Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.
Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019
THE COMMON PEOPLE
Of The People / By The People / For The People
O Joel Dennis "Denny" Robinett και ο John Bartley III άρχισαν να παίζουν μουσική στο γκαράζ των γονιών του Denny στην Center Street στο Baldwin Park της California, το 1964. Οι προθέσεις τους ήταν να εισέλθουν στους διαγωνισμούς "battle of the bands" στα τοπικά high schools. Ονομαζόμενοι επιτυχώς The Fugitives και The Caretakers, διασκέδαζαν κάνοντας αυτά μέχρι το 1966, όταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Denny μπήκε στα ντραμς, ο Mike McCarthy στο μπάσο και ένας κοινός φίλος είπε σε ένα έφηβο της περιοχής, τον Bill Fausto για μία μπάντα που χρειαζόταν ένα keyboard player. "Τον καιρό που έπαιζα μπέιζμπολ στο Λος Άντζελες και σκόπευα να κάνω καριέρα πάνω σε αυτό", ανακαλεί ο Fausto. "Δεν ήξερα κανένα από τα παιδιά στην μπάντα και ήμουν διστακτικός να δοκιμάσω, αλλά ο φίλος μου, μου είπε: "Τι θα μπορούσε να πάει λάθος;" Έτσι πήγα στο σπίτι του Denny να δοκιμάσω. Τα παιδιά ήταν πίσω, σε ένα χώρο που από γκαράζ δύο αυτοκινήτων είχε γίνει δωμάτιο. Ο Denny μου ζήτησε να τον συνοδεύσω σε κάτι που έπαιζε και το έκανα. Του άρεσε και με ρώτησε αν θα ήθελα να γίνω μέλος της μπάντας. Είπα βέβαια! Και αυτό ήταν η αρχή για τους The Common People". '
I Have Been Alone
Έγραψαν και έκαναν πρόβες στο γκαράζ που είχαν μετατρέψει, έχοντας ντύσει τους τοίχους με αυγοθήκες, έχοντας στήσει μία σκηνή στην γωνία και έχοντας βάλει σε όλο το μέρος μαύρα φωτιστικά. Σύμφωνα με τον Fausto, ο καθένας που ήξερε για αυτό το μέρος θα εμφανιζόταν και θα έκανε τα δικά του σχέδια στους τοίχους. "Αποκαλούσαμε το δωμάτιο Common Land. Φίλε έπρεπε να τό'βλεπες αυτό. Όταν έμπαινες μέσα ήταν σαν να περπατάς σε ένα απερίγραπτο σύμπαν, απλά ήταν υπέροχα". Βοήθησε ότι οι Robinetts είχαν την υποστήριξη των γονιών τους. "Η μητέρα μου ήταν πίσω μας", λέει ο Denny. "Όλη η γειτονιά θα ερχόταν να μας ακούσει να παίζουμε". Ακόμα και οι Hells Angels της περιοχής τους άρχισαν να συχνάζουν για να τους παρακολουθήσουν να κάνουν πρόβες, αν και ο Fausto το λέει με έμφαση-ενώ ο Denny ήταν μηχανόβιος-δεν ήταν ποτέ μέλη του οργανισμού.
Denny Robinett
Το γκρουπ τα πήγε καλά στα τοπικά κονσέρτα και σύντομα είχε γίνει ένα από τα πιό δημοφιλή σχήματα στο San Gabriel Valley. Έτσι τράβηξαν την προσοχή του DJ David Polk, ο οποίος είχε την τοπική δισκογραφική Flodavieur, που πρωταρχικά εστίαζε στη soul. Ο Polk ανέλαβε καθήκοντα μάνατζερ και σε κάποιο χρόνο το 1967, μάζεψε τους πέντε έφηβους σε ένα στούντιο, σε ένα σπίτι στο Pico Boulevard, στο κεντρικό LA, για να κάνουν πολλά κομμάτια, κυρίως γραμμένα από τον πολυγραφότατο Robinett.
