Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.
Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019
MORNING
Hidden Gems
Έχοντας ως κεντρικό άξονα ένα πυρήνα από μουσικούς από διάφορα γκρουπ της Νότιας Καλιφόρνιας, που είχαν αναμιχθεί με επιτυχία στην rock, surf, folk και ψυχεδέλεια, οι Morning ήταν πρωτοπόροι σε όλο αυτό που θα έπαιρνε τον τίτλο και θα εδραιωνόταν αργότερα ως West Coast Sound.
And Now I Lay Me Down (1972)
Η ιστορία τους αρχίζει το 1960, όταν ένα γκρουπ μαθητών και φίλων του San Fernando Valley Junior High School, βρέθηκαν μαζί για να σχηματίσουν μία μπάντα, όπως μας αποκαλύπτει ο κιθαρίστας Terry Johnson:
"Ο Matt Hyde και εγώ παρακολουθήσαμε το Callahan St. Elementary School. Οι γονείς του, του αγόρασαν μία ακουστική κιθάρα που σύντομα την ακολούθησε μία ηλεκτρική και ενισχυτής και όχι πολύ μετά ένα ηλεκτρικό μπάσο. Ο Matt έπαιρνε μαθήματα. Έκανα οικονομία και αγόρασα μία κιθάρα των 15 δολλαρίων από ένα ενεχυροδανειστήριο. Ο Matt μοιράστηκε την γνώση του μαζί μου, μέχρι που άρχισα να παίρνω μαθήματα κάπως αργότερα. Μάθαμε πολλά παίζοντας μαζί. Όταν προχωρήσαμε στην εκπαίδευση, πηγαίναμε σε διαφορετικά σχολεία. Ο Matt και κάποιοι άλλοι ξεκίνησαν ένα γκρουπ και μου ζήτησαν να μετέχω".
Ο πιανίστας Jim Hobson επίσης ήρθε εκείνη την εποχή στο γκρουπ: "Πήγα στους The Coachmen το 1960, την πρώτη μου χρονιά στο high school και τα μέλη ήταν ο Terry Johnson, ο Matt Hyde, και ο Bob Aida στα ντραμς, ο Ned Pas στο σαξόφωνο και τρομπέτα έπαιζε κάποιος με το όνομα Jack. Η πρώτη συναυλία των The Coachmen που θυμάμαι ήταν για ένα φιλανθρωπικό σκοπό, που η μητέρα του Matt ήταν αναμιγμένη. Ακόμα έχω έντονη την ανάμνηση από αυτή τη συναυλία-μας είχαν πεί ότι ήταν η πρώτη φορά που κάποιοι από τους αναπήρους που παρακολουθούσαν χτυπούσαν τα πόδια τους κάτω με χαρά και απολάμβαναν, έτσι ήταν πολύ εντυπωσιακή πρώτη παράσταση για μένα".
Jim Hobson
Όταν ο Bob Aida άφησε το γκρουπ το 1962, ο James “Jim” Kehn ήρθε να τον αντικαταστήσει: "Πήγα όταν ήμουν γύρω στα δεκατρία μου χρόνια. Έπαιρνα μαθήματα ντραμς σε ένα μουσικό εργαστήρι. Ο δάσκαλος μου θα έπαιζε σαξόφωνο, ενώ εγώ καθόμουν σε ένα μικρό σετ και έπαιζα μαζί του στο τέλος κάθε μαθήματος. Ο Matt ήρθε μέσα και με άκουσε να παίζω, του άρεσε, σημείωσε το όνομα μου και μου τηλεφώνησε δυό μέρες αργότερα. Την επόμενη εβδομάδα η μητέρα του Matt με πήρε και με πήγε στο σπίτι του Jim Hobson για να κάνουμε τζαμ. Ένα τραγούδι που λεγόταν "Woo Hoo" από τους Rock-A-Teens είχε ένα ντραμς σόλο... Το έσκισα. Τα παιδιά τρελάθηκαν και κάλεσαν τους φίλους τους από το τηλέφωνο να ακούσουν να το παίζω. Μου ζήτησαν να μπώ στο σχήμα!"
Όχι πολύ μετά την άφιξη του Kehn, ο Hobson άφησε τους The Coachmen για να δουλέψει με τους The DuVals. "Ήμουν λίγα χρόνια μεγαλύτερος από όλους τους άλλους", εξηγεί "και ξεκίνησα να δουλεύω σε δυό άλλες μπάντες επίσης κατά την διάρκεια του high school και δώσαμε πολλές παραστάσεις και έκανα καλά λεφτά για παιδί, κατά την διάρκεια του σχολείου-οι The DuVals με οδήγησαν να γίνω ένας full time επαγγελματίας μουσικός". Οι The DuVals ήταν πολύ συχνά ένα διαφυλετικό σχήμα (κάτι ιδιαίτερα ριζοσπαστικό για την εποχή), που έπαιζαν μία μίξη R&B, Motown, rock, doo-wop, αλλά και θέματα από το top 40, αν και παρά το γεγονός ότι είχαν κυκλοφορήσει ένα 45άρι που γεγόταν ‘The Last Surf’, το γκρουπ δεν ήταν μέρος της surf σκηνής, καθώς ο Jim Hobson με καημό επισημαίνει. "Οι The DuVals ποτέ δεν υπήρξαν ένα surf σχήμα, το πιό κοντινό που είχαν σε surf ήταν ο τίτλος του κομματιού μόνο. Το σινγκλ ηχογραφήθηκε κατά την διάρκεια του καλοκαιριού/φθινοπώρου του 1963".
