Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2025




JEFFERSON AIRPLANE


VOLUNTEERS


To Volunteers ήταν το τελευταίο άλμπουμ των Jefferson Airplane στα 60'ς και το τελευταίο που παρουσίαζε το κλασσικό lineup: τον Marty Balin και την Grace Slick στα φωνητικά, τον Paul Kantner στην ρυθμική κιθάρα και στα φωνητικά, τον Jorma Kaukonen στην lead κιθάρα και στα φωνητικά, τον Jack Casady στο μπάσο και τον Spencer Dryden στα ντραμς. Το άλμπουμ αυτό όπως και να το προσεγγίσει κανείς, μεταφέρει ξεκάθαρα το ποιοι ήταν οι Airplane και η γενιά τους εκείνη την μαγική εποχή. 

Jefferson Airplane – Volunteers (RCA Victor – LSP-4238) 1969

Ήταν το 6ο άλμπουμ τους και ηχογραφήθηκε ανάμεσα στον Μάρτιο και τον Αύγουστο του 1969, μία περίοδο στην οποία συνέβη το Woodstock, η πρώτη επανδρωμένη προσελήνωση, αλλά και η κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ, οι δολοφονίες από τους ακόλουθους του Manson και οι διαδηλώσεις που έμειναν γνωστές ως "η μάχη για το Πάρκο του Λαού" στο Berkeley. Οι Airplane ήταν στο απόγειο τους καθώς άρχισαν να κάνουν αυτό το άλμπουμ. Έχοντας κερδίσει τον απόλυτο σεβασμό για την τρομερή τους μουσικότητα και για τα υπέροχα φωνητικά, όπως επίσης για την προοδευτική τους, αλλά εύκολα προσβάσιμη γραφή, είχαν γίνει η φωνή της γενιάς τους. Όλοι τους παρακολουθούσαν, καθώς μετρούσε κάθε τι που έλεγαν και πώς το έλεγαν στα τραγούδια τους. "Το Volunteers, νομίζω είναι το καλύτερο άλμπουμ μας" λέει ο Spencer Dryden. "Νομίζω ότι ίσως ήταν η ωριμότητα για την μπάντα εκείνη την περίοδο. Είχαμε μάθει καλά ο ένας τον άλλο και είχαμε δέσει απίστευτα". Το Volunteers ήταν το πρώτο άλμπουμ τους που ηχογραφήθηκε εξ'ολοκλήρου στην άνεση της πόλης τους στο Σαν Φρανσίσκο. Στα προηγούμενα έπρεπε να ηχογραφήσουν στα στούντιο της RCA στο Λος Άντζελες. Αλλά στις αρχές του 1969 είχε τελειώσει η κατασκευή του Wally Heider Recording Studio στο Σαν Φρανσίσκο. Κι έτσι εκεί έκαναν ένα άλμπουμ όπως το φαντάζονταν. Το να βρίσκονται στο Σαν Φρανσίσκο επέτρεπε επίσης σε φίλους τους να τους επισκέπτονται, ανάμεσα σε άλλους τον Jerry Garcia, που έπαιξε pedal steel guitar στο "The Farm", τον κρουστό Joey Covington, που αργότερα θα γινόταν ντράμερ τους, τις Ace of Cups, τον David Crosby και τον Stephen Stills.


Ωστόσο, κανείς άλλος μουσικός δεν αναμίχθηκε τόσο μαζί τους σε άλμπουμ τους, όσο ο καλύτερος πιανίστας της εποχής τους Nicky Hopkins στο Volunteers. Ένας Άγγλος που ζούσε στο Σαν Φρανσίσκο, ο Hopkins ήταν ο πιο περιζήτητος session μουσικός εκείνη την εποχή και είχε ήδη εργαστεί με τους Who, Kinks, Rolling Stones και Jeff Beck. Αλλά για ένα μεγάλο μέρος του 1969 ήταν μαζί τους, ανεβαίνοντας στη σκηνή του Woodstock και βάζοντας την γλυκιά πινελιά του στο μεγαλύτερο μέρος του Volunteers. "Ο Nicky ήταν τεράστιος, ολοκληρωμένος επαγγελματίας", λέει ο Jack Casady. "Ήταν ένας ήσυχος τύπος, εκτός από όταν έπαιζε. Απολάμβανα να τον ακούω να παίζει. Όταν η Grace και ο Paul ήθελαν πρωταρχικά να διευρύνουν τον ήχο λιγάκι και να προσθέσουν την δυναμική του οργάνου (πιάνο), ο Nicky μπορούσε να κάνει μαγικά πράγματα".

We Can Be Together



Ένα από τα πρώτα κομμάτια που ηχογραφήθηκαν το "We Can Be Together", επιλέχθηκε ως αυτό που θα σηματοδοτούσε την εισαγωγή του άλμπουμ. Βασισμένο μελωδικά σε ένα παλαιό bluegrass θέμα, που ο Crosby είχε μάθει στον Kantner (όπως επίσης και το αδελφό κομμάτι "Volunteers"), οι εμπρηστικοί στίχοι του τοποθέτησαν τους Airplane στην πρώτη γραμμή μίας εκλαμβανόμενης επανάστασης της νεολαίας που φούντωνε στην χώρα τους και σε όλο τον κόσμο. Τους έβλεπαν ως συγκρουσιακούς, θυμωμένους και ακτιβιστές. Το "We Can Be Together" ανακοίνωσε ότι οι Airplane είχαν γίνει εξτρεμιστές σε μεγάλο βαθμό. Ή όχι;

"Αν ο κόσμος μας έβλεπε σαν να μεταφέρουμε πολιτικές απόψεις ήταν παρανόηση" λέει ο Kantner, που έγραψε το "We Can Be Together" και συνέγραψε το "Volunteers" με τον Balin. "Δεν αισθανθήκαμε την ανάγκη να διορθώσουμε κάτι, αλλά αυτοί οι ύμνοι στο "Volunteers" δεν λένε ¨εμπρός, ας βγούμε έξω να κάψουμε κτίρια και να αλλάξουμε την πολιτική σκηνή". Είναι σχεδόν σαν παρατηρήσεις σε εφημερίδα του τι συνέβαινε τότε στους δρόμους. Ήταν περισσότερο, όχι ένα κάλεσμα για δράση, αλλά ένα κάλεσμα για προσοχή σε ό,τι συμβαίνει γύρω σου, και ίσως ότι πρέπει να καλλιεργήσεις στο μυαλό σου κάτι που να είναι διαφορετικό, αντί να αντιδράσεις με τους παλιούς, δοκιμασμένους σκληρούς τρόπους.  H Slick πιστεύει ότι «Αυτό που έχουν συνειδητοποιήσει οι άνθρωποι είναι ότι ο χειρότερος εχθρός τους είναι ο εαυτός τους. Δεν υπάρχει εμείς και αυτοί. Ήμασταν πολύ αφελείς». Δεν συμφωνούσαν απαραίτητα όλα τα μέλη των Airplane με την πολιτικοποίηση των στίχων, αλλά ούτε είχαν έντονες αντιρρήσεις επ' αυτού. O Casady λέει: «Φυσικά, κανείς δεν ήθελε να πεθαίνουν άνθρωποι σε έναν πόλεμο. Αλλά δεν νομίζω ότι υπήρξε τόσο βαθιά σκέψη για την κατάσταση. Οι συγγραφείς έφεραν το υλικό και σκέφτηκα ότι η δουλειά μου ήταν να το κάνω να ακούγεται καλό».

Good Shepherd


"Και δεν ήταν όλο το Volunteers στην επικαιρότητα της εποχής. Το "Good Shepherd" ήταν ένα τραγούδι που έμαθα από έναν τύπο που ονομαζόταν Roger Perkins, ο οποίος ήταν τραγουδιστής φολκ, και τον φίλο μου Tom Hobson, και ήταν ένα εξαιρετικό spiritual κομμάτι που μου άρεσε πολύ», λέει ο Jorma. «Ένα ψυχεδελικό φολκ-ροκ τραγούδι».

The Farm


Σε μια παρόμοια επιστροφή στα βασικά ήταν το "The Farm", ένα καλόκαρδο honky-tonk κομμάτι από τον Kantner και τον φίλο του γκρουπ Gary Blackman, που εξυμνούσε τις αρετές της απλούστερης ζωής. «Αυτό το άλμπουμ ήταν συνυφασμένο με τα στοιχεία της κοινωνίας μας εκείνης της εποχής», εξηγεί ο Kantner, «και αυτό ήταν αναμφισβήτητα μέρος της. Υπάρχει μεγάλη αξία σε όλο αυτό το κίνημα, και εξακολουθεί να υπάρχει σήμερα. Αυτό έλεγε, "Μιλάμε όλοι μόνο για την πόλη". Τι θα κάναμε χωρίς τους αγρότες; Θα τρώγαμε m&m's. Νομίζω ότι η μεγάλη δύναμη της Αμερικής έγκειται στο ότι διαφορετικοί άνθρωποι κάνουν διαφορετικά πράγματα που πρέπει να αναδεικνύονται αντί να επικρίνονται. Αυτό είναι και πάλι μέρος του ιδανικού, του «πρέπει να είμαστε όλοι μαζί». 

Hey Frederic


Η Slick παραδέχεται ότι το επόμενο κομμάτι της, το "Hey Frederic" είναι κάπως ασαφές, αλλά δηλώνει ότι ήταν ανοιχτό σε ερμηνείες. «Αυτοί οι στίχοι προορίζονται για να τους χρησιμοποιήσει ο ακροατής με ό,τι κι αν έχει να κάνει με τον εαυτό του», λέει. Αλλά κάνει μια υπόδειξη: «Οι άνθρωποι σου λένε, "Όχι, δεν μπορείς. Μην το κάνεις. Δεν είναι σωστό. Δεν είναι έτσι." Ε, απλώς πας και το κάνεις αν θέλεις. Ξέχνα τι σου λένε. Το ότι κάποιος λέει όχι, δεν σημαίνει ότι πρέπει να ισχύει και για εσένα. Νομίζουν ότι αυτό που λένε ισχύει, αλλά αυτό είναι δικό τους πρόβλημα».

Turn My Life Down



Ακολουθεί το "Turn My Life Down" του Kaukonen, στο οποίο συμμετέχει ο Stephen Stills στο όργανο Hammond. Είναι μοναδικό αυτό που γίνεται στους Airplane, καθώς ο Jorma δίνει τα φωνητικά στον Marty. "Έγραψα το τραγούδι", λέει ο Jorma, "και συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να το τραγουδήσω όπως θα ήθελα. Είχαμε μια υπέροχη ανδρική φωνή στο συγκρότημα και ο Marty τα πήγε περίφημα. Αυτό το τραγούδι ήταν εμπνευσμένο από το τραγούδι των Smokey Robinson και των Miracles: The Tracks Of My Tears". 

Wooden Ships



Το επόμενο κομμάτι είναι ένα από τα πιο διαχρονικά επικά κομμάτια της ροκ μουσικής. Γραμμένο από τους Kantner, Crosby και Stills, εμφανίστηκε όχι μόνο στο Volunteers αλλά και στο ντεμπούτο άλμπουμ των Crosby, Stills και Nash, που κυκλοφόρησε πέντε μήνες νωρίτερα από το άλμπουμ των Airplane. Και οι δύο εκδοχές είναι δυνατές, αν και κάπως διαφορετικές στην ερμηνεία. Το "Wooden Ships" (ο αρχικός τίτλος ήταν "Positively Negative") είναι ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια και των δύο συγκροτημάτων. Σίγουρα, είναι επίσης ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια που έχουν γραφτεί ποτέ για την αναζήτηση της αναβίωσης σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο και το διαρκές ανθρώπινο πνεύμα που παρακινεί τους ζωντανούς να παραμείνουν θετικοί και να ανοικοδομήσουν από τις στάχτες της καταστροφής, σε αυτήν την περίπτωση, έναν νέο πολιτισμό απαλλαγμένο από την τρέλα που κατέστρεψε τον παλιό. «Ο David είχε αυτό το μουσικό κομμάτι για περίπου ένα ή δύο χρόνια, για το οποίο δεν είχε γράψει στίχους», λέει ο Kantner, ο οποίος άρχισε να γράφει το τραγούδι με το στίχο "If you smile at me / You know I will understand", που είχε εντοπίσει ο Crosby στο πλάι μιας παλιάς  εκκλησίας Βαπτιστών στη Φλόριντα. Ένα άλλο τμήμα των στίχων ήταν εμποτισμένο από το πρώτο τραγούδι που είχε γράψει ο Paul στο κολέγιο το 1962, ένα κομμάτι που δεν ηχογραφήθηκε ποτέ με τίτλο «Fly Away». «Η Grace κι εγώ είχαμε πάει για ιστιοπλοΐα με τον David», συνεχίζει ο Kantner. «Ήξερα πόσο αγαπούσε ο David τον ωκεανό. Έτσι, έβαλα απλώς το "Wooden ships on the water, very free and easy", το οποίο γοήτευσε τον David αφάνταστα. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού είναι δικοί μου στίχοι και το μεγαλύτερο μέρος είναι μουσική του David. Ο Stephen Stills έγραψε έναν στίχο, τον άσχημο στίχο για το "watching you die". Το οποίο», προσθέτει γελώντας, «είναι κάπως κατάλληλο για τον Stephen». 

Eskimo Blue Day



Το «Wooden Ships» δίνει τη θέση του στο «Eskimo Blue Day» της Grace, ένα τολμηρό και επιδέξια φτιαγμένο, σχεδόν σε τζαζ στυλ, τραγούδι, με τη συμμετοχή της Slick στο φλάουτο και το πιάνο. Ίσως το θυμόμαστε καλύτερα για τις ειλικρινείς δηλώσεις του ότι το «human name», συνολικά, «doesn't mean a shit to a tree». Στην οποία η Grace θα επαναλάβει απλώς ότι η δήλωση εξακολουθεί να ισχύει. «Νομίζουμε ότι είμαστε τόσο ζωντανοί και σέξι», λέει, «και φαντάζεστε ότι μια σεκόια υπάρχει εδώ και περίπου χίλια χρόνια. Ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε, πραγματικά;»

A Song for All Seasons



Εύκολα το πιο χιουμοριστικό και ειρωνικό κομμάτι στο Volunteers, το με country χροιά «A Song for All Seasons» του Spencer Dryden ήταν μια αναφορά στον ασταθή κόσμο του ροκ μουσικού. Ο Dryden έγραψε τη μελωδία μετά από μια τυχαία συνάντηση στο δρόμο με έναν συνάδελφο μουσικό, τον Al Kooper. Το πρώτο πράγμα που μου είπε ήταν: «Άκουσα ότι η μπάντα σας διαλύεται», λέει ο Dryden. «Απάντησα: «Όχι ακριβώς», αλλά μου έδωσε την έμπνευση να γράψω για τις δοκιμασίες και τις ταλαιπωρίες του να είσαι μέλος μιας μπάντας και να βρίσκεσαι υπό πίεση να παίζεις συνεχώς, να ταξιδεύεις και να ηχογραφείς χωρίς να έχεις ελεύθερο χρόνο».

Meadowlands



Καθώς το άλμπουμ πλησιάζει στο τέλος του, ένα ορχηστρικό διάλειμμα διάρκειας ενός λεπτού που ονομάζεται "Meadowlands" προετοιμάζει τον ακροατή για τη μεγάλη κορύφωση. «Είναι το εμβατήριο προέλασης του Σοβιετικού Στρατού», θυμάται ο Kantner για τη μελωδία. «Έτσι, το προσθέσαμε κάπως ως μια προσβολή προς το κατεστημένο». Το έμαθα από τον Pete Seeger". Το "Meadowlands" με την Slick στο όργανο, είναι η τέλεια εισαγωγή στο "Volunteers". 

Volunteers



Μέχρι τώρα η ιστορία της γένεσης του τραγουδιού έχει σχεδόν γίνει λαϊκό τραγούδι, αλλά ο Marty Balin για άλλη μια φορά μιλάει για την πολύ αντιρομαντική του προέλευση. Το "Volunteers" δεν ήταν πολιτικό τραγούδι εξαρχής", λέει. "Με ξύπνησε ένα φορτηγό των Volunteers of America που μάζευε κάτι πράγματα. Έσπευσα να γράψω αυτόν τον στίχο μέσα στον ύπνο μου και τον έδωσα στον Paul εκείνη την ημέρα και έγραψε τα υπόλοιπα. Αυτό το πράγμα έγινε αυτός ο ύμνος. Ακόμα και σήμερα. Υπήρχε μια επαναστατική ατμόσφαιρα σε όλα εκείνες τις μέρες. Ήμασταν το συγκρότημα που, όταν τα παιδιά έκαναν διαμαρτυρίες στα κολέγια, μας ζητούσαν να πάμε να παίξουμε. Και ήμασταν σύμβολα μιας επανάστασης. Αλλά δεν είχα ιδέα ότι αυτό το τραγούδι θα γινόταν ύμνος όταν το έγραψα. Γράφεις αυτά τα πράγματα απλώς αδιάφορα και υποσυνείδητα, υποθέτω, και αποκτούν νόημα για όλους τους άλλους». «Είναι κατά κάποιο τρόπο μία αφύπνιση της συνείδησης ξανά, αντί να είναι ένα κάλεσμα για δράση», πρόσθεσε ο Kantner. «Και ζητώντας από τους ανθρώπους να μην θέσουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο, αλλά να μπουν στη διαδικασία της συνεισφοράς».


Το άλμπουμ κυκλοφόρησε με μεγάλη επιτυχία. Το ιδιόρρυθμο artwork του άλμπουμ έλαβε επίσης θετική κριτική. Αρχικά, στο εσωτερικό μέρος του gatefold εξώφυλλου, το συγκρότημα, χωρίς προφανή λόγο, έβαλε μια φωτογραφία ενός υπερμεγέθους σάντουιτς με φυστικοβούτυρο και μαρμελάδα. Στη συνέχεια, τηρώντας την ιδέα ότι τα τραγούδια ήταν ένα ρεπορτάζ, το οπισθόφυλλο σχεδιάστηκε ως μια παράξενη ψεύτικη εφημερίδα. Η φωτογραφία του εξωφύλλου απεικόνιζε το συγκρότημα με παράξενες μάσκες και ενδυμασίες. «Ανοησίες. Πολλά από αυτά δεν σήμαιναν τίποτα. Δεν κάναμε πολλά εκτός από το να περνάμε καλά», λέει η Grace. Πράγματι, εκείνες οι καλές εποχές αντικατοπτρίζονταν πλήρως στις live εμφανίσεις των Airplane εκείνης της περιόδου. Μέχρι τα τέλη του 1969 είχαν γίνει ένα από τα πιο ηλεκτρισμένα συγκροτήματα στον κόσμο - πολλοί θα υποστήριζαν ότι κανένα άλλο δεν θα μπορούσε να τους αγγίξει. Οι καλές εποχές τελικά θα τελείωναν και το Volunteers ήταν ένα οριστικό σημείο καμπής. Για τον Dryden, το τέλος της δεκαετίας του '60 ήταν το σύνθημα για να φύγει. Στις 6 Δεκεμβρίου 1969, ήρθε η βίαιη ροκ συναυλία στο Altamont στην Καλιφόρνια, όπου ένας άντρας δολοφονήθηκε και ο Balin ξυλοκοπήθηκε από τους Hell's Angels. Ο Dryden λέει: «Φαινόταν απλώς σαν μια δήλωση: "Γεια σας, παιδιά, αυτό ήταν, τελείωσε. Είναι το τέλος της δεκαετίας, το τέλος μιας εποχής". Και ουσιαστικά, ήταν. Όλα άλλαξαν μετά από αυτό. Ο Dryden έφυγε την επόμενη χρονιά. Ο Balin παρέμεινε στο συγκρότημα μέχρι τις αρχές του 1971 και το 1973, μετά από δύο ακόμη στούντιο άλμπουμ και ένα ζωντανό άλμπουμ με αναθεωρημένη σύνθεση, οι Airplane έβαλαν τέλος στην ύπαρξη τους, αν και τα έξι μέλη του συγκροτήματος από την περίοδο του Volunteers σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στις επόμενες επιδιώξεις τους, τόσο χωριστά όσο και, σε διάφορες μορφές, μαζί.


Αλλά για πολλούς που πέταξαν μαζί με τους Jefferson Airplane, το Volunteers ήταν η κορύφωση. Όπως αναφέρεται στην εις βάθος αναφορά του εξωφύλλου του άλμπουμ στο μέρος "Paz Chin-In" του φανταστικού τεύχους της 1ης Απριλίου 1939 του Paz Progress, "All in all, a good time was had by all who attended.". Πολύ σωστά.

Πηγή: Got A Revolution! The turbulent Flight of Jefferson Airplane του Jeff Tamarkin

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025




CARM MASCARENHAS





Singers / Songwriters of 60's & 70's




Carm Mascarenhas - Someday Soon (Mascanta Music) / 1975

Ο τραγουδοποιός/τραγουδιστής Carm Mascarenhas είναι δικαιολογημένα άγνωστος στο ευρύ κοινό, μιας και η καταγωγή του ήταν από την Ινδία. 

Ο Carmo Mascarenhas ή Carm όπως προτιμούσε να τον αποκαλούν ήταν γεννημένος στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και η οικογένειά του καταγόταν από το Arossim (Cansaulim) στην Goa, αν και μεγάλωσε στο Matharpacady, όπου η μουσική του έγινε πάθος. 

Όπως πολλοί νεαροί στην Goa εκείνης της εποχής, ξεκίνησε τη μουσική νωρίς με μία φυσαρμόνικα, αλλά την παράτησε σε ηλικία 15 ετών, λόγω πνευμονικής αδυναμίας. 

Ευτυχώς για αυτόν, ο πατέρας του που ήταν ναυτικός, του αγόρασε μια ηλεκτρική κιθάρα, την οποία και λάτρεψε με ενθουσιασμό!




In the Sun


«Μέρα με τη μέρα αγαπούσα τη μουσική περισσότερο από οτιδήποτε άλλο" και «διαπίστωσα ότι ήταν η μόνη πηγή χαράς και ευτυχίας μου», είχε πει κάποτε. Στην Ινδία στα τέλη της δεκαετίας του '60, ο Carmo έβρισκε το να παίζει δυτική ποπ μουσική πολύ "δύσκολη πρόκληση» και υπέφερε από την έλλειψη ενθάρρυνσης και ευκαιριών. Δημιούργησε το πρώτο του ποπ «beat group» με φίλους και είπαν το γκρουπ τους «Easy Beats». Αλλά σημείωσε μικρή επιτυχία αργότερα μόνο ως σόλο καλλιτέχνης.

Stormy Day



Εμφανιζόταν με συνοδό έναν ντράμερ, γεγονός που του έδωσε το ψευδώνυμό του «The Lone Viscount». Άρπαζε κάθε ευκαιρία να εμφανίζεται σόλο, ιδιαίτερα μέσω του All India Radio για τη σειρά Young Musicians Series και του Cadbury Amateur Hour, και είχε κάνει εμφάνιση στο πολύ δημοφιλές Radio Ceylon της εποχής. Γυρίζοντας την Goa, συνοδευόταν από τον ντράμερ Steve Sequeira. Η πρώτη του ποπ σύνθεση ονομαζόταν "Loving Word". Οι επιρροές του ήταν τα είδωλα της εποχής - οι Beatles, ο Bob Dylan, ο Tom Jones, οι Peter, Paul and Mary.

Beyond My Home



Απογοητευμένος από τις λιγοστές ευκαιρίες στην Ινδία, μετανάστευσε στον Καναδά στις αρχές της δεκαετίας του '70. Γνώρισε κάποια επιτυχία εκεί, ηχογραφώντας ένα πρωτοποριακό άλμπουμ για την εποχή, με τις πρωτότυπες συνθέσεις του το 1975, στο Winnipeg και με τίτλο "Someday Soon". Το ύφος είναι της εποχής - λυρικό, ελαφρώς εσωστρεφές και μη εμπορικό. Για την ηχογράφηση του δίσκου του πλαισιώθηκε από μία ομάδα session μουσικών, οι οποίοι ταίριαξαν υπέροχα με την γλυκιά, μελωδική χροιά της φωνής του Carmo.

A Time in Life



Ο Carmo στον Καναδά γνώρισε την Chrystle, μια νεαρή Καναδή μερικά χρόνια νεότερή του, στο Πανεπιστήμιο, όπου και οι δύο σπούδαζαν Ασιατικές Σπουδές. Παντρεύτηκαν και απέκτησαν έναν γιο και μια κόρη. Κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού/επίσκεψης στη γενέτειρα του το 2003, ο Carmo άφησε την τελευταία του πνοή στην βαθιά πλευρά μιας πισίνας στην Άπω Ανατολή, προσπαθώντας να σώσει τον γιο του - ο οποίος ευτυχώς διασώθηκε από την κόρη του.

Το άλμπουμ που κατάφερε να κάνει έχει γίνει στις μέρες μας cult σε συλλεκτικούς κύκλους, όχι τυχαία, αποτέλεσμα των συναισθημάτων που μετέφερε η φωνή του, αλλά και της άριστης συνεργασίας με τους επαγγελματίες μουσικούς που τον συνόδευσαν. 

(Happy Days) Someday Soon



Το lineup για τον δίσκο του ήταν:

- Carm Mascarenhas - vocals, arranger, producer 

- Dale Russel - guitars, arranger, producer 

- Mark Rutherford - piano, flute 

- Ian Gardiner - bass 

- Glenn Hall - saxophones 

- Fred Dawse - drums 

- Leonard “Lewsh” Shawn - piano 

- Martin “Kinsey” Poson - bass 

- Seymour “Mojo” Koblin - drums 

- Tom Prescoll - bass 

- Jim Thompson - drums 

- Jim Hillman - percussion 

- Gary Golden - organ 

- Art Carpenrier - arp synthesizer 


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025





DULCIMER



And I Turned As I Had Turned As A Boy...



Το ντεμπούτο άλμπουμ τους, ηχογραφημένο ζωντανά σε μια μαραθώνια ηχογράφηση στο Lansdowne Studio, έσφυζε από αυθορμητισμό και μια εύθραυστη ομορφιά που αποτύπωνε την ουσία μιας πιο απλής και σίγουρα πιο ειλικρινούς εποχής. Με ένα εκλεκτικό οπλοστάσιο οργάνων - από δωδεκάχορδες κιθάρες μέχρι ντούλσιμερ, ξυλόφωνο και μπάντζο - οι Dulcimer έπλασαν τραγούδια που ήταν στοιχειωτικά, αλλά ταυτόχρονα εμπνευσμένα. Η μουσική τους, εμποτισμένη με την αγγλική παράδοση και διαποτισμένη με ποιητικό λυρισμό, κέρδισε την αναγνώριση των κριτικών, αποσπώντας εγκωμιαστικά σχόλια από την Melody Maker και ένα πιστό κοινό.  

Lisa's Song



Dulcimer - And I Turned As I Had Turned As A Boy... (Global Records - 6306 909) 1971 

Ο Pete Hodge, μοναδικός επιζών στις μέρες μας από την μπάντα, μεγάλωσε στο μικρό χωριό Snowshill, ψηλά στους λόφους Cotswold. Αν και όπως λέει δεν το συνειδητοποιούσε τότε, η οικογένεια του ήταν αρκετά φτωχή, οι γονείς του ζούσαν κυρίως από τη γη για να τα βγάζουν πέρα. Μόνο όταν μπήκε στα μέσα της εφηβείας του και μελέτησε τον Wordsworth και τους ρομαντικούς ποιητές στο σχολείο άρχισε να καταλαβαίνει τη μελαγχολική μεγαλοπρέπεια της μοναξιάς στη φύση, και ένα μέρος αυτής της μεγαλοπρέπειας αργότερα διαποτίστηκε και στη μουσική που έπαιξε. Η συνάντηση του με τον Dave Eaves έγινε κάπου στα τέλη της εφηβείας και το ντουέτο ταίριαξε πολύ, αλλά ολοκληρωμένη μπάντα προέκυψε με την προσθήκη του ξαδερφού του Jem North ο οποίος τους συνόδευσε στο μπάσο - στην πραγματικότητα μια αυτοσχέδια, κουρδισμένη ισπανική κιθάρα. Φάνηκε να ταιριάζουν πολύ γρήγορα, και παρόλο που δεν είχε προηγούμενη μουσική εμπειρία, σύντομα έγινε ένας εξαιρετικός, εφευρετικός μπασίστας. Σύντομα, έπαιζαν σε μικρά κλαμπ, παμπ και εστιατόρια συνήθως ακουστικά. Το όνομα Dulcimer τους δόθηκε από τον ηθοποιό Richard Todd, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για το ντούλσιμερ των Απαλαχίων που είχε αρχίσει να παίζει ο Pete Hodge.

Starlight



Ο Richard Todd, ένας σημαντικός αστέρας του κινηματογράφου της εποχής του, τους προσκάλεσε στο σπίτι του για να συζητήσουν την πιθανότητα να γράψουν κάποιο υλικό για αυτόν, συνδυάζοντας τα τραγούδια και τη μουσική τους με ποιητική αφήγηση από τον ίδιο. Ήταν κάτι αυτονόητο ότι θα συμφωνούσαν και μια μεγάλη ευκαιρία για την μπάντα μας να βελτιώσουν τις δεξιότητές τους στη σύνθεση τραγουδιών. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο Dave Eaves και ο Pete Hodge είχαν γράψει μια ομάδα τραγουδιών, ποίησης και πεζογραφίας που θα περιείχαν τη βαθιά, μεστή και ηχηρή φωνή του Richard Todd.



 Εν τω μεταξύ, ο Richard Todd είχε επικοινωνήσει με τον Larry Page. Εκείνη την εποχή, ο Larry Page ήταν μάνατζερ των The Kinks και των The Troggs, οπότε τα πράγματα επιταχύνονταν και για τους Dulcimer. Απίστευτα, ηχογράφησαν όλο το άλμπουμ σε μία ηχογράφηση, εντελώς ζωντανά και πολλά από τα τραγούδια με μία λήψη. Έφτασαν στο Lansdowne Studio, έστησαν τα όργανά τους και ο ηχολήπτης David Baker τους τοποθέτησε το μικρόφωνο. Έπαιξαν μερικά τραγούδια για αυτό που νόμιζαν ότι ήταν τεστ για τον ήχο, και ξαφνικά ο Larry Page ανακοίνωσε «Τελείωσε» και τους είπαν να ανέβουν στο control desk και να τα ακούσουν. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγαν πραγματικά τους εαυτούς τους να παίζουν, εκτός από μερικές παραμορφωμένες ηχογραφήσεις κασέτας, και ήταν πολύ ευχαριστημένοι με αυτό που άκουσαν, αισθάνθηκαν για πρώτη τους φορά σαν μία πραγματική μπάντα. 

Morman's Casket



Από εκεί και πέρα, ο ρόλος της παραγωγής του Larry Page συνίστατο στο να τους κρατάει σε εγρήγορση με περιστασιακές ερωτήσεις του στυλ: «Έχετε κάτι άλλο, παιδιά;» Είχε, ωστόσο, ήδη "κάνει το θαύμα του", ξεγελώντας τους έξυπνα, κάνοντάς τους να νομίζουν ότι απλώς εξασκούνταν, με αποτέλεσμα να χαλαρώσουν και να έχουν αυτοπεποίθηση. Ο Richard Todd ήρθε στην ηχογράφηση αργά, και παραδόξως, παρόλο που δεν είχαν εξασκηθεί ποτέ στις δύο αρκετά περίπλοκες ενορχηστρώσεις τραγουδιών και αφήγησης μαζί, τα έκαναν και τα δύο με μία λήψη! Μετά από αυτό, δεν άκουσαν ποτέ άλλη αναπαραγωγή μέχρι να κυκλοφορήσει το άλμπουμ. Το άλμπουμ δεν στηριζόταν σε κάποιο κόνσεπτ, καθώς έγραφαν απλώς για πράγματα που τους ενδιέφεραν, χωρίς να σκέφτονται την εμπορικότητα ή το τι ήταν επίκαιρο. Έργα όπως το «Caravan» και το «Sonnet to the Fall» προέρχονταν από τις ρουστίκ ρίζες τους, ενώ οι ρομαντικές μπαλάντες του Dave Eaves και οι σουρεαλιστικές φαντασιώσεις του Pete Hodge είχαν και οι δύο τις ρίζες τους στα συνηθισμένα αγχωτικά, εφηβικά μαθήματα ενηλικίωσης που είχαν πάρει στις ζωές τους μέχρι τότε. Η λογοτεχνία προφανώς έπαιξε κι αυτή τον ρόλο της, καθώς και οι δύο ήταν φανατικοί αναγνώστες.

Pilgrim from the City



Το έργο τέχνης / εξώφυλλο αποδόθηκε λανθασμένα ότι το σχεδίασε ο Pete Hodge, αλλά στην πραγματικότητα ήταν έργο της Linda Glover, σχεδιάστριας η οποία είχε σχεδιάσει και τα εξώφυλλα δίσκων των Manfred Mann's Earth Band, Magna Carta, Colosseum, Scott Walker και άλλων. Η μπάντα ήταν διαρκώς σε αγωνία, περιμένοντας την επόμενη εξέλιξη. Παρόλο που το άλμπουμ έτυχε θερμής υποδοχής από τους κριτικούς και πούλησε έναν λογικό αριθμό αντιτύπων και παρόλο που σύντομα είχαν ηχογραφήσει ένα επόμενο άλμπουμ, αυτό το δεύτερο άλμπουμ δεν είδε το φως της δημοσιότητας μέχρι 20 χρόνια αργότερα, όταν εμφανίστηκε ως bootleg άλμπουμ στο διαδίκτυο. Οι επιρροές τους από εκείνη την περίοδο ήταν οι Dylan, Simon and Garfunkel, Joni Mitchell και Leonard Cohen—όλοι οι Αμερικανοκαναδοί τραγουδοποιοί-τραγουδοποιοί με μεγάλη επιτυχία. Και από Αγγλία: ο Richard Thompson, οι The Incredible String Band, και λίγο αργότερα, ο Mike Scott και οι 10cc.

Caravan (And I turned/As I had turned as a boy/To leave/As a passing caravan)



Αν οι Amazing Blondel ήταν η φωνή της μεσαιωνικής Αγγλίας, τότε αυτό το τρίο θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο της προσαρμογής των ποιημάτων του Thomas Hardy στην μουσική, μία ανάμνηση της ειδυλλιακής υπαίθρου που πάντα όμως διαθέτει μία σκοτεινή πλευρά. Έντονο λυρικά και μεταφέροντας με θεαματικό τρόπο αυτά που θέλουν να πουν με την βοήθεια 12χορδης ακουστικής, μαντολίνου και ξυλόφωνου, το άλμπουμ τα καταφέρνει στο σύνολο του χωρίς να ψάχνει τρακς που θα θεωρούνταν "αγαπημένα". Σαν μπόνους (μία εμπνευσμένη πινελιά), ο ηθοποιός Richard Todd διαβάζει ποίηση σε δύο κομμάτια του άλμπουμ και η φωνή του συμπληρώνει την μουσική με πολύ όμορφο τρόπο. Αν και απολύτως Αγγλικό, υπάρχουν στιγμές στην Β'πλευρά που η παραγωγή και οι φωνητικές αρμονίες μου θυμίζουν τον μεγάλο Αμερικανό παραγωγό δίσκων Gary Usher. Κάποιοι κυνικοί ακροατές ίσως να αποκαλούσαν το άλμπουμ μία απόκοσμη ανοησία, όμως προσωπικά το θεωρώ πανέμορφο, σχεδόν ένα μουσικό έργο πνεύματος. Η Αγγλική έκδοση του άλμπουμ (στη Nepentha) είναι ιδιαιτέρως σπάνια, συλλεκτική και επομένως πολύ πιο ακριβή για να την αποκτήσει κανείς σε σχέση με τις εκδόσεις σε άλλες χώρες (Αμερική, Γερμανία, Αυστραλία, Ιαπωνία και Ιταλία).


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2025



MARSUPILAMI




Prog Rock Obscurities




To Arena κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1971 και ήταν ο δεύτερος και τελευταίος δίσκος των Marsupilami (μία μπάντα που πήρε το όνομα της από το ομώνυμο καρτούν του Βέλγου καλλιτέχνη Andre Franquin. 


Αρχικά βασισμένη στην folk, η μπάντα εξελίχθηκε σε μία από τις πιο περιπετειώδεις περιπτώσεις γκρουπ των αρχών του '70. Παρουσιάζοντας ένα lineup αποτελούμενο από τα αδέλφια Fred και Leary Hasson (φωνητικά & αρμόνικα ο πρώτος και κίμπορντς ο δεύτερος), τον Dave Laverock στην κιθάρα, τον Richard Lathan Hicks στο μπάσο, την Jessica Stanley Clarke στο φλάουτο και στα φωνητικά και τον Mike Fouracre στα ντραμς, οι Marsupilami συγκρίθηκαν από νωρίς με σύγχρονους τους της κατηγορίας των Quintessence και των Gryphon, αν και όπως θα διαπιστώσετε ήταν πολύ πιο πειραματικοί και δυναμικοί.

Born to Be Free



Marsupilami - Marsupilami (Transatlantic Records – TRA 213) 1970

Οι Marsupilami έγιναν μία πρώιμη progressive υπογραφή στην Transatlantic Records, μία Αγγλική δισκογραφική που ιδρύθηκε από τον Nat Joseph και σχετιζόταν περισσότερο με την folk.

 Μαζί με τους ομόσταυλους Jody Grind, Mick Farren και Stray, οι Marsupilami ήταν μέρος μίας προσπάθειας του Nat Joseph να τραβήξει την προσοχή του συνεχώς αυξανόμενου underground κοινού. 

Το ομώνυμο ντεμπούτο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε το 1970 και κέρδισε θετικές κριτικές από τον mainstream μουσικό τύπο, αλλά και από underground εκδόσεις όπως τα "International Times" και "Zig Zag". 

Παρουσιάζοντας τόσο δυναμικό υλικό, όπως το "And the Eagle Chased the Dove to Its Ruin", το άλμπουμ οδήγησε σε ένα φορτωμένο πρόγραμμα live παραστάσεων τόσο στην Αγγλία όπως επίσης στην υπόλοιπη Ευρώπη, κυρίως όμως στην Ολλανδία, όπου η μπάντα άρχισε να αναπτύσσει ένα μεγάλο και αφοσιωμένο κοινό, χάρη σε μία σειρά ευφάνταστων παραστάσεων στο The Paradiso στο Amsterdam, όπου το γκρουπ παρουσίαζε με την συνοδεία ψυχεδελικού φωτισμού.


And the Eagle Chased the Dove to Its Ruin



Με έδρα στην Ολλανδία το lineup επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει τον Mandy Riedelbanch στο σαξόφωνο. 

Marsupilami - Arena (Transatlantic Records – TRA 230) 1971

Ήταν κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου που η μπάντα άρχισε να γράφει μουσική για το δεύτερο άλμπουμ της, ένα κόνσεπτ βασισμένο στους μονομάχους στις αρένες της αρχαίας Ρώμης, σε συνεργασία με τον στιχουργό Bob West.

Το Arena ήταν μία περίπλοκη δουλειά που αποτελούνταν από πέντε εκτεταμένα κομμάτια που έσπρωχναν τα όρια της μουσικής τους πολύ μακρύτερα από οτιδήποτε άλλο έπαιζε εκείνη την εποχή κάτω από την progressive ταμπέλα και όχι μόνο. 

Μία πραγματικά εκθαμβωτική progressive δουλειά, το Arena ηχογραφήθηκε στα Tangerine studios στο Λονδίνο, ένα στούντιο τεχνικά επιχορηγούμενο πολύ λιγότερο από οποιοδήποτε άλλο στούντιο.





The Arena



 Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε μερικές εβδομάδες (εν μέρει λόγω περιορισμένου μπάτζετ από την Transatlantic) και παρουσιάστηκε ουσιαστικά live στο στούντιο με προσεγγίσεις που επέβλεπε ο μετέπειτα κιμπορντίστας των Camel, Peter Bardens, ένας υπέροχος τύπος όπως γράφεται στα credits στο δίσκο, ο οποίος αφενός μεν καθόταν στην καρέκλα της παραγωγής αφετέρου δε, βοήθησε στη δημιουργία του άλμπουμ παίζοντας κρουστά.

Time Shadows



Η πολυπλοκότητα των κομματιών, όπως το "Prelude To The Arena", το "The Arena" και το "Time Shadows" διαβεβαίωσαν την εξαιρετική αποδοχή τους από τον μουσικό underground τύπο, αλλά ταυτόχρονα διαβεβαίωσαν ότι ποτέ δεν θα κατάφερναν να κερδίσουν ραδιοφωνικό αέρα. Κάνοντας την εμφάνιση του τον Μάρτιο του 1971, η Transatlantic Records αναφέρθηκε στο γεγονός με το promotion που έκανε, ανακοινώνοντας: "Οι Marsupilami είναι heavy. Ποτέ πριν δεν έχετε ακούσει τέτοιους ήχους. Κάποιοι από τους συνδυασμούς που επιχειρούν στα όργανα που παίζουν δεν έχουν γίνει ποτέ στο παρελθόν". Όπως επίσης: "It'll never make the Jimmy Young show", ως αναφορά στην απειροελάχιστη πιθανότητα για το άλμπουμ να κερδίσει ραδιοφωνικό αέρα στην Αγγλία.

Peace of Rome



Στην πραγματικότητα η εσωτερικότητα του άλμπουμ Arena ήταν ένας παράγοντας για τις περιορισμένες πωλήσεις του άλμπουμ, αν και στην Ολλανδία πήγε αρκετά καλά σε πωλήσεις. Η υποστήριξη από τον underground τύπο βοήθησε τους Marsupilami να εξασφαλίσουν μία εμφάνιση την 1η ημέρα του Glastonbury Fayre τον Ιούνιο του 1971, αλλά απέτυχε να βοηθήσει στο χτίσιμο κοινού. Λίγο αργότερα οι Marsupilami διαλύθηκαν με τον Leary Hasson να πηγαίνει στους CMU, ένα εξίσου πειραματικό και progressive σχήμα, που είχε ηχογραφήσει ένα άλμπουμ στην Transatlantic, το Open Spaces. Η άφιξη του Leary Hasson συνέβαλε στην ανάπτυξη της μπάντας που αποτέλεσμα είχε το πολύ καλό άλμπουμ Space Cabaret, που κυκλοφόρησε από την Transatlantic το 1973. Πολλά περισσότερα για την ιστορία αυτού του γκρουπ μπορεί να βρει κανείς στην σελίδα τους https://www.marsupilami-band.co.uk/

Facilis Descencus Averni



Και τα δύο άλμπουμ του γκρουπ είναι στις μέρες μας συλλεκτικά όχι μόνο λόγω σπανιότητας, αλλά εξαιτίας της ποιότητας της μουσικής που έχει ηχογραφηθεί σε αυτά. Ίσως να μπορούσαν να συναγωνιστούν σε όρους γραφής και σύνθεσης οποιοδήποτε γκρουπ της progressive rock, καθώς δυσκολεύεσαι να πιστέψεις την ωριμότητα και την μουσικότητα που επέδειξε το γκρουπ πίσω στις αρχές της δεκαετίας του '70, όταν άλλες μπάντες έψαχναν ακόμα τον δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσουν.

Spring



Πέρασαν σχεδόν 55 χρόνια από την κυκλοφορία των δύο άλμπουμ ενός καινοτόμου για την εποχή εκείνη γκρουπ. Αλλά η μουσική δεν μπορεί να περιοριστεί από τον χρόνο, όπως δεν μπορούν να περιοριστούν και τα συναισθήματα που κεντρίζει. Μουσική στην οποία το "σύμφωνο" (ηχητική συμφωνία) εναλλάσσεται με το "διάφωνο" (ηχητική διαφωνία αλλιώς κακοφωνία), προσπαθώντας με αξιώσεις να σπάσει μέσα μας το αρχέτυπο αρμονίας, που πάλλεται θετικά μόνο στην ηχητική συμφωνία. Μουσική που αρνείται να καρφιτσωθεί κάτω από συμβατικές ταμπέλες. Πόσο απολαμβάνω αυτό το ταξίδι...

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Σάββατο 7 Ιουνίου 2025



AXIS


Unsung Heroes



Η κατάσταση στην Ελλάδα παρά την αποδοχή και καταξίωση της ροκ προς τα τέλη της δεκαετίας του '60, γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη μετά την επικράτηση της Απριλιανής δικτατορίας. Τα ανήσυχα πνεύματα της περιόδου αναζήτησαν διέξοδο στην Ευρώπη και δη στην Αγγλία αρχικά, την μία από τις δύο πατρίδες της ροκ, που γνώριζε δημιουργική άνθηση. Κάποιοι όμως δεν τα κατάφεραν και κατέληξαν στην Γαλλία. Έτσι αρχίζει η ιστορία του γκρουπ που γνώρισε την επιτυχία στο εξωτερικό και είχε το όνομα Axis.

Dedicated



Axis - Ela Ela / Osanna (Riviera 521.192) 1972

Στους Axis κιθάρα έπαιξε στους 2 πρώτους δίσκους ο τρομερός Αλέκος Καρακαντάς, ένας καινοτόμος παίκτης που εκείνα τα χρόνια έλεγαν ότι δεν είχε αντίπαλο στην κιθάρα. 

Στο μοιραίο αυτοκινητιστικό ατύχημα των Juniors (πρώτη μπάντα του Καρακαντά), όπου έχασε την ζωή του ο Θάνος Σουγιούλ (μπασίστας του γκρουπ), στις 10 Οκτωβρίου 1965, ο Καρακαντάς σώθηκε, αλλά τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι και τον αντικατέστησε στους Juniors για το διάστημα που νοσηλευόταν ο Έρικ Κλάπτον, που ως περιοδεύων μουσικός, μετά τους Yardbirds είχε βρεθεί στην Αθήνα κι έπαιζε με το γκρουπ του. 

Το πρόβλημα με το χέρι του ταλαιπώρησε τον Καρακαντά σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. 




Living in



Όταν διαλύθηκαν οι Juniors σχημάτισε τους We Five, όπου ήταν συμπαίκτης με τους Ντέμη Ρούσσο, Μάκη Σαλιάρη, Λάκη Βλαβιανό και Σπύρο Μεταξά. Μετά ήρθαν οι Axis. Η τεχνική του Καρακαντά βασιζόταν στην παραμόρφωση που πετύχαινε με τη χρήση fuzzbox και μπορούσε να κάνει την κιθάρα του να ακούγεται σαν συνθεσάιζερ. Με τους Axis στην Γαλλία, γύρισαν ολόκληρη την χώρα με ένα στέισον βάγκον και έπαιξαν παντού. Τους γνώρισε όλη η Γαλλία. Και έπαιξαν επίσης σε Ολλανδία, Βέλγιο, βόρειο Ιταλία και βόρεια Ισπανία. Το όνομα Axis ήταν ιδέα του Αλέκου Καρακαντά από το άλμπουμ του Jimi Hendrix, Axis Bold As Love (1967). 

Shine Lady Shine




Ο Άλεξ Καρακαντάς, αν και ήταν στην παρέα των μουσικών που έφυγαν από την Ελλάδα για να παίξουν στην Γαλλία, έχοντας ασίγαστες δημιουργικές ανησυχίες, γύριζε και έπαιζε και με ένα γκρουπ που είχαν ονομάσει Water, Fire And Love μαζί με έναν Γερμανό ντράμερ και έναν Ελβετό μπασίστα. Το 1969 έχοντας επιστρέψει με αυτούς στην Ελλάδα έπαιζαν στις Σπέτσες, σε ένα γνώριμο γι'αυτόν μέρος, αφού εκεί έπαιζε με τους Juniors, την πρώτη του μπάντα, το 1964. Μετά από εκκλήσεις των υπολοίπων στο Παρίσι άφησε τους Water, Fire And Love και γύρισε πίσω εκεί, όπου έσμιξε ξανά με τους Ντέμη Βισβίκη, Δημήτρη Κατακουζηνό και Γιώργο Χατζηαθανασίου. Τρία χρόνια αργότερα και μετά την κυκλοφορία δύο άλμπουμ με τους Axis, ο Καρακαντάς δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με το στυλ που ήθελαν να παίζουν τα υπόλοιπα μέλη. Η ψυχεδέλεια εκείνο τον καιρό έδινε την σκυτάλη στην progressive και ο Καρακαντάς το έβλεπε. Η κόντρα που δημιουργήθηκε ανάμεσα τους έφερε την ένταση στο γκρουπ και ο Καρακαντάς αποχώρησε. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, το γκρουπ διέδωσε ότι τον έδιωξαν. Η επιθυμία του Καρακαντά, όσον αφορά στον προσανατολισμό του γκρουπ έγινε πράξη στον τρίτο και τελευταίο δίσκο των ΑΧΙS, ένα αριστούργημα πραγματικό, όπου πια μιλάμε για καθαρή progressive και fusion μουσική, αλλά δυστυχώς έγινε χωρίς αυτόν και χωρίς τον Κατακουζηνό επίσης.

Thought




Οι δίσκοι που κυκλοφόρησαν οι Axis πήγαν πολύ καλά στην Γαλλία. Μάνατζερ τους ήταν ο Ντέμης Ρούσσος, ο οποίος έκανε σόλο καριέρα μετά τους Aphrodite’s Child. Ο Ντέμης Ρούσσος τους έπαιρνε σαν support γκρουπ στις συναυλίες του. Όπως έλεγε ο Καρακαντάς του έπαιρναν το κοινό σε όποιο μέρος κι αν έπαιζαν.

Ela Ela 



Οι Axis έβγαλαν 3 άλμπουμ στην διάρκεια των χρόνων που ήταν ενεργοί σαν γκρουπ, με το 2ο άλμπουμ τους που ακούμε τώρα να ξεχωρίζει, καθώς ένα κομμάτι του το Ela Ela, διασκευή του γνωστού Κρητικού τραγουδιού, σαν σινγκλ έφτασε στην 3η θέση στα Ολλανδικά top40, αποδεικνύοντας ότι η έθνικ μουσική πάντοτε θα προσελκύει κοινό.

Long Time Ago



Στην αρχική φωτογραφία οι Axis με το lineup μέχρι και το δεύτερο άλμπουμ τους. Από τα αριστερά προς τα δεξιά: Ντέμης Βισβίκης - Αλέκος Καρακαντάς - Γιώργος Χατζηαθανασίου - Δημήτρης Κατακουζηνός. 



Οι Axis ήταν μία αμιγώς Ελληνική προσπάθεια σε Ευρωπαϊκό έδαφος, αν και χωρίς καμία αμφιβολία θα μπορούσαν να κάνουν τεράστια επιτυχία διεθνώς. Οι Axis ήταν μία πολύ όμορφη ιστορία που συνέβη πριν πολλά χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του '70 στο Παρίσι. 

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Παρασκευή 9 Μαΐου 2025



EPITAPH



Stop Look & Listen



Οι Epitaph σχηματίστηκαν τον χειμώνα του 1969-1970. Το ορίτζιναλ lineup ήταν οι Άγγλοι Cliff Jackson (φωνητικά και κιθάρα) και James McGillivray (ντραμς) και ο Γερμανός μπασίστας Bernd Kolbe. Αρχικά η μπάντα έκανε πρόβες στο υπόγειο ενός κλαμπ στο Dortmund. Την άνοιξη του 1970 μετακόμισαν στο Αννόβερο, όπου και έκαναν ένα αριθμό από συναυλίες που είχαν μεγάλη επιτυχία.

Nightingale



 

Epitaph – Stop Look And Listen (Polydor – 2371 274) 1972

Αφού έκαναν πολλές συναυλίες σε όλη την Γερμανία, οι Epitaph δέχτηκαν μία προσφορά για να ηχογραφήσουν από την Polydor το 1971. Ενώ ήταν στα Wessex Studios στο Λονδίνο καθώς και στο Windrose Studio στο Αμβούργο για την ηχογράφηση του ντεμπούτο ομώνυμου άλμπουμ τους, στην μπάντα προσχώρησε ο κιθαρίστας Klaus Walz.Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε τρεις ημέρες και την κυκλοφορία του ακολούθησε μία πρόσκληση στο Γερμανικό τηλεοπτικό σόου Beatclub, όπου έπαιξαν το τραγούδι "Early Morning". Τον Απρίλιο του 1972, οι Jackson, McGillivray, Kolbe και Walz επέστρεψαν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν το δεύτερο άλμπουμ τους Stop Look & Listen.  Αργότερα την ίδια χρονιά ο McGillivray, που υπέφερε από άσθμα και αναζητούσε μία νέα μουσική κατεύθυνση άφησε τους Epitaph για να μπει στο πειραματικό σχήμα του Γερμανού κιθαρίστα Toto Blanke. Την θέση του πήρε ο ντράμερ Achim Wielert από το Dortmund. Με το δυναμικό του στυλ στα ντραμς έδωσε στη μπάντα μία κατεύθυνση πιο προσανατολισμένη στην ροκ. Εξαιτίας της φήμης που είχαν αποκτήσει ως μία εξαιρετική live μπάντα, οι Epitaph είχαν την ευκαιρία να παίξουν με σχήματα όπως οι Curved Air, Golden Earing, Rory Gallagher, Manfred Mann's Earth Band και Emerson, Lake & Palmer. Αντίθετα στην συνηθισμένη πρακτική της εποχής, η μπάντα πληρωνόταν σε κάθε support που έκανε. Ακολουθώντας ένα φανταστικό live στο αμφιθέατρο Waldbühne στο Βερολίνο, στο οποίο ανάμεσα σε άλλους έπαιξαν και οι γνωστοί μας Scorpions (για τους οποίους οι Epitaph υπήρξαν επιρροή), η μπάντα αποδέχτηκε μια προσφορά από την Αμερικανική δισκογραφική Billingsley να κάνει μία περιοδεία στην Αμερική. 

Fly





Έξι εβδομάδες αργότερα οι τέσσερις μουσικοί προσγειώθηκαν στο Σικάγο και νοίκιασαν ένα διαμέρισμα στα περίχωρα. Αφού έπαιξαν στις πρώτες δύο συναυλίες μπροστά σε προσκεκλημένα μέλη του μουσικού τύπου, συνέχισαν την περιοδεία τους στα τοπικά ροκ κλαμπ. 

Ωστόσο, καθώς δεν είχαν την απαραίτητη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, αλλά βρίσκονταν εκεί ως τουρίστες, έπρεπε να βρεθεί τρόπος να γίνουν ευέλικτοι με την ισχύουσα νομοθεσία. 

Αυτό τακτοποιήθηκε πιθανώς "λαδώνοντας", όπως ανακαλεί ο Jackson. Υπό την διεύθυνση του διευθυντή της δισκογραφικής, οι Epitaph ηχογράφησαν το τρίτο τους άλμπουμ Outside the Law στο Σικάγο. 

Η πρώτη έκδοση του Stop Look & Listen με το κενό λευκό εξώφυλλο και το αυτοκόλλητο περιορίστηκε σε 1000 κόπιες και έχει γίνει συλλεκτική. Η μεγάλη διάρκεια περιοδείας της μπάντας όμως στην Αμερική, είχε το αντίτιμο της. 




Crossroads





Ο Achim Wielert άφησε την μπάντα το καλοκαίρι του 1974 και αντικαταστάθηκε από τον Norbert "Panzer" Lehmann, πρώην μέλος των Karthago, ο οποίος είχε μόλις 2 μέρες για να κάνει πρόβες με την μπάντα πριν ξεκινήσουν ακόμα μία περιοδεία στην Αμερική.  Ακολουθώντας μια σειρά από αλλαγές στο lineup, οι Epitaph το καλοκαίρι του 1977 ήταν οι Cliff Jackson, ο κιθαρίστας Heinz Gloss, o Harvey Janben, πρώην μπασίστας των Eloy, o κιμπορντίστας Michael Karch και ο ντράμερ Fritz Randow, ο οποίος έπαιξε επίσης στους Eloy. 

Uptight




Με αυτό το lineup, οι Epitaph υπέγραψαν ένα συμβόλαιο με την Γερμανική δισκογραφική Brain και κυκλοφόρησαν το Return to Reality το 1979, το See You in Alaska και το Live. Ένα χρόνο αργότερα οι Epitaph ηχογράφησαν το άλμπουμ Danger Man, σχεδόν με το ορίτζιναλ lineup Jackson, Kolbe, Walz και Lehmann, αλλά ο δίσκος ήταν εμπορική αποτυχία. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς έχοντας να αντιμετωπίσει αξεπέραστα οικονομικά προβλήματα, ο Jackson διέλυσε την μπάντα. 

Stop Look & Listen



Η μουσικότητα, ο Αγγλικός στίχος, η οικεία στα αυτιά άψογη κιθαριστική δουλειά (twin guitars) που παραπέμπει σε Wishbone Ash, τα φωνητικά που παραπέμπουν σε Scorpions και η άψογη παραγωγή, κάνουν τον τίτλο του-κατά τα άλλα-άγνωστου αυτού άλμπουμ των αρχών της δεκαετίας του '70 απολύτως ταιριαστό για οποιονδήποτε δεν στάθηκε δυνατόν να σταματήσει να το δει και να το ακούσει όλα αυτά τα χρόνια.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Τρίτη 22 Απριλίου 2025



ISIS



All Female Groups



To 1973, η λέξη ISIS έλαβε ένα καινούριο νόημα και ακούστηκε διαφορετικά, όταν γέμισε με μία νέα αίσθηση. Κι όλο αυτό εξαιτίας της επιλογής 8 κοριτσιών, που ήταν αφοσιωμένα στην ροκ μουσική, να την χρησιμοποιήσουν σαν όνομα του γκρουπ. Τότε εμφανίστηκε το σχήμα με αυτό το όνομα, του οποίου ιδρύτριες ήταν δύο πρώην μέλη του γκρουπ Goldie and the Gingerbreads, η Carol MacDonald και η Ginger Bianco.

Bitter Sweet





Isis – Isis (Buddah Records – BDS 5605) 1974

Σε μία εποχή που η φράση "female rock group" ήταν συνώνυμη με κάτι νέο, ασυνήθιστο και πέρα από κάθε φαντασία, όταν ένα κορίτσι έπιανε μία κιθάρα και από την πρώτη νότα που έπαιζε την κοίταζαν με έκπληξη, οι ISIS ήταν μία ομάδα από πολύ ταλαντούχες μουσικούς, με τις οποίες ελάχιστοι θα μπορούσαν να συγκριθούν. Το στυλ που έπαιζαν δεν ήταν ούτε μοναδικό, ούτε αμίμητο, αλλά ήταν πολύ ορίτζιναλ και σημαντικά διαφορετικό από οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Όλο το υλικό που συνέθεσαν και παρουσίασαν ήταν ξεχωριστό και ακουγόταν πολύ ιδιαίτερο με τον δικό τους μοναδικό τρόπο. Φυσικά επέλεξαν να ακολουθήσουν τον δύσκολο δρόμο, κερδίζοντας το κοινό τους, όχι με την γοητεία και την σεξουαλικότητα τους, αλλά μονάχα με το ταλέντο τους. εστιάζοντας όχι στο "female rock group", αλλά στο ΤΙ και ΠΩΣ έπαιξαν. Από το ξεκίνημα τους οι ISIS ήταν ικανές να συναγωνιστούν τα καλύτερα αντρικά γκρουπ, αλλά οι κανόνες με τους οποίους παιζόταν τότε το παιχνίδι ήταν άδικοι για αυτές. Έχοντας υπογράψει συμβόλαιο με την Buddah Records, αναγκάστηκαν να καταπνίξουν την γραφή τους, χρησιμοποιώντας μόνο το 1/3 του ορίτζιναλ ήχου τους, για να μπορέσουν να ηχογραφήσουν ένα πλήρες άλμπουμ στην εταιρεία που ήδη είχε τις Fanny και τις Bertha στο ρόστερ της. Πάντοτε έπρεπε να πολεμήσουν τα στερεότυπα σε κάθε τους εμφάνιση στη σκηνή. Για να δείξουν ότι σήμαιναν κάτι στον κόσμο της ροκ μουσικής, έπρεπε να καταβάλλουν απίστευτη προσπάθεια, ελάχιστοι τις έπαιρναν στα σοβαρά, επειδή το υποχρεωτικό αντρικό lineup για μία ροκ μπάντα θεωρείτο αυτονόητο εκείνη την εποχή.

Rubber Boy





Ο ρόλος μίας γυναίκας επαγγελματία μουσικού στα 60'ς και 70'ς ήταν στην καλύτερη περίπτωση ασαφής. Μια χούφτα από γυναίκες μουσικούς και μία χούφτα μπάντες με γυναίκες σαν ηγέτες αποτελούσαν την μερίδα των γυναικών στην ροκ μουσική τότε. Βλεφαρίδες που ανοιγόκλειναν χαριτωμένα και ένα μόνιμο χαμόγελο σκαλισμένο σε ένα όμορφο πρόσωπο ήταν ό,τι απαιτούνταν από μία γυναίκα μουσικό και δεν πείραζε τι έπαιζε, πώς έπαιζε ή αν έπαιζε γενικά, έτσι κάπως έμοιαζαν τα κορίτσια στην σκηνή εκείνες τις μέρες. Η μουσική των ISIS ήταν ζωντανή, με συχνές εναλλαγές και ατέλειωτους αυτοσχεδιασμούς. Έπρεπε να τις έβλεπε κανείς πάνω στη σκηνή για να εκτιμήσει την θρυλική τους ενέργεια και την ικανότητα τους να μεταφέρουν τα αισθήματα τους στο κοινό. Κριτικές που σώζονται από τις εμφανίσεις τους στα live δείχνουν την ειδωλοποίηση τους από το κοινό.

Everybody Needs A Forever




Στην αρχή δούλεψαν μαζί με τις Fanny, στις οποίες έχουμε αναφερθεί αρκετά χρόνια πριν, ενώ έπειτα ακολούθησαν μία πρόσκληση της Reprise Records και έκαναν περιοδείες με τους Three Dog Night, Leon Russell, the Beach Boys, Kiss, ZZ Top, Aerosmith και πολλούς άλλους. Τρία ήταν τα άλμπουμ που έβγαλαν οι ISIS, το καθένα με πολύ διαφορετικό lineup. Η Carol MacDonald είπε κάποτε ότι οι ISIS υπήρξαν αληθινό σχολείο, έχοντας εκπαιδεύσει 73 γυναίκες μουσικούς μέσα σε 7 χρόνια. Κάθε ένα από τα τρία άλμπουμ τους ήταν φανερά διαφορετικό, με το lineup να αυξομειώνεται από 8 κορίτσια το 1974, σε 10 στο δεύτερο άλμπουμ και τελικά σε 6 στο τελευταίο άλμπουμ τους το 1977. To πρώτο άλμπουμ των ISIS έκανε τον κόσμο να μιλάει για αυτές, ξεπούλησε πολύ γρήγορα και όχι επειδή τα μέλη της μπάντας ήταν γυμνά με ασημένιο bodypainting στο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο του δίσκου. Ήταν μία ειλικρινής και ακριβής κατάθεση ψυχής από την αρχή ως το τέλος, αιχμαλωτίζοντας την προσοχή όλων των πραγματικών οπαδών της ροκ. Τα δυναμικά και γεμάτα ψυχή φωνητικά της Carol McDonald συγκρίνονταν με εκείνα της Janis Joplin ή της Maggie Bell (των Stone The Crows) τότε. Τα κομμάτια ήταν πολύ διαφορετικά, τονίζοντας την διαφορετικότητα της δουλειάς τους και τις διαφορετικές επιρροές τους. Πολλοί κριτικοί τις σύγκριναν με τους Chicago, επειδή και οι δύο μπάντες είχαν παρόμοια κατεύθυνση και στυλ, αλλά μάλλον ήταν οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, χάλκινα εναντίον ηλεκτρικών κιθάρων. Από την έναρξη της καριέρας τους, οι ISIS έχουν συστηματικά συγκριθεί και έρθει σε αντιπαράθεση με αντρικές μπάντες στον μουσικό τύπο, ακόμα κι από δημοσιογράφους που ήταν φαν της μουσικής τους. Αυτές οι συγκρίσεις στόχευαν ξεκάθαρα στο να απλοποιήσουν το πώς θα αντιλαμβανόταν ο κόσμος τη δουλειά τους, που είχε πολύ μεγαλύτερο εύρος από τις συνηθισμένες μπάντες. 

Servant Saviour




Οι ISIS ήταν διαφορετικό γκρουπ, με κάθε έννοια της λέξης "διαφορετικό", ήταν ποιοτικά διαφορετικό. Είναι κρίμα που όταν μιλούν για τις ISIS, όλοι οι κριτικοί πρώτα δίνουν σημασία στο ότι ήταν μία γυναικεία ομάδα και αμέσως μετά μιλάνε για την μουσική που έπαιξαν. Σε κάθε άρθρο είτε αποκαλούνται φεμινίστριες ή συμπεραίνεται ότι αρνήθηκαν την "γυναικεία τους φύση" για χάρη της καριέρας τους. Στην πραγματικότητα η αλήθεια για τις ISIS πήγε πέρα από την μουσική, οι ISIS έγιναν ένα είδος συμβόλου. Αυτά τα κορίτσια κατάφεραν να κάνουν μία άξια ομάδα και να επιβιώσουν στην μουσική αρένα για 7 χρόνια κατά την διάρκεια μιας περιόδου που το πιθανότερο ήταν να έχουν αποτύχει. Το κύμα που σήκωσαν έγινε αντιληπτό σε όλα τα επίπεδα της Δυτικής κουλτούρας, έσπασαν στερεότυπα και κοινωνικές νόρμες, ξερίζωσαν βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και "άνοιξαν" νέους ορίζοντες.

She Loves Me




H Genya Ravan, δηλαδή η "Goldie Zelkowitz", η lead vocalist των Goldie and the Gingerbreads και η μόνη από το γκρουπ που δεν πήγε αργότερα στις ISIS, συνέχισε στην άνοδο των Ten Wheel Drive, έκανε σόλο άλμπουμ και αργότερα κάθισε στην καρέκλα της παραγωγής. Οι εναπομείνασες τέσσερις των Goldie and the Gingerbreads και μετέπειτα ISIS παρέμειναν φίλες και πιστές η μία στην άλλη κατά την διάρκεια των εννέα χρόνων της ύπαρξης των 2 γκρουπ, παρά τις περιστασιακές διαφωνίες και διαμάχες, πάντα μέσα στα πλαίσια της μουσικής και του ονείρου που μοιράστηκαν. Η μουσική τους φυσικά αντανακλά τις εποχές που δημιουργήθηκε. Αλλά ένα ιδιαίτερο σημείο στην βιογραφία τους δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο. Η ειλικρίνεια και η τόλμη με την οποία το γκρουπ εξέφρασε την λεσβιακή του άποψη. Το "She Loves Me" από αυτό το άλμπουμ και άλλα 2 κομμάτια από το επόμενο τους άλμπουμ αναφέρονται ξεκάθαρα στον έρωτα ανάμεσα σε γυναίκες, παρά τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις. Τέτοια μη-παραδοσιακά θέματα στην Αμερική των 70'ς ήταν γενικά μη ανεκτά, για να το πούμε όσο πιο ήρεμα γίνεται. Αρκεί κάποιος να ανακαλέσει την μοιραία πτώση του Elton John, μετά την ειλικρινή του συνέντευξη το 1976, για να καταλάβει την έκταση αυτής της μη-ανοχής.





Αλλά οι ISIS δεν επρόκειτο να φοβηθούν. Σαν την άφοβη θεά της οποίας το όνομα δανείστηκαν, τα μέλη του γκρουπ εξέφρασαν ανοικτά τα συναισθήματα τους. Για να είναι σίγουρο ότι κανείς δεν αντιλήφθηκε λάθος, οι στίχοι των τραγουδιών τυπώθηκαν στο εξώφυλλο του 2ου άλμπουμ τους. Αυτό βεβαίως δεν βοήθησε στις πωλήσεις του άλμπουμ, αλλά τα κορίτσια δεν επρόκειτο να εγκαταλείψουν. Η Carol MacDonald όταν της ζητήθηκε να είναι πιο χαμηλών τόνων για χάρη της εμπορικής επιτυχίας απάντησε: "Είμαι φοβισμένη πάρα πολλά χρόνια, αλλά έχω βαρεθεί να ζω στην ΄ντουλάπα΄. Δεν πρεσβεύω να κάνει κανείς οτιδήποτε, αλλά ας κάνει ο καθένας ότι θέλει". 

Από το βιβλίο "She's a Rebel: The History of Women in Rock 'n' Roll" 1992


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025



AUNT MARY




The Best Norwegian Rock Band Ever?



Η μπάντα αρχικά είχε το όνομα Progress. Στo αρχικό της lineup ήταν ο Jan Groth, στο όργανο και στα φωνητικά, ο Svein Gundersen στο μπάσο, ο Bjørn Kristiansen στην κιθάρα, ο Ivan Lauritzen στα ντραμς και ο Per Ivar Fure στο σαξόφωνο. Το ρεπερτόριο τους αποτελείτο κυρίως από Ray Charles και διασκευές της Tamla Motown.

I Do and I Did



Aunt Mary ‎– Aunt Mary (Polydor ‎– 23 80 002) 1970

Όμως γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι έπρεπε να βγούνε εκτός συνόρων της χώρας τους για να μπορέσουν να γίνουν γνωστοί, έτσι αποφάσισαν να πάνε στο Παρίσι. Ωστόσο τα οικονομικά τους δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Δια μέσου ενός ατζέντη που συνάντησαν στο Halden στη Νορβηγία, ήρθαν σε επαφή με έναν Δανό ατζέντη, τον Sten Withrock, ο οποίος τους υποσχέθηκε μία περιοδεία στη Δανία. Έτσι με λιγοστά χρήματα και ένα ξεχαρβαλωμένο λεωφορείο για να μεταφέρει τον εξοπλισμό τους ξεκίνησαν από το Fredrikstad της Νορβηγίας, με την πεποίθηση ότι με τα χρήματα που θα έβγαζαν θα μπορούσαν να ταξιδέψουν στο Παρίσι. Δύο μέρες πριν την αναχώριση τους για περιοδεία έφτασαν στο Bellahøy έξω από την Κοπεγχάγη. Συνειδητοποίησαν ότι χρειάζονταν κάτι πιο πιασάρικο σε όνομα και άλλαξαν το όνομα του γκρουπ σε Aunt Mary από το τραγούδι του Little Richard "Long Tall Sally" ορμώμενοι ("I’m gonna tell aunt Mary about uncle John…").




Did You Notice?




O Withrock εντυπωσιάστηκε και επικοινώνησε με τον Johnny Reimar στην Κοπεγχάγη, λέγοντας του ότι είχε μία μπάντα που έπαιζε τρομερά τα μπλουζ, συστήνοντας του να κάνει έναν δίσκο μαζί τους. Έτσι πήγαν στην Κοπεγχάγη για μια οντισιόν με τον Reimar και άμεσα πήραν την διαβεβαίωση ενός συμβολαίου. Έχοντας αυτή την υπόσχεση εγκατέλειψαν το αρχικό τους σχέδιο να πάνε στο Παρίσι. Ο Sten Withrock πήγε την μπάντα για μια σειρά από εμφανίσεις στο Ισραήλ. Ο ατζέντης στο Τελ Αβίβ έπαθε σοκ από την εμφάνιση τους με τα μακριά μαλλιά και τα βρώμικα ρούχα και ήταν εμφανές ότι δεν περίμενε κάτι τέτοιο. Όμως τους άφησε να παίξουν και το κοινό τους αγάπησε. Μετά τους εξανάγκασε να αλλάξουν το ρεπερτόριο τους, δίνοντας τους ένα μάτσο από χιτάκια και αφήνοντας τους για δύο μέρες να κάνουν πρόβες για να τα παρουσιάσουν ή αλλιώς να φύγουν. Ένα μήνα μετά την άφιξη τους έλαβαν ένα μικρό μέρος των χρημάτων που τους είχαν υποσχεθεί και τους είπαν να φύγουν για την πατρίδα τους. Αλλά τα χρήματα δεν επαρκούσαν για ένα τόσο μακρινό ταξίδι, παρά μόνο μέχρι το Βελιγράδι. Μετά από μερικές μέρες έλαβαν κάποια χρήματα από την πατρίδα τους για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Αλλά όλα τα χρήματα τα χάλασαν σε καύσιμα, με αποτέλεσμα να επιβιώνουν κλέβοντας μήλα από κήπους τις νύκτες. Και δεν δοκίμασαν ούτε ένα γεύμα κανονικό μέχρι να φτάσουν στην Odense στην Δανία, όπου πέρασαν τις πρώτες δύο εβδομάδες στο σαλόνι μιας οικογένειας. Λίγο αργότερα ο Withrock βρήκε ένα μέρος να μείνουν στο Vigerslev, λίγο έξω από την Odense. 

Whispering Farewell




Το 1969 μία προσφορά να παίξουν στα top ten στο Reeperbahn, έφεραν την μπάντα στο Αμβούργο για δύο εβδομάδες. Στα τέλη του 1969 και αρχές του 1970, πίσω στην Δανία η μπάντα έμαθε ότι είχαν συμφωνία για την ηχογράφηση ενός άλμπουμ. Έχοντας επιστρέψει στην Νορβηγία για να γράψουν μερικά νέα τραγούδια, ο ντράμερ τους Ivan Lauritzen ανακοίνωσε την παραίτηση του. Αντικαταστάθηκε από τον Ketil Stensvik, που έμελλε να είναι ντράμερ της μπάντας για τα επόμενα 45 χρόνια. Τον Φεβρουάριο του 1970 έχοντας κάτσει ένα μήνα στο Fredrikstad, στην Νορβηγία, επέστρεψαν στο Vigerslev στην Δανία για να συνεχίσουν να γράφουν. Αποδείχτηκε ότι τα θέματα που έγραψαν άρεσαν πολύ περισσότερο στο κοινό από τα μπλουζ. Έτσι άρχισαν να ηχογραφούν το ντεμπούτο και ομώνυμο άλμπουμ τους Aunt Mary. Η Polydor ενθουσιάστηκε με το άλμπουμ τους και αποφάσισε να το κυκλοφορήσει σε 17 χώρες. Την κυκλοφορία του άλμπουμ ακολούθησαν συναυλίες στην Δανία και τον Απρίλιο ξαναπήγαν να παίξουν στο Αμβούργο για δύο εβδομάδες. Τώρα είχαν αναπτύξει μία πολύ πιο heavy προσέγγιση στη μουσική τους. Ο Per Ivar Fure αισθάνθηκε ότι δεν είχε πια να προσφέρει στην μπάντα και ανακοίνωσε την παραίτηση του. Έτσι έμειναν τέσσερις.

Come In




Η μπάντα ξεκίνησε την πρώτη της περιοδεία στην Νορβηγία τον Σεπτέμβριο, σε όλη την χώρα. Ήταν μία τεράστια επιτυχία. Όπου πήγαιναν οι συναυλίες ήταν sold out. Οι κριτικές του μουσικού τύπου ήταν διθυραμβικές και η μπάντα ανακηρύχθηκε η καλύτερη Νορβηγική μπάντα μέχρι τότε. Το καλοκαίρι του 1971 οι Deep Purple έπαιξαν στην Odense στην Δανία. Και όπως συνήθως γίνεται όταν μεγάλα σχήματα επισκέπτονταν μια πόλη, οι Aunt Mary, το καλύτερο σχήμα, έλαβαν πρόσκληση για να κάνουν support. Η μπάντα παρουσίασε το ρεπερτόριο της τόσο καλά, που τους ζητήθηκε να παίξουν κι άλλο. Αυτό δεν ήταν κάτι σύνηθες να γίνει με τους Deep Purple και δεν βοήθησε καθόλου όταν το κοινό έγινε έξαλλο, επειδή οι Aunt Mary επέλεξαν να αρχίσουν το δεύτερο μέρος τους με το Whole Lotta Love των Led Zeppelin. Σε μια συνέντευξη του τα επόμενα χρόνια ο Ritchie Blackmore φημολογείται ότι αναφερόμενος στον Bjørn Kristiansen είπε: "Ένας Νορβηγός κιθαρίστας στην Δανία. Ένας από τους ελάχιστους καλούς κιθαρίστες που έχω συναντήσει. Αν κάποιος πρέπει να ανέβει στο θρόνο (σαν κιθαρίστας), πρέπει να είναι αυτός"Το ίδιο καλοκαίρι οι Aunt Mary έκαναν περιοδεία με τους Jethro Tull για τρεις μέρες. Την περιοδεία ξεκίνησαν στην Κοπεγχάγη, όπου ο Ketil Stensvik έπαιξε τόσο καλά ένα σόλο στα ντραμς για το κοινό, που τους απαγορεύθηκε να παίξουν κι άλλο, παρά τις εκκλήσεις του κοινού. Αυτή την περιοδεία ακολούθησαν δύο συναυλίες με τον Rory Gallagher, μία με τους Ten Years After και δύο με τον Muddy Waters.

Why Don't You Try Yourself




Τον Οκτώβριο του 1971, ο Johnny Reimar έδωσε στην μπάντα μία ιδέα. Γιατί να μην έκαναν μια ροκ βερσιόν του "Abraham, Martin and John" του Marvin Gayes και να αντικαθιστούσαν τα ονόματα με τους πρόσφατα τότε χαμένους  Jimi Hendrix, Janis Joplin και Brian Jones;Το σινγκλ έγινε τεράστιο χιτ, αλλά δεν του δόθηκε ραδιοφωνικός αέρας στην Αγγλία, εξαιτίας της σχέσης του με τα ναρκωτικά. Ως επακόλουθο και παρά την επιτυχία του σινγκλ, η μπάντα ποτέ δεν είδε έσοδα από αυτό. 

Jimi, Janis and Brian




Το ίδιο φθινόπωρο, ένα compilation άλμπουμ που παρουσίαζε τις μεγαλύτερες ευρωπαικές μπάντες κυκλοφόρησε. Slade, Focus, Ted Nugent και Jack Bruce ήταν μερικά από τα ονόματα. Μοναδική επιλογή από την Σκανδιναβία; Οι Aunt Mary. Το Μάιο του 1972 ένα νέο σινγκλ ηχογραφήθηκε στην Νορβηγία, το "Rosalind". Στην Β'πλευρά ήταν η βερσιόν της μπάντας, του "In the Hall of the Mountain King" του Edvard Grieg, σύγχρονου ρομαντικού Νορβηγού συνθέτη και πιανίστα (1843-1907). Αυτό το σινγκλ έμελλε να είναι και το τελευταίο τους με το τότε lineup. Ο οργανίστας και lead vocalist Jan Groth φανατικά δοσμένος στον Χριστιανισμό, βρήκε την μουσική τους και τον τρόπο ζωής να έρχεται σε αντίθεση με τα πιστεύω του και αποφάσισε να ακολουθήσει σόλο καριέρα στο Christian Rock στην Δανία. Με την αποχώρηση του η μπάντα δεν έβρισκε λόγο να παραμείνει στην Δανία. Έτσι επέστρεψαν στο Fredrikstad στην Νορβηγία, όπου βρήκαν έναν λαμπρό κιμπορντίστα τον Bengt Jenssen και αποφάσισαν να είναι και ο νέος lead singer τους.

Yes, By Now I've Reached The End 




Από εκεί και μετά η πιο heavy εκδοχή της μπάντας προσέλκυσε νέο φανατικό κοινό. Η μουσική τους ήταν πια περισσότερο στο φάσμα της progressive rock και με τα δύο επόμενα άλμπουμ τους, που σε ορίτζιναλ έκδοση κοστίζουν πια μία περιουσία στις μέρες μας, κοινό και κριτικοί θα τους συνέκριναν με τους Pink Floyd, τους King Crimson, θα τους χαρακτήριζαν ως μία "ψυχεδελική βερσιόν των Beatles" και ακόμα περισσότερα.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