Τέσσερα επιλέχτηκαν για να κυκλοφορήσουν σε δύο σπανιότατα 45άρια: το "Look Around" / "Dawn Of My Life" (F-602) και το "Oh My My" / "Days On My Mind" (F-603). Αν και η μπάντα ακόμα βελτιωνόταν, τα τραγούδια αντανακλούσαν τις διαφορετικές όψεις τους καλά, περιλαμβάνοντας ένα garage rock (το "Oh My My", που σε συγκεκριμένες κόπιες έχει γραφτεί λάθος ως "Oh My Mind") και υπαρξιακές μπαλάντες ("Dawn Of My Life", "Days On My Mind" και "Look Around"), όπως επίσης προβάλλοντας την τραχιά, βαριεστημένη φωνή του Robinett.
Those Who Love
"Tο "Look Around" ήταν ένα έντονο τραγούδι" θυμάται. "Ήταν γραμμένο τις μέρες που καβάλαγα την μηχανή μου". Παράξενα, τα 45άρια έγιναν και τα δύο σε κανονικό μαύρο βινύλλιο και επίσης σε κίτρινο. Όσο θυμάται ο Fausto, ποτέ δεν βγήκαν στην αγορά, αν και μπορεί να θυμηθεί να τα παίζει ο Wolfman Jack στο σόου του στο ραδιόφωνο. "Δεν έχω πάρει ούτε μία κόπια από το καθένα" λέει ο Robinett. "Δεν έχω κανένα από αυτά. Παίχτηκαν στο ράδιο από τον Wolfman Jack τότε, αλλά από όσο γνωρίζω ποτέ δεν κυκλοφόρησαν στο εμπόριο". Προφανώς ο Polk διατήρησε τις ταινίες από τα 45άρια και πολλά άλλα αρχικά τους τραγούδια, που από όταν η μπάντα άλλαξε μάνατζερ θεωρούνται χαμένα σήμερα. Αν και οι Τhe Common People ήταν μία rock μπάντα, ο Polk τυπικά τους έκλεισε σε κλαμπ περιοχών με Λατίνους και Αφροαμερικανούς. "Η μουσική μας δεν ταίριαζε με αυτές τις περιοχές", λέει ο Fausto. "Συνήθως το κοινό θα μας κάρφωνε με το βλέμμα, αναρωτιόμενοι αν θα έπρεπε να κάθονται ακίνητοι ή να αρχίσουν να χορεύουν και προσπαθώντας να ξεδιαλύνουν αν η μουσική μας τους άρεσε ή όχι. Θυμάμαι μία βραδιά το κοινό να είναι παγωμένο καθώς παίζαμε τα πρώτα δύο μας κομμάτια. Ο καθένας είχε αυτή την στωική έκφραση στο πρόσωπό του. Μετά παίξαμε το "Why Must I Be?" και όλοι άρχισαν να χοροπηδάνε και να χορεύουν. Κοίταξα τον Jerald και είχαμε και οι δυό μας ένα χαμόγελο από την μία μεριά του προσώπου μέχρι την άλλη. Μπορούσες να αισθανθείς την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και ήταν ένα όμορφο συναίσθημα".
Why Must I Be?
Έπαιξαν σε πριβέ πάρτυ, αλλά μεγάλης σημασίας ήταν η έμπνευση που έζησαν ενώ έπαιζαν στο Λας Βέγκας το 1968. Όπως ανέφερε το World Countdown τον Ιούνιο του 1969, "Μία μέρα, μετά την συγκεκριμένη μέρα στο Λας Βέγκας, μία συλλογική αλλαγή συνέβη σε όλους ταυτόχρονα". Ήταν σαν κάποιος να είχε ανάψει μία λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, εξηγεί. Ξαφνικά συνειδητοποίησαν ότι σαν άτομα δεν είχαν κατεύθυνση και είχαν θέσει λάθος στόχους. Ότι τα χρήματα και η δόξα και οι υλιστικές ανέσεις που αγοράζονται με αυτά δεν ήταν αυτό που θα ήθελαν. Τουλάχιστον για αυτούς. Τα μάζεψαν και γύρισαν στην έρημο της Νεβάδα, επέστρεψαν στην πατρίδα τους και άρχισαν σαν μπάντα να σκέφτονται μέχρι να μπορέσουν να αποφασίσουν με μία κοινή πίστη, κάτι που να μπορούν να πιστέψουν. Και τελικά αυτό τους βρήκε. Ο Χριστιανισμός. Το καλοκαίρι του 1968 η μπάντα έπαιζε μία παράσταση στο Pasadena Civic Center με τους Τhe Seeds. Ο διευθυντής της σκηνής εντυπωσιάστηκε και προσφέρθηκε να τους συστήσει στον μάνατζερ των The Seeds, ‘Lord’ Tim Hudson, τον οποίο ο Robinett πίστεψε ότι ήθελε να τους κάνει κάτι σαν τους Αμερικανούς Τhe Moody Blues.
Γεννημένος στο Cheshire, ο Hudson δεν ήταν πιά ευγενής, αλλά ήταν αποφασισμένος να βρεθεί στην σόουμπιζ. Έχοντας αναμιχθεί σε εκκολαπτόμενες σκηνές στην καριέρα των Τhe Moody Blues, ταξίδεψε στον Καναδά αρχές του 1965 και σύστησε τους Stones στο Montreal’s Maurice Richard Arena τον Απρίλιο. Από εκεί μετακινήθηκε στην Αμερική, έκανε συνέντευξη στους Beatles στο τουρ τους τον Αύγουστο του 1965, έγινε DJ στο Σαν Ντιέγκο πριν πάει στο ηγετικό σταθμό του Χόλιγουντ KFWB, αρραβωνιαστεί την κόρη του Ντιν Μάρτιν, Κλώντια, θητεύσει στο KFRC του Σαν Φρανσίσκο και δώσει την φωνή του για τα The Aristocats και The Jungle Book. Σαν ένα είδος μπαγαπόντη στο Λος Άντζελες, ισχυρίστηκε ότι είχε επινοήσει την φράση ‘flower power’ και αργότερα είχε εστιάσει από το ράδιο στο μάνατζμεντ καλλιτεχνών. Στο ρόστερ του ήταν οι Τhe Seeds και οι Τhe Lollipop Shoppe και ήταν στο ψάξιμο για άλλα σχήματα. Ο Hudson απρόθυμα συμφώνησε να έρθει και να ακούσει την μπάντα στην Common Land.
Take From You
"Όταν τελικά τον πείσαμε να έρθει ως εκεί, έμεινε μόνο για 10 έως 15 λεπτά!)" Εντυπωσιασμένος δεόντως, προσφέρθηκε να τους μανατζάρει και άρχισε να ψάχνει τρόπους να ανεβάσει το προφίλ τους. Ο Hudson γνωρίστηκε με τον εκκεντρικό κληρονόμο της S&H Green Stamps, Lewis Beech Marvin III, που ζούσε σε μία κυκλική κατοικία που ονόμαζε Moon Fire στο Topanga Canyon, όπου εκεί γινόταν ο οικοδεσπότης σε αινιγματικά event που είχαν το ίδιο όνομα με την κατοικία του (και είχε την φιλοδοξία να ξεκινήσει μία αίρεση, αν και λίγα είναι γνωστά από όλο αυτό σήμερα). Άνετα χαρακτηρισμένα ως διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, διαφορετικά Moon Fire σόου παρουσίαζαν τον Jimi Hendrix, τους Τhe Doors και την Janis Joplin. Ο Hudson κανόνισε για τους The Common People να παίξουν σε ένα τέτοιο σόου και σκόπευε να μεγιστοποιήσει την εντύπωση που δημιούργησαν. "Ήθελε να φορέσουμε μακριές λευκές κελεμπίες και να κρατάμε φαλλικά ραβδιά", λέει γελώντας ο Robinett. "Μας άρεσε και συνεχίσαμε να τις φοράμε για λίγο μετά από αυτό. Πάντα πίστευα στον Θεό, έτσι η Βίβλος δεν ήταν κάτι που να με κάνει να αισθάνομαι άσχημα". Ο Hudson στο μεταξύ θυμάται ότι "μπορώ ακόμα να τους θυμάμαι όλους μέσα στις λευκές κελεμπίες κρατώντας τα φαλλικά ραβδιά. Ο Denny Robinett είχε αληθινή επίδραση με το παρουσιαστικό του, σαν του Χριστού, όταν εισερχόταν σε κάποιο χώρο".