Angelena (1970)
Ο ηγέτης των The DuVals, Bill Wild, συνέχισε για να γίνει μέλος στους Ruben & the Jets, μία από τις παραγωγές του Zappa. Ο Ruben (ή “Ben” όπως τον έλεγαν στην μπάντα) και ο συνεργάτης του στο τραγούδι αποκαλούνταν The Apollo Brothers και μερικές φορές τραγουδούσαν με τους The DuVals. Ο Jim έχει ιδιαιτέρως τρυφερές αναμνήσεις από τους δύο μήνες παραμονής που είχαν οι The DuVals σε ένα στριπτιζάδικο το 1964.
"To Carolina Lanes, στο Inglewood της Καλιφόρνια φημιζόταν ότι ήταν το πρώτο μέρος με τόπλες χορεύτριες στο Λος Άντζελες και ήμουν μόνο 19 χρονών τότε. Συνέχισα για να δουλέψω με μία άλλη μπάντα, τους Tony & the Tempests, για άλλους έξι μήνες, όταν ακόμα ήμουν ανήλικος για το Carolina Lanes".
Λίγο μετά αφού ο Hobson άφησε τους The Coachmen, το γκρουπ άρχισε να ψάχνει για νέο κιθαρίστα. Η μπάντα είχε τραβήξει την προσοχή ενός τοπικού μουσικού καταστήματος, που τους προσκάλεσε να παίξουν στο ετήσιο Hollywood Teen Fair, καθώς εξηγεί ο James Kehn: "Τους The Coachmen τους γούσταραν πολύ αυτοί στο μουσικό κατάστημα στο Northridge που λεγόταν Lively Arts και είχαν ένα περίπτερο στην έκθεση. Μας έδιναν συνήθως εξοπλισμό έτσι μας ζήτησαν να παίξουμε στο περίπτερό τους". Ψάχνοντας ακόμα κιθαρίστα, ο Terry Johnson άρχισε να τηλεφωνεί τριγύρω στα τοπικά μουσικά καταστήματα: "Κάλεσα τον Ernie Ball στο Tarzana, τότε μόλις ένα κατάστημα με κιθάρες και όχι τον κολοσσό των δισεκατομμυρίων που έχει γίνει σήμερα. Τον ρώτησα αν γνώριζε κανένα κιθαρίστα που να έψαχνε να μπεί σε γκρουπ. Ο τύπος είπε ότι υπήρχε ένα παιδί τότε στο κατάστημα και ήταν πολύ καλός κιθαρίστας. Τελοσπάντων του μίλησα και το ένα έφερε το άλλο και και ανακαλύψαμε ότι είχαμε παίξει μαζί σε ένα περίπτερο σε μία παρόμοια εκδήλωση στο Pacific Ocean Park. Η μητέρα του τον πέταξε μέχρι το μέρος που ήμασταν και του κάναμε οντισιόν. Ταίριαξε καλά. Πρόσθεσε ένα στοιχείο surf στο γκρουπ". Επιπρόσθετα στους surf ήχους που ο Jay Lewis έφερε στο γκρουπ, ο James Kehn ανακαλεί την επίδραση που είχε πάνω τους η Beatlemania. "Μετά την είσοδο του Jay στην μπάντα, έγραψε ένα κομμάτι surf που ηχογραφήσαμε. Αλήθεια γράφαμε ακολουθώντας πιστά την εμφάνιση των Beatles στο Ed Sullivan Show. Όλοι ήθελαν να γίνουν σαν κι αυτούς. Ο Jay και ο Terry ήταν οι πιό φανατικοί...κουρέματα και όλα".
Sleepy Eyes (1970)
Οι The Coachmen έπαιξαν σε όλη την Καλιφόρνια, τόλμησαν ακόμα και μέχρι την Νεβάδα να φτάσουν για να παίξουν στο Teenbeat Club στο Λας Βέγκας, τo πρώτο-πρώτο νάιτ κλαμπ για εφήβους αποκλειστικά. Αρχικά ένα ορχηστρικό γκρουπ κάτι στο στυλ των The Ventures/Dick Dale κατά την διάρκεια των αρχικών τους ημερών, το 1964 το lineup είχε ενισχυθεί με τον τραγουδιστή Bob Mercer, όπως επίσης ένα παίκτη σαξόφωνου που ονομαζόταν Mike Dean, τον οποίο ο Kehn είχε φέρει από τους Richie Ray and the Del Prados, ένα άλλο γκρουπ στο οποίο έπαιζε ντραμς τότε. Στα μέσα του 1965, το lineup είχε επεκταθεί περαιτέρω.
"Σ'αυτό το σημείο είχαμε τρία κορίτσια να κάνουν backing vocals, κάναμε πολύ surf υλικό, R&B, καθώς και υλικό αλα Beatles και συναφές της Αγγλικής εισβολής" αποκαλύπτει ο Terry. Πριν τελειώσει ο χρόνος υπήρξε άλλη μία αλλαγή του lineup που ήταν η απομάκρυνση των γυναικείων backing vocals. Ο Bob Mercer επίσης έπαψε να τραγουδάει, αναλαμβάνοντας έναν back stage ρόλο όταν οι εναπομείναντες παίκτες πήραν μία νέα ταυτότητα με το όνομα Wind, μία αλλαγή ονόματος που ο Terry περιγράφει ως, "...μία προσπάθεια να μπούμε στην τρέλα της folk rock". "Πριν είχαμε ονομαστεί The Coachmen", συνεχίζει, "από ένα τοπικό αυτοκινητιστικό κλαμπ, απλά αισθανθήκαμε ότι το όνομά μας ήταν ξεπερασμένο. Μην γνωρίζοντας ποτέ ακριβώς τι σήμαινε The Coachmen, η κάρτα (business card) μας έγραφε "progressive rock". Ούτε κι αυτό ξέραμε ποτέ τι σήμαινε". Κάνοντας μεγάλη εντύπωση στην παλλόμενη σκηνή του Λος Άντζελες, οι Wind έγιναν μία συχνή ατραξιόν σε ιδιωτικά πάρτυ για τους εκλεκτούς στο Χόλιγουντ, δίνοντάς τους μία εικόνα ενός διαφορετικού κόσμου.
Wind - He Who Laughs Last (1966)
"Θυμάμαι να παίζουμε μία φορά στο σπίτι του Peter Lawford στο Brentwood με πολλούς σταρ του κινηματογράφου" ανακαλεί ο James Kehn. "Η Patty Duke ήταν δημοφιλής εκείνο τον καιρό με δικό της τηλεοπτικό σόου. Ήταν μία νέα έφηβη και φάνταζε παράξενο να την βλέπεις να πίνει, να καπνίζει και να βρίσκεται στα πάρτυ με τους ενήλικες".
Η φήμη των Wind γρήγορα επεκτάθηκε σε σημαντικά μέρη και με αίτηση της κυβέρνησης, πήγαν για να παίξουν για τον Adolfo Lopez Mateos, πρόεδρο του Μεξικό, κατά την επίσκεψή του στην Αμερική, παρουσιάζοντας μπροστά σε ένα υψηλού κύρους κοινό, που περιλάμβανε τον πρόεδρο Lyndon Johnson και την Jayne Mansfield. Εκτός του να παρουσιάζει με τους Wind, ο James Kehn είχε αρχίσει να εργάζεται ως session μουσικός για τον παραγωγό Richie Podolor στα American Recording Studios.
"Μία από τις πρώτες "πραγματικές" επαγγελματικές ηχογραφήσεις που έκανα ποτέ ήταν με μία μπάντα που λεγόταν Richie Ray and the Del Prados", αποκαλύπτει. "Ο Mike Dean έπαιξε σαξόφωνο στην μπάντα επίσης...ήμασταν στην πρώτη μας εφηβεία τότε. Ηχογραφήσαμε ένα τραγούδι που λεγόταν "The Twirl" και τότε ήταν που συνάντησα τον Podolor. Του άρεσε πολύ το παίξιμό μου στα ντραμς και μου ζήτησε να κάνω session δουλειά".
Μέσα από αυτή την συνεργασία οι Wind είχαν την ευκαιρία να επωφεληθούν κάποια session για την ηχογράφηση δυό ορίτζιναλ κομματιών. "Θυμάμαι να βρίσκομαι στο διαμέρισμα του Jay στο Canoga Park με τον Matt και τον Bob Mercer", συνεχίζει ο Kehn. "Μιλούσαμε και αποφασίσαμε να γράψουμε κάποια δικά μας πράγματα. Θυμάμαι να κάθομαι στο πάτωμα με χαρτί και μολύβι να γράφω στίχους για το "Your Man" και το "He Who Laughs Last". Κάναμε μία συμφωνία με τον Podolor με αντάλλαγμα να μας αφήσει να ηχογραφήσουμε εκεί...ίσως κάναμε κάποια δωρεάν session δουλειά". Ο Johnson έχει μία ελαφρώς διαφορετική γνώμη του πώς έγιναν αυτά τα session. "Πήραμε τα χρήματα για δύο ώρες δουλειά στο στούντιο του Podolor. Νομίζω ότι ο Mercer ήταν αυτός που πλήρωνε. Πρέπει να πλήρωσε για όλη τη φάση. Το στούντιο ήταν ακόμα υπό κατασκευή, έτσι η τιμή ήταν χαμηλή", αν και ο Kehn επισημαίνει, "Το στούντιο ήταν ήταν πολύ της μόδας δεν ήταν υπό κατασκευή. Πάντα έτσι ήταν από τότε που οι Steppenwolf και οι Three Dog Night ηχογραφούσαν εκεί".
Το 45άρι κυκλοφόρησε σε μικρή ποσότητα τον Απρίλιο του 1966 στην δισκογραφική του γκρουπ που είχαν δώσει το όνομα Early Morning, κάνοντας τα ορίτζιναλ δισκάκια εξαιρετικά σπάνια. Χωρίς έκπληξη, δοθέντος του μικρού αριθμού που έβγαλαν, ο δίσκος πέρασε απαρατήρητος και οι Wind τελικά αποδομήθηκαν. Στη συνέχεια Lewis και Johnson έσμιξαν με τους Bobby Bond & the Agents, οι οποίοι ήταν μία δημοφιλής ατραξιόν στα κλαμπ του San Fernando Valley, όπου συνάντησαν τον ντράμερ και κιθαρίστα Barry Brown. Με ηγέτη τον Bob Simpson και παίρνοντας έμπνευση για το όνομά τους από την τότε τρέλα με τον James Bond, οι Bobby Bond & the Agents είχαν μία τεράστια επιτυχία ως μπάντα στο μπαρ Big Daddy πριν πάνε στο Fireball στο Canoga Park.
Bobby Bond & the Agents - Anyway (1966)
Ο Denny Bohn, ένας καλός φίλος της μπάντας θυμάται κάποιες άγριες νύχτες στο Fireball:
"Πρέπει να ήταν το μεγαλύτερο μπαρ στο Λος Άντζελες. Πιστεύω ότι ήταν αποθήκη πριν μεταμορφωθεί σε μπαρ. Κάθε νύχτα τα Go-Go girls χόρευαν ενώ η μπάντα έπαιζε κάποια από τα καλύτερα rock που έχετε ακούσει. Μιά φορά είδα τον Bob να ζητά παραγγελίες από το κοινό. Σε απόκριση στην πρώτη παραγγελία η μπάντα αμέσως άρχισε το "96 Tears" χωρίς να πάρει ανάσα. Μπορούσαν να παίξουν οτιδήποτε. Μία άλλη νύχτα έγινε ένας καυγάς, το Fireball ήταν το στέκι της συμμορίας μηχανόβιων Satan’s Slaves καθώς και πολλών τραχιών αγροτών. Πρέπει να ήταν γύρω στους 50 ανθρώπους σε αυτό τον καυγά, ήταν σαν ταινία του John Wayne, αλλά η μπάντα δεν έχασε ούτε νότα μέσα από όλο αυτό. Οι μπάτσοι ήρθαν και άκουσα έναν να λέει στον άλλο, ΄πρέπει να ρίξουμε ένα πυρσό αναμμένο σε αυτό το μέρος να το κάψουμε ολοσχερώς΄".
Στο μεταξύ ο James Kehn, είχε επιστρέψει στην session δουλειά με τον Podolor και μαζί με τον Matt Hyde και τον Mike Dean, ξεκίνησαν ένα τρίο και άρχισαν να παρουσιάζουν με το όνομα The Krabz.
"Ο Mike Dean έπαιζε Farfisa, ο Matt κιθάρα, εγώ ντραμς και όλοι μας τραγουδούσαμε. Ο Mike ήταν πολύ έντονα επηρεασμένος από τον Ray Charles, έτσι κάναμε αρκετά από τα τραγούδια του. Επίσης παίξαμε Beatles, Byrds, Dylan και διάφορα soul και top 40 τραγούδια. Ήμασταν αλήθεια ένα πολύ συμπαγές τρίο. Ένα κύριο μέρος που παίζαμε ήταν το Big Daddy. Συνήθως δεχόμασταν φραστικές και περιστασιακά φυσικές ενοχλήσεις από τους χορηγούς μας για τα μακριά μας μαλλιά. Δεν ήμασταν ενήλικες και δεν θα έπρεπε να παίζαμε εκεί".
"Ήταν απίθανοι" ανακαλεί ο Denny Bohn, "θα μπορούσαν να γεμίσουν μία αίθουσα και να τους έχουν όλους να χορεύουν. Μερικές φορές ο Jay ή ο Barry θα κάθονταν μαζί τους". Ο Mike Dean είχε επίσης την δική του μπάντα τους Michael Wesley Group, που επίσης περιλάμβαναν τον Terry Johnson μαζί με τον ντράμερ Bruce Walters. Έχοντας επιζήσει από τον πυρπολισμό οι Bobby Bond and the Agents τελικά πήραν διαφορετικούς δρόμους στα μέσα του 1967. Ο Lewis και ο Johnson έδωσαν νέα πνοή στο παλαιό lineup των Wind, αυτή την φορά με το όνομα Moorpark Intersection, παίρνοντας την έμπνευσή τους από μία μικρή πόλη της Καλιφόρνια. Ο Pat Hicks, ιδιοκτήτης του Lively Arts Music, σύστησε τους Moorpark Intersection στον φημισμένο jazz κιθαρίστα Howard Roberts, ο οποίος χρησιμοποίησε την επιρροή του για να βοηθήσει το γκρουπ να κλείσει ένα συμβόλαιο με την Capitol. "Αρκετοί από μας είχαν την ημερήσια δουλειά τους στην Benson Electronics", εξηγεί ο Terry Johnson. "Ο Howard Roberts ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος. Ήταν καλλιτέχνης της Capitol. Τέλοςπάντων κάναμε ένα συμβόλαιο. Πληρωθήκαμε σταδιακά για τα sessions".
Πηγαίνοντας στο στούντιο με παραγωγό τον David Axelrod τον Νοέμβριο, οι Moorpark Intersection άρχισαν να δουλεύουν σε κομμάτια για ένα υποψήφιο 45άρι, ηχογραφώντας μία βερσιόν του pop psych κομματιού του Jerry Heller, "I Think I’ll Just Go and Find Me a Flower", κάτω από την διεύθυνση του Axelrod. "Δεν θυμάμαι τον Axelrod να έχει πολύ επιρροή πάνω μας, παρά μόνο στο "I Think I’ll Just Go and Find Me a Flower" θυμάται ο Kehn. "Η Capitol πρέπει να κατείχε τα δικαιώματα έτσι μας είχε να το ηχογραφούμε. Δημιουργήσαμε, παίξαμε και τραγουδήσαμε τα μέρη σε όλα τα τραγούδια που ηχογραφήσαμε εκεί".
Moorpark Intersection - Yesterday Holds On (What Is The Nature Of The Business You’re In)
Παρά την παρατήρηση της έλλειψης άλλης δουλειάς, πρέπει να σημειωθεί ότι ο Axelrod συνεργάστηκε με τον Jay Lewis για να συνθέσουν άλλο ένα κομμάτι ηχογραφημένο από τους Moorpark Intersection, το μελαγχολικό pop psych διαμαντάκι "Yesterday Holds On (What Is The Nature Of The Business You’re In)". Επιπροσθέτως σε αυτά τα δύο τραγούδια αρκετά άλλα ορίτζιναλ του γκρουπ ηχογραφήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των ‘Sure Is Good’, ‘Walk With Me’, ‘Your Man’, ‘Young Married Blues’, και μία διασκευή του χιτ των Sir Douglas Quintet, ‘She’s About A Mover’.
Οι Moorpark Intersection βγήκαν από το στούντιο για να παρουσιάσουν ζωντανά σε μία σειρά από περιστάσεις, καθώς αποκαλύπτει ο Terry Johnson: "Εμφανιστήκαμε σε τοπικά κλαμπ και μπαρ. Το αποκορύφωμα ήταν ένα σετ στο Dante's, ένα πολύ γνωστό τζαζ κλαμπ στο Βόρειο Χόλυγουντ. Μην έχοντας ακούσει ότι εμφανίζεται ένα rock γκρουπ, το πλήθος ήταν αρκετά ευγενικό, αλλά ήμασταν έξω από τα νερά μας". Το 45άρι τελικά εμφανίστηκε τον Δεκέμβριο, με την θαυμάσια, αέρινη ερμηνεία του "I Think I’ll Just Go and Find Me A Flower" που παρουσιάζει τον Mike Dean στα φωνητικά και στο φλάουτο, ενώ στην άλλη πλευρά βρίσκεται το "Yesterday Holds On".
Ωστόσο με ελάχιστη υποστήριξη από την Capitol, ο δίσκος απέτυχε να εκτοξευθεί και οι Moorpark Intersection είχαν διαλυθεί κατά τον Φεβρουάριο του 1968.
As It Was (1970)
Μετά το τέλος των Bobby Bond and the Agents, ο Bob Simpson είχε γίνει ο μάνατζερ του κλαμπ που λεγόταν The Green Lantern, το οποίο σύντομα έγινε το επίκεντρο για παραστάσεις από διάφορα στοιχεία των The Coachmen, των The Krabz και τώρα των διαλυμένων πιά Agents, συχνά παίρνοντας σειρά παίζοντας διαφορετικές νύχτες. Επίσης υπήρχαν ειδικές βραδυές που Matt, Jay, Terry, James και Mike έπαιζαν όλοι μαζί. Ο James Kehn είχε απορρίψει την προσφορά να πάει σε άλλη μπάντα, καθώς περίμενε την Capitol, μία κίνηση που θα μετάνιωνε όταν αυτή η μπάντα θα γινόταν το νέο καυτό σχήμα Kenny Rogers and the First Edition. Απτόητος, ο Kehn επέστρεψε ακόμα μία φορά στη session δουλειά για τον Richie Podolor, παίζοντας σε αρκετά κομμάτια που τελικά θα εμφανίζονταν στο άλμπουμ Barabajagal του Donovan, ενώ επίσης έπαιξε ντραμς για άλλο τοπικό σχήμα γνωστό ως Accent’s Limited. Ο Jim Hobson είχε παρομοίως παίξει σε sessions για τον Podolor για λίγα χρόνια, (αν και αυτός κι ο Kehn δεν γνώριζαν την σύνδεση ο ένας του άλλου με τον Podolor) και είχε πάει να παίξει και να ηχογραφήσει με τον θρυλικό ντράμερ της rock, Sandy Nelson. Ο Kehn ανακαλεί αυτή την περίοδο: "Ένας κιθαρίστας στους The DuVals, ο Roger Yorke, εργαζόταν στο στούντιο του Podolor και δούλευε επίσης με τον Sandy Nelson. Ο Roger ήταν ο σύνδεσμος που με πήρε για να κάνουμε demo sessions με τον Podolor και μετά να παίξουμε στα άλμπουμ του Sandy Nelson. Είχα να δουλέψω με κάποιους μεγάλους στούντιο παίκτες του Λος Άντζελες σε αυτά τα sessions, όπως ο Barney Kessel, ο Glen Campbell και πολλούς περισσότερους μουσικούς που τώρα αναφέρονται ως ‘The Wrecking Crew.’ Έπαιξα σε δυό συναυλίες ως τρίο με τον Jim Hobson και τον Roger Yorke".
Easy Keeper (1970)
Κάνοντας ομάδα με τον Matt Hyde ως συνέταιροι και με την οικονομική κάλυψη από τον Joe Long και την μητέρα του, (μαζί με ουσιαστικό ποσό χρημάτων από τον παππού του Hyde και ένα μικρότερο ποσό από τους γονείς του Hobson) άρχισαν να χτίζουν ένα στούντιο ηχογράφησης στην Tarzana, που κατάλληλα ονόμασαν The Recording Studio. Ο Hobson εξηγεί πώς:
"Είχα ένα συνέταιρο γύρω στο 1966 και είχαμε ένα γκαράζ στούντιο φτιαγμένο από κάποιον που μας κορόιδεψε. Αποφάσισα να μάθω πώς να φτιάχνω στούντιο και πήγα να δουλέψω για μία εταιρεία που λεγόταν HAECO-βοήθησα να φτιαχτούν και εγκατέστησα τις κονσόλες και τον εξοπλισμό που πήγε στην A&M Records. Ο Matt Hyde δούλευε εκεί επίσης. Για πολλούς μήνες δούλευα 8 ώρες στην HAECO την ημέρα και μετά πήγαινα κατευθείαν στο στούντιο και δούλευα εκεί μέχρι πολύ νωρίς το πρωί της επομένης. Το 1969, παραιτήθηκα από την HAECO και πήγα για να φτιάξω το στούντιο με φουλ ωράριο. Έφτιαξα κονσόλα και στούντιο από την αρχή".
And I'm Gone (1970)
Μετά τους Moorpark Intersection, ο Jay Lewis είχε πάει με τους The Dutch Mill, ένα σχήμα με ηγέτη τον Snoopy Pfisterer (πρώην ντράμερ και παίκτη harpsichord των Love) οι οποίοι έπαιζαν στα κλαμπ του Λος Άντζελες. Τον Οκτώβριο του 1968, με σύσταση του Snoopy, ο Jay χρησιμοποιήθηκε από τον Arthur Lee για να παίξει στο ανανεωμένο lineup των Love, μαζί με τον Frank Fayad και τον George Suranovich. Κατά την διάρκεια εκείνου του χρόνου ο Jay ήταν γνωστός με το όνομα που γεννήθηκε, Jay Donnellan, μία αλλαγή που ο Lee είχε επιμείνει, καθώς ο γιατρός του λεγόταν επίσης Jay Lewis και έχοντας δύο ανθρώπους με το ίδιο όνομα γύρω του ήταν κάτι που ο Arthur δεν μπορούσε να διαχειριστεί.
Ο Lee και η νέα του ενσάρκωση των Love έπαιρναν μία πολύ διαφορετική κατεύθυνση σε σχέση με την προηγούμενη, αποφεύγοντας την ντελικάτη ενορχηστρωμένη acid folk για έναν πιό heavy rock ήχο, πράγμα που μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητό από την γρήγορη κιθαριστική δουλειά στο "August" που θα άνοιγε το Four Sail, LP που το γκρουπ ηχογράφησε για την Elektra στο The Recording Studio. Ο Jay συνέγραψε το "The Singing Cowboy" με τον Lee, γράφοντας την μελωδία που θα συμπλήρωνε τον στίχο του Lee. Λίγο μετά οι Love άρχισαν να ηχογραφούν περισσότερο υλικό που θα ακολουθούσε με την κυκλοφορία του Out Here και έφεραν τον Jim Hobson για να παίξει όργανο και πιάνο για δύο κομμάτια. Τελοσπάντων, στα μισά των sessions, ο Jay απροσδόκητα βρήκε τον εαυτό του εκτός μπάντας, όπως αποκάλυψε στον δημοσιογράφο Nick Warburton, σε μία συνέντευξη το 2009:
"Μία μέρα εμφανίστηκα στο στούντιο και η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Χτύπησα και δεν πήρα απόκριση. Κάθησα και περίμενα τρία-τέσσερα λεπτά και μετά ξαφνικά η πόρτα άνοιξε και ο Arthur έβγαλε έξω το κεφάλι του και είπε, "δεν σε χρειαζόμαστε σήμερα". Εγώ είπα "Αλήθεια;" και μου είπε "ναι, πήραμε κάποιον άλλο για αυτό το τραγούδι" και έκλεισε την πόρτα και κλείδωσε. Αργότερα εκείνη την μέρα πήρα ένα τηλεγράφημα από τον μάνατζερ της εταιρείας και μέχρι σήμερα θυμάμαι τις ακριβείς λέξεις επειδή έλεγε:"Σε εκτέλεση των επιθυμιών και ευχών σας δεν είστε πια μέλος των Love".
Ο Barry Brown, ο πρώην ντράμερ με τους Bobby Bond & the Agents το είχε γυρίσει στην κιθάρα και ήταν ο ηγέτης ενός γκρουπ που λεγόταν East Lynne. Όταν το αρχικό lineup είχε χαλάσει, ο Brown έκανε ομάδα με τον Kehn, τον Hyde και τον μπασίστα Gary Horn, για να ηχογραφήσουν κάποιο υλικό στο στούντιο του Hobson ως τελευταίο της μπάντας στα μέσα του 1969. Δεν ήταν πολύ αργότερα που Brown, Lewis και Hobson αποφάσισαν να ενώσουν τα ταλέντα τους σε ένα νέο σχήμα. Ο Hobson περιγράφει πώς βρέθηκαν μαζί με ένα κοινό όραμα του τι ήλπιζαν να καταφέρουν. "Κάποιο χρόνο αφού ο Jay έφυγε από τους Love και σύντομα μετά την ηχογράφηση του Barry στο στούντιό μου, και οι δύο με πλησίασαν σαν μουσικό και ιδιοκτήτη στούντιο με την πρόταση να ηχογραφήσουμε ένα τραγούδι του καθενός μας και μετά να προσπαθήσουμε να τα συγκρίνουμε για να δούμε αν θα καταφέρναμε κάτι διαφορετικό. Ο Jay, ο Barry κι εγώ είχαμε ένα συγκεκριμένο στόχο για την μπάντα και θέλαμε να ελέγχουμε την προσέγγισή μας, έτσι ώστε να πετύχουμε το στόχο μας. Ο στόχος μας ήταν να προσπαθήσουμε να είμαστε τόσο ορίτζιναλ όσο ήταν δυνατόν και να εμφανιστούμε με μουσική που θα είχε επίσης και κάποια εμπορική αξία. Δεν θέλαμε να αντιγράψουμε κάποια άλλη μπάντα, ούτε να κάνουμε τα ίδια και τα ίδια και να πάμε μόνο για εμπορική προσέγγιση. Θέλαμε να αναμίξουμε μία ποικιλία ήχων και στυλ σε κάτι που θα ακουγόταν νέο, και όπως ελπίζαμε διαφορετικό. Ψάχναμε για τον δικό μας ήχο".
Tell Me a Story (1970)
Το πρώτο τρακ που ηχογράφησαν ήταν το "Time" του Hobson, στο οποίο ο Jim, ο Jay και ο Barry είχαν πίσω τους μία συλλογή από πρώην και νυν (για τότε) μέλη των Love, όπως τους George Suranovich, Frank Fayad και Paul Martin. Ο Hobson αποκαλύπτει πως ήταν μία ανταποδοτική κίνηση. "Αυτοί οι μουσικοί μας βοηθούσαν, όπως βοήθησα και εγώ τους Love παίζοντας λίγο όργανο και πιάνο σε αρκετά τραγούδια τους χωρίς πληρωμή". Φέρνοντας τον Kehn και τον Johnson, με τον δεύτερο τώρα στην ρυθμική κιθάρα, μαζί με τον session παίκτη Bruce Wallace στο μπάσο, ακολούθως ηχογράφησαν το υπέροχο "Angelena", ένα τρακ που συν-έγραψαν ο Brown και ο Rich Dinsmore όταν ήταν στους East Lynne, μαζί με το ονειρικό "Early Morning" του Jay. Αυτό το τελευταίο τρακ ενέπνευσε τον Jim Hobson να προτείνει το όνομα Morning για το νέο σχήμα, "...προσπαθούσαμε να κάνουμε κάτι νέο, μία νέα μουσική αρχή." Παρά την πεποίθηση του κοινού, ποτέ δεν ήταν γνωστοί ως The Morning. Ο Bob Mercer βοήθησε να συγκρίνουν τις demo ηχογραφήσεις σε διάφορες εταιρείες, εγείροντας πολύ το ενδιαφέρον, με τον Lewis, τον Brown και τον Hobson τελικά να κατασταλλάζουν στην Vault. "Πήγαμε στη Vault", θυμάται ο Hobson, "καθώς μας επέτρεπαν να κάνουμε τα άλμπουμ μας χωρίς καμία δημιουργική παρέμβαση από αυτούς. Απόλυτη αρτιστική ελευθερία ήταν μάλλον ένα σπάνιο πράγμα για μία δισκογραφική σε μία άγνωστη μπάντα εκείνες τις μέρες και ακόμα χειροκροτάω την Vault που ήταν τόσο ανοικτή και μας επέτρεψε να έχουμε εμείς τον έλεγχο για αυτά που έπρεπε να κάνουν εκείνοι". Φέρνοντας τον Kehn και τον Johnson, τώρα στην ρυθμική κιθάρα, μαζί με τον session Bruce Wallace στο μπάσο επέστρεψαν στο στούντιο Tarzana με μηχανικό τον Matt Hyde για να κάνουν το υπόλοιπο που θα γινόταν το πρώτο τους άλμπουμ. Ο Terry εξηγεί τον ρόλο του στο νέο σχήμα: "Χρειαζόταν άλλος ένας κιθαρίστας για να γεμίσει ο ήχος της μπάντας, περισσότερο για τα live παρά για οτιδήποτε άλλο. Ο Jay μου έδωσε μερικά κομμάτια, το "Early Morning" και το "Time" και είπε ΄εδώ μάθε αυτά τα μέρη΄. Το έκανα".
Αυτή η αλλαγή στο στάτους δεν πήγε για όλους καλά "Αυτό είναι ο πονοκέφαλός μου" αποκαλύπτει ο Kehn. "Έπαιξα στο "Angelena" και στο "Early Morning", κομμάτια που θεωρούσα μέρος του επίκεντρου του γκρουπ. Σύγκριναν τα κομμάτια πριν καν ολοκληρώσω το δικό μου κομμάτι και συμφώνησα για αυτό. Έπρεπε να τους διαολοστείλω, αλλά αντί αυτού δούλεψα... Δεν θυμάμαι γιατί το έκανα αυτό..."
Dirt Roads (1970)
Για τους επόμενους λίγους μήνες το γκρουπ περισσότερο ή λιγότερο έζησε μέσα στο στούντιο καθώς ηχογραφούσαν και συνέθεταν κάθε τρακ με την ηρεμία τους, με μόνες διακοπές τα περιστασιακά "κλεισίματα" του στούντιο για καλλιτέχνες, όπως αυτό για τον Hoyt Axton. Αυτές οι διακοπές ήταν μία ευκαιρία για το γκρουπ να δουλέψει πάνω σε νέα τραγούδια και έδωσαν στον Kehn τον χρόνο να κάνει κάποια επιπρόσθετη session εργασία, ηχογραφώντας με τους Iron Butterfly και τους Blues Image στο στούντιο του Podolor. Για το εξώφυλλο έστρεψαν την προσοχή τους στον Kent Bash, έναν παλιόφιλο του Barry Brown από το σχολείο, που τους είχε εντυπωσιάσει με την δουλειά του και συγκεκριμένα με τα σχέδια που ζωγράφιζε πάνω στις λαμαρίνες των αυτοκινήτων. Ο Kent λέει την ιστορία αυτή: "Έτυχε να είμαι άστεγος εκείνο τον καιρό. Ένας φίλος, ο Ed Burket, που είχε ένα βενζινάδικο στο Northridge, της Καλιφόρνια, με άφησε να μείνω εκεί ενώ πάλευα να ορθοποδήσω. Προσπαθούσα να γίνω καλλιτέχνης, όχι να δουλεύω από τις 9 το πρωί έως τις 5 το απόγευμα και πλήρωνα τις συνέπειες. Μετά ήρθαν σε μένα να ζωγραφίσω το εξώφυλλο του άλμπουμ τους. Τους το έκανα στο βενζινάδικο. Δεν το ήξεραν φυσικά όλο αυτό καθώς ντρεπόμουν. Δούλευα την νύχτα αργά και το ζωγράφιζα στο πάτωμα καθώς δεν είχα καβαλέτο".
Παρά το γεγονός ότι δούλευε υπό τέτοιες συνθήκες, ο Bash δημιούργησε μία φωτεινή εικόνα για το εξώφυλλο, σε διάφορες αποχρώσεις του κίτρινου, του μωβ και του πράσινου, με τον ήλιο να ανατέλει στον ορίζοντα πάνω από τα βουνά που στέκονται πάνω από μία πλημμυρισμένη κοιλάδα, με αιθέρια, ημιδιάφανα πορτρέτα των μουσικών να επιπλέουν μέσα στο σκηνικό. Όταν η Vault δεν πλήρωσε τον Bash για την τέχνη του στο εξώφυλλο, οι Morning μαζεύτηκαν και έπαιξαν για να μαζέψουν χρήματα να του ξεπληρώσουν ότι του χρωστούσε η εταιρεία, μία από τις λιγοστές (στα δάχτυλα του ενός χεριού μετρημένες) live εμφανίσεις τους που έκαναν. "Με αυτά τα χρήματα μπορούσα να νοικιάσω ένα μέρος και να μην είμαι πιά άστεγος", εξηγεί ο Kent, "είμαι πολύ ευγνώμων στους Morning για την συμπονετική χειρονομία. Ποτέ δεν το ξέχασα, όπως δεν έχασα και την αίσθηση της κατανόησης για αυτούς που βρέθηκαν άστεγοι μέσα από διάφορες περιστάσεις, όπως θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. Σαν επακόλουθο, υπήρξε μία έκρηξη στην δουλειά μου καθώς είχα πιά ένα στούντιο όπου μπορούσα να φτιάχνω, να ζωγραφίζω και να δημιουργώ όλα ότι ήθελα". Ωστόσο ο Jim Hobson αμφιβάλει ότι έγιναν έτσι τα πράγματα και πιστεύει ότι ο παλιός φίλος του Kent, Barry Brown του έδωσε τα χρήματα για να τον βοηθήσει λέγοντάς του αυτή την ιστορία.
