Αποποίηση Ευθύνης

Δηλώνεται ότι η ευθύνη των αναρτήσεων, καθώς και του περιεχομένου αυτών ανήκει αποκλειστικά στους συντάκτες τους, ρητώς αποκλειόμενης κάθε ευθύνης σχετικά του ιστότοπου. Το αυτό ισχύει και για τα σχόλια που αναρτώνται από τους χρήστες σε αυτό.

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2021









THE GEESE & THE GHOST


BY


ANTHONY PHILLIPS





Ηταν Ιούνιος του 1969 όταν ο Anthony Phillips έγινε μέλος των Genesis. Παρακάμπτοντας τις σπουδές του, κατάλαβε πως είχε την συναρπαστική ευκαιρία να συνεισφέρει σε μία βιώσιμη δύναμη με τις συνθετικές του ικανότητες. Γρήγορα η μπάντα είχε κερδίσει μία φήμη. Ο Phillips συχνά παρουσίαζε με τους Genesis και εμφανίστηκε στο ντεμπούτο τους άλμπουμ και μοναδικό στην Decca, Genesis to Revelation, καθώς και σε δύο singles. Με τους Genesis έγραψε και ηχογράφησε το δεύτερο τους άλμπουμ (και πρώτο τους στην Charisma) Trespass.





Ηταν μία εξουθενωτική χρονιά για τον 17χρονο. Όμως έμαθε γρήγορα και σύντομα έγινε σημαντικό μέρος του γκρουπ. Για κάποιο διάστημα έμοιαζε ότι το line-up του γκρουπ είχε φτιαχτεί. Καθώς ο Peter Gabriel δούλευε πάνω στις μοναδικές του εμφανίσεις στη σκηνή και ο Tony Banks τελειοποιούσε τις ικανότητες του στα keyboards, έτσι και ο Anthony Phillips άρχισε να γίνεται ένας ολοκληρωμένος κιθαρίστας. Όμως κάτι του έλειπε. Ίσως επειδή ήταν ο νεώτερος από τους υπόλοιπους, βρηκε ότι μία ζωή στο δρόμο, να παρουσιάζει με το γκρουπ, στεκόταν εμπόδιο στην επιθυμία του να γράψει. Μέχρι τον Ιούλιο του 1970, με την πρώτη στην πραγματικότητα μεγάλη επιτυχία της μπάντας, το Trespass, είχε έρθει ο καιρός για τον νεαρό να κάνει την επιλογή του. Εάν έμενε με την μπάντα, της οποίας το μέλλον αισθάνθηκε ότι ήταν εξασφαλισμένο, θα έπρεπε να παραιτηθεί μια για πάντα από την μεγάλη του αγάπη, την γραφή και την σύνθεση. Η εναλλακτική του ηταν να εγκαταλείψει τα κατορθώματα του με τους Genesis και να αφοσιωθεί στην μελέτη της μουσικής, στη χαρά που του προκαλούσε να συνθέτει, αλλά και στη θυσία...του να παραμείνει φτωχός. 


Master of Time 




Επέλεξε λοιπόν το δεύτερο. Για τα επόμενα 4 χρόνια ασχολήθηκε βαθιά με την μουσική σε όλα τα επίπεδα και επιβίωσε με την οικονομική και ηθική στήριξη της οικογένειας του. Στο σπίτι του στο Surrey έφτιαξε το δικό του στούντιο και το 1974 άρχισε να διδάσκει μουσική, βρίσκοντας αυτό σαν ένα διαφορετικό τρόπο, ώστε να είναι πάντοτε μέσα στο αντικείμενο του. Ο Anthony πίστευε ότι έπρεπε να επανασυστηθούν κάποια παλαιά όργανα, οπως το λάουτο μέσα σε μία μοντέρνα ορχήστρα και θα ήθελε να μπορούσε να επέμβει στο παρελθόν και στο παρόν, με μία πολύ πιο διαφορετική σύνθεση οργάνων.




Είναι αδύνατον να κατηγοριοποιήσεις την μουσική του Phillips. Έχει γράψει 40λεπτο κομμάτι για πλήρη ορχήστρα. Όπως εξίσου είχε την χαρά να πειθαρχήσει στο να γράψει για κουαρτέτο, έχοντας ένα περιορισμένο και αυστηρά συγκεκριμένο συνδυασμό ήχων. Για τον Phillips, η μουσική πάντα θα παραμένει παρθένο έδαφος. 




Anthony Phillips – The Geese & The Ghost (Hit & Run Music – HIT 001) 1977

Το πολλά υποσχόμενο ντεμπούτο σόλο άλμπουμ του Anthony Phillips, ανακοινώθηκε από τον μουσικό τύπο το Μάρτιο του 1977, σαν ένα μουσικό πανόραμα, μέσα από το μεγαλείο ιστορικών εποχών και αγώνων, στο δράμα και στην καταστροφή που φέρνει ο πόλεμος. Αυτό που δεν έγινε ωστόσο γνωστό ήταν ότι είχε αρχίσει να παίρνει σχήμα 8 χρόνια πριν, ενώ ο Anthony ακόμα βρισκόταν στους θρυλικούς Genesis. Την εποχή που κυκλοφόρησε βέβαια, δεν ήταν καθόλου στη μόδα τέτοιου είδους μουσική. Το μεγαλύτερο μέρος από το υλικό του χρονολογείται λοιπόν από εκείνη την περίοδο. Το ορχηστρικό τρακ ''The Geese and the Ghost'' έχει τις πηγές της εξαιρετικής του σύνθεσης πίσω στο 1969. Πάνω στον κορμό του προστέθηκαν αργότερα τα επιπλέον μέρη. Ο Anthony Phillips έγραψε κάποια μέρη από το ''Henry: Portraits From Tudor Times'' έχοντας μόλις αφήσει τους Genesis, μετά την τελευταία εμφάνιση του με την μπάντα στο Sussex Hall το 1970. Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, αλλά οι πρώτες ηχογραφήσεις που έκανε ο Phil Collins ως lead vocalist είναι μέσα σε αυτό το άλμπουμ. Ένα άλμπουμ που αγνοείτο ακόμα και από φαν των Genesis, όταν κυκλοφόρησε το 1977. Τα ''God If I Saw Her Now'', ''Which Way The Wind Blows'' και ένα εξαιρετικό κομμάτι που συμπεριλήφθηκε αργότερα στην επανέκδοση του άλμπουμ σε CD, το ''Μaster Of Time'' γράφτηκαν μαζί με το προαναφερόμενο ''Henry: Portraits From Tudor Times'' το 1970. To ''Collections'' είναι επίσης από το 1969. Στην πραγματικότητα προοριζόταν για την μπάντα (Genesis), αλλά δεν ταίριαξε στην δισκογραφία τους. 


Wind - Tales



Με τον Mike Rutherford είχαν κάνει μαζί πολύ υλικό αυτού του είδους, για το οποίο δεν βρέθηκε ποτέ χώρος μέσα στην δισκογραφία των Genesis. Μέσα σε αυτό πολλά demos, τα οποία θα κατέληγαν σαν η βάση πάνω στην οποία θα χτιζόταν αργότερα το Musical Box. Κατά την διάρκεια των περιοδειών σταμάτησαν να παίζουν μαζί εκτός μπάντας, με αποτέλεσμα ό,τι είχαν κάνει από τον Σεπτέμβριο του 1969 μέχρι τότε που έφυγε ο Anthony Phillips να παραμείνει ανέγγιχτο. Έτσι ο Mike Rutherford ανέτρεξε στο υλικό αυτό αργότερα και το εκμεταλεύτηκε πολύ καλά.


Which Way the Wind Blows




Ο Anthony Phillips ολοκληρώνοντας τις ηχογραφήσεις τον Αύγουστο του 1970, με την βοήθεια των φίλων του Harry Williamson και David Rootes, αποφάσισε να συγκεντρωθεί στην μελέτη της μουσικής και το υλικό παρέμεινε μέχρι την άνοιξη του 1972, τον καιρό που άρχισε να σχηματίζει την ιδέα για μία συνεργασία με τον Mike Rutherford. Το 1973, ο Anthony συνέχισε τις σπουδές του, χωρίς να παραλείπει να βρίσκει χρόνο για να δουλεύει με τον Mike. Τον χειμώνα του ίδιου έτους είχαν τελειώσει με τις συνθέσεις του άλμπουμ, καθώς έγραψαν το ''Misty Battlements'' του ''Henry: Portraits From Tudor Times''.




Henry: Portraits From Tudor Times

(Fanfare-Lute's Chorus-Misty Battlements-Henry Goes To War-Death Of A Knight-Triumphant Return)




Το καλοκαίρι του 1974, έχοντας επιλέξει τα κομμάτια που θα έμπαιναν στον δίσκο, ο Anthony κι ο Mike αποφάσισαν να ξεκινήσουν την δουλειά στο στούντιο που διαμόρφωσε ο Anthony στο πίσω μέρος του πατρικού του σπιτιού. Εκεί εγκατέστησαν τον εξοπλισμό που χρηματοδότησε η Charisma και με πολλές δυσκολίες και την βοήθεια φίλων, έκαναν το ιδιωτικό στούντιο πραγματικότητα. Όμως σύντομα ο χρόνος χάθηκε, καθώς ο Mike δόθηκε ολοκληρωτικά στην υλοποίηση του επόμενου άλμπουμ των Genesis, το οποίο έγινε διπλό. Αλλά καθώς το Lamp Lies Down On Broadway ολοκληρωνόταν, τα πράγματα πήραν μία απροσδόκητη τροπή. Ένα ατύχημα που είχε ο αντικαταστάτης του Anthony στους Genesis, Steve Hackett στο χέρι με αποτέλεσμα την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, έγινε η αιτία να βρεθεί ο χρόνος για τις ηχογραφήσεις του άλμπουμ τους, αν και δεν επαρκούσε για όλη την δουλειά. 





Το πρώτο κομμάτι που μπήκε ήταν το ''Which Way The Wind Blows'', παιγμένο με ηλεκτρική κιθάρα, αλλά με τρόπο που το έκανε να ακούγεται σαν κλασική. Παρόλο που η ηχογράφηση είχε ξεκινήσει, διάφορα τεχνικά προβληματα εμφανίστηκαν δυσχεραίνοντας το έργο τους. Όμως κατάφεραν να τελειώσουν τέσσερα μέρη από το ''Henry: Portraits From Tudor Times'', κάποια άλλα που κατέληξαν σε άλλα άλμπουμ, καθώς και κάποια overdubs χρησιμοποιώντας μουσικούς όπως τον αδελφό του Anthony, Robin, ο οποίος έπαιζε όμποε και τον αδελφό του Steve Hackett, John, που έπαιζε φλάουτο. Η διάδραση από τους υπέροχους μουσικούς ήταν τέτοια, ιδιαιτέρως ανάμεσα στο φλάουτο και στο όμποε, που ο John θυμάται τον Anthony να αναφέρεται σε αυτή ως 'floboe'. 





Καθώς ολοκληρώνονταν τα αρχικά αυτά sessions, o Mike αναχώρησε, διότι έπρεπε να ξεκινήσει  περιοδεία του Lamp στο Σικάγο. Το βάρος έπεσε όλο πάνω στον Anthony. Την άνοιξη του 1975, με τον Mike ακόμα απών, συνέχισε να δουλεύει μόνος με βοήθεια από τον φίλο και παλιό roadie των Genesis David Rootes στην ηχογράφηση των overdubs. Τον καιρό που η περιοδεία του Lamp είχε φτάσει στο τέλος, με τον Mike επιτέλους χαλαρό για να συμμετέχει στην ηχογράφηση του άλμπουμ, αποφασίστηκε ότι θα ήταν καλύτερα να βρουν ένα άλλο στούντιο για να κάνουν κάποια έξτρα overdubs στα κομμάτια. Η απόφαση υλοποιήθηκε και ξεκίνησαν τα sessions, τον Ιούλιο του 1975 στο Little Venice του Λονδίνου στο στούντιο The Argonaut.


God if I Saw Her Now





Φανερή επιλογή για τα φωνητικά ήταν ο Phil Collins, που με συνέπεια ανέλαβε, έχοντας ολοκληρώσει την συνεισφορά του στο σόλο άλμπουμ (στα φωνητικά και στα κρουστά) του συμπαίκτη του Steve Hackett, Voyage of the Acolyte. Για την συμπλήρωση του Phil στο ''God If I Saw Her Now'' αποφασίστηκε ότι χρειαζόταν μία γυναικεία φωνή, έτσι η Viv McAuliffe αποδείχτηκε μία εμπνευσμένη επιλογή με την χαρακτηριστική κρυστάλινη φωνή της. Τα sessions αυτά είχαν και την εύθυμη πλευρά τους. Ένα απρόσμενο θέμα απείλησε πρόσκαιρα την εύρυθμη ροή τους, όταν ο κρουστός Martin Westlake πρόκειτο να προσθέσει timpani στο ''Henry: Portraits From Tudor Times''. Το όργανο αποδείχτηκε μεγαλύτερο από το άνοιγμα της πόρτας στο καραβάκι (βλέπε Little Venice-Maida Vale) που χρειαζόταν να μπει, αλλά μετά από ώριμη σκέψη και συζήτηση με τους ιδιοκτήτες του διπλανού πλοιάριου, που οργάνωναν μικρά ταξίδια αναψυχής στα κανάλια, βρέθηκε λύση. Η ηχογράφηση του οργάνου έγινε από το διπλανό πλοιάριο, χρησιμοποιώντας μικρόφωνα και απλώνοντας σε μεγάλη απόσταση καλώδια μέχρι το στούντιο. Αυτό αποτέλεσε μία σουρεαλιστική σκηνή, όπου ο καθένας που καλούσε τηλεφωνικά για να κλείσει για την εκδρομή, άκουγε περίεργους ήχους καθώς ο Martin έπαιζε. Ένας από αυτούς ηταν και ο Steve Hackett, ο οποίος έχοντας τελειώσει το δικό του άλμπουμ ηθελε να δει πως πάει η ηχογράφηση του Anthony. 


Chinese Mushroom Cloud




Το τελευταίο session στο στούντιο The Argonaut ήρθε με την ηχογράφηση των φωνητικών που ακούγονται στο τελευταίο μέρος του ''Henry: Portraits From Tudor Times'', ''Triumphant Return''. Με κρέντιτ στο άλμπουμ ως Barge Rabble, οι φωνές που ακούγονται είναι από φίλους που είχαν πάει για να γιορτάσουν το τελείωμα των sessions. Η μίξη έγινε αποκλειστικά από τον Anthony, καθώς ο Mike ακόμα μία φορά είχε να αφοσιωθεί στο γράψιμο και στην ηχογράφηση του νέου άλμπουμ των Genesis, παράλληλα με την αναζήτηση νέου τραγουδιστή. 


The Geese & The Ghost (Part I & Part II)



Το άλμπουμ πια είχε τελειώσει, πλην του δεύτερου μέρους του ''Collections'' και του ''Sleepfall: The Geese Fly West'', που χρειάζονταν περαιτέρω δουλειά. Τα εμπόδια όμως δεν είχαν σταματήσει. Ακούγοντας η εταιρεία το αποτέλεσμα της ηχογράφησης, ανακοίνωσε ότι δεν ενδιαφερόταν πια να κυκλοφορήσει το δίσκο. Η προσπάθεια για να κερδίσει το ενδιαφέρον κάποιας άλλης εταιρείας για ένα άλμπουμ που δεν ταίριαζε στην εμπορική διάθεση της εποχης, ήταν μία δύσκολη, μπερδεμένη και συχνά αποκαρδιωτική εμπειρία για τον Anthony. Στα τέλη του καλοκαιριού του 1976, ήρθε το απροσδόκητο νέο, ότι μία Αμερικανική δισκογραφική, με το όνομα Passport ενδιαφερόταν να αναλάβει να κυκλοφορήσει το άλμπουμ. Αυτό σήμαινε το λιγότερο, ότι θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν τα ατελή ακόμα κομμάτια στο άλμπουμ. Έτσι τον Οκτώβριο του 1976, ο Anthony ηχογράφησε τα μέρη που έλειπαν στα ''Collections'' και ''Sleepfall: The Geese Fly West'' και προσκάλεσε τον αδελφό του μαζί με τον John Hackett και τον Jack Lancaster, για να αναλάβουν τα πνευστά. Την 1η εβδομάδα του Νοεμβρίου κανονίστηκε το τελικό session στα Olympic Studios στο Λονδίνο. 


Collections



Με το μουσικό μέρος τελειωμένο πια, το επόμενο βήμα ήταν το εξώφυλλο. Το φθινόπωρο του 1976, ο Anthony γνωρίστηκε με έναν καλλιτέχνη, τον Peter Cross. Μετά από την διαπίστωση των κοινών τους στοιχείων, αυτός ανέλαβε να σχεδιάσει το εξώφυλλο. Με όλα ολοκληρωμένα για την κυκλοφορία στην Αμερική, άρχισε η αναζήτηση εταιρείας στην Αγγλία για την Αγγλική έκδοση του άλμπουμ, κάτι που αποδείχτηκε πιο δύσκολο από την πρώτη φορά, καθώς το κίνημα της punk μονοπωλούσε το ενδιαφέρον των δισκογραφικών. Ο μάνατζερ των Genesis ήταν αυτός που είχε και τον Anthony τότε και ήταν αυτός που έκανε την κίνηση να φτιάξει την Hit & Run για να κυκλοφορήσει το Geese & the Ghost, τη μία και μοναδική της κυκλοφορία για να μπορέσει το άλμπουμ να δει το φως του ήλιου στην Αγγλία. Ακολούθως θα διαπραγματευόταν με την Vertigo Records για την κυκλοφορία του άλμπουμ σε άλλες χώρες, όπως η Κίνα, η Νέα Ζηλανδία και η Αργεντινή.


Sleepfall: The Geese Fly West




ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021








KEVIN AYERS








        A SWEET SOUL








Δεν ήταν απλά ένας καλός τραγουδοποιός, ένας πολύ ταλαντούχος μουσικός και ένας πάρα πολύ ευαίσθητος άνθρωπος ο Kevin Ayers. Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους μουσικούς της θρυλικής σκηνής του Canterbury. Ένας από τους μεγάλους, τους πρωτομάστορες, τους διαμορφωτές. Ένας από τα πρώτα μέλη του μυθικού γκρουπ The Wilde Flowers, δηλαδή κοινώς, της έδρας όλων σχεδόν των ιδρυτικών μελών των Soft Machine και των Caravan. Ο συνδυασμός της ψυχεδέλειας, με τους "δύσκολους" στίχους και τους αυτοσχεδιασμούς που πηγάζουν από την jazz ήταν κάτι σαν πρόκληση για αυτούς τους απίθανους μουσικούς. Ο γεννημένος στο Kent Kevin, βρέθηκε στον πρώτο δίσκο των Soft Machine γράφοντας ή συν-γράφοντας τα περισσότερα από τα κομμάτια του ομώνυμου άλμπουμ του 1968, όμως δεν ήταν στην ιδιοσυγκρασία του το βεβαρημένο πρόγραμμα του γκρουπ, με τις ατέλειωτες περιοδείες, έτσι γρήγορα αποφάσισε να ξεκινήσει σόλο καριέρα. Η πορεία του όλα τα χρόνια είναι μεγάλη και πλούσια. Για μένα προσωπικά, αν και ο χαρισματικός αυτός μουσικός έκανε μία τεράστια μουσική προσφορά, τα πιο δημιουργικά του χρόνια είναι αυτά ανάμεσα στο 1969 και 1973 στην Harvest. Τότε που έκανε τους 4 πρώτους δίσκους του...


Song for the Insane Times (1969)




Joy of A Toy (Harvest SHVL 763) 12/69

Χαρά, ομορφιά και μυστήριο βρίσκονται σε αφθονία μέσα σε αυτό το άλμπουμ του πρώην κιθαρίστα των Soft Machine. Τα τραγούδια του είναι απλά αλλά συναρπαστικά, με τη ζεστή, ομιχλώδη και κάποιες φορές απειλητική αίσθηση που έχουν κάποια τραγούδια που μισο-θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια.


Οι συνθέσεις, που σε μερικά κομμάτια παρουσιάζουν τους Soft Machine, αιχμαλωτίζουν τέλεια τον ήχο των Soft Machine: ήχος διακριτικός, μυστηριώδης, πλούσιος σαν υφή και εκλεπτυσμένα funky.


Για να δείξουν ότι δεν κρατάνε κακία μεταξύ τους, οι Soft Machine παίζουν στα περισσότερα κομμάτια, που έχει γράψει ο Kevin, με απίστευτους τίτλους όπως ''Eleanor's Cake (Which Ate Her)''. Για την χρήση τόσο θαυμαστού αριθμού οργάνων, η μουσική είναι λίγο μονότονη. Ο Ayers ξεκίνησε την σόλο καριέρα του με αυτό το παράδοξο άλμπουμ. Είναι σίγουρο ότι θα μπέρδεψε τους ανθρώπους εκείνη την εποχή. Δεν ακούγεται σαν τους Soft Machine, είναι pop, αλλά η βαθιά του φωνή δύσκολα θα ακουγόταν τότε στα top40 στο ραδιόφωνο και μεγάλο μέρος του ακούγεται απλά flat. Αυτό βεβαίως δεν εμποδίζει την μεταφορά όσων λέει με ένα μοναδικό τρόπο, όπως στο τραγούδι που ακολουθεί και είναι γραμμένο για την μία από τις τρεις κόρες του, την Rachel.


Lady Rachel (1969)




Ανοίγει με το πιο χαρούμενο τραγούδι (υπάρχουν στίχοι, αλλά είναι θαμμένοι), μετακινείται σε τραγούδια που θα ακούγονταν σαν mainstream rock και μπαλάντες, αν η φωνή του δεν τα μετέτρεπε σε μοιρολόγια, παρωδίες ή οτιδήποτε άλλο...Κάτι τόσο παράδοξα αφοπλιστικό, όσο οτιδήποτε θα μπορούσες να ακούσεις. Καθώς ακούς, κάτι μοιάζει να ξεφεύγει ελαφρώς, χωρίς όμως να μπορείς να πεις τι ακριβώς. Όλες οι συνθέσεις είναι εντελώς διαφορετικές από οτιδήποτε άκουσες στο παρελθόν και όλες μοιάζουν απόλυτα φυσιολογικές. Τα όμποε στο ''Town Feeling'' είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι έχουν επηρεάσει τους Roxy Music. 


Town Feeling (1969)




Το Mellotron θυμίζει τον ήχο μουσικής σε τσίρκο στο ''The Clarietta Rag'' και η lead guitar απλά ένα θόρυβο που σου τρυπάει τα τύμπανα, εντελώς αταίριαστη σε ένα τόσο χαρούμενο τραγούδι. To ''Stop This Train (Again Doing It)'' κυριολεκτικά επιταχύνει από την αρχή μέχρι το τέλος σαν ατμομηχανή και περιέχει ένα σόλο στην κιθάρα από ηχείο σε ηχείο που έχει όλη την ενέργεια της ατμομηχανής.


Stop This Train (Again Doing It) (1969)




Shooting at the Moon (Harvest SHSP 4005) 10/70

Ο Ayers κατέχει μία φωνή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ανέκφραστη και αυτό σε συνδυασμό με την καταθλιπτική φύση των τραγουδιών του, δημιουργεί ένα αισθαντικό και χαρακτηριστικό αποτέλεσμα. 


Τα τραγούδια και η φωνή του, με τον αποστασιοποιημένο, αλλά σκωπτικό και ιδιαίτερο τόνο, έχουν μία ύπουλη ποιότητα, που φτάνουν στα αυτιά του ακροατή με έναν ευγενικά υπογραμμισμένο αέρα παραφροσύνης...


Αυτή είναι μία άβολη μίξη των συνηθισμένων παράξενων pop τραγουδιών του με αυτό που έχει ονομαστεί musique concrète, μία ιδιαίτερη κατηγορία δηλαδή ηλεκτρονικής μουσικής, τα οποία σαν συστατικά είναι εξίσου συναρπαστικά, αλλά κανένα από τα δύο δεν μοιάζει να κάνει αίσθηση στους ίδιους ακροατές. Από την μάλλον ευγενική μπαλάντα "May I", δεν θα περίμενες ποτέ μέσα σε δύο λεπτά να ακούς έναν στρόβιλο τυχαίων θορύβων και ηχητικών εφέ και κόλπων. 


May I (1970)




Το σαξόφωνο του Lol Coxhill προσθέτει μία επιπλέον παράξενη χροιά στην προσέγγιση. Τα "νορμάλ" τραγούδια όλα έχουν την αίσθηση διεστραμμένης jazz, που με κάποιο τρόπο χάνεται μέσα σε ένα είδος μουσικής music hall. Κάποια από αυτά ροκάρουν καλά: το σόλο στην κιθάρα από τον Mike Oldfield στο "Lunatics Lament" είναι ένα θαύμα, με τον τρόπο που συνδυάζει δυνατή ένταση και παραμόρφωση με πραγματική μελωδία. Αναρωτιέται κανείς γιατί περισσότερα σόλο δεν σπρώχνουν τα όρια με τον ίδιο τρόπο. 


Lunatics Lament (1970)




Μέσα σε λεπτά ωστόσο το τραγούδι έχει τελειώσει, το επόμενο αρχίζει και τα όργανα αυτοσχεδιάζουν ασκόπως και για πολύ περισσότερο χρόνο από το πολύ καλό κομμάτι που προηγήθηκε. Μετά, καθώς φτάνει σε ένα ξαφνικό τέλος, το ηλιόλουστο "The Oyster and the Flying Fish" (με τα backing φωνητικά της αξιαγάπητης Bridget St. John) ακολουθεί, μέχρι που καταλήγει σε περισσότερη φασαρία. 


Red Green And You Blue (1970)




Το άλμπουμ αυτό είναι τόσο αποπροσανατολιστικό όσο δεν πάει. Υπάρχουν τρομερές στιγμές για να προσελκύσουν ακροατές και πολλές επίσης για να γίνουν εχθρικές στον ακροατή. To Shooting at the Moon πιθανόν να διχάζει τους ακροατές σε μεγάλο μέρος του, όμως ακόμα μία φορά πρέπει να δείξει κανείς τον σεβασμό του στον Ayers για την θέληση να κάνει σχεδόν τα πάντα στο όνομα της τέχνης, αυτό που λέμε με άλλα λόγια art-rock. 


Shooting at the Moon (1970)




Μία πραγματική ιστορία αγάπης αυτό το άλμπουμ στο οποίο δεν φαίνεται σαν σόλο δουλειά του Ayers (και δεν είναι άλλωστε), καθώς ο Kev σμίγει με τον πιτσιρικά τότε Mike Oldfield, τον Lol Coxhill, τον David Bedford και την Bridget St. John. Εκκεντρικά ορχηστρικά μοιράζονται το βινύλιο με τους παιχνιδιάρικους στίχους του Ayers.



Whatevershebringswesing (Harvest SHVL 800) 1/72

Το μόνο που εμποδίζει αυτό το άλμπουμ να έχει τον τρομερό αντίκτυπο, που με κάποιο τρόπο αισθάνεσαι ότι όφειλε να έχει, είναι ότι είναι σχεδόν αδύνατο να το δεις σαν ολότητα. Κάθε κομμάτι ατομικά είναι διαμάντι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ταιριάξεις όλα τα διαφορετικά στοιχεία σε μία αίσθηση ολοκλήρωσης.


Γενικά αυτό θεωρείται το καλύτερο άλμπουμ του Ayers, αν και είναι συζητήσιμο το κατά πόσο κάποιο από τα 4 πρώτα άλμπουμ του θα μπορούσε να πάρει τέτοιο τίτλο. 


Ωστόσο είναι το πιο λαμπρό παρά τον παράξενο τίτλο του, το ακόμα πιο παράξενο εξώφυλλο και τα δύο πιθανώς καλύτερα κομμάτια που έκανε. 


Whatevershebringswesing (1972)




Το "Stranger in Blue Suede Shoes" είναι το πιο άμεσα ευάρεστο και πιθανόν το πιο ανθεκτικό τρακ, ένας παιχνιδιάρικος τόνος με μελωδικό μουρμουρητό και μία γοητευτική σύνθεση (ακούστε προσεκτικά το πιάνο στην τελευταία στροφή). Ακόμα καλύτερο είναι το "Song from the Bottom of A Well", μία από τις καλύτερες αποδομήσεις σε φόρμα pop τραγουδιού που θα ακούσετε ποτέ. 


Song from the Bottom of A Well (1972)




Ο απειλητικός στίχος και η μελωδία έχουν τοποθετηθεί σε ένα πλαίσιο φαινομενικά τυχαίων ήχων. Το τραγούδι παίζει και αιφνίδιοι θόρυβοι εμφανίζονται, "πνίγοντας" συχνά τα φωνητικά.To μέτρο αλλάζει ενοχλητικά και η παραμόρφωση σε "στρώματα" γίνεται το τέρας που τρέμει κάθε τραγουδιστής. Κάθε τι γύρω από αυτό είναι πέραν της πραγματικότητας και είναι τέτοια η αυθεντικότητα του, που αναρωτιέται κανείς γιατί το rock 'n' roll τόσο σπάνια παίρνει τέτοια ρίσκα, ονομάζοντας όλο αυτό το κόνσεπτ "τραγούδι"... 


There Is Loving / Αmong Us / There Is Loving (1972)




Αλλού το άλμπουμ είναι εκπληκτικά γλυκό και στηρίζεται από κάποια παράξενα ορχηστρικά μέρη. Όταν τελειώνει μοιάζει παράξενα μικρό, καθώς αυτά τα μέρη κατά το άνοιγμα και κλείσιμο των κομματιών λειτουργούν περισσότερο ως βιτρίνα παρά ως κανονικά τραγούδια. Τα άλμπουμ του Ayers είναι συνήθως ασύμμετρα, αλλά αυτό εδώ είναι το πιο λαμπρό, επειδή τα highlights είναι τόσο καλά και επειδή ο συνδυασμός των στυλ είναι μάλλον πολύπλοκος. Οπωσδήποτε συνιστάται, όπως και να έχει. 




Bananamour (Harvest SHVL 807) 6/73












Αυτό μπορεί να μην είναι μία από τις πιο παράξενες ή πιο φιλόδοξες δουλειές του Ayers, αλλά είναι ο πιο τακτικά καλός του δίσκος. Τα τραγούδια που έχουν μία καινούρια soul αιχμή, είναι όχι ακριβώς νορμάλ, αλλά δεν είναι τόσο πεισματικά παράξενα, όσο ότι είχε εμφανιστεί πριν.


Shouting in A Bucket Blues (1973)




Παραμένουν έξυπνα και διασκεδαστικά και οι μελωδίες είναι η καλύτερη παρτίδα του μέχρι τώρα. Σε κάποιους θα λείψει η παραφροσύνη ας πούμε του "Song from the Bottom of A Well" ή του "Lunatic's Lament", αλλά δεν θα μας σταματήσει από το να ακούμε τρομερά πράγματα σε αυτό το τελευταίο άλμπουμ του. Ένα από τα καλύτερα τραγούδια είναι το 8λεπτο "Decadence", το οποίο έχει ένα τρομερό ονειρικό groove. 


Decadence (1973)




Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι ελάχιστες κόπιες εμφανίστηκαν με 16σέλιδο βιβλιαράκι, αλλά στην πραγματικότητα φαίνεται ότι αυτά τα βιβλιαράκια μοιράστηκαν κατά την διάρκεια περιοδείας και όχι συνοδεύοντας το άλμπουμ.


Lullaby (1972)




Ο Kevin πάντα έλεγε ότι δεν είναι καλός στο παιχνίδι της μουσικής βιομηχανίας. Κάτι που χαίρει της εκτίμησης μου. Αν και τόσο ταλαντούχος, ποτέ δεν έφτασε να έχει μεγάλο κοινό. Ήταν ένας αληθινά μποέμ τύπος και ένας λαμπρός μουσικός. Ο Ayers βρέθηκε νεκρός στο κρεβάτι του την 20 Φεβρουαρίου 2013. Δίπλα του ένα κομμάτι χαρτί έγραφε κάτι που σκεφτόταν στο τέλος του ή κάποια ιδέα ίσως για ένα ακόμα τραγούδι;;;

"Δεν μπορείς να λάμψεις αν δεν καείς". 

Τα έκανε και τα δύο στην ταραγμένη ζωή του. Με τον δικό του μοναδικό τρόπο.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δευτέρα 24 Μαΐου 2021

 




AUDIENCE







Art / Progressive Rock Pioneers








Μία μπάντα με έδρα το Λονδίνο, η οποία υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής στα κλαμπ και στα κολλέγια εκείνη την εποχή. Αποτελούνταν από τους:
Howard Werth στα φωνητικά και κιθάρα, τον Keith Gemmell στο σαξόφωνο, φλάουτο και κλαρινέτο, τον Tony Connor στα ντραμς και τον Τrevor Williams στο μπάσο.
Έκαναν 4 δίσκους από το 1969 έως το 1972 και μετά διαλύθηκαν, με τον Howard Werth να πηγαίνει στους Doors στη θέση του Jim Morrison και μετά σε σόλο καριέρα, τον Keith Gemmell να πηγαίνει στους Stackridge, τον Trevor Williams στους The Nashville Teens και τον Tony Connor στους Hot Chocolate. Εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι μιλάμε για μία μπάντα που έχει ξεχαστεί σχεδόν από όλους, μία μπάντα που δεν ακούγεται πλέον πουθενά, αλλά είναι ικανή να καθηλώσει κάθε οπαδό της progressive rock και όχι μόνο.  


Raid (1970)





Audience (Polydor 583 065) 12/69

Οι Audience εδώ στην πρώτη τους προσπάθεια δείχνουν να είναι καλοί και ευέλικτοι μουσικοί. Το γκρουπ δεν φαίνεται να δεσμεύεται από μουσικά όρια και αυτό το άλμπουμ από δικές τους συνθέσεις διατηρεί πολύ αξιόλογο υλικό. Πράγματι του άξιζε να πάει καλά.


Θυμίζουν λιγάκι τους Animals στα αρχικά τους στάδια και παράγουν ποικίλους και φιλόδοξους ήχους. Σίγουρα το LP αυτό θα περιλαμβανόταν στα καλύτερα progressive.


Σκιές των Traffic όμως επίσης κρέμονται πάνω από αυτό το ευχάριστο, μελωδικό LP από αυτή την Αγγλική μπάντα. Ο αλα Traffic ήχος έρχεται κυρίως από το συνδυασμό του φλάουτου του Keith Gemmell με την ακουστική κιθάρα του Howard Werth...




Heaven Was An Island (1969)





Διατηρούν τα πάντα ολόσωστα δεμένα και έχουν ποικιλία και αρκετά από τα τραγούδια έχουν ελκυστικές γραμμές και στίχο...Ένα άλμπουμ που μπορεί να μην αποτελεί ορόσημο, αλλά είναι αναζωογονητικά ανεπιτήδευτο και ευήκοο.


House On The Hill (1969)





Το ντεμπούτο άλμπουμ αυτής της progressive μπάντας, που είναι εντελώς ορίτζιναλ, είναι ένα διασκεδαστικό κομμάτι jazzy pop rock, αν και όχι πολύ πάνω από τον μέσο όρο του γένους. Τα highlights περιλαμβάνουν το ζωηρό ''River Boat Queen'', το groovy ''Heaven Was An Island'', το R&B με χροιά soul ''Too Late I'm Gone'' και το ακουστικό, σε χίπικο στυλ ''Man On Box''.


Waverly Stage Coach (1969)





Το άλμπουμ κλείνει με το ''House On The Hill'', στο οποίο θα επιστρέψουν στο 3ο τους LP. Είναι καλοί παίκτες, αλλά τους λείπουν οι ενθυμητικές μελωδίες και η δεύτερη φωνή. Λέγεται συχνά ότι αυτό το LP αποσύρθηκε γρήγορα μετά την κυκλοφορία του, αλλά αν και είναι πολύ σπάνιο, δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο.



Friend's Friend's Friend (Charisma CAS 1012) 6/70














Ακόμα πιο καλό από το ντεμπούτο τους. Ο ήχος τους είναι τόσο χαρακτηριστικός όσο και η γραφή τους και σε αυτό το άλμπουμ έχουν πάει περισσότερο προς την ορχηστρική πλευρά των πραγμάτων. Τι σημαίνει πρακτικά κάτι τέτοιο; Λιγότερα τραγούδια, που είναι κρίμα, αν και οι μεγαλύτερες δόσεις των έξυπνων συνθέσεων τους σε αποζημιώνει.


Nothing You Do (1970)





Φανερά λιγότερο jazzy από το ντεμπούτο τους (που είχε κυκλοφορήσει μόλις 6 μήνες νωρίτερα), τα περισσότερα τραγούδια εδώ μέσα έχουν μία ακουστική βάση, πάνω στην οποία χτίζονται τα τζαμ. Η μουσική δεν είναι πολύ μελωδική και ο Howard Werth δεν είναι ο επιβλητικός, ούτε ο αφοπλιστικός τραγουδιστής. Όμως υπάρχουν τρομερά ορχηστρικά μέρη, που θα μπορούσαν να καθηλώσουν και τον πιο απαιτητικό ακροατή. 


It Brings A Tear (1970)





Το άφθονο σαξόφωνο και το φλάουτο σημαίνει ότι ακούγονται αρκετά σαν τους Jethro Tull (''Nothing You Do'') η τους Family (''Raid'') και υπάρχουν κάποια ασυνήθιστα γυρίσματα, όπως στο μέρος με το μπάντζο στο ''Belladonna Moonshine'' και τον σχεδόν κλασικό ήχο στο ''Ebony Variations''.


Belladonna Moonshine (1970)





Φανταστικά σόλο στο σαξόφωνο σημειώνονται καθ' όλη την διάρκεια, ιδιαιτέρως στο ''Priestess'', το οποίο ίσως να αποδίδει καλύτερα το πώς ακούγονταν, αν και όλο το LP είναι πολύ συνεπές.


Friend's, Friend's, Friend (1970)




The House on the Hill (Charisma CAS 1032) 5/71













Οι Audience πάντοτε διαφοροποιούνταν στην μουσική τους, εφορμώντας με φωνητικά και σκίζοντας τον αέρα με το σαξόφωνο να ουρλιάζει. Μουσικά το άλμπουμ σε απορροφά και οι στίχοι είναι άμεσοι.


Your Not Smiling (1971)





Η πιο καινοτόμα και ορίτζιναλ μουσική συλλογή που είχε κυκλοφορήσει τότε, σύμφωνα με αυτά που έγραφε το Beat Instrumental, τον Ιούλιο του 1970. Έκανε την εμφάνιση του κατά τον ίδιο τρόπο με το Music in A Doll's House των Family πριν λίγα χρόνια, έχοντας πολύ λίγα κοινά με τις άλλες κυκλοφορίες. Ούτε δύο τραγούδια δεν μοιάζουν, έτσι το όλο άλμπουμ παρέχει μία ποικιλία.


I Had A Dream (1971)





Αυτό το ωραίο άλμπουμ βρίσκει τον ήχο τους εντυπωσιακά δεμένο, να οδηγεί σε κάποιες αξιόλογες και συναρπαστικές στιγμές. Όπως στα προηγούμενα, τα φωνητικά του Werth δεν θα μπορούσε να είναι για όλα τα αυτιά, αλλά δεν υπάρχει διαφυγή από την δύναμη που επιδεικνύουν τα περισσότερα κομμάτια. Το ''Jackdaw'' είναι ένα χαριτωμένο θέμα που ανοίγει το άλμπουμ, με δεμένο σαξόφωνο και φλάουτο πάνω σε μία ακουστική βάση, δίνοντας χώρο σε ένα σόλο fuzz κιθάρας και ένα ωραίο τζαμ. 


Jackdaw (1971)





Το ''Your Not Smiling'' έχει ένα ατόφιο, αφοπλιστικό ρυθμό, το ''I Had A Dream'' είναι γλυκό και το ''Raviolé'' είναι ένα απροσδόκητα χαριτωμένο ορχηστρικό. Επίσης μπορούν να είναι πολύ funky (''Nancy'', ''Eye to Eye'') και το μεγάλο ομότιτλο κομμάτι δείχνει ότι δεν έχουν εγκαταλείψει την αδυναμία τους για το ασυνήθιστο τότε σαξόφωνο.


I Put A Spell On You (1971)





Η μοναδική παράταιρη στιγμή είναι μία απροσδόκητη διασκευή του ''I Put A Spell On You'', η οποία είναι πολύ καλή μεν, αλλά λίγο αταίριαστη, σε σχέση με το περιεχόμενο του άλμπουμ. Συμπερασματικά, συστήνεται σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται να ανακαλύψει λιγότερο γνωστές Αγγλικές μπάντες.



Lunch (Charisma CAS 1054) 3/72














Ακόμα και με τον Gus Dudgeon στην παραγωγή και με εξαιρετικούς στούντιο μουσικούς από την Αμερική, σαν τον Jim Price και τον Bobby Keyes να παρέχουν βοήθεια, οι Audience βρίσκονται πάλι οριακά στην παραγωγή ενός κατά τα άλλα πολύ καλού άλμπουμ. 


Buy Me An Island (1972)





Ο Keith Gemmell εγκατέλειψε καθώς γινόταν αυτό το άλμπουμ και ο πιανίστας Nick Judd πέρασε στο σχήμα ως αντικαταστάτης. Αυτή η κίνηση ίσως να ήταν η σωτηρία τους, καθώς όπως έγραφε ο μουσικός τύπος, ο συνδυασμός ακουστική κιθάρα / χάλκινα δεν τους ταίριαξε. 


Ain't The Man You Need (1972)





Παρόλα αυτά, αυτό το άλμπουμ θεωρήθηκε το καλύτερο τους ως τότε, με μία πολύ καλή παραγωγή... Αν και  προσωπικά δεν συμφωνώ, ωστόσο θα το σύστηνα για τον πιο μεστό ήχο, ένα αποτέλεσμα της προσθήκης πιάνο συν τα πνευστά των Jim Price και Bobby Keyes, ανάμεσα σε άλλα.


Priestess (1970)


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 12 Μαΐου 2021





THE STEVE MILLER BAND







First Era







Παρά την περισσότερο γνωστή τους ενσάρκωση στα 70ς σαν 'παρασκευαστές' χιτ, οι Steve Miller Band κάποτε θεωρούνταν από τους καλύτερους μουσικούς της ψυχεδελικής σκηνής του Σαν Φρανσίσκο. Ηχογραφημένο στο Λονδίνο, το ντεμπούτο τους είναι κολλημένο κάπου ανάμεσα στις blues ευαισθησίες τους και στην επιθυμία τους να δημιουργήσουν ένα φιλόδοξο ψυχεδελικό δίσκο. 


In My First Mind (1968)





Children of the Future (Capitol ST-2920) 6/68

Οι Steve Miller Band για ένα αριθμό διαφορετικών λόγων έχουν κάνει μία φανταστική δουλειά στο ντεμπούτο άλμπουμ τους. Μικρό σε διάρκεια, όπως το ντεμπούτο των Moby Grape και εύγεστο σαν το Sgt. Pepper. Ξεκινούν τα περισσότερα κομμάτια τους με μία απλή ακουστική κιθάρα και δομούν γύρω από την γραμμή αυτή το όλο rock 'n' roll θέμα.

Ακόμα και χωρίς τον ραδιοφωνικό αέρα της εποχής, με τα Top 40, το άλμπουμ αυτό θα έπρεπε να είναι απόλυτα επιτυχημένο, καθώς, όπως όλα τα καλά rock 'n' roll άλμπουμ, είναι καλή μουσική, κατανοητή από παιδιά κάθε ηλικίας...

Η μπάντα επιδεικνύει την ικανότητα της σε όλες τις σπεσιαλιτέ της εποχής, όσον αφορά στο rock 'n' roll. Η καλόγουστη παραγωγή από την ίδια την μπάντα μαζί με τον Glyn Johns, μηχανικό των Stones και οι εκλεκτικές επιρροές κάνουν αυτό το άλμπουμ να είναι στην φύση των Beatles (ιδιαιτέρως στα φωνητικά, με την συχνή χρήση αρκετών φωνών για αρμονία και ρυθμό. Όπως γράφει το Rolling Stone, αν θέλετε να το εντάξετε κάτω από μία ταμπέλα, μπορείτε να το αποκαλείτε ένα πάντρεμα των Beatles με τα blues.


Key To The Highway (1968)






O Steve Miller είναι μεγάλο ταλέντο. Το Children of the Future συνδυάζει τον μακρύ τίτλο, που ακούγεται σαν κλασικού στυλ καντάτα, στην Α'πλευρά, με κάποια πολύ ωραία blues και μπαλάντες στην Β'πλευρά. Το χτίσιμο και η αποδόμηση στο ''Children of the Future'' θυμίζει το ''Sing This All Together'' από το Satanic Majesties των Stones σαν γενική δομή, αλλά και σαν πηγή έμπνευσης, αλλά μουσικά είναι πολύ καλύτερο για μένα προσωπικά. Κραυγές γλάρων, σερφ, το φύσημα του ανέμου και ηλεκτρονικοί ήχοι έρχονται αντιμέτωπα με χορωδιακή ερμηνεία αλλά και τραγούδισμα μπαλάντων με αποτελέσματα ενίοτε εκτυφλωτικά...Τα τραγούδια της Β'πλευράς αποτελούν μαρτυρία και κατάθεση για κάποια μετέπειτα τρομερά στυλ ερμηνείας σε μπαλάντες και σε blues.


Children of the Future (1968)






Δεν πρόκειται απλώς για μία blues μπάντα. Είναι συμφωνική rock κατά κάποιο τρόπο. Η μπάντα του Steve Miller ειδικεύεται να δομεί μεγάλης διάρκειας αέρινες αρχιτεκτονικές γραμμές που στοιβάζουν ηχητικά στρώματα το ένα πάνω στο άλλο-ό,τι μπορεί να περιγράψει καλύτερα το ''In My First Mind'' και το ''Children Of The Future''. Στην Β'πλευρά, το ''Key To The Highway'' εμφανίζεται να είναι ένα straight blues, φτιαγμένο με όλη την παραδοσιακή χροιά μίας προσέγγισης από τον James Cotton ή τον Buddy Guy. Προηγούμενες ηχογραφήσεις ως Miller Band (μία κακής ποιότητας ηχογράφηση με τον Chuck Berry και κάποια σάουντρακ ταινιών) δεν έδωσαν ενδείξεις του τι ήταν ικανό να κάνει αυτό το γκρουπ, σε σχέση με αυτά που ακούγονται εδώ μέσα. Πράγματι αυτό το άλμπουμ είναι μία εξαιρετική ηχογράφηση εκείνης της χρονιάς.


Baby's Callin' Me Home (1968)






Ένα άλμπουμ για μουσικούς. Γνωρίζουν πολύ καλά πώς να παίζουν, ιδιαιτέρως ο lead guitarist Steve (αδελφός του Jerry Miller των Moby Grape), o μπασίστας και ο ντράμερ. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει όριο στην εκτέλεση των τραγουδιών με πολύ συναίσθημα, ρυθμό και βαθμό δυσκολίας. Μία μπαλάντα σαν το ''Baby's Callin' Me Home'', με φωνητικά και ακουστική κιθάρα ή το ''You've Got The Power'', ένα έντονο κατά τα άλλα κομμάτι, δείχνουν την χάρη και την θέληση της μπάντας να δώσουν μία απλότητα. Αναπτύσσουν αυτή την εγκάρδια ατμόσφαιρα παίζοντας blues επίσης.


Steppin' Stone (1968)





Γεμάτο επαίνους εκείνο τον καιρό και θεωρούμενο κάτι σαν κλασικό της West Coast ψυχεδελικής σκηνής, το ντεμπούτο άλμπουμ του Steve Miller παίχτηκε πολύ λιγότερο από κάθε άλλο πιο straight rock άλμπουμ του, που θα ηχογραφούσε κατά την διάρκεια της επόμενης δεκαετίας. Ιδιαίτερα η Α'πλευρά είναι προϊόν της εποχής. Ένα άνοιγμα με κακοφωνία, που λιώνει σιγά μέσα σε ένα ονειρικό, ψυχεδελικό ηχοτοπίο. Τo ταξιδιάρικο παίξιμο στα keyboards, οι ακουστικές κιθάρες, τα ηχητικά εφέ και τα πολλαπλά φωνητικά βρίσκονται σε αφθονία. Η Β'πλευρά ακούγεται καλύτερα, ιδιαιτέρως δύο συνθέσεις του Boz Scaggs, το ''Baby's Callin' Me Home'' και το ''Steppin' Stone''.



Sailor (Capitol ST-2984) 10/68

Ένα άλμπουμ συνεχών αλλαγών στο mood και στην προσέγγιση. Από μία πλευρά η προσέγγιση μπορεί να είναι avant garde και από άλλη heavy hard rock. Αυτό που κάνει το άλμπουμ πάνω απ' όλα είναι να σου δώσει μία ιδέα του πόσο ευέλικτη μπάντα ήταν και το πόσο άξιοι μουσικοί έπαιζαν. Πιθανώς να χρειαστεί κανείς να το ακούσει πάνω από μία φορά, αλλά αυτό σίγουρα θα του κάνει καλό.

Ενώ το ντεμπούτο τους είχε μία δυνατή blues χροιά (ιδιαιτέρως στη Β'πλευρά), το Sailor έχει περισσότερο rock 'n' roll αίσθηση. Αν σας αρέσουν τα ατόφια rock-blues, μπορεί άνετα να σας καθηλώσει. Οι μουσικοί μπορούν να χειριστούν τις μπαλάντες με αξιόλογη επιτυχία. Η παραγωγή είναι φοβερή, η μουσικότητα σε ύψιστο επίπεδο. Αν και ελάχιστα τραγούδια έχουν μέτριο στίχο, ποτέ δεν είναι δήθεν η ενοχλητικά. 



Πιθανώς να κάνατε κάμποσο καιρό για να αφομοιώσετε όλη την ομορφιά του Children of the Future και τα δύο πρώτα τραγούδια του Sailor είναι εξίσου φανταστικά, αν όχι καλύτερα ακόμα. Το ''Song For Our Ancestors'' και το ''Dear Mary'' ανήκουν στα υψηλότερα κλιμάκια της rock, μαζί με μεγέθη βεληνεκούς Beatles και Dylan. Tο υπόλοιπο άλμπουμ με εξαίρεση το ''Quicksilver Girl'' είναι απλά αρκετά άνω του μέσου όρου.


Dear Mary (1968)





Το Sailor παρείχε την απαιτούμενη ώθηση για να στείλει αυτό το εξαιρετικό γκρουπ απευθείας στην κορυφή. Ένα άνοιγμα με ηχητικά εφέ βεβιασμένο διαμέσου μουσικών εικόνων θέτει τον τόνο ολόκληρου του άλμπουμ. Ο Steve Miller έχει παίξει με κάποιους από τους καλύτερους bluesmen και ο ήχος του δένεται τέλεια με αυτόν της μπάντας για να δημιουργήσουν ένα από τα πιο δεμένα γκρουπ που πέρασαν ποτέ. Το ''Living In The U.S.A.'' είναι ίσως το πιο εμπορικό θέμα και έχει κυκλοφορήσει και σαν single. 


Living In The U.S.A. (1968)





Το δεύτερο LP εμφανίστηκε μόλις 4 μήνες μετά το ντεμπούτο, αλλά ακούστηκε λίγο διαφορετικό εντάσσοντας τα blues στη rock και περιλαμβάνοντας κάποια από τα πιο καλά τραγούδια του Miller. Το άλμπουμ ανοίγει θαρραλέα με ένα 6λεπτο ορχηστρικό, μετακινείται σε μία πολύ όμορφη μπαλάντα και ακολούθως δείχνει τη rock πλευρά του. Πάντα χωρατατζής ο Miller (όπως θα τραγουδούσε για τον εαυτό του εξάλλου λίγα χρόνια μετά), ρίχνει ένα αστείο τραγουδάκι όπως το ''Gangster of Love'' και το περιβάλει με πολύ όμορφα τραγούδια, δικά του αλλά και του μελλοντικά διάσημου μέλους της μπάντας του, Boz Scaggs. 


Gangster of Love (1968)





Εντυπωσιακό και πολύ ευήκοο άλμπουμ το Sailor, ακούγεται πολύ διαφορετικό από τα άλλα Καλιφορνέζικα άλμπουμ της εποχής, ρέποντας προς την rock παρά προς την ψυχεδέλεια, χωρίς όμως να ακούγεται ιδιαιτέρως mainstream. Ακόμα πιο σημαντικά, αντίθετα με τα περισσότερα στα blues βασισμένα γκρουπ της εποχής, 'δανείζεται' όπως όλα τα καλά γκρουπ καταφέρνοντας ωστόσο να μην ακούγεται κλισέ η να παίζει προβλέψιμα blues-rock. Ευρύτερα θεωρούμενο ως το καλύτερο άλμπουμ του, σίγουρα καταφέρνει να δυσκολέψει άλλες θρυλικές μπάντες του Σαν Φρανσίσκο και του Λος Άντζελες. Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός από τα μεγάλα του ταλέντα. Να βάζει μαζί έναν αριθμό από καλά, αλλά όχι απαραίτητα τρομερά τραγούδια ώστε να φτιάχνει ένα σύνολο, που σαν ολότητα είναι πολύ καλύτερο από τα μέρη που το απαρτίζουν. 


Song for Our Ancestors (1968)




Το ονειρικό, διαστημικό, με το keyboard να κυριαρχεί "Song for Our Ancestors" είναι ένα ατμοσφαιρικό ξεκίνημα που μεταβαίνει όμορφα στην αιθέρια μπαλάντα "Dear Mary". To "My Friend" παίρνει το βήμα με ένα vibe αλα Moby Grape / Byrds, πριν η εξαιρετικά ικανοποιητική Α'πλευρά τελειώσει με το "Living in the USA", που φέρνει στο μυαλό τους Spirit στα πιο αφοπλιστικά τους θέματα.


Lucky Man (1968)




Η Β'πλευρά είναι σχεδόν το ίδιο καλή, αρχίζοντας με το "Quicksilver Girl", πριν επιστρέψει στο groovy R&B στο "Lucky Man", ενώ το "Overdrive" περιέχει κάποια ωραία slide κιθάρα και φέρνει στο μυαλό Dylan στα μέσα της δεκαετίας του 60. Ένα από τα καλύτερα rock LP της εποχής.



Brave New World (Capitol ST-184) 6/69

Ο Miller απαρνήθηκε σχεδόν τελείως το γλυκό, μελωδικό υλικό που εμφανίστηκε σε αρκετά μέρη των δύο πρώτων άλμπουμ για χάρη του ρυθμού, του beat. Ουσιαστικά το όλο άλμπουμ είναι έντονο και πολύ δυνατό...Το κύριο πρόβλημα εδώ εμφανίζεται όταν προσπαθούν να συμφιλιώσουν το beat που παράγει το τρίο με το κουιντέτο της προηγούμενης χρονιάς, πράγμα που αυτό το άλμπουμ προσπαθεί να διατηρήσει με τη χρήση στούντιο μουσικών.


Ελάχιστες άλλες μπάντες της εποχής φαίνονταν να έχουν τόσο καλή μουσική αισθητική τόσο στις ηχογραφήσεις, όσο και στα live. Το γκρουπ κατέχει μία ενότητα είτε με 5 μέλη όπως ξεκίνησαν είτε με 3 όπως σε αυτό το άλμπουμ, πράγμα που παραπέμπει απλά σε ένα σχήμα που έχει κάνει πολύ δουλειά.


Ο Miller, o Tim Davis και ο Lonnie Turner φαίνεται πώς ό,τι κι αν παίζουν ακούγεται πολύ συνεκτικό. Είναι εξίσου επιδέξιοι στο να δημιουργούν σύγχρονο R&B, ήσυχες ακουστικές μπαλάντες και ηλεκτρονικούς ήχους...Όλο το υλικό έχει ουσία τόσο σαν παίξιμο στα όργανα, όσο και φωνητικά. Και τα ''Kow Kow'' και ''Space Cowboy'' είναι αριστουργήματα του γένους.


Kow Kow (1969)





Με την αναχώρηση του Boz Scaggs, το γκρουπ δεν έκανε κοιλιά. Το Brave New World αν και μικρότερο, είναι τόσο καλό όσο και ο προκάτοχος του. Ο ήχος τους δεμένος σε ένα οξύ, προσβάσιμο rock στυλ που καταλήγει στο ερεθιστικό ''Space Cowboy'', το πολύ καλό τους single. Το παίξιμο του Miller στην κιθάρα είναι πιο εστιασμένο από πριν, αλλά το δυνατό σημείο τους είναι η συνεχιζόμενη, δυνατή, δημιουργική γραφή. 


Space Cowboy (1969)





Το κομμάτι που κλείνει ''My Dark Hour'' παρουσιάζει τον Paul McCartney, που βρέθηκε να συνδράμει τον Miller για να ξεδώσει από ακόμα ένα σκληρό session των Beatles. Επίσης παρουσιάζει ένα χαρακτηριστικό riff που θα ήταν η βάση ενός μεγάλου χιτ, του ''Fly Like An Eagle'', εφτά χρόνια αργότερα. Στην ιστορία της rock 'n' roll μόνο οι Led Zeppelin συναγωνίζονται τον Miller στο να ωφεληθούν τόσο πολύ από κάτι ''δανεικό''. Και αυτός συναγωνίζεται μόνο τον Ray Davis για την πιο γόνιμη αυτοκλοπή στην ιστορία της rock 'n' roll. 


My Dark Hour (1969)





Το τρίτο άλμπουμ του Miller τον βρίσκει να έχει μετακινηθεί από την ψυχεδέλεια των δύο πρώτων του άλμπουμ προς την mainstream rock, που θα απολάμβανε τεράστια οφέλη την ερχόμενη δεκαετία. Όπως πάντα, επιδεικνύει μία ξεκάθαρη πεποίθηση, ότι τα καλύτερα άλμπουμ είναι απλούστατα το σύνολο των τραγουδιών που περιέχουν. 



Your Saving Grace (Capitol SKAO 331) 1970

O Nicky Hopkins είναι ο θρυλικός session παίκτης των keyboard που τα κάνει όλα σωστά. Ο δίσκος αυτός του ανήκει. Είναι δυναμικός, funky και όταν είναι απαραίτητο λυπητερός. Ό,τι κάνει την δουλειά του ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι ότι οι υπόλοιποι μουσικοί είναι κι από μόνοι τους εξαιρετικοί. 

Ο Miller συνεχίζει να είναι ένας δυναμικός κιθαρίστας. Το πιο περίπλοκο τραγούδι είναι το ''Baby's House''. Σχεδόν 9 λεπτά και οι στίχοι να βρίσκονται στο οπισθόφυλλο. 

Στην πραγματικότητα όμως δεν σε γεμίζει, δεν δε αποζημιώνει σε επίπεδο ''Just A Passin' Fancy In A Midnite Dream'' η ''Motherless Children''.






Just A Passin' Fancy In A Midnite Dream (1970)





Aυτό το άλμπουμ ολοκληρώνει μία γόνιμη δεκαετία για τον Miller και μία σχεδόν αψεγάδιαστη πορεία στην παραγωγή για τον Glyn Johns. Αν και όχι τόσο καλό όσο το Sailor η το Brave New World, υπάρχουν ωστόσο θησαυροί μέσα του.


Feel So Glad (1970)





Η Α'πλευρά είναι η καλύτερη αρχίζοντας με το ''Little Girl'', με το χαρακτηριστικό επιδέξιο και αφοπλιστικό riff. Τυπικά για τον Miller, τα τραγούδια σβήνουν το ένα μέσα στο άλλο για να δημιουργήσουν ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Το "Don't Let Nobody" (γκόσπελ) και το ''Baby's House'' (με αρμονίες αλα CSN) είναι ιδιαιτέρως καλά. 


Baby's House (1970)





Η Β'πλευρά είναι πιο παραδοσιακή. Το ''Motherless Children'' είναι μία καταλλήλως δακρύβρεχτη μπαλάντα, το ''The Last Wombat In Mecca'' είναι blues βουτηγμένο στην slide κιθάρα και το ''Feel So Glad'' ένα αισθαντικό περίτεχνο θέμα. Το mainstream ομότιτλο κομμάτι κλείνει με όμορφο στυλ το άλμπουμ και στοχεύει στον πλατινένιο δρόμο που ανοίγεται μπροστά.


Your Saving Grace (1970)






Number 5 (Capitol EA-ST 436) 7/70














Το πέμπτο άλμπουμ του Steve Miller για την Capitol είναι πιθανώς από τα καλύτερα του, καθώς ο Miller τα δίνει όλα σε αυτό το άλμπουμ που ηχογραφήθηκε στο Cinderella Sound στο Nashville. Τα εκλεκτικά του ταξίδια είναι καλόγουστα, με υψηλής ποιότητας παραγωγή με τους σωστούς 'χρωματισμούς' και με τα συνήθη στάνταρντ, όσο αφορά στην μουσικότητα.


Jackson-Kent Blues (1970)





Στην αυγή των 70ς, η ζωηρή, φιλόδοξη με ψυχεδελικά στοιχεία pop του Miller άρχισε να μοιάζει παρωχημένη. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να κάνει καλούς δίσκους με πολύ καλά τραγούδια και βιρτουόζικο παίξιμο (ιδιαιτέρως στην κιθάρα). 


Good Morning (1970)





Το αιθέριο pop ''Good Morning'' δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα με στυλ, όπως επίσης και την θετική αύρα του δίσκου, ενώ το ''Going To The Country'' είναι μία ζίγκα που σου 'κολλάει' στο μυαλό. Η Β'πλευρά ροκάρει πιο δυνατά, ιδιαίτερα στο ''Going To Mexico'' και στο ψυχεδελικό blues ''Jackson-Kent Blues''. Ένα ωραίο άλμπουμ από κάθε άποψη.



Recall the Beginning: A Journey from Eden (Capitol EA-ST 11022) 3/72

Αυτό είναι το ξεχασμένο άλμπουμ των Steve Miller Band. Δεν πούλησε καλά, δεν βγήκαν κόπιες για πολλά χρόνια (μέχρι την εποχή των CD) και με κάποιο τρόπο κατάφερε να αποφύγει να εμφανιστεί σε πολλές δισκογραφίες και βιβλία της rock. 

Το μυστήριο που το περιβάλει το κάνει μία πολύ ευχάριστη ανακάλυψη, καθώς είναι το πιο παράξενο και αναμφισβήτητα για κάποιους το πιο καλό του άλμπουμ, το οποίο τον πάει σε προκλητικά μέρη, τα οποία ποτέ ξανά δεν θα επισκεπτόταν, καθώς ήδη, η πιο mainstream προσωπικότητα του αναλάμβανε να τον οδηγήσει.

Η Α'πλευρά είναι ένα παράξενο μπέρδεμα στυλ, παρουσιάζοντας κωμικό doo-wop, slow ψυχεδέλεια και καθαρή pop. Είναι αποπροσανατολιστικό, αλλά ωστόσο πολύ καλό. Ιδιαιτέρως το "Somebody Somewhere Help Me" ακούγεται όπως κάθε φιλικό προς το ραδιόφωνο πιο γνωστό του κομμάτι. 




Fandango (1972)




Η Β'πλευρά είναι ένα εντελώς άλλο πράγμα-τέσσερα φιλόδοξα μετα-ψυχεδελικά κομμάτια που ρέουν όμορφα το ένα μέσα στο επόμενο, παρουσιάζοντας ακουστικές κιθάρες, ονειρικά έγχορδα και στο ''Fandango'' τρομακτικά μελωδικό παίξιμο στην κιθάρα, όσο κάθε τι που έπαιξε και κέρδισε την αγάπη του κοινού τα προηγούμενα χρόνια.


Journey From Eden (1972)





Το άλμπουμ τελειώνει με ένα μεγάλο παρατεταμένο fade που κλείνει όχι μόνο το πρώτο μέρος της καριέρας του Miller, αλλά και την Β'πλευρά του άλμπουμ αυτού, που αποτελεί το καλύτερο κεφάλαιο της καριέρας του. Ένα άλμπουμ που αξίζει να ανακαλύψει κανείς.


High On You Mama (1972)




Κοινώς θεωρούμενο αρτιστικά και εμπορικά το ναδίρ του Miller, αυτό το άλμπουμ αξίζει πιο προσεκτική εξέταση. Ατομικά κάθε τραγούδι φαίνεται ανούσιο, αλλά σαν σύνολο το LP παίρνει στροφές υπέροχα στο πικάπ, με κάθε τραγούδι να συμπληρώνει το άλλο και το γλυκό, ηλιόλουστο groove να διακόπτεται από τον ήχο της lead κιθάρας.


Love's Riddle (1972)





Το ''High On You Mama'' και το ''Heal Your Heart'' είναι εκφραστική και υπνωτική ψυχεδελική pop, ενώ το ''Fandango'' έχει τρομερή μονομαχία κιθάρων και θυμίζει Quicksilver Messenger Service. Το είδος αυτό της υψηλής ποιότητας Καλιφορνέζικης rock ίσως να μοιάζει παρωχημένο για το 1972, ωστόσο ωθούσε τον μεγάλο αυτόν μουσικό να αναθεωρήσει τον εαυτό του ως πρωτοπόρο εκπρόσωπο της λιγότερο ενδιαφέρουσας AOR.



The Joker (Capitol EST 111 235) 10/73













Μία επιστροφή-φαινόμενο στην εμπορικότητα, μετά την σκληρή αντιμετώπιση από την μοίρα στις αρχές των 70ς. Ένας ζωντανός, ανάλαφρος δίσκος με έναν νέο, απέριττο ήχο.


Something To Believe In (1973)





Το πανταχού παρόν ομότιτλο κομμάτι είναι αιχμαλωτιστικό, αλλά εκνευριστικά επαναλαμβανόμενο και λόγω της υπερ-έκθεσης, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει θέμα. Αλλού, το "Sugar Babe" είναι αγνή pop, ενώ το "Mary Lou", το "Your Cash Ain't Nothin' But Trash" και το "Lovin' Cup" είναι επιστροφή πίσω στο βασικό rock 'n' roll.  


The Joker (1973)




Τρία χρόνια αργότερα ο Steve Miller και η μπάντα του κατά την δεύτερη περίοδο της δημιουργικής τους καριέρας θα έπιαναν το peak της εμπορικότητας, τόσο στα charts των άλμπουμ, όσο και κατασκευάζοντας το ένα χιτ πίσω από το άλλο, με singles όπως τα: "Fly Like an Eagle", "Rock'n Me", "Take the Money and Run", "Jet Airliner", "Serenade" και "Jungle Love", τα οποία και έγιναν τόσο αγαπημένα στην χώρα μας από τα τέλη της δεκαετίας του 70, όπως και μέσα στην δεκαετία του 80 με μετέπειτα χιτ, όπως το "Abracadabra".

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Διαβάστε/Ακούστε επίσης