Με την υποστήριξη του Hudson και του Wolfman Jack, το να κάνουν παραστάσεις δεν ήταν πρόβλημα και σύντομα έπαιζαν με τους Seeds, Blue Cheer, Iron Butterfly, Linda Ronstadt & The Stone Poneys και άλλους. Ακολούθησαν ακόμα και τον Hendrix στο κακόφημο Devοnshire Downs. Χωρίς έκπληξη ο Fausto λέει ότι "Οι The Doors ήταν μία επιρροή για μένα εκείνο τον καιρό. Οι άλλες επιρροές μου στα keyboard περιλάμβαναν τους Strawberry Alarm Clock, Santana και Little Richard". Όπως το θέτει ο Hudson "Για μία στιγμή στο χρόνο οι Τhe Common People ήταν το πιό ελκυστικό γκρουπ στην Sunset Strip" και δεν άργησε να αναζητήσει γι'αυτούς ένα συμβόλαιο. Ο Fausto θυμάται να λαμβάνουν αρκετές προσφορές, αλλά υπέγραψαν μόνο με την Capitol, κάνοντας την συμφωνία με τον φίλο του Hudson, David Axelrod. Οι όροι ήταν τρία άλμπουμ σε επτά χρόνια με αντάλλαγμα 75.000 δολλάρια, αν και δεν τα είδε σχεδόν καθόλου. "Ο κόσμος νόμιζε ότι ήμασταν πλούσιοι" λέει ο Robinett, "αλλά ποτέ δεν ήταν αλήθεια αυτό".
Land of a Day
Ο Robinett είχε ένα μεγάλο αριθμό τραγουδιών για να γίνουν, αρκετά από τα οποία περιείχαν ένα πνευματικό υπόγειο ρεύμα. "Τραγούδια σαν τα "Land Of A Day", "Soon There’ll Be Thunder" και "Take From You" ήταν όλα πολύ εμπνευσμένα από τις γραφές στην Βίβλο" λέει. Όλως περιέργως το World Countdown ανέφερε ότι "Όταν ο Denny και το γκρουπ άρχισαν να σχεδιάζουν για το άλμπουμ, αποφάσισαν ότι θα βάλουν όλη την ενέργειά τους για την ολοκλήρωσή του. Διάλυσαν το Common land (και κάθε τι μέσα σε αυτό) συσκευάζοντας τα σε ένα τεράστιο κουτί που είχαν κατασκευάσει και το έθαψαν στο χώμα. "Σε επτά χρόνια" θα έλεγε πολύ σοβαρά ο Denny, "θα αναστήσουμε το Common Land". Ρωτώντας σήμερα γι'αυτό ο Robinett χαχανίζει "Ποτέ δεν το θάψαμε! Το βάλαμε σε ένα γκαράζ και μας το έκλεψαν". Με τα συμβόλαια στην Capitol υπογεγραμμένα, άρχισαν να κάνουν demo 40 τραγούδια στα Gold Star στούντιο στο Λος Άντζελες.
Soon There'll Be Thunder
Ο Hudson μετά διάλεξε ό,τι αυτός θεωρούσε τα καλύτερα να ηχογραφηθούν για το άλμπουμ, που τυπώθηκε στα στούντιο της Capitol σε περίεργες εποχές ανάμεσα στις 13 Σεπτεμβρίου του 1968 και 14 Μαρτίου του 1969. "Έγραψα και συνέθεσα όλο το άλμπουμ με την βοήθεια του αδελφού μου Jerald", λέει ο Robinett και μόλις η μπάντα είχε φτιάξει τα βασικά τρακς, ο Hudson τους έκλεισε μερικούς άριστους στούντιο παίκτες να προσθέσουν πνευστά και έγχορδα. Μεγαλεπήβολες συνθέσεις θεωρητικά έγιναν από τον Axelrod, έναν από τους αστέρες-συνθέτες της Capitol, αλλά μετά μεσολάβησε η μοίρα. "Η γυναίκα του΄έπεσε θύμα σε τροχαίο την ημέρα που ξεκινήσαμε να ηχογραφούμε¨, θυμάται ο Robinett "έτσι ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να κάνει σύνθεση σε τίποτα από ότι παίξαμε και τον είδαμε μόνο πολύ λίγο σποραδικά. Δεν έκανε την διαφορά μουσικά μιλώντας για μας, καθώς δεν μπορούσε να συνεισφέρει ιδιαίτερα ακόμα. Αλλά ήταν λυπηρό και αισθανόμασταν πολύ άσχημα για αυτόν και την γυναίκα του".
Days On My Mind
Με την απουσία του Axelrod, η Capitol έγινε ανήσυχη και άρχισε να ασκεί πίεση για να τελειώσει γρήγορα το άλμπουμ. Καθώς το θέτει ο Hudson, "Δυστυχώς μείναμε από χρήματα και υποστήριξη από την Capitol, που χρειαζόμασταν στ'αλήθεια για να ολοκληρώσουμε το κόνσεπτ". Καίρια, τα απαστράπτοντα, αλλόκοτα έγχορδα που είχαν σχεδιαστεί για το μεγαλύτερο μέρος του άλμπουμ, κατέληξε να ακούγονται μόνο σε τρία κομμάτια. "Ξεκινήσαμε να κάνουμε ένα πλήρως ορχηστρικό θέμα", αναστενάζει ο Hudson, "αλλά όταν η γυναίκα του Axelrod τραυματίστηκε άσχημα, έπρεπε να παραιτηθεί από την παραγωγή. Μετά από αυτήν την καταστροφή ακουγόταν σαν δύο άλμπουμ σε ένα". Ο Robinett έπρεπε να μπεί για να κάνει τις συνθέσεις: "Έγραψα όλα στη θέση του Axelrod και ο Sid Sharp, ο ηγέτης της συμφωνικής ορχήστρας, απλά έπαιξε σύμφωνα με ότι ήταν γραμμένο, αν και ο ίδιος έκανε τις δικές του συνθέσεις για την συμφωνική. Ο Tim θα ούρλιαζε από τα ηχεία, "Αυτό ακούγεται καλά-αυτό, αυτό θέλω!". Ο Hudson το αντιπαρέρχεται όμως λέγοντας "'ολη η ενορχήστρωση και οι συνθέσεις στα πρώτα τρία κομμάτια έγιναν απλά με εμένα και την μπάντα στο στούντιο. Ο Sid Sharp είπε ότι ήταν η πιό απίστευτη εμπειρία που είχε ποτέ". Ο Fausto ωστόσο δεν ήταν παρών. "Ποτέ δεν είδα αυτούς τους μουσικούς", λέει. "Θα έκανα ντάμπινγκ στα τρακς με keyboard όταν τα παιδιά είχαν τελειώσει. Ήταν λίγο δύσκολο απλά να παίξω το δικό μου μουσικό μέρος φορώντας τα ακουστικά μου". Είχε και ένα άλλο βάρος στην ψυχή του εκείνο τον καιρό επίσης, που ίσως εξηγεί κάποια από την μελαγχολική μαγεία των τραγουδιών: "Κατά την διάρκεια του χρόνου που κάναμε αυτά τα τραγούδια, ένας πολύ στενός μου φίλος σκοτώθηκε μπροστά στα μάτια μου. Νομίζω ότι τα πλήκτρα αντανακλούν την λύπη μου". Ο Hudson πιστώθηκε ως ‘Director and Producer’ στο εξώφυλλο, αλλά το αν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για αυτό είναι συζητήσιμο.
Ο Fausto λέει: "τον θυμάμαι να κάθεται σε ένα πάγκο δίπλα μου στο πιάνο ενώ ηχογραφούσαμε το "Go Every Way". Ήταν αλήθεια πολύ ενθουσιασμένος και ρόκαρε με την μουσική μας" και επίσης λέει "Ο Tim έκανε ότι καλύτερο μπορούσε, όπως τον θυμάμαι ήταν ένα ανήσυχο...ερείπιο". Αλλά οι ιδέες του δεν ήταν πάντα τα πιό ενδιαφέροντα σημεία. Συγκεκριμένα ο Hudson πρόσθεσε πνευστά σε δύο κομμάτια (τα "Girl Said – Know" και "This Life She Is Mine"), φαινομενικά σε μία προσπάθεια να αιχμαλωτίσει τον ήχο που έκαναν δημοφιλή οι Chicago και οι Blood, Sweat & Tears εκείνο τον καιρό. Ο Robinett θυμάται να θαυμάζει εκείνες τις μπάντες και να είναι ανοιχτός στην επιρροή των πνευστών, αλλά υποθέτει ότι η προσθήκη τους ήταν μία προσπάθεια του Hudson να γλυκάνει τα λιγότερο εμπορικά κομμάτια. Μία απόφαση παρμένη από τον Hudson που όλοι συμφωνούν ότι ήταν φρικτή ήταν η ενσωμάτωση μίας σύνθεσης δικής του-το παιχνιδιάρικο "They Didn’t Even Go To The Funeral". "Ήταν ιδέα του Tim" λέει ο Fausto. "Ήταν για τους Beatles, που δεν πήγαν στην κηδεία του Brian Epstein. Είχαμε πολύ πλάκα όταν το κάναμε ωστόσο-μας πήρε μεγάλο μέρος από την πίεση που μας είχε ασκηθεί". Ο Robinett είναι λιγότερο διπλωμάτης. "Αυτό το τραγούδι μας επιβλήθηκε. Δεν είχαμε επιλογή. Ήμουν τρελαμένος τόσο, που κόντευα να παραιτηθώ και να φύγω από το γκρουπ. Ακόμα και μέχρι σήμερα οι γιοί μου που ακούνε με ρωτούν: "Μπαμπά, τι είναι αυτό...;"
They Didn’t Even Go To The Funeral
Τρία τραγούδια που ηχογραφήθηκαν δεν μπήκαν στο άλμπουμ, με τίτλους "Sing It Away", "Time To Live" και "Today Is The Right Day". "Φοβάμαι ότι χάθηκαν εκτός κι αν η Capitol τα έχει κάπου", λέει ο Robinett. Η Capitol έχει αλήθεια μία ηχογράφηση των sessions στα οποία ηχογραφήθηκαν (μαζί με εναλλακτικές βερσιόν αρκετών τρακς του άλμπουμ), αλλά το αν έχουν σωθεί ή όχι δεν είναι ξεκάθαρο. Η μπάντα ήταν πολύ ευχαριστημένη με το τελειωμένο άλμπουμ. "Ακουγόταν πολύ κοντά σε ότι ήταν μέσα στο μυαλό μου" λέει ο Robinett, προσθέτοντας ότι "Μπορούσαμε να το είχαμε κάνει χωρίς τα ουρλιαχτά σε κάποια τραγούδια". Ο Fausto συμφωνεί, προσθέτοντας ότι η μίξη λείπει από ένα αριθμό τραγουδιών. Το Of The People / By The People / For The People From The Common People (τον τίτλο δανείστηκαν από το λόγο του Λίνκολν) εμφανίστηκε στην Αμερική και Καναδά την 1η Ιουλίου του 1969. Το εξώφυλλο παρουσίαζε μία κατάλληλα αινιγματική πόζα της μπάντας στην έρημο Mojave το χάραμα, με απόκρυφες εσωτερικές σημειώσεις από τον Hudson που επισήμαινε: ‘We share wines of a different world, we share minds too far apart, our dreams will never meet in reality, the follies of our past never will bring the light of death to the others of whom we are all brothers. A man has the right to be a man, his soul is only for those who wish to understand his mind. The beauty of his words makes the listening something that comes from his environment, and forever will your world be in peace.’
This Life She Is Mine
Η Capitol δεν έβγαλε ένα σινγκλ, αν και τα πρώτα δύο τρακς "Soon There’ll Be Thunder" και "I Have Been Alone", εμφανίστηκαν στο άλμπουμ της εταιρείας για εκείνο τον μήνα Disc Jockey Sampler Album (Capitol SPRO 4774). Η περίληψη που το συνόδευε τους αποκαλούσε "ένα μάλλον ασυνήθιστο γκρουπ", προσθέτοντας ότι "φέρνοντας μαζί διαφορετικές επιρροές, οι The Common People σφυρηλατούν μία μουσική τοποθέτηση εντελώς ορίτζιναλ και πολύ-πολύ εντυπωσιακή". Επιπροσθέτως το άλμπουμ διαφημίστηκε από το Rolling Stone την 9 Αυγούστου μαζί με τις νέες κυκλοφορίες από τους Mad River και τους Lothar & The Hand People. Λίγο καλό τους έκανε ωστόσο, το λιγότερο όχι λόγω του ότι-όπως η μπάντα ανακάλυψε με απογοήτευση-το άλμπουμ τους με δυσκολία βγήκε από τις αποθήκες και το μόνο σχόλιο για αυτό που εμφανίστηκε στον τύπο μοιάζει να είναι αυτή η εύστοχη δήλωση στο World Countdown: "η μουσική τους έχει ρομαντισμό, είναι μυστικιστική και παράξενα απομονωμένη κάποιες φορές, ταυτοχρόνως ψυχεδελική και ανακουφιστική". "Δεν υπήρξε ημερομηνία κυκλοφορίας από την Capitol, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τουρ για να υποστηρίξουμε το άλμπουμ και ποτέ δεν ήταν διαθέσιμο στα μαγαζιά για πώληση, από όσο ξέρω", λέει ο Robinett. "Σχεδόν μοιάζει σαν να είχε μπει στο ράφι εδώ στην Αμερική". Του δόθηκαν δέκα κόπιες, αλλά θυμάται πώς όταν ένα δισκάδικο στο Χόλιγουντ έδειξε ενδιαφέρον, ο Hudson έπρεπε να του στείλει μερικές από τις δικές του κόπιες. Ο Fausto, στο μεταξύ θυμάται πως ποτέ δεν έβγαλε ούτε κέρμα από το δίσκο: "Η μοναδική φορά που πληρωθήκαμε ήταν από την Capitol για τα session της ηχογράφησης!"
Dawn of My Life
Η μπάντα συνέχισε να παίζει για λίγο διάστημα, σε γάμους και πάρτυ όπως επίσης σε κανονικές παραστάσεις, αν και ο ενθουσιασμός τους είχε μπλοκαριστεί από την Capitol. Ο Hudson, στο μεταξύ είχε σταματήσει να δέχεται τηλεφωνήματά τους. Τραγικό ήταν το συμβάν τον Ιούνιο του 1970, όταν ο Jerald και ο πεθερός του βρίσκονταν σε μία λέμβο δύο ατόμων στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο και ο πεθερός του έπαθε έμφραγμα και έπεσε στο νερό. Ο Jerald βούτηξε πίσω του, αλλά δεν ήταν αρκετά έμπειρος κολυμβητής και πνίγηκαν και οι δύο. Ήταν μόλις 22 χρονών τότε. "Με όλα τα εμπόδια με την κυκλοφορία του δίσκου και μετά με αυτή την τραγωδία ήμασταν σχεδόν διαλυμένοι", λέει ο αδελφός του. "Για μένα τότε, το να συνεχίσουμε με άλλον ντράμερ δεν ήταν καν σκέψη". Ο Fausto θυμάται καλά αυτήν την απαίσια στιγμή περιγράφοντάς την "ένα τεράστιο χτύπημα σε όλους μας και ένας σημαντικός παράγοντας που διαλύθηκε η μπάντα μας". Μετά την διάλυση ο Fausto μετακόμισε στην Χαβάη. "Απλά ήθελα να φύγω μακριά από τα ναρκωτικά και το lifestyle στα οποία ζούσα τα τελευταία λίγα χρόνια με την μπάντα". Ξεκίνησε μία δουλειά που καθάριζε χαλιά, την οποία πούλησε το 1978, όταν πήγε πίσω στην Καλιφόρνια για να δουλέψει σε μία άλλη δουλειά. Έχοντας τραυματιστεί σε μία μεγάλη έκρηξη στην εργασία του, επέστρεψε στην Χαβάη, όπου ζει σήμερα. Στο μεταξύ ο Robinett, έκανε οικογένεια και ξεκίνησε μία κατασκευαστική εταιρεία, ενώ συνέχισε να γράφει και να ηχογραφεί τραγούδια.
Τα μόνα που είδαν το φως της ημέρας ήταν το "Cry Cry Complain" και το "You’re Still There", που τα έκανε μόνος του ως Joel Robinett & A Band Of Gold το 1979, στέλνοντας μιά χούφτα από κόπιες στα τοπικά ραδιόφωνα. Επέστρεψε στο στούντιο την άνοιξη του 2006 για να ηχογραφήσει νέο υλικό, αλλά δεν είχε σχέδια για να τελειώσει το άλμπουμ. "Το εύχομαι! Είναι απλά μουσική που ήθελα να ηχογραφήσω από καιρό". Ο Robinett έχασε επαφή με τον Fausto, όταν μετακόμισε στη Χαβάη, αλλά το καλοκαίρι του 2006 επισκέφθηκε έναν παιδικό φίλο στην Φοντάνα. "Ο φίλος μου, μου είπε ότι ακόμα δυό φίλοι έρχονταν" λέει. "Κάποιος που δεν αναγνώρισα έφτασε και μετά όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δεν είχα δει για χρόνια άρχισαν να με ρωτάνε αν γνώριζα ποιός ήταν ο τύπος που στεκόταν εμπρός μου. Πιάστηκα τελείως ανίδεος και είπα, "Παραιτούμαι! Ποιός είναι;" Μετά όλοι άρχισαν να γελάνε υστερικά και να λένε "είναι ο Denny" Ω ΘΕΕ ΜΟΥ! είχα ένα κόμπο στο λαιμό όταν τον αγκάλιασα με την πιό μεγάλη αγκαλιά που μπορούσα (καθώς ο Denny ήταν πάνω από 1.80 και γύρω στα 120 κιλά). Ήταν από τις πιό όμορφες στιγμές της ζωής μου-ήταν πάνω από 37 χρόνια που δεν είχαν συναντηθεί οι ματιές μας. Που πήγαν όλα αυτά τα χρόνια;"
Οι σύντροφοι στην μπάντα θυμήθηκαν τις παλιές ημέρες και μίλησαν για το πώς θα πάνε ξανά στο στούντιο, αν και στο ψυχρό φως της ημέρας ο Robinett είπε "νομίζω ότι είναι φρούδες ελπίδες". Όσο για τα άλλα μέλη, ο κιθαρίστας John Bartley (που είχε βρεθεί στο Βιετνάμ για ένα μεγάλο μέρος κατά την διάρκεια ζωής της μπάντας) και ο μπασίστας Mike McCarthy έχουν πεθάνει. Το τρέχον ενδιαφέρον για την μπάντα ενθουσιάζει τον Fausto. "Είμαι έκπληκτος που ο καθένας θα ενδιαφερόταν στο να θέλει να μάθει για εμάς", λέει χαμογελώντας. "Δεν ήμασταν τόσο μεγάλοι. Ίσως θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει, αν δεν είχαμε κολλήσει μετά τον απρόσμενο θάνατο του Jerald-ποιός ξέρει;"
Όσο για τον ‘Lord’ Tim Hudson έχασε επαφή μαζί τους αμέσως μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ. Ερωτηθείς ως προς την αξιολόγησή τους, σημειώνει εμφατικά: "Κάποιες φορές κερδίζεις και κάποιες χάνεις. Ήταν στο δικό τους στυλ, αλλά ποτέ δεν τους δόθηκε η ευκαιρία και δυστυχώς ο δίσκος τους δεν ορθοπόδησε μέσα στην ελεγχόμενη βιομηχανία των δίσκων. Το άλμπουμ χάθηκε και δεν έχω ούτε κόπια του. Ήταν όμως για μιά στιγμή στο χρόνο ένα μοναδικό γκρουπ στην εποχή τους".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου