Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.
Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019
ERIC ANDERSEN
American Folk Scene
Προερχόμενος από το κύκλωμα των folk-κλαμπ, ο Eric Andersen έχει διατηρήσει μέχρι σήμερα μία καριέρα βασισμένη στην folk σαν τραγουδιστής και τραγουδοποιός από την δεκαετία του '60. Σαν τραγουδοποιός δεν στράφηκε σε θέματα κοινωνικής φύσεως, όπως πολλοί folkies της εποχής, αλλά τα θέματά του ήταν περισσότερο ρομαντικής, ποιητικής φύσης.
Is It Really Love at All? (1972)
Ας δούμε όμως κάποια από την δισκογραφική του δουλειά.
Today Is the Highway (1965, Vanguard)
Το πρώτο του LP τον δείχνει σε πλεονεκτική θέση. Ένας νέος άνδρας, στα 20+ χρόνια του, να έχει αδιαμφισβήτητα χαρίσματα σαν παρουσιαστής και σαν τραγουδοποιός. Τα τραγούδια του είναι άκρως προσωπικά, κυρίως μιλάνε για τη φύση της αγάπης και την ευχαρίστηση της εκπλήρωσης. Δεν έχει φόβο να εκφραστεί τίμια και ειλικρινά. Η folk στα πιό ωμά της, μόνο με κιθάρα, φωνή και περιστασιακά φυσαρμόνικα. Έχει ένα τρόπο να παίρνει κοινότυπα θέματα και να τα κάνει ...λιγότερο κοινότυπα. Οι φαν του στυλ θα διασκεδάσουν ακούγοντας τον δίσκο αλλά τα τραγούδια είναι μεγάλα, δεν υπάρχει κάποιο πολύ ξεχωριστό και δύσκολα στέκεται έξω από το σωρό που περιλαμβάνει τον Dylan, τον Hardin, τον Ochs, την Sainte-Marie, κλπ. Το ενδεικτικό και μάλλον καλύτερο συνθετικά τραγούδι του δίσκου, ένα παρόμοιο του "Scarborough Fair".
Looking Glass (1965)
'Bout Changes 'n' Things (1966, Vanguard)
Το δεύτερο άλμπουμ του επίσης όλο ακουστικό, είναι καλύτερο από το πρώτο με πολύ πιό αξιομνημόνευτα και ποικίλα τραγούδια, που συμπεριλαμβάνει τις πιό γνωστές του συνθέσεις "Violets of Dawn", "Thirsty Boots" και "Close the Door Slightly When You Go". Ένα επιτυχημένο άλμπουμ, όχι ιδιαιτέρως χαρακτηριστικό, αλλά κάθε τραγούδι έχει κάτι ενδιαφέρον να πεί και το λέει αρκετά πειστικά. Οι μελωδίες επίσης είναι βελτιωμένες. Περισσότερο από κάθε άλλο άλμπουμ του αλήθεια θυμίζει πολύ Dylan στη φωνή, ένα πρόβλημα που θα τον τυρρανούσε καθ'όλη την διάρκεια της καριέρας του (όταν απομακρυνόταν από αυτό το στυλ ερμηνείας τα πράγματα ήταν μάλλον χειρότερα), αλλά λυρικά είναι πολύ λιγότερο αφηρημένος και περισσότερο προσανατολισμένος στις σχέσεις και μετά από μερικά ακούσματα η προσωπικότητά του αρχίζει να δείχνει ειλικρινής και είναι αδιαφιλονίκητα σε αυτό το LP που συμβαίνει αυτό.
Thirsty Boots (1966)
'Bout Changes 'n' Things Take 2 (1967, Vanguard)
"Είναι ποιητής. Χωρίς αμφιβολία", γράφεται στο Hi-Fi / Stereo Review τον Νοέμβριο του 1967. Το τραγούδι του "Violets of Dawn", ένας σουρεαλιστικός εφιάλτης της αγάπης στο σκοτάδι το αποδεικνύει. Όλα τα τραγούδια έχουν ηχογραφηθεί στο προηγούμενο LP. Η διαφορά είναι ότι σε αυτό υπάρχει το κέλευσμα των καιρών που λέγεται folk-rock. Το όλο πρότζεκτ υποστηρίζεται από rock μπάντα. Ο δίσκος δεν βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τα κλασικά της περιόδου, αλλά είναι ένα επιτυχημένο LP αναδεικνύοντας τον Eric στο peak της δεξιότητάς του ως τραγουδοποιός.
Violets of Dawn (1967)
More Hits From Tin Can Alley (1968, Vanguard)
Πώς μπορεί κάποιος να βρει ψεγάδι σε ένα άλμπουμ τόσο πεισματικά φωτεινό όσο αυτό; Σίγουρα ο Andersen κάνει τις κατάλληλες υποχρεωτικές κινήσεις απέναντι στην κοινωνική πραγματικότητα, αλλά υποψιάζομαι τα συναισθήματά του είναι περισσότερο ακριβώς μαζεμένα σε τόνους, που διαμορφώνουν την μακροχρόνια έκκληση του τροβαδούρου για την ιερότητα του ανεξάρτητου πνεύματος. Καθισμένος κάποιος στην ασφάλεια του σαλονιού του θα μπορούσε να βρει
διέξοδο στην ένταση μιάς πολυάσχολης ημέρας. Αν όχι και περισσότερα. Το στυλ ένα βήμα πιό πέρα από το 'Bout Changes 'n' Things Take 2, με την προσθήκη ηλεκτρικής κιθάρας και μερικών πνευστών. Τα πνευστά έχουν την ιδιαιτερότητα να κάνουν μερικά τραγούδια να ακούγονται ως mainstream pop παρά folk-rock, πράγμα όχι και τόσο καλό. Μία εξαίρεση το "Honey" είναι σχεδόν hard rock με lead κιθάρα που ανεβάζει ένα κατά τα άλλα μέτριο τραγούδι. Υπάρχουν μερικά τυπικά ενδιαφέροντα τραγούδια σε στίχους, αν μπορείς να τα παρακολουθήσεις, καθώς και μερικές μελωδίες που έρπουν πάνω σου (δύο από τα καλύτερα-η ντροπαλή μπαλάντα "Just a Little Something" και το αλά Simon & Garfunkel meets Dylan "Rollin' Home". Μοιάζει να αναζητά μία κατεύθυνση και αυτή να μην είναι εκεί γύρω, αλλά όπως συμβαίνει με όλα του τα άλμπουμ αν τα ακούσεις σίγουρα θα βρείς πολύ καλές στιγμές μέσα.
Rollin' Home (1968)
A Country Dream (1969, Vanguard)
Hχογραφημένο στα Νότια με τους τοπικούς γίγαντες Charlie McCoy, Weldon Myrick και Kenny Buttrey o πειραματισμός του Andersen με την country με κάτι σπανιότατο, μία αξιόλογη διασκευή του "(Sittin' On) The Dock of the Bay". Η επιτυχία του ωστόσο, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ομοιότητά του με το original. Ο όλος δίσκος στην πραγματικότητα πάει περισσότερο στην folk και pop με ψήγματα country, παρά στην αληθινή country. Πολύ εύκολα το εξέχον κομμάτι είναι η τρυφερή μπαλάντα "Deborah, I Love You". Ένας τέλειος διασκεδαστικός δίσκος που του λείπει η επιμονή και η προσωπικότητα παρόμοιων δίσκων που έγιναν την ίδια περίοδο, όπως ας πούμε του Dylan ή του Townes Van Zandt.
Deborah, I Love You (1969)
Avalanche (1968, Reprise)
Το folk στυλ του Andersen πάντοτε βασιζόταν περισσότερο στον ρομαντισμό παρά στις πολιτικές του πεποιθήσεις και αυτό είναι μέρος του λόγου που είναι ένα ξεχασμένο ξαδερφάκι του Dylan, του Ochs, της Baez κλπ, ακόμα κι αν οι στίχοι του έδειχναν ευφυία και περιστασιακά δεξιοτεχνία.
Κάθε φορά που νομίζω ότι μισώ το άλμπουμ ή ότι μου αρέσει, έρχεται το επόμενο κομμάτι για να με κάνει να αλλάξω γνώμη. Στο τέλος καταλήγω ότι είναι ένα άλμπουμ μπερδεμένο με μερικά τραγούδια να ξεχωρίζουν. Ο Eric Andersen είναι ένας ενδιαφέρων τύπος, που αξίζει να ερευνήσει κανείς, αλλά του λείπει η επιμονή για να αξίζει είτε την εμπορική, είτε την κριτική επιτυχία του Dylan ή της Mitchel ή το cult κοινό των Hardin, Buckley και Ochs.
For What Was Gained (1968)
Eric Andersen (1970, Warner Bros.)
Καλά και επαγγελματικά ηχογραφημένο, με κάθε σεβασμό, όμως κάτι λείπει. Αυτό που λείπει στην δουλειά του Andersen σαν συνθέτης και σαν παρουσιαστής/ερμηνευτής είναι η αληθοφάνεια και η αίσθηση της αφοσίωσης. Όταν λέω αληθοφάνεια εννοώ ότι παρά το δράμα που παρουσιάζει, συχνά μου χτυπάει σαν κάτι ανούσιο τελικά. Ίσως ο χρόνος που ξόδεψε για να καταπιαστεί με τόσα διαφορετικά πράγματα (δυστυχώς δεν είναι διαθέσιμα στο youtube), θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί για να αναπτύξει ένα δικό του στυλ ή απλά να παραμείνει στην άνεση (αν και ξεπερασμένα) του 'Bout Changes 'n' Things. Οι καλύτερες στιγμές του στα "Secrets" και "She Touched Me".
She Touched Me (1969)
Blue River (1972, Columbia)
Το καλύτερο άλμπουμ του, όπως θεωρείται από τους περισσότερους, αν όχι το αριστούργημά του. Ίσως υπάρχουν πολλά για να κριτικάρει κανείς στα πρώτα του άλμπουμ, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που μπορεί να κατηγορηθεί ότι προσπαθεί να μοιάσει στον James Taylor. Δίνοντας το ρομαντικό, λυρικό του όραμα αυτός ο δίσκος του light τραγουδιστή-τραγουδοποιού μπορεί να χαρακτηριστεί σαν το κατάλληλο όχημα γι'αυτόν. Γιά ένα πράγμα. Η ερμηνεία του, ενώ δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο τουλάχιστον ακούγεται άνετα από κάποιον. Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα και στα καλύτερά του είναι δάσκαλος στο να φτιάχνει τραγούδια που έχουν κάτι να πούν, αλλά δεν το κάνει με πολύ στυλ. Δεν υπάρχουν τραγούδια που θα έπρεπε να είναι χιτ σε αυτό το άλμπουμ. Απλά είναι μία συλλογή από μελετημένα, ειλικρινή τραγούδια που αφήνουν μία ευχάριστη εντύπωση, αλλά δεν μπορούν να σε "μπριζώσουν", εκτός αν συνδέσεις το άκουσμα με τους στίχους. Ανέκαθεν σε κάθε του δίσκο ο Eric αποζημίωνε τους φαν του με ένα τουλάχιστον αξιόλογο τραγούδι. Σε αυτό συμβαίνει κάτι περισσότερο. Το από τους περισσότερους καλύτερο τραγούδι του "More Often Than Not" δεν είναι γραμμένο από τον ίδιο, αλλά από τον David Wiffen τραγουδιστή/τραγουδοποιό, ακόμα πιό "άγνωστο" από τον Andersen. Στo "Sheila" χρησιμοποιεί μία από τις παλιές καλές folk μελωδίες, αν και το "Blue River" (με την Joni Mitchell να κάνει backing vocals) μαζί με το "Round the Bend" ίσως είναι αντιπροσωπευτικά του τι κάνει σε αυτό το άλμπουμ ο Andersen-να ενσωματώσει τις gospel και rock επιρροές σε folk τραγούδια.
Blue River (1972)
Μετά από αυτή τη δισκογραφική δουλειά, ακολούθησαν περί τα 20 άλμπουμ μέχρι το τελευταίο που έκανε το 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου