THE DEVIANTS
Psychedelic Unknowns (Part 2)
- John Peel, από τις εσωτερικές σημειώσεις του άλμπουμ Ptooff! (1967)
Αυτό δεν είναι το είδος μίας επιδοκιμασίας που μία ανερχόμενη μπάντα ελπίζει όταν η μεγαλύτερη undergroumd rock προσωπικότητα του ραδιοφώνου στην Αγγλία γράφει τις εσωτερικές σημειώσεις για το ντεμπούτο άλμπουμ τους. Αλλά ανάμεσα στον χρόνο που ο Peel (που μέχρι τον θάνατό του το 2004, ήταν παρεμπιπτόντως ο κορυφαίος underground rock ραδιοφωνικός παραγωγός στην Αγγλία) είδε πρώτα τους the Deviants στο θρυλικό Marquee του Λονδίνου, και στον χρόνο που το Ptooff! κυκλοφόρησε συνέβη ένα μικρό θαύμα. Το ατημέλητο underground σχήμα ήταν μόνο ελάχιστα επαρκείς παίκτες. Είχαν μόνο δουλέψει απλά μία χούφτα δικούς τους τόνους. Αλλά είχαν καταφέρει να συνδυάσουν τις αγρίως διαφορετικές επιρροές τους-Frank Zappa, the Who, Charles Mingus, the Velvet Underground, the Fugs και ακόμα περισσότερους-σε ένα άλμπουμ που ξεπέρασε τους περιορισμούς του γκρουπ και έγινε κάτι σαν μικρό αριστούργημα. Ήταν ψυχεδελική μουσική, blues-rock, avant-rock, proto-punk ή απλά κωμωδία; Όλα τα παραπάνω σε κάποιες στιγμές και τίποτα από τα παραπάνω όλο τον καιρό.
I'm Coming Home (1967)
Ότι πρόσφερε το Ptooff! ήταν ένας συνδυασμός "ταξιδιού" υπό την επήρεια LSD και μίας ταινίας τρόμου. Η κούρσα του LSD πήγαινε διαμέσου εκνευριστικών επαναλαμβανόμενων μεταλλικών σφυριών, ωραιότατων flower-power μπαλάντων, σοβαρής ποίησης και κολάζ ήχων που παρέπεμπαν σε Jimi Hendrix, Bo Diddley και στην νυχτερινή ζωή του παλλόμενου τότε Λονδίνου. Οι Deviants μπορεί να ήταν ευθυγραμμισμένοι με το χίπικο/underground κίνημα. Όμως, αν αυτό ήταν flower-power και free love, δινόταν με μία γκριμάτσα, που δεν είχε την απαραίτητη υπομονή για ένα ανέμελο πέταγμα έξω από την πραγματικότητα και με μία αναρχική ενέργεια που έβλεπε μιά δεκαετία γεμάτη μπροστά. Στο punk. Το στήριγμα του γκρουπ ήταν ο lead singer Mick Farren, ένας πρώην μαθητής σε art school, όταν η μπάντα σχηματίστηκε το 1966. Η Αγγλική R&B εισβολή από σχήματα που τα μέλη τους είχαν κοινό παρελθόν, όπως οι Rolling Stones και οι Pretty Things, ήταν η κληρονομιά των Deviants. To γκρουπ που αρχικά λεγόταν the Social Deviants, σύμφωνα με τον Farren "προσπαθούσε να το εξελίξει ταυτόχρονα σε πιό τρελή και πιό ευφυή κατεύθυνση. Eπειδή δεν μπορούσαμε να ξοδεύουμε την ώρα μας ανακυκλώνοντας τους παλιούς τόνους του Jimmy Reed. Υπήρχε μία ακριβής "χαρούμενη" άποψη σε όλο αυτό". Για έμπνευση οι Deviants κοίταζαν προς την ριζικά μη εμπορική μουσική από μπάντες της Νέας Υόρκης, όπως οι the Fugs και οι the Velvet Underground. Οι σχετικά πρωτόγονες επιδεξιότητες στα όργανα από αυτά τα γκρουπ δεν ήταν μειονέκτημα στα μάτια των Deviants. Οι ίδιοι δεν μπορούσαν να παίξουν τόσο καλά με συμβατικούς όρους. Και σε κάθε περίπτωση τα περιορισμένα οικονομικά τους σήμαιναν ότι τα PA's ηχεία και τέτοια, ήταν λίγο περισσότερο από ευσεβείς πόθοι. "Προσπαθούσαμε να αναμίξουμε τα πάντα σε κάτι που θα έκανε αίσθηση χωρίς πολλά χρήματα", σημειώνει ο Farren. "Οι the Fugs είχαν συγκεκριμένο είδος προσέγγισης jug band που ταίριαζε στο εισόδημά μας τότε". Διαμέσου του Joe Boyd (ο παραγωγός στην συνέντευξη της Beverley Martyn σε προηγούμενο άρθρο), ενός Αμερικανού με βάση το Λονδίνο, ο οποίος έκανε παραγωγή και έστηνε σόου για underground γκρουπ, όπως οι Pink Floyd, πέρασαν στην κατοχή των Deviants μερικές πρώιμες ακυκλοφόρητες κόπιες χωρίς ντραμς των the Velvet Underground. O Farren άρχισε να σκέφτεται ότι θα ονειρευόταν την ύπαρξη αυτών των ηχογραφήσεων πριν ακριβώς αυτές βγούν στην επιφάνεια ως ο πρώτος δίσκος των Velvets το 1995. Μέχρι που διασκεύασαν και μία ακυκλοφόρητη σύνθεση του Lou Reed από εκεί ("Prominent Men"). Οι the Deviants πάλευαν την μίξη της avant-garde με την στοιχειώδη rock και ακούγοντας σποραδικά τα demos των Velvets των "Venus in Furs" και "All Tomorrow's Parties", ο Farren αισθάνθηκε ότι οι Velvet Underground έρχονταν σε ένα "παρόμοιο είδος σύνθεσης". Οι Deviants δεν θα είχαν την ευκαιρία να παραπέμψουν το όραμά τους σε βινύλλιο μέχρι τα τέλη του 1967. Ένας πλούσιος γνωστός της μπάντας κληρονόμησε ολόκληρο θησαυρό όταν ο πατέρας του αυτοκτόνησε. Ευγενικά τους μετέφερε μερικές χιλιάδες λίρες ή κάτι τέτοιο και οι Deviants βρήκαν τα χρήματα για τα session που σαν αποτέλεσμα είχαν το Ptooff!. Τα αποτελέσματα ήταν δύσκολο να συγκριθούν με πολλά άλλα είτε στο Λονδίνο, είτε στην underground Aμερικανική σκηνή, με την πιθανή εξαίρεση των αρχικών άλμπουμ του Frank Zappa & the Mothers of Invention. Αυτό ήταν ιδιαιτέρως εμφανές στα πιό μακροσκελή και πιό φιλόδοξα κομμάτια που ήταν σουίτες με πολλά μέρη και που αντιπαρέβαλλαν επιδέξια blues-rock, παραμόρφωση κιθάρας, ποίηση και σάτιρα. Η σάτιρα ήταν καταφανής στο "Garbage" με υπερβολικές αναγούλες και μιμήσεις εμετού .
Garbage (1967)
Το "Deviation Street" ήταν ένα εννιάλεπτο κολάζ του παλλόμενου Λονδίνου, περνώντας από κλισέ blues-rock και R&B αλα Pretty Things σε κοινό που ουρλιάζει, μαστουρωμένους σε πάρτυ, χαροποιώντας τον μυστικισμό του σιτάρ και τις χλευαστικές παρατηρήσεις του Farren για τους πράκτορες της CIA και τους χίπυς. Η κοινωνική κριτική/σάτιρα έγινε ιδιαίτερα βίαιη στο "Nothing Man", όπου καταστροφικά εφέ στα κρουστά, χορωδίες με αχνά ουρλιαχτά και απόκοσμοι χειρισμοί στην ηχογράφηση, παρείχαν το υπόβαθρο για την λεκτική επίθεση του Farren στον σύγχρονο Nothing Man. Ο Nothing Man μοιάζει να είναι ένα σύμβολο όλου αυτού για το οποίο οι Deviants ήταν νευριασμένοι, ανίκανος γιά κάθε αίσθημα εκτός του μίσους, ικανός να σκέφτεται αλλά όχι να αισθάνεται. Πολλά από τα credits για τα ασυνήθιστα εφέ σε αυτό το κομμάτι αποδίδονται σε ένα φίλο της μπάντας τον J. Henry Moore, ο οποίος είχε μαθητεύσει στον John Cage. Ο Μoore θα χρησιμοποιούσε ασυνήθιστα τοποθετημένα μαγνητόφωνα για να καταστρώσει τα εφέ της musique concrete, τα οποία (ξανά, πέρα από τις αρχικές δουλειές του Zappa) σπανίως είχαν ακουστεί στη rock.
Nothing Man (1967)
O Farren παραδέχεται ότι αυτός ο τύπος της εφευρετικότητας ήταν αδύνατον να αναπαραχθεί επιτυχώς στην σκηνή. Για να δομήσουν τα μακριά πειραματικά κομμάτια στο στούντιο, η μπάντα έπρεπε να βγάλει τα καλύτερα αποσπάσματα 45 δευτερολέπτων από ότι θα μπορούσαν να παρουσιάσουν live και "να τα κάνουμε κολάζ με πολύ ακόμα υλικό. Πράγμα πολύ άβολο για να γίνει live. Εννοώ ακόμα και ο Zappa είχε προβλήματα να κάνει πράγματα σαν κι αυτά. Θέλαμε να κάνουμε λίγο από εδώ, λίγο από εκεί να βάλουμε backing vocals εκεί που αλήθεια δεν θα μπορούσαμε να αναπαράγουμε ποτέ σε live. Αλλά ως ηχογράφηση στην ολότητά της, έπεσε ακριβώς". Ο καλύτερος εκπρόσωπος του πώς οι Deviants θα ακούγονταν live ίσως είναι το "I'm Coming Home", που παντρεύει ένα επίμονα επαναλαμβανόμενο hard rock riff με τα λάγνα φωνητικά του Farren. Ο Farren συγκρίνει το κομμάτι με το παρόμοιο σε "κοπάνημα" "Sister Ray" των Velvets, επειδή "το μεγάλο πράγμα για μας ήταν το αλα "Sister Ray" ατελείωτο, μονότονο κιθαριστικό κοπάνημα. Ήμασταν μία από τις πρώτες μπάντες που το κάναμε. Μετά γύρω στον ένα χρόνο αργότερα ακούσαμε τον πρώτο δίσκο των the Stooges, το "Kick Out the Jams" των MC5 και σκεφθήκαμε, 'ω, αδελφά πνεύματα'. Αλλά με τίποτα δεν ήμασταν τόσο ζόρικοι, τσιτωμένοι και ενωμένοι όσο οι MC5. Οι Stooges έκαναν ότι κάναμε live σε δίσκο". Αν και το Ptooff! περιείχε μόνο επτά κομμάτια, κάλυπτε ακόμα περισσότερο έδαφος με δυό όμορφα μελωδικές, ακουστικές μπαλάντες, μία από τις οποίες ("Bun") ήταν ένα Ισπανικό κλασσικό ορχηστρικό με κιθάρα.
Bun (1967) (Ξεκινάει από το 4.22).
Ο Farren ρίχνει τις ευθύνες γι'αυτά στον Cord Rees, κιθαρίστα με σύντομο πέρασμα από τους Deviants, "πάντα τα αισθανόμουν σαν μαλθακά προς το χειρότερο είδος τραγουδιών του Donovan ή της απόκοσμης χίπικης νοοτροπίας των the Incredible String Band στο κοινό". Τα αισθήματά του παρέμειναν ίδια. Όταν το Ptooff! επανεκδόθηκε σε CD στην Αμερική ο Farren έσβησε αυτά τα δύο κομμάτια, καθώς και το blues-rock "Charlie". Με εξώφυλλο εμπνευσμένο από pop-art κόμικ του Roy Lichtenstein το Ptooff! έκανε γρήγορη δουλειά, με πολλές από τις πωλήσεις να έρχονται από το underground κύκλωμα και τα μαγαζιά με πόστερ. Για όλη την underground αξιοπιστία του, υπήρχαν ελάχιστες άλλες indie κυκλοφορίες στην ψυχεδελική σκηνή του Λονδίνου. "Είναι κρίμα που δεν υπήρχαν περισσότερες indie δισκογραφικές τότε, επειδή υπήρχε πολύ υλικό. Η μόνη αξίωση για δόξα που είχαν οι Deviants, είναι ότι καταφέραμε να επιμείνουμε και πράγματι να βάλουμε κάποιο από το υλικό μας στο βινύλλιο. Επειδή υπάρχουν άλλες μπάντες όπως οι the Brothers Grimm και οι the Giant Sun Troll και ένας ολόκληρος κατάλογος από τέτοιες μπάντες που βλέπεις σε πόστερ. Όμως ποτέ στην πραγματικότητα δεν ηχογράφησαν. Και πίσω σε εκείνες τις μέρες δεν έγραφαν τα σόου, επειδή δεν υπήρχε η τεχνολογία. Έτσι πολύ από το υλικό χάθηκε. Ευτυχώς εμείς όχι. Αυτό ήταν ένα απίστευτα τυχερό γεγονός, αλλιώς θα ήμασταν μόνο ένα όνομα σε ένα πόστερ". Εκ των υστέρων ο Farren αισθάνεται ότι οι original Deviants μπορεί να είχαν παίξει όλα τους τα χαρτιά με το Ptooff! "Βυθιστήκαμε στο Freak Out (των the Mothers of Invention) και στις τεχνικές κατακερματισμού. Όλο αυτό χτίστηκε στον πρώτο δίσκο, που νομίζω εξάντλησε πολλές ιδέες και πολύ πνεύμα. Οι επακόλουθοι δίσκοι ήταν πολύ περισσότερο ότι κάναμε στο δρόμο. Όπως διαπιστώνω εκ των υστέρων, είμαι αυτο-υποτιμημένος και ας πούμε ότι υπάρχει περισσότερη τύχη από κρίση. Αλλά νομίζω ότι είχαμε κάτι, ένα είδος πνεύματος περιπέτειας, που έχεις μόνο όταν στην πραγματικότητα δεν γνωρίζεις αν υπάρχουν κάποιοι κανόνες να σπάσεις". Πριν την διάλυσή τους στα τέλη του '60 οι Deviants θα έφτιαχναν ακόμα δύο άλμπουμ.
Disposable (1968) The Deviants 3 (1969)
Προσπαθώ να προσεγγίσω το θέμα διακριτικά καθώς το Disposable (1968) βρήκε την μπάντα να πηγαίνει σε πιό straight rock κατεύθυνση. Ο κιθαρίστας Paul Rudolph έγραψε το περισσότερο από το υλικό χωρίς ο Farren να συνεισφέρει. Αλλά αν και δυό κομμάτια πλησιάζουν το είδος της με κιθάρα προσανατολισμένης ψυχεδέλειας που αναγνωρίστηκε με τους Yardbirds στις μέρες τους με τον Jimmy Page, οι Deviants δεν είχαν τα straight rock κομμάτια για να συναγωνιστούν σε αυτό το παιχνίδι με επιτυχία. Ο Farren αισθάνεται το ίδιο και μας λέει: "Στο πρώτο άλμπουμ, δεν ξέραμε αλήθεια αρκετά για να φοβόμαστε από αυτό που προσπαθούσαμε να κάνουμε" θεωρεί. "Στο δεύτερο μάθαμε λίγο περισσότερα που ήταν αρκετά για να γίνει το κακό. Μία από τα ίδια ταιριάζει στον τρίτο". Υπήρχαν ακόμα μερικές καλές στιγμές για να έχουν στη διαδρομή. Παίρνοντας τα ρίσκα τους τόσο στην σκηνή όσο και στο στούντιο, οι Deviants έπαιξαν σε καθιστικές διαμαρτυρίες και σε άλλα πολιτικά γεγονότα στην Ευρώπη που μερικές φορές εξελίχτηκαν σε εξεγέρσεις. Οι φωτιές και τα πυροτεχνήματα συχνά άφηναν την σκηνή ένα χάλι. Ακόμα και οι χίπυς θα έβρισκαν το γκρουπ δύσκολο για να το χειριστούν. "Υπήρχε ένα συγκεκριμένο είδος παραξενιάς αλα Beefheart & the Magic Band γύρω από τους Deviants που στ'αλήθεια προκαλούσε σύγχιση στους ανθρώπους. Θα ήταν εκεί με τις χάντρες και τα κουδούνια τους και δεν θα καταλάβαιναν γιατί τους γρυλίζαμε και βάζαμε φωτιές. Όλο αυτό το σκηνικό με τον καπνό και τον χαμό-νόμιζαν ότι ήταν επιθετικό". Ούτε ότι ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί στις Αγγλικές επαρχίες, όπου τα μακριά μαλλιά ήταν σταθερά μία πρόσκληση να αμφισβητήσεις την ανδροπρέπεια κάποιου. Ανοίγοντας για τους νεοσύστατους Led Zeppelin, "Παίζαμε στο Δημαρχείο του Exeter και όλα τα παιδιά της επαρχίας ήρθαν. Μερικά κορίτσια μας παρακολουθούσαν στεκόμενα μπροστά-μπροστά και τα αγόρια τους είπαν 'Γιατί κοιτάτε αυτές τις αδερφάρες;' Άρχισε το ξύλο, μπήκαν οι μπάτσοι και τρέξαμε πίσω στα καμαρίνια ανοίγοντας τον δρόμο με κλοτσιές και μπουνιές-κάποιοι roadies προσπαθούσαν να βγάλουν από το δρόμο μας ένα μπάτσο. Φυσικά "πολεμούσαμε" με βάσεις μικροφώνων. Ο Plant και ο Page γελούσαν με την ψυχή τους, λέγοντας, 'Θεέ μου θα ήσασταν αλήθεια φρικτοί μουσικοί'. Και συνέχισαν αυτοί με την ίδια ακριβώς υποδοχή. Είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς πόσο λίγο χρόνο έπαιρνε να προσβάλεις κάποιον πίσω στο 1968".
The Child of the Sky (1967)
Οι Deviants παρέμειναν άγνωστοι στην Αμερική, αν και ο Seymour Stein της Sire έγινε φαν και κανόνισε το Ptooff! να κυκλοφορήσει στην Αμερική. Ειρωνικά ήταν η μοναδική τους περιοδεία στην Αμερική που αποδείχτηκε μοιραία για τους original Deviants. Μετά από μερικές άγριες εμφανίσεις ο Farren εγκατέλειψε το γκρουπ. Όταν ο Stein πήρε χαμπάρι για την αναχώρηση του Farren απέσυρε την υποστήριξη της περιοδείας που είχε σαν αποτέλεσμα το τέλος της μπάντας. Εκ των υστέρων ο Farren εύχεται οι Deviants να είχαν αφοσιωθεί στις εμφανίσεις τους γύρω από την Νέα Υόρκη, περιοχές που πίστευε ότι ήταν πιό πιθανόν να έχουν την εκτίμηση του κοινού. Ο Farren συνέχισε για να κάνει ένα σόλο άλμπουμ (Mona, The Carnivorous Circus (1970). Οι υπόλοιποι Deviants μεταλλάχτηκαν στους Pink Fairies στα 70'ς (με περιστασιακά την συνεισφορά του Farren). O Farren επανενεργοποίησε τους the Deviants για ένα σικάτο EP στην new wave προσανατολισμένη Stiff (δισκογραφική) στα τέλη του '70, δίνοντας πανκ σάτιρες όπως τα "Screwed Up" και "Let's Loot the Supermarket" με άγριο χιούμορ. "Ήταν ένας τρόπος να φέρνω ανθρώπους στο στούντιο μαζί μου, αλλά ήταν με δική μου χρέωση παρά με δική τους" επισημαίνει ο Farren. "Έτσι έπρεπε να αφήσουν τις φιλονικίες τους στην είσοδο. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο όπως το να παίρνεις ένα τσούρμο μουσικούς που δεν τα πάνε καλά μεταξύ τους και να τους βάζεις στο στούντιο, όπου δεν είναι υπεύθυνοι παρά μόνο να κάνουν ότι τους ζητείται". Εκείνες τις μέρες ο Farren είναι πολύ περισσότερο γνωστός σαν συγγραφέας παρά σαν μουσικός. Θα είχε στ'αλήθεια να γράψει από τις μέρες των the Deviants και μετά την διάλυσή τους έκανε όνομα σαν κριτικός της rock, δουλεύοντας σε βιβλία γύρω από τον Elvis Presley και την έκρηξη της Beat music και συνεισφέροντας στο Trouser Press, το κορυφαίο new wave περιοδικό στην Αμερική. Στα 1980 ζούσε στην Αμερική και είχε ξεκινήσει μία σειρά από επιτυχημένες νουβέλες επιστημονικής φαντασίας. Προσωρινά εργαζόταν επίσης ως σεναριογράφος στο Λος Άντζελες. Δύο πρότζεκτ περιελάμβαναν μία αντιμετώπιση της ιστορίας της ζωής του Che Guevara και μία φανταστική μελέτη μίας από τις Αγγλικές rock μπάντες στα τέλη του '60 (όχι ωστόσο βασισμένη στους the Deviants). Επίσης περιοδικά ηχογραφούσε και παρουσίαζε με νέες versions των the Deviants, με το δηκτικό, ένρινο στυλ και την ποιητική του παρουσίαση, ακόμα άθικτα. Αν και σχετικά ελάχιστοι άνθρωποι άκουσαν για τους the Deviants, o Farren νομίζει ότι "σίγουρα το πνεύμα του ότι έκαναν οι the Deviants μεταφραζόταν απόλυτα σε ανθρώπους όπως ο Jones και ο Strummer και ο Rotten. O McLaren βασικά στις πρώτες μέρες των Pistols συνήθιζε το ίδιο είδος παράστασης, που χρησιμοποιούσα 8-9-10 χρόνια πιό πριν. Όταν η Patti (Smith) πρωτοπήγε με τον Lenny (Kaye), αυτός ήταν αλήθεια ο διαπλαστικός μας ήχος, εκτός του ότι η Patti ήταν πολύ περισσότερο αμήχανα ποιητική. Οι Ramones και οι Pistols έπαιζαν πολύ μικρότερα κομμάτια, επειδή εμείς κρατάγαμε αυτό το thrash πράγμα που παίζαμε για 20 λεπτά. Και δεν το παίζαμε και τόσο γρήγορα. Αλλά πέρα από αυτό ήταν το ίδιο ηλεκτρικό ξυράφι". Η μέρα της αναγνώρισης για το Ptooff! ωστόσο ίσως είναι εδώ τριγύρω. "Συνεχίζω να παίρνω αυτά τα περιοδικά στο γραμματοκιβώτιο, όπου παραπέμπουν σε lo-fi industrial music από μπάντες που δεν έχω ακούσει ποτέ. Αλλά μοιάζει σαν να χτυπάει μία ευαίσθητη χορδή στην σημερινή νεολαία, πράγμα εκπληκτικό". Χαχανίζει με περηφάνεια ανακατεμένη με αμηχανία. "Είναι επίσης πολύ ικανοποιητικό. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, το καταραμένο πράγμα αρχίζει να κάνει αίσθηση σε κάποιους".
ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Ptooff! (1967, Sire)
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου