ROCKET FROM THE TOMBS
Punk Rock Pioneers (Part 1)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Έχει γραφτεί τόσο συχνά που έχει γίνει κλισέ: Η punk είχε το λυτρωτικό αποτέλεσμα να σπάσει τον εδραιωμένο μηχανισμό παραγωγής σταρ των δισκογραφικών. Ο καθένας τώρα θα μπορούσε να κάνει δίσκο. Σχεδόν όλοι, φαίνεται, έκαναν. Είτε πιστεύετε όλο αυτό είτε όχι, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η επανάσταση της punk rock έσπειρε μία τεράστια μάζα από βινύλλιο, ισότιμη με τις εκρήξεις του rockabilly και της garage rock δεκαετίες πριν. Εάν ο στόχος ήταν το στάτους των αντι-σταρ, ωστόσο, πολλά από αυτά τα σχήματα το πέτυχαν.
Η πλήρης ποσότητα των κυκλοφοριών βεβαίωνε ότι πολλά punk γκρουπ θα ήταν σχετικά άγνωστα, με την επιρροή τους δύσκολα να έχει αναγνωριστεί. ΄Οπως με άλλα είδη cult καλλιτεχνών, θα έπαιρνε δύο γεμάτες δεκαετίες πριν πολλοί από αυτούς ανακαλυφθούν από ένα ευρύ κοινό ενημερωμένων rock ακροατών. Όπως κάθε άλλο γένος, η punk έσπειρε ένα πλήθος από γκρουπ χωρίς ελπίδα, τα οποία έκαναν δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς τα πραγματικά μοναδικά στο είδος γκρουπ. Ακόμα κι όσοι δεν θέλουν την punk (και υπάρχουν πολλοί που δεν την θέλουν, ακόμα κι ανάμεσα στους συλλέκτες της rock) θα πρέπει να παραδεχτούν ότι υπήρξε περισσότερη ποικιλία, από ότι φαινόταν σε μία πρώτη ματιά. Υπάρχουν πολλά γκρουπ που θα άξιζε να μπουν σε αυτή την κατηγορία που θα παρουσιάσω στην στήλη Punk Rock Pioneers. Ήδη μπορώ να ακούσω διαμαρτυρίες από τους λάτρεις του γένους: "Που είναι οι Eater, οι the Electric Eels, οι the Sleepers, οι Crime, οι the Nuns, οι Wreckless Eric ή οι the Adverts;" Χωρίς να θίξω τα σχήματα του no-wave, όπως οι James Chance, τους επιθετικούς Άγγλους με το ειρωνικό όνομα Pop Group ή μπάντες όπως οι Swell Maps.
Ότι έχουμε σε αυτή την στήλη, είναι μία διατομή των punk γκρουπ από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Αν υπάρχει κάποιος κοινός παρονομαστής, είναι ότι απολύτως όλοι (με εξαίρεση ένα γκρουπ) δεν προσπάθησαν να παίξουν punk σαν αρτιστική έκφραση. Η punk συνέβη να είναι αυτό μέσω του οποίου βρήκαν την αρχική τους ώθηση. Όλοι τους αναμίχθηκαν σε κάτι εντελώς διαφορετικό και απρόσμενο, προεκτείνοντας τα όρια της punk rock μέχρι που έγινε κάτι πιό ενδιαφέρον.
Πάμε να ξεκινήσουμε:
Rocket From the Tombs |
Ο τραγουδιστής David Thomas θα συνέχιζε για να γίνει το στήριγμα των Pere Ubu, μίας από τις μακροβιότερες και πιό σεβαστές πειραματικές new wave μπάντες. Ο Cheetah Chrome και ο Stiv Bators, οι οποίοι πήγαν αργότερα στο γκρουπ στις μέρες που δεν ήταν πιά τόσο δυνατό, πήραν το δρόμο-σε μία βλακώδη κίνηση-για τους Dead Boys. To απατηλό σώμα της δουλειάς του Peter Laughner ήταν αρκετό για να κερδίσει ο τραγουδοποιός και τραγουδιστής ένα cult status ολόδικο του πριν τον θάνατό του το 1977 στα είκοσί του χρόνια. Κι όμως οι περισσότεροι φανατικοί της punk/new wave δεν έχουν ποτέ ακούσει για αυτή τη μπάντα, η οποία κατάφερε μόνο μερικές πρωτόγονες ιδιωτικές ηχογραφήσεις και κασέτες με live πριν την διάλυσή τους το 1975.
Ain't It Fun (1974)
Μέσα σε ένα διάστημα μηνών στην πραγματικότητα, οι Rocket From the Tombs είχαν πλήρως ανανεωθεί. Μόνο ο Thomas παρέμεινε από το ορίτζιναλ γκρουπ. Ο ορίτζιναλ μπασίστας Kim Zonneville ή Charlie Wiener, αποχώρησε για να σχηματίσει (απίστευτα!!) μία κωμική Country Western μπάντα. Στο lineup μπήκε ο ντράμερ Johnny Madansky, ο κιθαρίστας Gene O'Connor και ο μπασίστας Craig Bell (ο οποίος είχε παίξει με ένα άλλο underground σχήμα τους Mirrors). Έφυγε η διακωμώδηση, την θέση της πήρε η τραχειά, εκλεκτική rock με μία έμφαση σε ορίτζιναλ υλικό. Αυτό το λιγότερο δεν θα ήταν δύσκολο να γίνει μιάς και όλοι έγραφαν μέσα στην μπάντα, με την εξαίρεση του Madansky. Σύμφωνα με τον Thomas: "Το κοινό έδαφος ήταν οι The Stooges και οι MC5. Όλοι συμφωνούσαμε με αυτό. Οι τρεις από εμάς (Thomas, Laughner και Bell) ήμασταν αφιερωμένοι στη rock και προερχόμασταν από την επαγγελματική μεσαία τάξη. Ο Madansky και ο O'Connor (ή Cheetah Chrome) ήταν στο heavy metal και προέρχονταν από πρότζεκτς. Το μοναδικό κοινό έδαφος ήταν η αγάπη της hard groove rock και overdrive δυναμικές. Η τάση για οτιδήποτε άλλο υπέκυπτε στην όποια προτεραιότητα είχαμε".
So Cold (1974)
Οι Rocket From the Tombs επίσης πήραν κάποια λυρική βοήθεια από την γυναίκα του Laughner, Charlotte Pressler, η ίδια τοπική ποιητής και μουσικός. Όλο αυτό καταλαβαίνετε ήταν πολύ καιρό πριν οι do it yourself κυκλοφορίες γίνουν κοινότοπος, αλλά δεν ήταν πολύ πριν η μπάντα ηχογραφούσε μία κασέτα με demo στο μέρος που έκαναν πρόβες με άλλα underground σχήματα του Cleveland. Φτιαγμένη σε δύο νύχτες του Φεβρουαρίου του 1975, ποτέ δεν προοριζόταν ως μία επαγγελματική δήλωση. Όχι ότι θα γινόταν αποδεκτή στο CBS σε κάθε περίπτωση. Υπερβολική παραμόρφωση ακύρωνε κάθε ελπίδα για μία ισορροπημένη μίξη ή ποικιλόμορφες συχνότητες. Κι όμως αυτή είναι η μουσική πάνω στην οποία έχει χτιστεί ο θρύλος των Rocket, για το ασυνήθιστο υλικό, αλλά και για τον αποπνικτικά ωμό αυθορμητισμό όταν έπαιζαν. Η μπάντα είχε καταφέρει να συνδυάσει τις ποικιλόχρωμες επιρροές της σε κάτι που το 1975 δεν είχε όνομα ούτε σημείο αναφοράς. Οι πρώιμοι Stooges ίσως ήταν ένα σημείο αναφοράς, αλλά με πιό άγρια, πιό απελπισμένη κλίση στο μηδενιστικό "Life Stinks" ή με μία δόση πειραματισμού στο "Thirty Seconds Over Tokyo".
Muckraker (1974)
Υπερβολικός εφηβικός θυμός; Ίσως. Κι όμως το highlight του σετ δεν ήταν οι τόνοι του meat, αλλά του θρηνητικού, σχεδόν folky "Ain't It Fun". Με την πολύ αληθινή αίσθηση της σπατάλης και της μετάνοιας για την νεανική κατάχρηση. Γραμμένο από τον Peter και τον Cheetah ήταν ίσως η καλύτερη προσπάθεια του Laughner στο να ταιριάξει το τρυφερό και συνάμα σκληρό ήθος του είδωλού του Lou Reed. Εκ των υστέρων είναι διπλά στοιχειωτικό μοιάζοντας να προοιωνίζει τον πρώιμο από τα ναρκωτικά θάνατο του Laughner με ένα ψυχρό ρεαλισμό. Σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, έφτασε στα αυτιά πολύ-πολύ κόσμου-αν και ο Laughner ίσως με κανένα τρόπο δεν θα εκτιμούσε-όταν διασκευάστηκε από τους Guns n' Roses.
Η κασέτα μεταδόθηκε στον δημοφιλή τοπικό rock σταθμό WMMS, όπου ο Laughner αποφάνθηκε ότι "οι περισσότεροι δίσκοι σήμερα γίνονται με φόρμουλα" και προέτρεψε τους ακροατές να φτιάξουν δικές τους μπάντες και να κάνουν τη δική τους μουσική. Κάποιο επιπλέον υλικό ηχογραφήθηκε live στην Agora στο Cleveland (και παρουσιάζει τον Don Evans σαν προσωρινή αντικατάσταση του Madansky), ακούστηκε στον αέρα του WMMS λίγο αργότερα, παρουσιάζοντας το πιό "κακόφημο" θέμα τους "Final Solution", τον απόλυτο ύμνο της νεανικής απογοήτευσης και θα γινόταν ξανά ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του πρώιμου ρεπερτορίου των Pere Ubu σε ένα λιγότερο rock προσανατολισμένο remake.
Final Solution (1974)
Αν ήταν αυτό το θέμα, δεν μας κάνει έκπληξη ότι εσωτερικές διαμάχες άρχισαν να φθείρουν το γκρουπ. Τα μοναδικά φωνητικά του Thomas-με μία "πνιγμένη" ποιότητα που θα τον έκανε να ακούγεται σαν ένας πιό άτονος Captain Beefheart-δεν είχαν την ομόφωνη εκτίμηση της υπόλοιπης μπάντας. Ο Stiv Bators, ένας μακράν πιό συμβατικός τραγουδιστής rock, στρατολογήθηκε για να πάρει τα περισσότερα από τα lead vocals. Ο Thomas, ιδρυτής της μπάντας, "μειώθηκε" στο να παίζει όργανο, σαξόφωνο και να τραγουδάει το "Thirty Seconds Over Tokyo". Από την πλευρά του Thomas, αυτή η αναδιοργάνωση όχι μόνο άλλαξε τις δυναμικές της μπάντας, αλλά έκανε ζημιά στην ίδια την μουσική. "Thomas-Laughner-Bell-O'Connor-Madansky ήταν το καλύτερο lineup" ισχυρίζεται. "Ήταν αυτό που έγραψε όλα τα τραγούδια, συμπεριλαμβανομένων κι αυτών που αργότερα πιστώθηκαν στους Dead Boys. Ήταν το πιό ισορροπημένο και είχε στόχο. Η εκδοχή των Rocket From the Tombs πριν ήταν μεταβατική. Οι εκδοχές μετά διαλύθηκαν. Ο Madansky έφυγε και τον αντικατέστησε ο Wayne Strick και πήραμε τον Stiv Bators για να τραγουδήσει, πράγμα που ήταν το τέλος όλου αυτού. Η ισορροπία χάθηκε και γινόταν κάτι συνηθισμένο. Ότι ήταν καλό για τους Rocket From the Tombs ήταν η τάση ανάμεσα στον Peter τον Craig και εμένα, όσο και ανάμεσα στους O'Connor και Madansky".
Αφού έκαναν support στους άγνωστους τότε Television στο Cleveland στα μέσα του '75, οι Rocket From the Tombs διαλύθηκαν. Ο Bators, o O'Connor και ο Madansky σχημάτισαν τους Dead Boys, που υιοθέτησαν μία Rocket From the Tombs αισθητική σε μία punk μπάντα της κακιάς ώρας, που είχε ένα μικρό ποσοστό επιτυχίας και δημοφιλίας. Ο Thomas σχημάτισε τους Pere Ubu, που δημιούργησαν ένα γρήγορο και κρίσιμο κύμα με τα δύο πρώτα single τους, πιό τεχνικά και ανατριχιαστικά remake των "Thirty Seconds Over Tokyo" και "Final Solution".
Amphetamine (1974)
O Laughner ήταν στην πρώτη ενσάρκωση των Pere Ubu, αλλά άφησε την μπάντα λίγο πριν τον θάνατό του το 1977. Πάντοτε, όπως κάποιος που έζησε και έπαιξε το rock 'n' roll, έφτασε τόσο κοντά στο τέλος, για το οποίο έγραψε στα τραγούδια του. Εν μέρει σαν αποτέλεσμα μερικών σόλο ηχογραφήσεων, προσέλκυσε ένα μικρό cult κοινό. "Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω στο χρόνο και να αλλάξω οτιδήποτε νομίζω θα είχα γίνει πιό δυναμικός στα αισθήματά μου, όσον αφορά στην απομάκρυνση του David ως lead singer και στην έλευση του Stiv", λέει σήμερα ο Bell. "Δεν συμφώνησα με αυτό τότε, αλλά δεν είπα τίποτα και το μετανιώνω. Αν είχαμε αντιπαρέλθει εκείνο το πρόβλημα και είχαμε συνεχίσει στο μονοπάτι που βαδίζαμε, θα είχαμε αλήθεια κάνει μουσική που θα ήταν βιώσιμη σήμερα. Νομίζω ότι έπρεπε να κυνηγήσουμε κάποιες περιοχές που οι Pere Ubu έκαναν, αλλά όχι με τέτοιο αρτιστικό επίπεδο. Θα είχαμε συνδυάσει την δύναμη και την άποψη
των The Dead Boys χωρίς τις ανώριμες ιδέες τους".
O Thomas είναι απαξιωτικός στην ιδέα ότι οι Rocket From the Tombs ήταν πολύ μπροστά από την εποχή τους. "Κανείς δεν είναι μπροστά από το χρόνο. Η μπάντα ποτέ δεν θα κράταγε. Οι διαφορές μας ήταν μνημειώδεις. Σίγουρα όταν η ισορροπία των τάσεων στο γκρουπ χάθηκε o χρόνος μας ήταν μετρημένος. Το γκρουπ Thomas-Laughner-Bell-O'Connor-Madansky θα μπορούσε να έχει επιβιώσει 2-3 χρόνια πριν διαλυθεί, αλλά ο Madansky έφυγε, έτσι είναι άσκοπο να κάνουμε εικασίες...Δεν ήταν ένα διερευνητικό γκρουπ. Οι Pere Ubu φτιάχθηκαν για να εξερευνήσουν και να επιβιώσουν. Οι Rocket From the Tombs όχι".
Seventeen (1974)
Μέρος του λόγου που οι Rocket From the Tombs διατηρούν τέτοιο μυστικισμό είναι ότι οι ηχογραφήσεις είναι τόσο δύσκολο να βρεθούν. Για χρόνια, ήταν διαθέσιμες σαν κασέτα μόνο, κυκλοφορώντας μόνο σε όσους συλλέκτες γνώριζαν. Μερικές τελικά έγιναν το 1990 κόπιες κάπου 600 στον αριθμό με το όνομα Life Stinks, που είναι επίσης δύσκολο να εντοπίσει κανείς σήμερα. Κάποιες επίσης βρήκαν τη θέση τους στο box set των Pere Ubu από την Geffen.
Never Gonna Kill Myself Again (1974)
ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ
Life Stinks (1990, Jack Slack)
Αυτό δεν είναι πολύ ευκολότερο να βρεθεί σε σχέση με τις bootleg tapes των demo του γκρουπ και των μεταδόσεων στο ραδιόφωνο, από τις οποίες αυτή η μικρή ανεξάρτητη εταιρεία άντλησε. Αν μπορείτε να το βρείτε, ωστόσο (ή τις κασέτες), είναι ουσιαστικό να ακουστεί από όποιον ενδιαφέρεται για τις ρίζες του punk και του new wave, συμπεριλαμβανομένων διαφορετικών βερσιόν από πολύ υλικό που κατέληξε στους πρώτους δίσκους των Pere Ubu και των The Dead Boys.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου