ο οποίος ήταν μερικά χρόνια μεγαλύτερος μου".

Visions (1969)




Η Nina στο μεταξύ γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1950 και μεγάλωσε στην μικρή πόλη του Skien, 400 χιλ. νοτιοανατολικά του Bergen. "Στα 13 ή 14 χρόνια μου περίπου θα αντιλαμβανόμουν ότι τα ενδιαφέροντα μου ήταν πιο αρτιστικά από αυτά των συμμαθητών μου, έτσι όταν έγινα 16 οι γονείς μου με έστειλαν σε ένα προοδευτικό σχολείο που λεγόταν Manger, μόλις έξω από το Bergen, όπου μπορούσες να αναπτύξεις τις ικανότητες σου στην τέχνη και τη μουσική", εξηγεί. "Συνάντησα τον Rune εκεί και ξεκινήσαμε να γράφουμε τραγούδια και να παίζουμε σαν ντουέτο σε συγκεντρώσεις. Στην αρχή είχα δυσκολίες να τον πείσω να τραγουδήσει, επειδή ήταν πεπεισμένος ότι δεν μπορούσε, αλλά τελικά τα κατάφερα-και είχε μία υπέροχη φωνή". Το ντουέτο ξεκίνησε να παίζει σε σχολικές συγκεντρώσεις και ο Rune ενδιαφέρθηκε για την πιθανότητα να συνδυάσει το σιτάρ του με την φωνή της Nina. "Η Nina ήταν πολύ ήρεμη και εντελώς ιδιαίτερη, με ένα μυστικισμό να την περιβάλει", λέει, ενώ για την Nina "Ο Rune είχε μία γλυκιά, ευγενική προσωπικότητα-ποτέ δεν κόμπαζε".

Unless (1969)





Παρά το ταλέντο και τον ενθουσιασμό του νεαρού ντουέτου, η Νορβηγία δεν ήταν ένα εύκολο μέρος για ένα νέο ιδεαλιστή της εποχής. "Θα μπορούσαμε να πάρουμε το NME και να επικαιροποιούμε την μουσική μας από τις λίστες, αλλά η Νορβηγική αντικουλτούρα της εποχής δεν ήταν η ίδια όπως στην Αγγλία ή στην Αμερική" εξηγεί ο Rune. "Η Νορβηγία ήταν πολύ συντηρητική και δεν υπήρχαν πραγματικοί χίπις-το στριφτό ήταν πολύ σπάνιο. Αλλά υπήρχαν μικρές underground σκηνές σε μερικά μέρη του Όσλο και του Bergen". Το 1968 η Nina άφησε το Manger και πήγε στο art school στο Bergen. "Μετακόμισα σε ένα μικρό και πολύ παλαιό διαμέρισμα. Ήμουν μπερδεμένη σχετικά με το μέλλον μου και πέρασα πολλά απογεύματα να σκέφτομαι διάφορα. Άρχισα να ακούω Joni Mitchell-στην Νορβηγία ήταν ανήκουστο για τα κορίτσια να εκφράζονται έτσι και πίστεψα ότι ήταν ο πιο όμορφος ήχος που είχα ακούσει ποτέ. Αρκετά τραγούδια ξεπήδησαν από εκείνη την περίοδο, συμπεριλαμβανομένων των "Across our Life" και "Can Anybody Tell". Έμοιαζε φυσικό να τραγουδάμε στα Αγγλικά, επειδή κανείς δεν θα τραγουδούσε στην Νορβηγία αυτό το είδος μουσικής και ακούγαμε πολλούς άλλους δίσκους με Αγγλικό στίχο". Σε ερώτηση από ένα Νορβηγικό περιοδικό της εποχής να περιγράψει την διαδικασία στο γράψιμο της η Nina αποκρίθηκε: "Αδύνατον να το εξηγήσω. Αν κάτι μου συμβαίνει θετικό ή αρνητικό πάντα θα πυροδοτήσει κάποιο τόνο. Συχνά, διαφορετικοί άνθρωποι έχουν τις δικές τους μελωδίες μέσα στην συνείδηση μου. Οι λέξεις άλλων ανθρώπων ή τα ποιήματα κάποιων άλλων περιέχουν μία μελωδία για μένα. Δεν ξέρω πώς συμβαίνει..."





Ο Rune επέστρεψε στο Bergen όταν τέλειωσε το σχολείο, έχοντας επίσης εγγραφεί σαν μαθητής και ξανάρχισε την συνεργασία με την Nina ("Το σχολείο τέχνης του Bergen ήταν ένα από τα ελάχιστα μέρη όπου μπορούσαν να μαζευτούν καλλιτέχνες", λέει). Στον δρόμο μία μέρα συνάντησε έναν 27χρονο μαθητή από την Ινδία, τον Satnam Singh. "Υπήρχαν πολύ ελάχιστοι έγχρωμοι στην Νορβηγία τότε, έτσι ο Satnam ξεχώριζε αμέσως", λέει ο Rune. Ο Satnam είχε γεννηθεί στο Νέο Δελχί τον Δεκέμβριο του 1942 και είχε παίξει tabla για ταινίες Bollywood στο Mumbai πριν ταξιδέψει στην Ολλανδία, Δανία και τελικά στην Νορβηγία. "Μιλήσαμε και είπε ότι ήταν επίσης μουσικός, έτσι κανόνισα να βρεθούμε να παίξουμε. Ήμουν χωμένος βαθιά στην Ινδική μουσική, έτσι όταν αποδείχτηκε ότι ήταν και άριστος παίκτης (ιδιαίτερα στο φλάουτο και στο tabla), ανατρίχιασα". Για την Nina, "ο Satnam ήταν ένας πολύ αγαπητός τύπος, λίγα χρόνια μεγαλύτερος μας και έφερε περισσότερο κλασική αίσθηση στην μουσική μας. Δεν μπορούσε να μιλήσει Νορβηγικά, έτσι επικοινωνούσαμε στα Αγγλικά. Τον θυμάμαι να μας μαγειρεύει ένα πολύ καυτερό Ινδικό φαγητό και να πρέπει να αδειάσω ένα τεράστιο μπολ με νερό στο στόμα και πάνω μου!"

Land of Wisdom (1969)




Αφού ο Satnam είχε ταξιδέψει στο Όσλο για να φέρει το φλάουτο του, το τρίο άρχισε να παίζει στα τοπικά folk κλαμπ, στα σχολεία και σε μαθητικές συγκεντρώσεις και σύντομα τράβηξαν την προσοχή του Kees de Bakker, ενός νεαρού Ολλανδού που είχε μετακομίσει στο Bergen με την Νορβηγίδα αρραβωνιαστικιά του το καλοκαίρι του 1969. "Είχα γίνει δημοσιογράφος στην Ολλανδία, μετά έγινα DJ σε ένα ξενοδοχείο στο Bergen, αλλά το διεύθυναν πολύ αυστηροί άνθρωποι και απολύθηκα για υπέρμετρο ενθουσιασμό!", λέει γελώντας. "Μετά από αυτό ξεκίνησα μία ντισκοτέκ στο Bergen η οποία έγινε πολύ δημοφιλής, αλλά άρχισαν 15χρονα να πίνουν "στη ζούλα" μπύρα. Ήταν κάτι εντελώς αθώο, αλλά με έκλεισαν. Μετά από αυτό έγραψα μία στήλη για την τοπική εφημερίδα, την Arbeiderblad και άρχισα να αναζητώ ένα ή και δύο σχήματα για να γίνω μάνατζερ. Ένα ήταν μία μπάντα που λεγόταν Neither Nor και το άλλο ήταν οι Nina, Rune και Satnam. Ήθελαν να αποκαλούνται Τhe Orientals, αλλά πρότεινα το όνομα Oriental Sunshine, που τους άρεσε. Θυμάμαι τον Rune τόσο ήσυχο και άνετο και την Nina λίγο περισσότερο περίπλοκη-αλλά ήταν πολύ ταλαντούχα. Με τον Satnam, ήταν εκ πρώτης όψεως ένας παράξενος συνδυασμός, αλλά αλήθεια ήταν καλά ισορροπημένοι και ακούγονταν υπέροχα".

Can Anybody Tell (1969)




Εντυπωσιασμένος από τις όμορφες, εύθραυστες μπαλάντες της Nina και την μουσικότητα του γκρουπ, ο Kees τους ενθάρρυνε να κάνουν μία demo ηχογράφηση. "Το ηχογραφήσαμε στο πατρικό της Nina στο Skien, σχεδόν 10 ώρες από το Bergen, κατά την διάρκεια των διακοπών, το καλοκαίρι του 1969", λέει ο Rune. "Επειδή ήμουν τελείως άφραγκος, έκανα ωτοστόπ για να πάω στο βουνό, με το σιτάρ στο χέρι. Παρά τα πολύ μακριά μαλλιά μου, έφτασα εκεί ασφαλής και κάναμε την ηχογράφηση την επόμενη μέρα. Σ'αυτήν ήταν το "Mother Nature", το "Visions" και η εκδοχή μας του απίστευτου "Long, Long, Long" των Τhe Beatles". Με έναν ασυνήθιστο ήχο (που παρουσίαζε πιθανώς το μοναδικό σιτάρ στην χώρα), μία εξωτική εικόνα και ένα δυνατό σετ από ορίτζιναλ υλικό, είχαν ξεκάθαρα εμπορική δυναμική-αλλά οι ευκαιρίες για εγχώρια ταλέντα να ηχογραφήσουν στην Νορβηγία ήταν ελάχιστες και πολύ λιγότερες ευκαιρίες είχε η pop. Συμπτωματικά, ωστόσο, έκαναν μία εμφάνιση σε ένα μουσικό σόου για ταλέντα που γινόταν κάθε χρόνο στην τηλεόραση. "Κάποιοι φίλοι μας μας έπεισαν να στείλουμε την κασέτα και προσκληθήκαμε να λάβουμε μέρος", λέει η Nina. "Για να εμφανιστούμε έραψα ένα φόρεμα για μένα και ο Rune ένα πουκάμισο από το ίδιο ύφασμα, αλλά ήμουν τόσο φτωχή για να αγοράσω παπούτσια, έτσι έπρεπε να εμφανιζόμαστε ξυπόλητοι. Πεινάγαμε στ'αλήθεια".





Δυστυχώς, θέματα σχετικά με την άδεια εργασίας, σήμαιναν ότι δεν επιτρεπόταν στον Satnam να εμφανιστεί στο σόου, που έγινε τον Νοέμβριο και λεγόταν Talent 69. "Τραγουδήσαμε το "Mother Nature", αλλά με άλλη ορχηστρική κάλυψη κι όχι με την συνοδεία φλάουτου που ακούγεται στον δίσκο", ανακαλεί ο Rune.

Mother Nature (1969)




"Το τραγούδι γράφτηκε από τον παλιόφιλο μου τον Hans Jørgen Høines και ήταν πολύ επηρεασμένο από την Ινδική φιλοσοφία. Μάλλον προς έκπληξή μας, περάσαμε όλους τους γύρους και τελικά κερδίσαμε". (Σε μία άλλη συνέντευξη, ο Rune τόνισε: "Μετά τον πρώτο γύρο, μία κυρία εμφανίστηκε και μου έδωσε ένα νόμισμα για τύχη. Είπε ότι ήταν για τον νικητή και ακόμα το φυλάω!". "Σχεδόν αμέσως μόλις κερδίσαμε τον διαγωνισμό, όρμηξαν μέσα στο στούντιο ηχογράφησης στο Όσλο, για να κάνουν ένα σινγκλ του "Mother Nature" και του "Visions" με παραγωγό εμένα", λέει ο Kees. "Η Philips το κυκλοφόρησε αμέσως και ήταν ένα μικρό χιτ στην Νορβηγία και επίσης κυκλοφόρησε στην Ολλανδία-θυμάμαι να προσπαθώ να το προμοτάρω εκεί όταν πήγα τα Χριστούγεννα του 1969 στο πατρικό μου".

My Way to Be Hurt (1969)




Μετά την δόξα τους, η αλλαγή στις συνθήκες ήταν δραματική. "Ξαφνικά υπήρξε φασαρία και βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε σε όλη την χώρα", λέει η Nina. "Ήταν αλήθεια ένας εφιάλτης για τον Rune, επειδή μισούσε τα αεροπλάνα. Μία πιο ευτυχής συνέπεια ήταν ότι ένας παραγωγός από την Philips που λεγόταν Michael Aas έδειξε την διάθεση να κάνουμε ένα άλμπουμ και ήμασταν πολύ χαρούμενοι να το αποδεχτούμε". Με μεγάλη λύπη ο Kees τον Μάρτιο του 1970 ήταν υποχρεωμένος να επιστρέψει στην Ολλανδία για να κάνει την θητεία του, πράγμα που σήμαινε ότι δεν θα μπορούσε να είναι παρών στα sessions-και, στην πραγματικότητα, ποτέ δεν τους είδε ξανά. "Είχα ήδη σχεδιάσει το άλμπουμ με λεπτομέρεια μαζί τους ωστόσο", λέει "και φυλάω σαν θησαυρό την κόπια που μου έστειλαν όταν κυκλοφόρησε".





Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε κατά την διάρκεια ενός μακρού Σαββατοκύριακου στο Όσλο, με την Nina στην κιθάρα, τον Rune στο σιτάρ και τον Satnam στο sarod, στο bamboo flute και στο tabla. "Τα sessions ήταν πολύ χαλαρά και γρήγορα", λέει ο Rune. "Μας βοήθησε ο Sture Janson στο μπάσο και ο Espen Rud στα ντραμς, και οι δύο εξαιρετικοί παίκτες της jazz, όπως επίσης και ο Helge Grøsli, ο οργανίστας από ένα τοπικό rock γκρουπ, τους Junipher Greene. Κανείς δεν μας είπε τι να κάνουμε, πράγμα υπέροχο. Ήταν σχεδόν σαν να κάναμε τζαμ-αυθόρμητο και χωρίς πρόβες, με την δική του μαγεία. Ηχογραφήσαμε το μεγαλύτερο μέρος του ρεπερτορίου μας, αν και στο κονσέρτο τραγουδούσαμε λιγάκι Beatles που δεν μπήκαν στο LP. Είμαι περήφανος για τον δίσκο που έγινε-ήταν καλά προσεγμένος από τον μηχανικό μας Jan Erik Kongshaug και έχει μία ζεστή ατμόσφαιρα".  "Κάναμε πρόβες στο στούντιο για λίγο και μετά ηχογραφήσαμε τα πάντα πολύ-πολύ γρήγορα", λέει η Nina. "Αφεθήκαμε περισσότερο ή λιγότερο στις δικές μας δυνάμεις και εγώ διεύθυνα τους μουσικούς χωρίς παρεμβολές. Αλήθεια ήταν πολύ φανταστικά". Το άλμπουμ που προέκυψε είναι όμορφα ηχογραφημένο και παιγμένο όπως θα ακούτε, μελωδικό και μελαγχολικό, με πολύ έντονο το σιτάρ όπως επίσης και πινελιές από όργανο και ντραμς που του προσδίδουν μία χροιά rock-περισσότερο σημειωτέα στο αριστούργημα που ανοίγει τον δίσκο "Across Your Life", το οποίο καταλήγει σε ένα τρομερό τζαμ. Αλλού υπάρχουν πολύ φοβερές μπαλάντες όπως το "Unless" και το "Visions" και ένα τραγούδι σε γλώσσα Hindi από τον Satnam, το "Where You Went". Και τα έντεκα τρακς είναι μικρά και άψογα, εκφράζοντας μία δυναμική συναισθηματική και πνευματική επιθυμία κάτω από την επιφανειακή γλυκύτητα τους.

Where You Went (1969)




Με το άλμπουμ να αναμένει την κυκλοφορία του, οι Oriental Sunshine υπέγραψαν σε ένα πρακτορείο στο Όσλο και άρχισαν να ταξιδεύουν στην χώρα παίζοντας σε κονσέρτα, συμπεριλαμβανομένου ενός, μίας εμφάνισης σε ένα εστιατόριο στο Tromsø, πολύ βόρεια και γνωστό ως ‘the capital of the Arctic’. Ήταν μία συναρπαστική περίοδος για το τρίο-αλλά μετά χτύπησε η καταστροφή. "Ο πατέρας μου ήταν πάντοτε το μοναδικό πρόσωπο στην οικογένεια που με ενθάρρυνε με την μουσική", αναστενάζει η Nina. "Έπεσε θανάσιμα άρρωστος πολύ λίγο πριν το άλμπουμ μας κυκλοφορήσει και έφυγα για το σπίτι ώστε να βρίσκομαι κοντά του. Αυτός επέμενε να μην κολλήσω εκεί επειδή δεν ήταν καλά, έτσι απρόθυμα συμφώνησα να επιστρέψω στο Bergen. Πολύ σύντομα έπρεπε να επιστρέψω καθώς έλαβα ένα μήνυμα από την οικογένεια μου που μου έγραφαν ότι είχε πεθάνει. Κόπηκα σε πολλά μικρά κομμάτια και δεν μπορούσα να συνεχίσω να παρουσιάζω και να προωθώ το γκρουπ".

Let It Be My Birth (1969)




Ένα δεύτερο και τελικό (μόνο στην Νορβηγία) 45άρι-"Across Your Life" / "Unless"-κυκλοφόρησε τον Ιούνιο, όπως και το Dedicated To The Bird We Love. "Το πουλί αναφερόταν στο "Blackbird" των Beatles, που ο Rune και εγώ λατρεύαμε", λέει η Nina, ενώ ο Rune προσθέτει ότι "ο τίτλος ήταν επίσης ένα tribute στον πατέρα της Nina". Η Nina ανακαλεί "Ο Michael Aas μας παρουσίασε με τις πρώτες κόπιες από αυτό σε μία μικρή τελετή πριν ένα κονσέρτο τον Ιούνιο του 1970. Αυτή ήταν επίσης η πρώτη φορά που είδαμε την καλλιτεχνική επιμέλεια". Μία επαινετική κριτική εμφανίστηκε δεόντως στην Νορβηγική εφημερίδα Telen στις 22 Ιουνίου: ΄Η κοινή φράση, "αυτό είναι καλό επειδή είναι Νορβηγικό, δεν ταιριάζει στην περίπτωση αυτή, καθώς το Dedicated To The Bird We Love στέκεται σε διεθνή στάνταρντ. Χάριν στον Satnam Singh, αυτό το άλμπουμ έχει ένα τόνο και ένα χρώμα που προέρχεται πέρα από τα βουνά και τις κοιλάδες της Νορβηγίας. Μπορεί να παραμένει με μετριότητα στο background, αλλά το παίξιμο του είναι που κάνει τον δίσκο αυτό που είναι. Η δεξιοτεχνία του γκρουπ και η τεχνική είναι εξαιρετική, μία δήλωση που γίνεται από το πρώτο κιόλας κομμάτι του δίσκου. Κανένας από τους τραγουδιστές δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει την καλύτερη φωνή του κόσμου και τα ντουέτα μεταξύ της Nina και του Rune φανερά δείχνουν τις αδυναμίες τους, αλλά όλοι οι session μουσικοί ενισχύουν τον δίσκο, με τον ντράμερ Espen Rud να φαντάζει ίσως ο δυνατότερος παίκτης. Χωρίς αυτούς η όλη εντύπωση μπορεί να ήταν επίπεδη και επαναλαμβανόμενη, αλλά ακόμα θεωρώ ότι αυτός είναι ο καλύτερος δίσκος που έχω ακούσει από την Νορβηγία. Ειδικό κρέντιτ πρέπει να δοθεί στην Nina Johansen, η οποία είναι υπεύθυνη για τους στίχους στο μεγαλύτερο μέρος. Γράφει πολύ καλά στα Αγγλικά και καθώς όλες οι λέξεις είναι σε αυτή την γλώσσα, μπορεί ο καθένας να συμπεράνει ότι αυτός ο δίσκος είναι για εξαγωγή. Ας ελπίσουμε ότι θα γίνει χιτ. Συγχαρητήρια!!΄.





Δυστυχώς ωστόσο, ήταν πολύ μακριά από το να γίνει χιτ. "Απέσπασε μεγάλη προσοχή σε συγκεκριμένους κύκλους, αλλά δεν πούλησε καλά, πράγμα φυσικά πολύ απογοητευτικό", λέει η Nina. "Αλλά ήταν ακόμα αρχές για την βιομηχανία της pop στην Νορβηγία και δεν είχε οργανωθεί η κατάλληλη διαφήμιση. Ποτέ στ'αλήθεια δεν υπήρξε μία ευκαιρία για διεθνή επιτυχία, καθώς παίζαμε μόνο σε τοπικά κλαμπ και ποτέ στο εξωτερικό-αν και ειρωνικά, το επακόλουθο ενδιαφέρον στην μουσική μας φαίνεται να έχει μεγαλώσει πολύ στο εξωτερικό". Ο Rune προσθέτει "Υπήρξε επίσης φήμη ότι το άλμπουμ έχει κυκλοφορήσει στην Vertigo στην Αγγλία και από εκεί εμφανίστηκε στην Ολλανδία, όπου η Philips είχε μεγαλύτερη δραστηριότητα. Ο μάνατζερ μας Kees de Bakker, μας ζήτησε να μετακομίσουμε εκεί, αλλά δεν συνέβη ποτέ. Ένας συγκεκριμένος αριθμός άλμπουμ πρέπει να πουλήθηκαν στην Νορβηγία, επειδή σύντομα μετά τα πρώτα αντίτυπα στη Philips επανακυκλοφόρησε στην Fontana". Ωστόσο, ο μικρός πληθυσμός της Νορβηγίας και η αρχάρια βιομηχανία δίσκων το έκαναν σχεδόν αδύνατον σε εγχώριους καλλιτέχνες να διατηρήσουν μία καριέρα αποκλειστικά στην πατρίδα τους.

Look at Me (1969)




Οι χαμηλές πωλήσεις δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημα του τρίο καθώς το καλοκαίρι συνεχίστηκε, όταν ο Satnam αντιμετώπισε την απέλαση και η Nina πάλευε να χωνέψει την απώλεια του πατέρα της. "Δεν μπορούσα να συνεχίσω να τραγουδάω" λέει. "Κάθε φορά που άνοιγα το στόμα μου απλά με έπιαναν τα κλάματα, έτσι έπρεπε να τα παρατήσουμε". Ο Rune το γύρισε σε άλλα πρότζεκτ, παίζοντας με Νορβηγούς ρόκερς, όπως οι Hole In The Wall και οι Flying Norwegians πριν μετακομίσει στην Αμερική και πάει στους Ozark Mountain Daredevils. Η Nina συνέχισε για να γίνει δασκάλα και εκτροφέας σκύλων, ενώ ο Satnam πιέστηκε να φύγει για την Δανία, καθώς δεν είχε άδεια παραμονής εκεί. Ούτε η Nina ούτε ο Rune τον είδαν ξανά από τότε ("δεν ξέρω που βρίσκεται σήμερα, αλλά θα ήθελα να έχουμε πάλι επαφή..." λέει ο Rune). Ο Kees de Bakker συνέχισε στην CBS και στην Polydor στην Ολλανδία, πριν ξεκινήσει μία μακρά καριέρα ως εκδότης βιβλίων, ενώ ο Michael Aas έγινε διευθυντής στην Νορβηγική Phonogram. Η Nina και ο Rune έκοψαν επαφή για 35 χρόνια, μέχρι την επανένωση τους το 2006, όταν το Dedicated To The Bird We Love έλαβε την πρώτη του εξουσιοδοτημένη επανέκδοση.

I'm Going (1969)





Κοιτάζοντας πίσω στην μουσική που έκαναν παρέα ο Rune λέει "Ήμασταν απλά έφηβοι που λατρεύαμε την μουσική και αλήθεια σεβόμασταν ο ένας το ταλέντο του άλλου, αλλά ο κόσμος στην Νορβηγία δεν ήταν ανοικτός σε αυτό το είδος εκείνη την εποχή. Κοιτάζω πίσω στον δίσκο και σε αυτή την όλη περίοδο με μεγάλη ευχαρίστηση και σεβασμό". Η Nina στο μεταξύ καταλήγει: "Το άλμπουμ έγινε πολύ καιρό πριν και σε ένα πολύ διαφορετικό κόσμο. Το βρίσκω φανταστικό να βλέπω ότι κατάφερε να κρατηθεί ζωντανό από τότε".


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διαβάστε/Ακούστε επίσης