Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Τρίτη 22 Απριλίου 2025



ISIS



All Female Groups



To 1973, η λέξη ISIS έλαβε ένα καινούριο νόημα και ακούστηκε διαφορετικά, όταν γέμισε με μία νέα αίσθηση. Κι όλο αυτό εξαιτίας της επιλογής 8 κοριτσιών, που ήταν αφοσιωμένα στην ροκ μουσική, να την χρησιμοποιήσουν σαν όνομα του γκρουπ. Τότε εμφανίστηκε το σχήμα με αυτό το όνομα, του οποίου ιδρύτριες ήταν δύο πρώην μέλη του γκρουπ Goldie and the Gingerbreads, η Carol MacDonald και η Ginger Bianco.

Bitter Sweet





Isis – Isis (Buddah Records – BDS 5605) 1974

Σε μία εποχή που η φράση "female rock group" ήταν συνώνυμη με κάτι νέο, ασυνήθιστο και πέρα από κάθε φαντασία, όταν ένα κορίτσι έπιανε μία κιθάρα και από την πρώτη νότα που έπαιζε την κοίταζαν με έκπληξη, οι ISIS ήταν μία ομάδα από πολύ ταλαντούχες μουσικούς, με τις οποίες ελάχιστοι θα μπορούσαν να συγκριθούν. Το στυλ που έπαιζαν δεν ήταν ούτε μοναδικό, ούτε αμίμητο, αλλά ήταν πολύ ορίτζιναλ και σημαντικά διαφορετικό από οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Όλο το υλικό που συνέθεσαν και παρουσίασαν ήταν ξεχωριστό και ακουγόταν πολύ ιδιαίτερο με τον δικό τους μοναδικό τρόπο. Φυσικά επέλεξαν να ακολουθήσουν τον δύσκολο δρόμο, κερδίζοντας το κοινό τους, όχι με την γοητεία και την σεξουαλικότητα τους, αλλά μονάχα με το ταλέντο τους. εστιάζοντας όχι στο "female rock group", αλλά στο ΤΙ και ΠΩΣ έπαιξαν. Από το ξεκίνημα τους οι ISIS ήταν ικανές να συναγωνιστούν τα καλύτερα αντρικά γκρουπ, αλλά οι κανόνες με τους οποίους παιζόταν τότε το παιχνίδι ήταν άδικοι για αυτές. Έχοντας υπογράψει συμβόλαιο με την Buddah Records, αναγκάστηκαν να καταπνίξουν την γραφή τους, χρησιμοποιώντας μόνο το 1/3 του ορίτζιναλ ήχου τους, για να μπορέσουν να ηχογραφήσουν ένα πλήρες άλμπουμ στην εταιρεία που ήδη είχε τις Fanny και τις Bertha στο ρόστερ της. Πάντοτε έπρεπε να πολεμήσουν τα στερεότυπα σε κάθε τους εμφάνιση στη σκηνή. Για να δείξουν ότι σήμαιναν κάτι στον κόσμο της ροκ μουσικής, έπρεπε να καταβάλλουν απίστευτη προσπάθεια, ελάχιστοι τις έπαιρναν στα σοβαρά, επειδή το υποχρεωτικό αντρικό lineup για μία ροκ μπάντα θεωρείτο αυτονόητο εκείνη την εποχή.

Rubber Boy





Ο ρόλος μίας γυναίκας επαγγελματία μουσικού στα 60'ς και 70'ς ήταν στην καλύτερη περίπτωση ασαφής. Μια χούφτα από γυναίκες μουσικούς και μία χούφτα μπάντες με γυναίκες σαν ηγέτες αποτελούσαν την μερίδα των γυναικών στην ροκ μουσική τότε. Βλεφαρίδες που ανοιγόκλειναν χαριτωμένα και ένα μόνιμο χαμόγελο σκαλισμένο σε ένα όμορφο πρόσωπο ήταν ό,τι απαιτούνταν από μία γυναίκα μουσικό και δεν πείραζε τι έπαιζε, πώς έπαιζε ή αν έπαιζε γενικά, έτσι κάπως έμοιαζαν τα κορίτσια στην σκηνή εκείνες τις μέρες. Η μουσική των ISIS ήταν ζωντανή, με συχνές εναλλαγές και ατέλειωτους αυτοσχεδιασμούς. Έπρεπε να τις έβλεπε κανείς πάνω στη σκηνή για να εκτιμήσει την θρυλική τους ενέργεια και την ικανότητα τους να μεταφέρουν τα αισθήματα τους στο κοινό. Κριτικές που σώζονται από τις εμφανίσεις τους στα live δείχνουν την ειδωλοποίηση τους από το κοινό.

Everybody Needs A Forever




Στην αρχή δούλεψαν μαζί με τις Fanny, στις οποίες έχουμε αναφερθεί αρκετά χρόνια πριν, ενώ έπειτα ακολούθησαν μία πρόσκληση της Reprise Records και έκαναν περιοδείες με τους Three Dog Night, Leon Russell, the Beach Boys, Kiss, ZZ Top, Aerosmith και πολλούς άλλους. Τρία ήταν τα άλμπουμ που έβγαλαν οι ISIS, το καθένα με πολύ διαφορετικό lineup. Η Carol MacDonald είπε κάποτε ότι οι ISIS υπήρξαν αληθινό σχολείο, έχοντας εκπαιδεύσει 73 γυναίκες μουσικούς μέσα σε 7 χρόνια. Κάθε ένα από τα τρία άλμπουμ τους ήταν φανερά διαφορετικό, με το lineup να αυξομειώνεται από 8 κορίτσια το 1974, σε 10 στο δεύτερο άλμπουμ και τελικά σε 6 στο τελευταίο άλμπουμ τους το 1977. To πρώτο άλμπουμ των ISIS έκανε τον κόσμο να μιλάει για αυτές, ξεπούλησε πολύ γρήγορα και όχι επειδή τα μέλη της μπάντας ήταν γυμνά με ασημένιο bodypainting στο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο του δίσκου. Ήταν μία ειλικρινής και ακριβής κατάθεση ψυχής από την αρχή ως το τέλος, αιχμαλωτίζοντας την προσοχή όλων των πραγματικών οπαδών της ροκ. Τα δυναμικά και γεμάτα ψυχή φωνητικά της Carol McDonald συγκρίνονταν με εκείνα της Janis Joplin ή της Maggie Bell (των Stone The Crows) τότε. Τα κομμάτια ήταν πολύ διαφορετικά, τονίζοντας την διαφορετικότητα της δουλειάς τους και τις διαφορετικές επιρροές τους. Πολλοί κριτικοί τις σύγκριναν με τους Chicago, επειδή και οι δύο μπάντες είχαν παρόμοια κατεύθυνση και στυλ, αλλά μάλλον ήταν οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, χάλκινα εναντίον ηλεκτρικών κιθάρων. Από την έναρξη της καριέρας τους, οι ISIS έχουν συστηματικά συγκριθεί και έρθει σε αντιπαράθεση με αντρικές μπάντες στον μουσικό τύπο, ακόμα κι από δημοσιογράφους που ήταν φαν της μουσικής τους. Αυτές οι συγκρίσεις στόχευαν ξεκάθαρα στο να απλοποιήσουν το πώς θα αντιλαμβανόταν ο κόσμος τη δουλειά τους, που είχε πολύ μεγαλύτερο εύρος από τις συνηθισμένες μπάντες. 

Servant Saviour




Οι ISIS ήταν διαφορετικό γκρουπ, με κάθε έννοια της λέξης "διαφορετικό", ήταν ποιοτικά διαφορετικό. Είναι κρίμα που όταν μιλούν για τις ISIS, όλοι οι κριτικοί πρώτα δίνουν σημασία στο ότι ήταν μία γυναικεία ομάδα και αμέσως μετά μιλάνε για την μουσική που έπαιξαν. Σε κάθε άρθρο είτε αποκαλούνται φεμινίστριες ή συμπεραίνεται ότι αρνήθηκαν την "γυναικεία τους φύση" για χάρη της καριέρας τους. Στην πραγματικότητα η αλήθεια για τις ISIS πήγε πέρα από την μουσική, οι ISIS έγιναν ένα είδος συμβόλου. Αυτά τα κορίτσια κατάφεραν να κάνουν μία άξια ομάδα και να επιβιώσουν στην μουσική αρένα για 7 χρόνια κατά την διάρκεια μιας περιόδου που το πιθανότερο ήταν να έχουν αποτύχει. Το κύμα που σήκωσαν έγινε αντιληπτό σε όλα τα επίπεδα της Δυτικής κουλτούρας, έσπασαν στερεότυπα και κοινωνικές νόρμες, ξερίζωσαν βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και "άνοιξαν" νέους ορίζοντες.

She Loves Me




H Genya Ravan, δηλαδή η "Goldie Zelkowitz", η lead vocalist των Goldie and the Gingerbreads και η μόνη από το γκρουπ που δεν πήγε αργότερα στις ISIS, συνέχισε στην άνοδο των Ten Wheel Drive, έκανε σόλο άλμπουμ και αργότερα κάθισε στην καρέκλα της παραγωγής. Οι εναπομείνασες τέσσερις των Goldie and the Gingerbreads και μετέπειτα ISIS παρέμειναν φίλες και πιστές η μία στην άλλη κατά την διάρκεια των εννέα χρόνων της ύπαρξης των 2 γκρουπ, παρά τις περιστασιακές διαφωνίες και διαμάχες, πάντα μέσα στα πλαίσια της μουσικής και του ονείρου που μοιράστηκαν. Η μουσική τους φυσικά αντανακλά τις εποχές που δημιουργήθηκε. Αλλά ένα ιδιαίτερο σημείο στην βιογραφία τους δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο. Η ειλικρίνεια και η τόλμη με την οποία το γκρουπ εξέφρασε την λεσβιακή του άποψη. Το "She Loves Me" από αυτό το άλμπουμ και άλλα 2 κομμάτια από το επόμενο τους άλμπουμ αναφέρονται ξεκάθαρα στον έρωτα ανάμεσα σε γυναίκες, παρά τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις. Τέτοια μη-παραδοσιακά θέματα στην Αμερική των 70'ς ήταν γενικά μη ανεκτά, για να το πούμε όσο πιο ήρεμα γίνεται. Αρκεί κάποιος να ανακαλέσει την μοιραία πτώση του Elton John, μετά την ειλικρινή του συνέντευξη το 1976, για να καταλάβει την έκταση αυτής της μη-ανοχής.





Αλλά οι ISIS δεν επρόκειτο να φοβηθούν. Σαν την άφοβη θεά της οποίας το όνομα δανείστηκαν, τα μέλη του γκρουπ εξέφρασαν ανοικτά τα συναισθήματα τους. Για να είναι σίγουρο ότι κανείς δεν αντιλήφθηκε λάθος, οι στίχοι των τραγουδιών τυπώθηκαν στο εξώφυλλο του 2ου άλμπουμ τους. Αυτό βεβαίως δεν βοήθησε στις πωλήσεις του άλμπουμ, αλλά τα κορίτσια δεν επρόκειτο να εγκαταλείψουν. Η Carol MacDonald όταν της ζητήθηκε να είναι πιο χαμηλών τόνων για χάρη της εμπορικής επιτυχίας απάντησε: "Είμαι φοβισμένη πάρα πολλά χρόνια, αλλά έχω βαρεθεί να ζω στην ΄ντουλάπα΄. Δεν πρεσβεύω να κάνει κανείς οτιδήποτε, αλλά ας κάνει ο καθένας ότι θέλει". 

Από το βιβλίο "She's a Rebel: The History of Women in Rock 'n' Roll" 1992


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025



AUNT MARY




The Best Norwegian Rock Band Ever?



Η μπάντα αρχικά είχε το όνομα Progress. Στo αρχικό της lineup ήταν ο Jan Groth, στο όργανο και στα φωνητικά, ο Svein Gundersen στο μπάσο, ο Bjørn Kristiansen στην κιθάρα, ο Ivan Lauritzen στα ντραμς και ο Per Ivar Fure στο σαξόφωνο. Το ρεπερτόριο τους αποτελείτο κυρίως από Ray Charles και διασκευές της Tamla Motown.

I Do and I Did



Aunt Mary ‎– Aunt Mary (Polydor ‎– 23 80 002) 1970

Όμως γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι έπρεπε να βγούνε εκτός συνόρων της χώρας τους για να μπορέσουν να γίνουν γνωστοί, έτσι αποφάσισαν να πάνε στο Παρίσι. Ωστόσο τα οικονομικά τους δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Δια μέσου ενός ατζέντη που συνάντησαν στο Halden στη Νορβηγία, ήρθαν σε επαφή με έναν Δανό ατζέντη, τον Sten Withrock, ο οποίος τους υποσχέθηκε μία περιοδεία στη Δανία. Έτσι με λιγοστά χρήματα και ένα ξεχαρβαλωμένο λεωφορείο για να μεταφέρει τον εξοπλισμό τους ξεκίνησαν από το Fredrikstad της Νορβηγίας, με την πεποίθηση ότι με τα χρήματα που θα έβγαζαν θα μπορούσαν να ταξιδέψουν στο Παρίσι. Δύο μέρες πριν την αναχώριση τους για περιοδεία έφτασαν στο Bellahøy έξω από την Κοπεγχάγη. Συνειδητοποίησαν ότι χρειάζονταν κάτι πιο πιασάρικο σε όνομα και άλλαξαν το όνομα του γκρουπ σε Aunt Mary από το τραγούδι του Little Richard "Long Tall Sally" ορμώμενοι ("I’m gonna tell aunt Mary about uncle John…").




Did You Notice?




O Withrock εντυπωσιάστηκε και επικοινώνησε με τον Johnny Reimar στην Κοπεγχάγη, λέγοντας του ότι είχε μία μπάντα που έπαιζε τρομερά τα μπλουζ, συστήνοντας του να κάνει έναν δίσκο μαζί τους. Έτσι πήγαν στην Κοπεγχάγη για μια οντισιόν με τον Reimar και άμεσα πήραν την διαβεβαίωση ενός συμβολαίου. Έχοντας αυτή την υπόσχεση εγκατέλειψαν το αρχικό τους σχέδιο να πάνε στο Παρίσι. Ο Sten Withrock πήγε την μπάντα για μια σειρά από εμφανίσεις στο Ισραήλ. Ο ατζέντης στο Τελ Αβίβ έπαθε σοκ από την εμφάνιση τους με τα μακριά μαλλιά και τα βρώμικα ρούχα και ήταν εμφανές ότι δεν περίμενε κάτι τέτοιο. Όμως τους άφησε να παίξουν και το κοινό τους αγάπησε. Μετά τους εξανάγκασε να αλλάξουν το ρεπερτόριο τους, δίνοντας τους ένα μάτσο από χιτάκια και αφήνοντας τους για δύο μέρες να κάνουν πρόβες για να τα παρουσιάσουν ή αλλιώς να φύγουν. Ένα μήνα μετά την άφιξη τους έλαβαν ένα μικρό μέρος των χρημάτων που τους είχαν υποσχεθεί και τους είπαν να φύγουν για την πατρίδα τους. Αλλά τα χρήματα δεν επαρκούσαν για ένα τόσο μακρινό ταξίδι, παρά μόνο μέχρι το Βελιγράδι. Μετά από μερικές μέρες έλαβαν κάποια χρήματα από την πατρίδα τους για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Αλλά όλα τα χρήματα τα χάλασαν σε καύσιμα, με αποτέλεσμα να επιβιώνουν κλέβοντας μήλα από κήπους τις νύκτες. Και δεν δοκίμασαν ούτε ένα γεύμα κανονικό μέχρι να φτάσουν στην Odense στην Δανία, όπου πέρασαν τις πρώτες δύο εβδομάδες στο σαλόνι μιας οικογένειας. Λίγο αργότερα ο Withrock βρήκε ένα μέρος να μείνουν στο Vigerslev, λίγο έξω από την Odense. 

Whispering Farewell




Το 1969 μία προσφορά να παίξουν στα top ten στο Reeperbahn, έφεραν την μπάντα στο Αμβούργο για δύο εβδομάδες. Στα τέλη του 1969 και αρχές του 1970, πίσω στην Δανία η μπάντα έμαθε ότι είχαν συμφωνία για την ηχογράφηση ενός άλμπουμ. Έχοντας επιστρέψει στην Νορβηγία για να γράψουν μερικά νέα τραγούδια, ο ντράμερ τους Ivan Lauritzen ανακοίνωσε την παραίτηση του. Αντικαταστάθηκε από τον Ketil Stensvik, που έμελλε να είναι ντράμερ της μπάντας για τα επόμενα 45 χρόνια. Τον Φεβρουάριο του 1970 έχοντας κάτσει ένα μήνα στο Fredrikstad, στην Νορβηγία, επέστρεψαν στο Vigerslev στην Δανία για να συνεχίσουν να γράφουν. Αποδείχτηκε ότι τα θέματα που έγραψαν άρεσαν πολύ περισσότερο στο κοινό από τα μπλουζ. Έτσι άρχισαν να ηχογραφούν το ντεμπούτο και ομώνυμο άλμπουμ τους Aunt Mary. Η Polydor ενθουσιάστηκε με το άλμπουμ τους και αποφάσισε να το κυκλοφορήσει σε 17 χώρες. Την κυκλοφορία του άλμπουμ ακολούθησαν συναυλίες στην Δανία και τον Απρίλιο ξαναπήγαν να παίξουν στο Αμβούργο για δύο εβδομάδες. Τώρα είχαν αναπτύξει μία πολύ πιο heavy προσέγγιση στη μουσική τους. Ο Per Ivar Fure αισθάνθηκε ότι δεν είχε πια να προσφέρει στην μπάντα και ανακοίνωσε την παραίτηση του. Έτσι έμειναν τέσσερις.

Come In




Η μπάντα ξεκίνησε την πρώτη της περιοδεία στην Νορβηγία τον Σεπτέμβριο, σε όλη την χώρα. Ήταν μία τεράστια επιτυχία. Όπου πήγαιναν οι συναυλίες ήταν sold out. Οι κριτικές του μουσικού τύπου ήταν διθυραμβικές και η μπάντα ανακηρύχθηκε η καλύτερη Νορβηγική μπάντα μέχρι τότε. Το καλοκαίρι του 1971 οι Deep Purple έπαιξαν στην Odense στην Δανία. Και όπως συνήθως γίνεται όταν μεγάλα σχήματα επισκέπτονταν μια πόλη, οι Aunt Mary, το καλύτερο σχήμα, έλαβαν πρόσκληση για να κάνουν support. Η μπάντα παρουσίασε το ρεπερτόριο της τόσο καλά, που τους ζητήθηκε να παίξουν κι άλλο. Αυτό δεν ήταν κάτι σύνηθες να γίνει με τους Deep Purple και δεν βοήθησε καθόλου όταν το κοινό έγινε έξαλλο, επειδή οι Aunt Mary επέλεξαν να αρχίσουν το δεύτερο μέρος τους με το Whole Lotta Love των Led Zeppelin. Σε μια συνέντευξη του τα επόμενα χρόνια ο Ritchie Blackmore φημολογείται ότι αναφερόμενος στον Bjørn Kristiansen είπε: "Ένας Νορβηγός κιθαρίστας στην Δανία. Ένας από τους ελάχιστους καλούς κιθαρίστες που έχω συναντήσει. Αν κάποιος πρέπει να ανέβει στο θρόνο (σαν κιθαρίστας), πρέπει να είναι αυτός"Το ίδιο καλοκαίρι οι Aunt Mary έκαναν περιοδεία με τους Jethro Tull για τρεις μέρες. Την περιοδεία ξεκίνησαν στην Κοπεγχάγη, όπου ο Ketil Stensvik έπαιξε τόσο καλά ένα σόλο στα ντραμς για το κοινό, που τους απαγορεύθηκε να παίξουν κι άλλο, παρά τις εκκλήσεις του κοινού. Αυτή την περιοδεία ακολούθησαν δύο συναυλίες με τον Rory Gallagher, μία με τους Ten Years After και δύο με τον Muddy Waters.

Why Don't You Try Yourself




Τον Οκτώβριο του 1971, ο Johnny Reimar έδωσε στην μπάντα μία ιδέα. Γιατί να μην έκαναν μια ροκ βερσιόν του "Abraham, Martin and John" του Marvin Gayes και να αντικαθιστούσαν τα ονόματα με τους πρόσφατα τότε χαμένους  Jimi Hendrix, Janis Joplin και Brian Jones;Το σινγκλ έγινε τεράστιο χιτ, αλλά δεν του δόθηκε ραδιοφωνικός αέρας στην Αγγλία, εξαιτίας της σχέσης του με τα ναρκωτικά. Ως επακόλουθο και παρά την επιτυχία του σινγκλ, η μπάντα ποτέ δεν είδε έσοδα από αυτό. 

Jimi, Janis and Brian




Το ίδιο φθινόπωρο, ένα compilation άλμπουμ που παρουσίαζε τις μεγαλύτερες ευρωπαικές μπάντες κυκλοφόρησε. Slade, Focus, Ted Nugent και Jack Bruce ήταν μερικά από τα ονόματα. Μοναδική επιλογή από την Σκανδιναβία; Οι Aunt Mary. Το Μάιο του 1972 ένα νέο σινγκλ ηχογραφήθηκε στην Νορβηγία, το "Rosalind". Στην Β'πλευρά ήταν η βερσιόν της μπάντας, του "In the Hall of the Mountain King" του Edvard Grieg, σύγχρονου ρομαντικού Νορβηγού συνθέτη και πιανίστα (1843-1907). Αυτό το σινγκλ έμελλε να είναι και το τελευταίο τους με το τότε lineup. Ο οργανίστας και lead vocalist Jan Groth φανατικά δοσμένος στον Χριστιανισμό, βρήκε την μουσική τους και τον τρόπο ζωής να έρχεται σε αντίθεση με τα πιστεύω του και αποφάσισε να ακολουθήσει σόλο καριέρα στο Christian Rock στην Δανία. Με την αποχώρηση του η μπάντα δεν έβρισκε λόγο να παραμείνει στην Δανία. Έτσι επέστρεψαν στο Fredrikstad στην Νορβηγία, όπου βρήκαν έναν λαμπρό κιμπορντίστα τον Bengt Jenssen και αποφάσισαν να είναι και ο νέος lead singer τους.

Yes, By Now I've Reached The End 




Από εκεί και μετά η πιο heavy εκδοχή της μπάντας προσέλκυσε νέο φανατικό κοινό. Η μουσική τους ήταν πια περισσότερο στο φάσμα της progressive rock και με τα δύο επόμενα άλμπουμ τους, που σε ορίτζιναλ έκδοση κοστίζουν πια μία περιουσία στις μέρες μας, κοινό και κριτικοί θα τους συνέκριναν με τους Pink Floyd, τους King Crimson, θα τους χαρακτήριζαν ως μία "ψυχεδελική βερσιόν των Beatles" και ακόμα περισσότερα.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 2 Απριλίου 2025




SKIN ALLEY





Focus on the Underground





Στην γρήγορα αναπτυσσόμενη underground μουσική σκηνή του Λονδίνου στα τέλη της δεκαετίας του '60, νεο-σχηματισθέντα γκρουπ ξεπηδούσαν με ακόμα πιο γρήγορη συχνότητα. Με την σταθερά αυξανόμενη συχνότητα των live στο μουσικό κύκλο των κλαμπ και των κολλεγίων, ήταν η εποχή που πρόθυμα ώτα, ενθάρρυναν και καλωσόριζαν τον πειραματισμό. Το καλοκαίρι του 1969, μία νέα εταιρεία ξεπήδησε στο δυτικό Λονδίνο, η Clearwater Productions, της οποίας οι μουσικές ρίζες ήταν αυστηρά στοχευμένες στα στρατόπεδα της progressive και της underground μουσικής.

Night Time



Skin Alley - Skin Alley (CBS - S 63847) 1969

Η Clearwater ιδρύθηκε από τον Doug Smith, τον Richard Thomas και τον Max Taylor. Λίγους μήνες μετά την ίδρυση της, θα κέρδιζε την δημοσιότητα με την παρουσίαση σχημάτων όπως οι καινοτόμοι High Tide, οι Cochise και οι Trees. Η εταιρεία θα διακρινόταν επίσης για την παρουσίαση ενός από τα πιο ευφάνταστα γκρουπ που ξεπήδησε από την αντικουλτούρα το 1969, τους Skin Alley. Αποτελούμενοι από τους Bob James (φωνητικά, κιθάρα, φλάουτο, σαξόφωνο, μέλοτρον), Thomas Crimble (φωνητικά, μπάσο), Krzysztof Henryk Juskiewicz (φωνητικά, κίμπορντς και μέλοτρον) και Alvin Pope (ντραμς, κρουστά), οι Skin Alley ήταν ένα υβρίδιο μουσικών επιρροών, που κυμαίνονταν από την τζαζ στην φολκ και στα μπλουζ, όλα μαζί μπλεγμένα και με ένα μοναδικό αποτέλεσμα. Έχοντας σχηματιστεί το 1968, η μπάντα υπέμεινε μια σειρά αλλαγών στο lineup, βάζοντας στο σχήμα ακόμα και τον Max Taylor της Clearwater. Με την θητεία του Max Taylor δεν ήταν περίεργο που η Clearwater τους ανέλαβε, μόλις αποφάσισαν να ασχοληθούν επαγγελματικά, την άνοιξη του 1969.



All Alone




Τα live ήταν πολύ δύσκολο να έρθουν για ένα σχήμα χωρίς συμβόλαιο για ηχογράφηση και ακολουθώντας το παράδειγμα της ηγέτιδος εταιρείας στην underground μουσική, Blackhill Enterprises, η Clearwater κανόνισε δωρεάν συναυλίες για την μπάντα με σκοπό το χτίσιμο ενός σταθερού κοινού. Αυτό το τέχνασμα αποδείχτηκε ευεργετικό, με το κοινό να αυξάνεται και ο underground τύπος τελικά πρόσεξε την μπάντα. Το καλοκαίρι του 1969 οι Skin Alley είχαν εξασφαλίσει μία φήμη σαν μπάντα του λαού, παίζοντας δωρεάν. Η τύχη τους χαμογέλασε τον Αύγουστο του 1969 όταν εμφανίστηκαν σε μια σειρά από συναυλίες τρία συνεχόμενα Σαββατοκύριακα στο All Saints Hall στο Ladbroke Grove, πράγμα που έκανε η Clearwater εκμεταλλευόμενη τις εκδηλώσεις για να αναδείξει τα σχήματα που είχαν υπογράψει σε αυτήν. Η τελευταία συναυλία του Αυγούστου αποδείχθηκε ιδιαίτερα ενθυμητική, με τους High Tide και τους Skin Alley να εμφανίζονται μαζί με ένα άγνωστο γκρουπ. Όπως ανακαλεί στη μνήμη του ο Doug Smith, το γκρουπ αυτό εμφανίστηκε και απλά ζήτησαν αν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον εξοπλισμό μας. Η Clearwater συμφώνησε να ανοίξουν την συναυλία, και αυτή ήταν η πρώτη εμφάνιση των Hawkwind. 

Living in Sin





Την συναυλία αυτή παρακολούθησε επίσης ο ραδιοφωνικός παραγωγός John Peel, ο οποίος πολύ εντυπωσιασμένος, προσκάλεσε τους Skin Alley να ηχογραφήσουν ένα σέσιον για το σόου του "Top Gear" στο Radio One τον επόμενο μήνα. Από εκείνη την συναυλία οι Skin Alley πήραν πολύ καλή κριτική από το μουσικό περιοδικό Zig Zag. Πραγματικά ήταν τότε που έγιναν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον μάνατζερ Richard Thomas και διάφορες δισκογραφικές για να εξασφαλιστούν οι ηχογραφήσεις τους. Ο Richard Thomas έβαλε μια αγγελία στην Melody Maker που έλεγε ότι η μπάντα θα μπορούσε να "κλειστεί" μέσω του ίδιου. Ένας τύπος από την RCA τηλεφώνησε. Εκείνο τον καιρό η RCA επρόκειτο να ξεκινήσει μία underground θυγατρική, που την είπε Advent και επιθυμούσε η πρώτη υπογραφή της νεοσύστατης εταιρείας να είναι οι Skin Alley. Έχοντας πάρει την προσφορά ο Richard Thomas έκανε ένα γύρο από όλες τις άλλες εταιρείες μήπως κάνει κάποια καλύτερη συμφωνία, αλλά διάφορες εταιρείες απέρριψαν την συνεργασία. Ωστόσο η CBS είπε το ναι. Ενδιαφέρονταν πραγματικά και ήταν φανερό ότι η άποψη τους ήταν πολύ διαφορετική από των υπολοίπων.


Tell Me




Έτσι, τον Νοέμβριο του 1969, οι Skin Alley πέρασαν την πύλη των στούντιο της CBS, για να ηχογραφήσουν το ντεμπούτο άλμπουμ τους. Στην καρέκλα της παραγωγής καθόταν ο Dick Taylor, ο κιθαρίστας των Pretty Things, ο οποίος είχε μόλις αφήσει την μπάντα για να ξεκινήσει καριέρα σαν παραγωγός. Αργότερα θα αναλάμβανε την παραγωγή των ντεμπούτο άλμπουμ των αδελφών σχημάτων στην Clearwater, των Trees, των Cochise και των Hawkwind. Ο δίσκος ήταν ένα ωραίο και ορίτζιναλ ντεμπούτο, που γεφύρωνε τους κόσμους της τζαζ ροκ και της progressive, με επιλεγμένα κομμάτια τους από τα live τους. Το "Living in Sin" ήταν μία πολύ όμορφη έναρξη που επιδείκνυε τις τζαζ ευαισθησίες του γκρουπ και ίσως αποτελούσε το πιο γνωστό τους κομμάτι, έχοντας συμπεριληφθεί στο άλμπουμ "Fill Your Head with Rock" το 1970. Το "Tell Me" ήταν πιο progressive κομμάτι. Άλλα ωραία κομμάτια ήταν το ανατρεπτικά σκοτεινό "All Alone", το πιο ελαφρύ "Country Aire" και το ιδιαίτερα ενθυμητικό "Night Time".

Country Aire





Πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ, η μπάντα ανέβασε τους ρυθμούς της όσο αφορούσε στα live και σταδιακά έπιασαν ένα μεγαλύτερο κοινό του Αγγλικού underground κύκλου. Με την μίξη του άλμπουμ έτοιμη η CBS αισθάνθηκε την ανάγκη μαζί με την κυκλοφορία του άλμπουμ τους να συμβαδίζει η κυκλοφορία ενός σινγκλ. 

Concerto Grosso (Take Heed) (Going Down The) Highway




Σινγκλ και άλμπουμ κυκλοφόρησαν την 6 Μαρτίου του 1970 και για να σηματοδοτήσουν την κυκλοφορία τους οι Skin Alley έδωσαν τις πρώτες συναυλίες τους εκτός Αγγλικού εδάφους, με παραστάσεις στην Γαλλία, σε κοινή εμφάνιση με τους Edgar Broughton Band και τον Kevin Ayers. Οι κριτικές υποδέχτηκαν με πολύ θέρμη το "Skin Alley", οδηγώντας σε περαιτέρω εμφανίσεις τους στο The Roundhouse και στο Marquee Club, μαζί με άλλες σε κολλέγια και κλαμπ. Αρχές του καλοκαιριού του 1970 η CBS είχε αποκτήσει αρκετή εμπιστοσύνη στην μπάντα για να τους δώσει περισσότερο χρόνο στα στούντιο ώστε να ηχογραφήσουν το δεύτερο άλμπουμ τους. Οι Skin Alley κατευθύνονταν πια προς το Pagham και ακόμα πιο πέρα. (To Pagham and Beyond - 2ο άλμπουμ τους).

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Διαβάστε/Ακούστε επίσης