Το ντεμπούτο άλμπουμ των Morning κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1970 με θετικές κριτικές. Ειδικότερα το The Hollywood Reporter σημείωνε: "Οι Morning είναι ένα από τα ελάχιστα γκρουπ που ξέρουν τι να κάνουν με πλήρη έλεγχο. Κάνουν καλούς δίσκους". Όλος ο χρόνος και η προσπάθεια που έγινε για την παραγωγή του άλμπουμ κατέληξαν σε ένα καλογυαλισμένο West Coast rock ήχο με jazz, folk και country πινελιές, γεμάτο πλούσιες αρμονίες, φορτωμένο με τρομερή κιθαριστική δουλειά και ντελικάτο πιάνο, όλα πολύ όμορφα παιγμένα. Τα κομμάτια που ξεχωρίζουν περιλαμβάνουν το νυσταγμένο "Sleepy Eyes", το "Angelena" με τα ειλικρινή και εγκάρδια φωνητικά και το κομμάτι που κλείνει, "Dirt Roads", τον παιάνα του James Kehn στην ειδυλλιακή του παιδική ηλικία, παρουσιάζοντας πινελιές από steel guitar που έπαιξε σαν guest ο Al Perkins. Συγκρίσεις με τους The Band, Crosby Stills & Nash, Poco, κλπ, είναι πιθανόν αναπόφευκτες, αλλά οι Morning ήταν πρωτότυποι. Ήταν μπροστά στο παιχνίδι σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, με το "Tell Me A Story" να ακούγεται παραδόξως σαν τον Jackson Browne, ένα γεμάτο χρόνο πριν κυκλοφορήσει το ντεμπούτο άλμπουμ του τελεταίου.
Understand My Ways (1972)
Οι Morning έπαιξαν ελάχιστα live για να υποστηρίξουν το άλμπουμ, εμφανιζόμενοι στο Santa Monica Civic Auditorium και στο The University of Santa Barbara, αλλά αργότερα χρησιμοποιούσαν βοηθό στο μπάσο, αφού ο Bruce Wallace αποχώρησε. Το γκρουπ είχε τον χρόνο να τελειοποιηθεί πριν κάνει δημόσιες εμφανίσεις: "Κάναμε πολλές πρόβες για να προετοιμαζόμαστε για τα live", αποκαλύπτει ο Johnson. "Επαιξα διάφορα όργανα. Μερικά lead όταν τα ακουστικά μέρη του Jay ήταν ακόμα πιό πολύπλοκα, μερικά ακουστικά, λίγο μπάσο και μπάντζο στο "Tell Me A Story". Είχαμε ένα πολύ εξελιγμένο ηχητικό σύστημα για την εποχή, που περιλάμβανε ένα Hammond B3 και Leslie speaker που χρησιμοποιούσαμε σε μερικά τραγούδια. Όσο αφορά στα live ήμασταν λίγο βαρετοί. Απλά παίζαμε το άλμπουμ όπως ακριβώς ήταν ηχογραφημένο". Τελικά βρέθηκε και μόνιμος μπασίστας στο πρόσωπο του Stuart Brotman (έπαιξε στην εποχή του Bernice στους Kaleidoscope).
Το καλοκαίρι το γκρουπ άρχισε να δουλεύει για το follow up άλμπουμ τους, αν και σε αυτό το σημείο η εμπλοκή του Hobson με το γκρουπ είχε μειωθεί καθώς αυτός είχε αρχίσει να εστιάζει στην τεχνική πλευρά της διαδικασίας ηχογράφησης σαν μηχανικός.
Με τον Hobson να παίρνει θέση στα μετόπισθεν, το καθήκον της γραφής των τραγουδιών έπεσε στον Lewis και στον Brown, με τον Lewis να συνεισφέρει με το αυτοβιογραφικό "Only To Say Goodnight", ένα τραγούδι που εμπνεύστηκε από την εκδίωξή του από τους Love. Ένα άλλο highlight του Lewis είναι το μελαγχολικό "And Now I Lay Me Down" και το "Jay’s Movie Song", ένα ορχηστρικό που είχε γράψει (αλλά τελικά δεν χρησιμοποιήθηκε) για μία ταινία του Jack Nicholson. Μέσα σε αυτό τον δίσκο μουσικοί μου φίλοι υπάρχει ένα τραγούδι διασκευή του θέματος "For Free" της Joni Mitchell, από το άλμπουμ της Ladies Of The Canyon του 1970. Αυτό το κομμάτι λοιπόν, τραγουδισμένο από τον Barry, όχι μόνο ξεπερνάει κατά πολύ την επιτυχημένη διασκευή των Byrds, που τραγούδησε ο David Crosby στο LP τους του 1973, αλλά συναγωνίζεται ακόμα και την απόλυτη διασκευή σε κομμάτι της Joni Mitchell, αυτή του "Woodstock" από τους Matthew’s Southern Comfort. Ακούστε το παρακάτω και θα το διαπιστώσετε.
For Free (1972)
Αν και ο Kent Bash είχε σχεδιάσει ένα πανέμορφο εξώφυλλο για αυτό το δεύτερο άλμπουμ η Vault επέλεξε να βάλει τις ασημένιες ράβδους με τυπωμένο πάνω τους το όνομα του γκρουπ. Το σχέδιο που είχε φτιάξει για το εξώφυλλο ο Kent Bash είναι η αρχική φωτογραφία στο άρθρο που περιλαμβάνει το γκρουπ και το μπουκάλι που πάνω του γράφει MORNING.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου